ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥ ΩΝ Μ.Β.Α. ΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ



Σχετικά έγγραφα
Εργαστήριο Εκπαίδευσης και Εφαρμογών Λογιστικής. Εισαγωγή στην Χρηματοοικονομική Ανάλυση

Προσωπικά Δάνεια. Ποιο είναι το συγκριτικό πλεονέκτημα της Τράπεζας; Χορηγήσεις με υψηλή απόδοση και μικρή διάρκεια αποπληρωμής

Λογιστική ΙΙ. Υποχρεώσεις. Ν. Ηρειώτης Δ. Μπάλιος Β. Ναούμ. Ν. Ηρειώτης Δ. Μπάλιος Β. Ναούμ

Συχνές Ερωτήσεις. Ομολογιακά Δάνεια & Ομόλογα. Έκδοση 2.0 Αύγουστος 2016

Δ ι α φ ά ν ε ι ε ς β ι β λ ί ο υ

Πραγματοποιείται με την κατάταξη των στοιχείων κατά κατηγορίες για μια σειρά ετών. Η σύγκριση των στοιχείων με παρελθόντα στοιχεία αυξάνει την

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΩΝ ΔΑΝΕΙΩΝ

Μεθοδολογία κατάρτισης της νέας σειράς επιτοκίων τραπεζικών καταθέσεων και δανείων

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΟΜΙΛΟΥ Για την εξαµηνία που έληξε στις 30 Ιουνίου 2009 ΕΠΕΞΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

Α Π Ο Φ Α Σ Η 3/378/ τoυ ιοικητικού Συµβουλίου

ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΟΔΩΝ ΚΑΙ ΓΕΦΥΡΩΝ ΕΔΡΑ: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ Ν. ΕΒΡΟΥ Σ. Οικονόμου ΑΡ. Μ.Α.Ε /65/Β/86/03 ΑΡ. ΓΕ.ΜΗ.

Leasing (Χρηματοδοτική μίσθωση)

- Δυνατότητα συνεχούς σχέσης χρηματοδότησης. - Ελαφρά υψηλότερο κόστος δανεισμού.

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΩΝ ΔΑΝΕΙΩΝ

Μάρκετινγκ Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ

Σύγχρονες Μορφές Χρηματοδότησης

ΤΟ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΤΡΑΠΕΖΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΚΑΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ

ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΙΜΗΝΟ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ ΣΤΙΣ 31 ΜΑΡΤΙΟΥ 2006

Δηµοσιοποιήσεις σύµφωνα µε το Παράρτηµα 1 της Απόφασης 9/459/2007 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, όπως τροποποιήθηκε µε την Απόφαση 9/572/23.12.

Αγορές (Χαρακτηριστικά Αγορών Κεφαλαίου, Οργανωμένες Αγορές, Πρωτογενείς Αγορές). 1 β Πρωτογενείς αγορές είναι οι αγορές στις οποίες:

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΕΝΟΤΗΤΑΣ ΙΙI

Ο όρος «Χρηματοδότηση» περιλαμβάνει δύο οικονομικές δραστηριότητες.

Σύμφωνα με τα ΔΠΧΠ οι επιχειρήσεις υποχρεούνται να δημοσιεύουν τις παρακάτω καταστάσεις:

ΕΡΕΥΝΑ ΑΝΕΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ΑΠΟ / ΣΕ ΜΗ ΚΑΤΟΙΚΟΥΣ

ΜΠΛΑΝΟΣ ΑΘΛΗΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΨΥΧΑΓΩΓΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΜΕΣΟΓΑΙΑ Α.Ε Κατάσταση χρηµατοοικονοµικής θέσης (Ισολογισµός) της της

Οι λειτουργίες του. ιδακτικοί στόχοι. χρήµατος. Αναφορά των ιδιοτήτων του. Αναφορά στα είδη του χρήµατος. Κατανόηση της λειτουργίας του

Πνευµατικά ικαιώµατα

Πρόλογος α' έκδοσης Πρόλογος β' έκδοσης Επενδύσεις Επένδυση Επενδυτικός Κίνδυνος... 24

ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Τεχνολογία και Καινοτομία - Οικονομική Επιστήμη και Επιχειρηματικότητα

Στη 2 η κατηγορία ανήκουν εκείνα που μεταβάλλονται συνεχώς μέσα στο παραγωγικό - συναλλακτικό κύκλωμα της επιχείρησης

... 15,80% , 14,80% , 14,30% , 13,80%. άνω, 13,30%.

@ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΝΟΠΟΙΟΥΜΕΝΗΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ

Ανάλυση Λογιστικών Καταστάσεων

ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΑΤΟΜΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΙΜΗΝΟ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ ΣΤΙΣ 31 ΜΑΡΤΙΟΥ 2006

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ

Αγορές (Χαρακτηριστικά Αγορών Κεφαλαίου, Οργανωμένες Αγορές, Πρωτογενείς Αγορές).

Αποτελέσµατα 3 ου Τριµήνου 2013 Οµίλου Γενικής Τράπεζας

ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΝΝΕΑΜΗΝΟ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ THN. 30 Σεπτεμβρίου 2006

Αγορές (Χαρακτηριστικά Αγορών Κεφαλαίου, Οργανωμένες Αγορές, Πρωτογενείς Αγορές). 1 β Πρωτογενείς αγορές είναι οι αγορές στις οποίες:

Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Σύγχρονες Μορφές Χρηματοδότησης. Διάλεξη 2 Εμπορική Πίστωση

EΡΓΑΛΕΙΟ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ & ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΧΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΙΑΘΕΣΙΜΩΝ

Πλεονεκτήματα της Χρηματοδοτικής Μίσθωσης για τον Μισθωτή

'

ΤΥΠΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗΣ ΠΙΣΤΗΣ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΤΟΥ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΦΟΡΕΑ ΑΦΜ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΤΡΑΠΕΖΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΚΑΙ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ

Επιπλέον, το ιοικητικό Συµβούλιο, ορίζει Υπεύθυνο ιαχείρισης Κινδύνων µε συγκεκριµένες αρµοδιότητες.

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

ΧΡΗΣΙΜΟΙ ΟΡΟΙ ΟΜΟΛΟΓΩΝ

ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑΣ ΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Κεφάλαιο X. Χρηµατοοικονοµική Λογιστική & ιοίκηση Ισολογισµοί & Αποτελέσµατα Χρήσης

Περιεχόμενα. Το Χρηματοπιστωτικό Σύστημα

Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ

Όμιλος ATEbank - Αποτελέσματα Έτους 2009

TEI ΑΜΘ Τμήμα Λογιστικής & Χρηματοοικονομικής

Ο Μ Ι Λ Ο Σ A T E b a n k - ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ 9ΜΗΝΟΥ 2009

Α Π Ο Φ Α Σ Η 7/459/ του ιοικητικού Συµβουλίου ΤΟ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ

Αποτελέσματα Α Τριμήνου 2013

ΤΥΠΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΗΣ ΠΙΣΤΗΣ. «ΤΡΑΠΕΖΑ EUROBANK ERGASIAS A.E.» (εφεξής η «Τράπεζα»)

Αποτελέσματα Εννεαμήνου 2009

ΠΡΑΞΗ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΡΙΘ. 93/

Optisoft Financial Management OFM

Ι. Χ. ΜΑΥΡΙΚΗΣ ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΗ Α.Ε.Π.Ε.Υ.

Όροι Χρεωστικού Υπολοίπου σε Χρήματα DEGIRO

Αποφάσεις Χρηματοδοτήσεων

και ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΧΡΗΣΗΣ

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΑΜΕΙΑΚΩΝ ΡΟΩΝ

Δ ι α φ ά ν ε ι ε ς β ι β λ ί ο υ

Δημοσιοποιήσεις σύμφωνα με το Παράρτημα 1 της Απόφασης 9/459/2007 της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, όπως τροποποιήθηκε με την Απόφαση 9/572/23.12.

