2009R1107 EL 30.06.2014 002.001 1 Το παρόν έγγραφο αποτελεί απλώς βοήθημα τεκμηρίωσης και τα θεσμικά όργανα δεν αναλαμβάνουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του B ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 21ης Οκτωβρίου 2009 σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου (EE L 309 της 24.11.2009, σ. 1) Τροποποιείται από: Επίσημη Εφημερίδα αριθ. σελίδα ημερομηνία M1 M2 Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 518/2013 του Συμβουλίου της 13ης Μαΐου 2013 Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 652/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαΐου 2014 L 158 72 10.6.2013 L 189 1 27.6.2014
2009R1107 EL 30.06.2014 002.001 2 ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 1107/2009 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 21ης Οκτωβρίου 2009 σχετικά με τη διάθεση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά και την κατάργηση των οδηγιών 79/117/ΕΟΚ και 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪ ΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως τα άρθρα 37 παράγραφος 2, 95 και 152 παράγραφος 4 στοιχείο β), την πρόταση της Επιτροπής, τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ( 1 ), τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών ( 2 ), Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης ( 3 ), Εκτιμώντας τα ακόλουθα: (1) Η οδηγία 91/414/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων ( 4 ), θεσπίζει τους κανόνες που διέπουν τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα και τις δραστικές ουσίες που περιέχονται στα προϊόντα αυτά. (2) Μετά την έκθεση προόδου που υπέβαλε η Επιτροπή στο πλαίσιο της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με το ψήφισμα της 30ής Μαΐου 2002 ( 5 ), και το Συμβούλιο, με τα συμπεράσματα της 12ης Δεκεμβρίου 2001, ζήτησαν από την Επιτροπή να αναθεωρήσει την οδηγία 91/414/ΕΟΚ και να εντοπίσει ορισμένα ζητήματα που έπρεπε να εξετάσει η Επιτροπή. (3) Με βάση την αποκτηθείσα εμπειρία από την εφαρμογή της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ και τις πρόσφατες επιστημονικές και τεχνικές εξελίξεις, η εν λόγω οδηγία θα πρέπει να αντικατασταθεί. (4) Για λόγους απλούστευσης, η νέα πράξη θα πρέπει επίσης να καταργήσει την οδηγία 79/117/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1978, περί απαγορεύσεως της θέσεως σε κυκλοφορία και της χρησιμοποιήσεως φυτοφαρμακευτικών προϊόντων που περιέχουν ορισμένες δραστικές ουσίες ( 6 ). ( 1 ) ΕΕ C 175 της 27.7.2007, σ. 44. ( 2 ) ΕΕ C 146 της 30.6.2007, σ. 48. ( 3 ) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2007 (ΕΕ C 263 Ε της 16.10.2008, σ. 181), κοινή θέση του Συμβουλίου της 15ης Σεπτεμβρίου 2008 (ΕΕ C 266 Ε της 21.10.2008, σ. 1) και θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Ιανουαρίου 2009 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα). Απόφαση του Συμβουλίου της 24ης Σεπτεμβρίου 2009. ( 4 ) ΕΕ L 230 της 19.8.1991, σ. 1. ( 5 ) ΕΕ C 187 Ε της 7.8.2003, σ. 173. ( 6 ) ΕΕ L 33 της 8.2.1979, σ. 36.
2009R1107 EL 30.06.2014 002.001 3 (5) Για να απλουστευθεί η εφαρμογή της νέας πράξης και να εξασφαλισθεί η συνοχή σε όλα τα κράτη μέλη, η πράξη θα πρέπει να έχει τη μορφή κανονισμού. (6) Η φυτική παραγωγή έχει πολύ σημαντική θέση στην Κοινότητα. Μία από τις σημαντικότερες μεθόδους προστασίας των φυτών και των φυτικών προϊόντων από επιβλαβείς οργανισμούς, μεταξύ άλλων και τα ζιζάνια, και βελτίωσης της γεωργικής παραγωγής είναι η χρήση φυτοπροστατευτικών προϊόντων. (7) Τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα μπορούν επίσης να έχουν μη ευεργετικά αποτελέσματα στη φυτική παραγωγή. Η χρήση τους μπορεί να συνεπάγεται κινδύνους για τον άνθρωπο, τα ζώα και το περιβάλλον, ιδίως όταν διατίθενται στην αγορά χωρίς να έχουν δοκιμασθεί και αδειοδοτηθεί επίσημα και όταν χρησιμοποιούνται με εσφαλμένο τρόπο. (8) Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι η εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας τόσο της υγείας των ανθρώπων και των ζώων όσο και του περιβάλλοντος, και ταυτόχρονα η εξασφάλιση της ανταγωνιστικότητας της γεωργίας της Κοινότητας. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στην προστασία των ευπαθών ομάδων του πληθυσμού, συμπεριλαμβανομένων των εγκύων, των βρεφών και των παιδιών. Θα πρέπει να τηρείται η αρχή της προφύλαξης και να εξασφαλίζεται μέσω του παρόντος κανονισμού ότι η βιομηχανία θα αποδεικνύει ότι οι ουσίες ή τα προϊόντα που παράγονται ή διατίθενται στην αγορά δεν έχουν επιβλαβείς επιδράσεις στην υγεία των ανθρώπων ή των ζώων ή μη αποδεκτές επιδράσεις στο περιβάλλον. (9) Προκειμένου να αρθούν κατά το δυνατόν τα εμπόδια στο εμπόριο φυτοπροστατευτικών προϊόντων τα οποία οφείλονται στα διαφορετικά επίπεδα προστασίας των κρατών μελών, ο παρών κανονισμός θα πρέπει επίσης να καθορίσει εναρμονισμένους κανόνες για την έγκριση των δραστικών ουσιών και τη διάθεση στην αγορά των φυτοπροστατευτικών προϊόντων, στους οποίους θα περιλαμβάνονται και κανόνες για την αμοιβαία αναγνώριση των αδειών και για το παράλληλο εμπόριο. Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι ως εκ τούτου να αυξηθεί η ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων αυτών και η διαθεσιμότητά τους στα κράτη μέλη. (10) Τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα θα πρέπει να περιέχουν ουσίες μόνον όταν έχει αποδειχθεί ότι αυτές ωφελούν σαφώς τη φυτική παραγωγή και δεν αναμένεται να έχουν επιβλαβείς συνέπειες στην υγεία των ανθρώπων ή των ζώων ή να έχουν μη αποδεκτές επιδράσεις στο περιβάλλον. Προκειμένου να επιτευχθεί το ίδιο επίπεδο προστασίας σε όλα τα κράτη μέλη, η απόφαση για το αν οι ουσίες αυτές είναι αποδεκτές ή όχι θα πρέπει να λαμβάνεται σε κοινοτικό επίπεδο βάσει εναρμονισμένων κριτηρίων. Τα κριτήρια αυτά θα πρέπει να εφαρμόζονται για την πρώτη έγκριση δραστικής ουσίας δυνάμει του παρόντος κανονισμού. Για δραστικές ουσίες που έχουν ήδη εγκριθεί, τα κριτήρια θα πρέπει να εφαρμόζονται κατά την ανανέωση ή την αναθεώρηση της έγκρισής τους. (11) Θα πρέπει να προωθηθεί η ανάπτυξη δοκιμαστικών μεθόδων χωρίς χρήση ζώων για να παραχθούν δεδομένα ασφαλείας που θα έχουν σχέση με τον άνθρωπο και να αντικατασταθούν οι μελέτες σε ζώα που χρησιμοποιούνται επί του παρόντος.
