Καθηγητής ρ. Λάζαρος Ι. Τσούσκας ΠΡΩΤΕΣ ΒΟΗΘΕΙΕΣ Θεσσαλονίκη 2003: 100-110 Εγκαύµατα Το έγκαυµα είναι µια από τις περισσότερο σοβαρές κακώσεις του ανθρώπινου οργανισµού και οφείλεται στην καταστροφή του δέρµατος και των υποκείµενων ιστών της περιοχής από την επίδραση φυσικών ή χηµικών παραγόντων, όπως είναι η θερµότητα, οι χηµικές καυστικές ουσίες, το ηλεκτρικό ρεύµα και οι ακτινοβολίες. Ανάλογα µε τη φύση των παραγόντων που τα προκαλούν τα εγκαύµατα διακρίνονται στα ακόλουθα κύρια είδη: α. Θερµικά Τα θερµικά εγκαύµατα προκαλούνται από τα διάφορα είδη της ξηράς θερµότητας, όπως είναι οι φλόγες και τα πυρωµένα αντικείµενα, κατά την τριβή του δέρµατος, όπως είναι µε το σχοινί, από την υγρή θερµότητα, όπως είναι ο ατµός και τα υπέρθερµα υγρά, και από την ψύξη, όπως είναι το υγρό άζωτο και το οξυγόνο. β. Χηµικά Τα χηµικά εγκαύµατα προκαλούνται από τα οξέα και τα αλκάλεα που βρίσκονται στα διάφορα προϊόντα οικιακού καθαρισµού και τα βιοµηχανικά υγρά. γ. Ηλεκτρικά Τα ηλεκτρικά εγκαύµατα προκαλούνται από το ηλεκτρικό ρεύµα και από τους κεραυνούς. δ. Ακτινικά Τα ακτινικά εγκαύµατα προκαλούνται κυρίως από την ηλιακή ακτινοβολία και λιγότερο συχνά από τις θεραπευτικές εφαρµογές της ακτινοβολίας-χ. Στα εγκαύµατα, λόγω της βλάβης του δέρµατος, υπάρχει µεγάλος κίνδυνος για την ακεραιότητα του ανθρώπινου οργανισµού και τη ζωή του πάσχοντος από τη δυνατότητα επιµόλυνσης του εγκαύµατος και της εµφάνισης καταπληξίας στο άτοµο από τη διαφυγή υγρών εκτός της γενικής κυκλοφορίας του αίµατος στην περιοχή της βλάβης. Η βαρύτητα του εγκαύµατος στον ανθρώπινο οργανισµό εκτιµάται από τα δύο βασικά χαρακτηριστικά του, δηλαδή την έκταση και το βάθος του.
1. Έκταση του εγκαύµατος Η έκταση του εγκαύµατος προσδιορίζει το µέγεθος της µεταβολικής διαταραχής που υφίσταται ο οργανισµός του εγκαυµατία και ο υπολογισµός της είναι αναγκαίος για την ορθή αποκατάσταση της βλάβης. Η έκταση εκφράζεται σε ποσοστό επί τοις εκατό (%) της συνολικής επιφάνειας του σώµατος του πάσχοντος και υπολογίζεται µε δύο µεθόδους, τον «κανόνα των 9» και την «παλάµη του πάσχοντος». Με τον «κανόνα των 9» υπολογίζεται σε 9% της επιφάνειας του σώµατος ξεχωριστά η περιοχή της κεφαλής, το κάθε άνω άκρο, η πρόσθια επιφάνεια του θώρακα, η ραχιαία επιφάνεια του θώρακα, η πρόσθια επιφάνεια της κοιλίας, η επιφάνεια της οσφύος, ο κάθε µηρός και η κάθε κνήµη και το άκρο πόδι, ενώ η περιοχή των έξω γεννητικών οργάνων αποτελεί το 1% της συνολικής επιφάνειας του σώµατος (Εικόνα 54). 9 9+9 9 9 9+9 1 9 9 9 9 = 1 % Εικόνα 54. Ο «κανόνας των 9» της έκτασης του σώµατος. Με την «παλάµη του πάσχοντος» υπολογίζεται η παλαµιαία επιφάνεια της άκρας χειρός του πάσχοντα στο 1% της συνολικής επιφάνειας του σώµατος (ένθετο Εικόνας 54). Ένα εκτεταµένο έγκαυµα µπορεί να προκαλέσει την εκδήλωση εγκαυµατικής καταπληξίας που οφείλεται στην αύξηση της διαπερατότητας των τριχοειδών αγγείων. Η κατάσταση αυτή εκδηλώνεται µε την εµφάνιση της ταχυκαρδίας, της ωχρότητας του δέρµατος και των βλεννογόνων και του αισθήµατος της δίψας. Ο ρυθµός της απώλειας υγρών από τα αγγεία της 101
