ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ ΙΣΠΑΝΙΑ ΚΑΙ ΕΛΛΑΔΑ Η εμφύλια εμπειρία ΣΤΑΘΗΣ Ν. ΚΑΛΥΒΑΣ Ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος έχει συχνά παραλληλιστεί με τον ισπανικό εμφύλιο. Ο εντοπισμός ομοιοτήτων ανάμεσα στους δύο πολέμους δεν είναι δύσκολος. Πρόκειται για δύο αιματηρές ιδεολογικές συρράξεις που ξέσπασαν σε χώρες της Νότιας Ευρώπης, την ίδια πάνω-κάτω χρονική περίοδο: στα τέλη της δεκαετίας του 30 ο ισπανικός, στη δεκαετία του 40 ο ελληνικός. Και οι δύο πόλεμοι είχαν έντονο διεθνή αντίκτυπο και προκάλεσαν την ανάμειξη ξένων δυνάμεων. Και στις δύο περιπτώσεις η δεξιά επικράτησε και η αριστερά ηττήθηκε. Τέλος, στη συλλογική μνήμη του εμφυλίου, τόσο στην Ισπανία όσο και στην Ελλάδα, δεν έλειψε η ηρωική και τραγική μυθοποίηση. Κάπου εδώ, όμως, τελειώνουν οι ομοιότητες και αρχίζουν οι διαφορές. Το διεθνές πλαίσιο στο οποίο εκδηλώθηκαν οι δύο πόλεμοι διέφερε ριζικά. Αν ο ισπανικός εμφύλιος μπορεί να θεωρηθεί πρόλογος του Βã Παγκοσμίου Πολέμου, ο ελληνικός υπήρξε σίγουρα επίλογός του. Οι Ισπανοί Εθνικιστές, όπως αυτοαποκλήθηκαν, επεδίωξαν και πέτυχαν την υλική και στρατιωτική βοήθεια της ναζιστικής Γερμανίας και της φασιστικής Ιταλίας. Οι αντίπαλοί τους, οι Δημοκρατικοί, στηρίχθηκαν κυρίως στη Σοβιετική Ένωση και στο διεθνές αριστερό κίνημα. Για πολλούς αναλυτές της εποχής, ο ισπανικός εμφύλιος υπήρξε η πρώτη μεγάλη σύγκρουση ανάμεσα στις ανερχόμενες δυνάμεις του φασισμού και του κομμουνισμού. Ο φιλελεύθερος κοινοβουλευτισμός δεν φάνταζε παρά σαν ένα σύμβολο παρακμής, σίγουρος ηττημένος όποια και αν ήταν η έκβαση του πολέμου. Η ιστορία παρέχει πράγματι στην περίπτωση αυτή ένα έξοχο δείγμα τραγικής ειρωνείας. Αντίθετα, μολονότι ξεκίνησε μέσα στην Κατοχή, ο ελληνικός εμφύλιος πήρε την τελική του μορφή στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου. Η Ελλάδα υπήρξε ένα από τα πεδία σύγκρουσης ανά-
xiv ΜΝΗΜΗ ΚΑΙ ΛΗΘΗ ΤΟΥ ΙΣΠΑΝΙΚΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ μεσα στη Δύση και την Ανατολή, στον καπιταλισμό και τον σοσιαλισμό, στον αστικό κοινοβουλευτισμό και την κομμουνιστική επανάσταση. Μια δεύτερη διαφορά αφορά τα αίτια των δύο συρράξεων. Στην περίπτωση της Ισπανίας, ο πόλεμος ήρθε ως επιστέγασμα μιας βαθιάς και πολυδιάστατης κρίσης του πολιτικού συστήματος της χώρας χωρίς αυτό να σημαίνει πως ήταν αναπόφευκτος. Η Ισπανία της δεκαετίας του 30 πέρασε μέσα από μια περίοδο ακραίας πόλωσης που αρθρώθηκε γύρω από τουλάχιστον τρεις διαιρετικές τομές: (α) την ταξική σύγκρουση βιομηχανικών εργατών των μεγάλων πόλεων και άκληρων αγροτών του Νότου από τη μια και