2009R1107 EL 30.06.2014 002.001 4 (12) Για λόγους προβλεψιμότητας, αποδοτικότητας και συνέπειας, θα πρέπει να ορισθεί λεπτομερής διαδικασία με βάση την οποία θα αξιολογείται αν μια δραστική ουσία μπορεί να εγκριθεί. Οι πληροφορίες που θα πρέπει να υποβάλουν τα ενδιαφερόμενα μέρη για την έγκριση μιας ουσίας θα πρέπει να αναφέρονται ρητά. Λόγω του φόρτου εργασίας που συνεπάγεται η διαδικασία της έγκρισης, είναι σκόπιμο ένα κράτος μέλος, το οποίο θα ενεργεί ως εισηγητής της Κοινότητας, να αξιολογεί τις πληροφορίες αυτές. Για να υπάρξει συνέπεια στην αξιολόγηση, θα πρέπει να διεξάγεται μια ανεξάρτητη επιστημονική επανεξέταση από την Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων, που θεσπίσθηκε διά του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 178/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 28ης Ιανουαρίου 2002, για τον καθορισμό των γενικών αρχών και απαιτήσεων της νομοθεσίας για τα τρόφιμα, για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αρχής για την Ασφάλεια των Τροφίμων και τον καθορισμό διαδικασιών σε θέματα ασφάλειας των τροφίμων ( 1 ) («η Αρχή»). Θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι η Αρχή διενεργεί εκτίμηση του κινδύνου, ενώ η Επιτροπή θα πρέπει να αναλαμβάνει τον ρόλο της διαχείρισης του κινδύνου και να λαμβάνει την τελική απόφαση για μια δραστική ουσία. Θα πρέπει να συμπεριληφθούν διατάξεις ώστε να εξασφαλισθεί η διαφάνεια της διαδικασίας αξιολόγησης. (13) Για λόγους δεοντολογίας, η αξιολόγηση μιας δραστικής ουσίας ή ενός φυτοπροστατευτικού προϊόντος δεν θα πρέπει να βασίζεται σε δοκιμές ή μελέτες κατά τις οποίες χορηγείται εσκεμμένα η δραστική ουσία ή το φυτοπροστατευτικό προϊόν σε ανθρώπους, με σκοπό να διαπιστωθεί εάν η δραστική ουσία βρίσκεται σε επίπεδο όπου δεν παρατηρείται επίδραση για τον άνθρωπο. Ομοίως, οι τοξικολογικές μελέτες που διενεργούνται σε ανθρώπους δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για να μειωθούν τα περιθώρια ασφάλειας για τις δραστικές ουσίες ή τα προϊόντα φυτοπροστασίας. (14) Για να επιταχυνθεί η έγκριση των δραστικών ουσιών, θα πρέπει να ορισθούν αυστηρές προθεσμίες για τα διαφορετικά στάδια της διαδικασίας. (15) Για λόγους ασφαλείας, η περίοδος της έγκρισης των δραστικών ουσιών θα πρέπει να περιορίζεται χρονικά και να είναι ανάλογη με τυχόν εγγενείς κινδύνους που ενέχει η χρήση των ουσιών. Η πείρα από τη χρήση στην πράξη των φυτοπροστατευτικών προϊόντων τα οποία περιέχουν τις εν λόγω ουσίες καθώς και οι επιστημονικές και τεχνολογικές εξελίξεις θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όταν αποφασίζεται η ανανέωση μιας έγκρισης. Η ανανέωση αυτή θα πρέπει να ισχύει μέχρι 15 έτη. (16) Θα πρέπει να προβλέπεται υπό ορισμένες προϋποθέσεις η δυνατότητα τροποποίησης ή απόσυρσης της έγκρισης δραστικής ουσίας όταν δεν πληρούνται πλέον τα κριτήρια με βάση τα οποία χορηγήθηκε ή όταν ενδέχεται να διακυβεύεται η συμμόρφωση προς την οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2000, για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων ( 2 ). (17) Η αξιολόγηση μιας δραστικής ουσίας μπορεί να δείξει ότι παρουσιάζει αισθητά μικρότερο κίνδυνο από άλλες ουσίες. Προκειμένου να προωθηθεί η προσθήκη μιας τέτοιας ουσίας στα φυτοπροστατευτικά προϊόντα, είναι σκόπιμο να εντοπισθούν οι ουσίες αυτές και να διευκολυνθεί η διάθεση στην αγορά των φυτοπροστατευτικών προϊόντων που τις περιέχουν. Θα πρέπει να δοθούν κίνητρα για τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων χαμηλού κινδύνου. ( 1 ) ΕΕ L 31 της 1.2.2002, σ. 1. ( 2 ) ΕΕ L 327 της 22.12.2000, σ. 1.
2009R1107 EL 30.06.2014 002.001 5 (18) Ορισμένες ουσίες οι οποίες δεν χρησιμοποιούνται κατά κύριο λόγο ως φυτοπροστατευτικά προϊόντα ενδέχεται να είναι χρήσιμες για τη φυτοπροστασία, αλλά η αίτηση για έγκριση παρουσιάζει ίσως περιορισμένο οικονομικό ενδιαφέρον. Συνεπώς, ειδικές διατάξεις θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι τέτοιες ουσίες, εφόσον οι κίνδυνοι που παρουσιάζουν είναι αποδεκτοί, μπορούν επίσης να εγκρίνονται για φυτοπροστατευτική χρήση. (19) Μερικές δραστικές ουσίες με ορισμένες ιδιότητες θα πρέπει να καταγράφονται σε κοινοτικό επίπεδο ως υποψήφιες για υποκατάσταση. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξετάζουν τακτικά τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιέχουν αυτές τις δραστικές ουσίες με σκοπό την αντικατάστασή τους από φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιέχουν δραστικές ουσίες, οι οποίες απαιτούν σημαντικά μικρότερης κλίμακας μέτρα άμβλυνσης του κινδύνου, ή από μη χημικές μεθόδους καταπολέμησης ή πρόληψης. (20) Σε ορισμένα κράτη μέλη έχουν καθιερωθεί μη χημικές μέθοδοι καταπολέμησης ή πρόληψης, οι οποίες παρουσιάζουν σαφώς μεγαλύτερη ασφάλεια για την υγεία των ανθρώπων και των ζώων και για το περιβάλλον και τυγχάνουν γενικής εφαρμογής για ορισμένες χρήσεις. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, τα κράτη μέλη θα πρέπει επίσης να είναι σε θέση να εφαρμόζουν τη συγκριτική αξιολόγηση κατά την αδειοδότηση φυτοπροστατευτικών προϊόντων. (21) Εκτός από τις δραστικές ουσίες, τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα μπορούν να περιέχουν αντιφυτοτοξικά ή συνεργιστικά, για τα οποία θα πρέπει να προβλεφθούν παρόμοιοι κανόνες. Θα πρέπει να θεσπισθούν οι τεχνικοί κανόνες που είναι απαραίτητοι για την αξιολόγηση τέτοιων ουσιών. Οι ουσίες που διατίθενται ήδη στην αγορά θα πρέπει να αξιολογηθούν μόνο μετά τη θέσπιση αυτών των κανόνων. (22) Τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα μπορεί επίσης να περιέχουν βοηθητικά. Είναι σκόπιμο να προβλεφθεί η κατάρτιση ενός καταλόγου βοηθητικών τα οποία δεν θα πρέπει να περιέχονται στα φυτοπροστατευτικά προϊόντα. (23) Τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιέχουν δραστικές ουσίες μπορούν να παρασκευάζονται με πολλούς τρόπους και να χρησιμοποιούνται σε ποικίλα φυτά και φυτικά προϊόντα υπό διαφορετικές γεωργικές, φυτοϋγειονομικές και περιβαλλοντικές (καθώς και κλιματικές) συνθήκες. Επομένως, οι άδειες φυτοπροστατευτικών προϊόντων θα πρέπει να χορηγούνται από τα κράτη μέλη. (24) Οι διατάξεις που διέπουν την αδειοδότηση πρέπει να εξασφαλίζουν υψηλά επίπεδα προστασίας. Ειδικότερα, κατά την αδειοδότηση για φυτοπροστατευτικά προϊόντα, θα πρέπει να δίνεται προτεραιότητα στην προστασία της υγείας των ανθρώπων και των ζώων και του περιβάλλοντος σε σχέση με τη βελτίωση της φυτικής παραγωγής. Συνεπώς, θα πρέπει να αποδεικνύεται, πριν από τη διάθεση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην αγορά, ότι ωφελούν σαφώς τη φυτική παραγωγή και ότι δεν έχουν επιβλαβείς επιδράσεις στην υγεία των ανθρώπων ή των ζώων, συμπεριλαμβανομένων των ευπαθών ομάδων, ή μη αποδεκτές επιδράσεις στο περιβάλλον. (25) Για λόγους προβλεψιμότητας, αποδοτικότητας και συνέπειας, θα πρέπει να εναρμονισθούν τα κριτήρια, οι διαδικασίες και οι όροι της αδειοδότησης φυτοπροστατευτικών προϊόντων, με συνεκτίμηση των γενικών αρχών της προστασίας της υγείας των ανθρώπων και των ζώων καθώς και του περιβάλλοντος.