εγκαυµατικής περιοχής αυξάνεται αρχικά µέχρι τις πρώτες 8 ώρες και µετά ελαττώνεται µέχρι τις 48 ώρες, όταν και τα αγγεία επανακτούν τη φυσιολογική τους διαπερατότητα. Ο οργανισµός είναι σε θέση να αντιρροπίσει τις απώλειες των υγρών του αίµατος µέχρι το 15% στους ενήλικες και µέχρι το 10% στα παιδιά. Στα µεγαλύτερης έκτασης εγκαύµατα η αντιρρόπιση αυτή ανεπαρκεί για διάστηµα 2-4 ωρών. 2. Βάθος του εγκαύµατος Το βάθος του εγκαύµατος εκτιµά το βαθµό της τοπικής βλάβης των ιστών και προσδιορίζει το είδος της τοπικής θεραπείας που πρέπει να εφαρµοσθεί και την πρόγνωση της νόσου. Το βάθος του εγκαύµατος διακρίνεται σε τρεις βαθµούς, τον πρώτο, το δεύτερο και τον τρίτο (Εικόνα 55). Α Β Γ Εικόνα 55. Οι τρεις βαθµοί του βάθους του εγκαύµατος. Το έγκαυµα πρώτου βαθµού (Εικόνα 55Α) χαρακτηρίζεται από την εµφάνιση άλγους, ερυθρότητας και µικρού οιδήµατος στο δέρµα. Το έγκαυµα δευτέρου βαθµού (Εικόνα 55Β) χαρακτηρίζεται από τη µερική καταστροφή του εξωτερικού τµήµατος του πάχους του δέρµατος, µε αποτέλεσµα το σχηµατισµό φυσαλίδων, οι οποίες περιέχουν ορώδες υγρό και την εκδήλωση έντονου πόνου, ερυθρότητας και οιδήµατος. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις η αποκατάσταση του δέρµατος γίνεται από τα στοιχεία των βαθύτερων στιβάδων του δέρµατος, όπως είναι οι θύλακοι των τριχών και οι σµηγµατογόνοι και ιδρωτοποιεί αδένες, και η επούλωσή τους δεν καταλύπει δύσµορφες ουλές. Το έγκαυµα τρίτου βαθµού (Εικόνα 55Γ) χαρακτηρίζεται από την καταστροφή ολόκληρου του πάχους του δέρµατος και συχνά και των υποκείµενων ιστών. Η βλάβη εκδηλώνεται µε το σχηµατισµό των νεκρωτικών εσχαρών του δέρµατος, το οποίο είναι αναίσθητο και η επούλωσή του γίνεται µε σαρκοφυΐα και επιθηλιοποίηση από τους γύρω ιστούς µε σχηµατισµό δύσµορφων ουλών. 102
Σε µια άλλη ταξινόµηση τα εγκαύµατα διακρίνονται σε µερικού πάχους, στα οποία περιλαµβάνονται τα πρώτου και δευτέρου βαθµού, και σε ολικού πάχους, στα οποία περιλαµβάνονται τα τρίτου βαθµού. Η πλήρης εκτίµηση του βάθους του εγκαύµατος γίνεται µε τη γνώση του ιστορικού του εγκαύµατος, της θέσης και της όψης του και της αίσθησης του νυγµού δια βελόνης του δέρµατος του πάσχοντος. Η τελική πρόγνωση του εγκαυµατία εξαρτάται από την ηλικία και τη γενική του κατάσταση και εκτιµάται µε τον «εγκαυµατικό δείκτη» (Ε ), ο οποίος αριθµητικά εκφράζεται µε το άθροισµα