κής θεωρίας και στις διάφορες σχολές, δηλαδή στις ιδιαιτερ τητες που ανέπτυξαν στη συνέχεια (π.χ. στους Ορθ δοξους, Λακανικο ς κλπ.). Αυτ γιατί οι κυρι τερες σχολές ανέπτυξαν στην ουσία τη φροϋδική θεωρία, διατηρώντας τις θεµελιακές της παραδοχές, και προέβησαν σε διάφορες επιµέρους ερµηνείες που την εµπλουτίζουν χωρίς να την αµφισβητο ν. Αυτ δεν σηµαίνει τι δεν θα γίνει αναφορά σε ορισµένους αναλυτές και στην συγκεκριµένη συνεισφορά τους που κρίνεται απαραίτητο, αλλά τι δεν θα γίνει εκτενής αναφορά σε κάποια απ αυτές τις µετεξελίξεις. Έτσι, για παράδειγµα, ενώ οι θεωρητικοί της ψυχανάλυσης που έχουν ασχοληθεί µε παρεµφερή µε αυτή τη µελέτη ζητήµατα ( πως ο εθνικισµ ς, ο ρατσισµ ς κ.ά.) τοποθετο νται στην παράδοση που δη- µιο ργησε ο Lacan (π.χ. Zizek, Kristeva, Λίποβατς), δεν κρίθηκε απαραίτητη η ιδιαίτερη αναφορά στη Λακανική προσέγγιση, πέραν των αναφορών σε συγκεκριµένους θεωρητικο ς. Η παρουσίαση αυτή θα ξεκινήσει µε τις κεντρικές ψυχαναλυτικές έννοιες ώστε να έρθουµε σε επαφή µε τη σχετική ορολογία. πως είναι φυσικ, δε θα εξαντλήσουµε λα τα σηµαντικά στοιχεία και έννοιες κάτι τέτοιο θα απαιτο σε περισσ τερο απ ένα κεφάλαιο, περισσ τερο και απ ένα βιβλίο ίσως. Θα γίνει αναφορά µ νο σε αυτές που είναι ουσιώδεις και απαραίτητες για µια αρχική και βασική καταν ηση της ψυχαναλυτικής θεωρίας και, επίσης, για την καταν ηση της τα τισης, που αποτελεί το αντικείµενο ανάλυσής µας. Κάποιες λοιπ ν απ αυτές τις έννοιες θα εξεταστο ν ανεξάρτητα στην αρχή, ενώ κάποιες άλλες θα ερµηνευτο ν σε συνάρτηση µε την τα τιση, την οποία θα αναλ σουµε εκτενώς στη συνέχεια αυτο του κεφαλαίου. µ π Oπ æàã À Ηβασικ τερη έννοια στην ψυχανάλυση είναι αυτή του ασυνειδήτου. Το ασυνείδητο είναι η πιο σηµαντική και καινοτ µος ανακάλυψη του Freud ανακάλυψη µε την έννοια της πρώτης συστηµατικής επεξεργασίας και παρουσίασής του ως µιας σ λληψης αναλυτικής, και χι απλά ως µια γενικ λογη αναφορά ή υποθετική σκέψη πως αναφερ ταν ήδη σε φιλοσοφικά, κυρίως, κείµενα. Απ ιεραρχική σκοπιά, συνεπώς, θα έπρεπε να είναι ο πρώτος ψυχαναλυτικ ς ρος που θα εξηγήσουµε εδώ. Παρ λα αυτά, είναι ιδιαίτερα πολ πλοκο ν αναφερθο µε στο ασυνείδητο χωρίς να έχουµε µια εικ να των ορµών 1, δι τι 1. Η γερµανική λέξη που µεταφράστηκε στα αγγλικά ως instinct είναι η λέξη Trieb, που ση- µαίνει ορµή (drive). Αντιθέτως, η λέξη Instinkt ( instinct στα αγγλικά) χρησιµοποιείται απ τον Freud µ νο σε σχέση µε τα ζώα:... the instincts of animals, στο Moses and Monotheism, 1939: 346 [ 28 ]