2009R1107 EL 30.06.2014 002.001 6 (26) Σε περίπτωση που η απόφαση έγκρισης δεν μπορεί να ολοκληρωθεί εντός της προβλεπόμενης χρονικής περιόδου χωρίς υπαιτιότητα του αιτούντος, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να χορηγούν προσωρινές άδειες για περιορισμένο χρονικό διάστημα προκειμένου να διευκολύνουν τη μετάβαση στη διαδικασία έγκρισης που προβλέπεται στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού. Με βάση την εμπειρία από την έγκριση των δραστικών ουσιών στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, οι διατάξεις για τις προσωρινές άδειες θα πρέπει να παύουν να ισχύουν ή να παρατείνονται μετά από την περίοδο των 5 ετών, εφόσον είναι απαραίτητο. (27) Οι δραστικές ουσίες που περιέχονται σε ένα φυτοπροστατευτικό προϊόν μπορούν να παράγονται από διαφορετικές διαδικασίες παρασκευής, γεγονός που συνεπάγεται διαφορές στις προδιαγραφές. Οι διαφορές αυτές ενδέχεται να έχουν επιπτώσεις στην ασφάλεια. Για λόγους αποδοτικότητας, θα πρέπει να προβλεφθεί εναρμονισμένη διαδικασία σε κοινοτικό επίπεδο για την αξιολόγηση αυτών των διαφορών. (28) Θα πρέπει να αυξηθεί η καλή διοικητική συνεργασία μεταξύ κρατών μελών σε όλα τα στάδια της διαδικασίας αδειοδότησης. (29) Η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης είναι ένα από τα μέσα εξασφάλισης της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων εντός της Κοινότητας. Προκειμένου να αποφευχθεί η αλληλεπικάλυψη των εργασιών, να μειωθεί ο διοικητικός φόρτος για τη βιομηχανία και για τα κράτη μέλη και να υπάρξει πιο εναρμονισμένη διαθεσιμότητα των φυτοπροστατευτικών προϊόντων, οι άδειες που χορηγούνται από ένα κράτος μέλος θα πρέπει να γίνονται δεκτές από άλλα κράτη μέλη, όταν οι γεωργικές, φυτοϋγειονομικές και περιβαλλοντικές (καθώς και κλιματικές) συνθήκες είναι συγκρίσιμες. Επομένως, η Κοινότητα θα πρέπει να χωρισθεί σε ζώνες στις οποίες επικρατούν αυτές οι συγκρίσιμες συνθήκες προκειμένου να διευκολυνθεί αυτή η αμοιβαία αναγνώριση. Ωστόσο, οι ιδιάζουσες περιβαλλοντικές ή γεωργικές συνθήκες του εδάφους ενός ή περισσότερων κρατών μελών ενδέχεται να επιβάλλουν ώστε, κατ αίτηση, τα κράτη μέλη να αναγνωρίζουν ή να τροποποιούν την άδεια που έχει εκδώσει άλλο κράτος μέλος, ή να μην αδειοδοτούν το φυτοπροστατευτικό προϊόν στο έδαφός τους, εάν αυτό δικαιολογείται λόγω ειδικών περιβαλλοντικών ή γεωργικών συνθηκών ή εάν δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί το υψηλό επίπεδο προστασίας, τόσο της υγείας των ανθρώπων και των ζώων όσο και του περιβάλλοντος, που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό. Θα πρέπει επίσης να είναι δυνατό να επιβάλλονται κατάλληλες προϋποθέσεις σε σχέση με τους στόχους που καθορίζονται στο εθνικό σχέδιο δράσης που εγκρίνεται σύμφωνα με την οδηγία 2009/128/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Οκτωβρίου 2009, για τον καθορισμό πλαισίου κοινοτικής δράσης με σκοπό την επίτευξη αειφόρου χρήσης των φυτοφαρμάκων ( 1 ). (30) Το οικονομικό κίνητρο της βιομηχανίας όσον αφορά την υποβολή αίτησης για άδεια είναι περιορισμένο για ορισμένες χρήσεις. Προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι η διαφοροποίηση της γεωργίας και της λαχανοκομίας δεν κινδυνεύει από την έλλειψη διάθεσης φυτοπροστατευτικών προϊόντων, θα πρέπει να θεσπισθούν ειδικοί κανόνες για ήσσονος σημασίας χρήσεις. (31) Για την περίπτωση που πανομοιότυπα φυτοπροστατευτικά προϊόντα αδειοδοτούνται σε πλείονα κράτη μέλη, θα πρέπει να προβλεφθεί στον παρόντα κανονισμό απλουστευμένη διαδικασία για τη χορήγηση άδειας παράλληλου εμπορίου, προκειμένου να διευκολύνεται το εμπόριο αυτών των προϊόντων μεταξύ των κρατών μελών. ( 1 ) Βλέπε σελίδα 71 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.
2009R1107 EL 30.06.2014 002.001 7 (32) Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, θα πρέπει να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να χορηγούν άδεια σε φυτοπροστατευτικά προϊόντα που δεν συμμορφώνονται με τους όρους που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, όταν τούτο είναι ανάγκη να το πράξουν λόγω κινδύνου ή απειλής στη φυτική παραγωγή ή τα οικοσυστήματα που δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί με κανέναν άλλο εύλογο τρόπο. Οι προσωρινές αυτές άδειες θα πρέπει να επανεξετάζονται σε κοινοτικό επίπεδο. (33) Η κοινοτική νομοθεσία σχετικά με τους σπόρους προβλέπει ελεύθερη κυκλοφορία των σπόρων εντός της Κοινότητας, αλλά δεν περιέχει ειδική διάταξη σχετικά με τους σπόρους που δέχονται επέμβαση με φυτοπροστατευτικά προϊόντα. Μια τέτοια διάταξη θα πρέπει, επομένως, να περιληφθεί στον παρόντα κανονισμό. Εάν οι σπόροι που έχουν δεχθεί επέμβαση αποτελούν σοβαρό κίνδυνο για την υγεία των ανθρώπων ή των ζώων ή για το περιβάλλον, τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να λαμβάνουν μέτρα προστασίας. (34) Για την προαγωγή της καινοτομίας, θα πρέπει να θεσπισθούν ειδικοί κανόνες που θα επιτρέπουν τη χρήση φυτοπροστατευτικών προϊόντων σε πειράματα, ακόμα και αν δεν έχουν ακόμα αδειοδοτηθεί. (35) Προκειμένου να εξασφαλιστεί υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας των ανθρώπων και των ζώων καθώς και του περιβάλλοντος, τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα θα πρέπει να χρησιμοποιούνται σωστά, σύμφωνα με την έγκριση που έχουν λάβει, λαμβάνοντας υπόψη τις αρχές της ολοκληρωμένης διαχείρισης επιβλαβών οργανισμών και δίνοντας προτεραιότητα σε μη χημικές και φυσικές εναλλακτικές διεργασίες όπου είναι δυνατόν. Το Συμβούλιο θα πρέπει να συμπεριλάβει τις απαιτήσεις της ολοκληρωμένης διαχείρισης επιβλαβών οργανισμών καθώς και την ορθή πρακτική φυτοπροστασίας και μη χημικές μεθόδους φυτοπροστασίας και διαχείρισης επιβλαβών οργανισμών και καλλιεργειών στην κανονιστική απαίτηση διαχείρισης που αναφέρεται στο παράρτημα ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003, του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, για τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής και για τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στήριξης για τους γεωργούς ( 1 ). (36) Επιπροσθέτως του παρόντος κανονισμού και της οδηγίας 2009/128/ΕΚ, έχει εγκριθεί θεματική στρατηγική για την ορθολογική χρήση φυτοφαρμάκων. Για να επιτευχθεί συνοχή μεταξύ των εν λόγω πράξεων, ο χρήστης θα πρέπει να γνωρίζει από την ετικέτα του προϊόντος πού, πότε και υπό ποιες προϋποθέσεις μπορεί να χρησιμοποιηθεί ένα φυτοπροστατευτικό προϊόν. (37) Θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα σύστημα ανταλλαγής πληροφοριών. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θέτουν στη διάθεση των άλλων κρατών μελών, της Επιτροπής και της Αρχής τα στοιχεία και την επιστημονική τεκμηρίωση που υποβάλλονται μαζί με τις αιτήσεις για τη χορήγηση αδείας κυκλοφορίας φυτοπροστατευτικών προϊόντων. (38) Τα πρόσθετα μπορούν να χρησιμοποιούνται για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας ενός φυτοπροστατευτικού προϊόντος. Η διάθεσή τους στην αγορά ή η χρήση τους θα πρέπει να απαγορεύεται όταν περιέχουν βοηθητικό που έχει απαγορευτεί. Θα πρέπει να θεσπισθούν οι τεχνικοί κανόνες που είναι απαραίτητοι για την άδεια. ( 1 ) ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 1.
