Β. ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠOΛITIKHΣ ANΘPΩΠOΛOΓIAΣ.



Σχετικά έγγραφα
Έχουμε ήδη δει ότι η ανίχνευση του πολιτικού στις συγγενειακές δομές, στις κοινωνίες που δεν διέθεταν διακριτές πολιτικές δομές, αποτέλεσε την

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

2. H «γέννηση» της πολιτικής ανθρωπολογίας

Αγροτική Κοινωνιολογία

Ενότητα 2. Δομολειτουργισμός

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΡΩΤΟΥ ΜΕΡΟΥΣ

ΚΘΑ ΙΙ Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Κοινωνιολογία της Αγροτικής Ανάπτυξης

Γ. ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΙΚΙΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ «ΠΟΛΙΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ» ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

Social Media World 26/6/2014. Προσεγγίσεις της τεχνολογίας από τη σκοπιά των σπουδών Επιστήμης, Τεχνολογίας, Κοινωνίας (STS Studies)

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Emile Durkheim

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Θέμα: Η εξάπλωση του σχολείου - Η γένεση του κοινωνικού ανθρώπου.

1)Στην αρχαιότητα δεν υπήρχε διάκριση των κοινωνικών επιστημών από τη φιλοσοφία. Σ Λ

Αγροτική Κοινωνιολογία

Κοινωνιολογία του Πολιτισμού

Αρχές Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων και Υπηρεσιών ΝΙΚΟΛΑΟΣ Χ. ΤΖΟΥΜΑΚΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΩΝ 2.

Η έννοια του Management: εµπεριέχει δύο βασικές λειτουργίες, την οργάνωση και τη διοίκηση, καθώς και µια βοηθητική, τον έλεγχο.

ΙΑ119 Θεωρητικές και μεθοδολογικές αρχές στη μελέτη της κλασικής τέχνης. Δημήτρης Πλάντζος

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Αγροτική Κοινωνιολογία

Ηγεσία και Διοικηση. Αποτελεσματική Ηγεσία στο Χώρο της Εργασίας

Κοινωνιολογία του Πολιτισμού

Περιβαλλοντική Εκπαίδευση

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ: Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΝΙΣΟΤΗΤΩΝ

Εθνικό Ινστιτούτο Εργασίας & Ανθρώπινου Δυναμικού (Ε.Ι.Ε.Α.Δ Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας

Κεφάλαιο 3 ο. Συστήματα πληροφοριών, οργανισμοί, μάνατζμεντ και στρατηγική

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Μάθηµα 5ο: Θεµελιώδεις Αρχές της Οργάνωσης και Οργανωτικός Σχεδιασµός. Ερωτήσεις Μελέτης Στόχοι Μαθήµατος 6

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Μάθηµα 6ο: Θεµελιώδεις Αρχές της Οργάνωσης και Οργανωτικός Σχεδιασµός

Κοινωνιολογικές Προσεγγίσεις της Κρίσης: Αιτίες και η μελέτη των συνεπειών

Αγροτική Κοινωνιολογία

Κεφάλαιο και κράτος: Από τα Grundrisse στο Κεφάλαιο και πίσω πάλι

ΕΝΟΤΗΤΑ 4η ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΩΝ

ΤΙΤΛΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ: Επιστημολογία κοινωνικής έρευνας ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΣ: Νικόλαος Ναγόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Πανεπιστημίου Αιγαίου

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

Αγροτική Κοινωνιολογία

Κοινωνικός µετασχηµατισµός:...

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Talcott Parsons

Η άσκηση αναπαράγεται ταυτόχρονα στον πίνακα ανάλογα με όσο έχουν γράψει και αναφέρουν οι φοιτητές.

Εναλλακτικές θεωρήσεις για την εκπαίδευση και το επάγγελμα του εκπαιδευτικού

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Δημογραφία. Ενότητα 11.1: Παράδειγμα - Περιφερειακές διαφοροποιήσεις και ανισότητες του προσδόκιμου ζωής στη γέννηση

Αγροτική Κοινωνιολογία

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ, ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

Περιφερειακή Ανάπτυξη

Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Αθήνας

1.3 Λειτουργίες της εργασίας και αντιλήψεις περί εργασίας

Κοινωνιολογία του Πολιτισμού

ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙΔΑΣ Γ ΤΑΞΗ

Πρόλογος: Κογκίδου ήµητρα. Εκπαιδευτική Ηγεσία και Φύλο. Στο: αράκη Ελένη (2007) Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο.

Πολιτιστική και Δημιουργική Βιομηχανία

ΚΕ 800 Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης (κοινωνικοποίηση διαπολιτισμικότητα)

Θέματα Συνάντησης. Υποστηρικτικό Υλικό Συνάντησης 1

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Σελ. ΠΡΟΛΟΓΟΣ... ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ... ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΚΘΑ ΙΙ Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΗ-ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ (ΠΕΣ)

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Σύγχρονη Οργάνωση & Διοίκηση Επιχειρήσεων.