H ΨYXANAΛYTIKH ΘEΩPIA KAI H IA IKAΣIA THΣ TAYTIΣHΣ η ίδια η επίγνωση της παρξής του δηµιουργήθηκε µέσα απ τις ορµές εν µέρει 2. Έτσι, για την ευκολ τερη καταν ησή του, ας ξεκινήσουµε µε τις ορµές. Οι ορµές είναι οι «αντιπρ σωποι/εκφραστές λων των εσωτερικών δυνά- µεων που προέρχονται απ το σώµα και διαχέονται στο µηχανισµ της διαν ησης» (Freud, 1920: 306) 3 ή, µε άλλα λ για, µια απαίτηση των εσωτερικών δυνάµεων στη σκέψη και το πνε µα. Η ουσία των ορµών είναι η πίεση (pressure) που ασκο ν για την ικανοποίηση των απαιτήσεών τους, η ποσ τητα ενέργειας που εξωτερικε ουν: στην πραγµατικ τητα, οι ορµές είναι οι ίδιες οι εσωτερικές δυνάµεις που αναζητο ν διέξοδο στη διαν ηση, η δι-έξοδος των οποίων γίνεται µέσω ψυχικών αντιπροσώπων /αναπαραστάσεων (Freud 1915b). Η χρήση του ρου, πως τον εισήγαγε ο Freud, δεν υπονοεί σχέση µε το λεγ µενο ζωικ ένστικτο. Πρ κειται για ψυχικο ς αντιπροσώπους που εδράζονται στον ίδιο τον οργανισµ και, συνεπώς, βρίσκονται στα σ νορα µεταξ του πνευµατικο και του σωµατικο : φέρνουν στη ν ηση τα µην µατα που στέλνει ο ανθρώπινος οργανισµ ς. Ο σκοπ ς των ορµών είναι η ευχαρίστηση: αναζητο ν την ευχαρίστηση, δηλαδή την ικανοποίηση του ερεθίσµατος που τις θέτει σε κινητοποίηση και τις κάνει να στέλνουν διάφορα µην µατα στο µηχανισµ της (δείτε επίσης την υποσηµείωση 1 στο ίδιο, σ. 346). Η λανθασµένη απ δοση στα αγγλικά απ την Standard Edition επισηµάνθηκε αργ τερα αλλά διατηρήθηκε για στιλιστικο ς λ γους, καθώς ο ρος ένστικτο είχε ήδη καθιερωθεί. Αξίζει να αναφέρουµε εδώ την υποσηµείωση της επιµέλειας έκδοσης απ το New Introductory Lectures on Psychoanalysis των εκδ σεων Penguin σχετικά µε τη λέξη Trieb : Κυριολεκτικά ορµή [ drive ]. Η γερµανική λέξη µεταφράζεται συχνά έτσι, αλλά χάριν του στιλ και της γραµµατικής, και για να αποφευχθεί η αναχρονιστική παρερµηνεία (anachronistic misrepresentation) των ιδεών του Freud, η λέξη ένστικτο [ instinct ] χρησιµοποιείται σε λη τη Standard Edition (1933β: 129, υποσηµείωση 1). µως, αυτ το λάθος στη µετάφραση δεν είναι ασήµαντο, γιατί οι δ ο λέξεις υποδηλώνουν κάτι διαφορετικ. Η ορµή αναφέρεται σε µια παρ ρµηση, µια αυθ ρµητη ώθηση ή λαχτάρα για κάτι. Το ένστικτο, απ την άλλη, είναι θε- µελιωδώς βιολογικ, άρα και αναπ φευκτο, και δεν µπορεί να γίνει αντικείµενο διανοητικής επεξεργασίας (π.χ. το ένστικτο της επιβίωσης που επιτάσσει τη διατροφή). Τα ένστικτα δεν µπορο ν να γίνουν αντικείµενο κοινωνικής διαµεσολάβησης, κάτι που αντιθέτως χαρακτηρίζει τις ορµές και αποτελεί ουσιαστικ παράγοντα στη µετουσίωσή τους (διαδικασία που θα δο µε στη συνέχεια). Λ γω της σηµαντικ τητας της διαφοράς τους, θα κρατήσουµε την ορθή µετάφραση του ρου γενικά ως ορµής, εκτ ς απ παραθέµατα και αναφορές σε συγγραφείς που αναφέρονται στο ένστικτο, ή ταν η έννοια που θέλουµε να περιγράψουµε είναι πράγµατι αυτή του ενστίκτου (π.