Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 11 Οκτωβρίου 2016 (OR. en) Επιτροπή των Μονίμων Αντιπροσώπων / Συμβούλιο

Σχετικά έγγραφα
9666/19 ΣΠΚ/μκρ 1 JAI.2

9664/19 ΘΚ/μκρ 1 JAI.2

9317/17 ΚΑΛ/ακι/ΜΙΠ 1 D 2A

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2018) 318 final.

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 21 Μαΐου 2019 (OR. en)

18475/11 ΔΠ/νκ 1 DG H 2A

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 22 Μαΐου 2017 (OR. en)

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 12 Ιουλίου 2016 (OR. en)

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 9 Μαρτίου 2018 (OR. en)

16350/12 ΑΓΚ/γπ 1 DG D 2A

9663/19 ΣΠΚ/μγ 1 JAI.2

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2017) 605 final.

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

15272/18 ΜΙΠ/νκ 1 JAI.2

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 21 Οκτωβρίου 2016 (OR. en)

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες η αποχαρακτηρισμένη έκδοση του προαναφερόμενου εγγράφου.

6812/15 ΑΒ/γπ 1 DG D 2A

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο COM(2017) 606 final.

9975/16 ΓΒ/ακι/ΕΚΜ 1 DRI

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 31 Ιανουαρίου 2017 (OR. en)

14718/15 ΚΣ/μκ 1 DG D 2B

A8-0251/ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ κατάθεση: Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

12596/17 ΧΓ/ριτ/ΘΛ 1 DGD 2B

SN 1316/14 AB/γομ 1 DG D 2A LIMITE EL

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο COM(2014) 595 final.

14598/12 ΔΛ/γομ 1 DG D 2B

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

14220/6/16 REV 6 ΕΜ/μκρ/ΔΛ 1 DG G 3 B

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. προς την Επιτροπή Ελέγχου του Προϋπολογισμού

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Η Eurojust υπέβαλε την ετήσια έκθεση για το 2016 (έγγρ. 7971/17) στις 31 Μαρτίου 2017.

JUR.4 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0900 (COD) PE-CONS 1/19 JUR 15 COUR 2 INST 4 CODEC 46

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 9 Οκτωβρίου 2017 (OR. en)

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 25 Νοεμβρίου 2016 (OR. en)

12621/15 ΑΗΡ/σα 1 DG D 2B

7597/18 ΔΛ,ΔΛ/γομ/ΔΛ 1 DRI

XT 21004/18 ADD 1 REV 2 1 UKTF

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 21 Μαΐου 2019 (OR. en)

Η ΚΟΙΝΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΟΛ,

10139/17 ΜΑΠ/μκ 1 DG D 2B

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 29 Νοεμβρίου 2016 (OR. en)

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 14 Αυγούστου 2017 (OR. en)

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

EUROPOL JOINT SUPERVISORY BODY

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 18 Νοεμβρίου 2011 (21.11) (OR. en) 17187/11 POLGEN 204 CATS 120

10116/14 ΜΧΡ/νικ/ΚΣ 1 DG D 2B

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

7429/17 ΜΜ/νκ/ΘΛ 1 D 2A

15349/16 ΔΙ/νικ 1 DG D 2A

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2016) 366 final.

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 18 Σεπτεμβρίου 2017 (OR. en)

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

8185/11 ΚΣ/γομ 1 DG H 3A

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2017) 246 final.

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

14127/14 ADD 1 ΔΛ/γπ 1 DPG

9236/18 ΧΜΑ/σα 1 DGD 2

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 24 Νοεμβρίου 2015 (OR. fr)

15656/1/14 REV 1 ΓΒ/νικ 1 DG D 2C

5798/1/15 REV 1 ΘΚ/νικ 1 DG D 2B

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 16 Οκτωβρίου 2012 (23.10) (OR. en) 14826/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0036 (COD)

11917/1/12 REV 1 IKS+ROD+GA/ag,alf DG C1

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

9301/16 ΕΜ/μκρ/ΧΓ 1 DG D 2B

16542/1/09 REV 1 ΛΜ/νικ 1 DG H 2B

5455/02 ZAC/as DG H II EL

14797/12 IKS/nm DG B4

ΚΑΤ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) /... ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ. της

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2016) 552 final.

14128/14 ADD 1 1 DPG

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

14491/18 ΜΙΠ/μκρ 1 TREE.2.B LIMITE EL

Το κείμενο του παρόντος εγγράφου είναι ίδιο με αυτό της προηγούμενης έκδοσης.

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

A8-0250/ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ κατάθεση: Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων

7023/16 ADD 1 1 DPG. Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 13 Απριλίου 2016 (OR. en) 7023/16 ADD 1 PV/CONS 14 JAI 206 COMIX 203

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 18 Ιουλίου 2017 (OR. en)

16868/10 ΕΚΜ/σα 1 DG H 2 B

9332/15 ΔΑ/νικ 1 DG D 2A

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο COM(2017) 425 final.

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 3 Φεβρουαρίου 2015 (OR. en)

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

PE-CONS 54/1/15 REV 1 EL

15730/14 ΕΚΜ/γπ 1 DG D 2C

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες το έγγραφο - COM(2018) 249 final.

