Συμπληρωματικές σημειώσεις για το μάθημα ΨΧ61 Μέθοδοι Έρευνας στην Ψυχολογία Μερικά ΕΙΔΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ Κ. Μυλωνάς, 2018 Βιβλιογραφική έρευνα, Προκαταρκτική έρευνα, Βασική vs. Εφαρμοσμένη έρευνα, Έρευνα δράσης, Δημοσκόπηση, Έρευνα ατομικής περίπτωσης (case study), Επαγωγική vs. Απαγωγική έρευνα, Νατουραλιστική vs. Πειραματική έρευνα, κ.ά. Δεν ακολουθούμε, συνήθως, μία μόνο από τις παραπάνω. Χρησιμοποιούμε ΠΟΛΥΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΗ προσέγγιση. Σχετικά με την επιλογή και διατύπωση του ερευνητικού προβλήματος στη διάρκεια του ερευνητικού σχεδιασμού οι στόχοι είναι: η σωστή επιλογή ερευνητικής στρατηγικής, το αντιπροσωπευτικό δείγμα, η σωστή επιλογή μέσων συλλογής δεδομένων, η χρήση κατάλληλων στατιστικών μεθόδων, να λαβάνεται υπ' όψιν η πιθανότητα ολοκλήρωσης της έρευνας, ενώ τα στάδια επιλογές της έρευνας είναι αλληλοκαθοριζόμενα. Κριτήρια επιλογής ερευνητικού θέματος Πρωτοτυπία ( κενά και replications) Αναφορά σε καίριο πρόβλημα Δυνατότητα διερεύνησης με επιστημονική μέθοδο Εντός ενδιαφερόντων και δυνατοτήτων ερευνητή - εφικτό "Η απόφαση είναι μίγμα επιστημονικών κριτηρίων, προσωπικών κινήτρων και περιβαλλοντικών-συγκυριακών παραγόντων" Διαδικασία Επιλογής ερευνητικού ερωτήματος Δεν υπάρχει σταθερός κανόνας. Η πολύ καλή γνώση της βιβλιογραφίας είναι απαραίτητη προϋπόθεση συνοδευόμενη από εποικοδομητική δυσαρέσκεια. Η έναρξη της αναζήτησης βρίσκεται σε ένα γενικό ερώτημα και ακολουθεί επιμερισμός σε κατάλογο πιο ειδικών ερωτημάτων. Συνεχίζουμε με ανασκόπηση της πρόσφατης, στον αντίστοιχο χώρο, βιβλιογραφίας και επιλέγουμε ένα κεντρικό ερώτημα, οριοθετώντας τα επιμέρους πολυσύνθετα ερωτήματα ώστε να στοιχούν σε όσο το δυνατόν απλά και επικεντρωμένα ένα-δύο αντικείμενα έρευνας. Απαραίτητη είναι η διασάφηση όρων. Π.χ., "Υπάρχουν επιπτώσεις στην ανάπτυξη του παιδιού λόγω πρώιμης απομάκρυνσής του από την οικογένεια και την ένταξή του στο περιβάλλον του παιδικού σταθμού;" Όλες οι λέξειςέννοιες με έντονη γραμματοσειρά χρειάζεται να ορισθούν και να επξηγηθούν σαφώς. Χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή καθώς οι παράμετροι της έρευνας αλληλεπιδρούν. Research Methods: file c:\kostas Mylonas\tree1\rm\methovhs.doc, page 1
Ανασκόπηση της βιβλιογραφίας Ως προς το θεματικό εύρος του συγκεκριμένου ερωτήματος και ως προς τα οριοθετημένα, επιμέρους ερωτήματα (ερωτήματα, συμπεράσματα, κενά) Ως προς τη μέθοδο και τις στατιστικές προσεγγίσεις στον ερευνητικό αυτό χώρο Ως προς τα διαγνωστικά μέσα Στόχοι: Η όσο το δυνατόν πληρέστερη γνώση της αντίστοιχης με το θέμα ερευνητικής δραστηριότητας και θεωριών & ο καθορισμός του θεωρητικού