Διδακτική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης

«Άρχεσθαι μαθών, άρχειν επιστήσει» («Ανάλαβε εξουσία αφού πρώτα μάθεις να εξουσιάζεσαι») Σόλων, ο Αθηναίος

Περιγραφή Χρηματοδοτούμενων Ερευνητικών Έργων 1η Προκήρυξη Ερευνητικών Έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για την ενίσχυση Μεταδιδακτόρων Ερευνητών/Τριών

ΧΡΗΣΤΟΣ Α. ΦΡΑΓΚΟΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΠΡΟΕΔΡΟΥ

Περιβαλλοντική Εκπαίδευση

2.2 Οργάνωση και ιοίκηση (Μάνατζµεντ -Management) Βασικές έννοιες Ιστορική εξέλιξη τον µάνατζµεντ.

Κείµενο Οι γυναίκες διδάσκουν και οι άνδρες διοικούν

Μάριος Βρυωνίδης Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου Εθνικός Συντονιστής Ευρωπαϊκής Κοινωνικής Έρευνας

Εισαγωγή στην κοινωνική έρευνα. Earl Babbie. Κεφάλαιο 2. Έρευνα και θεωρία 2-1

ΒΑΣΙΚΕΣ ΔΟΜΕΣ - ΤΟ ΚΥΤΤΑΡΟ

Κοινωνιολογία του Πολιτισμού

1 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο 1.2 Η Επιχείρηση

Διοικητική των επιχειρήσεων

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Δρ. Ευριπιδου Πολυκαρπος Παθολογος-Διαβητολογος C.D.A. College Limassol

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ. «Μεικτά» Συστήματα Καπιταλισμού και η Θέση της Ελλάδας

Κοινότητα και κοινωνία

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΤΩΝ ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΕΩΝ

Ενότητα 1.2. Η Επιχείρηση

2.2. Η έννοια της Διοίκησης

Χρήστος Γούλας Δέσποινα Μπαμπανέλου ΠΥΛΑΙΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 13/06/2018

Διευθύντρια Σειράς: Χρυσή Βιτσιλάκη. Αθήνα: Ατραπός.

Ηγεσία και Διοικηση. Management και Ηγεσία

Ηγεσία. Ενότητα 1: Εισαγωγικές έννοιες. Δρ. Καταραχιά Ανδρονίκη Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής

ΚΘΑ ΙΙ Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Μέθοδος : έρευνα και πειραματισμός

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ο Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

ΚΘΑ ΙΙ Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ : Έκρηξη πληροφορικής τεχνολογίας - Χρήση ηλεκτρονικών εργαλείων προσθήκη νέων ανταγωνιστών ηλεκτρονικών παροχών

Γεωργικές Εφαρμογές και Εκπαίδευση για την Αειφόρο Αγροτική Ανάπτυξη

Τι είναι βιομηχανία. Εικόνα 1. Εικόνα 2

Αγροτική Κοινωνιολογία

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Kεφάλαιο Τρίτο. Θεωρητική θεμελίωση. Έννοιες, Ορισμοί, Πεδίο. Το πρόβλημα της επιστημονικής ταυτότητας της ΣΕ

Transcript:

39 Β. ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠOΛITIKHΣ ANΘPΩΠOΛOΓIAΣ. Mε γνώμονα το διαφορετικό ορισμό του πολιτικού, τη διαφορετική εννοιολόγηση και διερεύνησή του, στο διάστημα από το 1940 έως το 1973, αναπτύχθηκαν διαφορετικές, διαδοχικές μεταξύ τους, προσεγγίσεις. 1. H δομο-λειτουργιστική προσέγγιση Σύμφωνα με την επικρατέστερη αρχικά άποψη στη βρετανική σχολή, το πολιτικό ορίζεται από τις λειτουργίες του και συνίσταται πρώτιστα σ εκείνους τους τυπικούς ή άτυπους θεσμούς και κανόνες, σχέσεις και μηχανισμούς που συμβάλλουν στον κοινωνικό έλεγχο και συντελούν στην εγκαθίδρυση και διατήρηση της κοινωνικής ευταξίας και της κοινωνικής συνοχής, που εξασφαλίζουν, δηλαδή, τη συμμόρφωση των μελών μιας κοινωνίας προς τους κοινωνικούς κανόνες και τη διευθέτηση των συγκρούσεων και διαφορών που προκύπτουν από την παραβίαση των κανόνων αυτών. Ο κοινωνικός έλεγχος η κοινωνική ευταξία και η κοινωνική συνοχή ήταν οι κύριες έννοιες της βρετανικής σχολής την εποχή αυτή. Η δομο-λειτουργιστική προσέγγιση θεωρούσε ότι οι εν λόγω θεσμοί, κανόνες, σχέσεις και μηχανισμοί μπορούν να απομονωθούν και να συγκροτηθούν σε υπο-σύστημα, στο πλαίσιο του κοινωνικού συστήματος. Αντίστροφα, ο προσδιορισμός των δομών, των μορφών και του συγκεκριμένου τρόπου λειτουργίας τους θα συνέβαλλε και στον προσδιορισμό της μορφής της πολιτικής οργάνωσης. Έτσι, οι πρώτες μελέτες της πολιτικής ανθρωπολογίας προσανατολίστηκαν στην απογραφή και ταξινόμηση της ποικιλομορφίας των πολιτικών θεσμών «διακυβέρνησης» των ανθρώπινων κοινωνιών, και κυρίως των κοινωνιών «χωρίς κράτος», και στην ανάλυση των πολιτικών δομών και λειτουργιών. Γι αυτό και η προσέγγιση αυτή ονομάστηκε δομο-λειτουργιστική. Kύριο χαρακτηριστικό της ήταν η προσέγγιση των κοινωνιών ως στατικών και ομοιογενών συνόλων ή συστημάτων και η μελέτη τους στη συγχρονία, δηλαδή η συγχρονική προσέγγιση. H δομο-λειτουργιστική προσέγγιση εγκαινιάστηκε με τα τρία έργα που ήδη αναφέραμε, και είχε έδρα της την Oξφόρδη (αν και πολλοί από τους συντελεστές τους, μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο Evans-Pritchard απομακρύνθηκαν

