ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ



Σχετικά έγγραφα
Κεφάλαιο και κράτος: Από τα Grundrisse στο Κεφάλαιο και πίσω πάλι

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

τι είναι αυτό που κάνει κάτι αληθές; τι κριτήρια έχουμε, για να κρίνουμε πότε κάτι είναι αληθές;

Σημειώσεις Κοινωνιολογίας Κεφάλαιο 1 1

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ. Εξελίξεις στον Ευρωπαϊκό πολιτισμό κατά τον 20 ο αιώνα

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ. 1.Στόχοι της εργασίας. 2. Λέξεις-κλειδιά ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΟΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΕΠΟ42

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

Περί της έννοιας της άρνησης στη διαλεκτική*

1)Στην αρχαιότητα δεν υπήρχε διάκριση των κοινωνικών επιστημών από τη φιλοσοφία. Σ Λ

Τι είναι η Φιλοσοφία της Ιστορίας: Εξέλιξη της συνείδησης της ελευθερίας. (Αυτή δεν είναι αυστηρή και ιστορικά συνεχής.)

GEORGE BERKELEY ( )

ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: 2

1.3 Λειτουργίες της εργασίας και αντιλήψεις περί εργασίας

Ενότητα 13 - Κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις της βιομηχανικής επανάστασης

Οικονομική Κοινωνιολογία

ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Καρλ Πολάνυι. Επιμέλεια Παρουσίασης: Άννα Κουμανταράκη

ΕΝΟΤΗΤΑ 6 η Ο κριτικός της ιδεολογίας Marx ( )

Επιδιώξεις της παιδαγωγικής διαδικασίας. Σκοποί

Η έννοια της αλλοτρίωσης στον Μαρξ: βάζοντας στο επίκεντρο τα Χειρόγραφα του

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

41 ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΤΕΛΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ του σχολικού έτους

Εισαγωγή στη Φιλοσοφία (Φ101)

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

4. Η τέχνη στο πλαίσιο της φιλοσοφίας του Χέγκελ για την ιστορία

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΓΝΩΣΗΣ. ΤΕΙ ΑΜΘ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΣ Γεώργιος Θερίου

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

ΤΙ ΟΝΟΜΑΖΟΥΜΕ ΓΝΩΣΗ; ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ; Το ερώτημα για το τι είναι η γνώση (τι εννοούμε όταν λέμε ότι κάποιος γνωρίζει κάτι ή ποια

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

ΣΧΕΔΙΟ ΕΠΟ 22 2 ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΕΜΟΣ. Γενικά στοιχεία Περιεχόµενα Οδηγός για µελέτη

ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΚΑΝΤ ( )

Κοινωνιολογία του Πολιτισμού

Όταν φεύγουν τα σύννεφα μένει το καθαρό

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΩΤΟΥ ΜΕΡΟΥΣ

Η οικολογική ηθική ως μέρος της απελευθερωτικής ηθικής και το ζήτημα της θεμελίωσης. Η συμβολή ορισμένων Ελλήνων: Καστοριάδης, Τερζάκης, Φωτόπουλος.

e-seminars Αναπτύσσομαι 1 Προσωπική Βελτίωση Seminars & Consulting, Παναγιώτης Γ. Ρεγκούκος, Σύμβουλος Επιχειρήσεων Εισηγητής Ειδικών Σεμιναρίων

Ηθική ανά τους λαούς

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

Σκοποί της παιδαγωγικής διαδικασίας

3.1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ. Ανάλυση θεωρίας

Το Αληθινό, το Όμορφο και η απόλυτη σχέση τους με την Νοημοσύνη και τη Δημιουργία Σελ.1

Κοινωνιολογία του Πολιτισμού

Ένα γόνιμο μέλλον. στο παρόν και πνευματικές ιδιότητες που εκδηλώνουν οι Έλληνες όταν κάνουν τα καλά τους έργα

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Αξίες και τιμές παραγωγής. Η σχέση μεταξύ του 1ου και του 3ου τόμου του «Κεφαλαίου» Γιώργος Σταμάτης

Πολιτική και Ταξική Ανάλυση. Επιμέλεια: Άννα Κουμανταράκη

2η ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΠΟ 22. ΘΕΜΑ: Οι βασικοί σταθµοί του νεώτερου Εµπειρισµού από τον Locke µέχρι και τον Hume. ΣΧΕ ΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Α.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ - ΠΟΛΙΤΙΚΑ Ενότητα 12η (Α 2, 5-6) - Ο άνθρωπος είναι «ζ?ον πολιτικ?ν»

Διαφωτισμός και διαμόρφωση των πολιτικών ιδεολογιών στην Ελλάδα

Μάθημα: ΚΟΙΝ107 Κλασική Κοινωνιολογική Θεωρία. Σωτήρης Χτούρης, Καθηγητής

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

Σέλλινγκ (Friedrich Wilhelm Joseph Schelling )

Η σύγχρονη εργατική τάξη και το κίνημά της (2) Συντάχθηκε απο τον/την ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ Παρασκευή, 11 Σεπτέμβριος :57

Η Επιστήµη της Κοινωνιολογίας

Θέσεις - τριμηνιαία επιθεώρηση Κομμουνισμός και Φιλοσοφία. Η θεωρητική περιπέτεια του Λουί Αλτουσέρ Παναγιώτης Σωτήρης

Επιστημολογική και Διδακτική Προσέγγιση της Έννοιας της «Ύλης»

Η Απουσία του Χρόνου Σελίδα.1

Κοινότητα και κοινωνία

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ

< > Ο ΚΕΝΟΣ ΧΩΡΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΦΥΣΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ, ΤΟΥ ΟΠΟΙΟΥ Η ΕΞΗΓΗΣΗ ΑΠΟΔΕΙΚΝΥΕΙ ΕΝΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΝΕΥΜΑ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ B1. δ.λάθος. ε.σωστό Β2.

ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ. Ενότητα 9: ΕΓΩΚΕΝΤΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΤΗΤΑ. ΜΑΡΙΑ Κ. ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ Τμήμα Ιερατικών Σπουδών

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

2.2 Οργάνωση και ιοίκηση (Μάνατζµεντ -Management) Βασικές έννοιες Ιστορική εξέλιξη τον µάνατζµεντ.

Τι είναι οι αξίες και ποια η σχέση τους με την εκπαίδευση; Σε τι διαφέρουν από τις στάσεις και τις πεποιθήσεις; Πώς ταξινομούνται οι αξίες;

ΧΡΟΝΟΣ ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ & ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΕΠΙΔΟΣΗ

Πέμπτη 22/09/2015. ΑΝΕΣΤΗΣ ΚΑΡΑΣΤΕΡΓΙΟΥ (Μεταπτυχιακός Φοιτητής, ΕΚΠΑ): Σχέση Μηχανής και Ανθρώπου

LUDWIK FLECK ( ) (Λούντβικ Φλεκ) Ο Ludwik Fleck και η κατασκευή των επιστημονικών γεγονότων.

Σύλλογος Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας «σὺν Ἀθηνᾷ»

Μια οµαδικοαναλυτική άποψη για την ιστορία και το χρόνο

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ. Ενότητα 9: Η σχέση μεταξύ νόμου και ελευθερίας. Παρούσης Μιχαήλ. Τμήμα Φιλοσοφίας

22/2/2014 ΑΡΧΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ. Επιστήμη Διοίκησης Επιχειρήσεων. Πότε εμφανίστηκε η ανάγκη της διοίκησης;

Γιώργος Πολίτης: «Τα καταφέραμε σε πιο δύσκολες εποχές, θα τα καταφέρουμε και τώρα»

ΑΡΧΕΣ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ. Κεφάλαιο 2 ο

Νοητική Διεργασία και Απεριόριστη Νοημοσύνη

Θεωρία&Μεθοδολογία των Κοιν.Επιστημών. Εβδομάδα 1

Να ιεραρχήσετε τα παρακάτω στάδια από τις φάσεις της θείας οικονομίας

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Είναι τα πράγματα όπως τα αντιλαμβανόμαστε με τις αισθήσεις μας;

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

Α. ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

ΟΡΙΣΜΟΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ

13/1/2010. Οικονομική της Τεχνολογίας. Ερωτήματα προς συζήτηση ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

VIDEOφιλοσοφείν: Η τεχνολογία στην υπηρεσία της Φιλοσοφίας

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ

ΕΣΠΕΡΙΔΩΝ 104 ΚΑΛΛΙΘΕΑ & ΑΙΓΑΙΟΥ 109 ΝΕΑ ΣΜΥΡΝΗ.

Μαρξιστική θεωρία του κράτους. Γ. Τσίρμπας

1. Γένεση, καταβολές καιεξέλιξητηςπε

Η αξιοποίηση των Τεχνολογιών της Πληροφορίας και

Η ζωή και ο Θάνατος στο Υλικό Σύμπαν

ζωή για τη δική της ευδαιμονία. Μας κληροδοτεί για το μέλλον προοπτικές χειρότερες από το παρελθόν. Αυτό συμβαίνει για πρώτη φορά.

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ (Οι απαντήσεις θεωρούνται ενδεικτικές) A1.

Εναλλακτικές θεωρήσεις για την εκπαίδευση και το επάγγελμα του εκπαιδευτικού

Teachers4europe «ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ»

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

ΔΙΑΦΟΡΑ ΤΜΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Διπλωματική εργασία με θέμα: Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΚΑΙ Η ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΣΤΟΝ ΚΑΡΛ ΜΑΡΞ Επιμέλεια: Νίκος Κανδυλανάπτης Επόπτης καθηγητής: Πλάγγεσης Ιωάννης ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΜΑΙΟΣ 2014

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΚΑΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Διπλωματική εργασία με θέμα: Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΚΑΙ Η ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ ΣΤΟΝ ΚΑΡΛ ΜΑΡΞ Επιμέλεια: Νίκος Κανδυλανάπτης Επόπτης Καθηγητής: Πλάγγεσης Ιωάννης ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, ΜΑΙΟΣ 2014 [1]

Περιεχόμενα Εισαγωγή 4 Σελίδα 1 η ενότητα: Φιλοσοφικές προϋποθέσεις i. Καταβολές 8 ii. Φιλοσοφία της ιστορίας-ιστορικός υλισμός.14 2 η Ενότητα: Ο Μαρξ για την πολιτική και το κράτος στα πρώιμα έργα του i. Κριτική της Εγελιανής θεωρίας για το κράτος.22 ii. Εισαγωγή στην Κριτική της Εγελιανής Φιλοσοφίας του Δικαίου 38 iii. Για το Εβραϊκό Ζήτημα 41 3 η Ενότητα: Από τα Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα ως το Μισθωτή Εργασία και Κεφάλαιο i. Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα 48 ii. Η Αγία Οικογένεια 52 iii. Η Γερμανική Ιδεολογία 55 iv. Η Φτώχεια της Φιλοσοφίας.67 v. Μισθωτή Εργασία και Κεφάλαιο..68 4 η Ενότητα: Από το Κομμουνιστικό Μανιφέστο ως την Κριτική του Προγράμματος της Γκότα i. Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος 70 ii. Η 18 η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη 72 iii. Grundrisse.78 iv. Ο Εμφύλιος Πόλεμος στη Γαλλία..78 [2]

v. Κριτική του Προγράμματος της Γκότα.84 Αντί Επιλόγου.90 Βιβλιογραφία..92 [3]