πλαισίου της έρευνας Χαρακτηριστικά ανασκόπησης Εξαντλητική (ανεύρεση όλων των σχετικών) Διεξοδική (μελέτη των σχετικών πληροφοριών) Συστηματική (οργάνωση πληροφοριών) Ταχεία και Εύστοχη Για όλη τη διαδικασία απαιτείται η αποδελτίωση πληροφοριών Χρήσιμες πηγές πληροφοριών: και ΑΚΡΙΒΕΙΑ - ΠΛΗΡΟΤΗΤΑ - ΣΥΝΕΠΕΙΑ Psychological Abstracts - PsychInfo - PsycLit ERIC Προσοχή στη χρήση του Διαδυκτύου! Ό,τι είναι ανηρτημένο εκεί ΔΕΝ είναι απαραιτήτως έγκυρο ακόμη και εάν φέρει υπογραφή κάποιων επιστημόνων κύρους, ακόμη και τη δική μου. Ειδικώς ανηρτημένα αρχεία ακόμη και σε sites Πανεπιστημίων (π.χ. eclass) έχουν δημιουργηθεί για να εξυπηρετήσουν συγκεκριμένο έργο και στόχο και μπορεί να περιλαμβάνουν αναντίστοιχες, παρωχημένες, ή ακόμη και εσφαλμένες οδηγίες και πληροφορίες. Συγγραφή του κεφαλαίου "Ανασκόπηση της βιβλιογραφίας" Περιλαμβάνει Θεωρητικό τμήμα και Ερευνητικό τμήμα. Περιλαμβάνονται: Μόνο οι συναφείς μελέτες. Συναφή θεωρητικά πλαίσια (αναλυτικά οι άμεσα σχετιζόμενες και επικρατέστερες). Κομβικές έρευνες (διεξοδικά) και ακολουθεί ομαδοποίηση των επιμέρους ερευνών, ενώ απαιτείται λογική συνέχεια στην παρουσίαση. Συνήθως, κατά τη συγγραφή του κεφαλαίου γνωρίζουμε ήδη την έκβαση της έρευνας. Αυτός είναι ένας επιπλέον παράγοντας καθοδήγησης, αλλά δεν θα πρέπει να οδηγεί σε πολώσεις και μονομερείς παρουσιάσεις των πληροφοριών. Ο καλύτερος τρόπος αποφυγής των πολώσεων είναι να έχουμε συγγράψει το κεφάλαιο πριν προχωρήσουμε στις επόμενες διαδικασίες και, στο τέλος να προβούμε σε μικρές αλλαγές, όπου είναι απαραίτητο. Research Methods: file c:\kostas Mylonas\tree1\rm\methovhs.doc, page 2
Εξωτερική εγκυρότητα Σε ποιο βαθμό μπορούν τα συμπεράσματα από μία έρευνα να γενικευθούν σε πληθυσμούς, συνθήκες καθώς και χρονικά; Ποιοι παράγοντες περιορίζουν τη δυνατότητα γενίκευσης; Τι πρέπει ο ερευνητής να προσέξει κατά την ερευνητική διαδικασία ώστε να έχει δυνατότητες γενίκευσης και με ποιο τρόπο θα πρέπει να καταλήξει στις γενικεύσεις αυτές; Τρία είδη εξωτερικής εγκυρότητας: Πληθυσμιακή εγκυρότητα. Οικολογική εγγκυρότητα. Χρονική εγκυρότητα. Η εξωτερική εγκυρότητα είναι αντιστρόφως ανάλογη της εσωτερικής εγκυρότητας μιας ερευνητικής διαδικασίας. Πληθυσμιακή εγκυρότητα Αναφέρεται στο κατά πόσο τα αποτελέσματα της δικής μας έρευνας ισχύουν στο γενικό πληθυσμό. Η γενίκευση επιχειρείται μέσα από δύο στάδια: γενίκευση από το δείγμα στον στατιστικό πληθυσμό και γενίκευση από τον στατιστικό πληθυσμό στον γενικό πληθυσμό. Η γενίκευση ως προς το πρώτο στάδιο μπορεί να γίνει εύκολα εάν ο ερευνητής έχει ακολουθήσει τους κανόνες της τυχαίας δειγματοληψίας. Η δευτέρου επιπέδου γενίκευση είναι πιο δύσκολη διότι ο