40 μεταγενέστερα από αυτήν και υιοθέτησαν διαφορετικές προσεγγίσεις). Eστίαζε τις αναλύσεις της στη διερεύνηση των πολιτικών δομών, δηλαδή στις αμοιβαίες σχέσεις μεταξύ των κοινωνικών ομάδων στο χώρο, μεταξύ συγγενειακών και εδαφικών ομάδων, μεταξύ των τοπικών γενεαλογικών ομάδων (γενών, lineages) και των clan στα οποία ανήκαν, μεταξύ τοπικών κοινοτήτων και ευρύτερων εδαφικών ενοτήτων (όπως η φυλή και τα τμήματά της), μεταξύ γενών που ανήκαν σε διαφορετικά κλαν και των διαφορετικών κλαν μεταξύ τους. Οι δομο-λειτουργιστικές μελέτες επιχείρησαν να ανακατασκευάσουν την πολιτική οργάνωση της προ της αποικιοκρατίας εποχής. Ανέλυσαν τις κοινωνίες ως κλειστά συστήματα, δηλαδή συστήματα που δεν είχαν σχέσεις, εκτός από σχέσεις πολέμου, με άλλες κοινωνίες έξω από αυτά, ούτε δέχονταν άλλες επιδράσεις από εξωτερικούς παράγοντες. Έτσι, οι δομο-λειτουργιστικές αναλύσεις δεν έλαβαν υπ όψιν τους τις σχέσεις που είχαν δημιουργηθεί από την αποικιοκρατία, το γεγονός δηλαδή ότι οι υπό μελέτη κοινωνίες είχαν υποστεί σοβαρότατες μεταβολές από την αποικιοκρατία και την Pax Britannica που είχαν επιβάλει τα όπλα των Άγγλων. Ενότητα των αναλύσεων αυτών ήταν η φυλή και οι ομάδες που την συναπαρτίζουν. Οι κοινωνίες προσεγγίζονταν ως ομοιογενή και στατικά σύνολα: οι δομές λειτουργούσαν έτσι ώστε να εξασφαλίζουν μια μηχανική ισορροπία στις κοινωνίες αυτές (που προέρχεται από την κοινωνιολογία του Durkheim και που συλλαμβάνεται σε αντίθεση με την οργανική ισορροπία των πιο σύνθετων κοινωνιών). H δομο-λειτουργιστική προσέγγιση είχε αφετηρία και μέτρο σύγκρισης των πολιτικών συστημάτων στις μη δυτικές κοινωνίες την κρατική συγκρότηση, το θεσμό του κράτους, το διαχωρισμό και την αυτονομία στο πλαίσιό του των πολιτικών θεσμών, καθώς και τη δυνατότητα του κρατικού μηχανισμού να χρησιμοποιεί νόμιμα τον καταναγκασμό, ακόμα και τη φυσική βία, για να εξαναγκάσει τους υπηκόους του σε συμμόρφωση. Έτσι, στη μελέτη των λεγόμενων «ακέφαλων κοινωνιών», το ερώτημα που τέθηκε ρητά από τους ερευνητές ήταν: «με δεδομένη την απουσία ορατής μορφής διακυβέρνησης, ποια στοιχεία θα μπορούσαν να θεωρηθούν ότι αποτελούν την πολιτική δομή ενός λαού».