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 10 Μαρτίου 2017 (OR. en)

EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 24 Απριλίου 2014 (OR. en) 2013/0268 (COD) PE-CONS 30/14 JUSTCIV 32 PI 17 CODEC 339

SJ DIR 4 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 18 Νοεμβρίου 2015 (OR. en) 2011/0901 B (COD) PE-CONS 62/15 JUR 692 COUR 47 INST 378 CODEC 1434

10012/09 ΣΠΚ/φβ/ΠΧΚ 1 DG C III

9271/17 ΚΑΛ/μκρ/ΜΜ 1 DGG 3 A

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ

Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 12 Αυγούστου 2016 (OR. en)

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Transcript:

Conseil UE Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Βρυξέλλες, 11 Οκτωβρίου 2016 (OR. en) Διοργανικός φάκελος: 2013/0255 (APP) 12809/2/16 REV 2 LIMITE ΣΗΜΕΙΩΜΑ Αποστολέας: Αποδέκτης: Προεδρία αριθ. προηγ. εγγρ.: 12344/16 Θέμα: EPPO 28 EUROJUST 122 CATS 73 FIN 620 COPEN 280 GAF 59 CSC 272 Επιτροπή των Μονίμων Αντιπροσώπων / Συμβούλιο Πρόταση κανονισμού σχετικά με τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας - Μερική γενική προσέγγιση/έκθεση προόδου PUBLIC Α. Εισαγωγή Με βάση τα επιτεύγματα της προηγούμενης Προεδρίας των Κάτω Χωρών, η Προεδρία προήδρευσε συχνά στις εργασίες της Ομάδας «Συνεργασία επί Ποινικών Θεμάτων», των Φίλων της Προεδρίας και των Συμβούλων ΔΕΥ, κατά τις οποίες επιδιώχθηκε συμφωνία επί της αρχής σχετικά με τα εναπομένοντα εκκρεμή θέματα του σχεδίου κανονισμού. 12809/2/16 REV 2 MIΠ/ριτ 1 DG D 2B LIMITE EL

Η Προεδρία έχει επικεντρωθεί στις διατάξεις σχετικά με τον δικαστικό έλεγχο, τη συνεργασία με τρίτες χώρες, τη συνεργασία με τα μη συμμετέχοντα κράτη μέλη και τις σχέσεις με την Eurojust, οι οποίες δεν είχαν περιληφθεί στο κείμενο του κανονισμού που υποβλήθηκε από την προηγούμενη Προεδρία των Κάτω Χωρών, προκειμένου να επιτευχθεί ευρεία στήριξη ως προς το πνεύμα του κειμένου. Οι διαπραγματεύσεις έχουν προχωρήσει ταχέως σε τεχνικό επίπεδο και έχουν επιτευχθεί κατ αρχήν συμβιβαστικές λύσεις για τα εν λόγω ζητήματα, μολονότι παραμένουν ακόμη μερικά στοιχεία προς επιβεβαίωση. Οι σχετικές διατάξεις θα αναλυθούν συνοπτικά κατωτέρω και η προτεινόμενη αναθεωρημένη διατύπωση μετά τη συνεδρίαση των Συμβούλων ΔΕΥ στις 7 Οκτωβρίου θα παρουσιασθεί σε καθαρή μορφή στο παράρτημα. Η Προεδρία έχει ως στόχο να επιτευχθεί κατ αρχήν συμφωνία των Υπουργών σχετικά με τα εν λόγω άρθρα κατά το Συμβούλιο (ΔΕΥ) του Οκτωβρίου. Β. Ιστορικό των άρθρων Δικαστικός έλεγχος Το άρθρο 36 σχετικά με τον δικαστικό έλεγχο συζητήθηκε εκτενώς στο πλαίσιο του Συμβουλίου κατά τη διάρκεια των Προεδριών του Λουξεμβούργου και των Κάτω Χωρών. Ωστόσο, δεδομένου ότι δεν είχε μπορέσει να επιτευχθεί συμφωνία, το κείμενο δεν παρουσιάσθηκε στους Υπουργούς κατά το Συμβούλιο του Δεκεμβρίου 2015. Τα πιο επίκαιρα θέματα κατά τις τελευταίες συζητήσεις αφορούσαν κυρίως στην ασφάλεια δικαίου, την ανάγκη να διασφαλισθεί η αποτελεσματικότητα της Εισαγγελίας, την έκταση και το περιεχόμενο της εννοίας των «διαδικαστικών πράξεων», τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με το άρθρο 263 τέταρτο εδάφιο της ΣΛΕΕ και την αρμοδιότητα των εθνικών δικαστηρίων. Υπό το πρίσμα των συζητήσεων αυτών, η Προεδρία συνέχισε την εξέταση του κειμένου, σε στενή διαβούλευση με τις νομικές υπηρεσίες του Συμβουλίου και της Επιτροπής, με σκοπό την εξεύρεση της καταλληλότερης νομικής λύσης, που να λαμβάνει υπόψη και τις θέσεις τις οποίες διατύπωσαν τα κράτη μέλη. Η εξέταση αυτή οδήγησε στην κατάρτιση νέου σχεδίου του άρθρου 36, το οποίο φαίνεται να αποτελεί νομικά ορθή και ισόρροπη συμβιβαστική λύση μεταξύ των θέσεων των αντιπροσωπιών. 12809/2/16 REV 2 MIΠ/ριτ 2 DG D 2B LIMITE EL