στατιστικός πληθυσμός σπάνια είναι αντιπροσωπευτικός του γενικού πληθυσμού. Πολλές φορές δεν είναι δυνατό να γενικεύσουμε ούτε και στον στατιστικό πληθυσμό, γιατί η δειγματοληψία μας μπορεί να έχει γίνει σε τμήμα του στατιστικού πληθυσμού το οποίο μας ήταν διαθέσιμο. Ως προς την πληθυσμιακή εγκυρότητα, θα πρέπει να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί κατά τη φάση της δειγματοληψίας και να προσπαθούμε να μη συμβιβαζόμαστε. Υπάρχει τελικά πληθυσμιακή εγκυρότητα στις ερευνητικές μελέτες της ψυχολογίας; Συνήθως χρησιμοποιούμε δύο είδη δειγμάτων: τα χοιρίδια και τους πρωτοετείς φοιτητές. Eysenck (1967), Smith (1969), Sidowski & Lockard (1966): Από πολύ νωρίς αμφισβήτησαν την πρακτική της χρήσης των χοιριδίων και των αντίστοιχων γενικεύσεων. Μπορούν τα συμπεράσματα από τα χοιρίδια να γενικευθούν σε άλλα είδη ζώων και πολύ περισσότερο στον άνθρωπο; Τα χοιρίδια που χρησιμοποιούνται σε διάφορα πειράματα έχουν ειδικά χαρακτηριστικά: προέρχονται από εκτροφεία και όχι από το φυσικό περιβάλλον - ζούν, εκτρέφονται και αναπτύσσονται σε συνθήκες εργαστηρίου - δεν αποτελούν τυχαίο δείγμα του αντίστοιχου στατιστικού πληθυσμού τους. Research Methods: file c:\kostas Mylonas\tree1\rm\methovhs.doc, page 3
Τα χοιρίδια είναι πολύ ευάλωτα στις επιδράσεις του ερευνητή. Υπάρχει, βέβαια, και αντίλογος που βασίζεται κυρίως στις ευρείες εφαρμογές των συμπερασμάτων αυτών στην ανθρώπινη συμπεριφορά που αποδεικνύονται από τα ίδια τα γεγονότα. Για παράδειγμα έχουμε ανακαλύψει πάρα πολλά για την ανθρώπινη μάθηση από τα πειράματα σχετικά με τη μάθηση στα ζώα. Μπορούν οι έρευνες που γίνονται σε πρωτοετείς να δώσουν αποτελέσματα που γενικεύονται στη ανθρώπινη συμπεριφορά; O McNemar (1946) λέει όχι. Στηρίζει την άποψή του στο γεγονός ότι 75% των ψυχολογικών ερευνών γίνονται σε πρωτοετείς και στο ότι οι πρωτοετείς διαθέτουν χαρακτηριστικά που δεν ανταποκρίνονται ούτε καν στον στατιστικό πληθυσμό των φοιτητών, πόσο μάλιστα στον γενικότερο πληθυσμό. Ο Oakes (1972) στήριξε την άποψη αυτή με πείραμα πιστής επανάληψης σε παιδιά νηπιακής ηλικίας και τα συνέκρινε με το πρωτόπυπο πείραμα σε ενήλικες διαπιστώνοντας μεγάλες διαφορές στα αποτελέσματα. Όμως, ο ίδιος, καθώς και οι Cook & Campbell (1979) σημειώνουν ότι ο κύριος παράγοντας δεν είναι το είδος του δείγματος αλλά το αν υπάρχει αλληλεπίδραση μεταξύ των ερευνητικών παραμέτρων και του είδους του δείγματος. Συνεπώς, το γεγονός ότι έχουμε δείγματα πρωτοετών φοιτητών μπορεί να αλληλεπιδρά με τις υπό μελέτη παραμέτρους. Το αν δηλαδή το δείγμα μας θα απαντήσει με Α ή Β τρόπο επειδή είναι δείγμα πρωτοετών φοιτητών, είναι το κλειδί στο θέμα της πληθυσμιακής εγκυρότητας. Οι Rosenthal & Rosnow (1975) έδειξαν ότι υπάρχουν διαφορές ως προς τον τρόπο που απαντούν οι εθελοντές συμμετέχοντες σε σχέση με τους μη-εθελοντές. Συμπερασματικά, εάν υπάρχει στατιστική αλληλεπίδραση μεταξύ επιλογής δείγματος και υπό εξέταση εννοιών, τότε δεν έχουμε πληθυσμιακή εγκυρότητα. Το γεγονός όμως της χρήσης των πρωτοετών φοιτητών, per se, δεν μας ενοχλεί. Οικολογική εγκυρότητα. Αν η ερευνητική διαδικασία, δηλαδή η συμμετοχή σε ένα πείραμα ή η συμπλήρωση ενός ερωτηματολογίου, δεν αντιπροσωπεύει την καθημερινή, πραγματική ζωή, δεν έχουμε οικολογική εγκυρότητα. Τα συμπεράσματα από την οποιαδήποτε έρευνα θα πρέπει να μπορούν να γενικεύονται στις πραγματικές συνθήκες. 5 παράγοντες περιορίζουν την οικολογική εγκυρότητα: α. Οι επιδράσεις σειράς. β. Η επίδραση Hawthorne. γ. Η επίδραση των νέων-ασυνήθιστων ερεθισμάτων. δ. Η επίδραση του ερευνητή. ε. Η επίδραση της πρώτης σε μια δεύτερη μέτρηση. Υπάρχει και εδώ διαφωνία για το αν μπορούμε να γενικεύσουμε, ειδικά για τα συμπεράσματα εργαστηριακών ερευνών, στο πραγματικό περιβάλλον. Τα ερωτηματολόγια δεν πλεονεκτούν των εργαστηριακών ερευνών. Η σειρά των ερωτημάτων, τα νέα και ασυνήθιστα ερεθίσματα, οι επιδράσεις της πρώτης σε επόμενες μετρήσεις ισχύουν και εδώ και μάλιστα είναι πιο δύσκολο να αντιμετωπισθούν. Research Methods: file c:\kostas Mylonas\tree1\rm\methovhs.doc, page 4
Χρονική εγκυρότητα. Σύμφωνα με τον Willson (1981) υπάρχουν 4 παράγοντες που μπορούν να απειλήσουν την εξωτερική εγκυρότητα επειδή μπορούν να καταστρέψουν τη χρονική εγκυρότητα. Εποχιακή μεταβολή: διάφορα φαινόμενα τα οποία επαναλαμβάνονται κατά τακτά χρονικά διαστήματα, π.χ. τα οδικά ατυχήματα αυξάνονται δραματικά στις μαζικές εξόδους. Αν διερευνήσω την οδική συμπεριφορά την εποχή αυτή, είναι πολύ πιθανόν να μην ισχύουν τα συμπεράσματά μου σε άλλη εποχή. Συγκυριακή μεταβολή: διάφορα γεγονότα που μπορούν να αλλοιώσουν τη συμπεριφορά και που, σε αντίθεση με την εποχιακή μεταβολή, δεν μπορούν να προβλεφθούν, π.χ. η γέννηση ενός νέου μέλους της οικογένειας. Κυκλική μεταβολή: οι μεταβολές που συντελούνται με κυκλικούς ρυθμούς μέσα στον ανθρώπινο ή ζωικό οργανισμό, π.χ. όταν ένας καπνιστής υποχρεωθεί, σε αντικαπνιστικό περιβάλλον, να συμμετάσχει σε ένα πείραμα διάρκειας 2 ωρών, κάθε 15 λεπτά το αυτόνομο νευρικό του σύστημα θα βρίσκεται σε υπερδιέγερση. Μεταβολή στα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας: αν και τα περισσότερα από αυτά τα χαρακτηριστικά είναι σταθερά, κάποια είναι δυνατό να μεταβληθούν με τον καιρό, λόγω περιβαλλοντικών επιδράσεων, π.