ΔΑΣΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ Ι Σύσταση δασικής ιδιοκτησίας και εμπράγματα δικαιώματα
Σύσταση δασικής ιδιοκτησίας Οι κάθε μορφής ιδιοκτήτες δασικής γης πιστεύουν ότι είναι υπό την απόλυτη εξουσία τους και ότι μπορούν να τη διαθέτουν όπως θέλουν και να επιχειρούν πάνω σ' αυτή οτιδήποτε θεωρούν ωφέλιμο ή βλαβερό. Εντούτοις, η δασική ιδιοκτησία υπόκειται σε περιορισμούς, ιδιαίτερα διότι το δάσος είναι ζωντανός οργανισμός, οικοσύστημα κοινής ωφέλειας και βρίσκεται υπό κρατική επιτήρηση σε όλα τα Κράτη, ανεξάρτητα από τη μορφή ιδιοκτησίας του. Τα δικαιώματα ιδιοκτησίας, σ' ένα δάσος είναι έγγραφες αποδείξεις, ή χάρτες κλπ., και όχι η συγκομιδή των δασικών δένδρων.
Πέρα απ' αυτά όμως, το Κράτος μπορεί να ασκήσει έλεγχο σε κάθε δασική ιδιοκτησία. Ο έλεγχος όμως ή η πλήρης ιδιοκτησία του Κράτους, είναι λίγο πολύ αναγκαία, ανάλογα με το ρόλο που παίζει το δάσος. Γι αυτό είναι ανάγκη η δασική νομοθεσία να παρέχει διατάξεις, οι οποίες θα επιτρέπουν στο Κράτος να παρακρατεί ή ν' αποκτά την ιδιοκτησία των δασών, την οποία θεωρεί απαραίτητη, για να μπορέσει να εφαρμόσει με επιτυχία τη δασική του πολιτική. Τα μέσα δε τα οποία θα επιτρέψουν τη σύσταση μιας τέτοιας δασικής περιουσίας του Κράτους είναι: α) η οικειοποίηση, β) η απόκτηση, γ) η εξαγορά και δ) η εθνικοποίηση.
Εμπράγματα δικαιώματα περιορισμένης κάρπωσης των δασών Τα εμπράγματα δικαιώματα είναι δικαιώματα περιορισμένης κάρπωσης σε ξένη ιδιοκτησία, για ένα ορισμένο δεσπόζον πρόσωπο ή πράγμα, δηλαδή είναι περιοριστικά δικαιώματα σε ξένη ιδιοκτησία.
Δουλεία Δουλεία λέγεται το εμπράγματο δικαίωμα που παρέχει στο δικαιούχο απόλυτη αλλά μερική εξουσία (ασκείται μόνο ως προς ορισμένες χρησιμότητες) σε ξένο πράγμα. Επειδή δε όλες οι δουλείες χρησιμεύουν στην υπηρεσία ορισμένου προσώπου ή πράγματος, γι' αυτό υπάρχουν δυο ειδών δουλείες: οι πραγματικές και οι προσωπικές, από τις οποίες οι μεν πραγματικές διαρκούν όσο χρόνο υπάρχει το υπηρετούμενο πράγμα, οι δε προσωπικές όσο χρόνο ζει το υπηρετούμενο πρόσωπο. Οι πραγματικές δουλείες διακρίνονται σε: α) αστικές και αγροτικές, β) θετικές και αρνητικές, και γ) συνεχείς και διαλείπουσες.
Η δουλεία βοσκής μπορεί να έχει χαρακτήρα πραγματικής ή προσωπικής δουλείας. Έχουμε επίσης την προσωπική δουλεία συλλογής βαλανιδιών ή ανθέων φιλλύρας, καθώς και η προσωπική δουλεία συλλογής καυσόξυλων. Οι προσωπικές δουλείες συνιστώνται για ένα ορισμένο πρόσωπο (νομικό ή φυσικό) και διακρίνονται σε πλήρεις και περιορισμένες ανάλογα με την ωφέλεια που παρέχουν στο πρόσωπο.