Εισαγωγή Στην εργασία αυτή επιχειρείται μια διερεύνηση των απόψεων του Μαρξ για την εξουσία και το Κράτος, όπως αυτές διατυπώνονται στα σπουδαιότερα κείμενα του, από τα πρωιμότερα ως τα ωριμότερα, από τη διδακτορική του διατριβή ως την Κριτική του προγράμματος της Γκότα. Ο αναγνώστης δεν πρέπει να προσδοκά τη σύνοψη μιας μαρξικής θεωρίας για το Κράτος, γιατί κάτι τέτοιο δεν υπάρχει 1. Εδώ προσπαθούμε να εκθέσουμε και να αναλύσουμε την κριτική του Μαρξ στην αστική κοινωνία και στο αστικό Κράτος, καθώς και τις σκέψεις του για ένα σοσιαλιστικό μέλλον. Η πορεία που ακολουθεί ο Μαρξ είναι συγκεκριμένη. Μετά την κριτική στον ιδεαλισμό -με αφορμή τον Χέγκελ-, εκθέτει τη δική του ανθρωπολογία, αντιπαραβάλλοντας την σ αυτή του γερμανού φιλοσόφου Ludwig Feuerbach. Αρχικά ακολουθεί τον Feuerbach, στο βαθμό που ο τελευταίος, σε αντίθεση με το Χέγκελ, προκρίνει τη φύση-ύλη έναντι του πνεύματος. Στη συνέχεια όμως τον εγκαταλείπει, γιατί δεν κατανοεί την πραγματική φύση του ανθρώπου ( ο άνθρωπος είναι οι κοινωνικές του σχέσεις ), αλλά τον συλλαμβάνει αφηρημένα. Κατόπιν, εκθέτει τη δική του φιλοσοφία της ιστορίας, τον ιστορικό υλισμό του. Η ιστορία του ανθρώπου είναι προϊόν της σχέσης παραγωγικών δυνάμεωνπαραγωγικών σχέσεων (βλ. παρακάτω) και συνακόλουθα της πάλης των τάξεων. Ασκώντας κριτική στον Χέγκελ προχωρά σε μια γενεαλογία του κράτους για να φτάσει στην αστική του μορφή. Βασικός άξονας της κριτικής αυτής είναι ο δυισμός κράτους και πολιτικής κοινωνίας. Ο Χέγκελ υποστηρίζει ότι το πρώτο, ως Ιδέα, δημιουργεί τη δεύτερη, ενώ ο Μαρξ, στηριζόμενος στον ιστορικό υλισμό, ότι η δεύτερη (με τις επιμέρους κοινωνικές ομάδες, την οικογένεια, τη συντεχνία κ.λπ.) αποτελούν τη βάση που δημιουργεί και συγκρατεί το κράτος. Αναλύοντας την αστική κοινωνία, ο Μαρξ θα σταθεί ιδιαίτερα στη φύση του αστικού δικαίου, της αστικής πολιτικής και ιδεολογίας, γενικότερα του αστικού εποικοδομήματος και θα υπογραμμίσει ότι έχει σα βάση τα συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης, της αστικής. Στην ανάλυση της αστικής οικονομίας, κεντρική θέση έχει το ζήτημα της αλλοτρίωσης της 1 Απουσιάζει μια γενική κοινωνιολογία του κράτους, αλλά η κριτική του κράτους προηγείται λογικά και χρονικά της κριτικής της πολιτικής οικονομίας, καθώς απορρέει από μια «φιλοσοφικήανθρωπολογική θεώρηση της θέσης και του ρόλου του κράτους μέσα στη διχασμένη αυτοσυνείδηση του αποξενωμένου από τον εαυτό του ανθρώπου», όπως θα δούμε παρακάτω. Από αυτή τη φιλοσοφική καταγγελία περνάμε ομαλά, ήδη από τα πρώτα έργα του Μαρξ, στην κοινωνιολογική θεώρηση του κράτους ως έκφρασης όχι της φανταστικής ενότητας της κοινωνίας αλλά των οικονομικών-ταξικών ανταγωνισμών που τη διασπούν (βλ. Κώστας Παπαϊωάννου, Κράτος και Φιλοσοφία, ο διάλογος Μαρξ-Χέγκελ, Εναλλακτικές Εκδόσεις «Κομμούνα», Αθήνα, 1990, σσ. 102, 111). Εξάλλου, όπως επισημαίνει ο Korsch, θεμέλιο του μαρξισμού παραμένει η κριτική της πολιτικής οικονομίας. Η θεωρητική θεμελίωση του μαρξισμού δεν προϋποθέτει καθόλου την ενδελεχή κριτική της επιστήμης του Δικαίου, της πολιτικής, της ιστοριογραφίας και των υπόλοιπων αστικών ιδεολογιών, δημιουργώντας έτσι μια καινούργια μαρξιστική επιστήμη του Δικαίου και του Κράτους (βλ. Karl Korsch, Από τη διαλεκτική του Χέγκελ στη διαλεκτική του Μαρξ, μτφ. Μανόλη Λαμπρίδη, Εκδόσεις Έρασμος, Αθήνα, 1976, σ. 20). [4]

εργασίας. Ο τρόπος λειτουργίας της καπιταλιστικής οικονομίας (υπεραξία που παράγει ο εργάτης, κέρδος του κεφαλαιοκράτη, πενιχροί μισθοί, αποξένωση του εργάτη από την εργασία και τα προϊόντα της) οδηγεί τον προλετάριο στα όρια της εξαθλίωσης. Ο προλετάριος επαναστατεί για την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής καταλαμβάνει τα μέσα παραγωγής και τα διαθέτει σ όλο το κοινωνικό σύνολο και όχι στα χέρια λίγων ανθρώπων. Το κάνει αυτό όχι γιατί απλά το αποφάσισε, αλλά επειδή οι παραγωγικές δυνάμεις της σύγχρονης κοινωνίας (τεχνολογία, ανθρώπινη γνώση κ.λπ.) δεν ταιριάζουν στις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής και στις ταξικές αντιθέσεις. Αρχικά εγκαθιδρύει το δικό του προλεταριακό κράτος, περικόπτοντας όσο το δυνατό περισσότερο τις αρνητικές και παρασιτικές πλευρές του αστικού κράτους (γραφειοκρατία, μόνιμος στρατός κ.λπ.), για να εξασφαλίσει την κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και να αμυνθεί στην αντίδραση της αστικής τάξης. Ονομάζεται δικτατορία του προλεταριάτου γιατί ενδέχεται να μετέλθει βία για να πετύχει τους σκοπούς του. Πρόκειται για μια δημοκρατική δικτατορία, για μια δικτατορία της πλειοψηφίας έναντι της μειοψηφίας. Ο κοινοβουλευτισμός καταργείται και όλη η εξουσία ανατίθεται σε συμβούλια, σε τοπικό επίπεδο και σε επίπεδο εργασιακών χώρων, που εκλέγουν αντιπροσώπους ανακλητούς ανά πάσα στιγμή. Η παραγωγή και το δίκαιο διατηρούν ως έναν βαθμό την αστική τους δομή, σ αυτό το πρώιμο στάδιο του κομμουνισμού, έως ότου το βιοτικό επίπεδο, καθώς οι παραγωγικές δυνάμεις είναι πλέον απαλλαγμένες από τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, φτάσει σε τέτοιο σημείο, που θα επιτρέπει τη μετάβαση στην ανώτερη φάση του κομμουνισμού. Τότε καταργείται το προλεταριάτο ως κυρίαρχη τάξη και συνακόλουθα το προλεταριακό κράτος, καθώς και όλες οι υπόλοιπες τάξεις. Η εργασία παραμένει η κύρια ανθρώπινη δραστηριότητα, αλλά ο κοινωνικά αναγκαίος χρόνος εργασίας μειώνεται αισθητά, ώστε να έχει χρόνο ο άνθρωπος να μορφωθεί πολύπλευρα, να ψυχαγωγηθεί κ.λπ. Η μισθωτή εργασία, όπως τη γνωρίζουμε, καταργείται και ο άνθρωπος επανανθρωποποιείται. Εννοείται ότι μαζί με το κράτος καταργείται και το αστικό δίκαιο και αντικαθίσταται απ τους στοιχειωδέστερους κανόνες για την αρμονική συμβίωση των ανθρώπων, οι οποίοι προϋπήρχαν της πρώτης εγκαθίδρυσης του κράτους. Όπως καταλαβαίνει κανείς, πρόκειται για μια μακρόχρονη διαδικασία με απρόβλεπτες ανακατατάξεις και συγκρούσεις, γι αυτό συνεχώς ο Μαρξ επαναλαμβάνει ότι δεν πρόκειται για ένα μοντέλο έτοιμο προς εφαρμογή, αλλά περισσότερο για ένα στοίχημα ουσιαστικά της ανθρωπότητας. Το μακρόχρονο αυτής της διαδικασίας κάνει επιβεβλημένο επίσης η προφανής αναγκαιότητα μιας πλήρους μεταστροφής του ανθρώπου. Αυτή η σειρά βεβαία ανατρέπεται σε πολλά επιμέρους έργα του, αλλά αυτό που ενδιαφέρει εμάς είναι ότι καταπιάνεται με τα ίδια ζητήματα μέχρι το τέλος της ζωής του 2. 2 Οι ίδιες αρχές διέπουν τις αναλύσεις του Μαρξ σε όλα τα έργα του: η αρχή ότι η ιστορία είναι η θεμελιώδης επιστήμη του ανθρώπου, η αρχή ότι οι παραγωγικές δυνάμεις καθορίζουν τις παραγωγικές σχέσεις, η αρχή ότι το κράτος και το δίκαιο υπηρετούν την εκάστοτε άρχουσα τάξη αλλά και επηρεάζονται από τις πιέσεις της ανερχόμενης τάξης, η αρχή της πάλης των τάξεων, η αρχή της μεταβολής της εργασίας σε εμπορεύσιμο αντικείμενο στο κεφαλαιοκρατικό σύστημα, η αρχή της υποστηρικτικής λειτουργίας της ιδεολογίας, η αρχή της μετάβασης από έναν προγενέστερο σ έναν μεταγενέστερο κοινωνικό και οικονομικό σχηματισμό κ.α. Απλά σε κάθε έργο του δίνει μεγαλύτερη έμφαση σε ορισμένες από τις αρχές αυτές απ ότι σε ορισμένες άλλες. Για ώριμο Μαρξ μπορούμε [5]