χ. οι πολιτικές πεποιθήσεις και ιδεολογίες. Ερμηνεύοντας την εξωτερική εγκυρότητα. Ο Mook (1983) έχει θίξει δύο σημεία ενδιαφέροντος σχετικά με την εξωτερική εγκυρότητα: α. Πολλές φορές, οι ερευνητικές διαδικασίες δεν αναφέρονται στην πραγματικότητα αλλά σε μια πιθανή πραγματικότητα. Με άλλα λόγια, το να γνωρίζουμε τι μπορεί να συμβεί κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, σε συγκεκριμένο τύπο ανθρώπων και σε συγκεκριμένες χρονικές στιγμές δεν είναι άχρηστο επειδή ίσως δεν θα συμβεί κάτι τέτοιο στην πραγματικότητα. β. Αυτό που μας ενδιαφέρει τελικά να γενικεύσουμε δεν είναι τα ίδια τα ευρήματά μας, τα οποία μπορεί να είναι πολύ εξειδικευμένα, αλλά το θεωρητικό πλαίσιο πίσω από αυτά. Εάν τα αποτελέσματά μας στηρίζουν το θεωρητικό πλαίσιο, τότε αυτό και οι προβλέψεις του για την ανθρώπινη συμπεριφορά είναι δικαιολογημένα γενικεύσιμες. Δεν πρέπει να καταστρατηγούμε την εσωτερική εγκυρότητα προς χάριν της εξωτερικής. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να δίνουμε σημασία στην εξωτερική εγκυρότητα, αλλά θα πρέπει, ως ερευνητές, να έχουμε ως κύριο στόχο την κατάδειξη της επίδρασης μιας μεταβλητής επάνω σε μια άλλη. Όταν αυτή η σχέση έχει καταδειχθεί, τότε θα ασχοληθούμε περαιτέρω με το θέμα της εξωτερικής εγκυρότητας και θα ελέγξουμε το κατά πόσο και σε ποιους μπορούμε να γενικεύσουμε. Δεν πρέπει να γενικεύουμε σε καμία περίπτωση σε πληθυσμούς εκτός ορίων αναφοράς του δείγματός μας. Research Methods: file c:\kostas Mylonas\tree1\rm\methovhs.doc, page 5
Η παρεμβολή των τρίτων μεταβλητών Η παρεμβολή αυτή μπορεί να επιδράσει καταλυτικά στην εσωτερική εγκυρότητα της ερευνητικής διαδικασίας Επιδρά στα στατιστικά χαρακτηριστικά (νόθευση) Δυσχεραίνει τον καθορισμό της φύσης της συνάφειας Μερικά είδη εξωγενών παραγόντων: 1. Ιστορία (history) 2. Ωρίμαση (maturation) 3. Αλλαγές στη διαδικασία μέτρησης 4. Στατιστική παλινδρόμηση προς τον μέσο όρο (statistical regression to the mean) 5. Επιλογή (selection) 6. Απώλεια συμμετεχόντων (attrition) 7. Επιδράσεις συμμετεχόντων single blind (μονής απόκρυψης) 8. Επιδράσεις ερευνητή double blind (διπλής απόκρυψης) 9. Χωρίς πρόθεση υποβολή των αναμενομένων ευρημάτων (mediation of expectancy effect) 10. Επιδράσεις σειράς (order sequence effects) Για κάθε είδος εξωγενή παράγοντα, υπάρχει και μία, ή περισσότερες αυστηρές διαδικασίες ελέγχου Όσο η ερευνητική στρατηγική που χρησιμοποιούμε προσεγγίζει την πειραματική στρατηγική, τόσο ο έλεγχος των εξωγενών παραγόντων είναι αυστηρότερος. Βασικά βήματα: Πειραματική ερευνητική στρατηγική. (Πειραματικό σχέδιο επαναληπτικών μετρήσεων). Καθορισμός Ανεξάρτητων (αίτια) και Εξαρτημένων (αιτιατά) μεταβλητών. Καθορισμός της πειραματικής συνθήκης. Απαραίτητη είναι η ομάδα ελέγχου. Τα επίπεδα της πειραματικής συνθήκης πρέπει