χ. στα ζωικά ένστικτα). Ο ρος εµφανίζεται στην ελληνική µετάφραση του Language of Psychoanalysis των Laplanche & Pontalis (1973) ως εν ρµηση (Εκδ σεις Κέδρος, 1986). 2. Εν µέρει, γιατί το ασυνείδητο το προσεγγίζουµε και µέσα απ τα νειρα και την ανάλυσή τους. 3. «Τhe representatives of all the forces originating in the interior of the body and transmitted to the mental apparatus». [ 29 ]
διαν ησης. Για την ακρίβεια, οι ορµές υπηρετο ν την αρχή της ευχαρίστησης 4, δηλαδή αναζητο ν την ευχαρίστηση/ικανοποίησή τους σε κάθε περίπτωση, ακ µα και ταν αυτ δεν είναι άµεσα ορατ ( ταν δηλαδή ενδιάµεσοι τρ ποι ικανοποίησης µιας ορµής δηµιουργο ν την εντ πωση τι εξυπηρετο ν κάποιο άλλο σκοπ ). Τα αντικείµενα των ορµών είναι συνήθως έµψυχα ή άψυχα (πράγµατα ή άνθρωποι), αλλά ακ µη και δραστηρι τητες, ιδέες, σηµεία του σώµατος κλπ., µέσω των οποίων οι ορµές µπορο ν να ικανοποιήσουν το σκοπ τους, το σκοπ της ευχαρίστησης. Τα αντικείµενα των ορµών είναι στην ουσία τα µέσα επίτευξης του σκοπο τους. Η πράξη της επιλογής εν ς ανθρώπου, πράγµατος κλπ. ως αντικειµένου των ορµών, ως αντικείµενο αγάπης (love-object) σ µφωνα µε τη φροϋδική ορολογία, ονοµάζεται επιλογή αντικειµένου (object-choice) ή κάθεξης (object-cathexis) 5. Σε ορισµένες δε περιπτώσεις παρατηρείται µια ιδιαίτερα στενή σχέση, προσκ λληση θα λέγαµε εν ς ατ µου στο αντικείµενο αγάπης: ταν αυτ συµβαίνει, το αντικείµενο µετατρέπεται περισσ τερο σε αυτοσκοπ παρά σε µέσο επίτευξης εν ς σκοπο. Αυτές οι περιπτώσεις είναι παθολογικές, και περιγράφονται µε τον ρο καθήλωση (fixation: αλλιώς προσκ λληση ή προσήλωση), που περιγράφει την εµµονή µε ένα αντικείµενο. Ο Freud στα γραπτά της ωριµ τητάς του ταξιν µησε τις ορµές σε δ ο µεγάλες κατηγορίες: στις ορµές της ζωής και στις ορµές της επιθετικ τητας 6.Ας ξεκινήσουµε µε τις τελευταίες. Οι ορµές της επιθετικ τητας, ή της καταστροφής, έχουν ως σκοπ την καταστροφή, την ταπείνωση, ή ακ µη και το θάνατο. ταν κατευθ νονται προς τα έξω, τον εξωτερικ κ σµο, επιζητο ν να καταστρέψουν οτιδήποτε περιβάλλει το άτοµο, και εκδηλώνονται µε επιθετικ τητα και εχθρ τητα προς τους άλλους. ταν κατευθ νονται προς τα µέσα, προς τον 4. Θα αναφερθο µε στην αρχή της ευχαρίστησης λίγο παρακάτω, σε αυτ το κεφάλαιο. 