Διερεύνηση και μέτρηση των κοινωνικών σχέσεων στη σχολική τάξη: η κοινωνιομετρία
Εισαγωγικά στοιχεία Οι μαθητές Πολλές φορές οι αλλαγές στη συμπεριφορά ενός μαθητή μέσα στην τά- ξη,, έχουν ως αιτία τις σχέσεις του με κάποιον ή κάποιους συμμαθητές τους. Έχει σημασία: (α) ποιος κάθεται με ποιόν στο θρανίο (β) ποιος κάνει παρέα με ποιόν στο διάλειμμα Η συναδελφικότητα και η ηρεμία αντικαθίστανται από οξύτητες και ε- ντάσεις. Είναι ικανοποιημένοι από τους συμ- μαθητές τους και τη συμμετοχή τους στην ομάδα της τάξης. Απομονώνονται και απομακρύνονται από τους συμμαθητές τους και δημι- ουργούν υποομάδες που δημιουρ- γούν προβλήματα στην τάξη.
Εισαγωγικά στοιχεία Οι δάσκαλοι αντιλαμβάνονται την πραγματικότητα. Οι γνώμες που σχηματίζουν όμως όσον αφορά τις κοινωνικές σχέσεις των μαθητών τους είναι αποσπασματικές, ελλιπείς και όχι τεκμιριωμέ- νες.. Οι αιτίες των προβλημάτων διαφεύγουν της προσοχής τους. Για την επισήμανση των προβλημάτων υπάρχει μια μέθοδος ιδιαίτερα βοηθητική και εύχρηστη που προσφέρεται από ένα πεδίο της κοινωνι- κής ψυχολογίας: η κοινωνιομετρία. Η κοινωνιομετρία: (α) διερευνά τη δομή των κοινωνικών σχέσεων ανάμεσα στα μέλη της ομάδας (β) συλλέγει πληροφορίες για το ρόλο, την κοινωνική θέση και τα χα- ρακτηριστικά της προσωπικότητας (ηγετικές ικανότητες, ήθος, κοι- νωνική προσαρμογή, αποκλίσεις) κάθε μέλους της. (γ) αποβλέπει στη μέτρηση της έντασης και της έκτασης των συναι- σθηματικών ρευμάτων, με την έννοια της έλξης ή της απόθησης. (δ) αποτελεί μια «εκ των έσω» οπτική για τις σχέσεις των ίδιων των μελών της ομάδας.
Η κοινωνιομετρία Ποιους δε θα ήθελες Η κοινωνιομετρία χρησιμοποιεί μια σειρά από τεχνικές για να διεισδύ- σει στην πραγματική δομή της ομάδας. Η πιο συνηθισμένη και εύχρηστη τεχνική της είναι το κοινωνιομετρικό της τεστ. Είναι ένα ερωτηματολόγιο απλό στο οποίο διατυπώνεται η λεγόμενη «κοινωνιομετρική ερώτηση»,, η οποία έχει δυο σκέλη. Η συλλογή και επεξεργασία των δεδομένων του τεστ βοηθά στη διερεύ- νηση του τρόπου με τον οποίο οργανώνεται η ομάδα, ώστε να μπορέσει ο δάσκαλος να αξιολογήσει αυτή την οργάνωση και να προτείνει λύσεις, όταν υπάρχει ανάγκη, είτε αναδιοργάνωσης είτε βελτίωση της οργάνω- σης (Τσιπλητάρης( 1992).
Η κοινωνιομετρία
Η προβληματική της κοινωνιομετρικής επιλογής: διαπροσωπική αντίληψη Τα παιδιά καλούνται να εκφράσουν μια γνώμη όσον αφορά τους συμ- μαθητές τους και τις σχέσεις τους με αυτούς. Η γνώμη αυτή εξαρτάται ται από τις ατομικές ανάγκες των μαθητών και βασίζεται στη διαπροσωπι- κή αντίληψη (τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται και αντιμετωπίζει κάποιος μαθητής έναν άλλο μαθητή). Παρατήρηση Η διαπροσωπική αντίληψη λειτουργεί με βάση τις κατηγοροποιήσεις που κάνει ο ανθρώπινος νους προκειμένου να οργανώνει τις πληροφο- πίες. Οι κατηγοριοποιήσεις οδηγούν συχνά σε στερεότυπες αντιλήψεις. Στην αντιμετώπιση του «άλλου», οι μαθητές λειτουργούν με στερεότυ- πα, δηλαδή με εντυπώσεις και εικόνες από χαρακτηριστικά ανθρώπων, οι οποίες απλοποιούν και γενικεύουν αυτά τα χαρακτηριστικά. Οι εντυ- πώσεις αυτές οδηγούν ανάλογα και σε στερεότυπα σχήματα ερμηνείας των ιδιοτήτων και της συμπεριφοράς των άλλων.