2009R1107 EL 30.06.2014 002.001 8 (39) Οι μελέτες αποτελούν μεγάλη επένδυση. Η επένδυση αυτή θα πρέπει να προστατεύεται ώστε να παρακινείται η έρευνα. Για τον λόγο αυτό οι δοκιμές και οι μελέτες, εκτός από εκείνες στις οποίες χρησιμοποιούνται σπονδυλωτά ζώα, οι οποίες θα υπόκεινται σε υποχρεωτική κοινή χρήση δεδομένων, που υποβάλλονται από έναν αιτούντα προς ένα κράτος μέλος θα πρέπει να προστατεύονται ώστε να μην χρησιμοποιούνται από άλλον αιτούντα. Ωστόσο, η προστασία αυτή θα πρέπει να είναι χρονικά περιορισμένη για να επιτρέπεται ο ανταγωνισμός. Θα πρέπει επίσης να περιορίζεται σε μελέτες που είναι απολύτως αναγκαίες για κανονιστικούς σκοπούς, ώστε να αποφεύγονται οι αιτήσεις που παρατείνουν τεχνητά την περίοδο προστασίας μέσω της υποβολής νέων μελετών που δεν είναι αναγκαίες. Οι επιχειρήσεις, ιδίως οι μικρές και μεσαίες, θα πρέπει να έχουν τις ίδιες δυνατότητες πρόσβασης στην αγορά. (40) Θα πρέπει να προωθηθεί η χρήση δοκιμαστικών μεθόδων που δεν χρησιμοποιούν ζώα και άλλων στρατηγικών αξιολόγησης του κινδύνου. Οι δοκιμές σε ζώα για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να ελαχιστοποιηθούν και δοκιμές σε σπονδυλωτά ζώα θα πρέπει να πραγματοποιούνται μόνο σε έσχατη ανάγκη. Σύμφωνα με την οδηγία 86/609/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 1986, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών σχετικά με την προστασία των ζώων που χρησιμοποιούνται για πειράματα και άλλους επιστημονικούς σκοπούς ( 1 ), οι δοκιμές σε σπονδυλωτά ζώα θα πρέπει να αντικατασταθούν, να περιοριστούν ή να εκλεπτυνθούν. Ως εκ τούτου θα πρέπει να θεσπισθούν κανόνες για την αποφυγή της επανάληψης δοκιμών, και η επανάληψη δοκιμών και μελετών σε σπονδυλωτά ζώα θα πρέπει να απαγορεύεται. Για τους σκοπούς της ανάπτυξης νέων φυτοπροστατευτικών προϊόντων θα πρέπει να υπάρχει η υποχρέωση παροχής πρόσβασης σε μελέτες σε σπονδυλωτά με λογικούς όρους και θα πρέπει να υπάρχει κοινοχρησία των αποτελεσμάτων και επιμερισμός του κόστους των δοκιμών και μελετών με τη χρήση ζώων. Προκειμένου να μπορούν οι χρήστες να γνωρίζουν ποιες μελέτες έχουν διεξαχθεί από άλλους, τα κράτη μέλη θα πρέπει να τηρούν κατάλογο με τέτοιες μελέτες, ακόμα και όταν δεν καλύπτονται από το προαναφερόμενο σύστημα υποχρεωτικής πρόσβασης. (41) Δεδομένου ότι τα κράτη μέλη, η Επιτροπή και η Αρχή εφαρμόζουν διαφορετικούς κανόνες όσον αφορά την πρόσβαση και την εμπιστευτικότητα των εγγράφων, είναι σκόπιμο να αποσαφηνισθούν οι διατάξεις όσον αφορά την πρόσβαση στις πληροφορίες που περιέχονται στα έγγραφα που κατέχουν οι αρχές καθώς και την εμπιστευτικότητα των εγγράφων αυτών. (42) Η οδηγία 1999/45/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαΐου 1999, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών που αφορούν την ταξινόμηση, συσκευασία και επισήμανση των επικίνδυνων παρασκευασμάτων ( 2 ), εφαρμόζεται στην ταξινόμηση, συσκευασία και σήμανση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων. Ωστόσο, για την περαιτέρω βελτίωση της προστασίας των χρηστών φυτοπροστατευτικών προϊόντων, των καταναλωτών φυτών και φυτικών προϊόντων και του περιβάλλοντος, χρειάζονται επιπλέον ειδικοί κανόνες οι οποίοι να λαμβάνουν υπόψη τους ειδικούς όρους χρήσης των φυτοπροστατευτικών προϊόντων. ( 1 ) ΕΕ L 358 της 18.12.1986, σ. 1. ( 2 ) ΕΕ L 200 της 30.7.1999, σ. 1.
2009R1107 EL 30.06.2014 002.001 9 (43) Προκειμένου να εξασφαλισθεί ότι οι διαφημίσεις δεν παραπλανούν τους χρήστες φυτοπροστατευτικών προϊόντων ή το κοινό, είναι σκόπιμο να θεσπισθούν κανόνες για τη διαφήμιση των προϊόντων αυτών. (44) Θα πρέπει να θεσπισθούν διατάξεις για την τήρηση αρχείων και για την ενημέρωση σχετικά με τη χρήση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων προκειμένου να αυξηθεί το επίπεδο προστασίας της υγείας των ανθρώπων και των ζώων καθώς και του περιβάλλοντος, διασφαλίζοντας την ιχνηλασιμότητα πιθανής έκθεσης, να αυξηθεί η αποδοτικότητα της παρακολούθησης και του ελέγχου και να μειωθεί το κόστος της παρακολούθησης της ποιότητας των υδάτων. (45) Οι διατάξεις για τις ρυθμίσεις ελέγχου και επιθεώρησης όσον αφορά την εμπορία και τη χρήση των φυτοπροστατευτικών προϊόντων θα πρέπει να εξασφαλίζουν την ορθή, ασφαλή και εναρμονισμένη εφαρμογή των απαιτήσεων που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό, με σκοπό την επίτευξη υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας των ανθρώπων και των ζώων καθώς και του περιβάλλοντος. (46) Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη διενέργεια επίσημων ελέγχων της συμμόρφωσης προς τη νομοθεσία περί ζωοτροφών και τροφίμων και προς τους κανόνες για την υγεία και την καλή διαβίωση των ζώων ( 1 ), προβλέπει μέτρα ελέγχου για τη χρήση φυτοπροστατευτικών προϊόντων σε κάθε στάδιο της παραγωγής τροφίμων καθώς και την τήρηση αρχείων για τη χρήση φυτοπροστατευτικών προϊόντων. Παρόμοιοι κανόνες παρακολούθησης και ελέγχου σχετικοί με την αποθήκευση και τη χρήση φυτοπροστατευτικών προϊόντων που δεν καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 882/2004 θα πρέπει να θεσπισθούν από την Επιτροπή. Ο γραφειοκρατικός φόρτος επί των γεωργών θα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο περιορισμένος. (47) Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να εφαρμόζονται με την επιφύλαξη της λοιπής κοινοτικής νομοθεσίας, ιδίως της οδηγίας 2009/128/ΕΚ, της οδηγίας 2000/60/ΕΚ, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 396/2005 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Φεβρουαρίου 2005, για τα ανώτατα όρια καταλοίπων φυτοφαρμάκων μέσα ή πάνω στα τρόφιμα και τις ζωοτροφές φυτικής και ζωικής προέλευσης ( 2 ), και της κοινοτικής νομοθεσίας για την προστασία των εργαζομένων και των ατόμων που σχετίζονται με την περιορισμένη χρήση και τη σκόπιμη απελευθέρωση στο περιβάλλον των γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών. (48) Είναι αναγκαίο να καθορισθούν διαδικασίες για τη θέσπιση έκτακτων μέτρων σε περιπτώσεις κατά τις οποίες δραστική ουσία, ένα προστατευτικό, ένα συνεργιστικό ή ένα φυτοπροστατευτικό προϊόν που έχει εγκριθεί είναι πιθανό να παρουσιάσει σοβαρό κίνδυνο για την υγεία των ανθρώπων ή των ζώων ή για το περιβάλλον. (49) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν κανόνες για τις κυρώσεις που εφαρμόζονται σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και να λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίζουν την εφαρμογή των κανόνων αυτών. ( 1 ) ΕΕ L 165 της 30.4.2004, σ. 1. ( 2 ) ΕΕ L 70 της 16.3.2005, σ. 1.
