Το δίκαιο των αδικοπραξιών Αδικοπραξία (αδίκημα) κατά το ΑΚ 914 = υποχρέωση προς αποζημίωση που έχει ένα πρόσωπο που προκάλεσε σε άλλον ζημία με παράνομη και υπαίτια πράξη του. Προϋποθέσεις Παράνομη συμπεριφορά (αποδοκιμάζεται από την έννομη τάξη) Υπαιτιότητα (ψυχική στάση του δράστη) Ζημία (βλάβη στα υλικά ή άυλα αγαθά) Αιτιώδης συνάφεια (μεταξύ νόμιμου λόγου ευθύνης και της ζημίας) Αν η ευθύνη είναι αντικειμενική αρκεί η πράξη, η ζημία και η αιτιώδης συνάφεια Αποτέλεσμα Υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης Για περιουσιακή ζημία Για μη περιουσιακή ζημία (ηθική βλάβη σωματική ακεραιότητα, υγεία, τιμή, ε λευθερία) Ψυχική οδύνη (για οικογένεια θανόντος) Εμείς θα μιλήσουμε για αδικοπραξίες λόγω αμέλειας (ατυχήματα) και όχι με δόλο (π.χ. αδικοπρακτική παρέμβαση τρίτου σε σύμβαση, προσβολή της προσωπικότητας, κλπ.) Οι περιπτώσεις πρόκλησης ζημίας σε τρίτον είναι πολλές. Όταν τα συναλλακτικά έξοδα είναι χαμηλά (και εφόσον τα δικαιώματα των μερών είναι σαφώς προσδιορισμένα), τα μέρη είναι δυνατόν να συμφωνήσουν εκ των προτέρων ως προς τον τρόπο αντιμετώπισης πιθανών ζημιών (θεώρημα Coase θετική εκδοχή). Ωστόσο συχνά, επειδή τα συναλλακτικά έξοδα είναι ιδιαίτερα υψηλά, τέτοιες συμφωνίες δεν είναι δυνατές (π.χ. ένας οδηγός αυτοκινήτου δεν είναι δυνατόν να συμφωνήσει με όλους του άλλους οδηγούν ή με όλους τους πεζούς σχετικά με την αντιμετώπιση πιθανού ατυχήματος). Στις περιπτώσεις αυτές είναι δυνατόν να εφαρμοστεί το θεώρημα Coase στην κανονιστική του μορφή, που διατύπωσε ο Richard Posner, σύμφωνα με την οποία ο νομοθέτης ή ο δικαστής πρέπει να μιμηθούν την αγορά, δηλαδή να επιλέξουν τη ρύθμιση που μεγιστοποιεί την κοινωνική ευημερία. Στο πλαίσιο αυτό, στην περίπτωση των ατυχημάτων, η κατανομή των δικαιωμάτων είναι σκόπιμο να γίνει με τρόπο έτσι ώστε να αναλαμβάνει το κόστος των ατυχημάτων εκείνο το μέρος που είναι στην καλύτερη θέση να αποφύγει ή να ελαχιστοποιήσει τη ζημία. Σε αντίθεση λοιπόν με τις συμβάσεις, όπου η επαφή είναι αμοιβαίως επωφελής, εδώ δεν υπάρχει συναίνεση από κανέναν (αν και ο ένας με τη θέλησή του αναλαμβάνει μια επικίνδυνη δραστηριότητα και ο άλλος αποζημιώνεται όχι όμως πλήρως). Λόγω του μεγάλου κόστους συναλλαγών στις αδικοπραξίες, θα πρέπει το δίκαιο να δώσει τη λύση. Συνεπώς: Στόχος της οικονομικής ανάλυσης του δικαίου των αδικοπραξιών είναι η ελαχιστοποίηση του συνολικού κόστους των ατυχημάτων