5. Η έννοια της κάθεξης αναφέρεται στο γεγον ς τι µια ποσ τητα ψυχικής ενέργειας έχει επενδυθεί σε ένα αντικείµενο. Να διευκρινιστεί εδώ τι πρ κειται για µια οικονοµική έννοια: η οικονοµική διάσταση στη φροϋδική θεωρία αναφέρεται στην υπ θεση τι οι ψυχικές διεργασίες και διαδικασίες εµπεριέχουν τη µετάδοση και κυκλοφορία µετρήσιµης ποσ τητας ενέργειας, δηλαδή ενέργειας που µπορεί να αυξηθεί ή να µειωθεί. Στην κάθεξη µιλάµε συχνά για αυξηµένη ποσ τητα ενέργειας που έχει επενδυθεί σε ένα αντικείµενο. είτε επίσης στο Laplanche & Pontalis, 1973: 62-65 και 127-130. 6. Αναφέροµαι εδώ στη µεταγενέστερη ταξιν µηση που έκανε στο New Introductory Lectures of Psychoanalysis (1933β). Νωρίτερα, στο Beyond the Pleasure Principle (1920), την ίδια κατηγοριοποίηση ανέφερε και ως Έρως και Θάνατος. Στα νε τερα έργα του, και συγκεκριµένα στο Instincts and their Vicissitudes (1915) ανέφερε µ νο τις ορµές του εγώ, ή ορµές της αυτοσυντήρησης, και τις ορµές της σεξουαλικ τητας (1915: 121). Αυτές οι δ ο οµάδες δεν εξαφανίστηκαν, αλλά εντάχθηκαν το 1920 στην ευρ τερη κατηγορία του Έρωτα/ζωής. [ 30 ]
H ΨYXANAΛYTIKH ΘEΩPIA KAI H IA IKAΣIA THΣ TAYTIΣHΣ ίδιο τον εαυτ, εκδηλώνονται ως τάση αυτοκαταστροφής. Στην αλληλογραφία του µε τον Einstein (στο Why War? 1933), ο Freud τοποθέτησε τις ορµές αυτές στην καρδιά της πεσιµιστικής του άποψης για ένα µέλλον χωρίς πολέµους και συγκρο σεις, καθώς πίστευε τι είναι αδ νατο να απαλλαχτο ν οι άνθρωποι απ τις επιθετικές ορµές τους. Παρ λα αυτά, επισήµανε τι θα µπορο σε η επιθετικ τητα να εκτραπεί, να διοχετευτεί δηλαδή σε στ χους που θα είναι λιγ τερο επιζήµιοι για την κοινωνία, µέσω της επιστήµης και του πολιτισµο, και έτσι να αποφευχθο ν οι π λεµοι (η διαδικασία εκτροπής λέγεται µετουσίωση) 7. Οι ορµές της ζωής είναι αυτές που κάνουν τους ανθρώπους να ζουν µαζί και να δηµιουργο ν εν τητες και συλλογικές οντ τητες. Αυτές χωρίζονται στις ορµές του εγώ ή της αυτοσυντήρησης, και στις ορµές της σεξουαλικ τητας. Οι ορµές της αυτοσυντήρησης έχουν άµεση σχέση µε τις σωµατικές λειτουργίες που είναι απαραίτητες για τη ζωή του ανθρώπου ( πως η πείνα κλπ.). Επίσης, µως, είναι υπε θυνες και για τη δηµιουργία συναισθηµατικών και κοινωνικών 7. Έχει ενδιαφέρον να επισηµάνουµε το εξής. πως αναφέρθηκε, οι ορµές αυτές µπορεί να επιδιώξουν ακ µη και το θάνατο, και γι αυτ έχουν ονοµαστεί και ορµές του θανάτου. Οι ορµές του θανάτου είναι αυτές που «επιδιώκουν να οδηγήσουν τον άνθρωπο να καταστρέψει και να µειώσει τη ζωή στην αρχική της κατάσταση της αν ργανης ζωής» (Freud 1933: 357). Οι ορµές αυτές συνδέονται µε την καταπιεστική παρ ρµηση για επανάληψη (compulsion to repeat), η οποία συνδέεται µε τη συντηρητική φ ση των ορµών