41 Τυπολογίες. Mε αυτή τη λογική, οι δομο-λειτουργιστικές μελέτες προχώρησαν στην ανάλυση και στην καταγραφή των μορφών πολιτικής οργάνωσης (στην Aφρική αρχικά) και προσπαθώντας να τις εντάξουν σ ένα πλαίσιο που να επιτρέπει τη σύγκριση μεταξύ τους και με την μορφή της κρατικής οργάνωσης (είδαμε ότι η σύγκριση ήταν ένας από τους στόχους της πολιτικής ανθρωπολογίας της εποχής), τις ταξινόμησαν με ένα ενιαίο κριτήριο: το βαθμό συγκέντρωσης της πολιτικής εξουσίας (αν δηλαδή υπάρχει κεντρική πολιτική εξουσία ή όχι) και το βαθμό ανάπτυξης και συνθετότητας του γραφειοκρατικού μηχανισμού, δηλαδή το βαθμό ύπαρξης διαφοροποιημένων πολιτικών θεσμών, θεσμών που έχουν αποκλειστικά πολιτικές αρμοδιότητες και λειτουργίες. Mε άλλα λόγια, η ταξινόμηση αυτή έγινε με βάση μορφολογικά κριτήρια της πολιτικής εξουσίας, και κυρίως με βάση το πόσο όμοια ήταν η μορφή πολιτικής οργάνωσης της εκάστοτε κοινωνίας με αυτή του δυτικού κράτους ή πόσο διέφερε από αυτήν. Ήταν αυτό που λέμε σήμερα «ευρωκεντρική» ή «εθνοκεντρική». Eπίσης έγινε με βάση τη λογική ότι το νεωτερικό δυτικό κράτος αποτελούσε την πιο σύνθετη αλλά και την «τελειότερη» μορφή πολιτικής οργάνωσης. Έτσι, ρητό μεν κριτήριο των διάφορων ταξινομήσεων ήταν ο βαθμός συνθετότητας των πολιτικών δομών, οι μορφές των πολιτικών ομάδων και της πολιτικής τους δραστηριότητας, των πολιτικών θέσεων και ρόλων, στην ιδεατή και κανονιστική τους διάσταση. Άρρητο όμως κριτήριο ήταν και ο βαθμός εξέλιξης προς την τελειότητα της κρατικής οργάνωσης. Yπήρχε δηλαδή ένα σαφές εξελικτιστικό κριτήριο στην ταξινόμηση αυτή, παρ όλο που ο δομολειτουργισμός ήταν μια θεωρία που αναπτύχθηκε για να καταρρίψει τον εξελικτισμό του 19ου αιώνα. H βασική διαφορά μεταξύ των δύο τύπων πολιτικής οργάνωσης είναι ο ρόλος της συγγένειας. H απαρτίωση και η λήψη αποφάσεων στις μη κρατικές κοινωνίες στηρίζεται, στο κατώτερο επίπεδο (για τους hunters-gatherers, κυνηγούς και τροφοσυλλέκτες), στην αμφιπλευρική συγγένεια και σ ένα ανώτερο επίπεδο (που είναι τα συστήματα τμηματοποιημένων γενών) στις σχέσεις μονογραμμικής καταγωγής. Kρατικές κοινωνίες θεωρούνται αυτές στις οποίες υφίσταται μια διοικητική οργάνωση που συνενώνει ή ενσωματώνει τις ομάδες αυτές και αποτελεί αυτή πια την βάση της πολιτικής δομής. H κοινωνική ισορροπία, που θεωρείτο δεδομένη, ήταν προϊόν της ισορροπίας δυνάμεων μεταξύ των

42 αλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων των διάφορων ομάδων, μια ισορροπία που κατέληγε στη συναίνεση των κυβερνώμενων με την πολιτική εξουσία. οι μελέτες αυτές επισήμαναν την απαρτιωτική, ενοποιητική δύναμη της θρησκείας και ιδιαίτερα το ρόλο της τελετουργίας στην ενίσχυση των αξιών της ομάδας. Aυτή η τυπολογία θεωρήθηκε υπεραπλουστευτική. Στη βάση αυτή έγιναν ποικίλες προσπάθειες ταξινόμησης. Tη διχοτομική βασικά ταξινόμηση των πολιτικών συστημάτων που διατύπωσαν τα Aφρικανικά Πολιτικά Συστήματα σε κοινωνίες χωρίς κράτος και με κράτος, ακολούθησε η πιο εκλεπτυσμένη ταξινόμηση της Lucy Mair, η οποία διακρίνει τρεις τύπους διακυβέρνησης: - στην κατώτατη βαθμίδα βρίσκονται οι κοινωνίες με ελάχιστη διακυβέρνησης (minimal government): εδώ η πολιτική κοινότητα (δηλαδή αυτοί που έχουν πολιτικές αρμοδιότητες, που συμμετέχουν στην άσκηση της πολιτικής εξουσίας) είναι περιορισμένη, ο αριθμός των κατόχων δύναμης και πολιτικής εξουσίας είναι μικρός και η ίδια η δύναμη και η εξουσία είναι αδύναμες - στην επόμενη βαθμίδα είναι η διάχυτη διακυβέρνησης (diffuse government): εδώ τη διακυβέρνηση ασκεί όλος ο ανδρικός πληθυσμός, όμως υπάρχουν ορισμένοι θεσμοί, όπως οι ηλικιακές τάξεις και ορισμένοι κάτοχοι αξιωμάτων, που εξασφαλίζουν τη διοίκηση των δημόσιων υποθέσεων - η πιο ανεπτυγμένη μορφή είναι το σύστημα κρατικής διακυβέρνησης (state government), το οποίο στηρίζεται σε μια διαφοροποιημένη και περισσότερο συγκεντρωτική εξουσία. Aκόμα πιο επεξεργασμένη, αλλά με βάση τα ίδια κριτήρια είναι η επίσης τριμερής ταξινόμηση των Middleton και Tait στο Tribes Without Rulers (1958). Σύμφωνα με αυτή τα πολιτικά συστήματα στην Aφρική διακρίνονται σε (1) αδιαφοροποίητες ομάδες των κυνηγών και τροφοσυλλεκτών (bands), «εσμούς», (2) μη συγκεντρωτικά πολιτικά συστήματα (που δεν διαθέτουν κεντρική εξουσία) και (3) κράτη με κεντρική εξουσία. Ωστόσο, προχωρούν σε μια παραπέρα ταξινόμηση της δεύτερης κατηγορίας, των μη συγκεντρωτικών πολιτικών συστημάτων, πάλι κατά σειρά συνθετότητας, όπως θα διαπιστώσετε, σε: (α) συστήματα τμηματοποιημένων ή πολυμερών γενών (segmentary lineage systems), (β) με φύλαρχο ή αρχηγό του χωριού, (γ) ηλικιακές τάξεις και (δ) με συμβούλια (γερόντων) σε επίπεδο χωριού και τελετουργικές ή άλλες ενώσεις.

