ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. ΜΑΘΗΜΑ : Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο ΕΠΙΒΛΕΠΟΥΣΑ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ : Α. Γραμματικάκη - Αλεξίου



Σχετικά έγγραφα
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Συντομογραφίες...15 Ελληνικές...15 Ξενόγλωσσες...18

PUBLIC ΤΟΣΥΜΒΟΥΛΙΟ 9755/98 LIMITE JUSTCIV59 ΣΗΜΕΙΩΜΑ. της Προεδρίας ΡΩΜΗΙ

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Ενωμένη στην πολυμορφία EL 2009/2170(INI) Σχέδιο έκθεσης Diana Wallis (PE )

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΠολΠρωτΑθ 528/2002

Συμβάσεως της 27ης Σεπτεμβρίου 1968 για τη διεθνή δικαιοδοσία και την εκτέλεση. Handelskwekerij G. J. Bier BV, εγκατεστημένης

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. V. Η εμπιστοσύνη ως αυτόνομο θεμέλιο ευθύνης του παραγωγού 17

«Οι συνέπειες από την εφαρμογή της νομοθεσίας για την Περιβαλλοντική Ευθύνη στην Ελληνική Βιομηχανία»

31987L0344. EUR-Lex L EL. Avis juridique important

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες η αποχαρακτηρισμένη έκδοση του προαναφερόμενου εγγράφου.

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Εξωσυμβατική ευθύνη Δημοσίου 12/4/2016

ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΙΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ. Περιβαλλοντική ρβ Ευθύνη και

ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ «ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΤΟΠΙΑ ΣΕ ΠΕΡΙΟΧΕΣ 2000»

Χ. Βλ. Γκόρτσος Επίκ. Καθηγητής Διεθνούς Οικονομικού Δικαίου Γενικός Γραμματέας ΕΕΤ

Χρήσιμες Ερωτήσεις- Απαντήσεις για την Περιβαλλοντική Ευθύνη. Σε ποιες περιπτώσεις εφαρμόζεται η ευθύνη για περιβαλλοντική ζημιά;

Γιώργος Δ. Κωνσταντινόπουλος Δικηγόρος παρ Αρείω Πάγω Ειδικός Εμπειρογνώμονας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε περιβαλλοντικά έργα και αξιολογήσεις

ΠΡΟΛΟΓΟΣ. Άγγελος Π. Μπώλος ημήτριος-παναγιώτης Λ. Τζάκας

Εφαρμοστέο δίκαιο στα έναντι τρίτων αποτελέσματα των εκχωρήσεων απαιτήσεων. Πρόταση κανονισμού (COM(2018)0096 C8-0109/ /0044(COD))

Ασφαλιστικές Εταιρείες 2007

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Θέµα εργασίας : Άρθρο 2 παρ. 1 Συντάγµατος( Το απαραβίαστο της ανθρώπινης αξίας) Σχολιασµός Αποφ. 40/1998 Α.Π

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 7 ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΡΩΜΗ ΙΙ».

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4203, 24/4/2009

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Διοικητικό Δίκαιο. Αστική ευθύνη του δημοσίου 1 ο μέρος. Αν. Καθηγήτρια Ευγ. Β. Πρεβεδούρου Νομική Σχολή Α.Π.Θ.

«Η Ευρωπαϊκή Περιβαλλοντική Πολιτική»

ΔΙΚΑΙΟ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ Διεθνείς Πτωχεύσεις

Δίκαιο Μ.Μ.Ε. Μάθημα 11: Ραδιοτηλεόραση και προστασία της προσωπικότητας. Επικ. Καθηγητής Παναγιώτης Μαντζούφας Τμήμα Νομικής Α.Π.Θ.

Ευθύνη των ρυπαινόντων και η επιστροφή του περιβαλλοντικού κόστους

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Η ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΤΩΝ ΤΡΑΠΕΖΙΚΩΝ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΩΝ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 1 ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΠΡΟΣΘΕΤΟΥ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ ΤΗΣ ΕΣΔΑ. ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ. στην ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. Ένα νέο πλαίσιο της ΕΕ για την ενίσχυση του κράτους δικαίου

Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. προς την Επιτροπή Νομικών Θεμάτων

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Ενωμένη στην πολυμορφία EL 2013/0402(COD) της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Προλογικό σημείωμα... Εισαγωγικές παρατηρήσεις... 1

ΕΡΓΑΣΙΑ 1 η ΜΕ ΘΕΜΑ: «Η ΑΡΧΗ ΤΟΥ ΑΠΑΡΑΒΙΑΣΤΟΥ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ» Ι ΑΣΚΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: κ. ΑΝ ΡΕΑΣ ΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Το παρόν έγγραφο αποτελεί απλώς βοήθημα τεκμηρίωσης και τα θεσμικά όργανα δεν αναλαμβάνουν καμία ευθύνη για το περιεχόμενό του

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης στο χώρο εργασίας και δικαιώματα των θυμάτων

PUBLIC ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες,27Μαΐου 2014 (OR.en) 10296/14 LIMITE JUR321 JAI368 POLGEN75 FREMP104

Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής 4. Άρθρο 2 Αγωγές παραλείψεως 5. Άρθρο 3 Φορείς νομιμοποιούμενοι προς έγερση αγωγής 5. Άρθρο 4 Ενδοκοινοτικές παραβάσεις 6

ΑΙΤΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΝΩΜΗ ΕΝΟΣ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2011/0059(CNS) Σχέδιο γνωμοδότησης Evelyne Gebhardt (PE v01-00)

EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 24 Απριλίου 2014 (OR. en) 2013/0268 (COD) PE-CONS 30/14 JUSTCIV 32 PI 17 CODEC 339

Δίκαιο Μ.Μ.Ε. Μάθημα 10: Προστασία της προσωπικότητας και τύπος. Επικ. Καθηγητής Παναγιώτης Μαντζούφας Τμήμα Νομικής Α.Π.Θ.

***I ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2013/0268(COD)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ... ΠΡΟΛΟΓΟΣ...

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια

ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ... VII ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ... XV ΓΕΝΙΚΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ...1 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Ενημερωτικό σημείωμα για το νέο νόμο 3886/2010 για τη δικαστική προστασία κατά τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων. (ΦΕΚ Α 173)

Δίκτυο Υπηρεσιών Πληροφόρησης & Συμβουλευτικής Εργαζομένων

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Εκπαιδευτικό Σεμινάριο: «Περιβαλλοντικό Δίκαιο και Περιβαλλοντικές Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις» Ηράκλειο, 11 Μαρτίου 2017

Υπόθεση C-459/03. Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιρλανδίας

II.2 ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑΣ. ... (το όργανο θα προσδιοριστεί)

16350/12 ΑΓΚ/γπ 1 DG D 2A

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΟΔΗΓΙΑ 93/13/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3828, 31/3/2004 Ο ΠΕΡΙ ΙΣΗΣ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΑΣΧΕΤΑ ΑΠΟ ΦΥΛΕΤΙΚΗ Ή ΕΘΝΟΤΙΚΗ ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2004

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 16 Οκτωβρίου 2012 (23.10) (OR. en) 14826/12 Διοργανικός φάκελος: 2012/0036 (COD)

A8-0219/

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΜΙΑ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

Συνήγορος του Καταναλωτή Νομολογία ΟλΑΠ 18/1999

Η ΣΧΕΣΗ ΚΑΙ Η ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΩΝ ΓΝΩΡΙΣΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣΕΩΝ

Έγγραφο συνόδου ΔΙΟΡΘΩΤΙΚΟ. στην έκθεση

ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ. ELD Implementation in Europe and Greece. Μαργαρίτα Καραβασίλη. Margarita Karavasili