του αριθµού των ετών της ηλικίας (Η) του πάσχοντος και του συνολικού αριθµού του ποσοστού της έκτασης της εγκαυµατικής επιφανείας του σώµατος (ΕΕΣ) που φέρει έγκαυµα τρίτου βαθµού, ή και το 1/2 της ΕΕΣ που φέρει έγκαυµα δευτέρου βαθµού. Τα εγκαύµατα πρώτου βαθµού δεν υπολογίζονται καθόλου, επειδή η βαρύτητά τους δεν επηρεάζει την πρόγνωση της νόσου. Κατά κανόνα, τα εγκαύµατα που έχουν Ε µεγαλύτερο από 70 έχουν κακή πρόγνωση, ενώ στην πλειονότητά τους τα εγκαύµατα είναι ελαφράς βαρύτητας. Μέσης βαρύτητας είναι τα εγκαύµατα δευτέρου βαθµού, τα οποία έχουν 15-25% ΕΕΣ στους ενήλικες, ή 10-20% ΕΕΣ στα παιδιά και τα εγκαύµατα τρίτου βαθµού, τα οποία έχουν µικρότερη από 10% ΕΕΣ στις περιοχές του σώµατος που δεν εµφανίζουν µεγάλη λειτουργική και αισθητική σπουδαιότητα. Τα µεγαλύτερης έκτασης εγκαύµατα ανήκουν στα βαρέα εγκαύµατα. Οι Πρώτες Βοήθειες που παρέχονται στα εγκαύµατα αποσκοπούν στην αποµάκρυνση του αιτίου της βλάβης, στην αντιµετώπιση του εγκαύµατος, στην πρόληψη της καταπληξίας και στη διακοµιδή του πάσχοντος. I. Αποµάκρυνση του αιτίου που προκάλεσε το έγκαυµα Τα ενδύµατα του πάσχοντος είναι δυνατό να πάρουν φωτιά µε αποτέλεσµα το άτοµο να πανικοβληθεί και να τρέχει άσκοπα. Επειδή η κινητικότητα αυτή επιτείνει τη φωτιά, πρέπει το συντοµότερο ο εγκαυµατίας να καθησυχασθεί, να ξαπλωθεί κάτω, ώστε να µην επεκταθεί η φωτιά προς την κεφαλή του και να κατασβεσθούν αµέσως οι φλόγες. Η κατάσβεση των ενδυµάτων επιτυγχάνεται µε τη σφικτή περιτύλιξη του σώµατος µε ένα επανωφόρι ή µια κουβέρτα, ώστε οι φλόγες να σβήσουν καθώς δε θα παίρνουν οξυγόνο (Εικόνα 56). 103
Εικόνα 56. Η περιτύλιξη του εγκαυµατία. Στη συνέχεια διαβρέχονται τα ενδύµατα µε άφθονο νερό ή άλλο µη εύφλεκτο υγρό για την πλήρη κατάσβεσή τους και την ψύξη του δέρµατος, ώστε το άτοµο να ανακουφίζεται από τον πόνο. Τα υγρά ενδύµατα ακολούθως πρέπει να αφαιρούνται, µόλις αρχίσουν να κρυώνουν. Τα καµένα ενδύµατα που είναι κρύα και στεγνά δεν πρέπει να αφαιρούνται, επειδή είναι δυνατό να προκληθεί µόλυνση του εγκαύµατος. Ακόµη, πρέπει να αφαιρούνται προσεκτικά τα δακτυλίδια, το ρολόϊ, η ζώνη και τα ενδύµατα που σφίγγουν την περιοχή του εγκαύµατος πριν να αρχίσει να σχηµατίζεται το οίδηµα, οπότε θα είναι πολύ δύσκολη η αφαίρεσή τους. Η αφαίρεση του δακτυλιδιού από το οιδηµατώδες δάκτυλο είναι δυνατό να πραγµατοποιηθεί µε τη βοήθεια ενός ισχυρού νήµατος, το οποίο περιτυλίγεται σφικτά και σπειροειδώς στο δάκτυλο από το ελεύθερό του άκρο µέχρι την περιοχή της περίσφιξης, οπότε και διέρχεται µέσα από το δακτυλίδι. Με τον τρόπο αυτό το οίδηµα µειώνεται και καθώς το νήµα ξετυλίγεται το δακτυλίδι µετακινείται επάνω στο τυλιγµένο νήµα και τελικά βγαίνει από το δάκτυλο. Εικόνα 57. Η έκπλυση του µικρού εγκαύµατος. 104