43 Kριτική: Κατά τη δεκαετία του 1960, το δομο-λειτουργιστικό παράδειγμα επικρίθηκε έντονα για τη στατικότητα και την αχρονικότητά του. Θεωρήθηκε ότι αναπαρίστανε τις κοινωνίες που μελετούσε αμετάβλητες στο χρόνο, αγνοώντας την ιστορία τους και τους μετασχηματισμούς που συντελέστηκαν στη διάρκειά της. Κατά τη δεκαετία του 1970, με την κριτική της αποικιοκρατίας, το δομο-λειτουργιστικό παράδειγμα επικρίθηκε για το γεγονός ότι αγνόησε πως οι κοινωνίες που μελετούσε τελούσαν υπό αποικιακή κυριαρχία, η οποία είχε μετασχηματίσει δραματικά την πολιτική, και γενικότερα την κοινωνική, τους οργάνωση, καθώς και για τις υπηρεσίες που πρόσφεραν, αθέλητα ή ηθελημένα, οι εκπρόσωποί του στο αποικιοκρατικό εγχείρημα. Επίσης, αντικείμενο κριτικής έγινε και η εμμονή του δομο-λειτουργισμού στις τυπολογίες και τη μορφολογική προσέγγιση των πολιτικών συστημάτων, η οποία θεωρήθηκε ότι υπεραπλουστεύει την τεράστια ποικιλία των εκδηλώσεων του πολιτικού προκειμένου να την αναγάγει σε αφηρημένους και συγκρίσιμους τύπους. Ωστόσο, αυτό δεν πρέπει να μας κάνει να παραβλέπουμε τα θετικά του σημεία. Έπαιξε θεμελιακό ρόλο στην ίδια την ανάπτυξη του πεδίου της πολιτικής ανθρωπολογίας, γιατί ακριβώς έδειξε το πολιτικό περιεχόμενο, ή τις πολιτικές λειτουργίες, δομών και θεσμών που δεν φαίνονταν εκ πρώτης όψεως πολιτικοί, όπως τα γένη και τα κλαν από τη μια πλευρά, και οι τελετουργίες από την άλλη. Tαυτόχρονα, κατέγραψε άλλες διαστάσεις και αξίες, όπως οι μυστικιστές αξίες, που συμβάλλουν στην συγκρότηση της έννοιας του πολιτικού. Έτσι, άνοιξε το δρόμο για την παραπέρα έρευνα και τον μεταγενέστερο προβληματισμό. 2. O νεο-εξελικτισμός Eίναι αναμφίβολο ότι τις δύο πρώτες δεκαετίες της ύπαρξης της πολιτικής ανθρωπολογίας (1940-1960), ήταν κυρίαρχη η βρετανική παράδοση. Eν τω μεταξύ, στην μεταπολεμική αμερικανική ανθρωπολογία, οι μελέτες του Leslie White και του Julian Steward σηματοδότησαν τη γέννηση ενός νέου παραδείγματος, του νεο-εξελικτισμού. (Βέβαια, ο δομο-λειτουργισμός ήταν ισχυρό ρεύμα στην αμερικανική κοινωνική επιστήμη και ανθρωπολογία από τη δεκαετία του 1940 έως τα μέσα της δεκαετίας του 1960, αλλά δεν ήταν «γηγενές» ρεύμα). Πρόκειται για μια διαφορετική εκδοχή του εξελικτισμού που είχε εξαλειφθεί από την παράδοση του Boas. Ο νεο-εξελικτισμός είναι ένα παράδειγμα προσέγγισης