μικρής και μεγάλης βιομηχανικής και έγγειας ιδιοκτησίας από την άλληø (β) τη θρησκευτική σύγκρουση ανάμεσα στην Καθολική Εκκλησία και τους αντικληρικαλιστές αντιπάλους τηςø και (γ) τη σύγκρουση κέντρου-περιφέρειας που έθεσε αντιμέτωπους τους υπερασπιστές μιας ενωμένης και κεντρικά δομημένης Ισπανίας και τους οπαδούς του Βασκικού και Καταλανικού εθνικισμού. Παρ ότι η σύμπτωση ανάμεσα στις τρεις αυτές συγκρούσεις δεν ήταν πλήρης (π.χ. οι Βάσκοι ήταν πιστοί Καθολικοί), η ισπανική κοινωνία πολώθηκε σε ακραίο βαθμό, ιδιαίτερα στη διάρκεια της δεκαετίας του 30, έτσι ώστε Ισπανοί διανοούμενοι, όπως ο ποιητής Αntonio Machado, να κάνουν λόγο για «δύο Ισπανίες». Αντίθετα, η μεσοπολεμική Ελλάδα δεν έχει να επιδείξει κοινωνικές διαιρέσεις αντίστοιχου τύπου και έντασης. Οι θρησκευτικές συγκρούσεις ήταν ανύπαρκτες, οι περιφερειακές διαμάχες ανάμεσα στην «Παλαιά Ελλάδα» και τις «Νέες Χώρες» (και αντίστοιχα μεταξύ γηγενών και προσφύγων) ελεγχόμενες, ενώ η ουσιαστική απουσία βιομηχανικής εργατικής τάξης και άκληρων αγροτών περιόρισε σημαντικά την ένταση των ταξικών συγκρούσεων. Είναι χαρακτηριστικό πως τόσο ο ΕΛΑΣ όσο και ο Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας (ΔΣΕ) δεν επεδίωξαν καν την εισαγωγή ριζοσπαστικών κοινωνικών μεταρρυθμίσεων στις αγροτικές περιοχές που βρίσκονταν υπό τον έλεγχό τους σε αντίθεση με την κοινωνική επανάσταση που έλαβε χώρα σε πολλές περιοχές που έλεγχαν οι Ισπανοί Δημοκρατικοί, ιδίως οι αναρχικοί. Η κυρίαρχη διαιρετική τομή στη μεσοπολεμική Ελλάδα ήταν κατεξοχήν πολιτική και θεσμική, αρθρωμένη με αφετηρία τον Εθνικό Διχασμό γύρω από το πολιτειακό ζήτημα. Είναι χαρακτηριστικό ότι το ΚΚΕ δεν συγκαταλεγόταν στα αντικείμενα της αντιπαράθεσης Φιλελεύθερων και Λαϊκών. Άλλωστε, και οι δύο παρατάξεις ήταν εξίσου αντικομμουνιστικές: το περίφημο Ιδιώνυμο υ- πήρξε βενιζελική έμπνευση. Ο ελληνικός εμφύλιος, με άλλα λόγια, δεν υπήρξε προϊόν των κοινωνικών διαιρέσεων της χώρας αλλά των ανώμαλων συνθηκών που προκάλεσε στη χώρα η περίοδος της Κατοχής. Η Κατοχή ήταν εκείνη που οδήγησε στη συρρίκνωση των αστικών πολιτικών δυνάμεων, τη ριζοσπαστικοποίηση του πληθυσμού και τη μετεξέλιξη του ΚΚΕ σε πολιτική δύ-
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ xv ναμη με στρατιωτική ισχύ και μάλιστα την πλέον υπολογίσιμη ώς το τέλος του 1944. Χρειάστηκε, άλλωστε, η βρετανική παρέμβαση για να απομακρυνθεί το ΚΚΕ από την εξουσία. Είναι χαρακτηριστικό πως ενώ στον ισπανικό εμφύλιο οι κομμουνιστές ήταν απλά μια από τις συνιστώσες των Δημοκρατικών (που ξεκινούσε από τους καθολικούς Βάσκους και Καταλανούς αυτονομιστές