Θα παρουσιάσουμε τις απόψεις του πάνω στα θέματα αυτά όπως τις εκθέτει στα σημαντικότερα έργα του με χρονολογική σειρά, τόσο για πρακτικούς λόγους, όσο και για να καταδείξουμε τη συνέχεια που υπάρχει στη σκέψη του και πόσο λανθασμένη είναι η αντίληψη που διαχωρίζει ριζικά τον ώριμο κοινωνιολόγο και οικονομολόγο Μαρξ απ τον νεαρό φιλόσοφο Μαρξ 3. Γι αυτόν ακριβώς το σκοπό δεν παρακάμπτονται οι επαναλήψεις των σημαντικών θέσεων του Μαρξ από έργο σε έργο, κάτι που απαιτεί την κατανόηση και την επιείκεια του αναγνώστη. Στην πορεία αυτή παρατίθενται και μερικά χωρία από έργα του Μαρξ που δεν έχουν αυστηρά άμεση σχέση με την προβληματική της εργασίας (λ.χ. από το Μισθωτή Εργασία και Κεφάλαιο). Αυτό γίνεται για την εξοικείωση του αναγνώστη με το λεξιλόγιο του Μαρξ και την κατανόηση της σφαιρικής λογικής του. να μιλήσουμε, σύμφωνα με τον Μπαγιόνα, μόνο στο Κεφάλαιο, όπου αναλύεται λεπτομερώς το σύστημα της υπεραξίας που απλά προϋποτίθεται στα προηγούμενα έργα του (βλ. Αύγουστος Μπαγιόνας, Διαλεκτική και Πολιτική στον Πρώιμο Μαρξ: τέσσερις μελέτες, Πανεπιστήμιο Πατρών, 1997, σσ. 19-20). 3 Αυτή την άποψη υποστήριξε πρώτος ο Louis Althusser με την περιώνυμη επιστημολογική τομή του. Σύμφωνα με την άποψη αυτή, τα νεανικά κείμενα του Μαρξ εκφράζουν ακόμα μια εγελιανή και φοϋερμπαχική ιδεολογία, ενώ τα τελευταία δομούν τις βασικές έννοιες του διαλεκτικού και ιστορικού υλισμού (βλ. Lucio Colletti, Για το νεαρό Μαρξ, μτφ. Πέτρος Παπασαραντόπουλος, Εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα, 1977, σ. 23). [6]

[7]

ΠΡΩΤΗ ΕΝΟΤΗΤΑ Φιλοσοφικές προϋποθέσεις i. Καταβολές Ο νεαρός Μαρξ, σπουδάζοντας φιλοσοφία στη Γερμανία του Καντ, του Φίχτε και του Χέγκελ, ήταν αναπόφευκτο να μη μείνει ανεπηρέαστος από την ιδεαλιστική σχολή της γενέτειρας του. Ακόμα και στη διδακτορική του διατριβή πάνω στη φιλοσοφία, δε φαίνεται να έχει αποδεσμευτεί πλήρως απ τον Γερμανικό ιδεαλισμό, αν και μπορούμε να ανιχνεύσουμε ψήγματα ενός προμαρξιστικού υλισμού 4. Στη Γερμανία, όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη, εκείνοι που ισχυρίζονταν πως το πνεύμα υπήρχε πριν από τη φύση και υποστήριζαν έτσι μια κάποιου είδους δημιουργία του κόσμου -μια δημιουργία που πολύ συχνά στους φιλοσόφους, λόγου χάρη στο Χέγκελ, είναι πολύ περισσότερο πολύπλοκη και απίθανη απ ότι στο Χριστιανισμό- σχημάτισαν το στρατόπεδο του ιδεαλισμού 5. Οι άλλοι, που θεωρούσαν τη φύση ως το πρωταρχικό στοιχείο, ανήκουν στις διάφορες σχολές του υλισμού 6. Το βήμα παραπάνω έγινε με τον Feuerbach, όπου συναντάμε έναν πρώιμο υλισμό. Ο Feuerbach ήταν ο πρώτος Γερμανός που κατέβασε τη φιλοσοφία απ τη γη στον ουρανό. Το πρώτο του βήμα ήταν η κατάρριψη της θρησκείας. Υποστήριζε ότι ο θεός ήταν δημιούργημα των ανθρώπων, αντανάκλαση της ύπαρξης τους στο μυαλό τους, γι αυτό και 4 Εκεί (Η Διαφορά της Φιλοσοφίας της Φύσης στο Δημόκριτο και στον Επίκουρο, 1841) ο Μαρξ κατηγορεί το Δημόκριτο πως ο υλισμός του δεν καθοδηγεί τους ανθρώπους στην πρακτική τους δράση (βλ. Φρίντριχ Ένγκελς, Λουδοβίκος Φόϋερμπαχ και το τέλος της κλασικής Γερμανικής Φιλοσοφίας, μτφ. Φ. Φωτίου, Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 1967, σημείωση #30 του μεταφραστή, σ. 103). Ο Μαρξ θα αναπτύξει περαιτέρω αυτή του τη σκέψη για να καταλήξει στην περίφημη ρήση της 11 ης θέσης για τον Feuerbach (βλ. παρακάτω). Επίσης, ακόμα πιο πίσω, σε μια επιστολή προς τον πατέρα του, το 1837, γράφει ότι «Ξεκινώντας από τον ιδεαλισμό» έφτασε να ζητάει «την Ιδέα μέσα στην ίδια την Πραγματικότητα» (βλ. Παπαϊωάννου, ό.π., σ. 35). 5 Για τους ιδεαλιστές ο κοινωνικός κόσμος είναι προϊόν των ιδεών. Οι ιδέες που αναπτύσσουμε καθίστανται πραγματικές. Η ιστορία δεν είναι παρά η πραγμάτωση του Λόγου (βλ. Ian Craib, Κλασική Κοινωνική Θεωρία, Μια εισαγωγή στη σκέψη των Μαρξ, Βέμπερ, Ντυρκέμ και Ζίμμελ, μτφ. Μάρκος Καρασαρίνης-Παντελής Λέκκας, Εκδόσεις Κατάρτι, Αθήνα, 2009, σ. 22). 6 Ένγκελς, Λουδοβίκος Φόϋερμπαχ, ό.π., σ. 29. Ο υλισμός είναι η άποψη που υποστηρίζει πως μόνο η ύλη είναι πραγματική, το θεμελιώδες συστατικό του σύμπαντος. Μόνο οι οντότητες, οι λειτουργίες ή οι έννοιες που συλλαμβάνονται από τις αισθήσεις είναι πραγματικές. Το σύμπαν προέρχεται μόνο από υλικές, άψυχες, μη πνευματικές λειτουργίες και οντότητες. Οι πνευματικές λειτουργίες παράγονται μόνο από υλικές οντότητες ή διαδικασίες και από μόνες τους δεν μπορούν να φέρουν αποτέλεσμα. Δεν υπάρχει τίποτε υπερφυσικό ή πνευματικό. Όλες οι ποιοτικές διαφορές μπορούν να ερμηνευτούν με ποσοτικές διαφορές, όλα εξηγούνται με όρους της ύλης που βρίσκεται σε κίνηση. Τα μόνα αντικείμενα που μπορεί να εξετάσει η επιστήμη είναι φυσικά ή υλικά. Έτσι ορίζει τον υλισμό ο Dagobert D. Runes στο Λεξικό του της Φιλοσοφίας (βλ. John Lewis, Ο Μαρξισμός του Μαρξ, μτφ. Τζένη Μαστοράκη, Εκδόσεις Μπουκουμάνη, Αθήνα, 1975, σ. 104). [8]

είχε ανθρώπινα χαρακτηριστικά. Η αθλιότητα της φυσικής τους ύπαρξης τους οδήγησε να τον επινοήσουν για να παρηγορούνται. Επειδή αδυνατεί το άτομο να κάνει μια ζωή σύμφωνη με την «ουσία του ανθρώπινου γένους» αναγκάζεται να μεταθέτει τη ζωή αυτή στον ουρανό και να μεταλλάσσει την ουσία του ανθρώπινου γένους σε θεό με την «αλλοτρίωση» των ιδιοτήτων του ανθρώπινου γένους στο θεό, και της ζωής, που αντιστοιχεί με τη ζωή του γένους, σε επουράνια ζωή. Με τη θρησκευτική αυτή «αλλοτρίωση» προκύπτει ένας διπλασιασμός του ανθρώπου σε έναν ψεύτικο επουράνιο και σε έναν πραγματικό εγκόσμιο 7. Το δεύτερο βήμα του Feuerbach ήταν να τοποθετήσει στο θρόνο της Ιδέας τη Φύση, η οποία έγινε το ενεργών υποκείμενο στο φιλοσοφικό του σύστημα. Διακήρυξε ότι η κινητήρια δύναμη της ιστορίας δεν ήταν πνευματική, αλλά το άθροισμα των υλικών συνθηκών που σε κάθε δεδομένη στιγμή υποχρεώνουν τους ανθρώπους, που ζουν στη συνάφεια τους, να δρουν και να σκέφτονται με συγκεκριμένο τρόπο 8. Αντίθετα, στο Εγελιανό σύστημα η φύση συνιστά μόνο την αποξένωση της απόλυτης ιδέας. Οπωσδήποτε η σκέψη και το προϊόν της, η ιδέα, είναι εδώ το πρωταρχικό, η φύση το παράγωγο που γενικά υπάρχει μόνο χάρη στη συγκατάθεση της ιδέας 9. Ο Χέγκελ τοποθετεί στη θέση του υποκειμένου το απόλυτο πνεύμα, το θεό που «γνωρίζει τον εαυτό του σαν απόλυτη αυτοσυνείδηση, την αυτό-γνωριζόμενη και αυτό-εκδηλωνόμενη ιδέα». Ο πραγματικός άνθρωπος και η πραγματική φύση τοποθετούνται στη θέση του απλού κατηγορουμένου, του αποτελέσματος, του «συμβόλου αυτού του άδηλου, μη πραγματικού ανθρώπου και αυτής της μη πραγματικής φύσης» 10. Για τον Μαρξ, αντίθετα, όπως θα δούμε και παρακάτω, η ανθρώπινη πράξη είναι το υποκείμενο και η ιδέα είναι η αντανάκλαση, το 7 Ένγκελς, ό.π., σ. 108. Το πραγματικά πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση είχε κάνει ένα άλλος θεολόγος και φιλόσοφος, ο David Friedrich Strauss, απ τον οποίο προφανώς επηρεάστηκε ο Feuerbach. O Strauss, στο έργο του Ο βίος του Ιησού (1835), βλέπει τον Ιησού σαν έναν απλό άνθρωπο και ερμηνεύει τα ευαγγέλια σαν μυθικά δημιουργήματα που ενσάρκωναν τις ελπίδες και του πόθους των πρώτων χριστιανικών κοινοτήτων. Υποστηρίζει επίσης ότι η θεμελιώδης αλήθεια του χριστιανισμού, η ενότητα θείας και ανθρώπινης φύσης, δεν μπορούσε να πραγματωθεί αποκλειστικά στο πρόσωπο του Χριστού, αλλά στην ανθρωπότητα σα σύνολο (βλ. Ben Fine, Τι είναι το «Κεφάλαιο» του Μαρξ, μτφ. Μπάμπη Γραμμένου, Εκδόσεις Γλάρος, Αθήνα, 1976, σσ. 12-13). 8 Isaiah Berlin, Καρλ Μαρξ, η ζωή και η εποχή του, μτφ. Γ.Ν. Μέρτικας, Εκδόσεις Scripta, Αθήνα, 1998, σ. 100. 9 Ο Χέγκελ υποστήριζε ότι μόνο αφηρημένες ιδέες έχουν κύρος μέσα στους ανθρώπους. Επίσης, θεωρούσε το γάμο, την οικογένεια, το κράτος, τα ατομικά αποκτώμενα κέρδη, την πολιτική τάξη, την ιδιοκτησία κ.λπ., στοιχεία «θεϊκά και ιερά», «ενσαρκώσεις της θρησκείας» (βλ. Καρλ Μαρξ, Φρ. Ένγκελς, Γερμανική ιδεολογία, Α Τόμος, μτφ. Κ. Φιλίνη, Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα, 1979, σσ. 247-248). 10 Ο Χέγκελ θεωρεί κάθε αντικειμενοποίηση του πνεύματος -ιδιαίτερα της φύσης και του κόσμου των αντικειμένων- σαν ένα είδος αλλοτρίωσης, λες και δημιουργώντας κάτι χάνουμε τον εαυτό μας μέσα σ αυτό (Lewis, ό.π., σσ. 153-154). [9]