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Θέµα εργασίας. Η ερµηνεία του άρθρου 8 παρ. 1 του Συντάγµατος

Η σχολιαζόμενη απόφαση παρουσιάζει σημαντικό. ενδιαφέρον τόσο γιατί πραγματεύεται σημαντικά νομικά ζητήματα

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

Μετάφραση και δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας (DGT/2013/TIPRs)

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4526, (I)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΟΥ 2015

JUR.4 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0900 (COD) PE-CONS 1/19 JUR 15 COUR 2 INST 4 CODEC 46

Διοικητικό Οικονομικό Δίκαιο

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4229, 5/2/2010

SN 1316/14 AB/γομ 1 DG D 2A LIMITE EL

ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΠΙΧΕΙΡΟΥΜΕΝΟ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΤΟΥ «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ»

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ (ΤΕΕ, )

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Ανάρτηση Απαντήσεων στις Εξετάσεις του μαθήματος «Στοιχεία Δικαίου και Κυβερνοηθική» Πέμπτη, 02 Ιούλιος :15

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΣΧΕΔΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΟΙΚ. ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ Δ/ΝΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ Τ.Α. ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝ. Δ/ΣΗΣ & Π/Υ. Αθήνα 12 Νοεμβρίου 2013

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ...

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

(2015) 1 PRO JUSTITIA. «Αρχή Υπεύθυνου Δανεισμού» Άννα Οβσεπιάν, Μεταπτυχιακή Φοιτήτρια

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Θέματα Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης 24ος Διαγωνισμός Εξεταζόμενο μάθημα: Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους

9317/17 ΚΑΛ/ακι/ΜΙΠ 1 D 2A

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ. Δίκαιο είναι το σύνολο των ετερόνομων κανόνων που ρυθμίζουν με τρόπο υποχρεωτικό την κοινωνική συμβίωση των ανθρώπων.

Transcript:

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΔΙΕΘΝΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Α ΕΠΙΠΕΔΟΥ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΑΘΗΜΑ : Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο ΕΠΙΒΛΕΠΟΥΣΑ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ : Α. Γραμματικάκη - Αλεξίου ΘΕΜΑΤΙΚΗ : «ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 864/2007 ( ΡΩΜΗ II ): Η ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΖΗΜΙΑ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 7» ΣΥΓΓΡΑΦΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ : Παρασκευή Μ. Τήλιου ( ΑΕΜ. 554 ) ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ Β ΕΤΟΥΣ : - Ιδιωτικό Διεθνές Δίκαιο : Α. Γραμματικάκη-Αλεξίου, Ζ. Παπασιώπη-Πασιά, Ε. Βασιλακάκης. Β. Κούρτης - Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο : Κ. Χατζηκωνσταντίνου, Μ. Σαρηγιαννίδης - Διπλωματική Ιστορία : Ι. Στεφανίδης Θεσσαλονίκη, Δεκέμβριος 2013

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Α. ΕΙΣΑΓΩΓΗ.. 5 Β. Η ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΖΗΜΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΔΙΚΑΙΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Ι. Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΜΟΛΥΝΣΗΣ.7 ΙΙ. Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΕ ΕΘΝΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ 8 IΙΙ. Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΕ ΥΠΕΡΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ...9 IV. ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ...11 α. Αρχή της προφύλαξης και προληπτικής δράσης...11 β. Αρχή της επανόρθωσης στην πηγή..12 γ. Αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει»..13 Γ. ΔΙΕΘΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ.. 15 ΙΙ. ΔΙΕΘΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΠΟΛΔ... 15 ΙΙΙ. ΔΙΕΘΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ 44/2001 16 α. Γενικά.16 β. Αγωγές προληπτικού χαρακτήρα..17 γ. Πεδίο εφαρμογής του άρθρου 5 σημ. 3 της Σύμβασης Βρυξελλών και του Κανονισμού 44/2001.18 δ. Προσδιορισμός του τόπου της ζημίας κατά τη Σύμβαση Βρυξελλών και τον Κανονισμό 44/2001... 19 IV. Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ FORUM NON CONVENIENS ΥΠΟΘΕΣΗ BHOPAL.20 2

Δ. ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 864/2007 ή ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΡΩΜΗ II ΓΙΑ ΤΟ ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΟ ΔΙΚΑΙΟ ΣΤΙΣ ΕΞΩΣΥΜΒΑΤΙΚΕΣ ΕΝΟΧΕΣ Ι. ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΡΩΜΗ ΙΙ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ..24 ΙΙ. ΤΟ ΖΗΤΗΜΑ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΚΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ (RATIONE TEMPORIS) ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ. 25 ΙΙΙ. ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΡΩΜΗ ΙΙ..27 α. Το καθ ύλη πεδίο εφαρμογής....27 αα. Υποθέσεις αστικού ή εμπορικού δικαίου...29 ββ. Εξωσυμβατικές ενοχές...29 ΙV. ΕΞΑΙΡΟΥΜΕΝΑ ΠΕΔΙΑ α. Γενικά......30 β. Εξαίρεση των προσβολών της προσωπικότητας και της ιδιωτικής σφαίρας από το πεδίο εφαρμογής του Κανονισμού 31 V. Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΡΩΜΗ ΙΙ...32 VI. ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΟ ΔΙΚΑΙΟ ΒΑΣΕΙ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΡΩΜΗ ΙΙ α. Γενικά 33 β. Σειρά εξέτασης εφαρμοστέου δικαίου με βάση το άρθρο 4 του Κανονισμού Ρώμη ΙΙ..34 γ. Βασικός κανόνας: δίκαιο του τόπου αποτελέσματος... 34 δ. Κοινή συνήθης διαμονή 36 ε. Γενική ρήτρα διαφυγής. 37 Ε. ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΟ ΔΙΚΑΙΟ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ 864/2007 Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ...39 ΙΙ. Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΖΗΜΙΑΣ.. 39 ΙΙΙ. ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ... 40 ΙV. ΤΟ ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΟ ΔΙΚΑΙΟ ΚΑΤΑ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 7 ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΡΩΜΗ ΙΙ..41 α. Το περιεχόμενο του άρθρου 7 του Κανονισμού Ρώμη ΙΙ 41 β. Ο κανόνας του τόπου της ζημίας (lex loci damni)...41 γ. Το δικαίωμα επιλογής δικαίου από τον ζημιωθέντα «Αρχή της εύνοιας του ζημιωθέντος»..44 3

V. ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΔΙΚΑΙΟΥ α. Γενικά.46 β. Προϋποθέσεις εγκυρότητας 47 γ. Περιορισμοί της lex voluntatis...48 δ. Συμπεράσματα 49 VI. ΚΑΝΟΝΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ..49 VIIΙ. ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ...50 ΣΤ. ΤΕΛΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ.52 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ.53 ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ.54 ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ... 55 4

