ΜΑΘΗΜΑ: ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ-ΔΗΜΟΣΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Σύνταξη: Παπαδόπουλος Θεοχάρης, Οικονομολόγος, MSc, PhD Candidate Κατηγορίες οφέλους και κόστους που προέρχονται από τις δημόσιες δαπάνες Για την αξιολόγηση κάθε δημόσιας δαπάνης πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη όλα τα κοινωνικά κόστη και οφέλη, πράγμα, ωστόσο δύσκολο, καθώς πολλές φορές ορισμένα κονδύλια αποτελούν κόστος ή όφελος για επιμέρους άτομα και όχι για ολόκληρο το κοινωνικό σύνολο. Α) Πραγματικό και χρηματικό όφελος και κόστος Το όφελος ή το κόστος που προέρχεται από μια δημόσια δαπάνη μπορεί να είναι πραγματικό (real) ή χρηματικό (pecuniary). Πραγματικό είναι το όφελος ή κόστος που επηρεάζει την ευημερία του κοινωνικού συνόλου (αυξάνοντας ή μειώνοντας τη) ενώ χρηματικό είναι το όφελος ή κόστος που δε μεταβάλλει την ευημερία του κοινωνικού συνόλου, αλλά απλώς μεταβάλλει την ευημερία μιας ομάδας σε βάρος της ευημερίας μιας άλλης ομάδας. Για παράδειγμα το πραγματικό όφελος της κατασκευής ενός δρόμου είναι η μείωση του χρόνου μετάβασης και επιστροφής ανάμεσα στα δύο σημεία που ενώνει ο δρόμος αυτός ή ο όποιος περιορισμός των ατυχημάτων. Το όφελος αυτό είναι πραγματικό καθώς αυξάνεται η ευημερία μιας ομάδας πολιτών (όσων χρησιμοποιούν το δρόμο), χωρίς να μειώνεται η ευημερία κάποιας άλλης ομάδας. 1
Αντίθετα, αν υποθέσουμε ότι η κατασκευή του δρόμου δημιουργεί υπεραξία για τα παρακείμενα οικόπεδα, τότε αυτό το όφελος είναι χρηματικό και όχι πραγματικό. Αυτό συμβαίνει γιατί αυξάνεται η ευημερία των ιδιοκτητών οικοπέδων εις βάρος των μη ιδιοκτητών οικοπέδων σε αυτή την περιοχή. Εδώ, η όποια μεταβολή οφείλεται σε μεταβολή των σχετικών τιμών και όχι σε μεταβολή του πραγματικού όγκου των αγαθών που είναι διαθέσιμα στο κοινωνικό σύνολο. Η διάκριση των κονδυλίων οφέλους και κόστους σε πραγματικό και χρηματικό έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς το κόστος που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη είναι το πραγματικό και όχι το χρηματικό. Στην πράξη ωστόσο, η διάκριση δεν είναι πάντα εύκολη. Β) Άμεσο και έμμεσο όφελος και κόστος Άμεσο όφελος ή κόστος είναι εκείνο που προέρχεται από την επίτευξη του κύριου σκοπού της δαπάνης, όπως καθορίζεται από την εκάστοτε εξουσία. Έμμεσο όφελος ή κόστος είναι εκείνο που προέρχεται από την πραγματοποίηση άλλων στόχων, τους οποίους μπορεί να μην επεδίωκε άμεσα με τη διενέργεια της δαπάνης αυτής ο δημόσιος φορέας. Για παράδειγμα, έστω ότι κατασκευάζεται ένας δρόμος που ενώνει μια περιοχή με μια αρτηρία ώστε να μεταφέρονται τα προϊόντα της στα καταναλωτικά κέντρα. Ως άμεσο όφελος για το κοινωνικό σύνολο, μπορεί να αναφερθεί το όφελος που προκύπτει από την καλύτερη αξιοποίηση της παραγωγής στα καταναλωτικά κέντρα. Είναι όμως πιθανό να εγκατασταθούν, μετά τη διάνοιξη του δρόμου, και ορισμένες βιομηχανίες στην περιοχή ωφελώντας την ποικιλοτρόπως. Το όφελος και το κόστος από την προσέλκυση των βιομηχανιών αυτών θα μπορούσε να θεωρηθεί έμμεσο εφόσον η προσέλκυση των βιομηχανιών δεν περιλαμβανόταν στους άμεσους στόχους της διάνοιξης του δρόμου. Ωστόσο, η διάκριση αυτή δεν έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς τόσο τα άμεσα