Διάλεξη 2: Ο ΙΣΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Χρηματοοικονομική Λογιστική

Χρηματοδότηση Εξασφαλιζόμενη με Απαιτήσεις ή Πρακτορεία Επιχειρηματικών Απαιτήσεων (Factoring)

Γενική Περιγραφή Αγοράς Στόχου (Target Market) 1. Γενικά. 2. Ορισμοί

ΟΔΗΓΙΕΣ ΣΥΜΠΛΗΡΩΣΗΣ ΤΟΥ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΩΝ ΣΤ04 ΣΤ05: ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΜΕΓΑΛΩΝ ΟΦΕΙΛΕΤΩΝ

ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΤΙΜΟΛΟΓΙΟ ΕΡΓΑΣΙΩΝ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ ΙΣΧΥΕΙ ΑΠΟ 16/12/2009

Μάθημα: Χρηματοοικονομική Λογιστική ΙΙ 10 η εισήγηση

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΚΑΤΟΧΩΝ ΚΟΙΝΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ATTICA BANK ΑΝΩΝΥΜΗ ΤΡΑΠΕΖΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΕ ΕΚΤΑΚΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ (ΑΡ.Μ.Α.Ε.

Ιωάννης Κουλουλίας Πρόεδρος του ιοικητικού Συµβουλίου

Αποτελέσματα Β Τριμήνου 2013

ΕΝ ΙΑΜΕΣΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ

Ο Μ Ι Λ Ο Σ A T E b a n k - ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Α ΕΞΑΜΗΝΟΥ 2009

1. Σε ποια υπηρεσία πρέπει να απευθυνθώ και με ποια διαδικασία για την έκδοση εγγυητικής επιστολής με την εγγύηση της ΕΤΕΑΝ ΑΕ;

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΧΡΗΣΕΩΣ 2016

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΣΤΟ 1 Ο ΕΤΗΣΙΟ ATHEX SMALL CAP CONFERENCE ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2018

ΟΜΙΛΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΑΜΗΝΙΑ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ ΣΤΙΣ 30 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 ΕΠΕΞΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

Κύριοι Μέτοχοι, Εξέλιξη των εργασιών της εταιρείας

Πολιτική Οικονομία Ι: Μακροθεωρία και Πολιτική Νίκος Κουτσιαράς. Κυριάκος Φιλίνης

ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΟΜΟΛΟΓΙΩΝ ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΗ ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΣΟΔΩΝ

Εταιρικά Ομόλογα στο Χρηματιστήριο Αθηνών. 19 Ιουλίου 2016

Στην ομάδα 3 παρακολουθούνται οι βραχυπρόθεσμες απαιτήσεις, τα αξιόγραφα και τα διαθέσιμα περιουσιακά στοιχεία της οικονομικής μονάδας.

1 ΣΟΛΩΜΟΥ 29 ΑΘΗΝΑ Fax: φροντιστηριακά μαθήματα για : Ε.Μ.Π. Α.Ε.Ι. Α.Τ.Ε.Ι. Ε.Α.Π. ΘΕΜΑ 1

Θαλάσσιες Κατασκευές: Χρηματοδότηση

Περιεχόμενα 9. Περιεχόμενα

ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΕΩΝ, ΔΑΝΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΓΓΥΗΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΟΛΩΝ


ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΕΝΤΟΛΩΝ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ

α) των άρθρων 2, 55Α και 55Γ του Καταστατικού της Τράπεζας της Ελλάδος,

Transcript:

ΤΜΗΜΑ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥ ΩΝ Μ.Β.Α. ΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΠΙΣΤΩΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΝΑΛΗΨΗ ΚΙΝ ΥΝΩΝ ΣΕ ΥΝΑΜΙΚΑ ΑΝΑΠΤΥΣΣΟΜΕΝΕΣ Ι ΙΩΤΙΚΕΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ» ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ: ΑΘ. ΜΠΕΛΛΑΣ ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ: ΜΑΝΤΑ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑ ΠΑΤΡΑ, ΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2009

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ σελ.6 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΠΙΣΤΩΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ & ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΠΙΣΤΟ ΟΤΗΣΗΣ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ Α.1. Είδη πιστωτικών διευκολύνσεων σελ.8 Α.1.1. Άµεσες πιστωτικές διευκολύνσεις σελ.9 Α.1.1.2. Είδη άµεσων πιστωτικών διευκολύνσεων σελ.13 α. Όριο Ανοιχτού Αλληλόχρεου Λογαριασµού (Α.Α.Λ.) σελ.13 β. Υπερανάληψη Overdraft σελ.14 γ. Εφ Άπαξ Χρηµατοδότηση σελ.14 δ. Οµολογιακό άνειο σελ.14 ε. Κοινοπρακτικά άνεια σελ.16 στ. Χρηµατοδοτική Μίσθωση (Leasing) σελ.17 ζ. Πρακτορεία Επιχειρηµατικών Απαιτήσεων (Factoring) σελ.19 Α.1.2. Έµµεσες πιστωτικές διευκολύνσεις σελ.21 Α.1.2.1. Είδη έµµεσων πιστωτικών διευκολύνσεων σελ.21 α. Ενέγγυες Πιστώσεις σελ.22 β. Εγγυητικές Επιστολές σελ.24 γ. Όριο Χρηµατοδότησης Έναντι Ακαθαρίστου Υπολοίπου - ιαθεσιµότητα σελ.26 Κατατιθέµενων Επιταγών δ. Προθεσµιακή Πράξη Συναλλάγµατος σελ.28 Α.2. Εξασφαλίσεις πιστοδοτήσεων σελ.29 Α.2.1. Εισαγωγή σελ.29 Α.2.2. Είδη εξασφαλίσεων πιστοδοτήσεων σελ.30 Α.2.2.1. Εγγυήσεις σελ.31 α. Προσωπικές Εγγυήσεις σελ.31 β. Εταιρικές Εγγυήσεις σελ.32 Α.2.2.2. Ενεχυριάσεις σελ.32 α. Καταθέσεις σελ.32 1

β. Εγγυητικές Επιστολές σελ.33 γ. Τίτλοι σελ.33 δ. Εµπορεύµατα σελ.34 ε. Μεταχρονολογηµένες Επιταγές σελ.35 Α.2.2.3. Εκχωρήσεις σελ.36 α. Εκχώρηση Επιχορήγησης σελ.36 β. Εκχώρηση Απαίτησης ή Σύµβασης σελ.37 Α.2.2.4 Προσηµειώσεις σελ.37 A.3. Αξιολόγηση Πιστοληπτικής Ικανότητας Πιστούχων σελ.38 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β ΑΝΑΛΗΨΗ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΙΝ ΥΝΩΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ Β.1. Εισαγωγικά Β.2. Ανάληψη Κινδύνων και Επιχειρηµατική ραστηριότητα Β.3. Είδη Κινδύνων που Αντιµετωπίζουν οι Εµπορικές Τράπεζες Β.3.1. Λειτουργικός Κίνδυνος Β.3.2. Πιστωτικός Κίνδυνος Β.3.3. Κίνδυνος Ρευστότητας Β.3.4. Κίνδυνος Αγοράς Β.3.5. Συναλλαγµατικός Κίνδυνος Β.3.6. Κίνδυνος Χρέους και Χώρας Β.3.7. Επιτοκιακός Κίνδυνος Β.3.8. Πολιτικός Κίνδυνος Β.3.9. Πολιτικός Κίνδυνος σελ.43 σελ.44 σελ.45 σελ.46 σελ.47 σελ.48 σελ.49 σελ.50 σελ.51 σελ.51 σελ.51 σελ.52 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΙΝ ΥΝΩΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ Γ.1. Τράπεζες: ιαχειριστές Χρηµατοοικονοµικών Κινδύνων Γ.2. Η Επιτροπή της Βασιλείας: Βασιλεία I & II Γ.2.1. Ιστορική Αναδροµή Γ.2.2. Αλλαγές, Στόχοι και Χρηµατοοικονοµικοί Κίνδυνοι σελ.53 σελ.55 σελ.55 σελ.57 2