κατηγορούμενο της πρώτης 11. Ο Χέγκελ, όπως το θέτει ο Μαρξ στην Κριτική της Εγελιανής Φιλοσοφίας του Κράτους και του Δικαίου και το επαναλαμβάνει στα Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα, αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα με το κεφάλι προς τα κάτω 12. Και μέσα σ αυτήν την αντίφαση στριφογυρίζουν όσα καλά και άσχημα μπορούν. Αντίθετα στον Feuerbach, η φύση υπάρχει ανεξάρτητα από κάθε φιλοσοφία, είναι η βάση πάνω στην οποία οι άνθρωποι, προϊόντα και οι ίδιοι της φύσης, μεγαλώσαμε. Πέρα από τη φύση και τους ανθρώπους δεν υπάρχει τίποτα, και τα ανώτερα όντα που έπλασε η θρησκευτική μας φαντασία είναι μόνο η φανταστική αντανάκλαση της δικής μας ουσίας 13. Ο Feuerbach είχε απόλυτο δίκιο λέγοντας πως ο απλός επιστημονικός υλισμός αποτελεί «τη βάση του οικοδομήματος της ανθρώπινης γνώσης, μα όχι και το οικοδόμημα το ίδιο», γιατί δε ζούμε απλά μέσα στη φύση αλλά και μέσα στην ανθρώπινη κοινωνία, η οποία έχει την ιστορία της εξέλιξης της και την επιστήμη της όσο και η φύση. Πρέπει λοιπόν να φέρουμε σε συμφωνία την επιστήμη της κοινωνίας, δηλαδή το σύνολο από τις ιστορικές και φιλοσοφικές επιστήμες, με την υλιστική βάση και να οικοδομήσουμε πάνω σ αυτή. Ο Feuerbach όμως δεν έφτασε σε τέτοιο επίπεδο. Παρά τις βάσεις που έθεσε, παρέμενε δέσμιος των πατροπαράδοτων ιδεαλιστικών δεσμών, κάτι που αναγνωρίζει με τα εξής λόγια: «Προς τα πίσω συμφωνώ με τον υλισμό, όχι όμως και προς τα μπρός» 14. Το λάθος του Feuerbach κατά τον Μαρξ, το οποίο τον καθήλωνε σε ένα μεταφυσικό επίπεδο σκέψης, ήταν η αντίληψη του για την ανθρώπινη φύση, την οποία αντιμετώπιζε μόνο ειδολογικά. Με απλά λόγια θεωρούσε ότι αυτό που συνέδεε έναν άνθρωπο με έναν άλλο ήταν απλά η κοινή τους φύση, η ανθρώπινη. Συνεχίζοντας να αναπτύσσει έτσι απλοϊκά το σύστημα του, κατέληγε στο συμπέρασμα ότι για να υπάρχει αρμονία σε μια ανθρώπινη κοινωνία, αρκεί η αγάπη μεταξύ των μελών της. Αυτή η πρόκριση της αγάπης - που ενέπνευσε, μεταξύ άλλων, τους θεωρητικούς του Γερμανικού ή Αληθινού Σοσιαλισμού 15 - δεν ήταν τυχαία, αλλά εκδηλώθηκε ως απάντηση στην κυριαρχία της 11 Ομοίως, στην Αγία Οικογένεια, ο Μαρξ θα γράψει ότι ο Χέγκελ τοποθετεί στη θέση της «πραγματικής συνάρτησης ανθρώπου και φύσης» ένα «απόλυτο υποκείμενο-αντικείμενο, το απόλυτο Πνεύμα που είναι ταυτόχρονα όλη η φύση και όλη η ανθρωπότητα». Στην εγελιανή φιλοσοφία της φύσης αλλά και της ιστορίας, όπως θα δούμε και παρακάτω, «ο γιός γεννάει τη μητέρα, το πνεύμα τη φύση, το αποτέλεσμα την αιτία» (βλ. Καρλ Μαρξ, Φρ. Ένγκελς, Η Αγία Οικογένεια [ή Κριτική της Κριτικής], μτφ. Σ. Καμπουρίδη, Εκδόσεις Αναγνωστίδη, Αθήνα, 1978, σ. 211). Στο ίδιο έργο υπογραμμίζει ότι η αυτοσυνειδησία δεν παράγει τον πραγματικό άνθρωπο, αλλά είναι προϊόν της δράσης του τελευταίου. Η λογική ουσία εξηγείται από τη φύση και όχι το αντίστροφο (βλ. Μπαγιόνας, ό.π., σ. 60). 12 Καρλ Μαρξ, Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα, μτφ. Μπάμπη Γραμμένου, Εκδόσεις Γλάρος, Αθήνα, 1975, σ. 190. 13 Ένγκελς, Λουδοβίκος Φόϋερμπαχ, ό.π., σ. 24. 14 Ό.π., σσ. 37-38. 15 Σοσιαλιστική θεωρία που πρωτοεμφανίστηκε την τέταρτη δεκαετία του 19 ου αιώνα στη Γερμανία και διαδόθηκε στους μικροαστούς διανοούμενους. Οι κυριότεροι εκπρόσωποι της ήταν ο Κάρολος Γκρυν, ο Μωυσής Χες και ο Έρμαν Κρίγκε. Ο αληθινός σοσιαλισμός μετέτρεπε το σοσιαλισμό σε [10]

καθαρής σκέψης, η οποία είχε καταντήσει ανυπόφορη στη Γερμανία 16. Η λατρεία του αφηρημένου ανθρώπου 17, ο πυρήνας της νέας θρησκείας του Feuerbach, έπρεπε να αντικατασταθεί από την επιστήμη των πραγματικών ανθρώπων και την ιστορική τους εξέλιξη (ιστορικός υλισμός). Αυτή η παραπέρα ανάπτυξη της Φοϋερμπαχιανής άποψης ξεκινά στον Μαρξ το 1845 με την Αγία Οικογένεια 18. Στις Θέσεις για τον Φόυερμπαχ ο Μαρξ εκθέτει συστηματικότερα τις αδυναμίες του Φουερμπαχιανού υλισμού και ταυτόχρονα μας εισάγει στη δική του νέα θεωρία. Μια πρώτη βασική ατέλεια του συστήματος του Feuerbach είναι ότι δεν συνέλαβε την αλληλεπίδραση ανθρώπου και αισθητού κόσμου. Θεώρησε τη θεωρητική στάση σαν τη μοναδική γνήσια ανθρώπινη ενώ η υλική δραστηριότητα του ανθρώπου είναι η πραγματικά «επαναστατική», γιατί μεταβάλλει τόσο τον υλικό κόσμο όσο και την ανθρώπινη φύση 19. Έτσι δεν είναι απλά ο άνθρωπος το υποκείμενο και ο υλικός κόσμος το αντικείμενο, αλλά η διαλεκτική τους σχέση, η ανθρώπινη υλική-πρακτική δραστηριότητα, η εργασία 20, η παραγωγή είναι αυτή που διαμορφώνει την ιστορία (1 η θέση). Επίσης, η εύρεση της αντικειμενικής αλήθειας είναι έργο της πράξης και όχι της θεωρίας. «Η φιλονικία για την πραγματικότητα ή μη πραγματικότητα ενός πράγματος, που έχει απομονωθεί από την ένα κήρυγμα αγάπης και αδελφοσύνης και δεν αποδεχόταν καμιά επαναστατική δράση. Ο Μαρξ και ο Ένγκελς άσκησαν οξύτατη κριτική στη θεωρία αυτή στα έργα τους Γερμανική Ιδεολογία και Κομμουνιστικό Μανιφέστο, καθώς και σε πολλά άρθρα τους (βλ. Καρλ Μαρξ, Η 18 η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη, μτφ. Φ. Φωτίου, Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 1986, σημ. # 77 του μτφ., σ. 188). 16 Λουδοβίκος Φόϋερμπάχ, ό.π., σ. 25. 17 Στη Γερμανική Ιδεολογία ο Μαρξ επικρίνει τους φιλοσόφους που μελετούν τον αφηρημένο άνθρωπο κι όχι τους ανθρώπους όπως είναι στην πραγματικότητα, τέκνα της ιστορίας και του περιβάλλοντος τους. Γι αυτό τους δίνει ονόματα ηρώων του Δον Κιχώτη, λ.χ. αποκαλεί τον Max Stirner Σάντσο, αφού ο συμπαθής χαρακτήρας έπαιρνε για πραγματικότητα το φανταστικό κόσμο των ιπποτικών μυθιστορημάτων (βλ. Καρλ Μαρξ, Φρ. Ένγκελς, Η Γερμανική Ιδεολογία, Β τόμος, μτφ. Γιάννης Κρητικός-Κώστας Φιλίνης, Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα, 1979, σ. 134). 18 Φόϋερμπάχ, ό.π., σσ. 54-55. 19 Τη βασική ιδέα ότι ο άνθρωπος, όταν φτιάχνει την ιστορία, φτιάχνει συνάμα και τον εαυτό του, την πήρε ο Μαρξ απ τη Φαινομενολογία του Πνεύματος του Χέγκελ. Μόνο που στο Χέγκελ ο άνθρωπος φτιάχνει την ιστορία με τη σκέψη, ενώ στο Μαρξ με την πράξη (βλ. John Lewis, H ζωή και η διδασκαλία του Καρλ Μαρξ, μτφ. Τζένη Μαστοράκη, Εκδόσεις Μπουκουμάνη, Αθήνα, 1976, σ. 107). 20 Ο Μαρξ θα επιδοκιμάσει το Χέγκελ για το ρόλο που αποδίδει στην εργασία σε ότι αφορά τη διαδικασία δημιουργίας του ανθρώπου, αλλά θα τον επικρίνει γιατί η εργασία γι αυτόν υφίσταται μόνο σαν διανοητική εργασία, σα σκέψη. Έτσι, μια αλλοτρίωση που λαμβάνει χώρα στη σκέψη, μπορεί να καταργηθεί μόνο στη σκέψη, δηλαδή μέσω της φαντασίας. Συνακόλουθα ο Χέγκελ, ουσιαστικά, αναγκάζεται να συμβιβαστεί με την υπάρχουσα πραγματικότητα, ενώ ο Μαρξ αντιπαραθέτει στην εγελιανή διανοητική εργασία τον δικό του συνεπή νατουραλισμό, δηλαδή «την αισθητήρια, πρακτική δραστηριότητα του πραγματικού φυσικού ανθρώπου» (βλ. Μπάμπης Γραμμένος, Πρόλογος στο: Καρλ Μαρξ, Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα, ό.π., σ. 16). [11]