όσο και τα έμμεσα οφέλη και κόστη πρέπει να λαμβάνονται υπόψη. Γ) Ίδιον και εκχεόμενο όφελος και κόστος Η διενέργεια μιας δαπάνης είναι πιθανό να αποφέρει όφελος και να συνεπάγεται κόστος όχι μόνο στους δημόσιους φορείς που διενεργούν τη δαπάνη αλλά και σε άλλους δημόσιους φορείς. Το όφελος που περιέρχεται στο φορέα που διενεργεί τη δαπάνη ή το κόστος που τον επιβαρύνει λέγεται ίδιο όφελος / κόστος, ενώ το όφελος που περιέρχεται σε άλλους φορείς και το κόστος που επιβαρύνει άλλους φορείς καλείται εκχεόμενο όφελος / κόστος. Π.χ, η κατασκευή ενός φράγματος για αρδευτικούς λόγους αποφέρει όφελος και συνεπάγεται κόστος για το φορέα που το κατασκευάζει π.χ. νομαρχία, αλλά ταυτόχρονα μπορεί να συνεπάγεται και κόστος για τους παρακείμενους νομούς, οι οποίοι δεν θα μπορούν να χρησιμοποιούν το νερό του ποταμού. Για την αξιολόγηση μιας δημόσιας δαπάνης πρέπει να λαμβάνεται υπόψη τόσο το ίδιο όσο και το εκχεόμενο κόστος και όφελος, καθώς οι δημόσιοι φορείς οφείλουν να αποβλέπουν στην εξυπηρέτηση του κοινωνικού συνόλου και όχι στην επίτευξη ιδιωτικών στόχων και ιδιαίτερων συμφερόντων. Δ) Μετρήσιμο και μη μετρήσιμο όφελος και κόστος Το όφελος και το κόστος διακρίνονται επίσης σε μετρήσιμα και μη. Όφελος που δεν μπορεί να αποτιμηθεί είναι λ.χ. ότι προέρχεται από τα δημόσια αγαθά, καθώς δεν υπάρχουν τιμές αγοράς βάσει των οποίων μπορεί να γίνει αποτίμηση. Ομοίως, κόστος που δεν μπορεί να αποτιμηθεί, είναι το 2
πρόσθετο κοινωνικό κόστος που συνεπάγονται τα αγαθά, τα οποία προκαλούν εξωτερικές επιβαρύνσεις π.χ. δραστηριότητες που μολύνουν την ατμόσφαιρα ή καταστρέφουν το περιβάλλον. Αποτίμηση του οφέλους και του κόστους Η αποτίμηση του κόστους και το οφέλους παρουσιάζει συχνά δυσκολίες είτε γιατί δεν υπάρχουν καθόλου τιμές αγοράς, είτε γιατί αυτές δεν είναι κατάλληλες για την αποτίμηση. Αρχικά πρέπει να σημειωθεί ότι δεν υπάρχουν πάντα τιμές στην αγορά για ορισμένα είδη οφέλους και κόστους (δημόσια αγαθά, εξωτερικές οικονομίες). Κάποιες φορές, οι τιμές της αγοράς δεν κρίνεται σκόπιμο να χρησιμοποιηθούν καθώς δεν αντανακλούν την αξιολόγηση του κοινωνικού συνόλου για ένα αγαθό. Έτσι, αν υποθέσουμε ότι ένα αγαθό παράγεται σε συνθήκες μονοπωλίου, η αγοραία τιμή του περιλαμβάνει και το κόστος παραγωγής του αγαθού (που είναι συνήθως το κοινωνικό κόστος) και το κέρδος του μονοπωλητή. 1 Το ίδιο συμβαίνει όταν έχουμε αγαθά που προκαλούν εξωτερικές οικονομίες, ή που συνεπάγονται τη χρήση αχρησιμοποίητων παραγωγικών συντελεστών. Τέλος, ακόμη και αν οι τιμές στην αγορά αντανακλούν την κοινωνική αξιολόγηση των αγαθών, προκύπτουν προβλήματα αν η διενέργεια της υπό αξιολόγηση δαπάνης μεταβάλλει τις τιμές αυτές. Τότε ανακύπτει το εξής ερώτημα: πρέπει να χρησιμοποιηθούν οι αρχικές ή οι τελικές τιμές. Σε αυτές τις περιπτώσει κρίνεται ορθό να υπολογίζεται η μεταβολή στο πλεόνασμα το καταναλωτή που προέκυψε από την εξεταζόμενη δαπάνη. Σύγκριση οφέλους και κόστους Καθώς το κόστος και το όφελος των δημοσίων δαπανών δεν εξαντλούνται σε μια χρονική στιγμή, αλλά καλύπτουν συνήθως μια σχετικά μεγάλη χρονική περίοδο, χρησιμοποιούμε δύο κύριες μεθόδους για να τα καταστήσουμε συγκρίσιμα. Α) Ανάγουμε κόστος και όφελος σε μια ορισμένη χρονική στιγμή, συνήθως στη στιγμή κατά την οποία αξιολογούμε τη δαπάνη. Έτσι υπολογίζουμε την παρούσα αξία οφέλους και κόστους και γι αυτό η μέθοδος αυτή καλείται μέθοδος της παρούσας αξίας. Β) Υπολογίζουμε το επιτόκιο, με βάση το οποίο πρέπει να προεξοφληθεί το κοινωνικό όφελος από μια δημόσια δαπάνη για να ισούται με το κοινωνικό της κόστος που είναι επίσης προεξοφλημένο με το ίδιο επιτόκιο. Η μέθοδος αυτή είναι γνωστή ως μέθοδος της αποδοτικότητας ή κριτήριο της αποδοτικότητας των δαπανών. 