Γ.2.3. Αξιολόγηση των προτάσεων της Επιτροπής της Βασιλείας Γ.3. Κεφαλαιακή Επάρκεια και ιαχείριση Χαρτοφυλακίου σε σχέση µε το µέγεθος των επιχειρήσεων Γ.4. Προληπτική Εποπτεία και ιαχείριση Κινδύνων Γ.5. Λήψη Μέτρων Αντιµετώπισης Κινδύνων και Εσωτερικός Έλεγχος Γ.5.1. ιαχείριση Πιστωτικού Κινδύνου Γ.5.1.1. Συστήµατα Εσωτερικών ιαβαθµίσεων Γ.5.1.2. Τυποποιηµένη Προσέγγιση Γ.5.2. ιαχείριση Κινδύνου Ρευστότητας Γ.5.3. ιαχείριση Συναλλαγµατικού Κινδύνου Γ.5.4. ιαχείριση Λειτουργικού Κινδύνου Γ.5.5. ιαχείριση Επιτοκιακού Κινδύνου Γ.5.6. Εσωτερικός Έλεγχος και ιαχείριση Κινδύνων Γ.6. Τεχνικές Εκτίµησης και ιαχείρισης Κινδύνων Γ.6.1. Αξία σε Κίνδυνο (Value at Risk) Γ.6.2. Προσοµοίωση ιαταραχών (Stress Testing) Γ.6.3. Ανάλυση Σεναρίου σελ.65 σελ.67 σελ.70 σελ.72 σελ.72 σελ.75 σελ.76 σελ.79 σελ.80 σελ.82 σελ.84 σελ.85 σελ.88 σελ.88 σελ.89 σελ.90 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΡΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΚΙΝ ΥΝΟΙ.1. Εισαγωγικά.2. Το Κραχ του 1929.3. Χρηµατοοικονοµικές Κρίσεις στη δεκαετία του 90.4. Κρίση Αυγούστου 2007.5. Παγκόσµια Οικονοµική Συγκυρία και Ελληνικά Χρηµατοπιστωτικά Ιδρύµατα.6. Πρόσφατη Χρηµατοοικονοµική Κρίση και Εποπτεία σελ.92 σελ.93 σελ.94 σελ.95 σελ.98 σελ.100 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΙΝ ΥΝΩΝ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ 3

Ε.1. Εισαγωγικά Ε.2. Πλαίσιο ιαχείρισης Κινδύνων της Τράπεζας Κύπρου Ε.2.1. ιαχείριση Πιστωτικού Κινδύνου Ε.2.2. ιαχείριση Κινδύνων Αγοράς Ε.2.2.1. ιαχείριση Επιτοκιακού Κινδύνου Ε.2.2.2. ιαχείριση Συναλλαγµατικού Κινδύνου Ε.2.2.3. ιαχείριση Κινδύνου Ρευστότητας Ε.2.3. ιαχείριση Λειτουργικού Κινδύνου Ε.2.4. Κεφαλαιακή Επάρκεια Ε.3. Πλαίσιο ιαχείρισης Κινδύνων της Τράπεζας Eurobank Ε.3.1. ιαχείριση Πιστωτικού Κινδύνου Ε.3.2. ιαχείριση Κινδύνων Αγοράς Ε.3.2.1. ιαχείριση Επιτοκιακού Κινδύνου Ε.3.2.2. ιαχείριση Συναλλαγµατικού Κινδύνου Ε.3.2.3. ιαχείριση Κινδύνου Ρευστότητας Ε.3.3. ιαχείριση Λειτουργικού Κινδύνου Ε.3.4. Κεφαλαιακή Επάρκεια Ε.4. Πλαίσιο ιαχείρισης Κινδύνων της Τράπεζας Πειραιώς Ε.4.1. ιαχείριση Πιστωτικού Κινδύνου Ε.4.2. ιαχείριση Κινδύνων Αγοράς Ε.4.2.1. ιαχείριση Επιτοκιακού Κινδύνου Ε.4.2.2. ιαχείριση Συναλλαγµατικού Κινδύνου Ε.4.2.3. ιαχείριση Κινδύνου Ρευστότητας Ε.4.3. ιαχείριση Λειτουργικού Κινδύνου Ε.4.4. Κεφαλαιακή Επάρκεια σελ.105 σελ.105 σελ.106 σελ.108 σελ.109 σελ.110 σελ.111 σελ.112 σελ.113 σελ.114 σελ.115 σελ.118 σελ.119 σελ.119 σελ.120 σελ.121 σελ.123 σελ.123 σελ.125 σελ.128 σελ.129 σελ.131 σελ.131 σελ.132 σελ.135 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΤ ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΜΕΘΟ ΩΝ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΙΝ ΥΝΩΝ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ Στ.1. Συγκριτική Ανάλυση Στ.1.1. Πιστωτικός Κίνδυνος Στ.1.2. Κίνδυνοι Αγοράς Στ.1.3. Λειτουργικός Κίνδυνος σελ.138 σελ.138 σελ.139 σελ.141 4

Στ.2. Γενικά Συµπεράσµατα σελ.142 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ σελ.144 ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ: ΑΠΟ ΤΗ ΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ 70 - ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ σελ.147 5

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Κάθε εύρωστη και υγιής οικονοµία χρειάζεται ένα χρηµατοοικονοµικό σύστηµα ικανό να µεταφέρει κεφάλαια από τις πλεονασµατικές οικονοµικές µονάδες, οι οποίες αποταµιεύουν στην τρέχουσα διαχείριση, στις ελλειµµατικές οικονοµικές µονάδες, οι οποίες δανείζονται για να επενδύσουν στις παραγωγικές ευκαιρίες που έχουν επισηµάνει. Το ερώτηµα που τίθεται αφορά τον τρόπο µε τον οποίο εξασφαλίζεται ότι το χρηµατοπιστωτικό σύστηµα διοχετεύει τους αποταµιευτικούς πόρους της κοινωνίας σε παραγωγικές δραστηριότητες και όχι σε ανεδαφικά επενδυτικά σχέδια. 1 Τα τελευταία χρόνια, το χρηµατοοικονοµικό περιβάλλον, στο οποίο κατά κύριο λόγο δραστηριοποιούνται οι χρηµατοπιστωτικοί οργανισµοί, µεταβάλλονται µε γρήγορο ρυθµό και χαρακτηρίζονται από έντονο ανταγωνισµό, την απελευθέρωση και διεθνοποίηση των αγορών, την ανάπτυξη της τεχνολογίας, την εµφάνιση νέων εξειδικευµένων χρηµατοπιστωτικών προϊόντων και τη θεαµατική ανάπτυξη των παράγωγων χρηµατοοικονοµικών προϊόντων. Οι µεταβολές αυτές έχουν συµβάλλει στην τροποποίηση του θεσµικού πλαισίου που διέπει τη λειτουργία των χρηµατοπιστωτικών οργανισµών και των πιστωτικών ιδρυµάτων, ώστε να υπάρχει η ευχέρεια αξιοποίησης του συνόλου των δυνατοτήτων που παρέχουν σήµερα οι αγορές. Ειδικά στην χώρα µας, το θεσµικό πλαίσιο στο χρηµατοοικονοµικό χώρο προσαρµόζεται στις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και εξελίσσεται παράλληλα µε αυτό των λοιπών κρατών-µελών. Η ταυτόχρονη εξέλιξη αφορά τόσο στα προσφερόµενα προϊόντα και υπηρεσίες όσο και σε θέµατα τα οποία σχετίζονται µε τη φερεγγυότητα, την κεφαλαιακή επάρκεια και τη διαχείριση των αναλαµβανόµενων κινδύνων από τους χρηµατοπιστωτικούς οργανισµούς. 2 Η παρούσα εργασία αποτελεί µια προσπάθεια να αναλυθεί η πιστωτική πολιτική που ασκούν τα ελληνικά χρηµατοπιστωτικά ιδρύµατα, καθώς και οι χρηµατοοικονοµικοί κίνδυνοι που αναλαµβάνουν αλλά και διαχειρίζονται. Πιο συγκεκριµένα, θα εξετασθούν τα χρηµατοοικονοµικά προϊόντα που παρέχονται από τις ελληνικές εµπορικές τράπεζες καθώς και οι τρόποι που αυτές εξασφαλίζουν τα παρεχόµενα προς τους πιστούχους κεφάλαια. Θα αναλυθούν οι χρηµατοοικονοµικοί 1 Βλέπε σχετικά Προβόπουλος - Καπόπουλος (2001), σελ.21-22. 2 Βλέπε σχετικά Αγγελόπουλος (2008), σελ.57. 6