Σύμφωνα με τα ανωτέρω, η Προεδρία υποβάλλει προς εξέταση το αναθεωρημένο κείμενο του άρθρου 36 με τις συνοδευτικές αιτιολογικές σκέψεις, όπως έχουν στο παράρτημα. Η Προεδρία θεωρεί ότι το κείμενο αυτό αποτελεί κατάλληλη και χρήσιμη συμβιβαστική λύση, που θα διασφάλιζε το κράτος δικαίου παρέχοντας ταυτόχρονα ευελιξία και αποτελεσματικότητα στην Εισαγγελία κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων της. Συνεργασία με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς Το ζήτημα των σχέσεων με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς έχει συζητηθεί επανειλημμένα. Η κύρια συζήτηση επικεντρώθηκε σε λύσεις με βάση τις κοινοποιήσεις των κρατών μελών, σύμφωνα με τις οποίες η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θα πρέπει να θεωρείται ως αρμόδια δικαστική αρχή, με βάση την αμοιβαιότητα και σύμφωνα με το σύστημα της διπλής αρμοδιότητας. Συνεργασία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και των μη συμμετεχόντων κρατών μελών Το ζήτημα της συνεργασίας μεταξύ Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, αφενός, και Ηνωμένου Βασιλείου, Ιρλανδίας και Δανίας, ως μη συμμετεχόντων κρατών μελών σύμφωνα με τα πρωτόκολλα αριθ. 21 και 22, αφετέρου, αφορούσε κυρίως την ανάγκη να εισαχθεί μια ειδική διάταξη σχετικά με τη δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις μεταξύ της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και των μη συμμετεχόντων κρατών μελών. Η Προεδρία εξέτασε διάφορες δυνατότητες για να ρυθμισθεί το ζήτημα αυτό. Η Προεδρία είναι της γνώμης ότι το κείμενο, όπως έχει, αποτελεί την κατάλληλη βάση για τη συνεργασία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και των μη συμμετεχόντων κρατών μελών βάσει των υφισταμένων πράξεων της Ένωσης. Σχέσεις με την Eurojust Κατά τη διάρκεια της Προεδρίας των Κάτω Χωρών συζητήθηκε το άρθρο 57, που αφορά τις σχέσεις με την Eurojust. Προσωρινή μορφή του κειμένου υποβλήθηκε στο Συμβούλιο (ΔΕΥ) του Ιουνίου 2016 1. Στη μορφή αυτή του κειμένου, διάφορες συστάσεις και προτάσεις των αντιπροσωπιών εκφράζονταν στις υποσημειώσεις. 1 Έγγραφο 9799/16 12809/2/16 REV 2 MIΠ/ριτ 3 DG D 2B LIMITE EL

Η κύρια τροποποίηση σε σχέση με την πρόταση της Επιτροπής αφορά τον περιορισμό της επιχειρησιακής συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και της Eurojust (παράγραφοι 2-3) και το πεδίο εφαρμογής της τεχνικής και διοικητικής στήριξης που η Eurojust θα μπορεί ή θα πρέπει να προσφέρει στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, ανάλογα με το αν πρόκειται για υποχρέωση ή δυνατότητα (παράγραφος 5). Εκτός από αυτό το γενικό ζήτημα του κατά πόσον και σε ποιο βαθμό θα μπορεί ή θα πρέπει η Eurojust να παρέχει επιχειρησιακή, τεχνική και διοικητική βοήθεια στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, οι συζητήσεις επικεντρώθηκαν στο αν το κείμενο θα πρέπει να περιλαμβάνει (ανοικτό) κατάλογο των υπηρεσιών που θα παρέχονται από την Eurojust στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ή απλώς μια γενική αναφορά σε τέτοιες υπηρεσίες. Η θέση της πλειοψηφίας των αντιπροσωπιών, δηλαδή μια προαιρετική ρήτρα και μια γενική αναφορά σε υπηρεσίες που θα πρέπει να παρέχει η Eurojust στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, αποτυπώνεται στο κείμενο του παραρτήματος. Γ. Ερωτήματα προς τους Υπουργούς Η Προεδρία φρονεί ότι τα άρθρα που αναφέρονται στο παράρτημα είναι πλέον έτοιμα να υποβληθούν στο Συμβούλιο, ώστε να επιτευχθεί ευρεία στήριξη ως προς το πνεύμα του κειμένου. Οι Υπουργοί καλούνται: - να εκφράσουν τη στήριξή τους για τα άρθρα που αναφέρονται στο παράρτημα. 12809/2/16 REV 2 MIΠ/ριτ 4 DG D 2B LIMITE EL

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Άρθρο 36 2 Δικαστικός έλεγχος 3 1. Οι διαδικαστικές πράξεις της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας που προορίζονται να παραγάγουν έννομα αποτελέσματα έναντι τρίτων υπόκεινται σε έλεγχο από τα αρμόδια εθνικά δικαστήρια σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες που ορίζει το εθνικό δίκαιο. Το ίδιο ισχύει όταν η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία παραλείπει να εκδώσει διαδικαστικές πράξεις που προορίζονται να παραγάγουν έννομα αποτελέσματα έναντι τρίτων και τις οποίες έχει νομική υποχρέωση να εκδώσει δυνάμει του παρόντος κανονισμού. 2. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει δικαιοδοσία, σύμφωνα με το άρθρο 267 ΣΛΕΕ, να αποφαίνεται με προδικαστικές αποφάσεις σχετικά με: α) το κύρος των διαδικαστικών πράξεων της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, εφόσον τέτοιο ζήτημα εγείρεται ενώπιον οποιουδήποτε δικαστηρίου κράτους μέλους και θεμελιώνεται άμεσα επί του ενωσιακού δικαίου β) την ερμηνεία ή το κύρος διατάξεων του δικαίου της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένου του παρόντος κανονισμού γ) την ερμηνεία των άρθρων 17 και 20 του παρόντος κανονισμού σε σχέση με οποιαδήποτε σύγκρουση αρμοδιοτήτων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και των αρμόδιων εθνικών αρχών 4. 2 3 4 Η διάταξη αυτή θα πρέπει να συνοδεύεται από νέες αιτιολογικές σκέψεις, με προσωρινή αρίθμηση από το 78 έως το 80, όπως παρουσιάζονται στο τέλος του παρόντος εγγράφου. Οι ΓΕ και ΙΤ υπέβαλαν εναλλακτική διατύπωση του εν λόγω άρθρου, όπως παρουσιάζεται στο έγγρ. WK 470/2016. Μερικές αντιπροσωπίες έθεσαν ερωτήματα όσον αφορά τη χρήση του όρου «διαδικαστικές πράξεις» στο παρόν έγγραφο. Οι ΤΣ και ΟΥ διατύπωσαν επιφύλαξη για τη διάταξη αυτή. Οι ΦΙ, ΠΛ και ΚΧ θα προτιμούσαν να διαγραφεί το στοιχείο γ). Σημ. Από το στοιχείο γ) προκύπτει σαφώς ότι, σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 5, θα πρέπει να ορισθεί σε εθνικό επίπεδο ένα εθνικό δικαστήριο, κατά την έννοια του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, το οποίο να αποφαίνεται σχετικά με τη σύγκρουση αρμοδιοτήτων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και των εθνικών διωκτικών αρχών. 12809/2/16 REV 2 MIΠ/ριτ 5