να είναι διαφορετικά μεταξύ τους για να αυξηθεί η ισχύς του πειράματος. Οι πειραματικές ομάδες και η ομάδα ελέγχου δεν θα πρέπει να διαφέρουν σε τίποτε άλλο εκτός ως προς τα επίπεδα της πειραματικής συνθήκης. Καθώς υπάρχει κίνδυνος επίδρασης Hawthorne, χρησιμοποιούμε placebo πειραματική συνθήκη για την ομάδα ελέγχου. Για να επιτύχουμε την άνω ομοιότητα χαρακτηριστικών, χρησιμοποιούμε τυχαία δειγματοληψία για το συνολικό δείγμα και μετά τοποθετούμε τους συμμετέχοντες στις ομάδες και πάλι τυχαία. Η πειραματική διαδικασία θα πρέπει να διαρκεί αρκετά για να έχει τη δυνατότητα να επιδράσει. Research Methods: file c:\kostas Mylonas\tree1\rm\methovhs.doc, page 6
Αποφεύγουμε εξωγενείς παράγοντες και κυρίως προσέχουμε για την πιθανή επίδραση ιστορίας. Συλλέγουμε τις μετρήσεις με αξιόπιστο και έγκυρο ψυχομετρικό εργαλείο (πριν και μετά το πείραμα). Συγκρίνουμε τις μετρήσεις. Σύγκριση διαφορικών ομάδων (ex-post facto). Η ουσιώδης διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι δεν καθορίζουμε εκ των προτέρων τις ομάδες σύγκρισης τοποθετώντας τυχαία τους συμμετέχοντες στις ομάδες αυτές, αλλά ομαδοποιούμε με βάση ένα υπάρχον χαρακτηριστικό (π.χ. φύλο, ηλικία) και εξισώνουμε με διάφορες τεχνικές εκ των υστέρων. Εξαιτίας της αδυναμίας καθορισμού πειραματικών συνθηκών, πολλοί εξωγενείς παράγοντες παραμένουν ανεξέλεγκτοι και επιδρούν στη διαμόρφωση της εξαρτημένης μεταβλητής, χωρίς να είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε την επίδραση αυτή. Η σύγκριση διαφορικών ομάδων γίνεται συνήθως χωρίς να έχει προηγηθεί πειραματική παρέμβαση, αν και αυτό δεν είναι απόλυτο. Υπάρχουν μεθοδολογικές αλλά και στατιστικές μέθοδοι για τον έλεγχο μερικών τουλάχιστον εξωγενών παραγόντων. Δημιουργούνται δυσκολίες στον καθορισμό της φύσης της συνάφειας (αιτιώδης ή όχι). Μπορούμε όμως να αποκλείσουμε τη νόθευση του ετεροκαθορισμού από τους σημαντικότερους τουλάχιστον τρίτους παράγοντες. Εναλλακτικά, χρησιμοποιούνται ψευδο-πειραματικά ερευνητικά σχέδια και στρατηγικές, οι οποίες προσπαθούν να καλύψουν μερικά από τα κενά της στρατηγικής σύγκρισης διαφορικών ομάδων. Συναφειακή ερευνητική στρατηγική. Στόχος είναι να υπολογισθούν οι συσχετίσεις που υπάρχουν μεταξύ των μεταβλητών που ενδιαφέρουν. Οι μεταβλητές αυτές μπορεί να είναι δύο ή περισσότερες. Στην δεύτερη περίπτωση, ο στόχος μπορεί να γενικευθεί στην αναζήτηση θεμελιακών διαστάσεων (παραγόντων). Η συναφειακή στρατηγική δεν εξασφαλίζει τον έλεγχο των εξωγενών παραγόντων, τους οποίους μπορούμε μόνο εν μέρει να ελέγξουμε. Δεν μας επιτρέπει να καταλήξουμε σε αιτιώδεις σχέσεις παρά μόνο να αποκλείσουμε τον ετεροκαθορισμό της συνάφειας, χρησιμοποιώντας ειδικές στατιστικές ή και μεθοδολογικές διαδικασίες. Έχει το πλεονέκτημα ότι μας επιτρέπει να διερευνήσουμε πίνακες συναφειών (μεταξύ πολλών μεταβλητών, π.