2009R1107 EL 30.06.2014 002.001 10 (50) Η γενική αστική και ποινική ευθύνη θα πρέπει να εξακολουθήσει να εφαρμόζεται στα κράτη μέλη όσον αφορά τον παρασκευαστή και, κατά περίπτωση, τον αρμόδιο για τη διάθεση του φυτοπροστατευτικού προϊόντος στην αγορά ή για τη χρήση του. (51) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ανακτούν το κόστος για διαδικασίες που συνδέονται με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού από τους φορείς που επιδιώκουν να διαθέσουν, ή διαθέτουν, φυτοπροστατευτικά προϊόντα ή πρόσθετα στην αγορά και από τους αιτούντες έγκριση για δραστικές ουσίες, αντιφυτοτοξικά ή συνεργιστικά. (52) Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ορίσουν τις δέουσες αρμόδιες εθνικές αρχές. (53) Η Επιτροπή θα πρέπει να διευκολύνει την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Συνεπώς, είναι σκόπιμο να προβλεφθούν οι αναγκαίοι χρηματοοικονομικοί πόροι και η δυνατότητα τροποποίησης ορισμένων διατάξεων του παρόντος κανονισμού βάσει της πείρας ή της εκπόνησης τεχνικών εγγράφων καθοδήγησης. (54) Τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή ( 1 ). (55) Ειδικότερα, η Επιτροπή θα πρέπει να εξουσιοδοτηθεί να υιοθετεί εναρμονισμένες μεθόδους με σκοπό τον καθορισμό της φύσης και της ποσότητας των δραστικών ουσιών, των αντιφυτοτοξικών και συνεργιστικών, και κατά περίπτωση, των σχετικών προσμείξεων και βοηθητικών, των μέγιστων ποσοτήτων φυτοπροστατευτικών προϊόντων προς ελευθέρωση, και να εγκρίνει κανονισμούς σχετικά με τις απαιτήσεις σήμανσης, ελέγχων και κανόνων για τα πρόσθετα, με τον καθορισμό προγράμματος εργασίας για τα αντιφυτοτοξικά και τα συνεργιστικά, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων για τα δεδομένα τους, με την αναβολή της λήξης της περιόδου της έγκρισης, με την παράταση της ημερομηνίας των προσωρινών αδειών και με καθορισμό απαιτήσεων ενημέρωσης σχετικά με το παράλληλο εμπόριο, τον συνυπολογισμό των βοηθητικών καθώς και με τις τροποποιήσεις των κανονισμών σχετικά με τις απαιτήσεις για τα δεδομένα και τις ενιαίες αρχές για την αξιολόγηση και την αδειοδότηση και των παραρτημάτων. Δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά είναι γενικής εμβέλειας και έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού, μεταξύ άλλων διά συμπληρώσεώς του με νέα μη ουσιώδη στοιχεία, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ. (56) Για λόγους αποτελεσματικότητας, οι συνήθεις προθεσμίες που ισχύουν στο πλαίσιο της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο θα πρέπει να συντομευθούν για τη θέσπιση ενός κανονισμού αναβάλλοντας τη λήξη της περιόδου της έγκρισης για επαρκές διάστημα μέχρις ότου εξετασθεί η αίτηση. (57) Επιπλέον, είναι σκόπιμο να μεταφερθούν ορισμένες ισχύουσες διατάξεις που περιέχονται ήδη στα παραρτήματα της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ σε χωριστές νομικές πράξεις που θα θεσπισθούν από την Επιτροπή εντός 18 μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού. Δεδομένου ότι αυτές οι ισχύουσες διατάξεις θα πρέπει, ως πρώτο βήμα, να μεταφερθούν σε νέες νομικές πράξεις και να θεσπισθούν χωρίς ουδεμία ουσιαστική τροποποίηση, η συμβουλευτική διαδικασία φαίνεται ως η πλέον ενδεικνυόμενη. ( 1 ) ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.
2009R1107 EL 30.06.2014 002.001 11 (58) Είναι επίσης σκόπιμο να γίνεται χρήση της συμβουλευτικής διαδικασίας προκειμένου να θεσπίζονται μερικά καθαρά τεχνικού χαρακτήρα μέτρα, ιδίως τεχνικές κατευθυντήριες γραμμές δεδομένου ότι έχουν μη δεσμευτικό χαρακτήρα. (59) Ορισμένες διατάξεις της οδηγίας 91/414/ΕΟΚ θα πρέπει να συνεχίσουν να εφαρμόζονται στη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ: ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ Άρθρο 1 Αντικείμενο και σκοπός 1. Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες για την αδειοδότηση φυτοπροστατευτικών προϊόντων υπό εμπορική μορφή καθώς και για τη διάθεσή τους στην αγορά, τη χρήση τους και τον έλεγχό τους μέσα στην Κοινότητα. 2. Ο παρών κανονισμός ορίζει κανόνες για την έγκριση των δραστικών ουσιών, των αντιφυτοτοξικών και των συνεργιστικών που περιέχουν τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα ή από τις οποίες αποτελούνται καθώς και κανόνες για τα πρόσθετα και τα βοηθητικά. 3. Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι η εξασφάλιση υψηλού επιπέδου προστασίας της υγείας τόσο των ανθρώπων όσο και των ζώων καθώς και του περιβάλλοντος και η βελτίωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, μέσω της εναρμόνισης των κανόνων σχετικά με τη διάθεση στην αγορά φυτοπροστατευτικών προϊόντων με παράλληλη βελτίωση της γεωργικής παραγωγής. 4. Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού βασίζονται στην αρχή της προφύλαξης, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι οι δραστικές ουσίες ή τα προϊόντα που διατίθενται στη αγορά δεν έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων ή των ζώων στο περιβάλλον. Συγκεκριμένα, δεν επιτρέπεται να εμποδίζεται η εφαρμογή εκ μέρους των κρατών μελών της αρχής της προφύλαξης όταν υπάρχει επιστημονική αβεβαιότητα ως προς τους κινδύνους σε σχέση με την υγεία των ανθρώπων, την υγεία των ζώων ή το περιβάλλον που ενέχουν τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που πρόκειται να εγκριθούν στην επικράτειά τους. Άρθρο 2 Πεδίο εφαρμογής 1. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε προϊόντα, με τη μορφή με την οποία παραδίδονται στον χρήστη, που αποτελούνται από δραστικές ουσίες, αντιφυτοτοξικά ή συνεργιστικά ή περιέχουν τέτοιες ουσίες, και προορίζονται για μία από τις ακόλουθες χρήσεις: α) να προστατεύουν τα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα από κάθε είδους επιβλαβείς οργανισμούς ή να προλαμβάνουν τη δράση των οργανισμών αυτών, εκτός αν τα προϊόντα αυτά θεωρείται ότι χρησιμοποιούνται για λόγους υγιεινής και όχι για την προστασία των φυτών ή των φυτικών προϊόντων β) να επηρεάζουν τις φυσιολογικές διεργασίες των φυτών, όπως τις ουσίες που επηρεάζουν την ανάπτυξή τους, εκτός αν πρόκειται για θρεπτικά στοιχεία
2009R1107 EL 30.06.2014 002.001 12 γ) να διατηρούν τα φυτικά προϊόντα, εκτός εάν πρόκειται για ουσίες ή προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικές κοινοτικές διατάξεις σχετικά με τα συντηρητικά δ) να καταστρέφουν ανεπιθύμητα φυτά ή μέρη φυτών, εκτός από τα φύκη, εκτός αν τα προϊόντα χρησιμοποιούνται στο έδαφος ή το νερό για να προστατεύουν τα φυτά ε) να επιβραδύνουν ή να προλαμβάνουν την ανεπιθύμητη ανάπτυξη φυτών, εκτός από τα φύκη, εκτός αν τα προϊόντα χρησιμοποιούνται στο έδαφος ή το νερό για να προστατεύουν τα φυτά. Αυτά τα προϊόντα καλούνται στο εξής «φυτοπροστατευτικά προϊόντα». 2. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε ουσίες, συμπεριλαμβανομένων των μικροοργανισμών, που έχουν γενική ή ειδική δράση προστασίας από επιβλαβείς οργανισμούς ή επί φυτών, μερών φυτών ή φυτικών προϊόντων, εφεξής καλούμενες «δραστικές ουσίες». 3. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται στα ακόλουθα: α) ουσίες ή σκευάσματα που προστίθενται σε φυτοπροστατευτικό προϊόν για την εξάλειψη ή τη μείωση των φυτοτοξικών επιδράσεων του φυτοπροστατευτικού προϊόντος σε ορισμένα φυτά, καλούμενα «αντιφυτοτοξικά» β) ουσίες ή σκευάσματα τα οποία, αν και δεν παρουσιάζουν καμία ή μόνο ασθενή δράση, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1, μπορούν να ενισχύσουν τη δράση της ή των δραστικών ουσιών φυτοπροστατευτικού προϊόντος, καλούμενα «συνεργιστικά» γ) ουσίες ή σκευάσματα τα οποία χρησιμοποιούνται ή προορίζονται να χρησιμοποιηθούν σε φυτοπροστατευτικό προϊόν ή πρόσθετο, αλλά δεν είναι ούτε δραστικές ουσίες ούτε αντιφυτοτοξικά ούτε συνεργιστικά, καλούμενα «βοηθητικά» δ) ουσίες ή σκευάσματα που αποτελούνται από βοηθητικά ή σκευάσματα που περιέχουν ένα ή περισσότερα βοηθητικά, με τη μορφή με την οποία παραδίδονται στον χρήστη και διατίθενται στην αγορά, τα οποία αναμειγνύει ο χρήστης με φυτοπροστατευτικό προϊόν και τα οποία ενισχύουν την αποτελεσματικότητά του ή τις λοιπές φυτοφαρμακευτικές του ιδιότητες, καλούμενα «πρόσθετα». Άρθρο 3 Ορισμοί Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί: 1) «υπολείμματα»: μία ή περισσότερες ουσίες, παρούσες μέσα ή πάνω σε φυτά ή σε φυτικά προϊόντα, βρώσιμα ζωικά προϊόντα, πόσιμο νερό ή αλλού στο περιβάλλον, προερχόμενες από τη χρήση φυτοπροστατευτικού προϊόντος, συμπεριλαμβανομένων των μεταβολιτών τους και των προϊόντων διάσπασης ή αντίδρασής τους 2) «ουσίες»: τα χημικά στοιχεία και οι ενώσεις τους, όπως απαντώνται στη φύση ή παρασκευάζονται, συμπεριλαμβανομένων τυχόν προσμείξεων που προκύπτουν αναπόφευκτα κατά τη διαδικασία παρασκευής 3) «σκευάσματα»: μείγματα ή διαλύματα που αποτελούνται από δύο ή περισσότερες ουσίες που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν ως φυτοπροστατευτικό προϊόν ή πρόσθετο
2009R1107 EL 30.06.2014 002.001 13 4) «ανησυχητική ουσία»: κάθε ουσία που έχει την εγγενή ικανότητα να προκαλεί δυσμενή επίδραση στους ανθρώπους, τα ζώα ή το περιβάλλον και είναι παρούσα ή παράγεται σε φυτοπροστατευτικό προϊόν σε επαρκή συγκέντρωση ώστε να αποτελεί τέτοιο κίνδυνο. Στις ουσίες αυτές περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, ουσίες που ανταποκρίνονται στα κριτήρια ώστε να ταξινομούνται ως επικίνδυνες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1272/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2008, για την ταξινόμηση, την επισήμανση και τη συσκευασία των ουσιών και των μειγμάτων ( 1 ), και είναι παρούσες σε φυτοπροστατευτικό προϊόν σε συγκέντρωση που δικαιολογεί το χαρακτηρισμό «επικίνδυνο» κατά την έννοια του άρθρου 3 της οδηγίας 1999/45/ΕΚ 5) «φυτά»: τα ζωντανά φυτά και τα ζωντανά μέρη φυτών, συμπεριλαμβανομένων των νωπών οπωροκηπευτικών και των σπόρων προς σπορά 6) «φυτικά προϊόντα»: τα μη μεταποιημένα προϊόντα ή τα προϊόντα που έχουν υποστεί μόνον απλή προπαρασκευή, όπως άλεση, ξήρανση ή πίεση, τα οποία προέρχονται από φυτά, αλλά εξαιρουμένων των φυτών 7) «επιβλαβείς οργανισμοί»: κάθε είδος, στέλεχος ή βιότυπος του φυτικού ή ζωικού βασιλείου ή παθογόνος παράγοντας που είναι επιβλαβής για τα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα 8) «μη χημικές μέθοδοι»: εναλλακτικές μέθοδοι αντί των χημικών φυτοφαρμάκων για την προστασία των φυτών και τη διαχείριση επιβλαβών οργανισμών, που βασίζονται σε γεωπονικές τεχνικές, όπως αυτές που αναφέρονται στο σημείο 1 του παραρτήματος III της οδηγίας 2009/128/ΕΚ, ή φυσικές, μηχανικές και βιολογικές μέθοδοι ελέγχου των επιβλαβών οργανισμών 9) «διάθεση στην αγορά»: η κατοχή με σκοπό την πώληση εντός της Κοινότητας, συμπεριλαμβανομένης της προσφοράς για πώληση ή οποιασδήποτε άλλης μορφής μεταβίβασης, είτε αυτή γίνεται δωρεάν είτε όχι, και η ίδια η πώληση, η διανομή και οι άλλες μορφές μεταβίβασης, εκτός της επιστροφής στον προηγούμενο πωλητή. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, η θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία στο έδαφος της Κοινότητας αποτελεί διάθεση στην αγορά 10) «άδεια/αδειοδότηση φυτοπροστατευτικού προϊόντος»: διοικητική πράξη με την οποία η αρμόδια αρχή κράτους μέλους επιτρέπει τη διάθεση φυτοπροστατευτικού προϊόντος στην αγορά εντός της επικράτειάς του 11) «παραγωγός»: πρόσωπο που παρασκευάζει φυτοπροστατευτικά προϊόντα, δραστικές ουσίες, αντιφυτοτοξικά, συνεργιστικά, βοηθητικά, ή πρόσθετα μόνο του, ή που αναθέτει την παρασκευή τους σε τρίτον, ή πρόσωπο που ορίζεται από τον παρασκευαστή ως μοναδικός εκπρόσωπός του για τον σκοπό της συμμόρφωσης με τον παρόντα κανονισμό 12) «επιστολή πρόσβασης»: πρωτότυπο έγγραφο με το οποίο ο ιδιοκτήτης των προστατευόμενων δυνάμει του παρόντος κανονισμού δεδομένων, συμφωνεί με τη χρήση των δεδομένων αυτών σύμφωνα με τους ειδικούς όρους και προϋποθέσεις από την αρμόδια αρχή για τους σκοπούς της χορήγησης άδειας σε φυτοπροστατευτικό προϊόν ή της έγκρισης δραστικής ουσίας, συνεργιστικού ή προστατευτικού προς όφελος άλλου αιτούντος ( 1 ) ΕΕ L 353 της 31.12.2008, σ. 1.
2009R1107 EL 30.06.2014 002.001 14 13) «περιβάλλον»: τα ύδατα (συμπεριλαμβανομένων των υπόγειων, των επιφανειακών, των μεταβατικών, των παράκτιων και των θαλάσσιων υδάτων), τα ιζήματα, το έδαφος, ο αέρας, η γη, η άγρια πανίδα και χλωρίδα, καθώς και κάθε αλληλεπίδρασή μεταξύ τους και κάθε σχέση τους με άλλους ζωντανούς οργανισμούς 14) «ευπαθείς ομάδες»: άτομα που χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή κατά την αξιολόγηση των οξειών και χρόνιων επιπτώσεων των φυτοπροστατευτικών προϊόντων στην υγεία. Στα άτομα αυτά περιλαμβάνονται οι έγκυοι και οι θηλάζουσες γυναίκες, τα έμβρυα, τα βρέφη και τα παιδιά, οι ηλικιωμένοι και οι εργαζόμενοι και οι κάτοικοι περιοχών οι οποίοι υποβάλλονται σε υψηλή έκθεση σε φυτοφάρμακα επί μακρό διάστημα 15) «μικροοργανισμοί»: κάθε μικροβιολογική οντότητα, μεταξύ άλλων οι κατώτεροι μύκητες και ιοί, κυτταρική ή μη, η οποία μπορεί να αντιγράφεται ή να μεταφέρει γενετικό υλικό 16) «γενετικώς τροποποιημένοι οργανισμοί»: οργανισμοί των οποίων το γενετικό υλικό έχει τροποποιηθεί κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 2 της οδηγίας 2001/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Μαρτίου 2001, για τη σκόπιμη ελευθέρωση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον ( 1 ) 17) «ζώνη»: ομάδα κρατών μελών, όπως ορίζεται στο παράρτημα Ι. Για χρήση σε θερμοκήπια ή μετασυλλεκτική εφαρμογή, ή για επεμβάσεις σε κενούς αποθηκευτικούς χώρους και επεμβάσεις σε σπόρους, ως ζώνη νοούνται όλες οι ζώνες που ορίζονται στο παράρτημα Ι 18) «ορθή πρακτική φυτοπροστασίας»: πρακτική κατά την οποία η επέμβαση με φυτοπροστατευτικά προϊόντα εφαρμόζεται σε συγκεκριμένα φυτά ή φυτικά προϊόντα, σύμφωνα με τους όρους της εγκεκριμένης χρήσης, επιλέγεται, υπολογίζεται η δοσολογία και διευθετείται ο χρόνος επέμβασης με τρόπο τέτοιο ώστε να εξασφαλίζεται αποδεκτή αποτελεσματικότητα με την ελάχιστη αναγκαία ποσότητα, λαμβάνοντας υπόψη τις τοπικές συνθήκες και τις δυνατότητες για καλλιεργητικό και βιολογικό έλεγχο 19) «ορθή εργαστηριακή πρακτική»: πρακτική του σημείου 2.1 του παραρτήματος Ι της οδηγίας 2004/10/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με την εφαρμογή των αρχών ορθής εργαστηριακής πρακτικής και τον έλεγχο της εφαρμογής τους κατά τις δοκιμές των χημικών ουσιών (κωδικοποιημένη έκδοση) ( 2 ) 20) «ορθή πειραματική πρακτική»: πρακτική σύμφωνα με τις διατάξεις των κατευθυντήριων γραμμών 181 και 152 της Ευρωπαϊκής και Μεσογειακής Οργάνωσης για την Προστασία των Φυτών (EPPO) 21) «προστασία δεδομένων»: το προσωρινό δικαίωμα του ιδιοκτήτη μιας έκθεσης δοκιμής ή μελέτης να παρεμποδίζει τη χρήση της προς όφελος άλλου αιτούντος 22) «κράτος μέλος-εισηγητής»: το κράτος μέλος που αναλαμβάνει το έργο της αξιολόγησης μιας δραστικής ουσίας ή ενός αντιφυτοτοξικού ή συνεργιστικού ( 1 ) ΕΕ L 106 της 17.4.2001, σ. 1. ( 2 ) ΕΕ L 50 της 20.2.2004, σ. 44.