και έφθανε ώς τους αναρχικούς, περνώντας από σοσιαλιστές, τροτσκιστές και κάθε λογής κεντρώους και αριστερούς), στην Ελλάδα οι κομμουνιστές κυριάρχησαν σε τέτοιο βαθμό ώστε το ΚΚΕ να ταυτιστεί σχεδόν απόλυτα με την αριστερά. Έτσι, ενώ στην Ισπανία η Αριστερά ήταν πλουραλιστική και η Δεξιά μονολιθική, στην Ελλάδα ίσχυσε το αντίθετο: η Αριστερά ήταν μονολιθική (παρά τον κατ επίφαση πλουραλισμό του ΕΑΜ) ενώ η παράταξη των νικητών του εμφυλίου ήταν περισσότερο πολυδιάστατη: το Κέντρο υπήρξε βασικό στοιχείο της αστικής παράταξης και η ηγεσία του συνεισέφερε πρωθυπουργούς όπως τον Γεώργιο Παπανδρέου και τον Θεμιστοκλή Σοφούλη. Μολονότι ο ισπανικός εμφύλιος είχε βαθύτερα κοινωνικά αίτια, το ξέσπασμά του οφείλεται στο αποτυχημένο πραξικόπημα των Εθνικιστών. Η αποτυχία των πραξικοπηματιών να πετύχουν τη γρήγορη κατάληψη της εξουσίας οδήγησε στην αντίδραση των Δημοκρατικών και τη γενίκευση της σύγκρουσης. Οι Εθνικιστές ήταν, λοιπόν, εκείνοι που κατέλυσαν τη νομιμότητα της ισπανικής δημοκρατίας και οι Δημοκρατικοί εκείνοι που την εκπροσωπούσαν. Είναι χαρακτηριστικό ότι όροι όπως ανταρσία (rebeldía), αντάρτες (rebeldes), παράταξη του ξεσηκωμού (bando sublevado) χρησιμοποιήθηκαν για να περιγράψουν τους Εθνικιστές, ενώ αντίθετα οι Δημοκρατικοί αυτοαποκαλούνταν παράταξη της νομιμοφροσύνης (bando leal ). Από την άποψη αυτή, ο ισπανικός εμφύλιος διαφοροποιείται από τον ελληνικό, στον βαθμό που το ΚΚΕ πήρε την πρωτοβουλία της ένοπλης σύρραξης το 1946 μια ενέργεια που δεν υπήρξε, βέβαια, κεραυνός εν αιθρία αλλά, όπως και η αντίστοιχή της στην Ισπανία, έλαβε χώρα εν μέσω παρατεταμένης πολιτικής κρίσης όπου η χρήση της βίας ήταν στην ημερήσια διάταξη. Όπως, όμως, δείχνει μια τρίτη μεσογειακή εμπειρία, αυτή της μεταπολεμικής Ιταλίας, η εμφύλια σύρραξη δεν ήταν η μόνη δυνατή κατάληξη της πολιτικής κρίσης και της βίας 1. 1 Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο ηγέτης του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος Παλμίρο Τολιάττι στους εκπροσώπους του κόμματος Λουίτζι Λόνγκο και Εουτζένιο Ρεάλε, την στιγμή που αυτοί ετοιμάζονταν να αναχωρήσουν για το ιδρυτικό συνέδριο της Κομινφόρμ, τον Σεπτέμβριο του 1947: «Εάν σας κατηγορήσουν πως αποδειχθήκατε ανίκανοι να κατακτήσετε την εξουσία, ή πως αφήσατε να σας εκδιώξουν από την κυβέρνηση, απαντήστε τους ότι δεν ήταν δυνατόν να μετατρέψουμε την Ιταλία σε μιαν άλλη Ελλά-