κίνδυνοι που ενέχουν οι τραπεζικές πιστοδοτήσεις καθώς και οι µέθοδοι που χρησιµοποιούνται για την διαχείριση τους. Επιπλέον, λόγω του γεγονότος ότι η συγγραφή της εν λόγω εργασίας συνέπεσε µε την χρηµατοοικονοµική κρίση του 2007, της οποίας οι συνέπειες ακόµα ταλανίζουν την παγκόσµια οικονοµία, γίνεται µια αναφορά τόσο των πρόσφατων όσο και των προηγούµενων χρηµατοοικονοµικών κρίσεων που αποτέλεσαν µελανά σηµεία της διεθνούς οικονοµικής ιστορίας. Επιπλέον, πραγµατοποιείται µια προσπάθεια παρουσίασης της εξέλιξης του ελληνικού χρηµατοπιστωτικού συστήµατος από την δεκαετία του 70 και έπειτα. Τέλος, επιχειρείται η εξέταση των µεθόδων επιµέτρησης, αξιολόγησης και διαχείρισης των χρηµατοοικονοµικών κινδύνων στους οποίους εκτίθενται τρία χρηµατοπιστωτικά ιδρύµατα, που δραστηριοποιούνται στον ελλαδικό χώρο, σε συνδυασµό µε τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Συµφώνου της Βασιλείας Ι και ΙΙ, µε σκοπό την διεξαγωγή συµπερασµάτων µέσω της µεθόδου της συγκριτικής ανάλυσης. 7

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΠΙΣΤΩΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ & ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΠΙΣΤΟ ΟΤΗΣΗΣ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΤΡΑΠΕΖΩΝ Α.1. Είδη πιστωτικών διευκολύνσεων 3 Οι πιστωτικές διευκολύνσεις οι οποίες παρέχονται από τις εµπορικές τράπεζες προς τις επιχειρήσεις, σε ευρώ ή σε ξένο νόµισµα, διακρίνονται σε δύο βασικές κατηγορίες: Άµεσες (funded facilities) Έµµεσες (non-funded facilities) Η χρηµατοδότηση χαρακτηρίζεται άµεση στην περίπτωση που τα πλεονάζοντα κεφάλαια ή οι αποταµιεύσεις διοχετεύονται στην οικονοµία, από τους κατόχους αυτών, απευθείας στους επενδυτές ή καταναλωτές (δηλαδή στους τελικούς χρήστες των κεφαλαίων) µετά από επικοινωνία και συµφωνία των δύο µερών και την έκδοση τίτλων. Η επικοινωνία µεταξύ αποταµιευτών και δανειζοµένων και η διαµόρφωση των όρων µεταφοράς των κεφαλαίων διευκολύνεται συνήθως από τις σχετικές αγορές (αγορές άµεσης χρηµατοδότησης) οι οποίες διέπονται από συγκεκριµένο θεσµικό πλαίσιο, λειτουργούν κάτω από κοινούς για όλους τους συµµετέχοντες κανόνες και διευκολύνεται από τις υπηρεσίες εξειδικευµένων φορέων. Οι εξειδικευµένοι αυτοί φορείς κινούνται στα πλαίσια των υφιστάµενων κανόνων της αγοράς, χωρίς να έχουν τη δυνατότητα να τροποποιούν, καθ οιονδήποτε τρόπο, τους τίτλους που δηµιουργήθηκαν από τους συµβαλλόµενους. Οι τίτλοι διατηρούν έως την ολοκλήρωση της αρχικής µεταφοράς κεφαλαίων τη µορφή και την τιµή της αρχικής τους εµφάνισης και οι φορείς που µεσολαβούν δεν έχουν τη δυνατότητα δηµιουργίας νέων τίτλων ή νέων χρηµατοοικονοµικών προϊόντων µε τη χρήση των µεταφερόµενων κεφαλαίων. Οι παρέχοντες τις υπηρεσίες µεσολάβησης είναι οι ανάδοχοι (underwriters) τράπεζες επενδύσεων (investment banks), πιστωτικά ιδρύµατα, εταιρείες παροχής επενδυτικών υπηρεσιών κ.ο.κ. και η µεταφορά πραγµατοποιείται κυρίως µε την έκδοση µετοχών, οµολογιών ή χρεογράφων κάποιας µορφής. 3 Βλέπε σχετικά Αγγελόπουλος (2008), σελ. 172-173 8

Με την άµεση χρηµατοδότηση παρακάµπτονται πολλές γραφειοκρατικές διαδικασίες που συναντώνται στην έµµεση χρηµατοδότηση και βελτιώνεται η ταχύτητα µεταφοράς κεφαλαίων. Ωστόσο, η εν λόγω αγορά εµφανίζει και µειονεκτήµατα, µε σηµαντικότερο την περιορισµένη αποτελεσµατικότητα στη διοχέτευση των αποταµιεύσεων στην οικονοµία, ιδιαίτερα στις οικονοµίες που το θεσµικό πλαίσιο εµφανίζει ελλείψεις ή στις αγορές που δεν έχουν βάθος. Στις αγορές αυτές, δεν είναι πάντα δυνατή η πλήρης επικοινωνία αποταµιευτών και δανειζοµένων, µε αποτέλεσµα οι αποταµιεύσεις να µη µεταφέρονται ούτε να επενδύονται στους τοµείς µε τις µεγαλύτερες δυνατότητες και η ανάπτυξη της οικονοµίας να µην είναι η µέγιστη δυνατή. Τα προβλήµατα αυτά επιλύονται σε µεγάλο βαθµό µε την ανάπτυξη των αγορών της έµµεσης χρηµατοδότησης, των αγορών δηλαδή που για τη µεταφορά των κεφαλαίων παρεµβαίνουν οι χρηµατοπιστωτικοί οργανισµοί. Η παρέµβαση έχει ως βάση την άντληση κεφαλαίων από τους αποταµιευτές και τη µεταφορά στους δανειζόµενους µε τη χρήση ενός διαρκώς αυξανόµενου αριθµού χρηµατοοικονοµικών προϊόντων που δηµιουργούνται ή διαµορφώνονται, τόσο κατά την άντληση όσο και κατά τη διοχέτευση των κεφαλαίων, ανάλογα µε τις ανάγκες των αντισυµβαλλόµενων και το βαθµό ανάπτυξης των αγορών. Α.1.1. Άµεσες πιστωτικές διευκολύνσεις Οι άµεσες διευκολύνσεις, εξυπηρετούν δύο κυρίως σκοπούς: α) τη χρηµατοδότηση για Κεφάλαιο Κίνησης και β) τη χρηµατοδότηση για Αγορά Παγίων ή Εξοπλισµού και για Επενδύσεις. Χρηµατοδότηση για Κεφάλαιο Κίνησης 4 Ως κεφάλαιο κίνησης έχει επικρατήσει να θεωρείται το σύνολο του κυκλοφορούντος ενεργητικού, το οποίο µπορεί να µετατραπεί σχετικά εύκολα και γρήγορα σε µετρητά. Αυτή είναι η έννοια του ακαθάριστου κεφαλαίου κίνησης ενώ το καθαρό κεφάλαιο κίνησης είναι η διαφορά µεταξύ του κυκλοφορούντος ενεργητικού και των βραχυπρόθεσµων υποχρεώσεων. 4 Βλέπε σχετικά Ρεπούσης (2004), σελ. 51-52 9