Α. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το φυσικό περιβάλλον ήταν πάντα εκτεθειμένο στις φυσικές καταστροφές. Η ίδια η φύση όμως κατάφερνε να ξεπερνά κάθε φορά τις καταστροφές και να επαναφέρει την ισορροπία. Από τότε όμως που η ανθρωπότητα έθεσε ως στόχο την τεχνολογική ανάπτυξη επήλθαν ουσιαστικές αλλαγές. Οι ανθρωπογενείς επιδράσεις οι οποίες σε πολλές περιπτώσεις επιφέρουν τέτοιας έκτασης ποσοτικές ή ποιοτικές μεταβολές που καθίστανται δύσκολα αναστρέψιμες έχουν ήδη διαταράξει τη φυσική ισορροπία με απρόβλεπτες συνέπειες τόσο για τη φύση όσο και για τον άνθρωπο. Καθημερινά ειδήσεις για οικολογικές καταστροφές κάνουν το γύρο του κόσμου ενώ η ρύπανση έχει λάβει άκρως ανησυχητικές διαστάσεις κυρίως διότι η επιθυμία για ταχεία ανάπτυξη των τεχνολογικών δραστηριοτήτων επιτάχυνε τους ρυθμούς επιβάρυνσης του περιβάλλοντος Όλα τα ανωτέρω κινητοποίησαν τους πολίτες και τους πολιτικούς έτσι ώστε σήμερα η προστασία του περιβάλλοντος να αποτελεί αντικείμενο της εθνικής αλλά και της διεθνούς πολιτικής. Η ολοένα αυξανόμενη χρήση των περιβαλλοντικών αγαθών οδήγησε στη διαπίστωση ότι τα αγαθά αυτά δεν είναι ανεξάντλητα και πως δεν είναι επιτρεπτή η αντιμετώπισή τους ως απλών εργαλείων στα χέρια του ανθρώπου. Με δεδομένο ότι το πρόβλημα της προστασίας του περιβάλλοντος δεν περιορίζεται στα σύνορα των κρατών η διεθνής κοινότητα έχει ήδη αναγνωρίσει την παγκόσμια διάσταση του προβλήματος, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τις διεθνείς συνθήκες προστασίας του περιβάλλοντος. Με την παρούσα εργασία προσδιορίζεται αρχικά η έννοια του περιβάλλοντος και της περιβαλλοντικής μόλυνσης. Στη συνέχεια, γίνεται αναφορά στην προστασία του περιβάλλοντος τόσο σε επίπεδο ελληνικής έννομης τάξης όσο και σε κοινοτικό και υπερεθνικό επίπεδο καθώς και στις βασικές αρχές της κοινοτικής περιβαλλοντικής πολιτικής. Έπειτα γίνεται αναφορά στα θέματα διεθνούς δικαιοδοσίας που ρυθμίζονται από τον ΚΠολΔ καθώς και στο άρθρο 5 σημ. 3 του Κανονισμό 44/2001. Επιπλέον γίνεται λόγος για τον Κανονισμό Ρώμη ΙΙ και δίνεται 5

ιδιαίτερη έμφαση στο άρθρο 7 του Κανονισμού Ρώμη ΙΙ καθώς και στο πεδίο εφαρμογής του εν λόγω άρθρου. 6

Β. ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Ι. Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΜΟΛΥΝΣΗΣ Ως περιβαλλοντική μόλυνση 1 εννοείται το αποτέλεσμα είτε της συνεχούς, καθημερινής, σταδιακής, φαινομενικά αργής, ίσως αόρατης, επιβαρύνσεως του περιβάλλοντος λόγω της κακής χρήσης ή της κατάχρησης των επιμέρους στοιχείων του είτε μίας «θεαματικής», τρομακτικής καταστροφής, ως αποτέλεσμα περιβαλλοντικών δυστυχημάτων, που διαταράσσουν αιφνίδια τις οικολογικές ισορροπίες 2. Συχνά οι ζημίες που οφείλονται στην πρώτη περίπτωση, λαμβανομένων υπόψη του συνολικού μεγέθους τους και των μακροπρόθεσμων συνεπειών τους, είναι πολύ πιο επικίνδυνες. Ο χαρακτήρας της περιβαλλοντικής ζημίας χαρακτηρίζεται κατεξοχήν ως διασυνοριακός και τα φαινόμενα που προκαλούν την οικολογική διαταραχή και τις περιβαλλοντικές επιβαρύνσεις, έχουν συνήθως, διάχυτο χαρακτήρα, ως προς τις συνέπειες τους. Ως εκ τούτου γίνεται λόγος για διεθνή περιβαλλοντική μόλυνση. Δύο είναι οι περιπτώσεις κατά τις οποίες μία περιβαλλοντική καταστροφή μπορεί να θεωρηθεί διεθνής : Πρώτον, στην περίπτωση κατά την οποία η επικίνδυνη ή η ρυπογόνος ουσία διασχίζει και ξεπερνά τα σύνορα ενός κράτους, προκαλώντας ζημίες στο ίδιο το περιβάλλον ή σε ιδιώτες και περιουσιακά στοιχεία γειτονικών και μη χωρών. Δεύτερον, στην περίπτωση κατά την οποία ο κίνδυνος του ατυχήματος, διασχίζει τα σύνορα του κράτους και όχι οι βλαπτικές και επικίνδυνες ουσίες, οδηγώντας και αυτός με τη σειρά του στις ανωτέρω επιπτώσεις. Συνεπεία του διάχυτου χαρακτήρα ενός γενεσιουργού της περιβαλλοντικής μόλυνσης παράγοντα, εμπλέκονται περισσότερες έννομες τάξεις, εμφανίζοντας έτσι προβλήματα διευθέτησης της ευθύνης σε αυτές τις διασυνοριακές περιβαλλοντικές ζημίες. Το θύμα της μόλυνσης, που θα θελήσει να επιδιώξει δικαστικά την ανόρθωση της ζημίας που υπέστη, εκτός από τα προβλήματα των συγκρούσεων δικαίων που εμφανίζονται εξαιτίας της εμπλοκής περισσότερων εννόμων τάξεων, θα χρειαστεί να 1 Βλ. Ελ. Μουσταΐρα, «Αστική ευθύνη σε διεθνή περιβαλλοντική μόλυνση», Νόμος και Φύση 1998, σελ. 29 επ. 2 διαρροή θανατηφόρων αερίων από τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις της θυγατρικής της αμερικάνικης εταιρείας Union Carbide Corporation που ήταν εγκατεστημένες στο Μποπάλ της Ινδίας και προκάλεσαν 3.000 θανάτους ενώ 200.000 υπέστησαν βλάβες 7

επιλύσει το σημαντικό πρόβλημα που προκύπτει από τη συχνά μεγάλη απόσταση που τον χωρίζει από αυτόν που προκάλεσε τη ζημία. ΙΙ. Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΕ ΕΘΝΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ Σε εθνικό επίπεδο, σημαντικό ρόλο έχουν σειρά διατάξεων τόσο στο δημόσιο και διοικητικό δίκαιο, όσο και στο ιδιωτικό, αφού ο ιδιώτης ατομικά μπορεί να επιδιώξει την αποκατάσταση των ζημιών που προκλήθηκαν σε αυτόν, λόγω κάποιας περιβαλλοντικής μόλυνσης. Σύμφωνα με τα άρθρα 57 και 59 του Αστικού Κώδικα περί προστασίας της προσωπικότητας, μπορεί να θεμελιωθεί τόσο αξίωση άρσης και παράλειψης της προσβολής για το μέλλον, όσο και αποζημίωσης σύμφωνα με τις διατάξεις περί αδικοπραξιών, καθώς και αξίωση χρηματικής ικανοποίησης της ηθικής βλάβης, κάθε φορά που κάποιος θίγει την προσωπικότητα κάποιου. Το ότι στην προστασία της προσωπικότητας εμπίπτει και το δικαίωμα στο περιβάλλον είναι σήμερα αδιαμφισβήτητο, καθώς το περιβάλλον είναι εκτός των άλλων και ο ανθρώπινος ζωτικός χώρος, ο χώρος δηλαδή όπου σχηματίζεται και αναπτύσσεται η ανθρώπινη προσωπικότητα. Δηλαδή, το περιβάλλον στο αστικό δίκαιο νοείται ως το σύνολο των αγαθών που αποτελούν τον ζωτικό χώρο του ανθρώπου, ο οποίος είναι απαραίτητος για την επιβίωση, την υγεία αλλά και την εξασφάλιση της ποιότητας ζωής του. Είναι λοιπόν προφανές ότι η προσβολή του δικαιώματος στο περιβάλλον εκτός από τις συνταγματικές διατάξεις περί αξιοπρέπειας του ανθρώπου και ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητάς του επισύρει και την εφαρμογή του άρθρου 57 ΑΚ, θεμελιώνοντας έτσι και σχετική αστική ευθύνη για όποιον το προσβάλλει 3 Όσον αφορά τη συνταγματική κατοχύρωση του δικαιώματος στο περιβάλλον, προέχουσα θέση έχει το άρθρο 24 του Συντάγματος 4. Σύμφωνα με αυτό, «η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας[ ]». 3 Karakostas I., «Greek & European Environmental Law», εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλας 2008, σελ 144 επ. 4 Η κατοχύρωση της προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος στο Σύνταγμα του 1975 αποτέλεσε μία καινοτομία όχι μόνο για τα ελληνικά αλλά και για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, αφού εκείνη την εποχή η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος ήταν αντικείμενο ρύθμισης σε ελάχιστα ευρωπαϊκά συντάγματα. 8

