Χωρίς πανικό, με λογική και θέληση, θα πρέπει από τώρα να αρχίσουμε να σχεδιάζουμε τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν για την αντιμετώπιση των μελλοντικών προβλημάτων που κατά πάσα πιθανότητα θα δημιουργηθούν, λόγω κλιματικών αλλαγών, προβλημάτων που θα επιβαρύνουν και τη γεωργία σε όλη την Ευρώπη. Οι νέοι αγρότες, βρίσκονται στην πραγματικότητα αντιμέτωποι με μία διπλή πρόκληση : από τη μία θα κληθούν να θέσουν σε εφαρμογή τα μέτρα εκείνα που θα βελτιώσουν τις γεωργικές πρακτικές προς στην κατεύθυνση της αειφορίας (πολιτικές για το έδαφος, τα φυτοφάρμακα, τα ύδατα) από την άλλη όμως καλούνται να αποκαταστήσουν το ρόλο της γεωργίας ως κομβικού διαχειριστή των στοιχείων του περιβάλλοντος (έδαφος, νερό) και συνεπώς ως τομέα αιχμής για την επιτυχή αντιμετώπιση της αλλαγής του κλίματος. Τα δεδομένα των προκλήσεων και οι λύσεις που θα μπορούσαν να προταθούν θα μπορούσαμε να τα συνοψίσουμε ως εξής : Α. Η αύξηση της θερμοκρασίας και ηλιοφάνειας θα αυξήσει και την εξάτμιση της υγρασίας του εδάφους, με αποτέλεσμα τα εδάφη να χάνουν συνεχώς την υγρασία που διέθεταν στα βαθύτερα στρώματά τους (άνοδος της υγρασίας στην επιφάνεια και τελικά εξάτμισή της). Όλα τα ανωτέρω συντείνουν σε ένα αποτέλεσμα: την έλλειψη αρκετού νερού για τις ανάγκες της γεωργίας. Η μεγάλη λοιπόν σπατάλη νερού στην γεωργία θα πρέπει να σταματήσει. Για τον στόχο αυτό θα πρέπει να μελετηθεί ένα πρόγραμμα 5 ή 10 ετών το οποίο θα περιλαμβάνει τις αναγκαίες επενδύσεις που θα πρέπει να γίνουν στα αρδευτικά δίκτυα, οι δε παραγωγοί θα πρέπει να επιδοτηθούν για την προμήθεια των αναγκαίων υλικών για τη χρήση
συστημάτων ελεγχόμενης αρδεύσεως. Θα πρέπει επίσης να ληφθεί μέριμνα για την εκπαίδευση των παραγωγών στον τρόπο χρήσης των συστημάτων αλλά και των οργάνων μετρήσεως υγρασίας, υπολογισμού των αναγκών σε νερό των διαφόρων καλλιεργειών. Αναγκαία κρίνεται πλέον και η χρήση τεχνικών αφαλάτωσης θαλλασίου νερού, όπου θα παράγεται νερό ιδανικής ποιότητας για κάθε γεωργική χρήση. Εάν ακόμη χρησιμοποιηθούν ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για την παραγωγή αφαλατωμένου ύδατος τα οφέλη θα είναι πολλαπλάσια. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι μεγάλο ρόλο στην αποφυγή απωλειών νερού θα παίξει το δάσος. Οι δασικές εκτάσεις αποτελούν ίσως το μεγαλύτερο σύμμαχό μας στην αντιμετώπιση των προβλεπόμενων μεταβολών του κλίματος. Η προφύλαξη των δασών που έχουν απομείνει, είναι ευθύνη όχι μόνο των κρατών μελλών και των υπηρεσιών τους αλλά του καθενός από εμάς. Δεν έχουμε αντιληφθεί τη σημασία του δάσους και την επίδρασή του στη διαμόρφωση του κλίματος, ιδίως τώρα που προμηνύονται δυσμενείς αλλαγές του. Β. Όψιμοι παγετοί, χαλαζοπτώσεις, έντονες βροχοπτώσεις, καύσωνες και άλλα αιφνίδια καιρικά φαινόμενα είναι δυνατόν να προκαλέσουν ολοκληρωτική καταστροφή καλλιεργειών σε μικρές ή μεγάλες εκτάσεις. Οι προβλεπόμενες ως εκ τούτου αποζημιώσεις θα είναι πολλαπλάσιες από όσες συνήθως καταβάλλονται. Θα πρέπει συνεπώς να αναπροσαρμοσθεί ο νόμος των γεωργικών ασφαλίσεων σε τρόπο ώστε οι παραγωγοί να είναι εξασφαλισμένοι έναντι των φαινομένων αυτών. Σε αντίθετη περίπτωση υπάρχει ο κίνδυνος της απογοητεύσεως και εγκαταλείψεως των καλλιεργειών, ιδιαίτερα από τους νέους ανθρώπους που έχουν επιλέξει να ασχοληθούν με τη γεωργία.