Στα µικρά εγκαύµατα το µέλος εκπλύνεται αµέσως κάτω από τη βρύση ή µέσα σε δοχείο µε νερό (Εικόνα 57). Πρέπει να αποφεύγεται η χρησιµοποίηση παγωµένου νερού ή η εµβάπτιση ολόκληρου του σώµατος µέσα στο µπάνιο. Στα εγκαύµατα του στόµατος και του φάρυγγα, στα οποία ο πάσχων δεν έχει χάσει τις αισθήσεις του, δίνεται στο άτοµο να πίνει κρύο νερό πολύ αργά και σε συχνά χρονικά διαστήµατα. II. Αντιµετώπιση του εγκαύµατος Η εγκαυµατική επιφάνεια είναι αποστειρωµένη από το ίδιο το γεγονός του εγκαύµατος και η διαβροχή του µε νερό, ακόµη και από τη βρύση, συνήθως δεν προκαλεί επιµόλυνση της βλάβης. Εφόσον όµως είναι δυνατό, οι Πρώτες Βοήθειες θα πρέπει να παρέχονται µε καθαρά χέρια, τα οποία δεν θα πρέπει να έρχονται σε επαφή µε το έγκαυµα. Στα εγκαύµατα πρώτου βαθµού η εγκαυµατική επιφάνεια πρέπει να αντιµετωπίζεται όπως ένα τραύµα, µε την εφαρµογή αντισυγκολλητικών επιθεµάτων και όχι αυτοκόλλητων, ενώ θα πρέπει να αποφεύγεται η εφαρµογή οιασδήποτε κρέµας, αλοιφής ή ψεκασµών. Στα εγκαύµατα δευτέρου βαθµού, εκτός από τα µέτρα που εφαρµόζονται στα εγκαύµατα πρώτου βαθµού, αντιµετωπίζονται και οι φυσαλίδες του δέρµατος, οι οποίες καλούνται και ποµφόλυγες. Αυτές έχουν λεπτό τοίχωµα και περιέχουν ορώδες υγρό. Κατά κανόνα οι ακέραιες ποµφόλυγες δεν πρέπει να διανοίγονται, επειδή αυξάνεται ο κίνδυνος επιµόλυνσης του εγκαύµατος και κατά την επούλωση της βλάβης το ορώδες περιεχόµενο απορροφάται, σχηµατίζεται νέο δέρµα στη βάση της ποµφόλυγας και αποπίπτουν οι εξωτερικές στιβάδες του δέρµατος. Στα εγκαύµατα τρίτου βαθµού εφαρµόζονται µέτρα ανάλογα µε αυτά του δευτέρου βαθµού και αποφεύγεται κάθε άλλη επέµβαση στην περιοχή του εγκαύµατος, όπως είναι η αφαίρεση των κολληµένων ξένων σωµάτων. III. Πρόληψη της καταπληξίας Ο εγκαυµατίας που έχει τις αισθήσεις του τοποθετείται σε ύπτια θέση και καθησυχάζεται. Ο πάσχων σύντοµα θα παραπονεθεί για αίσθηµα δίψας και αυτό µπορεί να αντιµετωπισθεί µε τη χορήγηση υγρών από το στόµα και έτσι να αναπληρωθούν πλήρως οι απώλειες του όγκου των υγρών από την κυκλοφορία (Εικόνα 58). Η προσθήκη ενός κουταλιού του γλυκού σόδας του φαγητού και ενός αλατιού σε ένα ποτήρι νερό παρέχει ένα διάλυµα, το οποίο είναι δυνατό να χορηγείται αργά και συνεχώς στον πάσχοντα. Το διάλυµα αυτό γίνεται πιο εύγευστο µε την προσθήκη και χυµού φρούτων. 105