Επιπλέον το άρθρο 117 παρ.3 προστατεύει με ρητό και κατηγορηματικό τρόπο τον δασικό πλούτο της χώρας απαγορεύοντας τους αποχαρακτηρισμούς των δασών. Επιπροσθέτως, αξιοσημείωτο είναι ότι, ακόμη και αν δεν προστατευόταν ρητά ένα τέτοιο δικαίωμα, θα μπορούσε να ενταχθεί και πάλι στα δικαιώματα περί σεβασμού της αξίας του ανθρώπου ή της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητάς του, ή στο κοινωνικό δικαίωμα στην υγεία κτλ. Εκτός των ανωτέρω, ενδεικτικά γίνεται αναφορά στο Ν.1650/1986, που προβλέπει για την προστασία του περιβάλλοντος καθώς επίσης και στο Ν.2546/1997, που κύρωσε τη Σύμβαση για τις διασυνοριακές επιπτώσεις βιομηχανικών ατυχημάτων. Παρ ολ αυτά το δίκαιο του περιβάλλοντος στη χώρα μας, βρίσκεται ακόμη στο στάδιο της διαμόρφωσης. IΙΙ. Η ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΕ ΥΠΕΡΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ Για πολλά χρόνια υπήρχε μια αδράνεια στη στάση των κρατών σε θέματα ευθύνης από διασυνοριακή ζημία. Τις τελευταίες δεκαετίες, όμως, εξαιτίας των επικίνδυνων διαστάσεων που έχει πάρει αυτό το φαινόμενο, έχει παρατηρηθεί σταδιακή πρόοδος σε θέματα συλλογικής ρύθμισης του ζητήματος. Έτσι, σε διεθνές επίπεδο, συναντάμε πλήθος διεθνών συμβατικών κειμένων, διακηρύξεων, εκθέσεων οργάνων διεθνών οργανισμών και άλλων νομικών κειμένων με ιδιαίτερα χαρακτηριστικό αυτό της Διακήρυξης της Στοκχόλμης ή Διακήρυξη της Διάσκεψης Ηνωμένων Εθνών σχετικά με το ανθρώπινο περιβάλλον, που υιοθετήθηκε στις 16 Ιουνίου 1972 από τα Ηνωμένα Έθνη, με σκοπό την αναγνώριση του δικαιώματος σε ένα υγιές περιβάλλον. Σημαντική διάσκεψη, που συνέβαλλε και αυτή σημαντικά στη λύση ζητημάτων περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος, είναι η Διάσκεψη του Ρίο του 1992 5, στην οποία υπογράφηκε σύμβαση πλαίσιο για τις κλιματικές αλλαγές και κυρώθηκε από την Ελλάδα με το Ν. 2205/94, καθώς και η Συνεδρίαση που πραγματοποιήθηκε το 2002, γνωστή ως Παγκόσμια Σύνοδος Κορυφής στη βιώσιμη ανάπτυξη (WSSD), που διοργανώθηκε στη Νότια Αφρική στο Γιοχάνεσμπουργκ με την απουσία ωστόσο από τον τίτλο της λέξης «περιβάλλον» 5 γνωστή ως Συνάντηση Κορυφής για την προστασία της γης 9

Σε επίπεδο κοινοτικού δικαίου, πρωτεύον ρόλο έχουν οι πράξεις δευτερογενούς κοινοτικού δικαίου, όπως Οδηγίες και Κανονισμοί. Ως το σημαντικότερο βήμα στο πεδίο της περιβαλλοντικής ευθύνης θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε την έκδοση της υπ αριθμόν 35 Οδηγίας του 2004 της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σχετικά με την περιβαλλοντική ευθύνη όσον αφορά την πρόληψη και την αποκατάσταση περιβαλλοντικής ζημίας. Ήδη από τη δεύτερη σκέψη της Οδηγίας αυτής ορίζεται ότι η πρόληψη και αποκατάσταση των περιβαλλοντικών ζημιών θα επιτυγχάνεται στο εξής με την εφαρμογή της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει», η οποία ορίζεται ότι θα αποτελεί την θεμελιώδη αρχή της Οδηγίας, όπως επιβεβαιώνεται στη συνέχεια ήδη από το πρώτο άρθρο της. Σύμφωνα δε με τον ορισμό που δίνει στην δεύτερη σκέψη, «ο φορέας εκμετάλλευσης η δραστηριότητα του οποίου προκάλεσε την περιβαλλοντική ζημία ή τον άμεσο κίνδυνο ανάλογης ζημίας, είναι οικονομικά υπεύθυνος, έτσι ώστε να παρακινούνται οι φορείς εκμετάλλευσης να λαμβάνουν μέτρα και να αναπτύσσουν πρακτικές που να αποσκοπούν στην ελαχιστοποίηση των κινδύνων περιβαλλοντικής ζημίας προκειμένου να μειώνεται η έκθεσή τους σε οικονομικές ευθύνες.» Αναπτύσσοντας δε την αρχή ακόμη περισσότερο, ώστε να μην αφορά μόνο την επελθούσα ζημία αλλά και τα λοιπά έξοδα, στην δέκατη όγδοη σκέψη της ορίζεται ότι «Σύμφωνα με την αρχή "ο ρυπαίνων πληρώνει", κάθε φορέας εκμετάλλευσης που προκαλεί περιβαλλοντική ζημία ή άμεσο κίνδυνο ανάλογης ζημίας θα πρέπει, κατ' αρχήν, να επωμίζεται το κόστος των απαραίτητων μέτρων πρόληψης ή αποκατάστασης. Σε περιπτώσεις κατά τις οποίες, η αρμόδια αρχή αυτενεργεί ή επεμβαίνει μέσω τρίτων αντί του φορέα εκμετάλλευσης, η αρχή αυτή θα πρέπει να εξασφαλίζει ότι το προκύπτον γι' αυτήν κόστος θα ανακτάται από τον φορέα εκμετάλλευσης. Κρίνεται επίσης σκόπιμο οι φορείς εκμετάλλευσης να επωμίζονται τελικά το κόστος της εκτίμησης περιβαλλοντικής ζημίας και, κατά περίπτωση, την αξιολόγηση του άμεσου κινδύνου πρόκλησης τέτοιας ζημίας». Βάσει λοιπόν των παραπάνω διατάξεων θεμελιώνεται ευθύνη κατά περίπτωση αντικειμενική 6 ή υποκειμενική 7 για τους φορείς. 6 Όταν η ζημία (ή απειλή της) προέρχεται από τις εγγενώς επικίνδυνες δραστηριότητες για το περιβάλλον, όπως αυτές απαριθμούνται στο τρίτο παράρτημα της Οδηγίας. 7 Όταν η ζημία (ή απειλή της) αφορά προστατευόμενα είδη ή οικοτόπους, η οποία προήλθε από δραστηριότητες άλλες από τις εκεί απαριθμούμενες. 10