2009R1107 EL 30.06.2014 002.001 15 23) «δοκιμές και μελέτες»: έρευνες ή πειράματα σκοπός των οποίων είναι να καθορίζονται οι ιδιότητες και η συμπεριφορά μιας δραστικής ουσίας ή φυτοπροστατευτικών προϊόντων, να προβλέπεται η έκθεση σε δραστικές ουσίες ή/και στους σχετικούς μεταβολίτες τους, να καθορίζονται ασφαλή επίπεδα έκθεσης και να θεσπίζονται όροι ασφαλούς χρήσης για προϊόντα φυτοπροστασίας 24) «κάτοχος άδειας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατέχει άδεια/αδειοδότηση φυτοπροστατευτικού προϊόντος 25) «επαγγελματίας χρήστης»: επαγγελματίας χρήστης όπως ορίζεται στο άρθρο 3, παράγραφος 1, της οδηγίας 2009/128/ΕΚ 26) «χρήση ήσσονος σημασίας»: χρήση φυτοπροστατευτικού προϊόντος σε συγκεκριμένο κράτος μέλος σε φυτά ή φυτικά προϊόντα τα οποία: α) δεν καλλιεργούνται ευρέως στο εν λόγω κράτος μέλος, ή β) καλλιεργούνται ευρέως, προκειμένου να αντιμετωπισθεί εξαιρετική ανάγκη φυτοπροστασίας 27) «θερμοκήπιο»: ευρύχωρη, σταθερή, κλειστή κατασκευή για την καλλιέργεια φυτών, συνήθως με ημιδιαφανές εξωτερικό τοίχωμα, η οποία επιτρέπει την ελεγχόμενη ανταλλαγή υλικών και ενέργειας με τον περιβάλλοντα χώρο και αποτρέπει την απελευθέρωση φυτοπροστατευτικών προϊόντων στο περιβάλλον. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, κλειστοί χώροι παραγωγής φυτών όπου το εξωτερικό τοίχωμα δεν είναι ημιδιαφανές (παραδείγματος χάριν για την παραγωγή μανιταριών ή witloof) θεωρούνται επίσης θερμοκήπια 28) «μετασυλλεκτική εφαρμογή»: επέμβαση σε φυτά ή φυτικά προϊόντα μετά τη συγκομιδή σε απομονωμένο χώρο από τον οποίο δεν είναι δυνατή η απορροή, π.χ. σε αποθήκη 29) «βιοποικιλότητα»: ποικιλομορφία των ζώντων οργανισμών από όλες τις πηγές στις οποίες συμπεριλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, τα επίγεια, τα θαλάσσια και άλλα υδατικά οικοσυστήματα και τα οικολογικά συμπλέγματα των οποίων αποτελούν τμήμα στην ποικιλομορφία αυτή μπορεί να περιλαμβάνεται η ποικιλότητα εντός ενός είδους, μεταξύ των ειδών και των οικοσυστημάτων 30) «αρμόδια αρχή»: κάθε αρχή κράτους μέλους που είναι υπεύθυνη για την εκτέλεση των καθηκόντων που ορίζονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού 31) «διαφήμιση»: μέσο προώθησης της πώλησης ή της χρήσης φυτοπροστατευτικών προϊόντων (σε οποιονδήποτε άλλον εκτός από τον κάτοχο της άδειας, το πρόσωπο που διαθέτει το φυτοπροστατευτικό προϊόν στην αγορά και τους αντιπροσώπους τους) με έντυπα ή ηλεκτρονικά μέσα 32) «μεταβολίτης»: μεταβολίτης ή προϊόν διάσπασης δραστικής ουσίας, αντιφυτοτοξικού ή συνεργιστικού, που σχηματίζεται είτε στους οργανισμούς είτε στο περιβάλλον. Ένας μεταβολίτης θεωρείται σχετικός εάν υπάρχουν λόγοι να πιστεύεται ότι έχει συγκρίσιμες εγγενείς ιδιότητες με τη μητρική ουσία όσον αφορά τη στοχευόμενη βιολογική δραστικότητά του, ή ότι ενέχει, για τους οργανισμούς, κίνδυνο μεγαλύτερο ή συγκρίσιμο με τον κίνδυνο της μητρικής ουσίας, ή ότι έχει ορισμένες τοξικολογικές ιδιότητες που θεωρούνται μη αποδεκτές. Ο μεταβολίτης αυτός είναι σχετικός για τη γενική απόφαση έγκρισης ή για τον καθορισμό των μέτρων άμβλυνσης του κινδύνου
2009R1107 EL 30.06.2014 002.001 16 33) «πρόσμειξη»: συστατικό, πλην της καθαρής δραστικής ουσίας ή/και παραλλαγής της, το οποίο υπάρχει στο τεχνικό υλικό (συμπεριλαμβανομένων των συστατικών που προέρχονται από τη διαδικασία παρασκευής ή από διάσπαση κατά την αποθήκευση). ΚΕΦΑΛΑΙΟ II ΔΡΑΣΤΙΚΕΣ ΟΥΣΙΕΣ, ΑΝΤΙΦΥΤΟΤΟΞΙΚΑ, ΣΥΝΕΡΓΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΒΟΗΘΗΤΙΚΑ ΤΜΗΜΑ 1 Δραστικές ουσίες Ε ν ό τ η τ α 1 Α π α ι τ ή σ ε ι ς κ α ι ό ρ ο ι έγ κ ρ ι σ η ς Άρθρο 4 Κριτήρια για την έγκριση δραστικών ουσιών 1. Μια δραστική ουσία εγκρίνεται σύμφωνα με το παράρτημα ΙΙ όταν είναι δυνατόν να αναμένεται, με βάση τις σύγχρονες επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις, ότι, σύμφωνα με τα κριτήρια για την έγκριση που ορίζονται στα σημεία 2 και 3 του εν λόγω παραρτήματος, τα φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιέχουν την εν λόγω δραστική ουσία πληρούν τις απαιτήσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3. Από την αξιολόγηση της δραστικής ουσίας καθορίζεται καταρχάς εάν πληρούνται τα κριτήρια έγκρισης που προβλέπονται στα σημεία 3.6.2 έως 3.6.4 και 3.7 του παραρτήματος ΙΙ. Εφόσον πληρούνται αυτά τα κριτήρια, η αξιολόγηση καθορίζει στη συνέχεια εάν πληρούνται και τα λοιπά κριτήρια έγκρισης που προβλέπονται στα σημεία 2 και 3 του παραρτήματος ΙΙ. 2. Τα υπολείμματα των φυτοπροστατευτικών προϊόντων, τα οποία προκύπτουν από εφαρμογή σύμφωνα με την ορθή πρακτική φυτοπροστασίας και σε ρεαλιστικές συνθήκες χρήσης, πληρούν τις ακόλουθες απαιτήσεις: α) δεν έχουν επιβλαβείς επιδράσεις στην υγεία των ανθρώπων, συμπεριλαμβανομένων των ευπαθών ομάδων, ή στην υγεία των ζώων, λαμβάνοντας υπόψη γνωστές συσσωρευτικές και συνεργιστικές επιδράσεις όπου υπάρχουν επιστημονικές μέθοδοι, αποδεκτές από την Αρχή, για την αξιολόγηση των επιδράσεων αυτών, ή στα υπόγεια ύδατα β) δεν έχουν μη αποδεκτή επίδραση στο περιβάλλον. Για τα υπολείμματα που είναι σημαντικά από τοξικολογική, οικοτοξικολογική ή περιβαλλοντική άποψη ή αφορούν το πόσιμο ύδωρ, υπάρχουν μέθοδοι γενικής χρήσης για τη μέτρησή τους. Τα αναλυτικά πρότυπα πρέπει να είναι ευκόλως διαθέσιμα. 3. Το φυτοπροστατευτικό προϊόν, εφόσον χρησιμοποιείται σύμφωνα με την ορθή πρακτική φυτοπροστασίας και σε ρεαλιστικές συνθήκες χρήσης, πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις: α) είναι επαρκώς αποτελεσματικό β) δεν έχει άμεσες ή με καθυστέρηση επιβλαβείς επιδράσεις ή μελλοντική βλαβερή επίδραση στην υγεία των ανθρώπων, περιλαμβανομένων των ευπαθών ομάδων, ή την υγεία των ζώων, άμεσα ή μέσω του πόσιμου νερού (λαμβάνοντας υπόψη τις ουσίες που δημιουργούνται από την επεξεργασία του ύδατος), των τροφίμων, των ζωοτροφών ή του αέρα, ή συνέπειες στο χώρο εργασίας ή άλλες έμμεσες επιδράσεις, λαμβάνοντας υπόψη γνωστές συσσωρευτικές και συνεργιστικές επιδράσεις όταν υπάρχουν επιστημονικές, αποδεκτές από την Αρχή, μέθοδοι αξιολόγησης των επιδράσεων αυτών, ή στα υπόγεια ύδατα