Οι νέοι αγρότες ήδη βιώνουν τον αντίκτυπο της αλλαγής του κλίματος. Εύλογα λοιπόν γεννώνται στους Ευρωπαίους νέους αγρότες αρκετές απορίες : Φταίω μόνον εγώ για την κλιματική αλλαγή και άρα είναι στο χέρι μου, αλλάζοντας συνήθειες, να σώσω τον πλανήτη και μαζί τον εαυτό μου και τα παιδιά μου ; Εάν πράγματι επικρατήσει μελλοντικά το κλίμα αυτό και συνεχίσει να εξελίσσεται προς την ίδια κατεύθυνση, ποιες θα είναι οι επιπτώσεις του στη γεωργία ; Τι μέτρα πρέπει να λάβουμε για να αντιμετωπίσουμε μια μακρά περίοδο αλλαγών κλίματος ; Θα είναι αδύνατον να υπάρξει γεωργία χωρίς νερό για άρδευση των καλλιεργειών ; Γ. Ενδεχομένως δεν θα μπορούσαμε να κρίνουμε εύκολα ποια πρόκληση είναι πιο μεγάλη, καθώς η προστασία του περιβάλλοντος και η άσκηση της γεωργίας θεωρούνται συχνά ως αντίθετα άκρα του ίδιου φάσματος. Η σχέση τους συχνά περιπλέκεται ως αποτέλεσμα των μεταβαλλόμενων γεωργικών πρακτικών, καθώς η εντατική γεωργία με την ολοένα και υψηλότερη χρήση αγροχημικών (π.χ. φυτοφάρμακα, λιπάσματα, κτλ.) επεκτείνεται εις βάρος γης με αξιόλογη φυσική αξία. Στην πραγματικότητα, όμως, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Διαμέσου των αιώνων, ο τρόπος με τον οποίο οι τοπικές και περιφερειακές κοινότητες έχουν αντιμετωπίσει το περιβάλλον τους και έχουν καλλιεργήσει τη γη τους, οδήγησε σε μία πλούσια ποικιλία χαρακτηριστικών τοπίων. Καθένα από αυτά αποτελεί εγγενές τμήμα της ταυτότητας των διαφόρων κοινοτήτων και περιφερειών, ενώ η ποικιλότητά τους αντιπροσωπεύει την ευρωπαϊκή πολιτιστική κληρονομιά. Τα τοπία αυτά είναι σημαντικά από ιστορική και αισθητική άποψη, αλλά και από οικονομικής πλευράς.