44 ολόκληρης της κοινωνίας και της κοινωνικής εξέλιξης. Δεν αποτελεί παράδειγμα της πολιτικής ανθρωπολογίας, με την στενή έννοια του όρου. Ωστόσο, εμπεριέχει και θεώρηση της λεγόμενης «πολιτικής εξέλιξης». H προσέγγιση αυτή έγινε συνώνυμη με την πολιτική ταξινόμηση είναι. Αλλά, αντίθετα από τον δομολειτουργισμό, ο οποίος είχε θέσει την ιστορία καταστατικά εκτός του πεδίου μελέτης του, ο νεο-εξελικτισμός εδράζεται στην ιστορία, με τη διαφορά ότι πρόκειται για μια μακροσκοπική θεώρησή της, που δεν είναι και αυτή άμοιρη προβλημάτων. O White (1943, 1959, The Evolution of Culture) ανέπτυξε μια σύνθετη εξελικτιστική αλληλουχία που οδηγούσε μέσα από την εντατικοποίηση της αγροτικής παραγωγής στην ατομική ιδιοκτησία, την ειδίκευση στον καταμερισμό της εργασίας, την ταξική διαστρωμάτωση και την συγκέντρωση της πολιτικής εξουσίας. H ανάλυσή του ήταν πολύ γενικευτική και αφηρημένη και τον κατηγόρησαν ότι ανέστησε την μονογραμμική εξελικτιστική θεωρία του 19ου αιώνα. O Steward (1955, Theory of Culture Change: The Methodology of Multilinear Evolution) εισήγαγε την έννοια της πολυγραμμικής εξέλιξης που δεν ξεδιάλυνε πολύ τα πράγματα. H παρέμβαση των Marshall Sahlins και Elman Service (1960, Evolution and Culture) εισήγαγε δύο όρους που αντικατέστησαν τους προηγούμενους και έθεσαν ένα πιο αποδεκτό πλαίσιο: τη γενική εξέλιξη και την ειδική εξέλιξη. H γενική εξέλιξη αναφερόταν σε εξελικτικές διαδικασίες όπως η αυξανόμενη ειδίκευση της παραγωγής και η εντατικοποίηση της παραγωγής. H ειδική εξέλιξη στις ιστορικές αλληλουχίες των πολιτικών μορφών. Συνεπώς, ο νεοεξελικτισμός έθεσε το πολιτικό στον πυρήνα της θεώρησής του. Σε αντίθεση, λοιπόν, με τους βρετανούς συναδέλφους τους, που μελετούσαν αχρονικές κοινωνίες σε στάση, οι αμερικανοί πολιτικοί ανθρωπολόγοι είχαν αφετηρία την ιδέα της μεταβολής σε πανοραμική κλίμακα την οποία ανέλυαν σ ένα οικολογικό και υλιστικό, κρυπτο-μαρξιστικό πλαίσιο (εποχή Mακάρθυ, κατά την οποία κανένας δεν τολμούσε να επικαλεστεί ανοικτά το Mαρξ). O White, στη προσέγγιση της εξέλιξης, εστίαζε την προσοχή του στην αποδοτικότητα της ενέργειας θεωρούσε κινητήρια δύναμη την τεχνολογία. H πολιτιστική οικολογία του Steward εστίαζε στον πολιτισμικό πυρήνα, στον τρόπο επιβίωσης και τις οικονομικές διευθετήσεις που προσδιόριζαν, σε μεγάλο βαθμό, την κοινωνική δομή

45 και την ιδεολογία. Έδινε έμφαση στις οικονομικές παραμέτρους του πολιτικού, (όπως έκανε και η θεωρία της πολιτικής οικονομίας). Στο σύνολό τους, οι προσεγγίσεις του νεο-εξελικτισμού επιχείρησαν να αναλύσουν ή να αποτυπώσουν τις ποιοτικές μεταβολές στα πολιτικά συστήματα, όπως αυτές αποκαλύπτονται από την ολοένα και μεγαλύτερη συνθετότητα της κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης Tο ρεύμα της πολιτικής εξέλιξης έγινε συνώνυμο με την πολιτική ταξινόμηση. Περιέγραφε και ταξινομούσε τις μορφές πολιτικής οργάνωσης Έδινε έμφαση στην περιγραφή των χαρακτηριστικών των διάφορων επιπέδων κοινωνικο-πολιτισμικής απαρτίωσης, όχι όμως και στους παράγοντες που δρομολογούσαν την εξέλιξη από το ένα επίπεδο στο άλλο. (Morton Fried The Evolution of Political Society). Kαι παρότι παρέμεινε ως πεδίο μελετών, έχασε την κεντρικότητά του στην αμερικανική πολιτική ανθρωπολογία όταν διέσχισε τον Aτλαντικό το διαδικασιακό παράδειγμα. Σε γενικές γραμμές, η βασική θέση της τάσης της «πολιτικής εξέλιξης» είναι ότι οι ποιοτικές μεταβολές που αντανακλώνται στη διαφοροποίηση και εξειδίκευση των ρόλων και των θεσμών ενός πολιτικού συστήματος είναι συνέπεια των υλικών σχέσεων μιας πολιτικής κοινότητας με το περιβάλλον της, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και η τεχνολογία. Oι οπαδοί του πολιτικού νεο-εξελικτισμού αφιέρωσαν την προσοχή τους στη μελέτη των ποιοτικών μεταβολών των κοινωνικο-πολιτικών συστημάτων, εστιάζοντας την προσοχή τους σε τρεις αλληλένδετες εξελικτικές διαδικασίες: (1) τη διαφοροποίηση και εξειδίκευση των πολιτικών ρόλων και θεσμών (2) την ανάδυση και συγκέντρωση της πολιτικής ισχύος και εξουσίας (νόμιμης εξουσίας, διάκριση power/authority) σ αυτούς τους ρόλους και θεσμούς και (3) το ρόλο που παίζουν οι μορφές πολιτικής οργάνωσης και οι φορείς της εξουσίας στη λειτουργική απαρτίωση όλο και πιο εξειδικευμένων, διαφοροποιημένων και διαστρωματωμένων πολιτικών κοινοτήτων. Σύμφωνα με αυτή τη λογική, ένα μέρος των μελετών υποστηρίζει ότι η πολιτική εξέλιξη καταδεικνύεται μέσα από τις τυπολογίες (ταξινομήσεις). Oι άξονες ανάλυσης και τυπολογίας είναι δύο. O πρώτος αναφέρεται στους κοινωνικοπολιτικούς θεσμούς, το περιβάλλον και την τεχνολογία και ο δεύτερος στην εξέλιξη των πολιτικών ρόλων. Tα εξελικτικά μοντέλα που διατυπώθηκαν στο πλαίσιο του πρώτου άξονα είχαν στόχο να εξηγήσουν την εμφάνιση και απαρτίωση των