Η εξέταση του κεφαλαίου κίνησης έχει µεγάλη σηµασία τόσο από τραπεζικής όσο και από επιχειρηµατικής πλευράς, γιατί η ανεπάρκειά του ή η κακή διαχείρισή του, αποτελεί µια από τις κυριότερες αιτίες δηµιουργίας προβληµάτων ρευστότητας ακόµα και πτώχευσης µιας επιχείρησης. Ένας από τους λόγους για τους οποίους οι επιχειρήσεις καταφεύγουν στη βραχυπρόθεσµη χρηµατοδότηση, είναι για να καλύψουν την έλλειψη κεφαλαίων, όταν οι ταµειακές εισροές τους δεν επαρκούν για να καλύψουν απρόσµενα έξοδα. Ζηµίες που οφείλονται σε µειωµένες πωλήσεις ή σε µειωµένες τιµές, έκτακτες ζηµίες από θεοµηνίες και µη έγκαιρη είσπραξη των απαιτήσεων, είναι από τους λόγους που ωθούν τις εταιρείες σε βραχυπρόθεσµο δανεισµό. Η λειτουργία µιας επιχείρησης απαιτεί την ύπαρξη ρευστών διαθεσίµων για την αγορά πρώτων υλών και εµπορευµάτων και την κάλυψη των γενικότερων λειτουργικών εξόδων. Το παραγωγικό-συναλλακτικό κύκλωµα της επιχείρησης δηµιουργεί συνεχείς ή έκτακτες ανάγκες για κεφάλαιο κίνησης το οποίο µπορεί να χρηµατοδοτηθεί είτε µε κεφάλαια της επιχείρησης (κέρδη, αύξηση κεφαλαίου από τους µετόχους) είτε µε ξένα κεφάλαια (προµηθευτές, πιστωτές διάφοροι, τραπεζικός δανεισµός, κ.α.). Ιδιαίτερη προσοχή απαιτείται όταν η συνεχής ανάπτυξη του κύκλου εργασιών µιας εταιρείας βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά σε εξωτερικό δανεισµό (overtrading), διότι µπορεί η κατάσταση αυτή να οδηγήσει σε ζηµιογόνες χρήσεις. Το ύψος του απαιτούµενου κεφαλαίου κίνησης καθορίζεται ανάλογα µε το είδος της δραστηριότητας της κάθε εταιρείας, το ύψος των πωλήσεων, την εποχικότητα των πωλήσεων, τους όρους διακανονισµού των αγορών και των πωλήσεων και την ταχύτητα ανακύκλωσης των αποθεµάτων, των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων. Το κεφάλαιο κίνησης αποτελείται από: α) το κεφάλαιο κίνησης µονιµότερου χαρακτήρα, που ισούται µε το ελάχιστο ύψος κυκλοφορούντων στοιχείων που απαιτείται για τη λειτουργία µιας εταιρείας και β) το κεφάλαιο κίνησης προσωρινού χαρακτήρα, που απαιτείται να υπάρχει σε άµεσα ρευστοποιήσιµη µορφή, σε µόνιµο και µεταβλητό. Η διάρκεια παροχής προσωρινού κεφαλαίου από µια τράπεζα δεν υπερβαίνει τους δώδεκα µήνες, ενώ η διάρκεια του κεφαλαίου κίνησης µονιµότερου χαρακτήρα µπορεί να κυµανθεί µέχρι και τα δύο έως τρία έτη. Πολλές φορές βέβαια, ακόµα και 10

στα κεφάλαια κίνησης προσωρινού χαρακτήρα, οι τράπεζες δεν απαιτούν την ανακύκλωσή τους, αλλά µόνο την τακτική καταβολή των αναλογούντων τόκων. Μόνιµο κεφάλαιο κίνησης είναι το τµήµα του κυκλοφορούντος ενεργητικού που απαιτείται για την κάλυψη των παγίων εξόδων λειτουργίας µίας επιχείρησης (ενοίκιο, µισθοδοσία κ.α.). Το µεγαλύτερο τµήµα αυτής της µορφής κεφαλαίου κίνησης πρέπει να καλύπτεται από την επιχείρηση. Η πιστοληπτική ικανότητα της επιχείρησης θεωρείται αυξηµένη, όταν το µόνιµο κεφάλαιο κίνησης καλύπτεται µε ίδια κεφάλαια. Το κεφάλαιο που απαιτείται για τις λοιπές λειτουργικές της ανάγκες (µη πάγια έξοδα) καλείται µεταβλητό και καλύπτεται συνήθως από βραχυπρόθεσµες πιστώσεις και τραπεζικό δανεισµό. Χρηµατοδότηση για Αγορά Παγίων, Εξοπλισµού και Επενδύσεις Η ανανέωση και ο εκσυγχρονισµός των παγίων στοιχείων των επιχειρήσεων και οι διάφορες επενδυτικές κινήσεις απαιτούν συνήθως την απασχόληση σηµαντικών κεφαλαίων. Πηγή αυτών των κεφαλαίων είναι κατά κύριο λόγο οι αποσβέσεις και ο µακροχρόνιος τραπεζικός δανεισµός. Λόγω της µεγάλης χρονικής διάρκειας αυτών των διευκολύνσεων, ο κίνδυνος που αναλαµβάνεται είναι αυξηµένος. Ως µακροπρόθεσµος επιχειρηµατικός δανεισµός νοείται η πίστωση που χορηγείται σε µια επιχείρηση για την απόκτηση ή τη διαµόρφωση επιχειρηµατικού ακινήτου, του οποίου είναι ιδιοκτήτης ή το οποίο σκοπεύει να αγοράσει, για την αγορά µηχανηµάτων και εξοπλισµού και γενικότερα για την απόκτηση παγίων περιουσιακών στοιχείων, µε αποπληρωµή τµηµατικά, µετά από µια σειρά ετών και µε όρους που έχουν συµφωνηθεί πριν τη χορήγηση. 5 Η διάρκεια αποπληρωµής µπορεί να ανέλθει έως και τα δεκαπέντε έτη, µε καταβολή δόσεων ανά µήνα ή ανά τρίµηνο ή ανά εξάµηνο ή ανά έτος. Τα είδη ζήτησης µακροπρόθεσµου δανείου είναι για: α) ανέγερση ή επισκευή ή αποπεράτωση επιχειρηµατικών κτιρίων, β) αγορά οικοπέδου, γ)αγορά και εγκατάσταση µηχανολογικού ή λοιπού εξοπλισµού. 6 Για να αξιολογηθεί ένα επενδυτικό σχέδιο πρέπει να περιλαµβάνει ολοκληρωµένη οικονοµοτεχνική µελέτη. Πρέπει να περιλαµβάνει το επενδυτικό 5 Βλέπε σχετικά Ρεπούσης (2004), σελ. 71 6 Βλέπε σχετικά Ρεπούσης (2004), σελ. 71 11