Η Οδηγία αυτή είναι ελάχιστης εναρμόνισης, με την έννοια ότι τα κράτη διατηρούν τη δυνατότητα να θεσπίζουν και να διατηρούν μέτρα πιο προστατευτικά για το περιβάλλον και άρα πιο αυστηρά για τον ρυπαίνοντα. Τον στόχο αυτό πετυχαίνει η Οδηγία θεσπίζοντας ένα βάθρο, το οποίο πλαισιώνεται από ρυθμίσεις τις οποίες τα κράτη έχουν διακριτική ευχέρεια να εισαγάγουν στην εθνική τους νομοθεσία, ώστε να έχουν αποτελεσματικότερη προστασία, όπως το άρθρο 14 για την ασφάλιση της αστικής ευθύνης, πάντοτε όμως σύμφωνα με τον κοινό παρονομαστή της Οδηγίας και με τις προϋποθέσεις που αυτή θέτει 8. 9 Επιπλέον, σημαντική είναι και η Οδηγία 2000/60/ΕΚ «για τη θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής των υδάτων» του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Οκτωβρίου 2000. 10 Μέσα σε αυτό το πλαίσιο των προσπαθειών προς τη διευθέτηση του μείζονος ζητήματος των περιβαλλοντικών ζημιών και της αποκατάστασής τους πραγματοποιήθηκε ένα σημαντικό βήμα προς τη θέσπιση ομοιόμορφων κανόνων ιδιωτικού διεθνούς δικαίου σε περιβαλλοντικά ζητήματα, ο Κανονισμός 864/2007. ΙV. ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ 11 Α. Αρχή της προφύλαξης και προληπτικής δράσης Η αρχή αυτή στηρίζεται στην ιδέα ότι η εκ των προτέρων αποφυγή των προσβολών στο περιβάλλον και η αντίστοιχη αντιμετώπιση των κινδύνων πριν την επέλευσή τους είναι συνήθως η πλέον αποτελεσματική, αν όχι η μόνη εφικτή. Είναι λοιπόν προτιμότερη από την a posteriori επέμβαση για παύση και ανόρθωση των βλαβών. Η «precautionary principle» ή «principe de precaution» επιβάλλει σε περιπτώσεις όπου υπάρχει υπόνοια ότι μία συγκεκριμένη δραστηριότητα μπορεί να εγκυμονεί κινδύνους για το περιβάλλον, να λαμβάνονται τα πρόσφορα μέτρα, ώστε να αποτραπούν ή να ελεγχθούν οι δυσμενείς επιπτώσεις που μπορεί να έχει η 8 Κρεμλής Γ., «Η Οδηγία 2004/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την περιβαλλοντική ευθύνη όσον αφορά την πρόληψη και την αποκατάσταση περιβαλλοντικής ζημίας», Περιβάλλον και Δίκαιο, 2005, σελ 384 επ. 9 και την τροποποιητική αυτής, Οδηγία 2006/21/ΕΚ σχετικά με τη διαχείριση των αποβλήτων της εξορυκτικής βιομηχανίας, η οποία ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με την ΚΥΑ 39624/2009) 10 για την ενσωμάτωση της οποίας εκδόθηκε το π.δ. 51/2007. 11 Α. Κυριαζή, «Η διασυνοριακή ρύπανση ως αντικείμενο ρυθμίσεως του Ιδιωτικού Διεθνούς Δικαίου», εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα 2008, σελ. 104 επ. 11

συγκεκριμένη δραστηριότητα στο περιβάλλον. Αρκεί, δηλαδή, να πιθανολογείται με βάση τα επιστημονικά δεδομένα της εποχής, έστω και αν αυτά δεν έχουν επιβεβαιωθεί, ο κίνδυνος δυσμενούς επίπτωσης ή εξέλιξης στο περιβάλλον, ώστε να ενεργοποιηθεί η αρχή αυτή. Σε αντίθεση, η αρχή της πρόληψης, προβλέπει ότι πρέπει να λαμβάνονται προληπτικά μέτρα, εάν με βάση τα επιστημονικά δεδομένα είναι αποδεδειγμένο ότι συγκεκριμένη δραστηριότητα είναι επιβλαβής για το περιβάλλον. Ειδικότερα, ενώ η πρόληψη ενέχει την ιδέα της εκ των προτέρων αρνητικής δράσης π.χ. μορφή πρόληψης συνιστά η θέσπιση ορίων για τη ρύπανση ή καθεστώτος προηγούμενης άδειας για την άσκηση συγκεκριμένης δραστηριότητας, η ορθή προφύλαξη απαιτεί οργανωμένη επέμβαση στο πρόβλημα με θετικά κυρίως μέτρα. Στη μία δηλαδή περίπτωση (προφύλαξη) υπάρχουν ενδείξεις, ενώ στην άλλη (πρόληψη) υπάρχουν αποδείξεις. Στη μία πιθανολογείται ο κίνδυνος, ενώ στην άλλη υπάρχει επιστημονική βεβαιότητα ότι η άσκηση της συγκεκριμένης δραστηριότητας έχει δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον. β. Αρχή της επανόρθωσης στην πηγή Μία άλλη σημαντική αρχή είναι ότι οι περιβαλλοντικές επενέργειες και ζημίες πρέπει να επανορθώνονται κατά προτεραιότητα στην πηγή τους. Έτσι, όταν μία βιομηχανία μολύνει με την εκπομπή επιβλαβών ρύπων τα θαλάσσια ύδατα, η ουσία της παραπάνω αρχής συνίσταται στην προσπάθεια να διαχειριστούμε μέσω βιολογικών καθαρισμών τα λύματα που εκχέονται από την εν λόγω βιομηχανία στη θάλασσα. Το πρόβλημα λοιπόν πρέπει να αντιμετωπίζεται στην πηγή του και όχι στο περιβαλλοντικό μέσο (νερό, αέρα, γη) που υφίσταται τη ρύπανση 12. Με την αρχή αυτή αποκρυσταλλώνεται μια αυτονόητη απαίτηση που συνίσταται στην απαγόρευση υποβάθμισης του περιβάλλοντος αλλά και στη διατήρηση και βελτίωση της ποιότητας του. γ. Αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» 12 βλ. συνοπτική απόδοση προφορικής εισήγησης στο Σεμινάριο της Εθνικής Σχολής Δικαστών «Περιβάλλον και Βιώσιμη Ανάπτυξη», 24-26 Μαΐου 2006, του Α. Ράντου, «Η επιρροή του Ευρωπαϊκού Δικαίου στο ελληνικό Δίκαιο Περιβάλλοντος» στο «Η εφαρμογή του Κοινοτικού Δικαίου Περιβάλλοντος στην Ελλάδα», επιμέλεια Γ. Γιαννακούρου, Γ. Κρεμλής, Γλ. Σιούτη, εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα 2007, σελ. 91επ. 12