Υγρά από το στόµα δεν πρέπει να χορηγούνται στις περιπτώσεις που συνυπάρχουν και άλλες κακώσεις, ή όταν ο εγκαυµατίας δεν έχει τις αισθήσεις του. Εικόνα 58. Η χορήγηση υγρών στον εγκαυµατία. IV. Άµεση διακοµιδή Η άµεση διακοµιδή του πάσχοντος στην πλησιέστερη νοσηλευτική µονάδα είναι απαραίτητη για την οριστική εκτίµηση της βαρύτητας του εγκαύµατος και την έγκαιρη εφαρµογή της κατάλληλης θεραπείας. Κατά τη διακοµιδή πρέπει να ελέγχονται το επίπεδο της συνείδησης και η αναπνευστική και καρδιακή λειτουργία του πάσχοντος κάθε 10 min. Εάν σταµατήσει η λειτουργία της αναπνοής και της καρδιάς, εφαρµόζεται αµέσως η καρδιοαναπνευστική αναζωογόνηση. Α. Χηµικά εγκαύµατα Οι Πρώτες Βοήθειες που παρέχονται στα χηµικά εγκαύµατα αποσκοπούν κυρίως στην ταχεία αποµάκρυνση της χηµικής ουσίας από τον οργανισµό µε την έκπλυση της περιοχής του σώµατος, συνήθως µε νερό, για να αποφευχθούν οι τοπικές διαβρωτικές βλάβες και η δηλητηρίαση του πάσχοντος (Εικόνα 59). Από τις σηµαντικότερες ουσίες που προκαλούν χηµικά εγκαύµατα, ο λευκός φωσφόρος, ο οποίος περιέχεται στις εµπρηστικές βόµβες, είναι λιποδιαλυτός και εισχωρεί βαθιά µέσα στους ιστούς. Η παρουσία του γίνεται αντιληπτή µε το φωσφορισµό της ουσίας µέσα σε σκοτεινό θάλαµο και την παραγωγή καπνού κατά την ένωσή του µε το οξυγόνο της ατµόσφαιρας. Η ουσία πρέπει να αφαιρείται αµέσως και µέσα στο νερό, επειδή η δράση του στους ιστούς συνεχίζεται για όσο διάστηµα βρίσκεται σε επαφή µε τον αέρα. Η εφαρµογή διαλύµατος θειικού χαλκού τον εξουδετερώνει και τον καθιστά ορατό, καθώς η χηµική αυτή ένωση παρέχει µελανό χρώµα. 106
Εικόνα 59. Η έκπλυση του οφθαλµού. Β. Ηλεκτρικά εγκαύµατα Η δίοδος του ηλεκτρικού ρεύµατος δια του σώµατος του ανθρώπου προκαλεί τοπικά την εµφάνιση εγκαυµάτων, τόσο στο σηµείο εισόδου, όσο και στο σηµείο εξόδου του. Η συνολική τους έκταση σπάνια υπερβαίνει το 1% της επιφανείας του σώµατος, ενώ το βάθος τους είναι µεγάλο (συνήθως τρίτου βαθµού) και η επούλωσή τους καθυστερεί. Η δίοδος του ηλεκτρισµού του κεραυνού µέσα από το σώµα προκαλεί την κεραυνοπληξία, κατά την οποία συχνά εµφανίζονται τα «κεραύνια σχήµατα», τα οποία είναι πρόσκαιρες ερυθρές γραµµώσεις του δέρµατος που δηµιουργούν σχήµατα των πλησιέστερων αντικειµένων ή δένδρων. Οι σηµαντικότερες όµως βλάβες του οργανισµού προέρχονται από την ηλεκτροπληξία, κατά την οποία προκαλούνται βαριές διαταραχές της λειτουργίας των ζωτικών οργάνων του πάσχοντος, όπως της καρδιάς και του κεντρικού νευρικού συστήµατος. Οι Πρώτες Βοήθειες που παρέχονται στις περιπτώσεις αυτές αποσκοπούν ιδιαίτερα στην άµεση διακοπή της παροχής του ηλεκτρικού ρεύµατος και τη διατήρηση της καρδιοαναπνευστικής λειτουργίας του πάσχοντος. Γ. Ακτινικά εγκαύµατα 107
