ΘΕΜΑ : Έχετε μελετήσει ως τώρα τα πρώτα τέσσερα κεφάλαια του Εγχειριδίου Μελέτης και του Συνοδευτικού Βιβλίου του Henig. Στη δεύτερη γραπτή Εργασία απαντήστε στα εξής ερωτήματα: Εκτιμώντας τις ιδιαιτερότητες που παρουσίαζαν οι διακρατικές συνεργασίες που αναδείχτηκαν μετά το Β Παγκόσμιο Πόλεμο, επιχειρηματολογήστε για τους λόγους (οικονομικούς, κοινωνικούς, πολιτικούς, στρατηγικούς, αμυντικούς- εντός και εκτός της Ευρώπης) που συνέβαλαν στην ανάδειξη του φαινομένου της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και στην ίδρυση των τριών Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων όσο και στις αποτυχημένες απόπειρες δημιουργίας περισσοτέρων. Υποστηρίξτε την ανάλυσή σας με την ανάλογη τεκμηρίωση. Πρόλογος Ένα από τα κύρια αποτελέσματα του Β Παγκόσμιου Πολέμου ήταν η αλλαγή των παγκόσμιων συσχετισμών ισχύος ανάμεσα στις Μεγάλες Δυνάμεις. Η Γερμανία και η Ιταλία (όπως και η Ιαπωνία-εκτός Ευρώπης βέβαια) είχαν υποστεί συντριπτική ήττα. Η Βρετανία είχε σε σημαντικό βαθμό χάσει τη δυνατότητα να επηρεάζει τις διεθνείς εξελίξεις. Οι ΗΠΑ, οι οποίες είχαν κατά πολύ ξεπεράσει όλα τα άλλα κράτη από την πλευρά της οικονομικής ευρωστίας, αναδείχτηκαν από τον πόλεμο ως η κύρια στρατιωτική δύναμη. Από την άλλη μεριά, η Σοβιετική Ένωση βγήκε από τον πόλεμο ως η δεύτερη μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη του πλανήτη. Πράγματι, στην μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο εποχή, οι διακρατικές συνεργασίες παρουσίαζαν ιδιαιτερότητες. Από τη μια πλευρά τα έθνη-κράτη στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο ενδυνάμωναν, από την άλλη παρουσίαζαν αδυναμίες χάραξης αυτόνομης εθνικής στρατηγικής. Κυρίως μέρος Μετά το Β Παγκόσμιο Πόλεμο οι λόγοι που οδήγησαν και συνέβαλαν ώστε να ενωθούν τα έξι ευρωπαϊκά κράτη με τον μοναδικό και ιδιόμορφο τρόπο που ενώθηκαν και να οδηγηθούν στην ίδρυση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ήταν διάφοροι: οικονομικοί, κοινωνικοί, πολιτικοί, στρατηγικοί και αμυντικοί. Ας κατατάξουμε και αναλύσουμε τον καθένα από αυτούς. Κοινωνικοί λόγοι Ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά έπαιξαν σημαντικό ρόλο στον καθορισμό μιας χαλαρής αλλά οπωσδήποτε υπαρκτής αίσθησης ευρωπαϊκής ταυτότητας. Τα χαρακτηριστικά αυτά ήταν ο ελληνορωμαϊκός πολιτισμός, το ρωμαϊκό δίκαιο, η δημοκρατία, η