πράξη, είναι ζήτημα καθαρά σχολαστικό» (2 η θέση). Κατόπιν, ασκώντας κριτική στην αριστοκρατία του πνεύματος -ακόμα και των πρώτων ουτοπικών σοσιαλιστών, όπως ο Robert Owen- υποστηρίζει ότι η ανθρώπινη δραστηριότητα, η επαναστατική πράξη είναι που μεταβάλλει τις περιστάσεις και ότι «ο παιδαγωγός πρέπει να διαπαιδαγωγηθεί» (3 η θέση). Στη συνέχεια ο Μαρξ παρατηρεί ότι ο Feuerbach ορθά συνέλαβε τις αιτίες που οδήγησαν τον άνθρωπο να κατασκευάσει το θεό και να δημιουργήσει ένα «βασίλειο στα σύννεφα» ανεξάρτητο απ την «εγκόσμια υποδομή» (βλ. παραπάνω), αλλά δεν προχώρησε περισσότερο. Απλά κατέδειξε ότι οι βάσεις της «θρησκευτικής αλλοτρίωσης» ήταν ανθρώπινες, αλλά δεν κατανόησε ότι για να αρθεί η τελευταία πρέπει να εξαλειφθούν η αυτοδιάλυση και οι αντιφατικότητες της «κοσμικής βάσης», δηλαδή της κοινωνίας (4 η θέση). Στην 5 η θέση, ο Feuerbach ορθά προκρίνει την «υλική εποπτεία (ή αισθησιακή ενόραση)» 21 έναντι της αφηρημένης σκέψης ως μέσο για την εύρεση της αντικειμενικής πραγματικότητας, αλλά όσο αντιλαμβάνεται τον αισθητό κόσμο απλά ως παθητικό αντικείμενο της εποπτείας αυτής και δεν συλλαμβάνει τη διαλεκτική σχέση ανθρώπου-ύλης (βλ. 1 η θέση), δεν μπορεί να αποδεσμευθεί πλήρως απ τον ιδεαλισμό 22. Στη σημαντικότατη 6 η θέση, ο Μαρξ επισημαίνει ότι ο Feuerbach, ανάγοντας τη «θρησκευτική αλλοτρίωση» σε υπόθεση του «αφηρημένου-απομονωμένου ατόμου», παραγνώρισε την ουσία της ανθρώπινης φύσης. Η ανθρώπινη ουσία δεν είναι απλά «το γένος [είδος], η εσωτερική βουβή γενικότητα που συνδέει μόνο με φυσικό τρόπο τα πολλά άτομα», αλλά το «σύνολο των κοινωνικών τους σχέσεων» 23. Αναπτύσσοντας περισσότερο την ίδια σκέψη, στην 7 η 21 Άλλοι μελετητές το μεταφράζουν ως εποπτικό ή ενατενιστικό υλισμό. 22 Για τον Feuerbach, η ιστορία του ανθρώπου ταυτίζεται με την ιστορία της καθοριστικής επίδρασης του φυσικού περιβάλλοντος πάνω του μέσα στην κοινωνία συνεπώς, η γνώση των φυσικών νόμων από μόνη της καθιστά τον άνθρωπο κυρίαρχο των φυσικών δυνάμεων, καθώς του επιτρέπει να προσαρμόσει ενσυνείδητα τη ζωή του σ αυτές (βλ. Berlin, ό.π., σ. 100). Ο Ένγκελς, σε φιλοσοφικό επίπεδο, φαίνεται να περιπίπτει στο ίδιο λάθος με τον Feuerbach, προσκολλώμενος στη θεωρία της αντανάκλασης, θεωρώντας τη γνώση ως απλή αποδοχή εντυπώσεων από το υλικό περιβάλλον. Περιγράφοντας συνοπτικά το φιλοσοφικό θεμέλιο του νέου υλισμού, γράφει: «Αντιληφθήκαμε τις ιδέες στο κεφάλι ξανά υλιστικά σαν απεικόνιση των πραγματικών αντικειμένων, αντί να θεωρούμε τα πραγματικά αντικείμενα σαν απεικονίσεις αυτής ή εκείνης της βαθμίδας της απόλυτης ιδέας», όπως έκανε ο Χέγκελ (βλ. Φόϋερμπάχ, σ. 60). Εν ολίγοις, ο Ένγκελς θεωρούσε τις ιδέες αντανακλάσεις απλά των φυσικών αντικειμένων στο νου μέσω των αισθήσεων, ενώ ο Μαρξ αντανακλάσεις της ανθρώπινης δραστηριότητας, της εργασίας, της αλληλεπίδρασης ανθρώπου και φύσης. Ο άνθρωπος ορθώνεται απέναντι στον υλικό κόσμο γνωρίζοντας τον όχι μέσω των αισθήσεων, αλλά καθώς τον μεταβάλλει, τον ξαναφτιάχνει για να πετύχει τους σκοπούς του. Όπως θα γράψει αργότερα στο Κεφάλαιο, ο άνθρωπος «ενεργώντας πάνω στον κόσμο και μεταβάλλοντας τον, ταυτόχρονα αλλάζει και τη δική του φύση. Αναπτύσσει τις λανθάνουσες δυνάμεις του και τις αναγκάζει να δράσουν υπακούοντας στην κυριαρχία του» (βλ. Lewis, Ο Μαρξισμός του Μαρξ, ό.π., σσ. 111, 147). 23 Την ίδια σκέψη ανιχνεύουμε λίγα χρόνια νωρίτερα και στην Εισαγωγή, όπου ο Μαρξ γράφει: «Ο άνθρωπος δεν είναι μια αφηρημένη ουσία κουρνιασμένη κάπου έξω από τον κόσμο. Ο άνθρωπος είναι ο κόσμος του ανθρώπου, το κράτος, η κοινωνία» (βλ. Καρλ Μαρξ, Εισαγωγή στην Κριτική της Εγελιανής Φιλοσοφίας του Κράτους και του Δικαίου, ως παράρτημα στο: Καρλ Μαρξ, Κριτική της Εγελιανής Φιλοσοφίας του Κράτους και του Δικαίου, μτφ. Μπάμπης Λυκούδης, Εκδόσεις Παπαζήση, [12]

θέση θα πει ότι το θρησκευτικό αίσθημα -με το μυστικισμό και τις αυταπάτες του, όπως και κάθε ιδεολογία- είναι κοινωνικό προϊόν -των κοινωνικών αντιφάσεων- και ότι «το αφηρημένο άτομο που αναλύει [ο Feuerbach], στην πραγματικότητα ανήκει σε κάποια ορισμένη κοινωνική μορφή». Άλλωστε και η εξαφάνιση των ιδεολογιών θα στηρίζεται σε κοινωνικά αίτια, δηλαδή στην αντικατάσταση των αντιφατικών κοινωνικών σχέσεων από τις πραγματικές ανθρώπινες, μέσω της επαναστατικής πράξης. Έτσι θα συμπεράνει συνακόλουθα, στην 8 η θέση, ότι όταν κατανοήσουμε την ανθρώπινη πράξη, δηλαδή την κοινωνική φύση της ζωής, θα μπορέσουμε να λύσουμε «όλα τα μυστήρια που ωθούν τη θεωρία προς το μυστικισμό». Παρακάτω, στην 9 η και 10 η θέση, θα πει ότι στην παλιά «κοινωνία των πολιτών» (ή «πολιτική κοινωνία») το μεμονωμένο άτομο απλά εποπτεύει και γνωρίζει τον κόσμο. Ο Μαρξ σ αυτόν τον εποπτικό υλισμό αντιπαραθέτει το δικό του νέο υλισμό που προϋποθέτει μια ανθρώπινη κοινωνία ή κοινωνικοποιημένη (συγκροτημένη σε κοινωνία) ανθρωπότητα, στην οποία το άτομο μέσω της επαναστατικής του πράξης μεταβάλλει τον κόσμο. Άλλωστε, όπως το θέτει στην 11 η και τελευταία θέση του για τον Feuerbach, «οι φιλόσοφοι απλά εξηγούσαν τον κόσμο με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, αλλά το ζήτημα είναι να τον μεταβάλλουμε». Η φιλοσοφία σα θεωρητική και αφηρημένη σκέψη είναι στείρα μόνο όταν μεταβληθεί σε επαναστατική θεωρία, σε οδηγό για την επαναστατική πράξη που κάνει τον άνθρωπο να ζήσει μια ζωή σύμφωνη με την «ουσία του ανθρώπου», γίνεται κινητήρια δύναμη της ιστορίας 24. Ο Μαρξ, αντλώντας τα πιο ουσιώδη στοιχεία απ τη Χεγκελιανή και την Φουερμπαχιανή θεωρία, δηλαδή τη διαλεκτική μέθοδο (βλ. παρακάτω) και την πρωτοκαθεδρία της φύσης (δηλαδή της ύλης) αντίστοιχα, ανέπτυξε τη δική του θεωρία, τον ιστορικό υλισμό. Αθήνα, 1978, σ. 17). Επίσης, στα Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα (ΟΦΧ στο εξής) ο Μαρξ θα υπογραμμίσει ότι «η σχέση του ανθρώπου προς τον εαυτό του γίνεται αντικειμενική και πραγματική γι αυτόν μόνο μέσα από τη σχέση του προς τους άλλους ανθρώπους» (Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα, ό.π., σ. 101). Αλλά και ακόμα νωρίτερα, στην Κριτική της Εγελιανής Φιλοσοφίας του Κράτους και του Δικαίου (Κριτική στο εξής), ο Μαρξ έγραφε: «η ουσία της επιμέρους προσωπικότητας δεν είναι η γενειάδα της, το αίμα της, η αφηρημένη φυσική της υπόσταση, αλλά αντίθετα η κοινωνική της ιδιότητα» (Κριτική, ό.π., σ. 54). Πολύ αργότερα, στην Εισαγωγή στην Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας, ο Μαρξ εξακολουθεί να υποστηρίζει ότι «η κοινωνική ύπαρξη των ανθρώπων καθορίζει τη συνείδηση τους» (βλ. Eleanor Leacock, Εισαγωγή στο: Φρίντριχ Ένγκελς, Η Καταγωγή της Οικογένειας, της Ατομικής Ιδιοκτησίας και του Κράτους, μτφ. Μαρία Γιαταγάνα, Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 1982, σ. 78). 24 Καρλ Μαρξ, Θέσεις για τον Φόϋερμπάχ, ως παράρτημα στο: Ένγκελς, Λουδοβίκος Φόϋερμπάχ, ό.π., σσ. 85-90. [13]