χ. Διερευνητική Ανάλυση Παραγόντων) που δεν αναφέρονται μόνον σε διαφορές μεταξύ μέσων όρων, αλλά είναι καθαρές αριθμητικές εκφράσεις συνάφειας. Στις συνάφειες στηρίζονται και περισσότερο εξειδικευμένες και εξελιγμένες μέθοδοι όπως η Επιβεβαιωτική Ανάλυση Παραγόντων, η Κανονική Συσχέτιση, οι Δομικές Αιτιακές Εξισώσεις, η Πολυεπίπεδη Ανάλυση, η ανάλυση Παλινδρόμησης, κ.ά. Research Methods: file c:\kostas Mylonas\tree1\rm\methovhs.doc, page 7
Διερευνητική-περιγραφική στρατηγική. Στόχος η παρατήρηση και περιγραφή, χωρίς την φιλοδοξία γενίκευσης. Καταγραφή εκφάνσεων κάποιου φαινομένου καθώς και αναζήτηση πιθανών σχέσεων μεταξύ των μεταβλητών. Δεν υπάρχει έλεγχος εξωγενών παραγόντων, αλλά ενδιαφέρει η φυσική ροή των πραγμάτων. Κάθε στρατηγική έχει τη δική της αξία. Χρειάζεται πολυμεθοδολογική προσέγγιση. Ειδικές μέθοδοι ελέγχου εξωγενών παραγόντων στη Συναφειακή στρατηγική Ταυτόχρονη μελέτη τριών μεταβλητών. Η μέθοδος των γινομένων (κατά Blalock). Υπολογισμός των συναφειών τους ανά δύο. Υπολογισμός των γινομένων των συναφειών. Σύγκριση για να αποφανθούμε για το ποιες σχέσεις είναι αιτιώδεις και ποιες νόθες συνάφειες. Παράδειγμα (πηγή: Ι.Ν. Παρασκευόπουλος, Μεθοδολογία Επιστημονικής Έρευνας, 1993, Τόμος 1, σελ. 162): Μεταβλητές: (Α) Σχολική επίδοση παιδιού, (Β) Έπαινοι από δάσκαλο, (Γ) Επισκέψεις γονέα στο σχολείο. Υπολογισμός δεικτών συνάφειας ανά δύο: rab = 0,60, rαγ = 0,50 και rβγ = 0,30 rab rβγ = 0,18, rαγ rβγ = 0,15 και rab rαγ = 0,30 Παρατηρούμε ότι το γινόμενο συναφειών rab rαγ είναι ίσο με την αρχική συνάφεια rβγ. Αυτό δείχνει ότι υπάρχει νόθος συνάφεια μεταξύ των Β και Γ μεταβλητών, ενώ η Α είναι αιτία της Β και ταυτόχρονα αιτία της Γ. Δηλαδή, η σχολική επίδοση προκαλεί επαίνους από τον δάσκαλο, προκαλεί επισκέψεις του γονέα στο σχολείο, αλλά η συνάφεια μεταξύ επισκέψεων και επαίνων είναι ετεροκαθοριζόμενη. Μέθοδος της διαχρονικής-διαγώνιας ανάλυσης. Δεν αναφέρεται σε τρίτες μεταβλητές, αλλά επιδιώκει να καθορίσει τη μεταβλητή αίτιο. Απαιτεί δύο μετρήσεις για τις δύο υπό μελέτη μεταβλητές ( διαχρονική ). Υπολογίζονται όλες οι μεταξύ μεταβλητών και μεταξύ χρονικών σημείων συνάφειες (6 δείκτες συνάφειας). Από τη σύγκριση προκύπτει η αιτιώδης σχέση, αν υπάρχει. Research Methods: file c:\kostas Mylonas\tree1\rm\methovhs.doc, page 8