1 Ανάλογη ανάλυση μπορεί να γίνει και στην περίπτωση ειδικής φορολογίας. 3
Και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις ανακύπτει ζήτημα επιλογής κατάλληλου επιτοκίου. Θα επιλεγεί το επιτόκιο της αγοράς ή κάποιο άλλο «κοινωνικό επιτόκιο»; Πολλοί οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι θα πρέπει να χρησιμοποιείται το επιτόκιο της αγοράς καθώς αντανακλά την αξιολόγηση του κοινωνικού συνόλου σχετικά με την παρούσα και την μελλοντική κατανάλωση. Άλλοι οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι θα πρέπει να χρησιμοποιείται ένα διαφορετικό «κοινωνικό επιτόκιο» χαμηλότερο αυτού της αγοράς, καθώς: α) οι ιδιωτικοί φορείς δεν βλέπουν μακριά στο χρόνο και έτσι υπερεκτιμούν την παρούσα και υποεκτιμούν τη μελλοντική κατανάλωση, β) το κοινωνικό σύνολο προνοεί περισσότερο για τις μελλοντικές γενιές από ότι τα επιμέρους άτομα, γ) οι επιμέρους καταναλωτές έχουν την τάση να υποεκτιμούν το όφελος από την αναβολή της κατανάλωσης που καθιστά δυνατή την αύξηση των επενδύσεων, και δ) οι επενδύσεις δημιουργούν, κυρίως στις αναπτυσσόμενες χώρες, θετικές εξωτερικές οικονομίες που δεν αντανακλώνται στο επιτόκιο της αγοράς. Δεν λείπουν και τα επιχειρήματα υπέρ ενός υψηλότερου «κοινωνικού επιτοκίου» π.χ. γιατί τα άτομα δεν λαμβάνουν υπόψη τις μελλοντικές αυξήσει εισοδήματος και τείνουν να υπερεκτιμούν τη μελλοντική κατανάλωση. Στην πράξη, συνήθως χρησιμοποιείται το επιτόκιο με το οποίο δανείζεται το δημόσιο, αλλά και πάλι προκύπτουν προβλήματα, αφού το δημόσιο δανείζεται με περισσότερα του ενός επιτόκια (π.χ. ανάλογα με το χρόνο λήξης του δανείου). Μια ικανοποιητική λύση φαίνεται να είναι το μακροχρόνιο επιτόκιο δανεισμού του δημοσίου. Δημόσια δαπάνη και αναδιανομή του εισοδήματος Στην παραπάνω ανάλυση αγνοήσαμε τελείως το ζήτημα της αναδιανομής λαμβάνοντας υπόψη μόνο το πραγματικό και όχι το χρηματικό κόστος. Θεωρήσαμε δηλαδή ότι η απώλεια ευημερίας μιας ομάδας αντισταθμίζεται από την αύξηση της ευημερίας μιας άλλης ομάδας. Ωστόσο, αυτό δεν είναι απαραίτητο να ισχύει. Αντίθετα, ενδέχεται η αναδιανομή του εισοδήματος από τη διενέργεια μιας δημόσιας δαπάνης να θεωρείται καθαρό όφελος ή κόστος ανάλογα με το αν η αναδιανομή αυτή ήταν προς την επιθυμητή κατεύθυνση ή όχι. Επομένως και ο παράγοντας αυτός θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά την αξιολόγηση μιας δαπάνης. 4
Προτεινόμενη Βιβλιογραφία Οι δημόσιες δαπάνες - Γεωργακόπουλος Θ., Εισαγωγή στη Δημόσια Οικονομική, Εκδ. Μπένου, 1997, Κεφ. 7, Κεφ. 8. - Δράκος Γ., Μαθήματα Δημόσιας Οικονομικής, Εκδ. Σταμούλης, 1997, Κεφ. 8. - Δράκος Γ., Εισαγωγή στη Δημόσια Οικονομική, Εκδ. Σταμούλης 1998, Κεφ. 8. - Μούσσα Β., Ειδικά θέματα στη Δημόσια Οικονομική και στο Δημοσιονομικό Δϊκαιο, Μακροοικονομία, Εκδ. Ζήτη, 2006, Κεφ. 3 5