Στις πλήρεις προσωπικές δουλείες περιλαμβάνονται η επικαρπία, η οίκηση κλπ. Η επικαρπία είναι δουλεία σε ξένο πράγμα, το περιεχόμενο της οποίας αποτελούν όλες αλλά και μόνες, οι ωφέλειες από τη χρήση και κάρπωση του πράγματος, του οποίου η υπόσταση φυλάγεται. Είναι προσωποπαγές δικαίωμα, ούτε κληρονομείται ούτε μεταβιβάζεται, αλλά μόνο η άσκηση αυτής επιδέχεται ολική ή μερική μεταβίβαση. Οι οίκηση είναι εμπράγματο δικαίωμα του δικαιούχου να χρησιμοποιεί για κατοικία του ξένη οικοδομή ή διαμέρισμα αυτής. Το δικαίωμα αυτό δε μεταβιβάζεται και δεν κληρονομείται.
Στις περιορισμένες προσωπικές δουλείες περιλαμβάνονται η χρήση, η κάρπωση κλπ. Χρήση καλείται η δια του πράγματος άμεση θεραπεία μιας ανθρώπινης ανάγκης. Κάρπωση δε καλείται η απόλαυση των οποιωνδήποτε προϊόντων του πράγματος. Η σύσταση των δουλειών γίνεται, είτε με δικαιοπραξία των συνιστούντων τη δουλεία προσώπων, υπό τύπου σύμβασης, είτε με χρησικτησία, είτε με δικαστική απόφαση, είτε με διάταξη νόμου.
Για τη χρησικτησία της δουλείας δε χρειάζεται τίτλος, αλλά αρκεί ανεπίληπτη νομή, δηλαδή οι πράξεις να γίνονται ανεπίληπτα, δηλαδή ούτε με βία, ούτε λαθραία, ούτε παρακλητικά. Η κατάργηση των δουλειών γίνεται με δικαιοπραξία ή με την ένωση στο ίδιο πρόσωπο της ιδιοκτησίας και της δουλείας, ή με τη λήξη της προθεσμίας ή με το θάνατο του δικαιούχου στις προσωπικές δουλείες ή με την καταστροφή του πράγματος στις πραγματικές δουλείες ή με την παραγραφή του.
Εμφύτευση και επιφάνεια Τα εμπράγματα αυτά δικαιώματα υπήρχαν στην Ελλάδα πριν από την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα (Α.Κ.). Με την εισαγωγή δε του Α.Κ. καταργήθηκαν σαν θεσμοί και έτσι, σήμερα η σύσταση τους είναι άκυρη. Όπου όμως είχαν συσταθεί πριν από την εισαγωγή του Α.Κ. διατηρούνται και ρυθμίζονται νομικά σαν θεσμοί από το προηγούμενο δίκαιο.
Εμφύτευση καλείται το εμπράγματο δικαίωμα σε ξένο ακίνητο, το οποίο είναι λίγο διαφορετικό από την ιδιοκτησία, παρέχει δε στον εμφυτευτή εξουσία σχεδόν ίδια μ' αυτή του ιδιοκτήτη (χρήση, κάρπωση, ελεύθερη ενέργεια, υπό τον όρο της μη χειροτέρευσης του πράγματος) με αντάλλαγμα την καταβολή συμπεφωνημένου ετήσιου τελέσματος (κανόνα ή εμφύτευμα) σε χρήματα ή σε προϊόντα. Η εμφύτευση είναι δικαίωμα κληρονομικό και μεταβιβαστό, διαρκές κατά κανόνα, μπορεί όμως να είναι πρόσκαιρο, ύστερα από συμφωνία και αποκτάται όπως η δουλεία και καταργείται για τις ίδιες αιτίες.
Επιφάνεια καλείται το εμπράγματο δικαίωμα το οποίο παρέχει στο δικαιούχο εξουσία να έχει οικοδομή ή δένδρο σε ξένο έδαφος και να επωφελείται αυτών με την υποχρέωση καταβολής ετήσιου τελέσματος (εδαφονόμιο) και δημόσιων τελών. Στην Ελλάδα με την επιφάνεια μοιάζει το δικαίωμα ρητίνευσης και συλλογής βαλανιδιών. Το δικαίωμα αυτό, κληρονομείται, προικοδοτείται, πωλείται και μεταβιβάζεται από το δικαιούχο σ' άλλο πρόσωπο χωρίς τη συναίνεση του δασοκτήμονα και αφορά μόνο στο κλασματικό δικαίωμα της ρητίνευσης των πεύκων.
