Οι μοναχικές γυναίκες του Έντουαρντ Χόπερ της Κατερίνας Καζολέα Καλοκαίρι, 1943 Μεσημέρι, 1949 Η αναδρομική έκθεση του Εντουαρντ Χόπερ (1882-1967) στη Μαδρίτη φέτος το καλοκαίρι ήταν η αφορμή να εστιάσω στον μοναχικό τύπο γυναίκας, που ζωγραφίζει ο Χόπερ, με πρόσωπο ανέκφραστο αλλά βυθισμένο σε αναπόληση ή σε ψυχική ανασκαφή να παραδίνεται στον εκτυφλωτικό ήλιο μιας αποκάλυψης. Τα πρόσωπα, σχεδιασμένα απλά, χωρίς ιδιαίτερα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά λειτουργούν σα μαριονέτες, σαν μεσάζοντες που μας μεταφέρουν στην άλλη πλευρά, την αθέατη. Κι αυτό που υπάρχει κάτω από την απλή επιφάνεια είναι ανεξάντλητο. Περισσότερο από πίνακες ο Χόπερ ζωγραφίζει προσκλήσεις διείσδυσης σ ένα πεδίο, που μοιάζει άγνωρο. Μας ανοίγει την πόρτα, όπως η μουσική, σ έναν μη συγκεκριμένο χώρο απεραντοσύνης. Γυναίκα στον ήλιο, 1961 Πρωινός ήλιος, 1952 Ο ηλιοτροπισμός του Χόπερ θέλει τη γυναίκα παραδομένη στο φως αλλά και αντιμέτωπη μ αυτό, σαν μια πρώιμη έκφραση της μεταγενέστερης θεωρίας πως ο άνθρωπος είναι ενεργειακό ρεύμα και κινούμενη αστραπή φωτός. Ηλιοτροπισμός είναι η ιδιότητα των φυτών να στρέφονται προς τον ήλιο, με κορυφαίο παράδειγμα τον ηλίανθο που στρέφει τον βλαστό του προς την ανατολή και ακολουθώντας την πορεία του ήλιου το βράδυ βλέπει προς τη δύση. Ασφαλώς υπάρχει μια καθαρά αισθησιακή απόλαυση στον τρόπο που ο Χόπερ ρίχνει το φως πάνω στα θέματά του. Η μοναξιά μπορεί να είναι κάτι σαν πληγή, ένα κενό που χρειάζεται να το γεμίσεις αλλά η μοναχικότητα σημαίνει και ολοκλήρωση. Ένας ολοκληρωμένος άνθρωπος δεν έχει την ανάγκη κάποιου άλλου να τον γεμίσει. Έχει την εστίασή του στο εσώτατο κέντρο, εκεί που έτσι κι
αλλιώς καθένας είναι πάντα μόνος. Κεντραρισμένος στη μοναχικότητά του ο άνθρωπος δεν πολεμάει το σκοτάδι αλλά ψάχνει για το φως. Μοναξιά είναι η απουσία του άλλου ενώ μοναχικότητα είναι η παρουσία του εαυτού και είναι πολύ θετική. Είναι μια παρουσία που ξεχειλίζει. Που καθρεφτίζει το σύμπαν. Μια παρουσία σαν καθαρό άπειρο. Η μοναχικότητα είναι η έσχατη πραγματικότητα. Μόνοι ερχόμαστε και μόνοι φεύγουμε. Ίσως πάλι να πρόκειται για ένα διαλογισμό του φωτός. Το σταμάτημα του νου με ένα πολύ βαθύ κοίταγμα είναι ένας απ τους αρχαιότερους διαλογισμούς, όπου κάτι σαν μπουμπούκι μέσα σου ανοίγει τα πέταλά του. Είναι ένας εναρμονισμός με το φως. Με μοναδικό μοντέλο του τη σύζυγό του, την Τζο, η οποία εγκατέλειψε μετά το γάμο τους τη δική της