2 Οι τρεις τύποι του κόστους των ατυχημάτων, σύμφωνα με τον Guido Calabresi, The Costs of Accidents: A Legal and Economic Analysis (New Haven: Yale University Press, 1970): Πρωτογενές κόστος = η βλάβη του ζημιωθέντος (ιατρικά έξοδα, απώλεια μισθών). Δευτερογενές κόστος = το κοινωνικό κόστος των ατυχημάτων. 1 Είναι διαφορετικό ένα άτομο να υφίσταται ζημία 50.000 ευρώ και διαφορετικό κάθε ένα από 50.000 άτομα να υφίσταται ζημία 1 ευρώ. Για τη μείωση του δευτερογενούς κόστους ενδείκνυται η ασφάλιση, η οποία ωστόσο αυξάνει το πρωτογενές κόστος (πρόβλημα με κίνητρα δράστη αν δεν υπάρχει υποκατάσταση, ηθικός κίνδυνος θύματος moral hazard). Τριτογενές κόστος = το κόστος εφαρμογής του δικαίου των αδικοπραξιών. Π.χ. Αστυνομία που καλείται στον τόπο του ατυχήματος, έξοδα για τον υπολογισμό της ζημίας, έξοδα δικηγόρου, γενικότερα ο κόπος και ο χρόνος που συνδέεται με την άσκηση αγωγής αποζημίωσης. Αν τεθεί ως στόχος η μείωση του τριτογενούς κόστους (π.χ. με την καθιέρωση ενός καθεστώτος μη ευθύνης) αυξάνεται το πρωτογενές. Το ίδιο συμβαίνει αν τεθεί ως στόχος η μείωση του δευτερογενούς κόστους. Συνεπώς, το δίκαιο των αδικοπραξιών θα έπρεπε να δομηθεί έτσι ώστε να επιτυγχάνεται ο καλύτερος συγκερασμός των παραπάνω στόχων. Κατά λογική αναγκαιότητα, προτεραιότητα έχει ο στόχος της μείωσης του πρωτογενούς κόστους, στον οποίο επικεντρωνόμαστε στη συνέχεια. Για τη μείωση του πρωτογενούς κόστους απαραίτητη είναι η λήψη μέτρων αποτροπής του ατυχήματος, τα οποία πάντως επίσης κοστίζουν. Πολλές φορές μάλιστα το κόστος αποτροπής του ατυχήματος είναι μεγαλύτερο από το κόστος του ίδιου του ατυχήματος. Ο στόχος των οικονομικών είναι η ελαχιστοποίηση του συνολικού κόστους (κόστος ατυχήματος + κόστος αποτροπής). ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΑΤΥΧΗΜΑΤΩΝ οριακό κόστος αποτροπής = οριακό όφελος από αποτροπή Με άλλα λόγια: Μέτρα αποτροπής της ζημίας πρέπει να λαμβάνονται έως το σημείο στο οποίο η λήψη μιας επιπλέον μονάδας μέτρων αποτροπής κοστίζει όσο η μείωση της ζημίας που επιφέρει (η επόμενη μονάδα μέτρων αποτροπής θα μειώνει τη ζημία λιγότερο από το κόστος της). Αντίστοιχα καθορίζεται και το αποτελεσματικό επίπεδο δραστηριότητας: Μια επιπλέον μονάδα δραστηριότητας πρέπει να επιχειρείται όταν το όφελος από αυτής υπερβαίνει το κόστος της. Πώς επιτυγχάνεται αυτό; 1 Το κόστος της ανάληψης του κόστους των ατυχημάτων (Jules Coleman).