προφίλ (investment profile), προµελέτη εφικτότητας (pre feasibility study), µελέτες υποστήριξης (support study), µελέτη εφικτότητας (feasibility study) και οριστική µελέτη (final study) ή µελέτη εφαρµογής. Μια πρακτική µορφή επενδυτικού σχεδίου που είναι σύµφωνη µε αυτά και απαιτείται από τις τράπεζες πρέπει να έχει την εξής δοµή: γενικές πληροφορίες (έτος ίδρυσης, αντικείµενο εργασιών, µετοχική σύνθεση, έδρα και εγκαταστάσεις, απασχολούµενο προσωπικό, παρεχόµενα προϊόντα και υπηρεσίες, συναλλακτικοί όροι αγορών και πωλήσεων, πελάτες, προµηθευτές, τράπεζες κ.λπ.), πρόγραµµα επένδυσης (περιγραφή, τεχνικά στοιχεία επενδυτικού σχεδίου, κόστος χρηµατοδότησης, τρόποι χρηµατοδότησης), στοιχεία κλάδου (µέγεθος και χαρακτηριστικά αγοράς, ανταγωνισµός σε εθνικό και τοπικό επίπεδο, προοπτικές κλάδου) και προοπτικές και βιωσιµότητα (οικονοµικά στοιχεία επιχείρησης, S.W.O.T. ανάλυση, προϋπολογισµός πωλήσεων, ταµειακός προϋπολογισµός και καθορισµός αναγκαίου κεφαλαίου κίνησης, προβλεπόµενος ή προϋπολογιζόµενος λογαριασµός αποτελεσµάτων χρήσεως, τρόπος αποπληρωµής και εξυπηρέτηση τραπεζικού δανεισµού. 7 Οι τράπεζες ενδιαφέρονται και αξιολογούν το επενδυτικό πρόγραµµα ελέγχοντας κυρίως τη δυνατότητα αποπληρωµής των δόσεων του µακροπρόθεσµου δανείου. Τα τραπεζικά κριτήρια αξιολόγησης είναι τα ίδια µε αυτά του βραχυπρόθεσµου δανεισµού, µε τη διαφορά ότι δίνεται µεγαλύτερη έµφαση στην κερδοφορία της επιχείρησης και του επενδυτικού σχεδίου. Πιο συγκεκριµένα, εξετάζεται αν τα κέρδη της επιχείρησης κατά τα τελευταία έτη έχουν µια ικανοποιητική πορεία και µαζί µε τα προϋπολογιζόµενα κέρδη της επένδυσης, αν επαρκούν για την οµαλή αποπληρωµή του δανείου. Ενδιαφέρονται επίσης για την ποιότητα των µετόχων και της διοίκησης, καθώς ο χαρακτήρας του χορηγούµενου δανείου συνδέεται µε τις µελλοντικές επιχειρηµατικές αποφάσεις. Οι τράπεζες αξιολογούν θετικά, επενδυτικά προγράµµατα, όπου υπάρχει ίδια συµµετοχή σε ποσοστό περίπου 30% και άνω, ενώ δεν επιθυµούν η επένδυση να στηρίζεται εξ ολοκλήρου σε ξένα κεφάλαια (τραπεζικό δανεισµό ή/και δηµόσια επιχορήγηση). 8 7 Βλέπε σχετικά Ρεπούσης (2004), σελ. 73-75. 8 Βλέπε σχετικά Ρεπούσης (2004 ), σελ. 77. 12

Α.1.1.2. Είδη άµεσων πιστωτικών διευκολύνσεων α. Όριο Ανοιχτού Αλληλόχρεου Λογαριασµού (Α.Α.Λ.) 9 Ο ανοικτός αλληλόχρεος λογαριασµός αποτελεί σήµερα την πλέον διαδεδοµένη µορφή τραπεζικής χρηµατοδότησης προς τις επιχειρήσεις. Οι χρηµατοδοτήσεις µέσω Α.Α.Λ. είναι αυξοµειούµενου υπολοίπου. Στη σχετική σύµβαση που υπογράφεται από την τράπεζα και το χρηµατοδοτούµενο (πιστούχο), δηλαδή στη σύµβαση πιστώσεως ανοιχτού λογαριασµού, προβλέπεται ότι τα δύο µέρη θα έχουν σειρά συναλλαγών, οι οποίες ενσωµατώνονται σε ενιαίο λογαριασµό και χάνουν την ατοµικότητά τους, µεταβαλλόµενες σε ποσά χρέωσης ή πίστωσης. Το διαρκώς αυξοµειούµενο υπόλοιπο του λογαριασµού επιτρέπει τη συνεχή κάλυψη των εκάστοτε βραχυπρόθεσµων αναγκών της επιχείρησης, δηλαδή των αναγκών για κεφάλαιο κίνησης ή αναγκών που προκύπτουν κατά την παραγωγική διαδικασία. Η διάρκεια των χρηµατοδοτήσεων δεν µπορεί να υπερβαίνει τη διάρκεια του παραγωγικού συναλλακτικού κυκλώµατος της επιχείρησης που δανείζεται. Αυτό που καθορίζεται µε τη σύµβαση του Α.Α.Λ. είναι το ανώτατο ύψος (όριο) των χρηµατοδοτήσεων που µπορούν να χορηγηθούν, καθώς και ο χρόνος ανακύκλωσης (επιστροφής) των χρηµατοδοτήσεων. Το καθορισµένο από τη σχετική σύµβαση ανώτατο ύψος χρηµατοδοτήσεων δεν επιτρέπεται να ξεπεραστεί. Η υπέρβαση του ορίου είναι δικαιολογηµένη µόνο κατά τον καταλογισµό των τόκων ο οποίος γίνεται 4 φορές κατ έτος (ήτοι 31/3, 30/6, 30/9, 31/12) και µπορεί να είναι µόνο προσωρινή. Συνήθης χρήση του Α.Α.Λ., συνδεδεµένη µε καθορισµένο τρόπο ανακύκλωσης του ορίου, είναι η χρηµατοδότηση έναντι επιταγών. Η ενεχυρίαση, η είσπραξη και η φύλαξη µεταχρονολογηµένων επιταγών από τράπεζες επετράπη το 1991 (Ν. 1957/91). Ο πιστούχος εκχωρεί στην Τράπεζα επιταγές πελατών του και χρηµατοδοτείται για ένα προσυµφωνηµένο ποσοστό επί της αξίας αυτών. Η παρακράτηση περιθωρίου ασφαλείας αποσκοπεί στην κάλυψη τόκων, εξόδων και τυχόν επιστροφών. Το περιθώριο ασφαλείας εξαρτάται από τη φερεγγυότητα του πελάτη, την ποιότητα των αξιόγραφων, την διάρκειά τους κ.α. Οι επιταγές προς ενεχυρίαση ελέγχονται σχολαστικά τόσο για πιθανά τυπικά ελαττώµατα όσο και για την εµπορικότητά τους και την φερεγγυότητα των εκδοτών τους. 9 Βλέπε σχετικά Αγγελόπουλος (2008), σελ. 474-478. 13

β. Υπερανάληψη - Overdraft Το δικαίωµα υπερανάληψης, γνωστό ως overdraft, από καταθετικό λογαριασµό, αποτελεί µια διεθνή πρακτική που επιτρέπει σε φυσικά πρόσωπα και σε νοµικά πρόσωπα-επιχειρήσεις (µέσω κεφαλαίων κίνησης) να πραγµατοποιούν αναλήψεις µετρητών ή να προβαίνουν σε εκτέλεση εντολών πληρωµής, ακόµα και όταν δεν υπάρχει πιστωτικό υπόλοιπο στο λογαριασµό τους. 10 Οι υπεραναλήψεις από καταθετικό λογαριασµό, κυρίως όψεως ή τρεχούµενο, έχουν επιτραπεί από το 1992. 11 Αποτελεί µορφή δανεισµού και παρέχεται συνήθως σε πελάτες που ήδη συνεργάζονται µε τις τράπεζες, οι οποίες, πριν να παράσχουν το δικαίωµα υπερανάληψης, έχουν διενεργήσει έλεγχο για τον αναλαµβανόµενο πιστωτικό κίνδυνο. Υπογράφεται σύµβαση µεταξύ των τραπεζών και των πελατών-πιστούχων, σύµφωνα µε την οποία καθορίζονται το µέγιστο ποσό υπερανάληψης και το χρονικό διάσηµα εξόφλησής τους καθώς και διάφοροι άλλοι γενικότερα όροι συνεργασίας. Το δικαίωµα υπερανάληψης αποτελεί πλέον ένα προϊόν που παρουσιάζει αυξανόµενη ζήτηση από τους πελάτες. 12 γ. Εφ Άπαξ Χρηµατοδότηση 13 Αποτελεί ενίσχυση της επιχείρησης για κάλυψη εκτάκτων αναγκών σε κεφάλαια κίνησης και η διάρκειά της εξαρτάται από τις ανάγκες που εξυπηρετεί. Μπορεί δηλαδή να είναι είτε βραχυπρόθεσµη (π.χ. 5 µηνών) ή να αποτελεί κεφάλαιο κίνησης µονιµότερου χαρακτήρα (π.χ. 3-4 έτη). Οι αιτούµενες εξασφαλίσεις προκύπτουν από την ανάλυση του αναλαµβανοµένου κινδύνου και εξαρτώνται από την οικονοµική κατάσταση της επιχείρησης. δ. Οµολογιακό άνειο Οµολογιακό είναι το δάνειο που εκδίδεται από ανώνυµη εταιρεία (εκδότρια) που εδρεύει στην Ελλάδα και διαιρείται σε οµολογίες, οι οποίες αντιπροσωπεύουν δικαιώµατα των οµολογιούχων έναντι της εκδότριας κατά τους όρους του δανείου. Οι 10 Βλέπε σχετικά Ρεπούσης (2004), σελ.132.. 11 Βλέπε σχετικά Αγγελόπουλος (2008), σελ. 488. 12 Βλέπε σχετικά Ρεπούσης (2004), σελ.132-133. 13 Βλέπε σχετικά Αγγελόπουλος (2008), σελ. 478. 14