Η αρχή «ο ρυπαίνων πληρώνει» έχει ως περιεχόμενο την επίρριψη στο φορέα έργου ή δραστηριότητας από την οποία προκαλείται η οικολογική ζημία του κόστους της αποκατάστασης. Η επιβολή στον προκαλούντα την περιβαλλοντική βλάβη του κόστους επανόρθωσης, στηρίζεται στη λογική ότι κατ αυτόν τον τρόπο, οι επιχειρηματίες αναγκάζονται να μειώσουν τα επίπεδα ρύπανσης που οφείλονται στην από μέρους τους άσκηση δραστηριότητας ή να επιδεικνύουν περισσότερη προσοχή όταν προβαίνουν σε ενέργειες επικίνδυνες για το περιβάλλον. Επιπλέον, η αρχή ο ρυπαίνων πληρώνει είναι συνδεδεμένη με τις παραπάνω δύο αρχές, αφού για την υλοποίηση της απαιτείται τόσο η λήψη συγκεκριμένων κανόνων με τους οποίους να προσδιορίζονται οι υποχρεώσεις του ρυπαίνοντας ή του ασκούντος επικίνδυνης γα το περιβάλλον δραστηριότητας όσο και η εγκαθίδρυση οικονομικών μηχανισμών που να καθιστούν την εφαρμογή των κανόνων δυνατή από πρακτικής απόψεως. Πρόβλημα, όμως, δημιουργείται όταν δεν έχουμε ένα πρόσωπο ως ρυπαίνοντα, αλλά ομάδες προσώπων, όπως χαρακτηριστικά συμβαίνει στην πράξη με τους παραγωγούς και τους καταναλωτές, όταν οι τελευταίοι ευθύνονται για επιβαρύνσεις του περιβάλλοντος χώρου. Η δυσκολία στις περιπτώσεις αυτές έγκειται στο γεγονός, ότι δεν προβλέπεται σε ποιο σημείο από την αλυσίδα των ρυπαινόντων θα γίνει στην πράξη η επιμέτρηση της καταψηφιζόμενης δαπάνης. Πάντως σύμφωνα με την αρχή αυτή, οι δαπάνες για την αποκατάσταση του περιβάλλοντος δεν θα πρέπει να επιβαρύνουν αμέτοχους τρίτους ή το σύνολο των φορολογουμένων εν γένει. Όσον αφορά στις λειτουργίες 13 της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει», αυτές συνίστανται: α) στην κυρωτική ήτοι στην επιβολή διοικητικών κυρώσεων, β) στην ανταποδοτική που συνίσταται στον τρόπο που λειτουργούν οι περιβαλλοντικές εισφορές τις οποίες αναγκάζεται να καταβάλλει ο ρυπαίνων στις αρμόδιες αρχές για τον αγώνα που διεξάγουν κατά της ρύπανσης, γ) στην προληπτική η οποία στηρίζεται στην ιδέα ότι για να δημιουργηθεί κίνητρο για μείωση της ρύπανσης θα πρέπει το κόστος της ρύπανσης να είναι οικονομικώς επαχθέστερο σε σχέση με το κόστος των απαραίτητων μέτρων κατά της ρύπανσης και δ) στην αποκαταστατική λειτουργία όπου ο ρυπαίνων καλείται να εξασφαλίσει στα θύματα της ρύπανσης μία πλήρη 13 Βλ. Ά. Γκιζάρη-Ξανθοπούλου, «Οι νέοι μηχανισμοί περιβαλλοντικής πολιτικής στην Ευρωπαϊκή Ένωση», εκδόσεις Σάκκουλα 2003, σελ. 91 επ. 13

αποκατάσταση της υποβάθμισης του περιβάλλοντος που υπέστησαν με αφορμή τις δραστηριότητές του. 14

Γ. ΔΙΕΘΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Είναι γεγονός ότι οι διασυνοριακές περιβαλλοντικές ζημίες έχουν το χαρακτηριστικό των αδικοπραξιών εξ αποστάσεως, δηλαδή συχνά σε άλλο τόπο λαμβάνει χώρα το γενεσιουργό της αδικοπραξίας γεγονός και σε άλλο τόπο επέρχεται η προσβολή του έννομου αγαθού με αποτέλεσμα να διστάζουν οι ιδιώτες να προσφεύγουν ατομικά στη δικαιοσύνη καθώς έχουν να αντιμετωπίσουν την υψηλή αβεβαιότητα ως προς την έκβαση της δίκης, το κόστος διεξαγωγής ενός δικαστικού αγώνα καθώς και προβλήματα απόδειξης. ΙΙ. ΔΙΕΘΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΠΟΛΔ Όσον αφορά το ζήτημα της διεθνούς δικαιοδοσίας επί διασυνοριακών περιβαλλοντικών μολύνσεων, υπάρχει έλλειψη, τόσο σε επίπεδο ελληνικού δικονομικού διεθνούς δικαίου όσο και σε επίπεδο δικονομικό άλλων κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μιας ειδικής ρύθμισης 14. Συγκεκριμένα, στο ελληνικό δικονομικό σύστημα 15, από τις υφιστάμενες ρυθμίσεις λαμβάνεται κατ αρχήν υπόψη η διάταξη του άρθρου 3 ΚΠολΔ 16, σύμφωνα με την οποία, η διεθνής δικαιοδοσία αποχρωματίζεται εντελώς από το σύνδεσμο της ιθαγένειας και εξαρτάται αποκλειστικά από την ύπαρξη της κατά τόπο αρμοδιότητας στην περιφέρεια οποιουδήποτε ελληνικού δικαστηρίου. Συνεπώς, θεμελιώνεται η διεθνής δικαιοδοσία των ελληνικών δικαστηρίων όταν ο εναγόμενος έχει την κατοικία του ή τη διαμονή του στην Ελλάδα 17. Στην περίπτωση κατά την οποία ο εναγόμενος είναι εταιρία θα πρέπει να έχει την πραγματική της έδρα στην Ελλάδα 18 ή να έχει ιδρύσει υποκατάστημα 19. 14 Βλ. Δ.Κ. Σταματιάδης, «Διεθνείς περιβαλλοντικές μολύνσεις και Ιδιωτικό διεθνές δίκαιο», ΧρΙΔ 2007, σελ. 116 15 Βλ. Κεραμευς/Κονδύλης/Νίκας, «Ερμηνεία ΚπολΔ (Ι)», εκδόσεις Σάκκουλα 2000, σελ. 17 επ. 16 Βλ. Κ. Κεραμευς, «Αστικό Δικονομικό Δίκαιο, Γενικό Μέρος», εκδόσεις Σάκκουλα 1986, σελ. 1 επ. 17 Στην τελευταία περίπτωση εφόσον δεν έχει κατοικία στην αλλοδαπή. 18 ΑΠ 335/2011 ΕΝΔ (2001), σελ. 193. Η πραγματική έδρα με την έννοια του τόπου όπου ασκείται η διοίκηση του νομικού προσώπου, όπου δηλαδή λαμβάνονται οι αποφάσεις των οργάνων διοικήσεως του νομικού προσώπου, δεν συμπίπτει οπωσδήποτε με την καταστατική έδρα, που είναι ο τόπος που αναγράφεται στο καταστατικό. 19 ΕφΘεσ 1951/1988 Αρμ (1988), σελ. 1217 15