ζωγραφική καριέρα για να αφοσιωθεί σ εκείνον, ο Χόπερ ζωγραφίζει γυναίκες, κλεισμένες σε μια κάψουλα μελαγχολίας και απρόσιτης εσωτερικής συγκίνησης, δοσμένες σε μια εκστατική ενατένιση, μ ένα πάθος ανεκδήλωτο, μ έναν ερωτισμό ερμητικό και περίκλειστο σαν στρείδι. Ο Χόπερ, άνθρωπος πολύ μοναχικός και ο ίδιος, χρησιμοποιεί ακόμα και τους παραδοσιακά πολυσύχναστους χώρους -όπως θέατρα, σινεμά, ξενοδοχεία, μπαρ, γραφεία, τραίνα, βενζινάδικα - σαν τόπους απομόνωσης, σαν περιβάλλοντα που ενισχύουν την ατομικότητα του μοναχικού. Η αναγνώστρια Κουπέ Γ βαγόνι 293, 1938 Βαγόνι, 1965 Hotel lobby,1943 (λεπτ.) Το διάβασμα δημιουργεί ένα κουκούλι, στο οποίο οι γυναίκες μπορούν να ζουν τις ζωές τους μέσα απ τις ζωές των άλλων. Η γυναίκα αναγνώστρια μπορεί να χτίσει αυτό που η Βιρτζίνια Γουλφ ονόμαζε «ένα δικό σου δωμάτιο». Το διάβασμα σαν εσωτερική δραστηριότητα αποτελεί μεγάλη πρόκληση για τον καλλιτέχνη. Καθώς ο θεατής δεν μπορεί να διαβάσει το κείμενο, διαβάζει το σώμα του αναγνώστη, που «σωματοποιεί» την ανάγνωση. Η έλλειψη επικοινωνίας Η μοναχικότητα δεν αναιρείται από την παρουσία άλλου προσώπου, ακόμα κι αν είναι ερωτικό ταίρι, γιατί εδώ συνδυάζεται με την έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ τους.
Καλοκαιρινή βραδιά, 1947 ιαμέρισμα στη Νέα Υόρκη, 1932 Ταξιδευτής του χρόνου «Τι πιο όμορφο μπορεί να υπάρχει από ένα δρόμο; Είναι το σύμβολο και η εικόνα της ζωντανής και πολύμορφης ζωής» Γεωργία Σάνδη ωμάτιο ξενοδοχείου, 1931 Στο «ωμάτιο ξενοδοχείου» ξέρουμε πως η γυναίκα διαβάζει δρομολόγια τραίνων. Το ταξίδι όπως και στις ταινίες δρόμου (road movie) αποτελεί ψυχολογική προέκταση της προσωπικότητας του ήρωα και ταυτίζεται με την αναζήτηση της απόλυτης ελευθερίας. Είναι ένα μοτίβο που συνδέεται ως ένα βαθμό με την αμερικάνικη κουλτούρα των γουέστερν και των ανοιχτών οριζόντων. Mεσημέρι, 1949
Στο Μεσημέρι η νέα γυναίκα με τα ψηλά τακούνια και τη μακριά ρόμπα που αφήνει να δούμε το γυμνό της σώμα, σ ένα σουρεαλιστικό σκηνικό, μοιάζει να έλκεται με μαγικό τρόπο απ τη δύναμη του ήλιου, ενώ ο τίτλος «Μεσημέρι» παραπέμπει στην καλύτερη ώρα του ανθρώπου, στην πιο ερωτική, στο μεσουράνημα της ζωής. Κάτι αντίστοιχο είδαμε στην πολύ δυνατή σκηνή της ταινίας «Μελαγχολία» του Λαρς φον Τρίερ, όπου η πρωταγωνίστρια γητεύεται με έναν πρωτόγνωρο τρόπο από τον επικίνδυνο πλανήτη και προσφέρει το σώμα της γυμνό σε μια κατάσταση έκστασης μέσα στις γαλάζιες ακτίνες του. Μαγνητίζεται από το δίπολο έρως-θάνατος. Το μυστηριώδες φως την καθηλώνει με τρόπο που θυμίζει τη μεταμόρφωση του ία σε χρυσή βροχή προκειμένου να ενωθεί με τη ανάη. Έργο με έναν μόνο θεατή Μοναχική φιγούρα στο θέατρο ιάλειμμα Σινεμά στη Ν.