2009R1107 EL 30.06.2014 002.001 17 γ) δεν έχει μη αποδεκτή επίδραση στα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα δ) δεν προκαλεί αδικαιολόγητους πόνους και ταλαιπωρίες στα σπονδυλωτά που πρέπει να ελεγχθούν ε) δεν έχει μη αποδεκτές επιδράσεις στο περιβάλλον, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τους ακόλουθους παράγοντες, όταν υπάρχουν επιστημονικές μέθοδοι, αποδεκτές από την Αρχή για την αξιολόγηση των επιδράσεων αυτών, ή στα υπόγεια ύδατα: i) την πορεία και τη διάχυση του φυτοπροστατευτικού προϊόντος στο περιβάλλον, ιδίως δε τη μόλυνση των επιφανειακών υδάτων, συμπεριλαμβανομένων των υδάτων των εκβολών ποταμών και των παράκτιων υδάτων, των υπόγειων υδάτων, του αέρα και του εδάφους, λαμβάνοντας υπόψη τους χώρους μακριά από το σημείο χρήσης του προϊόντος μετά από μεταφορά σε μεγάλες αποστάσεις στο περιβάλλον ii) την επίδρασή του σε μη στοχευόμενα είδη, συμπεριλαμβανομένης της διαρκούς συμπεριφοράς των ειδών αυτών iii) την επίδρασή του στη βιοποικιλότητα και στο οικοσύστημα. 4. Οι απαιτήσεις των παραγράφων 2 και 3 αξιολογούνται σύμφωνα με ενιαίες αρχές, όπως αναφέρεται στο άρθρο 29 παράγραφος 6. 5. Για την έγκριση μιας δραστικής ουσίας, θεωρείται ότι πληρούνται τα κριτήρια που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 όταν έχουν ληφθεί υπόψη μία ή περισσότερες αντιπροσωπευτικές χρήσεις ενός τουλάχιστον φυτοπροστατευτικού προϊόντος που περιέχει την εν λόγω δραστική ουσία. 6. Όσον αφορά την ανθρώπινη υγεία, κανένα δεδομένο που έχει συλλεχθεί από τον άνθρωπο δεν δύναται να χρησιμοποιηθεί με σκοπό να μειωθούν τα περιθώρια ασφάλειας που προέρχονται από δοκιμές ή μελέτες σε ζώα. 7. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, όταν βάσει τεκμηριωμένων στοιχείων που περιλαμβάνονται στην αίτηση μια δραστική ουσία είναι απαραίτητη για τον έλεγχο σοβαρού κινδύνου για την υγεία των φυτών που δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί με άλλα διαθέσιμα μέσα, περιλαμβανομένων μη χημικών μεθόδων, η δραστική αυτή ουσία δύναται να εγκρίνεται για περιορισμένο χρονικό διάστημα που απαιτείται για τον έλεγχο του σοβαρού αυτού κινδύνου αλλά που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη ακόμη και αν δεν πληροί τα κριτήρια που ορίζονται στα σημεία 3.6.3, 3.6.4, 3.6.5 ή 3.8.2 του παραρτήματος ΙΙ, εφόσον η χρήση της δραστικής ουσίας υπόκειται σε μέτρα άμβλυνσης του κινδύνου για να εξασφαλισθεί η ελαχιστοποίηση της έκθεσης ανθρώπων και περιβάλλοντος. Για τις ουσίες αυτές, τα ανώτατα όρια υπολειμμάτων καθορίζονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 396/2005. Η παρέκκλιση αυτή δεν εφαρμόζεται σε δραστικές ουσίες που έχουν ταξινομηθεί ή οφείλουν να ταξινομηθούν, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1272/2008, ως καρκινογόνες κατηγορίας 1Α, καρκινογόνες κατηγορίας 1Β χωρίς κατώφλι ή ως τοξικές για την αναπαραγωγή κατηγορίας 1Α. Τα κράτη μέλη μπορούν να εγκρίνουν φυτοπροστατευτικά προϊόντα που περιέχουν νέες δραστικές ουσίες που έχουν εγκριθεί σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο μόνο όταν είναι αναγκαίο για τον έλεγχο σοβαρού κινδύνου για την υγεία των φυτών στην επικράτειά τους. Ταυτόχρονα, καταρτίζουν σχέδιο σταδιακής κατάργησης για τον έλεγχο του σοβαρού κινδύνου με άλλα μέσα, συμπεριλαμβανομένων μη χημικών μεθόδων, και το διαβιβάζουν χωρίς καθυστέρηση στην Επιτροπή.
2009R1107 EL 30.06.2014 002.001 18 Άρθρο 5 Πρώτη έγκριση Η πρώτη έγκριση ισχύει για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα δέκα έτη. Άρθρο 6 Όροι και περιορισμοί Η έγκριση μπορεί να υπόκειται σε όρους και περιορισμούς μεταξύ των οποίων: α) ο ελάχιστος βαθμός καθαρότητας της δραστικής ουσίας β) η μέγιστη περιεκτικότητα σε ορισμένες προσμείξεις και η φύση τους γ) οι περιορισμοί που προκύπτουν από την αξιολόγηση των πληροφοριών που αναφέρονται στο άρθρο 8, λαμβάνοντας υπόψη τις γεωργικές, φυτοϋγειονομικές και περιβαλλοντικές συνθήκες, συμπεριλαμβανομένων των κλιματικών δ) ο τύπος του σκευάσματος ε) ο τρόπος και οι όροι εφαρμογής στ) η υποβολή περαιτέρω επιβεβαιωτικών πληροφοριών στα κράτη μέλη, στην Επιτροπή και στην Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων («η Αρχή»), όταν καθορίζονται νέες απαιτήσεις κατά τη διαδικασία αξιολόγησης ή βάσει νέων επιστημονικών και τεχνικών γνώσεων ζ) χαρακτηρισμό κατηγοριών των χρηστών, όπως επαγγελματίες και μη επαγγελματίες η) ο προσδιορισμός περιοχών όπου η χρήση φυτοπροστατευτικών προϊόντων, περιλαμβανομένων προϊόντων για την επεξεργασία του εδάφους, που περιέχουν τη δραστική ουσία δεν μπορεί να επιτραπεί ή όπου η χρήση μπορεί να επιτραπεί υπό ειδικές προϋποθέσεις θ) η ανάγκη επιβολής μέτρων για την άμβλυνση του κινδύνου και μέτρων παρακολούθησης μετά τη χρήση ι) άλλοι ειδικοί όροι που απορρέουν από την αξιολόγηση των πληροφοριών που εκτίθενται στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού. Ε ν ό τ η τ α 2 Δ ι α δ ι κ α σ ί α έγ κ ρ ι σ η ς Άρθρο 7 Αίτηση 1. Η αίτηση για την έγκριση μιας δραστικής ουσίας ή για την τροποποίηση των όρων μιας έγκρισης υποβάλλεται από τον παραγωγό της δραστικής ουσίας σε ένα κράτος μέλος («κράτος μέλος-εισηγητής»), συνοδευόμενη από συνοπτικό και πλήρη φάκελο, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφοι 1 και 2, ή μια επιστημονικά τεκμηριωμένη αιτιολόγηση για τη μη προσκόμιση ορισμένων μερών των εν λόγω φακέλων, με τον οποίον αποδεικνύεται ότι η δραστική ουσία πληροί τα κριτήρια έγκρισης που προβλέπονται στο άρθρο 4. Συλλογική αίτηση μπορεί να υποβάλλεται από ένωση παραγωγών η οποία ορίζεται από τους παραγωγούς για τον σκοπό της συμμόρφωσης προς τον παρόντα κανονισμό.