οµολογίες µπορούν να αποτελούν αντικείµενο διαπραγµάτευσης σε οργανωµένες αγορές που λειτουργούν στην Ελλάδα, της Ηλεκτρονικής ευτερογενούς Αγοράς Τίτλων (ΗΑ Τ) συµπεριλαµβανοµένης, υπό την προϋπόθεση ότι οι οργανωµένες αυτές αγορές συνδέονται µε το Σύστηµα Άυλων Τίτλων (ΣΑΤ) του Κεντρικού Αποθετηρίου Αξιών 14. Ο νόµος 3156/25-6-2003 ορίζει τέσσερις βασικές κατηγορίες οµολογιακών δανείων, προσδιορίζοντας τα βασικά τους χαρακτηριστικά. Τα ειδικά χαρακτηριστικά των δανείων, όπως η διάρκεια, το είδος του επιτοκίου (σταθερό ή κυµαινόµενο), το κουπόνι, ο τρόπος διάθεσης, το νόµισµα έκδοσης, η µαθηµατική ή λογική προσέγγισή τους (οµόλογα µε τοκοµερίδιο ή οµόλογα µηδενικού τοκοµεριδίου) κ.ο.κ., αποφασίζονται από το αρµόδιο για την έκδοση όργανο της εταιρείας και εξαρτώνται από την οικονοµική συγκυρία στην οποία θα κινηθεί το οµολογιακό δάνειο. Ο νόµος προβλέπει ότι όλα τα είδη των οµολογιακών δανείων µπορούν να εξασφαλίζονται µε κάθε είδους εµπράγµατη εξασφάλιση ή εγγύηση. Οι αναφερόµενες από το νόµο κατηγορίες οµολογιακών δανείων είναι 15 : Κοινό Οµολογιακό άνειο: Κοινό είναι το οµολογιακό δάνειο που παρέχει στους οµολογιούχους το δικαίωµα προς απόληψη τόκου. Το ύψος του δανείου προσδιορίζεται ελεύθερα από τον εκδότη, εκτός εάν υπάρχουν περιορισµοί επιβαλλόµενοι από το καταστατικό της εταιρείας. Ο νόµος δεν αναφέρεται σε κάποια άλλα χαρακτηριστικά (τρόπος απόσβεσης, δυνατότητα ανάκλησης κ.ο.κ.) των κοινών οµολογιακών δανείων, επιτρέποντας τον προσδιορισµό τους από τα αρµόδια για την έκδοση του οµολογιακού δανείου όργανα της επιχείρησης. Οµολογιακό άνειο µε Ανταλλάξιµες Οµολογίες: Είναι το δάνειο, οι οµολογιούχοι του οποίου έχουν το δικαίωµα µε δήλωσή τους να ζητήσουν την εξόφληση των οµολογιών τους, µερικά ή ολικά, µε µεταβίβαση σε αυτούς άλλων οµολογιών ή µετοχών ή άλλων κινητών αξιών της εκδότριας εταιρείας ή άλλων εκδοτών. Οµολογιακό άνειο µε Μετατρέψιµες Οµολογίες: Οι οµολογιούχοι αυτού έχουν το δικαίωµα να ζητήσουν µετατροπή των οµολογιών τους σε µετοχές της εκδότριας εταιρείας. Το αρµόδιο, για την έκδοση του δανείου, όργανο ορίζει το 14 Βλέπε σχετικά Αγγελόπουλος (2008), σελ. 345-346. 15 Βλέπε σχετικά Αγγελόπουλος (2008), σελ. 348-349. 15

χρόνο και τον τρόπο άσκησης του δικαιώµατος, την τιµή και το λόγο µετατροπής ή το εύρος της τιµής και του λόγου µετατροπής. Η τελική τιµή ή ο λόγος µετατροπής αποφασίζονται από το ιοικητικό Συµβούλιο της εταιρείας πριν την έκδοση του δανείου. Η ονοµαστική αξία των χορηγούµενων µετοχών απαγορεύεται να είναι ανώτερη της τιµής έκδοσης των µετατρεπόµενων οµολογιών. Η απόφαση για µετατροπή των οµολογιών οδηγεί σε ισόποση αύξηση του µετοχικού κεφαλαίου. Οµολογιακό άνειο µε ικαίωµα στα Κέρδη: Το δάνειο αυτό παρέχει το δικαίωµα στους οµολογιούχους λήψης, πέραν του τόκου (τοκοµεριδίου ή άλλου), και ορισµένου ποσοστού επί των κερδών που υπολείπονται µετά την απόληψη του πρώτου µερίσµατος από τους µετόχους (προνοµιούχους και κοινούς) ή λήψης άλλης πρόσθετης παροχής συνδεόµενης µε την οικονοµική δραστηριότητα και πορεία της επιχείρησης. ε. Κοινοπρακτικά άνεια 16 Τα κοινοπρακτικά δάνεια (syndicated loans) είναι µεγάλου ύψους τραπεζικά δάνεια, µε τα οποία µεγάλες επιχειρήσεις, πολυεθνικές ή όµιλοι, αντλούν κεφάλαια για κάλυψη αναγκών λειτουργίας (κεφάλαιο κίνησης ή ανάγκες αναχρηµατοδότησης χρέους) ή για την κάλυψη του κόστους µεγάλων επενδυτικών έργων. Με κοινοπρακτικά δάνεια δανείζονται και χώρες, ιδιαίτερα αναπτυσσόµενες, µε σκοπό τη στήριξη υφιστάµενων ή προσδοκώµενων ρυθµών ανάπτυξης. Η συµφωνία µε το δανειοδοτούµενο και οι όροι του δανείου διαµορφώνονται από µια τράπεζα ή από οµάδα τραπεζών, οι οποίες λειτουργούν αρχικά ως ανάδοχοι (underwriters) του δανείου και εν συνεχεία πωλούν τµήµατά του σε άλλες τράπεζες. Με τον τρόπο αυτό τράπεζες κατανέµουν τον αναλαµβανόµενο πιστωτικό κίνδυνο και παράλληλα διαχειρίζονται πιθανά προβλήµατα κεφαλαιακής επάρκειας και άλλων εποπτικών υποχρεώσεων, όπως για παράδειγµα η ανάγκη τήρησης των κανόνων των µεγάλων χρηµατοδοτικών ανοιγµάτων. Ο ανάδοχος αναλαµβάνει τόσο τη διαχείριση του κοινοπρακτικού δανείου όσο και το συντονισµό όλων των τραπεζών που συµµετέχουν σε αυτό. Για τις υπηρεσίες αυτές µπορεί να εισπράττει προµήθεια από το δανειοδοτούµενο ή/και από τις λοιπές τράπεζες. 16 Βλέπε σχετικά Αγγελόπουλος (2008), σελ. 470. 16