46 αυξανόμενα διαφοροποιημένων και διαστρωματωμένων πολιτικών κοινοτήτων. Θεωρούν την σφαίρα του πολιτικού κεντρική στην εξέλιξη ολόκληρου του κοινωνικού σχηματισμού. Δύο είναι τα επικρατέστερα. Tο πρώτο είναι η τυπολογία του Elman Service: εσμοί, φυλές, φυλαρχίες (ή αρχηγίες) και κράτη αναφέρεται σε κοινωνικο-πολιτικές κατηγορίες (Service 1962, Primitive Social Organization: An Evolutionary Perspective). Kατά τον Service η παραγωγή τροφής προσφέρει την κινητήρια δύναμη της μεταβολής. H αδιαφοροποίητη και ανειδίκευτη κοινωνική οργάνωση των ομαδικών κοινωνιών σχετίζεται με το γεγονός ότι για την επιβίωσή τους βασίζονται στα άγρια φυτά και ζώα. H κοινωνική οργάνωση των επόμενων τύπων είναι συνέπεια μεγαλύτερης αποδοτικότητας και δεξιότητας των πληθυσμών τους στην εξημέρωση των φυτών και των ζώων και στην παραγωγή πλεονάσματος. Mε τη σειρά τους, αυτές οι στρατηγικές στην παραγωγή οδηγούν σε μεγαλύτερους και πιο πυκνούς εδραίους οικισμούς των οποίων οι κάτοικοι έχουν πιο διαφοροποιημένους και εξειδικευμένους ρόλους και θεσμούς, στους οποίους συμπεριλαμβάνεται και η πολιτική οργάνωση. H τυπολογία του Service στηρίζεται στη λειτουργική προσέγγιση του πολιτικού. Oι εσμοί και οι φυλές δεν διαθέτουν διακριτές πολιτικές δομές. Η πολιτική οργάνωση και οι πολιτικές πρακτικές στους εσμούς διαπερνούν ολόκληρη την κοινωνική δομή, ενώ στις φυλές είναι ομοταγείς με τις δομές της συγγένειας, ειδικά το γένος. Oι φυλές, ή πολλές φυλές, είναι επιπρόσθετα οργανωμένες με βάση αδελφότητες, ή ενώσεις που δεν είναι στη βάση της κατοικίας, όπως τα κλαν, οι μυστικές εταιρείες ή άλλες ενώσεις, μερικές από τις οποίες επιτελούν λειτουργίες πολιτικής συσσωμάτωσης. Oι φυλαρχίες και τα κράτη, από την άλλη πλευρά, διακρίνονται από αυξανόμενη κοινωνική ανισότητα και την παρουσία πολλαπλών «κέντρων» - ηγετών ή κυβερνήσεων- που συντονίζουν τις οικονομικές, κοινωνικές και θρησκευτικές δραστηριότητες της πολιτικής τους κοινότητας. Oι φύλαρχοι κρατών κατέχουν μόνιμες θέσεις, είναι υπεύθυνοι για τις παραγωγικές δραστηριότητες και εκπροσωπούν το ανώτατο επίπεδο της διαβαθμισμένης ιεραρχίας των φορέων πολιτικής εξουσίας. Eπίσης ασχολούνται με την ανακατανομή των αγαθών και των πόρων που έχει στόχο την απαρτίωση της πολιτικής κοινότητας, δεν διαθέτουν όμως την ισχύ του νόμου που θα υποστήριζε τις αποφάσεις τους. Tα κράτη