ii. Φιλοσοφία της ιστορίας Ιστορικός Υλισμός Η μαρξική φιλοσοφία της ιστορίας έχει πολλά στοιχεία παρμένα απ την εγελιανή. Το βασικότερο είναι η χρήση της διαλεκτικής μεθόδου. Για παράδειγμα, ο Μαρξ, όπως και ο Χέγκελ, απορρίπτει την κυκλική πορεία της ιστορίας και στη θέση της τοποθετεί μια διαλεκτική, προοδευτική, ευθύγραμμη πορεία. Η βασική διαφορά είναι ότι ο Χέγκελ τοποθετεί στη θέση του υποκειμένου της ιστορίας το πνεύμα ενώ ο Μαρξ τον άνθρωπο και ειδικότερα τις ανθρώπινες κοινωνικές σχέσεις 25. Ο πρώτος υποστηρίζει στη Φιλοσοφία της Ιστορίας, όπως υπογραμμίζει ο Γ. Πλάγγεσης, ότι «το λογικό ή το πνεύμα εκφράζεται πάντα με διαφορετικές μορφές πολιτισμού και αδυνατεί να εκφραστεί με μορφές που έχει παρακάμψει και αρνηθεί. Η επιστροφή στο παρελθόν δεν είναι δυνατή» 26. Ο Χέγκελ απλά ανακάλυψε την αφηρημένη, λογική, θεωρητική έκφραση της κίνησης της ιστορίας. Όταν, λόγου χάρη, ο Χέγκελ αντιλαμβάνεται τον πλούτο, τη δύναμη του κράτους κ.λπ., σαν οντότητες αποξενωμένες από την ύπαρξη του ανθρώπου, τις αντιλαμβάνεται μόνο στη μορφή τους σα σκέψη είναι οντότητες της σκέψης έτσι ολόκληρη η κίνηση καταλήγει σε απόλυτη γνώση. «Η αισθητή νόηση, η θρησκεία, η δύναμη του κράτους κ.λπ., είναι πνευματικές οντότητες, γιατί το πνεύμα και μόνο είναι η αληθινή ουσία του ανθρώπου, και η αληθινή μορφή του πνεύματος σαν σκεπτόμενου πνεύματος, το λογικό θεωρητικό πνεύμα». Για το Χέγκελ η ανθρώπινη φύση ταυτίζεται με την αυτοσυνείδηση. Ο άνθρωπος που κυριαρχεί στην ύπαρξη του είναι η αυτοσυνείδηση που κυριαρχεί στην αντικειμενική ύπαρξη. Αντίθετα, κατά τον Μαρξ, στην πραγματικότητα το ιδιωτικό δίκαιο, η ηθική, η οικογένεια, η κοινωνία, το κράτος κ.λπ., συνεχίζουν να υφίστανται, αλλά όχι απομονωμένες σαν ιδέες. Έχουν γίνει ροπές δύναμης και κίνησης, τρόποι ανθρώπινης ύπαρξης που αλληλοσυγκρούονται και γονιμοποιούνται μεταξύ τους. Ο Μαρξ αντιλαμβάνεται διαλεκτικά την πορεία του ανθρώπου μέσα στην ιστορία, αλλά ο 25 Πιο συγκεκριμένα, ο Χέγκελ διαχωρίστηκε κάθετα από την αντίληψη του Leibniz ότι η ανάπτυξη συνιστά μια αναπόδραστη ευθύγραμμη πρόοδο κάποιας ουσίας που σταδιακά ανελίσσεται από δυνάμει σε ενεργεία. Πίστευε στην πραγματικότητα και την αναγκαιότητα των συγκρούσεων, των πολέμων και των επαναστάσεων, γενικά της τραγικής φθοράς και καταστροφής μέσα στον κόσμο. Ακολουθώντας τον Fichte, υποστήριξε ότι σε κάθε διαδικασία υπάρχει ένταση ανάμεσα σε ασυμβίβαστες δυνάμεις -η καθεμία από τις οποίες αντιστέκεται στην άλλη- και απ αυτή την αμοιβαία σύγκρουση προωθείται η δική τους ανάπτυξη. Ωστόσο, για να φτάσουμε στο σημείο της σύγκρουσης με το Μαρξ, η ιστορία της ανθρωπότητας για το Χέγκελ είναι καθεαυτή η ιστορία της προόδου του πνεύματος κατά τη διαδικασία της αυξανόμενης αυτεπίγνωσης του. Ολόκληρη η ιστορία γίνεται ιστορία της σκέψης, δηλαδή ιστορία της φιλοσοφίας (βλ. Berlin, ό.π., σσ. 78, 82). Ο Χέγκελ περιέγραψε τα όντα και τα πράγματα να μετασχηματίζονται αδιάκοπα εξαιτίας των αντιθέσεων και των αντιφάσεων που εμπεριέχονται στην πραγματικότητα. Ο Μαρξ, αφού απέρριψε τη μυστικιστική προέλευση της, υιοθέτησε αυτή την περιγραφή, γιατί πράγματι αυτό συμβαίνει στον κόσμο (βλ. Lewis, Ο Μαρξισμός του Μαρξ, ό.π., σ. 86). 26 Γιάννης Πλάγγεσης, Νεότερη πολιτική και κοινωνική φιλοσοφία, Από τον Machiavelli στον Marx, University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2009, σ. 342. [14]

Χέγκελ αντιλαμβάνεται διαλεκτικά την πορεία του πνεύματος μέσα στο μυαλό του και την παρουσιάζει σαν την πραγματική ιστορία 27. Η αυτονόμηση των ιδεών και των στοχασμών, τους οποίους συστηματοποιούν οι φιλόσοφοι και οι ιδεολόγοι, είναι και αυτή μια συνέπεια του καταμερισμού της εργασίας (βλ. παρακάτω). Οι ιδεολόγοι και οι φιλόσοφοι θεωρούν τη θρησκεία και την πολιτική σαν τη βάση των υλικών συνθηκών ζωής. Έτσι, είναι φυσικό πάντα να καταλήγουν στη «διερεύνηση της ανθρώπινης ουσίας, δηλαδή της συνείδησης που έχει ο άνθρωπος για τον εαυτό του». Ολόκληρη η ιστορική εξέλιξη ανάγεται από τους ιδεαλιστές στις θεωρητικές αφαιρέσεις της ιστορικής εξέλιξης, όπως διαμορφώνονται στα μυαλά των φιλοσόφων και των θεολόγων της εκάστοτε εποχής. Η ιστορία του ανθρώπου γίνεται ιστορία των ιδεών 28. Η φιλοσοφία της ιστορίας, του δικαίου, της θρησκείας κ.λπ. έβαζε στη θέση της πραγματικής αλληλουχίας, που έπρεπε να αποδειχθεί με τα γεγονότα, μια αλληλουχία πλασμένη στο μυαλό του φιλοσόφου, την οποία ονόμασαν ιστορία και θεωρούσαν, τόσο στο σύνολό της όσο και στα ξεχωριστά της τμήματα, σαν τη βαθμιαία πραγματοποίηση διάφορων ιδεών, των πιο αγαπημένων του εκάστοτε φιλοσόφου 29. Σύμφωνα με τα παραπάνω, η ιστορία εργαζόταν χωρίς επίγνωση, μα με αναγκαιότητα, για έναν ορισμένο από τα πριν ιδεατό σκοπό, όπως λ.χ. στο Χέγκελ για την πραγματοποίηση της απόλυτης ιδέας του, και η ακλόνητη τάση προς την απόλυτη ιδέα αποτελούσε την εσωτερική αλληλουχία στα ιστορικά γεγονότα. Στη θέση της πραγματικής, μα άγνωστης ακόμα, αλληλουχίας έβαζαν έτσι μια καινούρια -ασυνείδητη ή που έφτανε βαθμιαία στη συνείδηση- μυστηριακή πρόνοια. Η φιλοσοφία της ιστορίας, ιδιαίτερα του Χέγκελ, αναγνωρίζει πως τα φαινομενικά κίνητρα, καθώς και τα κίνητρα που κινούν πραγματικά τους ανθρώπους για να δρουν ιστορικά, δεν είναι καθόλου τα τελικά αίτια στα ιστορικά γεγονότα, πως πίσω από αυτά τα κίνητρα βρίσκονται άλλες κινητήριες δυνάμεις και πως 27 ΟΦΧ, ό.π., σσ. 171, 174, 175, 178, 187. Στο Κεφάλαιο, ο Μαρξ θα γράψει ότι η διαλεκτική του μέθοδος είναι κατά βάση το ακριβώς αντίθετο της εγελιανής διαλεκτικής, κι όχι μια απλή αντιστροφή, όπως υποστηρίζουν άλλοι. Στο Χέγκελ η νόηση, που ονομάζεται Ιδέα και μετατρέπεται έτσι σε αυθυπόστατο υποκείμενο, δημιουργεί το πραγματικό, που αποτελεί απλά το εξωτερικό της φανέρωμα. Αντίθετα στον Μαρξ το ιδεατό είναι το υλικό, μεταφερμένο και μετασχηματισμένο στο ανθρώπινο κεφάλι. Ο Χέγκελ πρώτος εξέθεσε τις γενικές μορφές κίνησης της διαλεκτικής με τρόπο καθολικό και συνειδητό, αλλά η τελευταία στα χέρια του μυστικοποιείται την τοποθετεί με το κεφάλι κάτω. Πρέπει κάποιος να την αναποδογυρίσει και να τη στηρίξει στα πόδια της, για να αποκαλυφθεί ο λογικός πυρήνας μέσα στο μυστικιστικό περίβλημα (ελεύθερη απόδοση αποσπάσματος απ τον επίλογο της Β έκδοσης του Κεφαλαίου, στο: Josef Schleifstein, Εισαγωγή στη μελέτη του Μαρξ, του Ένγκελς και του Λένιν, μτφ. Τζένη Μαστοράκη, Εκδόσεις Επίκουρος, Αθήνα, 1976, σ. 73). 28 Γερμανική Ιδεολογία, Β τόμος, ό.π., σσ. 199, 286, 309. 29 Όπως οι ιδέες του Πλάτωνα, ο κοσμικός Λόγος των στωικών, οι έμφυτες έννοιες του Καρτέσιου, το απόλυτο πνεύμα του Χέγκελ κ.α. [βλ. Βασίλης Κύρκος, Σχόλια στην 11 η «θέση» για τον Feuerbach, στο: Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων/Τομέας Φιλοσοφίας, Α Πανελλήνιο Συνέδριο, Ο Karl Marx και η φιλοσοφία (Ιωάννινα, 3-5 Νοεμβρίου 1983), Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα, 1987, σ. 146]. [15]