τέχνη των νεότερων χρόνων, ο Διαφωτισμός και ο χριστιανισμός. Φυσικά τα χαρακτηριστικά αυτά από μόνα τους δεν αποτέλεσαν λόγο ή κίνητρο ενοποίησης. Εξάλλου τα χαρακτηριστικά αυτά υπήρχαν και κατά τις προηγούμενες ιστορικές περιόδους που τα ευρωπαϊκά κράτη συγκρούονταν και πολεμούσαν αναμεταξύ τους. Πάντως όταν αποφασίστηκε για άλλους λόγους, η σταδιακή ενοποίηση κρατών ήρθαν στο προσκήνιο τα σημεία αυτά, που έτσι κι αλλιώς ήταν κοινά σε όλα τα δυτικά ευρωπαϊκά κράτη και νομιμοποίησαν έστω και ιδεολογικά το εγχείρημα της ένωσης. Η φιλοσοφική βάση κάθε οργανωμένης κοινωνίας είναι η προστασία του ατόμου από εξωτερικές επιθέσεις και η διαμόρφωση ενός πλαισίου νόμου και τάξης, μέσα στο οποίο μπορεί να συνεχίσει τις καθημερινές του δραστηριότητες. Αν κρίνουμε με αυτά τα κριτήρια, τα περισσότερα Ευρωπαϊκά κράτη είχαν, πολύ απλά, αποτύχει. Η επέλαση των ναζιστικών δυνάμεων στις Βρυξέλλες, την Κοπεγχάγη, και το Παρίσι, η ναζιστική στήριξη, ώστε να επικρατήσει μια ένοπλη εξέγερση ενάντια στη Μαδρίτη, η γενική αναταραχή, η βία στους δρόμους και οι πολιτικές δολοφονίες στη Γερμανία, την Ιταλία και σε μεγάλο τμήμα της Ανατολικής Ευρώπης: όλα μετέφεραν το αναμφισβήτητο μήνυμα της ανικανότητας των Ευρωπαϊκών κρατών να υπηρετήσουν αποτελεσματικά τον πρωταρχικό σκοπό της προστασίας των πολιτών τους. Η αποτυχία αυτή αλλά και η τρέχουσα αδυναμία των εθνικών κρατών το 1945 προαναγγέλλει την άφιξη ενός κινήματος που θα γίνει αργότερα γνωστό ως «Ευρωπαϊκό κίνημα», το οποίο αφοσιώνεται στην ευρεία έννοία μιας κινητοποίησης με στόχο την ενοποίηση των κρατών και λαών της Ευρώπης, στα πλαίσια μιας νέας οντότητας. Οικονομικοί λόγοι Στη Δυτική και Κεντρική Ευρώπη, οι εξαιρετικά κακές σοδειές το 1946 ανέβασαν τις τιμές των τροφίμων στα ύψη. Ο Χειμώνας του 1946 1947 ήταν ιδιαίτερα βαρύς, με αποτέλεσμα να εμφανιστούν σημαντικές ελλείψεις καυσίμων για θέρμανση σε ολόκληρη την Ευρώπη, περιλαμβανομένης της Βρετανίας. Στην Ιταλία και ακόμη περισσότερο στη Γερμανία, οι συνθήκες ήταν δραματικές. Οι καταστροφές που είχαν προκαλέσει οι μαζικοί βομβαρδισμοί των συμμάχων το 1943-1944, το γεγονός ότι το γερμανικό και το ιταλικό έδαφος αποτέλεσε πεδίο κρίσιμων πολεμικών επιχειρήσεων, αλλά και η οικονομική ανέχεια των πρώτων μηνών της κατοχικής διοίκησης των συμμάχων δημιούργησαν συνθήκες δυστυχίας, ανασφάλειας και
αβεβαιότητας για το μέλλον. Έγινε φανερό στα δυτικοευρωπαϊκά κράτη ότι όλες αυτές οι γενικευμένες οικονομικές δυσχέρειες ύστερα από τους δύο παγκόσμιους πολέμους, θα αντιμετωπίζονταν καλύτερα και αποτελεσματικότερα αν αυτά ενώνονταν με κάποιο τρόπο, παρά αν παρέμεναν διαιρεμένα και σε συνεχιζόμενη εχθρότητα και αντιπαλότητα. Υπάρχει μια ακόμη οικονομική πλευρά, σχετικά με τα κίνητρα για την επιδίωξη της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Πρόκειται για το επιχείρημα της κλίμακας, ή