xvi ΜΝΗΜΗ ΚΑΙ ΛΗΘΗ ΤΟΥ ΙΣΠΑΝΙΚΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ Και οι δύο πόλεμοι υπήρξαν ιδιαίτερα βίαιοι, όπως συμβαίνει συχνά με τις εμφύλιες συγκρούσεις, αλλά ο ισπανικός εμφύλιος υπήρξε σαφώς βιαιότερος του ελληνικού. Τα θύματα του ισπανικού εμφυλίου ήταν πολύ συχνά άμαχοι, ύποπτοι αντίθετων πολιτικών φρονημάτων, ενώ η θανάτωση αθώων ήταν συνηθισμένο φαινόμενο. Στην περίπτωση του ισπανικού εμφυλίου, η βία αυτή έγινε γνωστή ως «καταπίεση στην οπισθοφυλακή» (repressión en la retaguardia), ένας όρος που υπογράμμιζε ακριβώς το γεγονός ότι το μέτωπο και τα πεδία των μαχών δεν ήταν ούτε τα μόνα αλλά ούτε και τα κύρια πεδία της βίας. Τα θύματα ήταν χιλιάδες, και από τις δύο παρατάξεις, ενώ το αιματοκύλισμα συνεχίστηκε στις φυλακές μετά την επικράτηση των Εθνικιστών, τουλάχιστον ώς το 1954, δηλαδή 16 ολόκληρα χρόνια μετά το τέλος του πολέμου. Σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις Ισπανών ιστορικών ο αριθμός των εκτελεσθέντων από το φρανκικό καθεστώς μετά τη λήξη του πολέμου προσεγγίζει τους 70.000. Στην Ελλάδα, μαζικές εκτελέσεις αμάχων και αιχμαλώτων παρατηρήθηκαν κυρίως στη διάρκεια της Κατοχής, ενώ την περίοδο 1946-1949 τα θύματα υπήρξαν κυρίως μαχητές των δύο παρατάξεων στα πεδία των μαχών και σε πολύ μικρότερο βαθμό αιχμάλωτοι και άμαχοι. Αντίθετα με την Ισπανία οι εκτελέσεις και οι θανατικές καταδίκες ουσιαστικά σταμάτησαν στο τέλος του πολέμου. Η σύγκριση δείχνει δηλαδή πως ο ελληνικός εμφύλιος, παρά τα βαθύτατα τραύματα που προκάλεσε στη χώρα, δεν έφθασε στα άκρα του ισπανικού, κάτι που πιθανόν να εξηγεί τη διαφορετική πρόσληψη των πολέμων αυτών στη συλλογική μνήμη των δύο λαών. Οι διαφορές ανάμεσα στους δύο πολέμους αφορούν και τη μεταπολεμική κληρονομιά τους. Η λήξη του πολέμου βρήκε την Αριστερά ηττημένη τόσο στην Ισπανία όσο και στην Ελλάδα. Όμως η ήττα αυτή είχε ριζικά διαφορετικές συνέπειες για την κάθε χώρα. Στην Ισπανία οικοδομήθηκε ένα στυγνό δικτατορικό καθεστώς, αρχικά καθαρά φασιστικού τύπου που μετά το τέλος του Βã Παγκοσμίου Πολέμου μετεξελίχθηκε σε κλασική δικτατορία. Η φρανκική δικτατορία διήρκεσε δεκαετίες και άφησε βαθιές πληγές στην ισπανική κοινωνία. Αντίθετα, στην Ελλάδα οι νικητές, δηλαδή η Δεξιά και το Κέντρο, διατήρησαν τη χώρα σε κοινοβουλευτική τροχιά. Αν και αναμφίβολα ελεγχόμενο και περιοριστικό, το πολιτικό σύστημα δεν έπαυε να είναι κοινοβουλευτικό, σε βαθμό μάλιστα που στις εκλογές του 1958 η ΕΔΑ, δηλαδή το κόμμα των ηττημένων του εμφυλίου, μπόρεσε να αναδειχθεί σε κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Το κοινοβουλευτικό καθεστώς θα εκτροχιαστεί το 1967, αλ- δα. Και αυτό δεν ήταν μόνο προς δικό μας συμφέρον αλλά και προς συμφέρον της Σοβιετικής Ένωσης». Βλ. Eugenio Reale, Nascita del Cominform, Μιλάνο: Mondadori, 1958, σ. 17.