Δ. Σήμερα, οι αγροτικές περιοχές αντιμετωπίζουν πολλαπλά προβλήματα, ενώ οι καλλιέργειες με τον παραδοσιακό τρόπο εκμετάλλευσης είναι εγκλωβισμένες σε στεγανά και αδιέξοδα. Από την άλλη πλευρά, η εντατικοποίηση και οι εκτατικές γεωργικές δραστηριότητες δημιουργούν προβλήματα και απειλές (νερό, έδαφος, αέρας) όχι μόνο στο χώρο που τις υποστηρίζει, αλλά και μακριά από αυτόν, μέχρι και τον παράκτιο χώρο. Θα έπρεπε ίσως να ενδυναμώσουμε το μοντέλο πολύ-λειτουργικής γεωργικής ενασχόλησης που θα μπορούσε να συνδυάσει τον τρόπο καλλιέργειας που κληρονομήσαμε από τους πατεράδες μας ή τους παππούδες μας και τις σύγχρονες τάσεις στην ορθή γεωργική πρακτική. Η πολύ-λειτουργική γεωργία και κτηνοτροφία λοιπόν, καλείται να παράγει ποιοτικά προϊόντα, ενώ οι επιπτώσεις των γεωργοκτηνοτροφικών δραστηριοτήτων προς το περιβάλλον οφείλουν να ελαχιστοποιηθούν στην προοπτική της ήπιας ανάπτυξης. Ωστόσο, αυτή η καινούργια τάση -που περικλείει μεγάλες προκλήσεις- θα πρέπει να στοχεύει ουσιαστικά στην ανάπτυξη της υπαίθρου, με ταυτόχρονη έγνοια και για τις ποιοτικές παραγωγικές δραστηριότητες της γεωργίας και της κτηνοτροφίας και για το περιβάλλον γενικότερα (φυσικό, ανθρωπογενές, πολιτισμικό, κοινωνικό). Ε. Ωστόσο, μια ολοκληρωμένη αγροτική ανάπτυξη, πέρα από την ανάγκη τυποποίησης και μεταποίησης των παραδοσιακών προϊόντων στον τόπο που παράχθηκαν, οφείλει να ανοιχθεί και να αναζητήσει νέους προσανατολισμούς για τη συνολική ανάπτυξη της υπαίθρου, όπως είναι για παράδειγμα η επέκταση της παραγωγής ποιοτικών βιολογικών προϊόντων, η ανάπτυξη υπηρεσιών εμπορίας και διακίνησης των προϊόντων, η φροντίδα και αγάπη στο φυσικό χώρο που κληρονομήσαμε μέσα από συνεχή περιβαλλοντική εκπαίδευση.
Με λίγα λόγια, αυτή η ολοκληρωμένη διαχείριση θα πρέπει να τοποθετήσει την ύπαιθρο στο κέντρο των μελλοντικών προκλήσεων τοποθετώντας τη γεωργική δραστηριότητα στην αιχμή του δόρατος της μάχης για την αλλαγή του κλίματος, ως μοναδικό τομέα που μπορεί να αποκαταστήσει το επιβαρυμένο περιβάλλον και να φέρει την αλλαγή στη διαχείρισή του. Η καινούργια αντίληψη που προωθείται από την ΕΕ για την ανταγωνιστικότητα των προϊόντων και το ξαναζωντάνεμα της υπαίθρου, μπορεί να είναι ελπιδοφόρα και βιώσιμη, μόνο όταν αγκαλιάζει τον άνθρωπο, με σεβασμό στις υπηρεσίες που μπορούν να προσφερθούν από αυτόν και το περιβάλλον του, σε σχήματα όμως ήπιας ανάπτυξης και πολύ-λειτουργικής γεωργίας. Οι προσανατολισμοί αυτοί αποσκοπούν να φέρουν πολύ κοντά, δίπλα-δίπλα, δύο διαφορετικούς κόσμους όπως συνηθίζουμε να λέμε. Από τη μια πλευρά έχουμε τον κόσμο των τεχνοκρατών με τις πολιτικές επιλογές που επιζητούν την εφαρμογή συγκεκριμένων μέτρων για να υλοποιηθούν οι σχεδιασμοί τους, ενώ από την απέναντι πλευρά αντιστέκονται οι ντόπιοι που ζουν και μοχθούν καθημερινά στον τόπο τους, παρά τις θεμιτές υποψίες και καχυποψίες τους. Το ζητούμενο όμως είναι να ξεφύγουμε από το σημερινό βάλτωμα και το μαρασμό της υπαίθρου. Το ζητούμενο για τους νέους αγρότες δεν είναι οι επιδοτήσεις. Το ζητούμενο είναι να δημιουργηθούν συνθήκες σωστής ενημέρωσης, ουσιαστικής συνεννόησης και συνδιαλλαγής με σαφείς ποιοτικούς και ποσοτικούς στόχους, εγγυήσεις για το αύριο, τεκμηριωμένες προτάσεις, εναλλακτικές στρατηγικές και μακρόπνοο σχεδιασμό. Ωστόσο, το πλέον σημαντικό είναι να βρούμε κοινή γλώσσα συνεννόησης έτσι ώστε να καταλαβαίνει ο ένας, τον άλλο.