αλλιώς για το πλεονέκτημα του μεγέθους. Το 1945 ήταν πολύ εύκολο να εξισωθεί η επιτυχία με το μέγεθος. Οι πολιτικές αποτυχίες της Ευρώπης μπορούσαν να αποδοθούν στην έλλειψη μεγέθους, ενώ η στρατιωτική νίκη ενάντια στη Γερμανία μπορούσε να αποδοθεί αποκλειστικά στο μέγεθος των δύο νέων υπερδυνάμεων. Τα πρώτα βιβλία για την Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση περιέχουν πολλές αναφορές στο μέγεθος ως βασικό παράγοντα για την οικονομική επιτυχία. Θεωρούσαν δεδομένο ότι υπήρχε άμεση σχέση μεταξύ μεγέθους και οικονομικής επιτυχίας. Γίνεται φανερό, ύστερα από αυτό το επιχείρημα, ότι μονάχα μετά την ένωση δυτικοευρωπαϊκών κρατών το μέγεθος τους θα μεγάλωνε και άρα η δύναμή τους η οικονομική (και κατόπιν η πολιτική) θα μεγάλωνε. Πολιτικοί λόγοι Κόμματα που ανήκαν σε μια συγκεκριμένη πολιτική ομάδα, τη Χριστιανική Δημοκρατία, αποτέλεσαν τον κορμό για το σχηματισμό σταθερών μεταπολεμικών κυβερνήσεων σε μια σειρά δυτικοευρωπαϊκών χωρών. Τα κόμματα αυτά είχαν κεντρώες απόψεις σε ζητήματα οικονομικής πολιτικής και έδιναν μεγάλη σημασία στον κοινωνικό ρόλο του κράτους. Μοιράζονταν μια σειρά κοινών αξιών και τοποθετήσεων, καθώς και μια ιδιαίτερη σχέση με έναν κατεξοχήν υπερεθνικό πνευματικό θεσμό: την Καθολική Εκκλησία. Πριν από το 1939 το χάσμα μεταξύ φιλελευθέρων, κοσμικών, δημοκρατικών δυνάμεων και ομάδων που υποστήριζαν την εκκλησία ήταν στο επίκεντρο των βασικών πολιτικών ρήξεων σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Μια από τις σημαντικότερες πολιτικές δυνάμεις το 1945, Η Χριστιανοδημοκρατία, ήταν αφοσιωμένη στο γεφύρωμα του χάσματος αυτού. Τα δυτικά κράτη είχαν επιτέλους κόμματα που είχαν λόγους μάλλον να τα ενώνουν παρά να τα χωρίζουν. Η ιδεολογική κληρονομιά των αντιστασιακών κινημάτων σε χώρες όπως η Γαλλία και η Ολλανδία έφερνε μαζί της ελπίδα για μια ειρηνική μεταπολεμική Ευρώπη, στην οποία πανευρωπαϊκές αξίες και πολιτικοί σχηματισμοί (κόμματα, κινήματα) θα οδηγούσαν στην
επικράτηση νέων συνεργατικών μορφών πολιτικής. Οι πολιτικές αξίες που είχαν καλλιεργηθεί στο πλαίσιο των αντιστασιακών κινημάτων στις περισσότερες χώρες έρχονταν σε αντίθεση με την άκριτη ταύτιση με το εθνικό κράτος και τα κυρίαρχα πολιτικά και ιδεολογικά σύμβολά του. Η επιρροή των κινημάτων αυτών κινείται στην σφαίρα της ενοποίησης γενικότερα των κρατών παρά στο χωρισμό και την αντιπαλότητά τους. Στην Ιταλία και ακόμη περισσότερο στη Γερμανία, τους ηττημένους του πολέμου, οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις προσέγγισαν τη δημιουργία και την εξέλιξη των πρώτων θεσμών ευρωπαϊκής συμφιλίωσης και