Υόρκη 1902-4 1963 1939 Μοναδικός θεατής της ζωής μας είναι τελικά ο εαυτός μας. Η ταξιθέτρια αδιαφορώντας για την ταινία- θεάται και αφουγκράζεται το προσωπικό της εσωτερικό έργο. Ο Αντρέ Μπρετόν όταν ανακάλυψε στο ΜΟΜΑ τα χρόνια του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου το έργο «Σινεμά στη Νέα Υόρκη» το συνέδεσε με ένα είδος παθητικής αντίστασης και σε συνέντευξή του στο περιοδικό View τον Αύγουστο του 1941 έγραψε πως με την σκεπτική απομόνωσή της η ταξιθέτρια εκφράζει μια ζωτική εναλλακτική στις φονικές δυνάμεις της εποχής «πρέπει να ξέρουμε πώς να διαβάζουμε και να κοιτάζουμε μέσα απ τα μάτια του Έρωτα- του οποίου η ευθύνη στις μέρες που έρχονται είναι να ξανα-εγκαταστήσει την ισορροπία που έχει μετατοπιστεί προς όφελος του θανάτου». Η μελωδία της σιωπής Στα έργα του Χόπερ η ακουστική συνθήκη χτίζεται πάνω στην ηχώ της σιωπής. Οι πίνακες αντηχούν την απουσία του λεκτικού και την έλλειψη κάθε συζήτησης και επικοινωνίας. Τα πρόσωπα βουβά, αλλά κλεισμένα σε εσωτερικό διάλογο, αφουγκράζονται τους εαυτούς τους μέσα στο χώρο που τα φιλοξενεί. Φυσικά απ τ ανοιχτά παράθυρα θα εισβάλλει ο θόρυβος της πόλης, η κίνηση που δεν βλέπουμε, το πηγαινέλα των ανθρώπων που πηγαίνουν στη δουλειά. Στον ερημικό σταθμό του τραίνου θ αντηχεί ακόμα ο μεταλλικός του ήχος, στα πόδια του μοναχικού φάρου θα σκάει η θάλασσα, στους νεκρούς νυχτερινούς δρόμους θα σέρνεται ακόμα κάτι από τις διαδρομές της μέρας. Η ταξιθέτρια θ ακούει -χωρίς να ακούει- τους διαλόγους της ταινίας που βλέπουν οι θεατές, γιατί δίνεται σ αυτό που διαδραματίζεται στον κρυφό της κόσμο. Παράλληλα υπάρχει ένα είδος μελωδικής απομόνωσης που τυλίγει σαν μεμβράνη, σα δεύτερο δέρμα τους ανθρώπους. Σα μια φυσαλίδα σιωπής που σκάει και διαχέεται στο χώρο με τον διακριτικό ήχο, που ο κάθε θεατής ξεχωριστά μπορεί να φανταστεί. Με τον απροσδιόριστο