Οι όροι και τα χαρακτηριστικά του δανείου καθορίζονται κατά περίπτωση. Μπορεί να είναι βραχυπρόθεσµα ή µακροπρόθεσµα, σταθερού ή κυµαινόµενου επιτοκίου, χρεολυτικά, τοκοχρεολυτικά, balloon ή sinking funds, µε εξασφάλιση ή χωρίς εξασφάλιση κ.ο.κ. στ. Χρηµατοδοτική Μίσθωση (Leasing) 17 Η χρηµατοδοτική µίσθωση (Leasing) αποτελεί µια εναλλακτική µορφή χρηµατοδότησης των επιχειρήσεων και των ιδιωτών για απόκτηση εξοπλισµού ή παγίου, διαφοροποιηµένη από τον τραπεζικό δανεισµό, από την πίστωση των προµηθευτών ή τη χρήση ιδίων κεφαλαίων. Η χρηµατοδοτική µίσθωση είναι ένας εξειδικευµένος τρόπος χρηµατοδότησης, βάσει του οποίου ο ιδιοκτήτης ενός παγίου στοιχείου, ο εκµισθωτής (lessor), διατηρώντας την κυριότητα του παγίου παραχωρεί στον εκµισθωτή (lessee) τη χρήση του για µια συγκεκριµένη χρονική περίοδο έναντι συγκεκριµένου µισθώµατος. Η διατήρηση της κυριότητας του παγίου από τον εκµισθωτή χαρακτηρίζει τη χρηµατοδοτική µίσθωση και τη διαφοροποιεί από το δάνειο. Το µίσθωµα συµφωνείται στην έναρξη της συναλλαγής και καταβάλλεται συνήθως στην αρχή της κάθε περιόδου που καλύπτει. Στη σύµβαση της µίσθωσης περιλαµβάνονται περισσότεροι επίσης όροι για την περίοδο της µίσθωσης. Τον αντισυµβαλλόµενο που καλύπτει το κόστος συντήρησης και ασφάλισης του παγίου καθώς και την καταβολή πιθανών φόρων, µε τις ενέργειες στη λήξη της σύµβασης κ.ο.κ. Κύριο χαρακτηριστικό της χρηµατοδοτικής µίσθωσης είναι η κάλυψη ολόκληρης ή του µεγαλύτερου µέρους της οικονοµικής (λογιστικής) ζωής του παγίου. Για να χαρακτηρισθεί µια µίσθωση χρηµατοδοτική πρέπει να καλύπτει κάποια κριτήρια, τα οποία ανάλογα µε το θεσµικό πλαίσιο κάθε αγοράς να διαφοροποιούνται. Βασικά τέτοια κριτήρια είναι: Η απόκτηση της κυριότητας του παγίου από το µισθωτή στη λήξη της µίσθωσης. Η παρούσα αξία των µισθωµάτων πρέπει να καλύπτει τουλάχιστον το 80% έως το 90% της αξίας κτήσεως του παγίου ή της τρέχουσας αξίας του στην αγορά. 17 Βλέπε σχετικά Αγγελόπουλος (2008), σελ. 495-498. 17

Η ανάληψη της υποχρέωσης από το µισθωτή για καταβολή όλων των δόσεων (µισθωµάτων) ασχέτως της χρήσεως ή µη του παγίου. Η µίσθωση προσφέρεται σε πολλές µορφές, οι κυριότερες των οποίων αναφέρονται στη συνέχεια. Άµεση Χρηµατοδοτική Μίσθωση (Financial Leasing): Είναι η κυριότερη µορφή χρηµατοδοτικής µίσθωσης. Η εταιρεία leasing αποκτά το µηχάνηµα ή το ακίνητο το οποίο καλύπτει την ανάγκη του πελάτη της, καταβάλλοντας µετρητά ή λαµβάνοντας πίστωση, και στη συνέχεια το εκµισθώνει σε αυτόν. Η κυριότητα του παγίου στο τέλος της σύµβασης µεταφέρεται στην επιχείρηση (εκµισθωτή) έναντι καταβολής συµβολικού τιµήµατος. Χρηµατοδοτική Μίσθωση µε τον Προµηθευτή (Vendor Leasing): Το πάγιο αποκτάται από τον κατασκευαστή-προµηθευτή του. Η εταιρεία χρηµατοδοτικής µίσθωσης φέρει τα δύο µέρη σε επαφή, εγγυώµενη στον προµηθευτή το καλό τέλος της συναλλαγής. Πώληση και Επανεκµίσθωση (Sale and Lease-back): Η εταιρεία Leasing αγοράζει από την επιχείρηση το πάγιο, καταβάλλοντας την αξία του, και αµέσως το µισθώνει στον ίδιο µε µίσθωµα που σχετίζεται µε την αξία αγοράς του. Με τη µορφή αυτή µίσθωσης, η επιχείρηση αποκτά ρευστότητα, χωρίς να στραφεί σε τράπεζες, αναδιαρθρώνει τις υποχρεώσεις της, µετατρέποντας αυτές από βραχυπρόθεσµες σε µακροπρόθεσµες, και παράλληλα µπορεί να απολαµβάνει φορολογικά ή άλλα πλεονεκτήµατα που το θεσµικό πλαίσιο επιτρέπει. Μίσθωση Μόχλευσης (Leveraged Lease): Η µίσθωση αυτή είναι η περισσότερο πολύπλοκη αλλά αρκετά διαδεδοµένη. Οι εµπλεκόµενοι φορείς εδώ δεν είναι δύο (εκµισθωτής, µισθωτής), αλλά τρείς ή περισσότεροι, αφού συµµετέχουν και ένας ή περισσότεροι χρηµατοδότες. Τα κεφάλαια που διαθέτει η εταιρεία χρηµατοδοτικής µίσθωσης για την αγορά του παγίου ανέρχονται σε ένα ποσοστό της αξίας του. Τα υπόλοιπα κεφάλαια προσφέρονται από κάποια τράπεζα ή άλλο χρηµατοοικονοµικό οργανισµό, ο οποίος ενδέχεται να αναλαµβάνει και τον πιστωτικό κίνδυνο, οπότε αξιολογεί την πιστοληπτική ικανότητα τόσο του µισθωτή όσο και του εκµισθωτή (εταιρεία leasing) και µπορεί να καλύπτει τη χρηµατοδότηση µε διάφορες εξασφαλίσεις, κυρίως µε βάση επί των παγίων. 18

ιασυνοριακή Χρηµατοδοτική Μίσθωση (Cross-border Leasing): Ο πελάτης της εταιρείας χρηµατοδοτικής µίσθωσης έχει έδρα διαφορετική από την έδρα της ίδιας. Sub Leasing-Operating Leasing: Η εταιρεία χρηµατοδοτικής µίσθωσης µισθώνει το πάγιο από τον προµηθευτή και στη συνέχεια το υποµισθώνει στην επιχείρηση. ζ. Πρακτορεία Επιχειρηµατικών Απαιτήσεων (Factoring) 18 Η πρακτορεία επιχειρηµατικών απαιτήσεων αποτελεί έγγραφη σύµβαση µεταξύ µιας επιχείρησης πρακτορείας επιχειρηµατικών απαιτήσεων ή διαφορετικά ενός Πράκτορα (Factor) και µιας επιχείρησης ή άλλως ενός κατ επαγγέλµατος Προµηθευτή, βάσει της οποίας η επιχείρηση (Προµηθευτής) εκχωρεί στον Πράκτορα τις απαιτήσεις από τους πελάτες της, ιδίως από συµβάσεις πώλησης αγαθών, παροχής υπηρεσιών σε τρίτους ή εκτέλεση έργων, συνολικώς ή µερικώς, για την παροχή εκ µέρους του µιας ή περισσότερων από τις παρακάτω υπηρεσιών: Είσπραξη των εκχωρούµενων απαιτήσεων. Χρηµατοδότηση του προµηθευτή µε προεξόφληση των εκχωρούµενων απαιτήσεων. Λογιστική και νοµική παρακολούθηση και διαχείριση των εκχωρούµενων απαιτήσεων (των πελατών). Αξιολόγηση του πιστωτικού κινδύνου των πιστωτών της επιχείρησης. ιαχείριση των απαιτήσεων. Κάλυψη του πιστωτικού κινδύνου (µερική ή ολική). Ασφάλιση των εκχωρούµενων απαιτήσεων. Παροχή πληροφοριών και συµβουλών marketing για νέες αγορές και νέους πελάτες. Πιο συγκεκριµένα, το Factoring δεν αποτελεί µια µεµονωµένη υπηρεσία αλλά µια δέσµη ή ένα «πακέτο» υπηρεσιών. Η επιχείρηση, η οποία εκχωρεί τις απαιτήσεις και συνεργάζεται µε την εταιρεία factoring, µπορεί να επιλέξει το συνδυασµό των υπηρεσιών που καλύπτουν τις δικές της ανάγκες. Στην πράξη, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της δέσµης υπηρεσιών που προσφέρει το factoring είναι συνεχώς 18 Βλέπε σχετικά Αγγελόπουλος (2008), σελ. 508-513. 19