3. Κατά παρέκκλιση από τα οριζόμενα στην παράγραφο 1, οι αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας να θέσει υπόθεση στο αρχείο, στο μέτρο που αμφισβητούνται απευθείας με βάση το δίκαιο της Ένωσης, υπόκεινται σε έλεγχο ενώπιον του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 263 τέταρτο εδάφιο της ΣΛΕΕ 5. 4. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αρμόδιο, σύμφωνα με το άρθρο 268 της Συνθήκης, για όλες τις διαφορές σχετικά με την αποκατάσταση ζημιών που έχουν προκληθεί από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία. 5. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αρμόδιο, σύμφωνα με το άρθρο 272 της Συνθήκης, για όλες τις διαφορές σχετικά με ρήτρες διαιτησίας που περιλαμβάνονται σε συμβάσεις που συνάπτει η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία. 6. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι αρμόδιο, σύμφωνα με το άρθρο 270 της Συνθήκης, για όλες τις διαφορές σχετικά με θέματα προσωπικού. 7. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει δικαιοδοσία σχετικά με την παύση του Ευρωπαίου Γενικού Εισαγγελέα ή των Ευρωπαίων Εισαγγελέων, σύμφωνα με τα άρθρα 13 παράγραφος 4 και 14 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού αντιστοίχως 6. 5 6 Οι ΛΞ, ΟΥ, ΠΛ, ΣΝ υποστήριξαν ότι ο κατάλογος των κατωτέρω μέτρων θα πρέπει να επεκταθεί και σε άλλες αποφάσεις. Αιτιολογική σκέψη: «Οι αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας για εκ νέου ανάθεση της υπόθεσης σε Ευρωπαίο Εντεταλμένο Εισαγγελέα άλλου κράτους μέλους και οι αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας να παραπέμψει την υπόθεση προς άσκηση δίωξης σε άλλο κράτος μέλος μπορούν να υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων, με άσκηση προσφυγής ή προβολή ενστάσεως.» Η ΠΡ ζήτησε να προστεθεί σε αυτή την διάταξη η παύση των Ευρωπαίων Εντεταλμένων Εισαγγελέων, πράγμα το οποίο θα απαιτούσε επίσης τροποποίηση του άρθρου 15 του σχεδίου κανονισμού. 12809/2/16 REV 2 MIΠ/ριτ 6

8. Το παρόν άρθρο δεν θίγει τον δικαστικό έλεγχο ενώπιον του Δικαστηρίου, σύμφωνα με το άρθρο 263 τέταρτο εδάφιο της ΣΛΕΕ, των αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας που θίγουν τα δικαιώματα των υποκειμένων των δεδομένων κατά τα οριζόμενα στο κεφάλαιο VI, και των αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας που δεν αποτελούν διαδικαστικές πράξεις, όπως είναι οι αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας που αφορούν το δικαίωμα πρόσβασης του κοινού στα έγγραφα 7 ή οι αποφάσεις περί παύσης Ευρωπαίων Εντεταλμένων Εισαγγελέων, οι οποίες λαμβάνονται δυνάμει του άρθρου 15 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, ή οποιεσδήποτε άλλες διοικητικές αποφάσεις. Άρθρο 57 Σχέσεις με την Eurojust 1. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία συνάπτει και διατηρεί στενή σχέση με την Eurojust με βασικούς άξονες την αμοιβαία συνεργασία, στο πλαίσιο των αντίστοιχων εντολών τους, και την ανάπτυξη επιχειρησιακών, διοικητικών και διαχειριστικών σχέσεων μεταξύ των δύο οργανισμών, σύμφωνα με τα ακολούθως οριζόμενα 8. Για τον σκοπό αυτό, ο Ευρωπαίος Γενικός Εισαγγελέας και ο Πρόεδρος της Eurojust συνεδριάζουν σε τακτική βάση ώστε να συζητούν ζητήματα κοινού ενδιαφέροντος. 2. Σε επιχειρησιακά θέματα, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία δύναται να συνεργάζεται με την Eurojust στο πλαίσιο δραστηριοτήτων της που αφορούν διασυνοριακές υποθέσεις, μεταξύ άλλων με τους εξής τρόπους: α) ανταλλάσσοντας πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, σχετικά με τις έρευνές της, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του παρόντος κανονισμού β) καλώντας την Eurojust ή το αρμόδιο εθνικό μέλος (ή μέλη) της να συνδράμουν στη διαβίβαση και την εκτέλεση των αποφάσεων ή των αιτήσεών της για αμοιβαία δικαστική συνδρομή σε κράτη μέλη της Eurojust, τα οποία όμως δεν συμμετέχουν στη σύσταση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, ή σε τρίτες χώρες. 7 8 Η ΑΥ θα προτιμούσε τη διαγραφή αυτής της διάταξης. Η παράγραφος 1 πρέπει να επανεξεταστεί μετά την οριστική διατύπωση των παραγράφων 3 έως 5 του παρόντος άρθρου, μεταξύ άλλων σχετικά με τη δυνατότητα σύναψης συμφωνιών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και της Eurojust. 12809/2/16 REV 2 MIΠ/ριτ 7

3. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία έχει έμμεση πρόσβαση στις πληροφορίες του συστήματος διαχείρισης υποθέσεων της Eurojust, βάσει συστήματος σύμπτωσης/απουσίας σύμπτωσης (hit/no-hit). Κάθε φορά που εντοπίζεται αντιστοιχία μεταξύ των δεδομένων που έχουν εισαχθεί στο σύστημα διαχείρισης υποθέσεων από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία και των δεδομένων που τηρούνται από την Eurojust, αποστέλλεται σχετική γνωστοποίηση τόσο στην Eurojust όσο και στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, καθώς και στο κράτος μέλος που παρέσχε τα δεδομένα στην Eurojust. Σε περίπτωση που τα δεδομένα παρασχέθηκαν από τρίτη χώρα, η Eurojust 9 ενημερώνει μόνο την εν λόγω τρίτη χώρα για την εντοπισθείσα αντιστοιχία, με τη σύμφωνη γνώμη της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας. 4. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία μπορεί να βασίζεται στη στήριξη και τους πόρους των διοικητικών υπηρεσιών της Eurojust. Για τον σκοπό αυτό, η Eurojust μπορεί να παρέχει υπηρεσίες κοινού ενδιαφέροντος στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία. Οι λεπτομέρειες θα ορίζονται σε συμφωνία. 9 Οι υποχρεώσεις της Eurojust θα πρέπει να εξεταστούν στο πλαίσιο του κανονισμού για την Eurojust. 12809/2/16 REV 2 MIΠ/ριτ 8

Άρθρο 59 10 Σχέσεις με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς 1. Οι ρυθμίσεις συνεργασίας του άρθρου 56 παράγραφος 2α, οι οποίες συνάπτονται με τις αρχές τρίτων χωρών και διεθνείς οργανισμούς, μπορούν να αφορούν, ιδίως, την ανταλλαγή στρατηγικών πληροφοριών και την απόσπαση υπαλλήλων-συνδέσμων στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία. 10 Θα πρέπει να εξεταστεί η ακόλουθη συνοδευτική αιτιολογική σκέψη: «Όταν το Συλλογικό Όργανο εντοπίζει επιχειρησιακή ανάγκη συνεργασίας με τρίτη χώρα ή διεθνή οργανισμό, θα πρέπει να δύναται να εισηγηθεί στο Συμβούλιο να επιστήσει αυτό την προσοχή της Επιτροπής στην ανάγκη να ληφθεί απόφαση περί επάρκειας ή να εκδοθεί σύσταση για την έναρξη διαπραγματεύσεων για διεθνή συμφωνία. Εν αναμονή της σύναψης νέων διεθνών συμφωνιών από την Ένωση ή της προσχώρησης της Ένωσης σε διεθνείς συμφωνίες που έχουν συναφθεί ήδη από ένα ή περισσότερα κράτη μέλη στους τομείς της νομικής συνδρομής σε ποινικές υποθέσεις και της έκδοσης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διευκολύνουν την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία κατά την άσκηση των καθηκόντων της, σύμφωνα με την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας η οποία κατοχυρώνεται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 της ΣΕΕ. Εφόσον επιτρέπεται από τη σχετική διεθνή συμφωνία και με την επιφύλαξη της αποδοχής από την τρίτη χώρα, τα κράτη μέλη θα πρέπει να αναγνωρίζουν και, κατά περίπτωση, την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ως αρμόδια αρχή για τον σκοπό της εφαρμογής των εν λόγω διεθνών συμφωνιών. Αυτό μπορεί να συνεπάγεται, σε ορισμένες περιπτώσεις, τροποποίηση των συμφωνιών αυτών εντούτοις, η εκ νέου διαπραγμάτευση των συμφωνιών αυτών δεν θα πρέπει να θεωρείται υποχρεωτική, δεδομένου ότι μπορεί να μην είναι πάντοτε εφικτή, ιδίως σε ό,τι αφορά διμερείς συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών. Πράγματι, στην περίπτωση ορισμένων συμφωνιών έκδοσης, στις οποίες αρμόδιες αρχές για τους σκοπούς των εν λόγω συμφωνιών μπορούν να είναι αρχές άλλες από τους εθνικούς εισαγγελείς, δεν μπορεί να κοινοποιηθεί ορισμός της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας ως άλλης αρμόδιας αρχής. Σε αυτήν την περίπτωση, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, όπως ακριβώς ένας εθνικός εισαγγελέας, θα πρέπει να ενεργοποιεί τη διαδικασία έκδοσης που προβλέπει το εθνικό δίκαιο μόνο μέσω της αρμόδιας εθνικής αρχής (π.χ. δικαστηρίου ή υπουργείου), η οποία στη συνέχεια θα διαβιβάζει τις αιτήσεις στις αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών. Ως εκ τούτου, εάν δεν είναι δυνατή ή αποδεκτή από την τρίτη χώρα η κοινοποίηση του ορισμού της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας ως αρμόδιας αρχής για την εφαρμογή διεθνών συμφωνιών που έχουν ήδη συναφθεί από ένα ή περισσότερα κράτη μέλη με τρίτες χώρες και εν αναμονή της προσχώρησης της Ένωσης στις εν λόγω διεθνείς συμφωνίες, οι Ευρωπαίοι Εντεταλμένοι Εισαγγελείς, οι οποίοι πρέπει να είναι εθνικοί εισαγγελείς, μπορούν να λειτουργούν κατά τον τρόπο αυτό έναντι των τρίτων χωρών, υπό την προϋπόθεση ότι καθιστούν σαφές ότι θα χρησιμοποιήσουν τα αποδεικτικά στοιχεία που θα συλλεγούν από τις τρίτες χώρες βάσει των εν λόγω διεθνών συμφωνιών σε έρευνες και διώξεις διενεργούμενες από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να κοινοποιούν την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ως αρμόδια αρχή για τον σκοπό της εφαρμογής άλλων διεθνών συμφωνιών σχετικά με τη δικαστική συνδρομή επί ποινικών υποθέσεων που έχουν συνάψει, μεταξύ άλλων με τροποποίηση των συμφωνιών αυτών. Όταν δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ο μηχανισμός αυτός και ειδικότερα στην περίπτωση κατά την οποία η τρίτη χώρα αντιτάσσεται στη μεταγενέστερη χρήση των αποδεικτικών στοιχείων από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, η τελευταία θα πρέπει να δύναται να στηρίζεται στην αρχή της αμοιβαιότητας ή της διεθνούς αβρότητας έναντι των αρχών των τρίτων χωρών. Εντούτοις, αυτό θα πρέπει να γίνεται κατά περίπτωση, εντός των ορίων της καθ ύλην αρμοδιότητας της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και με την επιφύλαξη ενδεχόμενων όρων που έχουν θέσει οι αρχές των τρίτων χωρών. 12809/2/16 REV 2 MIΠ/ριτ 9

2. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία δύναται να ορίζει, σε συμφωνία με τις σχετικές αρμόδιες αρχές, σημεία επαφής σε τρίτες χώρες, με σκοπό τη διευκόλυνση της συνεργασίας σύμφωνα με τις επιχειρησιακές ανάγκες της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας. 3. Είναι δεσμευτικές για την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία οι διεθνείς συμφωνίες, οι οποίες συνάπτονται από την Ένωση ή στις οποίες έχει προσχωρήσει η Ένωση σύμφωνα με το άρθρο 218 της Συνθήκης [ ], με μία ή περισσότερες τρίτες χώρες, σε τομείς που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, όπως οι διεθνείς συμφωνίες που αφορούν τη συνεργασία επί ποινικών υποθέσεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και των εν λόγω τρίτων χωρών. 4. Ελλείψει συμφωνίας δυνάμει της παραγράφου 3, τα κράτη μέλη θα πρέπει, εφόσον επιτρέπεται από τη σχετική πολυμερή διεθνή συμφωνία και με την επιφύλαξη της αποδοχής από την τρίτη χώρα, να αναγνωρίζουν την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ως αρμόδια αρχή για τον σκοπό της εφαρμογής πολυμερών διεθνών συμφωνιών δικαστικής συνδρομής επί ποινικών υποθέσεων που έχουν συνάψει και, κατά περίπτωση, να απευθύνουν σχετική κοινοποίηση, μεταξύ άλλων με τροποποίηση των συμφωνιών αυτών, όπου αυτό απαιτείται και είναι εφικτό. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να κοινοποιούν την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ως αρμόδια αρχή για τον σκοπό της εφαρμογής άλλων διεθνών συμφωνιών σχετικά με τη δικαστική συνδρομή επί ποινικών υποθέσεων που έχουν συνάψει, μεταξύ άλλων με τροποποίηση των συμφωνιών αυτών. 5. Ελλείψει συμφωνίας δυνάμει της παραγράφου 3 ή αναγνώρισης δυνάμει της παραγράφου 4, ο Ευρωπαίος Εντεταλμένος Εισαγγελέας που έχει επιληφθεί της υπόθεσης δύναται, σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 1, να κάνει χρήση των εξουσιών που απονέμονται σε εθνικό εισαγγελέα του κράτους μέλους του και να ζητήσει δικαστική συνδρομή επί ποινικών υποθέσεων από αρχές τρίτων χωρών, βάσει των διεθνών συμφωνιών που έχουν συναφθεί από το εν λόγω κράτος μέλος ή το εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο και, όπου απαιτείται, μέσω των αρμόδιων εθνικών αρχών. Στην περίπτωση αυτή, ο Ευρωπαίος 12809/2/16 REV 2 MIΠ/ριτ 10