3 Με την υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης, δηλαδή με το να αναλαμβάνει το κόστος των ατυχημάτων ο δράστης (δηλ. σύμφωνα με την κανονιστική εκδοχή του θεωρήματος Coase εκείνο το μέρος που είναι στην καλύτερη θέση για να αποφύγει ή να ελαχιστοποιήσει τη ζημία). Αντίστοιχα δίνεται απάντηση στο ερώτημα ποιος είναι υπαίτιος: Learned Hand formula: PL > B P = πιθανότητα βλάβης L = ζημία B = κόστος αποτροπής της ζημίας PL = αναμενόμενο κόστος της βλάβης/ζημίας Σημαντικό ρόλο παίζει η προβλεψιμότητα της ζημίας. Αν ο δράστης δεν ήταν δυνατόν να προβλέψει το είδος της ζημίας που επήλθε, δεν θα μπορούσε να είχε λάβει μέτρα για την αποτροπή της. Για αυτό δεν έχει νόημα, από πλευράς οικονομικής ανάλυσης του δικαίου να υποχρεούται σε αποζημίωση για αυτή. (Διαφορετικό είναι το ζήτημα όταν ο δράστης μπορούσε να προβλέψει το είδος της ζημίας αλλά όχι την ακριβή της έκταση). ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ ΚΑΝΟΝΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΖΗΜΙΑΣ (Βασικές υποθέσεις: δράστης και θύμα ουδέτεροι ως προς τον κίνδυνο, με πλήρη πληροφόρηση) ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ 1Α ΜΟΝΟ Ο ΔΡΑΣΤΗΣ ΜΠΟΡΕΙ ( ή είναι αποτελεσματικό) ΝΑ ΛΑΒΕΙ ΜΕΤΡΑ ΠΡΟΛΗΨΗΣ (επίπεδο δραστηριότητας: σταθερό) Μη ευθύνη: καμία λήψη μέτρων αποτροπής αναποτελεσματικός κανόνας Αντικειμενική ευθύνη: Ο δράστης εσωτερικεύει το συνολικό κόστος της δραστηριότητάς του το κόστος του ελαχιστοποιείται όταν λαμβάνει τα αποτελεσματικά μέτρα α ποτροπής της ζημίας αποτελεσματικός κανόνας Υποκειμενική ευθύνη (εφόσον το μέτρο επιμέλειας τίθεται σύμφωνα με τη Learned Hand Formula): 2 Αν ο δράστης δεν λάβει τα αποτελεσματικά μέτρα προστασίας καταβάλλει αποζημίωση στο θύμα (και φέρει και το κόστος των όποιων ανεπαρκών μέτρων πρόληψης υιοθέτησε). Αν τα λάβει φέρει μόνο το κόστος των μέτρων αποτροπής και έτσι ελαχιστοποιεί το κόστος του αποτελεσματικός κανόνας. ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ 1Β ΜΕΤΡΑ ΠΡΟΛΗΨΗΣ ΜΟΝΟ ΑΠΟ ΔΡΑΣΤΗ ΕΠΙΠΕΔΟ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ: ΜΕΤΑΒΛΗΤΟ Αντικειμενική ευθύνη: αποτελεσματική (αιτιολογία όπως σε περίπτωση 1Α) 2 Πάντως αν το μέτρο επιμέλειας τεθεί υπερβολικά υψηλά, πάλι η υποκειμενική ευθύνη είναι αποτελεσματική, γιατί ο δράστης στην ουσία την αντιμετωπίζει σαν αντικειμενική ευθύνη Προτιμά να τηρεί το αποτελεσματικό μέτρο επιμέλειας και να καταβάλλει αποζημίωση.