ήχο που ντύνει η κυοφορούσα στιγμή της προσωπικής ζωής τα πολύτιμα επεισόδια της συνείδησης. Η συνεχής αναμονή Self Service,1927 Chop Suey, 1929 Οι άνθρωποι περιμένουν. Το τραίνο να φτάσει, την αυλαία ν ανοίξει, τη μέρα να περάσει Πάντα κάτι περιμένουν. εν πρόκειται όμως για μια Πηνελόπη αλλά για έναν θηλυκό περιπλανώμενο Οδυσσέα, για μια γυναίκα που έχει ξεκινήσει τον δικό της νόστο, τη δική της περιπέτεια. Ο Χόπερ είχε δει πολλές φορές στο θέατρο το Κουκλόσπιτο του Ίψεν, όπου η Νόρα Χέλμερ, ενσαρκώνοντας ήδη το 1879 την αυγή του φεμινισμού, τολμάει να δραπετεύσει αλλά κυρίως τολμάει να εμπιστευθεί την ίδια τη ζωή και ό,τι άγνωστο της επιφυλάσσει. Ανοίγει την κλειστή πόρτα και φεύγει, γίνεται η γυναίκα ταξιδιώτης, εκείνη που ατενίζει έξω απ το παράθυρο το φως ενός άγνωστου ορίζοντα και μιας συνεχούς αναζήτησης. «Το ξεπόρτισμα της Νόρας, στο τέλος του έργου, δεν είναι λιποταξία ή ελαφρομυαλιά, μήτε ανήθικη ανταρσία. Είναι αιματηρή συνέπεια σ ένα ιδανικό απαιτητικό», έγραφε ο Αγγελος Τερζάκης στο πρόγραμμα της παράστασης του 1964. Νομίζω πως αυτοί οι παράξενοι εσωτερικοί κόσμοι των μοναχικών πλασμάτων του Χόπερ, που λες κι έχουν ακινητοποιηθεί σ ένα μεταίχμιο, περιγράφονται με τον καταλληλότερο τρόπο μέσα στα λόγια του βασικού ήρωα του Ντοστογιέφσκι, στις «Λευκές νύχτες» (1848): «Υπάρχουν, Νάστενκα, αν τυχόν και δεν το ξέρετε, υπάρχουν στην Πετρούπολη μερικές γωνιές αρκετά παράξενες. Στα μέρη αυτά, λες και δεν μπαίνει ο ίδιος ήλιος που λάμπει για όλους, μα μπαίνει κάποιος άλλος, καινούργιος, ειδικά παραγγελμένος θα λεγες για τούτες τις γωνιές και τα φωτίζει όλα μ αλλιώτικο, ιδιαίτερο φως. Σ αυτές τις γωνιές, καλή μου Νάστενκα, θα λεγε κανείς πως οι άνθρωποι ζούνε μια εντελώς αλλιώτικη ζωή, που δε μοιάζει με κείνη που σφύζει γύρω μας, μα είναι σαν εκείνη τη ζωή που μπορεί να υπάρχει στο τριακοστό αόρατο βασίλειο κι όχι στη δική μας τη σοβαρή και βαρύγδουπη εποχή... Σ αυτές τις γωνιές περνάνε τις μέρες τους κάτι παράξενοι άνθρωποι - οι ονειροπόλοι. Ο ονειροπόλος -αν θέλετε έναν λεπτομερέστερο ορισμό του- δεν είναι άνθρωπος μα, ξέρετε, είναι ένα πλάσμα γένους ουδετέρου. Φωλιάζει ως επί το πλείστον σε μια απρόσιτη γωνιά, λες και κρύβεται κει μέσα, ακόμα κι απ το φως της μέρας. είναι αυτάρκης, γιατί είναι ο ίδιος του καλλιτέχνης της ζωής του και τη δημιουργεί για λογαριασμό του κάθε στιγμή, σύμφωνα με το κέφι του.. Μια ολόκληρη στιγμή ευδαιμονίας. Μα είναι τάχα λίγο αυτό έστω και για όλη τη ζωή ενός ανθρώπου;» Κατερίνα Καζολέα ιστορικός τέχνης
Η αναδρομική έκθεση του Έντουαρντ Χόπερ στο Μουσείο Thyssen-Bornemisza της Μαδρίτης θα διαρκέσει ως τις 16 Σεπτεμβρίου 2012 και μετά θα ταξιδέψει στο Grand Palais του Παρισιού (10 Οκτωβρίου-28 Ιανουαρίου 2012). Ανθρωποι στον ήλιο, 1960