Η προβληματική της κοινωνιομετρικής επιλογής: διαπροσωπική αντίληψη Ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί η αντίληψη επηρεάζει και τη λειτουρ- γία της διαπροσωπικής αντίληψης, με τις παρακάτω ιδιαιτερότητες: (α) Η αλλαγή ή προβολή ενός συγκεκριμένου στοιχείου μπορεί να επη- ρεάσει την αντίληψη του συνόλου. Ένα έντονο ή ιδιαίτερο χαρακτη- ριστικό μπορεί να επηρεάσει την εντύπωση για τη συνολική προσω- πικότητα.. (Π.χ.( καλός κακός, μορφωμένος αμόρφωτος, σημα- ντικός ασήμαντος). Αυτό το γνώρισμα, το οποίο είναι συναισθημα- τικά φορτισμένο, χρωματίζει και τα υπόλοιπα γνωρίσματα της προ- σωπικότητας του άλλου. (β) Χαρακτηριστικό της αντίληψης είναι η επιλεκτικότητα (επιλέγει ι και επεξεργάζεται από την πληθώρα στοιχείων μόνο κάποια συγκεκρι- μένα). Η απλούστευση των χαρακτηριστικών, συμβάλλει στη μείω- ση της ανασφάλειας. (γ) Το περιβάλλον, το πλαίσιο ή η περίσταση στην οποία βρίσκεται κά- ποιος επηρεάζει την αντίληψη για τα χαρακτηριστικά της προσωπι- κότητας του άλλου.
Η προβληματική της κοινωνιομετρικής επιλογής: διαπροσωπική αντίληψη (δ) Οι προηγούμενες εμπειρίες, π.χ. επαφές με κάποιο άτομο, επιδρούν σημαντικά στην κατανόηση και αντίληψη της επίκαιρης κατάστασης ασης ή του συγκεκριμένου περιστατικού. (ε) Στη διαμόρφωση της διαπροσωπικής αντίληψης, εκτός από τις συ- νειδητές,, συμβάλλουν και ορισμένες μη ελεγχόμενες και αυτόματες ή ασυνείδητες διαδικασίες πρόσληψης και επεξεργασίας των πληρο- φοριών.. Επίσης η διαπροσωπική αντίληψη επηρεάζεται και από διά- φορες συναισθηματικές καταστάσεις (οι άνθρωποι υποθέτουν ότι και οι άλλοι έχουν τις ίδιες ιδέες, συναισθήματα και σκέψεις με αυ- τούς. (ζ) Υφίσταται μια τάση γενίκευσης απλούστευσης: οι άνθρωποι έχουν την τάση να γενικεύουν με βάση μεμονωμένα στοιχεία και παράλ- ληλα να τοποθετούν τα πρόσωπα σε γνωστικές κατηγορίες και να συμπεριφέρονται απέναντι σε άτομα, που στην πραγματικότητα διαφέρουν μεταξύ τους, σαν να είναι όμοια.
