Στη θεωρία του L.S. Vygotsky ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΙΙ, 2018-19 Καλλιρρόη Παπαδοπούλου ΕΚΠΑ/ΤΕΑΠΗ
Βασική βιβλιογραφία Vygotsky, L.S. (1978/1997) Νους στην Κοινωνία. Αθήνα: Gutenberg. Vygotsky, L.S. (1934/1987) Σκέψη και Γλώσσα. Αθήνα: Γνώση Παπαδοπούλου, Κ. (2008) Η Ζώνη Εγγύτερης Ανάπτυξης στη Θεωρία του L.S. Vygotsky. Αθήνα: Gutenberg.
Ο Vygotsky εισήγαγε την έννοια της στο πλαίσιο των προβληματισμών του για τη σχέση μάθησης και ανάπτυξης (των ψυχολογικών λειτουργιών) και τη χρησιμοποίησε κυρίως στην ενασχόλησή του με την αξιολόγηση και τη διερεύνηση της σχέσης ανάμεσα στη διδασκαλία και την ανάπτυξη.
Η συνδέθηκε με την προσπάθειά του να επιλύσει δύο σημαντικά προβλήματα της εποχής του: την αξιολόγηση της νοημοσύνης και την οργάνωση της εκπαίδευσης
Η εισήχθη αρχικά στο πλαίσιο της κριτικής που άσκησε ο Vygotsky στα τεστ νοημοσύνης: Τα τεστ ανιχνεύουν το υπάρχον επίπεδο ανάπτυξης και έτσι αποτελούν ανεπαρκές κριτήριο για την πρόβλεψη της νοητικής πορείας Μετρούν μια ανεξάρτητη δυνατότητα του παιδιού να λύνει προβλήματα, εφόσον η βοήθεια «τρίτων» μπορεί να νοθεύσει το αντικειμενικό αποτέλεσμα του τεστ
Όμως, ενώ από την άποψη της ανεξάρτητης δραστηριότητας δύο παιδιά μπορεί να είναι ισοδύναμα, από την άποψη της εν δυνάμει ανάπτυξης (τι μπορούν να κάνουν με κατάλληλη καθοδήγηση) μπορεί να διαφέρουν σημαντικά. Αυτό που το παιδί μπορεί να κάνει με τη βοήθεια ενός άλλου, μας κατευθύνει προς τη, η οποία ορίστηκε ως
«η απόσταση ανάμεσα στο πραγματικό αναπτυξιακό επίπεδο του παιδιού όπως αυτό καθορίζεται από την ανεξάρτητη επίλυση προβλημάτων και στο επίπεδο της εν δυνάμει ανάπτυξης, όπως αυτό καθορίζεται από την επίλυση προβλημάτων κάτω από την καθοδήγηση των ενηλίκων ή σε συνεργασία με πιο ικανούς συνομηλίκους» (Vygotsky, 1978/1997, σελ. 147).
Στο 6 ο κεφάλαιο του «Σκέψη και Γλώσσα» (επιστημονικές και καθημερινές έννοιες), δίνεται μεγαλύτερη έμφαση στο ρόλο της εκπαίδευσης στη νοητική ανάπτυξη των παιδιών (μεταστροφή της θεωρίας από τη διασύνδεση των ψ.λ. μεταξύ τους στη διασύνδεσή τους με το κοινωνικοπολιτισμικό πλαίσιο δηλ. τη μεταστροφή από την έμφαση στη σημειωτική διαμεσολάβηση στην κοινωνικά διαμεσολαβημένη δραστηριότητα) και αναφέρεται ότι
«αυτό που το παιδί μπορεί να κάνει σήμερα σε συνεργασία είναι αυτό που θα μπορεί να κάνει αύριο ανεξάρτητα» (1934/1987, σελ. 211) Επομένως «η διδασκαλία είναι χρήσιμη μόνο όταν προηγείται της ανάπτυξης» (σελ. 212) Όταν ωθεί το παιδί «να εκτελέσει δραστηριότητες που το αναγκάζουν να ξεπεράσει τον εαυτό του» (σελ. 213)
Και για να μην ξεχνιόμαστε «αυτό που καθορίζει τη είναι εκείνες οι λειτουργίες που δεν έχουν ωριμάσει ακόμα αλλά βρίσκονται στη διαδικασία της ωρίμανσης. Αυτές οι λειτουργίες θα μπορούσαν να οριστούν ως «τα μπουμπούκια» ή «τα λουλούδια» της ανάπτυξης και όχι τα «φρούτα» της ανάπτυξης»(1978/1997, σελ. 148).
Έτσι, η ΔΕΝ Ταυτίζεται με τις διαδικασίες της καθοδήγησης Εξισώνεται με τη μάθηση δεξιοτήτων Είναι προϋπάρχον δυναμικό (οι 3 πιο συχνοί τρόποι συρρίκνωσης της έννοιας της, σύμφωνα με τον Chaiklin, 2003). Αντίθετα, Αναφέρεται στις αναδυόμενες ψ.λ. που θα μετασχηματιστούν μέσα από την κατάλληλη καθοδήγηση.
Η αντιπροσωπεύει την ψυχολογική αλλαγή, το μετασχηματισμό που μπορεί να πραγματοποιηθεί με τη συνδρομή της καθοδήγησης, διδασκαλίας Στο πλαίσιο κατανόησης της ανάπτυξης ως Το ξεπέρασμα αντιπαραθέσεων ανάμεσα στο «μέσα» και στο «έξω» δηλαδή ανάμεσα σε αυτό που έχει ήδη κατακτηθεί και σ αυτό που πρέπει να κατακτηθεί ώστε το παιδί να μπορέσει να χρησιμοποιήσει για τον εαυτό του την πιο αναπτυγμένη μορφή μιας λειτουργίας που ήδη χρησιμοποιεί (χωρίς να το καταλαβαίνει) με τη συνδρομή άλλων
Η και οι κατευθυντήριες δραστηριότητες Ορισμένες δραστηριότητες είναι ιδιαιτέρως σημαντικές για την επίτευξη της ψυχολογικής αλλαγής/μετασχηματισμού που συνδέεται με τη. Ο Vygotsky αναφέρθηκε σε 2 τέτοιες δραστηριότητες: στην επίσημη σχολική εκπαίδευση (παιδική ηλικία) στο παιχνίδι (πρώτη παιδική ηλικία)
Η στο πλαίσιο της σχέσης εκπαίδευσηςανάπτυξης Διδασκαλία/μάθηση: δηλώνει τη διαλεκτική σχέση μεταξύ τους Η διδασκαλία/μάθηση δεν οδηγεί μόνο σε νέες γνώσεις ή δεξιότητες αλλά επιτρέπει στα παιδιά να μετακινηθούν σε νέα επίπεδα κατανόησης, προκαλώντας την ανάγκη για επίτευξη ελέγχου των ψ.λ. Η διδασκαλία, δεν εμφυτεύει γνωστικές ικανότητες, αλλά δημιουργεί τις συνθήκες ώστε να αναπτυχθούν γνωστικές ικανότητες (επίγνωση και εκούσιο έλεγχο της νοητικής λειτουργίας). Άρα, δημιουργεί.