Εντεταλμένος Εισαγγελέας ενημερώνει τις αρχές των τρίτων χωρών ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που συλλέγονται με αυτή τη βάση θα χρησιμοποιηθούν από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού και, όπου αρμόζει, επιδιώκει να λάβει την έγκρισή τους προς τούτο. Σε κάθε περίπτωση, η τρίτη χώρα θα ενημερωθεί δεόντως ότι τελικός αποδέκτης της απάντησης στην αίτηση είναι η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία. Σε περίπτωση που η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία αδυνατεί να ασκήσει τα καθήκοντά της βάσει σχετικής διεθνούς συμφωνίας που αναφέρεται στην παράγραφο 3 ή την παράγραφο 4, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία δύναται επίσης να ζητήσει δικαστική συνδρομή επί ποινικών υποθέσεων από αρχές τρίτων χωρών σε συγκεκριμένη υπόθεση και εντός των ορίων της καθ ύλην αρμοδιότητάς της. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία συμμορφώνεται προς τους όρους που μπορεί να τεθούν από τις εν λόγω αρχές σχετικά με τη χρήση των πληροφοριών που έχουν παρασχεθεί με αυτή τη βάση. 6. Με την επιφύλαξη άλλων διατάξεων του παρόντος κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία δύναται, κατόπιν αίτησης, να παρέχει στις αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών ή σε διεθνείς οργανισμούς πληροφορίες ή αποδεικτικά στοιχεία που έχει ήδη στην κατοχή της, για σκοπούς που αφορούν έρευνες ή τη χρήση των ανωτέρω ως αποδεικτικών στοιχείων σε ποινικές έρευνες. Κατόπιν διαβούλευσης με το Μόνιμο Τμήμα, ο Ευρωπαίος Εντεταλμένος Εισαγγελέας που έχει επιληφθεί της υπόθεσης αποφασίζει σχετικά με κάθε τέτοια διαβίβαση πληροφοριών ή αποδεικτικών στοιχείων σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους του και τον παρόντα κανονισμό. 7. Όταν είναι αναγκαίο να ζητηθεί η έκδοση προσώπου, ο Ευρωπαίος Εντεταλμένος Εισαγγελέας που έχει επιληφθεί της υπόθεσης δύναται να ζητήσει από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους του να απευθύνει αίτημα έκδοσης, σύμφωνα με τις εφαρμοστέες συνθήκες και/ή το εθνικό δίκαιο. 12809/2/16 REV 2 MIΠ/ριτ 11

Άρθρο 59α 11 Σχέσεις με τα κράτη μέλη που δεν δεσμεύονται από τον παρόντα κανονισμό 1. Οι ρυθμίσεις συνεργασίας του άρθρου 56 παράγραφος 2α, που συνάπτονται με τις αρχές των κρατών μελών που δεν δεσμεύονται από τον παρόντα κανονισμό, μπορούν να αφορούν, ιδίως, την ανταλλαγή στρατηγικών πληροφοριών και την απόσπαση υπαλλήλων-συνδέσμων στην Ευρωπαϊκή Εισαγγελία. 2. Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία δύναται να ορίζει, σε συμφωνία με τις σχετικές αρμόδιες αρχές, σημεία επαφής στα κράτη μέλη που δεν δεσμεύονται από τον παρόντα κανονισμό, με σκοπό τη διευκόλυνση της συνεργασίας σύμφωνα με τις ανάγκες της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας. 11 Θα πρέπει να εξεταστεί η ακόλουθη αιτιολογική σκέψη: Η Επιτροπή θα πρέπει, εφόσον αρμόζει, να υποβάλλει προτάσεις προκειμένου να εξασφαλίζεται ουσιαστική δικαστική συνεργασία επί ποινικών υποθέσεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας και των κρατών μελών που δεν δεσμεύονται από τον παρόντα κανονισμό. Αυτό θα πρέπει να αφορά ιδίως τους κανόνες που σχετίζονται με τη δικαστική συνδρομή επί ποινικών υποθέσεων και την παράδοση, σε πλήρη συμμόρφωση με το κεκτημένο της Ένωσης στον τομέα αυτό». 12809/2/16 REV 2 MIΠ/ριτ 12

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΠΟΥ ΣΥΝΟΔΕΥΟΥΝ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 36 (78) Σύμφωνα με το άρθρο 86 παράγραφος 2 της Συνθήκης, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία ασκεί ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων των κρατών μελών την ποινική δίωξη των αδικημάτων αυτών. Οι πράξεις της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας κατά τις έρευνές της συνδέονται στενά με την ποινική δίωξη που ενδέχεται να προκύψει από αυτές και παράγουν αποτελέσματα στις έννομες τάξεις των κρατών μελών. Σε πολλές περιπτώσεις οι πράξεις αυτές θα εκτελούνται από τις εθνικές αρχές επιβολής του νόμου, οι οποίες θα ενεργούν σύμφωνα με τις εντολές της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, ενίοτε κατόπιν έγκρισης από αρμόδιο εθνικό δικαστήριο. Αρμόζει επομένως να εξετασθεί το ενδεχόμενο να υπόκεινται σε έλεγχο από τα αρμόδια εθνικά δικαστήρια, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες που ορίζει το εθνικό δίκαιο, οι διαδικαστικές πράξεις της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας που προορίζονται να παραγάγουν έννομα αποτελέσματα έναντι τρίτων. Κατά τον τρόπο αυτό θα πρέπει να διασφαλισθεί ότι υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο από τα εθνικά δικαστήρια οι διαδικαστικές πράξεις της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας πριν από την απαγγελία κατηγορίας που προορίζονται να παραγάγουν έννομα αποτελέσματα έναντι τρίτων (στους οποίους περιλαμβάνονται ο ύποπτος, το θύμα και άλλοι ενδιαφερόμενοι, τα δικαιώματα των οποίων ενδέχεται να θιγούν από τέτοιες πράξεις). Οι διαδικαστικές πράξεις σχετικά με την επιλογή του κράτους μέλους του οποίου τα δικαστήρια θα είναι αρμόδια να εκδικάσουν την ποινική δίωξη, που θα πρέπει να διενεργείται με βάση τα κριτήρια που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, παράγουν έννομα αποτελέσματα έναντι τρίτων και, επομένως, θα πρέπει να υπόκεινται σε δικαστικό έλεγχο ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων το αργότερο κατά το στάδιο της δίκης. Οι προσφυγές ενώπιον των αρμόδιων εθνικών δικαστηρίων για παραλείψεις της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας είναι εκείνες που αφορούν διαδικαστικές πράξεις τις οποίες έχει νομική υποχρέωση να εκδώσει η Εισαγγελία και οι οποίες προορίζονται να παραγάγουν έννομα αποτελέσματα έναντι τρίτων. Σε περίπτωση που η εθνική νομοθεσία προβλέπει δικαστικό έλεγχο σχετικά με διαδικαστικές πράξεις εκτός εκείνων που αφορούν πράξεις που δεν παράγουν έννομα αποτελέσματα έναντι τρίτων ή προσφυγές που αφορούν άλλες παραλείψεις, ο παρών κανονισμός δεν θα πρέπει να ερμηνεύεται κατά την έννοια ότι αντικαθιστά ή τροποποιεί τις σχετικές νομικές διατάξεις. Επιπλέον, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να υποχρεούνται να προβλέπουν δικαστικό έλεγχο από τα αρμόδια εθνικά δικαστήρια σχετικά με διαδικαστικές πράξεις που δεν παράγουν έννομα αποτελέσματα έναντι τρίτων, όπως ο διορισμός εμπειρογνωμόνων ή η επιστροφή των εξόδων των μαρτύρων. Τέλος, οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού δεν επηρεάζουν τις αρμοδιότητες του εθνικού δικάζοντος δικαστηρίου. 12809/2/16 REV 2 MIΠ/ριτ 13