Σε συνδυασμό με την παραπάνω διάταξη μια άλλη ειδική βάση δωσιδικίας που μπορεί να εφαρμοστεί στις περιβαλλοντικές αδικοπραξίες είναι αυτή της τοποθεσίας των ακινήτων, του άρθρου 29 παρ. 1 ΚΠολΔ. Πρόκειται για αποκλειστική διεθνή δικαιοδοσία στην οποία υπάγονται διαφορές που αφορούν, μεταξύ άλλων, εμπράγματα δικαιώματα πάνω σε ακίνητα, τη νομή ή την κατοχή τους. Ένας άλλος δικαιοδοτικός σύνδεσμος για τη θεμελίωση της διεθνούς δικαιοδοσίας είναι αυτός του τόπου τελέσεως του αδικήματος (άρθρο 35 ΚΠολΔ). Πρόκειται για συντρέχουσα διεθνή δικαιοδοσία στην οποία υπάγονται διαφορές από αξιόποινη πράξη, ακόμη κι αν η απαίτηση στρέφεται εναντίον προσώπου που δεν έχει ποινική ευθύνη. Από την εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων προκύπτει ότι τα ελληνικά δικαστήρια, σε περίπτωση ζημίας στο φυσικό περιβάλλον, η οποία συνιστά παράλληλα διαφορά του γειτονικού δικαίου και αξιόποινη πράξη, θα έχουν αποκλειστική ή συντρέχουσα διεθνή δικαιοδοσία ανάλογα με τον αν η θεμελίωσή της θα γίνει με βάση το άρθρο 29 παρ. 1 ΚΠολΔ ή το άρθρο 35 ΚΠολΔ. ΙΙΙ. ΔΙΕΘΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ 44/2001 α. Γενικά Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης 20 αντίστοιχη ρύθμιση, με ουσιαστικές, ωστόσο, διαφορές από αυτές του ελληνικού δικονομικού διεθνούς δικαίου, περιέχει το άρθρο 5 σημ. 3 του Κανονισμού 44/2001 21. Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη διάταξη «ο εναγόμενος που έχει την κατοικία του ή την έδρα σε κάποιο κράτος-μέλος μπορεί να εναχθεί ως προς ενοχές εξ αδικοπραξίας ή οιονεί αδικοπραξίας, ενώπιον του δικαστηρίου του τόπου όπου συνέβη ή ενδέχεται να συμβεί το ζημιογόνος γεγονός». Πρόκειται για συντρέχουσα ειδική 20 Βλ. Ελ. Μουσταΐρα, «Αστική ευθύνη σε διεθνή περιβαλλοντική μόλυνση», Νόμος και Φύση 1998, σελ. 32 επ. 21 Κανονισμός (ΕΚ) αριθμός 44/2001 του Συμβουλίου της 22ας Δεκεμβρίου 2000 για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις. (Έναρξη ισχύος 01.03.2002) 16

δωσιδικία 22 η οποία λειτουργεί με την προϋπόθεση ότι ο εναγόμενος κατοικεί στον κοινοτικό χώρο. Σημείο διαφοροποίησης του άρθρου 5 σημ. 3 του Κανονισμού 44/2001 σε σχέση με το άρθρο 35 ΚΠολΔ είναι ότι η διάταξη του Κανονισμού δεν αξιώνει οι διαφορές να προέρχονται από αξιόποινη πράξη αλλά αρκεί ότι απορρέουν από αστική απλώς αδικοπραξία. Από αυτήν την διαφοροποίηση συνάγεται ότι η δωσιδικία που καθιερώνει η συγκεκριμένη διάταξη του Κανονισμού έχει ευρύτερο πεδίο εφαρμογής από ότι η αντίστοιχη του άρθρου 35 ΚΠολΔ. Η τέλεση αξιόποινης πράξης στα πλαίσια του Κανονισμού αποτελεί προϋπόθεση του άρθρου 5 σημ. 4. Η εν λόγω διάταξη, η οποία σχετίζεται με την αμέσως προηγούμενη (άρθρο 5 σημ. 3 του Κανονισμού), διευρύνει το πεδίο εφαρμογής της διότι δεν αναφέρεται μόνο στα αστικά αδικήματα αλλά και στις αξιόποινες πράξεις από τις οποίες απορρέουν αγωγές αποζημίωσης είτε χρηματικής φύσεως είτε in natura. β. Αγωγές προληπτικού χαρακτήρα Με την επαναδιατύπωση του άρθρου 5 σημ. 3 στο πλαίσιο του Κανονισμού 44/2001 καθιερώθηκε μία ακόμα ειδική βάση διεθνούς δικαιοδοσίας, αυτή «του τόπου...όπου ενδέχεται να συμβεί το ζημιογόνο γεγονός». Με τη συγκεκριμένη ρύθμιση υιοθετούνται πλέον ρητά οι αγωγές «προληπτικού χαρακτήρα». Πρόκειται για αγωγές οι οποίες αποσκοπούν στην παροχή έννομης προστασίας, εν όψει μιας επικείμενης αδικοπραξίας που δεν έχει ακόμα συντελεστεί 23. Στο χώρο ειδικότερα των περιβαλλοντικών αδικοπραξιών, μπορεί να διαφανεί η χρησιμότητα μιας τέτοιας αγωγής «προληπτικού χαρακτήρα» π.χ. σε σχέση με την επαπειλούμενη περιβαλλοντική καταστροφή λόγω της λειτουργίας μιας αυξημένου οικολογικού κινδύνου βιομηχανικής εγκατάστασης. Από την παράλληλη εφαρμογή των άρθρων 5 σημ. 3 του Κανονισμού και 24 της Σύμβασης Βρυξελλών και τώρα 31 του Κανονισμού, τα οποία προβλέπουν τη δυνατότητα άσκησης ασφαλιστικών μέτρων, προκύπτουν διάφορα ερωτήματα που σχετίζονται με τον δικονομικό χαρακτήρα αλλά και τη σκοπιμότητα των αγωγών 22 παράλληλη της γενικής δωσιδικίας της κατοικίας του εναγομένου. 23 Οι συγκεκριμένες αγωγές δεν γνωρίζουν ευρείας αποδοχής μεταξύ των ευρωπαϊκών νομοθεσιών. Συναντώνται κυρίως στα δίκαιο της Γερμανίας και του Ηνωμένου Βασιλείου με περιορισμένο πεδίο εφαρμογής. 17

«προληπτικού χαρακτήρα». Καταρχήν το πρώτο ερώτημα που τίθεται είναι να διαπιστωθεί εάν υφίσταται ουσιαστική διαφοροποίηση μεταξύ των δύο αυτών δικονομικών δυνατοτήτων, δηλαδή των συγκεκριμένων αγωγών που αφορούν επαπειλούμενο ζημιογόνο γεγονός από τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων, δεδομένου ότι στα κείμενα της Σύμβασης Βρυξελλών και του Κανονισμού 44/2001 δεν υφίσταται κάποια οριοθέτηση του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 5 σημ. 3 σε σχέση με το άρθρο 24 Σύμβασης Βρυξελλών και πλέον 31 του Κανονισμού. Εφόσον γίνει δεκτό ότι οι αγωγές «προληπτικού χαρακτήρα» μπορούν να παρέχουν ως αίτημα τους την καταβολή αποζημίωσης 24, τότε η διάκριση των εν λόγω αγωγών από τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων είναι ευκρινής. Στην αντίθετη περίπτωση, όταν δηλαδή το αίτημα της αγωγής, της οποίας η ιστορική βάση είναι η επαπειλούμενη ζημία, περιορίζεται στην αποτροπή ενεργειών που συνεπάγονται κάποιον κίνδυνο για το περιβάλλον, τότε είναι εμφανές ότι το ίδιο αίτημα μπορεί να ικανοποιηθεί μέσω της αιτήσεως λήψης ασφαλιστικών μέτρων, με τα οποία ζητείται η διακοπή της λειτουργίας της υψηλού οικολογικού κινδύνου εγκατάστασης για την αποφυγή της εικαζόμενης ζημίας. Κάτω από αυτές τις συνθήκες τίθεται ζήτημα ως προς την σκοπιμότητα ύπαρξης των αγωγών «προληπτικού χαρακτήρα» και κατά πόσο αυτές έχουν πράγματι βελτιώσει το δικονομικό πλαίσιο προστασίας του Κανονισμού σε σχέση με την ήδη προϋπάρχουσα δυνατότητα λήψης ασφαλιστικών μέτρων 25. Επίσης, παρά την επαναδιατύπωση του άρθρου 5 σημ. 3 του Κανονισμού, είναι αμφίβολη τελικά η άσκηση αγωγών «προληπτικού χαρακτήρα», στο μέτρο που αυτές δεν προβλέπονται από τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις του τόπου όπου θα διαπραχθεί το αδίκημα. Πράγματι, εφόσον η lex loci delicti committendi δεν γνωρίζει τις εν λόγω αγωγές, τότε αυτές θα απορριφθούν ως νομικά αβάσιμες, παραμένοντας ως μόνη δυνατότητα αποτροπής της ζημίας η λήψη ασφαλιστικών μέτρων 26. γ. Πεδίο εφαρμογής του άρθρου 5 σημ. 3 του Κανονισμού 44/2001 Στην ειδική δικαιοδοτική βάση των άρθρων 5 σημ. 3 του Κανονισμού 44/2001 υπάγονται οι ενοχές εξ αδικοπραξίας ή οιονεί αδικοπραξίας. 24 Πράγμα το οποίο μάλλον δεν μπορεί να γίνει δεκτό. 25 Ε. Βασιλακάκης, «Ειδικές βάσεις διεθνούς δικαιοδοσίας»., σελ. 205, 206 26 Ε. Βασιλακάκης, ο.π., σελ. 206-207 18