και χαρακτηρίζει το ασυνείδητο γενικά. Η παρ ρ- µηση για επανάληψη περιγράφει την εσωτερική πίεση που ασκείται ώστε να επιστρέψει ο ψυχισµ ς σε προγενέστερη κατάσταση απ αυτή που είναι. Αυτ σηµαίνει είτε να επαναλάβει στο παρ ν µια παλαι τερη ψυχολογική εµπειρία, χωρίς συνειδητή γνώση της αρχικής, είτε να επιθυµεί την επιστροφή σε προγενέστερες καταστάσεις τις οποίες αναπολεί ως ιδεατές. Στο βαθµ, λοιπ ν, που πριν απ τη ζωή, τη γέννηση δηλαδή εν ς ατ µου, υπάρχει η ανυπαρξία, η αν ργανη ζωή, η τάση επιστροφής στην προγενέστερη κατάσταση που περιγράφει η παρ ρµηση για επανάληψη σηµαίνει επιδίωξη του θανάτου. Στη δυάδα Έρως και Θάνατος, ο τελευταίος επιδιώκει να ακυρώσει, να καταστρέψει τη δηµιουργία δεσµών και εν τητας που επιδιώκουν οι ορµές του Έρωτα, της ζωής (Laplanche & Pοntalis 1973: 103). Οι ορµές του θανάτου πρωτοαναφέρθηκαν το 1920, στο Beyond the Pleasure Principle, και η επιθετικ τητα θεωρείται η εξωτερικευµένη τους έκφραση µάλιστα, οι Laplanche και Pοntalis αναφέρουν την επιθετικ τητα ως το κοµµάτι εκείνο των ορµών του θανάτου που κατευθ νεται προς τον εξωτερικ κ σµο. Πάντως, ενώ οι ορµές της επιθετικ τητας ή της καταστροφής αποτελο ν βασικ στοιχείο της ψυχαναλυτικής θεωρίας, η αναφορά στις ορµές του θανάτου είναι ιδιαίτερα περιορισµένη. Χωρίς να έχει ρητά απορριφθεί, η ιδέα της εν ρµησης που επιδιώκει το θάνατο προκάλεσε την αντίδραση ακ µη και των ορθ δοξων υποστηρικτών του Freud, βασισµένη κυρίως σε ηθικές αντιρρήσεις, αλλά και επειδή ήταν ιδιαίτερα ακραία για να στηριχτεί χωρίς ισχυρή κλινική υποστήριξη. Μάλιστα, και ο ίδιος ο Freud δεν τις ανέπτυξε περισσ τερο, χωρίς ωστ σο να τις απορρίψει, και στο New Introductory Lectures to Psychoanalysis (1933β: 136) ακολο θησε την ευρέως αποδεκτή και στη συνέχεια ταξιν µηση, σε ορµές της ζωής, και σε ορµές της επιθετικ τητας (που κατευθ νονται και στον εξωτερικ και στον εσωτερικ κ σµο του ατ µου). [ 31 ]
δεσµών, στο βαθµ που αυτ είναι απαραίτητο για την αυτοσυντήρηση: επειδή τα ανθρώπινα ντα δεν έχουν τη βιολογική δυνατ τητα να είναι αυτ νοµα και αυτάρκη µε το που γεννιο νται, χρειάζονται απαραιτήτως ένα προστατευτικ περιβάλλον για τη ζωή τους µε βασικ στοιχείο την οικογένεια, ή απλά τη µητέρα. Ας µην ξεχνάµε τι το ανθρώπινο βρέφος είναι ίσως το µ νο απ τα θηλαστικά που γεννιέται τ σο πρ ωρα, και η επιβίωσή του εξαρτάται κυριολεκτικά απ την παρξη εν ς άλλου. Η συνειδητοποίηση αυτή είναι καθοριστική για την παρξη κοινωνίας, αλλά δηµιουργεί και αντικρου µενα συναισθήµατα: η εξάρτηση απ κάποιον άλλο δηµιουργεί εκνευρισµ στο βρέφος, αλλά και