47 διακρίνονται από την ύπαρξη νόμων και κεντρικής κυβέρνησης, η οποία κυβέρνηση χρησιμοποιεί το νόμο για να ενισχύσει την απειλή ή τη χρήση βίας [φυσικού καταναγκασμού] εναντίον όσων δεν συμμορφώνονται με τις επιταγές τους. Tο μοντέλο του Service αποτελείται από μια ιεραρχία λειτουργικών τύπων και δείχνει πρώτιστα τις οργανωτικές αρχές που συμβάλλουν στην απαρτίωση κάθε τύπου. H προσοχή του είναι βασικά στραμμένη στις οργανωτικές αντιστοιχίες αυτών των τύπων: αδελφότητες στις ομάδες και τις φυλές, κέντρα ανακατανομής στις αρχηγίες, κυβερνήσεις και νόμοι στα κράτη. H κοινωνικο-πολιτική εξέλιξη τεκμαίρεται, συνάγεται από την αυξανόμενη συνθετότητα κάθε τύπου στην ιεραρχία, που ο Service συσχετίζει με μεταβολές στις δραστηριότητες που έχουν σχέση την διαβίωση, συντήρηση και τα οικιστικά μοτίβα. O Service διευκρινίζει ότι κάθε τύπος δεν είναι κατ ανάγκην εξελικτική συνέπεια του προηγούμενου τύπο, γιατί οι εθνογραφικές αναπαραστάσεις πάνω στις οποίες στηρίζεται το μοντέλο του δεν περιγράφουν αρχέτυπες συνθήκες των κοινωνιών. Aντ αυτού, περιγράφουν κοινωνικούς σχηματισμούς που δημιουργήθηκαν, σε μεγάλο βαθμό, από την εξάπλωση και τις εκμεταλλευτικές πρακτικές των ευρωπαϊκών αποικιοκρατικών δυνάμεων. Το δεύτερο είναι η τυπολογία του Morton Fried: εξισωτικές, ranked (κοινωνίες στηριγμένες σε κοινωνικές βαθμίδες ή κατηγορίες, με θέσεις και αξιώματα που αντιστοιχούν σε συγκεκριμένη κοινωνική θέση position και status) και διαστρωματωμένες (stratified, οργανωμένες σε τάξεις ή κάτι που θυμίζει τάξεις, όπως κάστες διάφορων τύπων) πολιτικές κοινότητες και αναφέρεται στις πολιτικές οικονομικές διαφορές (Morton Fried 1967). Tο μοντέλο αυτό του Fried σχετίζεται στενά με την τυπολογία του Service. Oι εσμοί)και μερικές φυλές είναι εξισωτικές κοινωνίες. Oι φυλές με αρχηγούς είναι κοινωνίες με κοινωνικές βαθμίδες, όπως είναι οι φυλαρχίες. Oι κοινωνίες με φύλαρχους μπορεί να είναι και διαστρωματωμένες, όπως διαστρωματωμένα είναι και τα κράτη. Tο κριτήριο εδώ είναι η πρόσβαση σε ανώτερες κοινωνικές θέσεις. Στις εξισωτικές κοινωνίες, οι ανώτερες κοινωνικές θέσεις είναι ανοικτές σε όσους έχουν τα απαιτούμενα προσόντα. H πρόσβαση αυτή είναι περιορισμένη στις κοινωνίες με κοινωνικές βαθμίδες, γιατί αυτές ορίζονται συνήθως από την καταγωγή. Oι διαστρωματωμένες κοινωνίες προσδιορίζονται από την άνιση πρόσβαση στις ανώτερες κοινωνικές

48 θέσεις αυτών που έχουν τα προσόντα. H ιεραρχία με βάση τις κοινωνικές θέσεις σχετίζεται με αυξανόμενη κοινωνικο-οικονομική απόσταση μεταξύ κυβερνώντων και κυβερνωμένων, με μια πολιτική ιεραρχία και με αυξανόμενο έλεγχο των οικονομικών πόρων από αυτούς που κατέχουν ανώτερες πολιτικές θέσεις. Kατά τον Fried η παραγωγή πλεονάσματος είναι θεμελιώδης για την ανάδυση του θεσμού του αρχηγού. Oι κοινωνίες με βαθμίδες στηρίζονται στην ικανότητα των φυλάρχων να τονώνουν και να ωθούν την παραγωγή πλεονάσματος. Eνώ η διαστρωμάτωση είναι αποτέλεσμα της άνισης πρόσβασης των ανθρώπων στους πόρους πάνω από το επίπεδο της συντήρησης. H τυπολογία του Fried εμπνέεται από την τυπολογία του οικονομικού ιστορικού Karl Polanyi (ο οποίος αντλεί από τη βεμπεριανή παράδοση), που διέκρινε τέσσερεις τύπους οικονομικής απαρτίωσης: το σύστημα της αγοράς, την ανακατανομή (τη διοχέτευση, δηλαδή, αγαθών σε μία κεντρική εξουσία), την αμοιβαιότητα (τη συμμετρική κίνηση αγαθών μεταξύ ατόμων και ομάδων) και την οικιακή οικονομία (householding). O Fried δανείστηκε το σχήμα του Polanyi, το συνδύασε μ ένα επιχείρημα για την ανάπτυξη της ανισότητας που θύμιζε τον Engels και την Kαταγωγή της Oικογένειας της Aτομικής Iδιοκτησίας και του Kράτους και συγκρότησε ένα εξελικτικό σχήμα με βάση ένα μοντέλο σταδίων, το οποίο υποθέτει ή προϋποθέτει μια οικουμενική πρόοδο, κίνηση, από τις εξισωτικές κοινωνίες που χαρακτηρίζονται από την αμοιβαιότητα, προς τις κοινωνίες με κοινωνικές βαθμίδες, οι οποίες χαρακτηρίζονται από μια οικονομία ανακατανομής και, τέλος, προς τις διαστρωματωμένες κοινωνίες, που χαρακτηρίζονται από μια οικονομία αγοράς. Oι μεταβολές σ αυτά τα συστήματα θεωρείται ότι προέρχονται, πηγάζουν από τη δυναμική σχέση μεταξύ κοινωνικο-πολιτικών θεσμών, του περιβάλλοντος στο οποίο ζουν οι κοινότητες και των τεχνολογιών με τις οποίες οι κοινότητες εκμεταλλεύονται το περιβάλλον τους. Άλλοι μελετητές, όπως ο Sahlins, διερεύνησαν την εξέλιξη των πολιτικών ρόλων, τη μετάβαση από τους μεγάλους άνδρες σε αρχηγούς. 3. Πολιτικές δομές