αξίζει να αναζητήσουμε τις δυνάμεις αυτές. Όμως τις δυνάμεις αυτές δεν τις αναζητάει μέσα στην ίδια την ιστορία, αλλά αντίθετα τις εισάγει σ αυτήν απ έξω, από τη φιλοσοφική ιδεολογία 30. Αντίθετα, σύμφωνα με το Μαρξ, η ζωή των ατόμων ξεκινάει πάντα από τον εαυτό τους (όχι με την έννοια της αντίληψης τους για τη ζωή, της συνειδητοποίησης του εαυτού τους), αλλά οι ανάγκες τους, η φύση αυτών των αναγκών και ο τρόπος ικανοποίησης τους, τους οδηγεί στη σύναψη σχέσεων (σχέσεις των δυο φύλων, ανταλλαγή, καταμερισμός της εργασίας κ.α.). Οι άνθρωποι έρχονται σε συναλλαγές όχι σαν καθαρά Εγώ, αλλά σαν άτομα σε ένα συγκεκριμένο στάδιο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων 31 και των αναγκών τους. Αλλά η σχέση αυτή είναι αμφίδρομη, καθώς και οι συναλλαγές [παραγωγικές σχέσεις 32 ] καθορίζουν την παραγωγή και τις ανάγκες, διαμορφώνοντας καθημερινά τις ατομικές συμπεριφορές και τις διατομικές σχέσεις. Έτσι, η ανάπτυξη ενός ατόμου καθορίζεται από την ανάπτυξη όλων των άλλων, με τα οποία έρχεται σε άμεσες ή έμμεσες συναλλαγές. Συνακόλουθα, η φυσική ύπαρξη των νέων γενιών καθορίζεται από τις προγενέστερες, οι οποίες τους κληροδοτούν τις παραγωγικές δυνάμεις και τις μορφές ανταλλαγής που έχουν συσσωρεύσει, καθορίζοντας παράλληλα τις μεταξύ τους αμοιβαίες σχέσεις. Η ιστορία λοιπόν ενός ατόμου δεν μπορεί να αποσπαστεί από την ιστορία των προηγούμενων ή των σύγχρονων ατόμων, αλλά καθορίζεται απ αυτή 33. Σε κάθε στάδιο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, στις παραγωγικές σχέσεις επικρατεί ένα δίπολο ιδιοκτήτη και παραγωγού, κυρίαρχου και κυριαρχούμενου. Στον αρχαίο κόσμο ο δουλοκτήτης και ο δούλος, στο μεσαίωνα ο φεουδάρχης και ο δουλοπάροικος, στην αστική κοινωνία ο καπιταλιστής και ο μισθωτός εργάτης 34. Η πάλη αυτών των τάξεων 35 σε κάθε 30 Φόϋερμπάχ, ό.π., σσ. 64-65, 68. 31 Οι παραγωγικές δυνάμεις συνιστούν ουσιαστικά τον τρόπο παραγωγής σε κάθε εποχή, που σχετίζεται με τις ανακαλύψεις, τις γνώσεις, τις δεξιότητες, την τεχνολογία, τα μέσα παραγωγής κ.λπ. των ανθρώπων, γενικότερα τις εμπειρίες της εργασίας, τους αντικειμενικούς παράγοντες που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή (βλ. Schleifstein, ό.π., σ. 101). 32 Οι παραγωγικές σχέσεις συνιστούν την κοινωνική μορφή με την οποία οι άνθρωποι πραγματοποιούν κάθε φορά την παραγωγική διαδικασία, τις σχέσεις ιδιοκτησίας, τις ταξικές σχέσεις, όπως θα δούμε παρακάτω (Schleifstein, ό.π.). Στο Μισθωτή Εργασία και Κεφάλαιο (βλ. παρακάτω), ο Μαρξ δίνει ένα θαυμαστό ορισμό των κοινωνικών παραγωγικών σχέσεων: Στην παραγωγή οι άνθρωποι επιδρούν τόσο πάνω στη φύση όσο και ο ένας πάνω στον άλλο. Παράγουν συνεργαζόμενοι με ορισμένο τρόπο και ανταλλάσσοντας αμοιβαία τις δραστηριότητες τους. Επιθυμώντας να παράγουν, συνάπτουν συγκεκριμένες σχέσεις και συνδέσεις, έξω από τις οποίες είναι αδύνατο να πραγματοποιηθεί η παραγωγή (βλ. Colletti, ό.π., σ. 85). 33 Γερμανική Ιδεολογία, Β τόμος, σσ. 188-190. 34 Ο Μαρξ δεν είναι απόλυτος σχετικά με αυτά τα συστήματα παραγωγής. Σε άλλα κείμενα του (λ.χ. στα Grundrisse) συμπεριλαμβάνει κι άλλα, όπως π.χ. τον ασιατικό-αρχέγονο τρόπο παραγωγής, τον οποίο τοποθετεί πριν το δουλοκτητικό, ενώ υπογραμμίζει ότι ο χρόνος εμφάνισης τους ποικίλοι ανά γεωγραφικό μέρος. Γενικότερα ήξερε ότι στην αλληλοδιαδοχή των κοινωνικών σχηματισμών υπάρχουν ιδιομορφίες, εξαιρέσεις, αποκλίσεις από τη γενική ιστορική πορεία, οι οποίες είναι αποδεκτές (βλ. Schleifstein, σσ. 105-106). Άλλωστε, το γεγονός ότι ορισμένοι οπαδοί του [16]

στάδιο διαμορφώνει την ιστορία και προετοιμάζει το έδαφος για το επόμενο στάδιο, έως ότου φτάσουμε στον κομμουνισμό, οπότε οι κοινωνικές τάξεις καταργούνται και η προϊστορία του ανθρώπου φτάνει στο τέλος της 36. αντιλαμβάνονταν ντετερμινιστικά αυτή την πορεία και άλλα ειδικότερα οικονομικά ζητήματα, τον έκανε να δηλώσει ότι «σ αυτή την περίπτωση το μόνο που ξέρω είναι ότι δεν είμαι μαρξιστής», όπως μαρτυρά ο Ένγκελς σ ένα γράμμα του 1890 (βλ. Lewis, Ο Μαρξισμός του Μαρξ, σσ. 234-235). Ωστόσο, ορισμένα κοινωνικά φαινόμενα δεν είναι δυνατό να θεωρηθούν στην ιστορία προγενέστερα από άλλα, λ.χ. οι οικονομίες που προϋποθέτουν το διαχωρισμό της πόλης από την ύπαιθρο (συντεχνιακές, αστικές κ.λπ.) να θεωρηθούν ότι προηγούνται από αυτές που δεν την προϋποθέτουν (κοινοτικές) [βλ. Eric Hobsbawm, Η συμβολή του Καρόλου Μαρξ στην επιστήμη της Ιστορίας, μτφ. Αλέξης Πολίτης, περιοδικό Μνήμων, Αθήνα, 1981, σ. 25]. Γενικότερα στο Μαρξ η δομική ανάλυση αφήνει πάντα χώρο στο συγκυριακό, που εντάσσεται στο ιστορικό. Για παράδειγμα, όπως προκύπτει από δυο κείμενα του, την Επανάσταση και Αντεπανάσταση στη Γερμανία και την Πάλη των Τάξεων στην Γαλλία, την ίδια περίπου εποχή (1848) απαριθμεί οκτώ κοινωνικές τάξεις στη Γερμανία, αλλά επτά στη Γαλλία (βλ. Henri Lefebvre, Κοινωνιολογία του Μαρξ, μτφ. Τάσος Αναστασιάδης, Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα, 1982, σ. 120). 35 Πάντως, κατά παραδοχή του Μαρξ, για την πάλη των τάξεων γενικά δε μίλησε ο ίδιος πρώτος, αλλά ο Σαιν Σιμόν, ο ιστορικός Guizot, ο Ρικάρντο κ.α. Ο Hobsbawm επισημαίνει την τριπλή καταγωγή του σοσιαλισμού του Μαρξ από το γαλλικό σοσιαλισμό (Σαιν Σιμόν, Προυντόν, Φουριέ κ.λπ.), τη γερμανική φιλοσοφία (Χέγκελ, Φοϋερμπαχ) και τη βρετανική πολιτική οικονομία (Άνταμ Σμιθ, Ρικάρντο κ.λπ.) [βλ. Eric Hobsbawm, Πως να αλλάξουμε τον κόσμο, Μαρξ και Μαρξισμός 1840-2011, μτφ. Μάνια Μεζίτη, εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 2011, σ. 44]. Η δική του συμβολή στη θεωρία για την πάλη των τάξεων, όπως τη συνοψίζει ο ίδιος, συνίσταται στην απόδειξη ότι η ύπαρξη τάξεων συνδέεται απλά με ορισμένες φάσεις ανάπτυξης της παραγωγής, ότι την ταξική πάλη ακολουθεί αναγκαστικά η δικτατορία του προλεταριάτου και ότι αυτή η δικτατορία αποτελεί μόνο το μεταβατικό στάδιο προς την κατάργηση όλων των τάξεων, προς μια αταξική κοινωνία (βλ. παρακάτω) [Berlin, σ. 113 & Schleifstein, σ. 119). Γενικότερα, Ο Ricardo μίλησε πρώτος για την υπεραξία και ο Adam Smith για τον καταμερισμό της εργασίας και για την εργασία ως προσδιοριστικό στοιχείο της αξίας ενός προϊόντος. Επίσης, ο Sismondi ανέλυσε την εξαθλίωση των εργαζομένων που δημιουργούν οι σχέσεις παραγωγής του βιομηχανικού καπιταλισμού. Αυτό που πρέπει να κρατήσουμε είναι ότι στο Μαρξ δεν έχουμε ένα στοίβαγμα αυτών των επιστημονικών ευρημάτων, αλλά μια παραγωγική αξιοποίηση τους (βλ. Μπαγιόνας, σ. 61). Με τον ίδιο τρόπο αξιοποιούσε ο Μαρξ τις γνώσεις του και πριν την ολοκληρωτική του στροφή προς τον υλισμό. Ο Moses Hess, περιγράφοντας τον εικοσιτετράχρονο Μαρξ σ ένα φίλο του, έγραφε: «σκέψου τον Ρουσσώ, το Βολταίρο, τον Χόλμπαχ, τον Λέσσινγκ, τον Χάινε και το Χέγκελ συγκεντρωμένους σ ένα και μόνο πρόσωπο, λέω συγκεντρωμένους, όχι τσουβαλιασμένους όλους αντάμα κι έχεις το δόκτωρα Μαρξ» (βλ. Werner Blumenberg, Καρλ Μαρξ, μτφ. Φωτεινή Γεωργίνη-Πρεβεδούρου, εκδόσεις Πλέθρον, Αθήνα, 1987, σ. 48). 36 Στον πρόλογο της τρίτης γερμανικής έκδοση (1885) της 18 ης Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη, ο Ένγκελς επαναλαμβάνει ότι ήταν ο Μαρξ που ανακάλυψε το μεγάλο νόμο που κινεί την ιστορία, σύμφωνα με τον οποίο όλοι οι ιστορικοί αγώνες -πολιτικοί, θρησκευτικοί, φιλοσοφικοί, ιδεολογικοί κ.λπ.- αποτελούν έκφραση των αγώνων ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις και οι συγκρούσεις των τάξεων αυτών, με τη σειρά τους, εξαρτώνται από το βαθμό ανάπτυξης της οικονομικής τους κατάστασης, από το είδος και τον τρόπο της παραγωγής και -συνακόλουθα- της ανταλλαγής [βλ. Φ. Ένγκελς, Πρόλογος στην τρίτη γερμανική έκδοση (1885), όπως αναδημοσιεύεται [17]