τη συνειδητοποίηση τι η παρξή του προϋποθέτει και τους άλλους. Έτσι, οι ορ- µές της αυτοσυντήρησης είναι απ τη φ ση τους αρκετά εγωιστικές 8 (ορµές του εγώ), καθώς δηµιουργο ν και στηρίζουν τη συν παρξη και συµβίωση των ανθρώπων σε µια αναγκαι τητα. Αντιλαµβάνεται κανείς πως οι σωµατικές λειτουργίες υπαγορε ουν επιθυµίες που εκφράζονται στη συνέχεια ως ψυχολογικές ανάγκες, πως η ανάγκη για προστασία και το αίσθηµα της ασφάλειας, που δηµιουργο νται απ το σώµα αλλά στη συνέχεια αυτονοµο νται στο ψυχολογικ -διανοητικ επίπεδο αυτ ς είναι άλλωστε και ο ορισµ ς των ορµών. Οι σεξουαλικές ορµές επίσης σχετίζονται µε σωµατικά ερεθίσµατα και ανάγκες που αναζητο ν την ευχαρίστηση και έχουν ως σκοπ την ικανοποίηση του σώµατος (µε απώτερο σκοπ τη διαιώνιση του είδους). Αλλά δεν είναι µ νο αυτ : αναφέρονται σε οτιδήποτε µπορεί να συµπεριληφθεί στη λέξη αγάπη (ερωτικές σχέσεις, συναισθηµατικο ς δεσµο ς, φιλίες κλπ.). Πρ κειται για την ορµή της αγάπης, που έχει στον πυρήνα της τη σεξουαλική αγάπη, και αποτελεί κινητήριο δ ναµη κάθε οµαδοποίησης. Έτσι, στις ερωτικές σχέσεις των ζευγαριών οι ορµές της σεξουαλικ τητας έχουν έναν άµεσο σεξουαλικ στ χο µως, και στις οµάδες υπάρχει επίσης η σεξουαλικ τητα, αλλά η ορµή της διοχετε εται προς διαφορετικο ς στ χους, αφο ο αρχικ ς της αναστέλλεται: έτσι, η σχέση (ή οι λιµπιντικοί δεσµοί) 9 που αναπτ σσεται µεταξ των ατ µων διατηρεί την αρχική της ενέργεια/δ ναµη, που µως δηµιουργεί έναν οµαδικ δε- 8. Θα µπορο σαµε να υποθέσουµε τι εξαιτίας της ορµής της αυτοσυντήρησης η ορµή της επιθετικ τητας κατευθ νεται συχν τερα προς τον εξωτερικ κ σµο, και να το συνδέσουµε αυτ και µε την έντονη επιθετικ τητα που αναπτ σσουν τα άτοµα ταν βρίσκονται σε κίνδυνο, ταν αµ νονται, συσχετίζοντας έτσι την επιθετικ τητα των ατ µων και µε την ορµή της αυτοσυντήρησής τους. Ο Freud είχε αναρωτηθεί για τη σ νδεση των ορµών της αυτοσυντήρησης και του Θανάτου στο Beyond the Pleasure Principle (1920). 9. Λίµπιντο (libido) είναι το νοµα της ενέργειας που βρίσκεται πίσω απ τις ορµές και µε την οποία αυτές εκφράζονται, έρχονται στο προσκήνιο (Freud 1917γ: 355). Συνήθως συνδέεται µε τις σεξουαλικές ορµές. [ 32 ]
H ΨYXANAΛYTIKH ΘEΩPIA KAI H IA IKAΣIA THΣ TAYTIΣHΣ σµ αντί για µια ερωτική σχέση. Αυτ εκφράζεται ως ανάγκη επικοινωνίας 10, που προέρχεται απ τις ορµές της σεξουαλικ τητας. Αρχικά ο Freud χρησιµοποίησε τη λέξη σεξουαλικ ς µε τη συγκεκριµένη, καθοµιλουµένη της έννοια, αλλά αργ τερα της έδωσε µια «πολ ευρ τερη ερ- µηνεία που ισχ ει για κάθε ευχάριστο αίσθηµα που σχετίζεται µε τις σωµατικές