συνεργασίας από μια οπτική γωνία που ήταν λίγο πολύ κοινή. Η προσήλωση στην ευρωπαϊκή πορεία των χωρών αυτών ταυτίστηκε με τη δυνατότητά τους να γίνουν και πάλι δεκτές στην κοινωνία των κυρίαρχων κρατών. Η στενότερη ευρωπαϊκή συνεργασία έγινε όχημα εισόδου των χωρών τους στη διεθνή σκηνή. Και είχαν κάθε λόγο να προωθούν πολιτικές και ιδέες ευρωπαϊκής ενοποίησης, εν είδη μάλιστα εξιλέωσής τους απέναντι στις υπόλοιπες χώρες. Στρατηγικοί (και αμυντικοί) Η ενοποίηση προσέφερε στη Δυτική Ευρώπη ένα μέσο ισχυροποίησής της απέναντι και στις δύο υπερδυνάμεις. Υπήρχαν κάποιες ενδείξεις μιας εναλλακτικής ιδεολογίας. Στη μεταπολεμική Γαλλία η προσωνυμία «τρίτη δύναμη» δόθηκε στη συνεργασία μεταξύ σοσιαλιστών και «Λαϊκού Δημοκρατικού Κινήματος». Η επέκταση αυτής της ιδέας σε σημείο που να οραματιζόμαστε την Ευρώπη ως ένα είδος «τρίτης δύναμης» μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων, δεν ήταν κάτι δύσκολο, παρέμεινε όμως πάντα ένα άπιαστο όνειρο. Επιθυμία της κυβέρνησης των ΗΠΑ μετά το Β Παγκόσμιο ήταν φυσικά- μεταξύ άλλων- η αποτροπή του ενδεχομένου αύξησης της κομμουνιστικής επιρροής στις κατεστραμμένες από τον πόλεμο χώρες της Ευρώπης. Το Σχέδιο Μάρσαλ είχε κύριο σκοπό τη στήριξη και σταθεροποίηση των φιλελεύθερων πολιτικών καθεστώτων στη μεταπολεμική Ευρώπη. Η αμερικανική κυβέρνηση μέσω του Σχεδίου Μάρσαλ θέλησε επίσης να στηρίξει τα ευρωπαϊκά κράτη με έναν τρόπο που θα ενίσχυε ταυτόχρονα και τη μεταξύ τους συνεργασία. Πράγματι το «Πρόγραμμα για την Ευρωπαϊκή Ανάκαμψη» έπαιξε ένα σημαντικό ρόλο και κίνητρο στη δημιουργία θεσμών συνεργασίας μεταξύ των κρατών της δυτικής Ευρώπης έτσι ώστε να κατανεμηθούν σωστά, λειτουργικά οι αμερικάνικοι οικονομικοί πόροι.
Η Διακήρυξη Schuman ας θυμηθούμε πως έλεγε ρητά: «Για την ένωση των ευρωπαϊκών κρατών απαιτείται να ξεπεραστεί η προαιώνια αντίθεση μεταξύ Γαλλία και Γερμανίας. Τα μέτρα που θα ληφθούν πρέπει πρώτα απ όλα να αφορούν τη Γαλλία και τη Γερμανία (...) Η γαλλική κυβέρνηση πρότεινε να υπαχθεί ολόκληρη η γαλλο-γερμανική παραγωγή άνθρακα σε μια κοινή Ύπατη Αρχή, στα πλαίσια ενός οργανισμού που θα είναι ανοικτός στη συμμετοχή και άλλων ευρωπαϊκών θεσμών. Η γαλλο-γερμανική σχέση θεωρείται το κλειδί της ευρωπαϊκής ενότητας. Έτσι βλέπουμε πως η επιδίωξη δύο κρατών να προχωρήσουν μπροστά θέτοντας τέρμα στην έχθρα τους, κινητοποίησε και επηρέασε ολόκληρη τη μοίρα της Ευρώπης. Σκόπιμο είναι όμως να αναφερθούμε και στις αποτυχημένες απόπειρες δημιουργίας περισσότερων Ε.