Η συλλογή καυσόξυλων από τους γύρω αγρότες μέσα στα δημόσια δάση επετράπη απλώς με νόμο και επομένως μπορεί να ανακληθεί με νόμο και χωρίς αποζημίωση. Όπου όμως το δικαίωμα αυτό αποκτήθηκε μ' άλλο τρόπο, όπως, για παράδειγμα, με χρησικτησία, δικαιοπραξία κλπ., τότε πρέπει η άρση του δικαιώματος αυτού να γίνεται με αποζημίωση.
Κανονισμός περιορισμένων δικαιωμάτων κάρπωσης Είναι ο καθορισμός του περιεχομένου και του τρόπου άσκησης του δικαιώματος αυτού κατά χώρο και χρόνο, κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξυπηρετείται η προστασία των συμφερόντων, τόσο του δασοκτήμονα, όσο και του δικαιούχου. Η προστασία δε αυτή εξασφαλίζεται με σχετικές διατάξεις νόμου. Ο κανονισμός περιορισμένων δικαιωμάτων κάρπωσης είναι: α) Μεταβολή: είναι όταν, αντί της μέχρι τώρα λαμβανόμενης κάρπωσης, λαμβάνει ο δικαιούχος άλλη κάρπωση διάφορης φύσης, αλλά ίσης αξίας.
β) Περιορισμός: είναι η προσωρινή ελάττωση της κανονικής κάρπωσης, για λόγους μη επαρκούς πλέον παραγωγικότητας του δάσους, εξαιτίας φυσικών ή ανθρώπινων επιδράσεων, με σκοπό την ανύψωση της παραγωγικότητας του δάσους σε κανονική κατάσταση. Μετά την επίτευξη δε της επιθυμητής αυτής ανύψωσης παραχωρείται ξανά το πλήρες και κανονικό δικαίωμα κάρπωσης. γ) Καθορισμός: είναι η αναγωγή απεριόριστων προηγούμενων καρπώσεων σε ορισμένο ετήσιο ή περιοδικό μέτρο καρπώσεων ή όταν η φύση του δικαιώματος δεν επιτρέπει τέτοιο καθορισμό γίνεται προσδιορισμός των βάσεων πάνω στις οποίες θα ασκείται στο μέλλον το δικαίωμα αυτό (π.χ. του αριθμού και του είδους των βόσκοντων ζώων, του χρόνου διάρκειας της βοσκής κλπ.). δ) Μεταφορά: είναι όταν γίνεται αλλαγή του χώρου άσκησης ενός δικαιώματος περιορισμένης κάρπωσης
Άρση περιορισμένων δικαιωμάτων κάρπωσης Η άρση ή διάλυση των δικαιωμάτων περιορισμένης κάρπωσης ενεργείται, είτε με ελεύθερη συμφωνία του δασοκτήμονα και του δικαιούχου, είτε καταναγκαστικά με νόμους. Την άρση μπορεί να προκαλέσει σύμφωνα με το νόμο άλλοτε μεν ο κύριος του δεσποζόμενου δάσους, άλλοτε δε ο δικαιούχος. Υπέρ του δασοκτήμονα συνηγορούν η ανώτερη νομική και οικονομική του θέση και γενικά η προαγωγή της εθνικής δασοπονίας με την άρση των εμποδίων. Υπέρ του δικαιούχου συνηγορούν η αρχή της προστασίας κεκτημένων δικαίων, και η αρχή της ίσης δικαιοσύνης.
Τα μέσα άρσης περιορισμένων δικαιωμάτων κάρπωσης των δασών, είναι: α) Η παραχώρηση δάσους Η παραχώρηση δάσους για την άρση ενός περιορισμένου δικαιώματος κάρπωσης δάσους, γινόταν παλιότερα σε μερικές χώρες της μέσης Ευρώπης, για το λόγο ότι τότε τα χρήματα ήταν σπάνια και μεγάλης αξίας, αλλά και γενικότερα, για λόγους κοινωνικοπολιτικής σκοπιμότητας. Κατά την άρση ενός περιορισμένου δικαιώματος με παραχώρηση δάσους, πρέπει να βρεθεί η επιφάνεια εκείνη του δάσους, της οποίας η κεφαλαιακή αξία είναι ίση με τη κεφαλαιακή αξία του δικαιώματος που αίρεται.