4 Υποκειμενική ευθύνη: αναποτελεσματική: Ο δράστης, για να αποφύγει την ευθύνη, αρκεί να λαμβάνει αποτελεσματικά μέτρα αποτροπής της ζημίας, ανεξάρτητα από τον βαθμό της δραστηριότητάς του. Έτσι ασκεί τη δραστηριότητα σε υπερβολικό βαθμό. Η υποκειμενική ευθύνη μπορεί να γίνει αποτελεσματική αν στο απαιτούμενο επίπεδο ε πιμέλειας καθοριστεί όχι μόνο με αναφορά στα μέτρα αποτροπής της ζημίας αλλά και στο επίπεδο δραστηριότητας. ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ 2Α ΚΑΙ Ο ΔΡΑΣΤΗΣ ΚΑΙ ΤΟ ΘΥΜΑ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΛΑΒΟΥΝ ΜΕΤΡΑ ΠΡΟΛΗΨΗΣ (και αυτό είναι αποτελεσματικό) (επίπεδο δραστηριότητας σταθερό) Μη ευθύνη: Μέτρα πρόληψης μόνο από θύμα αναποτελεσματικό. Αντικειμενική ευθύνη: Μέτρα πρόληψης μόνο από δράστη αναποτελεσματικό. Ευθύνη από αμέλεια: Μέτρα πρόληψης από δράστη (βλ. περίπτωση 1Α) και από το θύμα, γιατί αν ο δράστης είναι επιμελής, τότε το θύμα δεν λαμβάνει καμία αποζημίωση είναι σαν να αντιμετωπίζει καθεστώς μη ευθύνης και για αυτό προσπαθεί να ελαχιστοποιήσει τη ζημία του. Η αντικειμενική ευθύνη μπορεί να γίνει αποτελεσματική αν συνδυαστεί με τον θεσμό του συντρέχοντος πταίσματος. ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ 2Β ΜΕΤΡΑ ΠΡΟΛΗΨΗΣ ΑΠΟ ΔΡΑΣΤΗ ΚΑΙ ΑΠΟ ΘΥΜΑ ΕΠΙΠΕΔΟ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑΣ: ΜΕΤΑΒΛΗΤΟ Ευθύνη από αμέλεια: υπερβολική δραστηριότητα δράστη αναποτελεσματική. Αντικειμενική ευθύνη: (με συντρέχον πταίσμα): υπερβολική δραστηριότητα θύματος αναποτελεσματική. Μόνη λύση στο πλαίσιο του δικαίου των αδικοπραξιών: καθορισμός του απαιτούμενου επιπέδου επιμέλειας όχι μόνο με αναφορά στα μέτρα αποτροπής της ζημίας αλλά και στο επίπεδο δραστηριότητας (βλ. και περίπτωση 1 Β).
5 Για όσους βρίσκουν τις γραφικές παραστάσεις επιβοηθητικές Συνολικό κόστος Κόστος μέτρων αποτροπής Αναμενόμενη ζημία x* μέτρα αποτροπής Τα μέτρα αποτροπής της ζημίας είναι ευθέως ανάλογα με το κόστος τους, δηλαδή κάθε επόμενο μέτρο κοστίζει όσο το προηγούμενο (αν το 1 μέτρο κοστίζει 2, τα 2 κοστίζουν 4, τα 3 κοστίζουν 6, κ.ο.κ.). Η αναμενόμενη ζημία εξαρτάται από τα μέτρα αποτροπής. Όσα περισσότερα μέτρα αποτροπής λαμβάνονται, τόσο περισσότερο μειώνεται η ζημία. Ωστόσο, η λήψη του πρώτου μέτρου αποτροπής μειώνει την αναμενόμενη ζημία περισσότερο από όσο η λήψη του δεύτερου μέτρου αποτροπής, που μειώνει τη ζημία περισσότερο από το τρίτο μέτρο αποτροπής κ.ο.κ. (π.χ. το πρώτο μέτρο μειώνει τη ζημία κατά 30, το δεύτερο κατά 20, το τρίτο κατά 15 κ.ο.κ. ). Γι αυτό η αναμενόμενη ζημία είναι μια καμπύλη και όχι ευθεία. Η καμπύλη με το συνολικό κόστος προκύπτει αν προσθέσουμε τις άλλες δύο (δηλαδή αν σε κάθε σημείο της καμπύλης με την αναμενόμενη ζημία προσθέσουμε από πάνω την αντίστοιχη απόσταση μεταξύ του οριζόντιου άξονα και την ευθείας με το κόστος των μέτρων αποτροπής της ζημίας). Το σημείο x* είναι το ελάχιστο της καμπύλης του συνολικού κόστους, δηλαδή στο σημείο αυτό ελαχιστοποιείται το άθροισμα της αναμενόμενης ζημίας και του κόστους των μέτρων αποτροπής της ζημίας. Συνεπώς, το x* είναι το αποτελεσματικό επίπεδο μέτρων αποτροπής της ζημίας.