Όπως και με τις άλλες νομικές έννοιες που περιέχονται στις διατάξεις του Κανονισμού, ανέκυψε το ερώτημα αν η έννοια των ενοχών από αδικοπραξία πρέπει να ερμηνευτεί αυτοτελώς ή αν αντίθετα, ενδείκνυται η προσφυγή στις εσωτερικού δικαίου διατάξεις ενός εθνικού δικαίου. Απάντηση στο ανωτέρω ερώτημα δίνει η υπόθεση Καλφέλης/Schröder όπου το ΔΕΚ έκρινε την αυτόνομη ερμηνεία της έννοιας «ενοχές από αδικοπραξία», θεωρώντας ότι έτσι διασφαλίζεται κατά το μέτρο του δυνατού ισότητα και ομοιομορφία των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που απορρέουν από τη σύμβαση για τα συμβαλλόμενα Κράτη και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα 27. δ. Προσδιορισμός του τόπου της ζημίας κατά τη Σύμβαση Βρυξελλών και τον Κανονισμό 44/2001 Από τη διατύπωση του άρθρου 5 σημ. 3 της Σύμβασης Βρυξελλών και του Κανονισμού 44/2001 προέκυψε ένα ερμηνευτικό ζήτημα σε σχέση με τον προσδιορισμό του «τόπου όπου συνέβη το ζημιογόνο γεγονός» επί αδικημάτων πολλαπλής τοπικής σύνδεσης, όταν δηλαδή δεν συμπίπτει ο τόπος όπου διαπράχθηκε η ζημιογόνα πράξη ή παράλειψη με τον τόπο όπου εκδηλώθηκε ή επήλθε η ζημία. Το σχετικό ερώτημα απασχόλησε το ΔΕΚ στην κλασική πλέον υπόθεση διασυνοριακής περιβαλλοντικής μόλυνσης Bier/Mines de potasse d Alsace 28. Επρόκειτο για μία ολλανδική Α.Ε., που διατηρούσε φυτώρια κοντά στο Ρότερνταμ, τα οποία αρδεύονταν από τα ύδατα του Ρήνου και ένα ίδρυμα με σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας των εν λόγω υδάτων, που άσκησαν αγωγή κατά της εδρεύουσας στη Γαλλία Α.Ε. Mines De potasse d Alsace. Αίτημα της αγωγής ήταν η αποκατάσταση των ζημιών που είχαν προκληθεί στις ολλανδικές φυτείες, εξαιτίας της ρύπανσης των υδάτων του Ρήνου με την έκχυση αποβλήτων από την τελευταία. Τέθηκε λοιπόν ως προδικαστικό ερώτημα στο ΔΕΚ το αν η διατύπωση τόπος όπου συνέβη το ζημιογόνο γεγονός αναφέρεται στον τόπο όπου διαπράχθηκε η ζημιογόνα ενέργεια ή στον τόπο επέλευσης του ζημιογόνου αποτελέσματος. Το Δ.Ε.Κ. αποκρινόμενο θέλησε να προσδώσει μια διαφορετική χροιά στην ως άνω αμφισβητούμενη έννοια, εφαρμόζοντας τον κανόνα της ubiquity. Σύμφωνα με τον κανόνα αυτό και με την κατηγορηματική απάντηση του Δικαστηρίου που τον 27 ΔΕΚ 27.09.1988 (Καλφέλης/Schröder) 189/87, ΣυλλΝομολ 1988, 28 ΔΕΚ 30.11.1976(Bier/Mines de potasse d Alsace ) 21/76, ΣυλλΝομολ 1976, σελ. 1735 επ. 19

υιοθέτησε πλήρως, προσαρμόζοντας τον στα δεδομένα της κρισιολογούμενης υπόθεσης, ως τόπος όπου συνέβη ή ενδέχεται να συμβεί το ζημιογόνο γεγονός μπορεί να θεωρηθεί αυτοτελώς όχι μόνο ο τόπος όπου τα ζημιογόνα πραγματικά περιστατικά έλαβαν χώρα αλλά και αυτός στον οποίο επήλθε το ζημιογόνο αποτέλεσμα. Και οι δύο τόποι είναι εξίσου σημαντικά σημεία συνδέσμου της διαφοράς με το δικάζον δικαστήριο, διευκολύνεται δε έτσι και η διεξαγωγή των αποδείξεων, ενώ καταλείπεται στον ενάγοντα το περιθώριο της επιλογής των δικαστηρίων του ενός ή του άλλου τόπου. ΙV. Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ FORUM NON CONVENIENS ΥΠΟΘΕΣΗ BHOPAL Η θεωρία του forum non conveniens βρίσκει πεδίο εφαρμογής στη δικαιϊκή οικογένεια του common law κυρίως στο δίκαιο της Αγγλίας και των Η.Π.Α. Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη αρχή, τα δικαστήρια ενός κράτους έχουν δικαίωμα να αρνηθούν να εκδικάσουν μια αγωγή που ασκείται ενώπιών τους, ακόμη κι αν έχουν διεθνή δικαιοδοσία, εφόσον κρίνουν ότι δεν είναι «πρόσφορο» (non conveniens) forum και πεισθούν ότι υπάρχει κάποιο άλλο forum που είναι πιο κατάλληλο γι αυτόν τον σκοπό. Αντίστροφα, μπορεί να θεμελιωθεί η καταρχήν μη υφιστάμενη διεθνής δικαιοδοσία ενός δικαστηρίου προς εκδίκαση μιας αγωγής, λόγω ακριβώς του καταλληλότερου γι αυτόν τον σκοπό χαρακτήρα του (forum conveniens). Ο σκοπός που εξυπηρετεί είναι πρωτίστως να αποτρέψει τις όποιας φύσεως δυσκολίες προκύψουν στον εναγόμενο ως αποτέλεσμα ενός αδικαιολόγητου forum shopping εκ μέρους του ενάγοντος. Προϋποθέσεις εφαρμογής του κανόνα forum non conveniens, στο πλαίσιο του δικαίου των Η.Π.Α., αποτελεί καταρχήν η ύπαρξη ενός εναλλακτικού forum, καθώς και η στάθμιση παραγόντων ιδιωτικού 29 και δημοσίου συμφέροντος 30. Κλασσική περίπτωση εφαρμογής της συγκεκριμένης αρχής, εκ μέρους των αμερικάνικων δικαστηρίων, στο χώρο του δικαίου του περιβάλλοντος, αποτελεί η υπόθεση Bhopal. 29 Η διευκόλυνση των διαδίκων, διάφορα πρακτικά θέματα για την απρόσκοπτη διεξαγωγή της δίκης 30 Δυσχέρειες ως προς την επιλογή και εφαρμογή του αλλοδαπού δικαίου, επιβάρυνση των ημεδαπών δικαστηρίων, τα συμφέροντα των πολιτειών που εμφανίζουν κάποια σχέση με την υπόθεση. 20