β) Παραχώρηση ψιλού εδάφους Η άρση περιορισμένου δικαιώματος γίνεται και με αποζημίωση του δικαιούχου με ψιλό (γυμνό) έδαφος, κατάλληλο για γεωργική (δενδροκομική), δασική ή άλλη εκμετάλλευση. Για μια τέτοια άρση, γίνεται εκτίμηση των παραχωρούμενων γεωργικών εδαφών με βάση τις τιμές πώλησης αυτών, οι οποίες επικρατούν τοπικά και παραχωρείται έκταση, η αξία της οποίας ισοφαρίζει την κεφαλαιακή αξία του αιρόμενου περιορισμένου δικαιώματος κάρπωσης.
γ) Χρηματική αποζημίωση Η χρηματική αποζημίωση είναι η καταβολή χρηματικού κεφαλαίου ή χρηματικής ράντας, και αποτελεί τον απλούστερο τρόπο άρσης όλων των περιορισμένων δικαιωμάτων κάρπωσης δασών. Όταν ο δασοκτήμονας δεν μπορεί να καταβάλει ολόκληρο το αναγκαίο χρηματικό ποσό αποζημίωσης του δικαιούχου, τότε χρησιμοποιείται η ράντα, η οποία αποτελεί την πρώτη βαθμίδα άρσης των περιορισμένων δικαιωμάτων κάρπωσης.
Άρση με ράντα μπορεί να γίνει, είτε με σταθερή, είτε με μεταβλητή ράντα, καθώς και με διαρκή ράντα ή με προσωρινή ράντα. Όταν η άρση ενός δικαιώματος γίνεται με την καταβολή γι' ένα ορισμένο χρόνο, χρηματικής ράντας, τότε η προσωρινή αυτή ράντα περιέχει όχι μόνο τον ετήσιο τόκο της αξίας του περιορισμένου δικαιώματος κάρπωσης, αλλά επιπλέον και ένα χρεολύσιο για την απόσβεση του κεφαλαίου. Η χρήση όμως ολόκληρου του χρηματικού κεφαλαίου επιτυγχάνει το σκοπό της άρσης των περιορισμένων δασικών δικαιωμάτων και όχι της ράντας.
Περιορισμένα δικαιώματα κάρπωσης δασών στην Ελλάδα Η επιζήμια επίδραση των περιορισμένων δικαιωμάτων κάρπωσης δασών θεωρούνταν ως μια από τις κυρίες αιτίες της κακής κατάστασης των δασών στη Μεσευρώπη τη χρονική περίοδο 1750-1800. Σήμερα όμως, τα δικαιώματα αυτά, ενώ ωφελούν λιγότερο τους δικαιούχους, ζημιώνουν σοβαρότατα τους δασοκτήμονες, την εθνική δασοπονία και την κοινωνική ευημερία.
Αυτά είναι: Δικαιώματα ξύλευσης Τα περιορισμένα δικαιώματα ξύλευσης είναι δικαίωμα κάρπωσης καυσίμου και σπανιότερα τεχνικού ξύλου. Τα περιορισμένα δικαιώματα καυσοξύλευσης στην Ελλάδα στα δημόσια ή κοινοτικά δάση αποκτήθηκαν από τους κατοίκους των χωριών, είτε με νόμο, είτε με χρησικτησία. Δικαιώματα βοσκής Τα περιορισμένα δικαιώματα βοσκής στην Ελλάδα είναι συνήθως δουλείες προς όφελος των κατοίκων κάθε χωριού και σε βάρος των δημόσιων ή και μη δημόσιων δασών της περιφέρειας του χωριού τους.
Τα δικαιώματα βοσκής μέσα στα δάση από άποψη δικαιούχων είναι: 1. Δικαιώματα βοσκής οικόσιτων ζώων, μέσα στα λεγόμενα μαρολίβαδα. Η άρση των δικαιωμάτων αυτών είναι κοινωνικά δύσκολη για λόγους που οφείλονται κυρίως στη μεγάλη σημασία της οικόσιτης, με κατοικίδια ζώα, κτηνοτροφίας για τη ζωή των δικαιούχων αγροτών. 2. Δικαιώματα βοσκής από δικαιούχους, συστηματικούς ποιμένες, που βόσκουν διαρκώς όλο το χρόνο τα ποιμενικά τους ζώα μέσα σε δημόσια και σπάνια σε ιδιωτικά δάση. Η άρση των δικαιωμάτων αυτών είναι ευκολότερη από την προηγούμενη περίπτωση, αλλά, επίσης κοινωνικά πολύ δύσκολη. 3. Δικαιώματα βοσκής από δικαιούχους συστηματικούς ποιμένες που βόσκουν κατά μια τουλάχιστον κτηνοτροφική περίοδο, θερινή ή χειμερινή τα ποίμνια τους, μέσα σε λιβάδια που ενοικιάζονται απ' αυτούς. Η άρση των δικαιωμάτων αυτών με χρηματική αποζημίωση είναι κοινωνικά ευκολότερη.