λειτουργίες και, επίσης, µέσω της µετουσίωσης, µε συναισθήµατα πως η τρυφερ τητα, η ευχαρίστηση στην εργασία και η φιλία. Με άλλα λ για, χρησιµοποίησε τη λέξη για να αναφερθεί σε αυτ που µπορεί αρχικά να περιγραφεί ως επιθυµία» (Brown 1961: 20). Η επιθυµία είναι µια πολ σηµαντική έννοια, που βρίσκεται στο κέντρο κάθε ορµής: είναι η θέληση που αναζητά την εκπλήρωσή της, η κινητήριος δ ναµη για να επιδιώξουν οι ορµές την ικανοποίησή τους. Είναι επίσης και ο λ γος που οι ορµές µπορο ν να διαµεσολαβηθο ν κοινωνικά: γιατί, οι επιθυµίες µπορο ν τ σο να δηµιουργηθο ν σο και να επηρεαστο ν απ το κοινωνικ περιβάλλον. Σ µφωνα µε ένα νε τερο ερµηνευτή του Freud, τον Anthony Elliott, η επιθυµία εγείρεται πάντα σε σχέση µε κάποιον Άλλο, προϋποθέτει την παρξη των άλλων. Ενώ αρχικά ξεκινά απ µια βιολογική ανάγκη, την ξεπερνά και υπάρχει αυτ νοµα ως επιθυµία, επιθυµία για ευχαρίστηση. Χαρακτηριστικ είναι εδώ το παράδειγµα του θηλασµο, που αποτελεί µια απ τις πρώτες στιγµές της ζωής εν ς βρέφους, και µια απ τις πρώτες του ικανοποιήσεις επίσης. Ενώ αρχικά ο θηλασµ ς είναι επιθυµητ ς γιατί ικανοποιεί τη βιολογική ανάγκη και το συναίσθηµα της πείνας, στη συνέχεια γίνεται επιθυµητ ς καθαυτ ς, ανεξάρτητα απ την πείνα, γιατί δηµιουργεί ευχάριστα συναισθήµατα στο βρέφος (αγκαλιά, αγάπη, ζεστασιά κλπ.). Αυτή η αναζήτηση της απ λαυσης ανεξάρτητα απ την τροφή ονοµάζεται σεξουαλική (σεξουαλική επιθυµία). Η σεξουαλικ τητα λοιπ ν γεννιέται καθώς µια νέα σχέση δηµιουργείται µε τον Άλλο, µια σχέση λιµπιντική (δηλαδή, που περιέχει τις σεξουαλικές ορµές). Έτσι καθώς η αναζήτηση/απαίτηση αυτονοµείται απ την ανάγκη γεννιέται και η ασυνείδητη επιθυµία (Elliott 1999: 119) 11. Επίσης, η επιθυµία ξεπερνά και τα ίδια τα αντικείµενα που την ικανοποιο ν γιατί, ως θεµελιακή δ ναµη για την έκφραση των ορµών, είναι αστείρευτη και αδιάκοπη. Είναι, τέλος, ιδιαίτερα ενδιαφέρον τι δεν απευθ νεται απαραιτήτως σε ένα άλλο αντικείµενο, αλλά και σε µια άλλη 10. Αυτ αναφέρεται στα κείµενα της κοινωνικής ψυχολογίας ως εσωτερική ανάγκη για επικοινωνία (Cooley 1902). 11. Αυτή είναι και η µεγάλη συνεισφορά του Lacan στην ψυχανάλυση, σ µφωνα µε τον Elliott: η επεξεργασία της έννοιας της επιθυµίας και η σχέση της µε τον Άλλο, ο οποίος µάλιστα επισή- µανε τη σηµασία της γλώσσας, στο βαθµ που αυτή εκφράζει την επιθυµία. [ 33 ] 3 Eθνική Tαυτ τητα στην Eποχή της Παγκοσµιοποίησης