Η εξέλιξη των κριτηρίων κοινωνιομετρικής επιλογής Ερώτημα Μπορούν οι μαθητές να εκφράσουν υπεύθυνη και ώριμη γνώμη; Ερώτημα Η κοινωνιομετρική ερώτηση μπορεί να ερμηνευτεί κατά κάποιο τρόπο ως προτροπή για υπόδειξη συντρόφων, για τους οποίους τα παιδιά τρέ- φουν φιλικά αισθήματα ή αντίθετα μη φιλικά. Μια πρώτη απάντηση είναι ότι οι αντιλήψεις των παιδιών σχετικά με τις τ κοινωνικές στους σχέσεις μεταβάλλονται σταδιακά, καθώς αυτά μεγα- λώνουν,, από άποψη γνωστική, συναισθηματική και κοινωνική. Η σχετική γνώση είναι απαραίτητη για κάθε δάσκαλο που θα εφαρμόσει ει το κοινωνιομετρικό τεστ, ώστε να μπορεί να προσαρμόζει ανάλογα τις προσδοκίες του, αλλά και να διαθέτει μια βάση για την ερμηνεία των τ δεδομένων του (Evans( 1986). Από ποια ηλικία και πέρα έχει νόημα η διερεύνηση των κοινωνικών σχέ- σεων,, η οποία στηρίζεται στις απαντήσεις των ίδιων των παιδιών;
Η εξέλιξη των κριτηρίων κοινωνιομετρικής επιλογής Ο Selman (1980) υποστήριξε ότι παιδιά μέχρι και έξι ετών δεν μπορούν να διαχωρίσουν τα ψυχολογικά από τα φυσικά χαρακτηριστικά των αν- θρώπων,, όπως και τις μεταξύ τους σχέσεις. Για αυτό το λόγο δεν μπο- ρούν να καθορίσουν τη σχέση τους πέρα από «μια στιγμιαία φυσική αλ- ληλεπίδραση». Ο Selman υποστήριξε περαιτέρω ότι στην ηλικία των οκτώ ετών, εμφα- νίζεται ένας σταθερότερος και πιο συνειδητοποιημένος τύπος κοινωνι- κών σχέσεων, ο οποίος βασίζεται σε αξιολόγηση της συμπεριφοράς. Ο Monero εντοπίζει ως «πρώτη βαθμίδα κοινωνικής ωριμότητας» την περίοδο μεταξύ 8 και 13 ετών, κατά τη διάρκεια της οποίας τα παιδιά αναπτύσσουν την ικανότητα να αξιολογούν τις κοινωνικές σχέσεις τουςτ και να ενεργούν ομαδικά. Παρατήρηση Ως συνηθέστεροι λόγοι για την απόρριψη συντρόφων, αναφέρονται η φυσική βία / επιθετικότητα και η ενοχλητική συμπεριφορά.
Η εξέλιξη των κριτηρίων κοινωνιομετρικής επιλογής Παρατηρήσεις Όποιος εφαρμόζει το τεστ θα πρέπει να προσαρμόζει τις προσδοκίες του στα αναπτυξιακά χαρακτηριστικά κάθε ηλικίας. Οι επιλογές των παιδιών παρουσιάζουν μια σταδιακή αύξηση της σταθε- ρότητάς τους. Σε ηλικίες των πρώτων τάξεων η επανάληψη του τεστ μπορεί να δείξει ει ότι κάποια παιδιά αντέδρασαν με εμπνεύσεις της στιγμής επηρεαζόμενα ενα από γεγονότα επίκαιρα. Προχωρώντας προς τις μεγαλύτερες ηλικίες, η σταθερότητα επιλογής θεωρείται στατιστικά ιδιαίτερη σημαντική, επιτυγχάνοντας τιμές όμοιες ό με αυτές των ενηλίκων. Επίσης αυξάνεται σταδιακά και το πλήθος επιλογών ή απορρίψεων στις οποίες προβαίνουν τα παιδιά. (Από τον ένα λόγο απόρριψης ή προτίμησης, φθάνουν στους τρεις και τέσσερις).
Η εξέλιξη των κριτηρίων κοινωνιομετρικής επιλογής Συμπεράσματα Δημιουργούνται ηλικιακές ομάδες, οι οποίες χαρακτηρίζονται από κοινά κριτήρια επιλογής (διαφοροποιήσιμα( εξελικτικά): (α) Για τα παιδιά από την ηλικία του νηπιαγωγείου μέχρι και τη Β τάξη βαρύνουν ιδιαίτερα το κοινό παιχνίδι, οι κοινές δραστηριότητες, ητες, το να μοιράζονται κάτι, καθώς και η ετοιμότητα για βοήθεια. (ΑΜΟΙ- ΒΑΙΟΤΗΤΑ). (β) Για παιδιά Γ μέχρι και Ε τάξη βαρύνουν ιδιαίτερα το συναισθημα- τικό δέσιμο, η συμπαράσταση, η κατοχή κάποιας ικανότητας και η ετοιμότητα για συνεργασία. (ΔΙΑΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ). (γ) Για παιδιά Στ τάξης μέχρι και Β Γυμνασίου βαρύνουν ιδιαίτερα η εμπιστοσύνη, η ομοιότητα στάσεων και ενδιαφερόντων και η αμοι- βαία κατανόηση. (ΟΜΟΙΟΤΗΤΑ).