ΜΝΗΜΗ ΚΑΙ ΛΗΘΗ ΤΟΥ ΙΣΠΑΝΙΚΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ xvii λά η δικτατορία θα αποδειχθεί τελικά μια βραχυχρόνια παρένθεση στην πορεία της χώρας προς τον πλήρη εκδημοκρατισμό και την επούλωση των πληγών του εμφυλίου. Όπως είναι φυσικό, τραυματικές εμπειρίες όπως είναι οι εμφύλιες συγκρούσεις δεν μπορεί παρά να συμβάλλουν και στην πρόσληψή τους στη συλλογική συνείδηση και άρα να επηρεάζουν έμμεσα τις πολιτικές εξελίξεις. Ταυτόχρονα, η κοινωνική πρόσληψη ενός εμφυλίου αποτελεί έναν καθρέφτη της ίδιας της συλλογικής του εμπειρίας. Μια απλή σύγκριση ανάμεσα στην πρόσληψη των δύο εμφυλίων δεν μπορεί παρά να αναδείξει το κατά πολύ βαρύτερο πέπλο σιωπής που κάλυψε την ισπανική κοινωνία ακόμη και μετά τη μετάβαση της χώρας αυτής στη δημοκρατία και την παγίωση του δημοκρατικού καθεστώτος. Η σιωπή αυτή, που τεκμηριώνει αριστοτεχνικά η Paloma Aguilar στον ανά χείρας τόμο, αντικατοπτρίζει τον συνδυασμό της βαθιάς πόλωσης που γνώρισε η Ισπανία και της μακρόχρονης και σκληρής δικτατορίας που ακολούθησε. Παραδόξως, όπως δείχνει η Aguilar, η σιωπή και η λήθη βοήθησαν την Ισπανία να κάνει το μεγάλο της άλμα προς τη δημοκρατία, ένα άλμα που υπήρξε πολύ πιο επίπονο και ριψοκίνδυνο απ ό,τι το αντίστοιχο ελληνικό. Τέλος, οι διαφορές των δύο πολέμων αντικατοπτρίζονται και στον τομέα της επιστημονικής μελέτης τους. Από την άποψη αυτή είναι αξιοσημείωτη η ποιότητα που διακρίνει τον κλάδο εκείνο της ισπανικής ιστοριογραφίας που ασχολείται με τη συστηματική καταγραφή εμπειρικών στοιχείων, ιδιαίτερα στο τοπικό επίπεδο. Στην έρευνα αυτή οφείλεται η οικοδόμηση μιας εντυπωσιακής πραγματολογικής βιβλιογραφίας πάνω στην οποία χτίζεται εδώ και μερικά χρόνια μια συνθετική ιστορία που έχει αναθεωρήσει με επιτυχία αρκετές κρατούσες αντιλήψεις, ανοίγοντας νέους ορίζοντες στην έρευνα 2. Στην Ελλάδα, η συστηματική πραγματολογική καταγραφή του εμφυλίου βρίσκεται ακόμη στα σπάργανα καθώς ξεκίνησε με αρκετή καθυστέρηση. Συμπερασματικά, το βιβλίο της Paloma Aguilar συνεισφέρει πολλαπλά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό. Παρέχει κατ αρχάς ένα επιστημονικό υπόδειγμα για τη μελέτη δύο δύσκολων ερωτημάτων: του σχηματισμού της συλλογικής μνήμης και της δημιουργίας στέρεων δημοκρατικών θεσμών σε χώρες με ιστορία και μνήμες αιματηρών διχασμώνø παρέχει επίσης ένα υπόδειγμα ώριμης προσέγγισης ενός ιδιαίτερα δύσκολου ιστορικού θέματος, όπως ο εμφύ- 2 Για παράδειγμα, ιδιαίτερη επιτυχία υπήρξε η πρόσφατη έκδοση συλλογικού τόμου από τον Santos Juliá και τους συνεργάτες του με κεντρικό θέμα την εμφύλια βία: Santos Juliá, Julián Casanova, Josep Maria Solé i Sabaté, Joan Villarroya και Francisco Moreno, Víctimas de la guerra civil, Μαδρίτη: Temas de Hoy, 1999.
xviii ΜΝΗΜΗ ΚΑΙ ΛΗΘΗ ΤΟΥ ΙΣΠΑΝΙΚΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ λιος πόλεμος. Προσφέρει, στη συνέχεια, μιαν υποδειγματική ανάλυση του πώς οι πολιτικές δυνάμεις της Ισπανίας χειρίστηκαν το «αγκάθι» που αποτελούσε η μνήμη του ισπανικού εμφυλίου στην κρίσιμη ιστορική καμπή της μετάβασης στη δημοκρατία, δείχνοντας ταυτόχρονα τη σημασία της επιλογής της λήθης. Τέλος, παρέχει τη δυνατότητα της σύγκρισης της ισπανικής με την ελληνική εμπειρία, μια σύγκριση που δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στην πληρέστερη ιστορική μας αυτογνωσία.