Τα δικαιώματα βοσκής ως προς τη σύνθεση των δασών διακρίνονται σε: 1.Δικαιώματα σε δάση, στα οποία η σπουδαιότερη πρόσοδος είναι η εκμετάλλευση με βοσκή. Η άρση των δικαιωμάτων αυτών με χρηματική αποζημίωση δεν είναι πάντοτε απαραίτητη (πχ. δάση αείφυλλων πλατύφυλλων κλπ.). 2. Δικαιώματα σε δάση στα οποία ένα μικρό μόνο μέρος της προσόδου αποτελεί η εκμετάλλευση με βοσκή. Η άρση της με χρηματική αποζημίωση είναι πολύ επωφελής, τόσο για το δασοκτήμονα, όσο και για την εθνική οικονομία. 3. Δικαιώματα σε δάση ελάτης, δρυός, οξυάς και καστανιάς, όπου η εκμετάλλευση, ιδιαίτερα με αιγοβοσκή είναι πολύ επιζήμια, και η άρση της με χρηματική αποζημίωση είναι επίσης πολύ επωφελής.
Όταν οι δουλείες αυτές της βοσκής είναι μικρότερης έντασης, από την αντοχή ή την παραγωγικότητα του δάσους, εκεί αρκεί μόνο ο κανονισμός. Αντίθετα, όταν αυτές είναι μεγαλύτερης έντασης από την αντοχή του δάσους, εκεί επιβάλλεται η μερική ή ολική άρση των εν λόγω δουλειών, αφού πρώτα αποζημιωθούν οι δικαιούχοι. Στις περιοχές που αφθονούν στη χώρα μας οι θερινές βοσκές, η άρση αποβαίνει ευκολότερη παρά για τις χειμερινές βοσκές, οι οποίες είναι περιορισμένες.
Δικαιώματα ρητίνευσης ως δικαιώματα επιφάνειας ασκούνται κυρίως μέσα στα δημόσια δάση ή διαφιλονικούμενων από το δημόσιο δασών μαύρης πεύκης, στον Πάρνωνα και παράλια κυρίως πεύκης στη Λοκρίδα, Αττικοβοιωτία και δυτική Πελοπόννησο. Οι δικαιούχοι δικαιωμάτων ρητίνευσης είναι, είτε αγρότες που συλλέγουν οι ίδιοι τη ρητίνη, είτε αγρότες που ενοικιάζουν το δικαίωμα τους. Τα προστατευτικά δημόσια ή κοινοτικά δάση που ρητινεύονται από δικαιούχους δεν πρέπει να παραχωρούνται σε ιδιώτες, αλλά να κανονίζεται η άσκηση της ρητίνευσης τους, γιατί είναι προτιμότερο τα δάση αυτά να ανήκουν σε κοινωφελή πρόσωπα.
Δικαιώματα συλλογής βαλανιδιού Δικαιώματα συλλογής ανθέων φιλλύρας Επειδή το δημόσιο δεν μπορεί να γίνει δενδροκόμος επιβάλλεται η παραχώρηση τους στους κατοίκους, με μικρή χρηματική αποζημίωση, όπου ο κανονισμός της δουλείας αυτής δεν αρκεί. Μεμονωμένα διάσπαρτα στο δάσος άτομα φιλλύρας πρέπει να μην παραχωρούνται, αλλά να ακολουθούν την εκμετάλλευση του υπόλοιπου δάσους.
Δικαιώματα συλλογής καστάνων Όπου οι συνθήκες για την καλλιέργεια με ήμερα καστανόδενδρα είναι κατάλληλες, πρέπει να αίρωνται με παραχώρηση και με δίκαιη χρηματική αποζημίωση του δασοκτήμονα, για να δημιουργήσουν τα λεγόμενα κασταναριά. Όταν όμως το έδαφος είναι ακατάλληλο η άρση του δικαιώματος αυτού γίνεται με χρηματική αποζημίωση των δικαιούχων και το δάσος παραμένει στην κυριότητα του κοινωφελούς προσώπου (δημοσίου ή Κοινότητας).
Ερωτήσεις - Συζήτηση