Η εξέλιξη των κριτηρίων κοινωνιομετρικής επιλογής Συμπεράσματα Σχετικά με τα κριτήρια απόρριψης των παιδιών, τα συμπεράσματα των ερευνών συγκλίνουν στα εξής: (α) Για τα παιδιά από την ηλικία του νηπιαγωγείου μέχρι και τη Β τάξη βαρύνουν ιδιαίτερα η φυσική βία / επιθετικότητα και η ενοχλητική συμπεριφορά. Σε αυτή την ηλικία συχνότερη αιτία απόρριψης από- τελεί η σύγκρουση για κάποιο αντικείμενο. (β) Για παιδιά Γ μέχρι και Ε δημοτικού βαρύνουν ιδιαίτερα η επιθετι- κότητα (με τη μορφή λεκτικών προσβολών), η μη τήρηση κάποιων κανόνων της κοινής ζωής και η αίσθηση απώλειας της αποκλειστικό στικό- τητας του ενδιαφέροντος εκ μέρους του συντρόφου. (γ) Για παιδιά Στ δημοτικού μέχρι και Β Γυμνασίου βαρύνουν ιδιαίτε- ρα η απώλεια εμπιστοσύνης, η αμοιβαία ή ευρύτερη κοινωνική απόρριψη και η δυσκολία επικοινωνίας.
Έρευνα Απλό κοινωνιόγραμμα μιας σχολικής τάξης Η έρευνα έγινε στην Δ τάξη ενός Δημοτικού Σχολείου στην Αττική. Η έρευνα έγινε με τη βοήθεια των δάσκαλων της τάξης και διάρκεσε 15 λεπτά.
Απλό κοινωνιόγραμμα μιας σχολικής τάξης 12; 50% 12; 50% Μαθητές Μαθήτριες Στην έρευνα συμμετείχαν 24 μαθητές. Το κυκλικό διάγραμμα δείχνει την κατανομή των μαθητών ως προς το φύλο.
Απλό κοινωνιόγραμμα μιας σχολικής τάξης Οριζόντια: προτιμήσεις ή απορρίψεις Κάθετα: Συνολικές προτιμήσεις ή απορρίψεις
Απλό κοινωνιόγραμμα μιας σχολικής τάξης μ.ο προτιμήσεων 56 x = = 24 2,3 μ.ο απορρίψεων 53 x = = 24 2, 2
Απλό κοινωνιόγραμμα μιας σχολικής τάξης Ν 26 Σ υνοχή = = = 0,09 nn 1 276 ( ) 2 Ν= = πλήθος αμοιβαίων επιλογών η= αριθμός μαθητών
Απλό κοινωνιόγραμμα μιας σχολικής τάξης
Απλό κοινωνιόγραμμα μιας σχολικής τάξης
Απλό κοινωνιόγραμμα μιας σχολικής τάξης Παρατηρήσεις Τι κοινωνιόγραμμα στέλνει μόνο μηνύματα προειδοποίησης για τις δυ- σκολίες και τα προβλήματα που ο δάσκαλος πρέπει να λαμβάνει σοβα- ρά υπόψη, να τα ερευνά και να τα εντοπίζει, ώστε να τα παραμερίζει προκειμένου να πετύχει στην εκπαιδευτική του αποστολή, να ανταπο- κριθεί στις προσμονές των άλλων, γονιών και μαθητών, για την πρόοδο και την προκοπή τους. Για αυτό ο δάσκαλος καλείται: (α) Να ικανοποιήσει τις προτιμήσεις των μαθητών του ως προς τη συ-σ ντροφικότητά τους στα θρανία, όπως αυτές εκφράζονται στο κοι- νωνιόγραμμα προτιμήσεων, αλλά με ιδιαίτερη προσοχή στις κλίκες. (β) Να ερευνήσει παραπέρα και να εντοπίσει τα αίτια που δημιουργούν ούν απομόνωση, αναστολές, απωθήσεις, συγκρούσεις και αντιπαραθέ- σεις μεταξύ των μαθητών. (γ) Να λύνει τα προβλήματα και τις διαφορές που ανακύπτουν μεταξύ των μαθητών και να εξασφαλίσει τις βασικές συναισθηματικές προϋποθέσεις για μάθηση και κοινωνικοποίηση.