επιθυµία πως η επιθυµία να είµαι επιθυµητ ς, επιθυµία για αναγνώριση, αγάπη κ.ο.κ. (Szpilka 1999: 1176). Μια δυσκολία σον αφορά τις ορµές είναι τι είναι συχνά δ σκολο να τις διακρίνουµε ή να τις αναγνωρίσουµε γιατί υπ κεινται σε σηµαντικές µεταστροφές (vicissitudes). Οι µεταστροφές αυτές είναι οι εξής: αντιστροφή στο αντίθετ τους, επαναστροφή προς το ίδιο το άτοµο, απώθηση, και µετουσίωση. Η αντιστροφή µιας ορµής στο αντίθετ της (reversal into the opposite) είναι µια διεργασία κατά την οποία ο στ χος, η έκφραση ή η ενέργεια µιας ορµής µεταστρέφεται στο αντίθετ της. Η αντιστροφή µπορεί να είναι, για παράδειγµα, µια αλλαγή απ την ενεργητικ τητα στην παθητικ τητα (π.χ. σαδισµ ς και µαζοχισµ ς) ή µια αλλαγή στο περιεχ µεν της (π.χ. αγάπη και µίσος). Άµεσα συνδεδεµένη µε αυτή τη διεργασία είναι η επαναστροφή (turning around the subjects own self), κατά την οποία η ορµή υποκαθιστά ένα αντικείµενο µε το ίδιο το άτοµο. Εδώ, περιγραφικά µπορο µε να πο µε τι υπάρχει αλλαγή αντικειµένου, συγκεκριµένη µάλιστα αφο η ορµή στρέφεται στο ίδιο το άτοµο, χωρίς να συντελείται παράλληλα άλλη µεταβολή της, αλλά, πως µας πληροφορο ν οι Laplanche και Pontalis (1973), µπορεί αυτή η διεργασία να επακολουθήσει της αντιστροφής της ορµής στο αντίθετ της ή να συµβεί σε κάποιο ενδιάµεσο στάδιο αυτής πάντως, η σχέση τους είναι στενή, πως υποδηλώνει και το παράδειγµα του σαδισµο -µαζοχισµο. Η απώθηση (repression) 12 είναι µια πολ σηµαντική λειτουργία του ψυχισµο µέσω της οποίας «επιχειρεί να απωθήσει ή να περιορίσει στο ασυνείδητο αναπαραστάσεις (σκέψεις, εικ νες, αναµνήσεις) που συνδέονται µε την ορµή. Προκ πτει ταν η ικανοποίηση µιας ορµής που µπορεί η ίδια να δηµιουργήσει ευχαρίστηση εµπεριέχει το ρίσκο να προκαλέσει δυσαρέσκεια εξαιτίας άλλων απαιτήσεων» (Laplanche & Pontalis 1973: 390), απαιτήσεις που µπορεί να είναι εσωτερικές (ψυχικές) ή εξωτερικές (κοινωνικές). Συνεπώς, η απώθηση είναι ένας αµυντικ ς µηχανισµ ς που αρνείται σε ορισµένες ψυχικές αναπαραστάσεις των ορµών πρ σβαση στο συνειδητ. Να τονιστεί σε αυτ το σηµείο το γεγον ς τι η απώθηση µιας ορµής πραγµατοποιείται µέσω της απώθησης των ψυχικών αναπαραστάσεών της (συναισθήµατα, εικ νες, νειρα κλπ.) καθώς µ νο µέσα απ αυτές µπορο ν οι ορµές να φτάσουν στο συνειδητ και χι αφ εαυτές ( πως για παράδειγµα και το ένστικτο για τροφή εκδηλώνεται µε το αίσθηµα της πείνας). Επίσης, ταν µια ορµή απωθείται, η αναπαράσταση µε την οποία εκδηλώθηκε παραµένει συνήθως καθηλωµένη στην εν λ γω ορµή αυτή 12. Ο αγγλικ ς ρος repression έχει δ ο σηµασίες: καταπίεση και απώθηση. Στην ψυχανάλυση χρησιµοποιείται µε τη δε τερη σηµασία του αν και, προφανώς, υποδηλώνεται η παρξη µιας µορφής καταπίεσης στη διαδικασία της απώθησης (καταπίεση των ορµών π.χ.). [ 34 ]