Κ. Το 1950 το γαλλικό σχέδιο Pleven πρότεινε μια ευρωπαϊκή αμυντική συμμαχία που θα περιλάμβανε και τη Δυτική Γερμανία. Η πρόταση αυτή βρήκε αρχικά αρκετούς υποστηρικτές και οδήγησε στον σχεδιασμό για τη ίδρυση μιας Ευρωπαϊκής Αμυντικής Κοινότητας (ΕΑΚ) και μίας Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας (ΕΠΚ). Ωστόσο τα σχέδια αυτά κατάρρευσαν το 1954, όταν το γαλλικό κοινοβούλιο τελικά δεν επικύρωσε την ίδρυση της Αμυντικής Κοινότητας. Η κατάρρευση του σχεδίου της ΕΑΚ οδήγησε αναπόφευκτα σε κάποια υποχώρηση της «ευρωευφορίας» που επικρατούσε στις αρχές της δεκαετίας του 1950. Η ΕΑΚ, η οποία εμπεριείχε φιλόδοξα σχέδια δημιουργίας πολιτικών και αμυντικών θεσμών, κατέστησε προφανές και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού ότι η προσπάθεια προώθησης της δυτικοευρωπαϊκής ενότητας μέσω πολιτικής και αμυντικής ενοποίησης ήταν πρόωρη και ότι θα έπρεπε να ακολουθηθεί ο πιο εύκολος δρόμος της οικονομικής ενοποίησης. Ένα χρόνο αργότερα το 1955 ιδρύεται η Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση ως μια νέα απόπειρα συγκρότησης μιας ευρωπαϊκής αμυντικής οντότητας. Αλλά το ΝΑΤΟ γίνεται ολοένα περισσότερο σημαντικό ως αμυντικός οργανισμός στον δυτικό κόσμο, δεν συμβαίνει το ίδιο και με τη ΔΕΕ. Η ΔΕΕ μπήκε γρήγορα στο περιθώριο, καθώς η λογική του Ψυχρού πολέμου και του διπολισμού στις διεθνείς σχέσεις ευνόησαν το ρόλο τους ΝΑΤΟ. Συμπεράσματα Μετά το Β Παγκόσμιο όλα τα ευρωπαϊκά κράτη είχαν υποστεί βαριές απώλειες τόσο από υλική άποψη όσο και από άποψη δύναμης. Η προσπάθεια οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής ανασυγκρότησης στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια καθορίστηκε από μια σειρά παραγόντων: εσωτερική πολιτική, οικονομικές συνθήκες, ιδεολογικές παράμετροι, διεθνής πολιτική
συγκυρία, στρατηγικές επιλογές των εθνικών κρατών ανάλογα με τα συμφέροντά τους. Η δημιουργία των τριών Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποτέλεσε την απαρχή μιας νέας περιόδου στη μεταπολεμική ιστορία της Ευρώπης. Ενώ η ΕΚΑΧ (1951), η ΕΥΡΑΤΟΜ και η ΕΟΚ (1957) καθαρά οικονομικού περιεχομένου Κοινότητες, στέφτηκαν με επιτυχία, η ΕΑΚ αλλά και η ΔΕΕ που προσανατολίζονταν σε αμυντική και πολιτική συνεργασία, κατάρρευσαν ή απλώς αδράνησαν, αποδεικνύοντας την αδυναμία ή απροθυμία της Ευρώπης να προχωρήσει σε πολιτική ενοποίηση ή ακόμα και ότι οι Συνθήκες οι ιστορικές δεν ευνοούσαν τέτοιες πρωτοβουλίες (Η λογική του Ψυχρού Πολέμου ευνόησε το ΝΑΤΟ και την κυρίαρχη παρουσία των ΗΠΑ.) Βιβλιογραφία Κ. Λαβδάς, Εγχειρίδιο Μελέτης Δημιουργία και Εξέλιξη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ΕΑΠ S. Henig, Η ενοποίηση της Ευρώπης. Από τη διχόνοια στην ομόνοια, ΕΑΠ