(79) Η νομιμότητα των διαδικαστικών πράξεων της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας που προορίζονται να παραγάγουν έννομα αποτελέσματα έναντι τρίτων θα πρέπει να υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων. Εν προκειμένω, θα πρέπει να προβλέπονται αποτελεσματικά ένδικα βοηθήματα και μέσα σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 19 παράγραφος 1 ΣΕΕ. Επιπλέον, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, οι εθνικοί δικονομικοί κανόνες οι οποίοι διέπουν τις προσφυγές για την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων που απονέμει το δίκαιο της Ένωσης δεν πρέπει να είναι λιγότερο ευνοϊκοί από εκείνους που διέπουν παρόμοιες προσφυγές της εσωτερικής έννομης τάξης (αρχή της ισοδυναμίας) και δεν πρέπει να καθιστούν πρακτικά αδύνατη ή υπερβολικά δυσχερή την άσκηση των δικαιωμάτων που απονέμει το δίκαιο της Ένωσης (αρχή της αποτελεσματικότητας). Όταν τα εθνικά δικαστήρια ελέγχουν τη νομιμότητα των εν λόγω πράξεων, δύνανται να το πράττουν βάσει του δικαίου της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένου του παρόντος κανονισμού, καθώς και βάσει του εθνικού δικαίου που καλείται σε εφαρμογή όταν κάποιο ζήτημα δεν καλύπτεται από τον παρόντα κανονισμό. Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου, τα εθνικά δικαστήρια θα πρέπει να υποβάλλουν πάντοτε προδικαστικά ερωτήματα στο Δικαστήριο όταν έχουν αμφιβολίες όσον αφορά το κύρος των πράξεων αυτών σε σχέση με το δίκαιο της Ένωσης. Εντούτοις, δεν δύνανται να υποβάλλουν στο Δικαστήριο ερωτήματα σχετικά με το κύρος των διαδικαστικών πράξεων της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας σε ό, τι αφορά το εθνικό δικονομικό δίκαιο ή τα εθνικά μέτρα μεταφοράς των οδηγιών στο εσωτερικό δίκαιο, ακόμα και σε περίπτωση που ο παρών κανονισμός αναφέρεται σε αυτά. Τα ανωτέρω ισχύουν εντούτοις με την επιφύλαξη των προδικαστικών ερωτημάτων σχετικά με την ερμηνεία οποιασδήποτε διάταξης του πρωτογενούς δικαίου, συμπεριλαμβανομένων της Συνθήκης και του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ή σχετικά με την ερμηνεία και το κύρος οποιασδήποτε διάταξης του παράγωγου δικαίου της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων του παρόντος κανονισμού και των εφαρμοστέων οδηγιών. Επιπλέον, ο παρών κανονισμός δεν αποκλείει τη δυνατότητα των εθνικών δικαστηρίων να ελέγξουν το κύρος των διαδικαστικών πράξεων της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας που προορίζονται να παραγάγουν έννομα αποτελέσματα έναντι τρίτων, σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως κατοχυρώνεται στο εθνικό δίκαιο. (80) Η διάταξη του παρόντος κανονισμού σχετικά με τον δικαστικό έλεγχο δεν τροποποιεί τις αρμοδιότητες του Δικαστηρίου για τον έλεγχο των διοικητικών αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, δηλ. των αποφάσεων που δεν έχουν ληφθεί κατά την άσκηση των καθηκόντων της για την έρευνα, τη δίωξη και την παραπομπή ενώπιον της δικαιοσύνης και οι οποίες παράγουν έννομα αποτελέσματα έναντι τρίτων. Ο παρών κανονισμός δεν θίγει εξάλλου τη δυνατότητα ενός κράτους μέλους, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου ή της Επιτροπής να ασκήσουν προσφυγή ακυρώσεως σύμφωνα με το άρθρο 263 δεύτερο εδάφιο της ΣΛΕΕ και το άρθρο 265 πρώτο εδάφιο της ΣΛΕΕ, καθώς και με τη διαδικασία επί παραβάσει των άρθρων 258 και 259 της ΣΛΕΕ. 12809/2/16 REV 2 MIΠ/ριτ 14