Παράδειγμα (πηγή: Ι.Ν. Παρασκευόπουλος, Μεθοδολογία Επιστημονικής Έρευνας, 1993, Τόμος 1, σελ. 163): Αν Α είναι η επιθετικότητα και Β είναι η θέαση βίαιων τηλεοπτικών προγραμμάτων, τότε η αρχική τους συνάφεια (0,21) δεν μας πληροφορεί για το ποια μεταβλητή είναι το αίτιο. Διαχρονικά, η Α καθώς και η Β θα μπορούσαν να είναι αίτια, όμως ο δείκτης 0,01 (που αναφέρεται στην περίπτωση το Α να είναι αίτιο του Β) είναι πολύ μικρότερος από τον Β Α (0,31). Επομένως στη σχέση Α,Β της πρώτης μέτρησης (r=0,21) η Β είναι το αίτιο. 1η µέτρηση Α r = 0,21 r = 0,38 r = 0,31 r = -0,05 2η µέτρηση Α Β r = 0,05 r = 0,01 Β Προγνωστικές έρευνες Σκοπός είναι να προβλέψουμε, με βάση κάποια ή κάποιες ανεξάρτητες μεταβλητές (παράγοντες) τη διαμόρφωση μιας μεταβλητής στόχου (εξαρτημένη μεταβλητή). Συλλέγουμε στοιχεία για τις μεταβλητές αυτές. Η χρονική διαδοχή στη συλλογή των στοιχείων είναι πρώτα οι ανεξάρτητες και σε επόμενο χρονικό σημείο η εξαρτημένη μεταβλητή (ώστε να θεωρήσουμε δεδομένη την επίδραση των ανεξάρτητων μεταβλητών). Δεν προσπαθούμε να ελαχιστοποιήσουμε την επίδραση των ανεξάρτητων μεταβλητών, αλλά προσπαθούμε να τη μεγιστοποιήσουμε. Οι ανεξάρτητες μεταβλητές δεν θα πρέπει να είναι πάρα πολλές σε αριθμό, αλλά τόσες, ώστε και πρακτικά να μας εξυπηρετούν και να προβλέπουν με αρκετά μεγάλη ακρίβεια την εξαρτημένη μεταβλητή. Η πρόβλεψη γίνεται μέσω του υπολογισμού του δείκτη πολλαπλής συνάφειας (Multiple R) και καταλήγει στην γνωστή εξίσωση στατιστικής πρόβλεψης (Regression equation): $Y = a + β1x + β2x 2+...+ βνx ν+ 1 e Research Methods: file c:\kostas Mylonas\tree1\rm\methovhs.doc, page 9
Αποτίμηση συναφειακής στρατηγικής Υπάρχει η δυνατότητα ταυτόχρονης μελέτης δύο ή και περισσοτέρων μεταβλητών. Προσφέρει ποσοτικές εκτιμήσεις των σχέσεων μεταξύ μεταβλητών. Υπάρχει η δυνατότητα διερεύνησης του συστήματος των μεταβλητών αυτών (παραγοντική ανάλυση, πολλαπλή ανάλυση στατιστικής πρόβλεψης, ανάλυση αξιοπιστίας εσωτερικής συνέπειας, επιβεβαιωτική ανάλυση παραγόντων, δομικές αιτιακές σχέσεις, κ.ά. πολυμεταβλητές μέθοδοι). Αποτελεί τη βάση για τον καθορισμό των τρίτων μεταβλητών που θα πρέπει να ελεγχθούν με πειραματικό σχέδιο σε επόμενο ερευνητικό στάδιο. Δεν μπορούμε εύκολα να αποφανθούμε για τη φύση της συνάφειας. Ακόμη και αν καταφέρουμε να ελέγξουμε όλες τις τρίτες μεταβλητές, πρέπει να καθορίσουμε και τη χρονική διαδοχή της επενέργειας της μιας μεταβλητής στην άλλη για να μπορέσουμε να μιλήσουμε για αιτιώδη σχέση. Δεν αναφέρεται σε συγκρίσεις μεταξύ ομάδων ατόμων, παρά μόνο σε συναφειακού τύπου συγκρίσεις. Δεν έχουμε δηλαδή μεγάλη ευχέρεια στο να μιλήσουμε για τις παραμέτρους διαφορικών ομάδων. Παραμένει νατουραλιστική στρατηγική. Διατυπώνονται μόνο διερευνητικά ερωτήματα, όχι ερευνητικές υποθέσεις, και τα όποια συμπεράσματα γίνονται δεκτά με επιφύλαξη. Research Methods: file c:\kostas Mylonas\tree1\rm\methovhs.doc, page 10