H έννοια του Μαρξ για τη διαλεκτική αφορά λοιπόν αποκλειστικά τον άνθρωπο και την ιστορία και καθόλου τη φύση. Εδώ φαίνεται να υπάρχει ακόμα ένα σημείο διάστασης με τον Ένγκελς. Ο τελευταίος σε πολλά σημεία του έργου του φαίνεται να υποστηρίζει ότι τη διαλεκτική εξέλιξη των κοινωνιών διέπει η ίδια αιτιοκρατία που διέπει και τη φύση (εξέλιξη των ειδών κ.λπ.). Η μεταφορά όμως προδιαγεγραμμένων μοντέλων βιολογικής ανάπτυξης στις κοινωνικές επιστήμες δημιουργούσε μια ντετερμινιστική θεωρία. Αυτή η αντίληψη μάλλον συγγενεύει με την παραγνώριση του Ένγκελς σχετικά με την αντανάκλαση (βλ. παραπάνω). Αντίθετα, ο Μαρξ μιλάει για αντιφάσεις και αντιθέσεις, ξεκινήματα και σταματήματα, ανατροπές κ.ο.κ. 37. Οι κοινωνικές σχέσεις λοιπόν είναι άρρηκτα δεμένες με τις παραγωγικές δυνάμεις. Αναπτύσσοντας νέες παραγωγικές δυνάμεις, οι άνθρωποι αλλάζουν τον τρόπο παραγωγής, «τον τρόπο να κερδίζουν τη ζωή τους», αλλάζοντας ταυτόχρονα όλες τις κοινωνικές τους σχέσεις. Ο χερόμυλος δημιουργεί την κοινωνία του χωροδεσπότη (αφέντη), ο ατμόμυλος την κοινωνία της βιομηχανικής κεφαλαιοκρατίας κ.ο.κ. Οι άνθρωποι, στο βαθμό που δημιουργούν τις κοινωνικές σχέσεις σύμφωνα με την παραγωγικότητα τους σε υλικά αγαθά, δημιουργούν και τις αρχές, τις ιδέες και τις κατηγορίες σύμφωνα με τις σχέσεις αυτές 38. Έτσι, κάθε περίοδος της ιστορίας είναι η βιομηχανία της, ο τρόπος παραγωγής της ίδιας της ζωής και όχι οι «πολιτικές, φιλολογικές και θεολογικές, κρατικές πράξεις της ιστορίας». Η ιστορία δεν θα πρέπει να διαχωρίζεται από τη φυσική επιστήμη και τη βιομηχανία, όπως κάποιοι φιλόσοφοι ξεχωρίζουν την ψυχή απ το σώμα, γιατί ο «γενέθλιος τόπος» της βρίσκεται στην υλική παραγωγή, όχι στο «συννεφιασμένο ουρανό» 39. Ταυτόχρονα, για το Μαρξ η «απελευθέρωση [η απελευθέρωση της εργασίας, η στο: Κ. Μαρξ, Η 18 η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη, μτφ. Φ. Φωτίου, εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 1986, σσ. 12-13. ]. Στο ίδιο έργο ο Μαρξ θα μας δώσει έναν απλοϊκό ορισμό της κοινωνικής τάξης: εφόσον εκατομμύρια οικογενειών ζουν υπό οικονομικές συνθήκες που διαφοροποιούν τον τρόπο ζωής τους, τα συμφέροντα τους και τη μόρφωση τους από τον τρόπο ζωής, τα συμφέροντα και τη μόρφωση άλλων οικογενειών, αποτελούν μια τάξη ( 18 η Μπρυμαίρ, ό.π., σ. 156). 37 Βλ. Lewis, Ο Μαρξισμός του Μαρξ, σ. 87 & Craib, ό.π., σ. 390. 38 Καρλ Μαρξ, Η Αθλιότητα της Φιλοσοφίας, μτφ. Γεωργία Δεληγιάννη-Αναστασιάδη, εκδόσεις Αναγνωστίδη, Αθήνα, 1970, σ. 107. Ακόμα και στον επικήδειο του για τον Μαρξ, ο Ένγκελς θα τον μνημονεύσει με απλά λόγια ως πατέρα του ιστορικού υλισμού: ο Μαρξ ανακάλυψε το νόμο εξέλιξης της ιστορίας του ανθρώπου, το απλό γεγονός -που μέχρι τώρα το σκέπαζαν ιδεολογικά επικαλύμματα- ότι οι άνθρωποι πρέπει πρώτα να φάνε, να πιούν, να στεγαστούν και να ντυθούν πριν αρχίσουν ν ασχολούνται με την επιστήμη, την τέχνη, την πολιτική, τη θρησκεία κ.λπ. Ανακάλυψε δηλαδή ότι η παραγωγή των άμεσων υλικών μέσων συντήρησης, η βαθμίδα της οικονομικής ανάπτυξης ενός λαού ή μιας χρονικής περιόδου, αποτελεί τη βάση πάνω στην οποία εξελίσσονται οι κρατικοί θεσμοί, οι αντιλήψεις για το δίκαιο και την τέχνη, καθώς και οι θρησκευτικές παραστάσεις των ανθρώπων της αντίστοιχης εποχής. Από την ίδια αυτή βάση πρέπει λοιπόν να ερμηνευθούν όλα αυτά κι όχι το αντίθετο, όπως συνέβαινε μέχρι τώρα (Schleifstein, σ. 93). 39 Αγία Οικογένεια, ό.π., σ. 189. [18]

απελευθέρωση από ένα παρωχημένο κοινωνικό σύστημα κ.λπ.] είναι πράξη ιστορική και όχι διανοητική και προκαλείται από ιστορικούς όρους, από την ανάπτυξη της βιομηχανίας, του εμπορίου, της αγροτικής οικονομίας, των όρων επικοινωνίας» κ.λπ. 40 Άλλωστε, για τους υλιστές ελευθερία σημαίνει εξουσία, κυριαρχία πάνω στις περιστάσεις και τις συνθήκες μέσα στις οποίες ζει το άτομο. Αντίθετα οι ιδεαλιστές, ιδιαίτερα οι Γερμανοί, ταυτίζουν την ελευθερία με τον αυτοπροσδιορισμό, την απόσπαση από τον πραγματικό κόσμο, τη φανταστική ελευθερία του πνεύματος 41. Όλες οι κατακτήσεις της ελευθερίας είχαν ως τώρα σα βάση τους περιορισμένες παραγωγικές δυνάμεις, ανεπαρκείς για το σύνολο της κοινωνίας, οι οποίες δημιουργούσαν μιαν ανάπτυξη μόνο στο βαθμό που μερικά άτομα ικανοποιούσαν τις ανάγκες τους σε βάρος άλλων. Ενόσω αυτή η μειοψηφία αποκτούσε το μονοπώλιο της ανάπτυξης, τα υπόλοιπα άτομα, η πλειοψηφία, αποκλειόταν από την ανάπτυξη, καθώς αγωνιζόταν να ικανοποιήσει τις στοιχειωδέστερες ανάγκες της 42. Οι παραγωγικές δυνάμεις όμως της σύγχρονης κοινωνίας έχουν δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να τεθεί ένα τέλος σ αυτή την κατάσταση. Ακόμα και στην Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας (1859), ένα από τα ωριμότερα έργα του, ο Μαρξ περιγράφει τη δική του φιλοσοφία της ιστορίας σχεδόν με τα ίδια λόγια που χρησιμοποίησε και στα πρώιμα έργα του 43. Στην κοινωνική παραγωγή της ζωής τους οι άνθρωποι συνάπτουν αναγκαίες, καθορισμένες, ανεξάρτητες από τη θέληση τους σχέσεις, παραγωγικές σχέσεις που αντιστοιχούν σε μια ορισμένη βαθμίδα ανάπτυξης των παραγωγικών τους δυνάμεων. Το σύνολο αυτών των σχέσεων αποτελεί την οικονομική διάρθρωση της κοινωνίας, την πραγματική βάση, πάνω στην οποία υψώνεται ένα νομικό και πολιτικό εποικοδόμημα και στην οποία αντιστοιχούν συγκεκριμένες μορφές κοινωνικής συνείδησης 44. Η κοινωνική, πολιτική και πνευματική πορεία της ζωής γενικά καθορίζεται 40 Γερμανική Ιδεολογία, Α τόμος, σ. 69. 41 Γερμανική Ιδεολογία, Β Τόμος, σ. 9. 42 Ό.π., σσ. 180-181. 43 Σε αντίθεση με τη μαρξική οικονομική θεωρία, η υλιστική αντίληψη της ιστορίας, πάνω στην οποία θεμελιώνονται οι κοινωνικές-πολιτικές αναλύσεις του Μαρξ, είχε φτάσει στην ώριμη της διατύπωση ήδη στα μέσα της δεκαετίας του 1840 και παρέμεινε σχεδόν εξολοκλήρου η ίδια, δίχως αλλαγές, στα κατοπινά χρόνια (βλ. Hobsbawm, Πως να αλλάξουμε, ό.π., σ. 119). 44 Το εποικοδόμημα είναι λοιπόν οι πολιτικές, νομικές, θρησκευτικές, φιλοσοφικές, καλλιτεχνικές, ηθικές ιδέες και θεσμοί (κράτος, κόμματα, εκπαιδευτικά και πολιτικά ιδρύματα, εκκλησίες κ.λπ.) που στηρίζονται στην οικονομική βάση της κοινωνίας, το σύνολο των παραγωγικών και ταξικών σχέσεων μιας δοσμένης ιστορικής περιόδου (βλ. Schleifstein, σ. 112). O νόμος, το κρατικό σύστημα και ο ηθικός κώδικας καθορίζονται άμεσα και απευθείας από τις οικονομικές σχέσεις, ενώ τα δημιουργήματα του νου και της φαντασίας, η τέχνη, η λογοτεχνία, η μουσική, η φιλοσοφία κ.α. καθορίζονται έμμεσα και πλάγια (βλ. Lewis, Η ζωή και η διδασκαλία του Καρλ Μαρξ, σ. 109). Η σχέση όμως αυτή είναι αμφίδρομη, καθώς και το εποικοδόμημα νομιμοποιεί τις οικονομικές σχέσεις και τους πολιτικούς θεσμούς που τις διασφαλίζουν. Ο Μαρξ πολλές φορές αναφέρεται στα ιδεολογικά μέσα που χρησιμοποιούνται για τη νομιμοποίηση του κράτους και την εξασφάλιση της συναίνεσης [19]

από τον τρόπο παραγωγής της υλικής ζωής 45. Το κοινωνικό Είναι καθορίζει τη συνείδηση των ανθρώπων και όχι το αντίστροφο. Σ ένα ορισμένο στάδιο της εξέλιξης τους, οι υλικές παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας έρχονται σε αντίφαση με τις υπάρχουσες παραγωγικές σχέσεις ή -για να τις πούμε με το νομικό τους όνομα- τις σχέσεις ιδιοκτησίας, μέσα στις οποίες κινούνταν ως τώρα. Οι σχέσεις αυτές μετατρέπονται από μορφές ανάπτυξης σε δεσμά των παραγωγικών δυνάμεων. Φτάνει τότε η εποχή της κοινωνικής επανάστασης, με την αλλαγή της οικονομικής βάσης και συνακόλουθα -αργά ή γρήγορατην ανατροπή ολόκληρου του τεράστιου εποικοδομήματος. Ο ασιατικός, ο αρχαίος, ο φεουδαρχικός και ο σύγχρονος αστικός τρόπος παραγωγής είναι γενικά οι προοδευτικές εποχές του οικονομικού κοινωνικού σχηματισμού. Οι σύγχρονες παραγωγικές σχέσεις είναι η έσχατη ανταγωνιστική μορφή της κοινωνικής διαδικασίας της παραγωγής, το τέλος της προϊστορίας της ανθρώπινης κοινωνίας 46. των εξουσιαζόμενων. Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τον πολιτισμό, όπως μας θυμίζει ο Neil Wood στο βιβλίο του Reflections on Political Theory, ο Gramsci, αναπτύσσοντας την έννοια του της ηγεμονίας, θα ορίσει την κουλτούρα ως τις πολλαπλές μορφές πολιτισμικών μορφών και θεσμών που στηρίζουν την πολιτική κυριαρχία διαμορφώνοντας τις αξίες και τη συμπεριφορά των εκμεταλλευόμενων τάξεων (βλ. Γιάννης Πλάγγεσης, Αρχαία Ελληνική Πολιτική και Κοινωνική Φιλοσοφία, Σοφιστές, Πλάτων, Αριστοτέλης, εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη, 2010, σ. 77). 45 Όπως παρατηρεί ο De Ste Croix στο βιβλίο του Ο Ταξικός Αγώνας στον Αρχαίο Ελληνικό Κόσμο, από την Αρχαϊκή Εποχή ως την Αραβική Κατάκτηση, η μαρξική κοινωνιολογία και ανάλυση του πολιτικού φαινομένου βρίσκεται κοντά στον Αριστοτέλη. Και στους δυο, καθοριστικός παράγοντας στην πολιτική συμπεριφορά των ατόμων είναι η οικονομική τάξη. Η αριστοτελική αντίληψη για την ταξική συγκρότηση της πόλης, την ταξική πάλη και τη σημασία τους στην πολιτική συγκρότηση της κοινωνίας, αναβιώνει και αποκτά ένα νέο περιεχόμενο στον Μαρξ (βλ. Πλάγγεσης, ό.π., σ. 293). 46 Από τον Πρόλογο στην Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας (βλ. Schleifstein, ό.π., σσ. 96, 97). [20]