Η έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία είναι η κυριότερη αιτία πρόκλησης των ακτινικών εγκαυµάτων και οφείλεται στις υπεριώδεις ακτίνες. Τα εγκαύµατα αυτά συνήθως έχουν µεγάλη έκταση, εµφανίζονται µέσα σε 1-2 ηµέρες από την έκθεση του ατόµου και είναι 1ου και 2ου βαθµού. Συνθήκες που ευνοούν την εµφάνιση του ακτινικού εγκαύµατος είναι η µακρά έκθεση στον ήλιο του ιδρωµένου ή βρεγµένου ατόµου µε παρουσία ρεύµατος αέρος, ή στα µεγάλα υψόµετρα. Οι Πρώτες Βοήθειες που παρέχονται στις περιπτώσεις αυτές αποσκοπούν κυρίως στην πρόληψη της καταπληξίας του ατόµου και την έγκαιρη διακοµιδή του σε νοσηλευτική µονάδα. Ιδιαίτερη σηµασία έχει η πρόληψη των εγκαυµάτων µε την αποφυγή της παρατεταµένης έκθεσης του ατόµου στην ηλιακή ακτινοβολία, ενώ πάντοτε πρέπει να λαµβάνεται ιδιαίτερη µέριµνα για την προστασία των οφθαλµών, µε τη χρησιµοποίηση των σκουρόχρωµων γυαλιών, στα άτοµα που εκτίθενται στην αντανάκλαση του ηλίου στο χιόνι και στα µεγάλα υψόµετρα, ή στην υπεριώδη ακτινοβολία που παράγεται κατά την οξυγονοκόλληση ή την ηλεκτροκόλληση (Εικόνα 60). Εικόνα 60. Προστασία των οφθαλµών µε εφαρµογή γυαλιών. 108
Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής στο θέµα: «Εγκαύµατα» ΕΡΩΤΗΣΗ 1 : Στο έγκαυµα υπάρχει κίνδυνος από (Α) την αιµορραγία * (Β) το οίδηµα * (Γ) τη µόλυνση ( ) τη νευρογενή καταπληξία ΕΡΩΤΗΣΗ 2 : Κατά την παροχή των Πρώτων Βοηθειών η έκταση των εγκαυµάτων υπολογίζεται κλινικά µε * (Α) τον κανόνα των 9 (Β) το ύψος του σώµατος (Γ) το βάρος του σώµατος * ( ) την παλαµιαία επιφάνεια του πάσχοντος ΕΡΩΤΗΣΗ 3 : Στο έγκαυµα µερικού πάχους υπάρχει * (Α) ερύθηµα * (Β) ποµφόλυγες (Γ) νεκρωτικές εσχάρες ( ) αναισθησία νυγµού βελόνης ΕΡΩΤΗΣΗ 4 : Στο έγκαυµα 2ου βαθµού µπορεί να υπάρχει (Α) ωχρότητα * (Β) πόνος * (Γ) ποµφόλυγες ( ) νεκρωτικές εσχάρες ΕΡΩΤΗΣΗ 5 : Εγκαυµατίας ηλικίας 60 ετών µε έγκαυµα 3ου βαθµού 5% ΕΕΣ και 2ου βαθµού 30% ΕΕΣ έχει * (Α) εγκαυµατικό δείκτη 80 (Β) πρόγνωση καλή (Γ) µέση βαρύτητα * ( ) και ποµφόλυγες 109
ΕΡΩΤΗΣΗ 6 : Κατά την παροχή των Πρώτων Βοηθειών στα εγκαύµατα * (Α) εφαρµόζονται αποστειρωµένα επιθέµατα (Β) αφαιρούνται τα κολληµένα ενδύµατα (Γ) εφαρµόζονται αντισηπτικές αλοιφές * ( ) οι ποµφόλυγες διατηρούνται ακέραιες ΕΡΩΤΗΣΗ 7 : Ο εγκαυµατίας που έχει τις αισθήσεις του * (Α) τοποθετείται σε ύπτια θέση * (Β) λαµβάνει υγρά από το στόµα (Γ) διατηρεί τα βρεγµένα του ενδύµατα ( ) έχει ανάγκη καρδιοπνευµονικής αναζωογόνησης ΕΡΩΤΗΣΗ 8 : Στα χηµικά εγκαύµατα (Α) προκαλούνται µόνο τοπικές δερµατικές βλάβες * (Β) αποµακρύνονται αµέσως οι χηµικές ουσίες (Γ) ο λευκός φωσφόρος αφαιρείται στον αέρα * ( ) µπορεί να προκληθούν και δηλητηριάσεις ΕΡΩΤΗΣΗ 9 : Στα ηλεκτρικά εγκαύµατα (Α) η έκτασή τους είναι µεγάλη (Β) το βάθος τους είναι µικρό * (Γ) η σοβαρότερη βλάβη είναι η ηλεκτροπληξία * ( ) αρχικά διακόπτεται το ηλεκτρικό ρεύµα ΕΡΩΤΗΣΗ 10 : Στα ακτινικά εγκαύµατα * (Α) η έκτασή τους µπορεί να είναι µεγάλη (Β) οι βλάβες οφείλονται στην ακτινοβολία-χ * (Γ) λαµβάνονται µέτρα για την πρόληψη της καταπληξίας ( ) εφαρµόζονται αντισηπτικές αλοιφές 110