ΠΡΑΚΤΙΚΑ
Περιεχόμενα 1. Φυσικό Περιβάλλον της Αμπέλου-Μεθοδολογία καθορισμού ζωνών. 2. Τεχνολογίες Γεωργίας Ακριβείας στην Αμπελουργία. 3. Εγκατάσταση αμπελώνα - Κρίσιμες αποφάσεις. 4. Χαρακτηριστικά μιας οικογενειακής αμπελοοινικής εκμετάλλευσης 5. Κλωνική Επιλογή Αμπέλου 6. Συμβατική, ολοκληρωμένη και βιολογική αμπελουργία 7. Συνεργασία αμπελοοινικών εταιριών και ερευνητικών ιδρυμάτων 8. Οι κυριότερες φυσιολογικές διαταραχές της αμπέλου 9. Μεθοδολογίες ορθολογικής διαχείρισης αρδευτικού νερού σε αμπελώνα. 10. Χρήση αντιδιαπνευστικών ουσιών σε οινοποιήσιμες ποικιλίες της αμπέλου. 11. Ωρίμανση σταφυλιών - Επίτευξη και προσδιορισμός της βέλτιστης τεχνολογικής ωριμότητας. 12. Ελληνικός Αμπελώνας: μεγέθη, κατανομή, κλήρος, πόροι και βιωσιμότητα. 13. Ελληνικές ποικιλίες - το σήμερα και αύριο του Ελληνικού Αμπελώνα. 14. Θεσμοί και οργάνωση του αμπελοοινικού κλάδου. 15. Στρατηγικό σχέδιο για το branding και το marketing του ελληνικού κρασιού: προκλήσεις για την Ελληνική Αμπελουργία. 2
ΦΥΣΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΤΗΣ ΑΜΠΕΛΟΥ KAI ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΥ ΖΩΝΩΝ Στέφανος Κουνδουράς Εργαστήριο Αμπελουργίας, Γεωπονική Σχολή Α.Π.Θ., 54124, Θεσσαλονίκη, τηλ. 2310998650, fax 2310998665, email skoundou@agro.auth.gr Ο γαλλικός όρος «terroir» περιγράφει ένα οικοσύστημα μέσα στο οποίο αλληλεπιδρούν στο χρόνο οι παράγοντες του φυσικού περιβάλλοντος (έδαφος και κλίμα), η άμπελος (ποικιλία και κλώνος) και ο άνθρωπος (παραδοσιακές αμπελουργικές και οινοποιητικές τεχνικές). Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται διεθνώς όχι μόνο ως δηλωτικό της ποιότητας του οίνου αλλά κυρίως της γνησιότητας (γεωγραφική προέλευση) και της αυθεντικότητάς του (μοναδικά και ιδιαίτερα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά) προσδίδοντας μία φήμη και ασφαλώς μία προστιθέμενη αξία στο τελικό προϊόν. Μεταξύ των παραγόντων του φυσικού περιβάλλοντος, το έδαφος είναι εκείνο στο οποίο αποδίδονται συχνότερα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των οίνων μίας περιοχής. Η ερμηνεία αυτής της επίδρασης γίνεται με όρους άλλοτε γεωλογικούς και άλλοτε καθαρά εδαφολογικούς. Η επίδραση της γεωλογίας αφορά κυρίως το ρόλο των πετρωμάτων στην εδαφογένεση αλλά είναι απομακρυσμένη από τον οίνο καθώς το ριζικό σύστημα της αμπέλου σπάνια έρχεται σε άμεση επαφή με το γεωλογικό υπόστρωμα. Σε ό,τι αφορά το έδαφος, η άμπελος προσαρμόζεται σε μεγάλο εύρος εδαφικών συνθηκών (εξαιρούνται προβληματικά, μη στραγγιζόμενα, έντονα αλατούχα και όξινα εδάφη κλπ) και σε ελάχιστες περιπτώσεις η ωρίμανση της σταφυλής επηρεάζεται άμεσα από αυτές (π.χ. χαλικώδη εδάφη του Chateauneuf-du- Pape, ηφαιστειακά εδάφη Σαντορίνης κλπ). Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχουν εδαφικοί τύποι που να κατέχουν το «προνόμιο» παραγωγής ποιοτικών οίνων. Εξαιρετικά κρασιά παράγονται σε πληθώρα εδαφικών συνθηκών, ανάλογα με το κλίμα, την ποικιλία, τον τύπο οίνου κλπ. Η ορθότερη ερμηνεία του ρόλου του εδάφους στο terroir είναι η αγρονομική, δηλαδή η διερεύνηση του ρόλου του εδάφους στη φυσιολογία της αμπέλου (και κατ επέκταση στην ωρίμανση της σταφυλής) και ιδιαίτερα του τρόπου με τον οποίο οι εδαφικοί παράγοντες (κυρίως βάθος και φυσικές/χημικές παράμετροι) επηρεάζουν το υδατικό καθεστώς και την ανόργανη θρέψη της αμπέλου. Στις περισσότερες περιπτώσεις, η υψηλή ποιότητα του οίνου συνδέεται με κάποιον περιοριστικό εδαφικό παράγοντα (κυρίως το νερό και δευτερευόντως το άζωτο) που μειώνει τη ζωηρότητα και την παραγωγή των πρέμνων και εξασφαλίζει μία πλήρη τεχνολογική, φαινολική και αρωματική ωρίμανση. Στο Bordeaux, οι πιο φημισμένοι οίνοι προέρχονται από τελείως διαφορετικά εδάφη (λ.χ. εδάφη ρηχά πάνω σε ασβεστόλιθο στο Saint Emilion, έντονα αργιλλώδη στο Pomerol, φτωχά αμμώδη-χαλικώδη στο Medoc κλπ) που έχουν όμως ως κοινό χαρακτηριστικό την πρόκληση μίας ήπιας υδατικής καταπόνησης στην άμπελο κατά την περίοδο ωρίμανσης. Ο έτερος εκ των παραμέτρων του περιβάλλοντος, το κλίμα, είναι ο πλέον σημαντικός για την ευδοκίμηση της αμπέλου και για τη διαμόρφωση των ποιοτικών 3
χαρακτηριστικών της παραγωγής της, τόσο διαμέσου των γενικών κλιματικών παραμέτρων (θερμοκρασία, ηλιοφάνεια, βροχόπτωση κλπ) μίας περιοχής (τοπικό κλίμα ή μεσοκλίμα) όσο και της μεταξύ των ετών διακύμανσής τους (εσοδεία). Μεταξύ των κλιματικών παραμέτρων, η θερμοκρασία έχει το σπουδαιότερο ρόλο για την προσαρμογή της αμπέλου σε μία περιοχή. Η άμπελος είναι φυτό των εύκρατων περιοχών (35º με 50º γεωγραφικό πλάτος) και έχει ως ελάχιστες απαιτήσεις μία μέση θερμοκρασία βλαστικής περιόδου 13 ºC και απόλυτα ελάχιστη -15 με -20 ºC (ανάλογα με την ποικιλία). Η θερμοκρασία επηρεάζει το χρόνο εμφάνισης των φαινολογικών σταδίων της αμπέλου (πρωιμότερη εμφάνιση της εκβλάστησης, άνθισης, περκασμού και επιτάχυνση του ετήσιου κύκλου σε θερμότερες συνθήκες) και συνεπώς καθορίζει το χρόνο της φυσιολογικής ωρίμανσης της σταφυλής. Επιπλέον, η θερμοκρασία της περιόδου ωρίμανσης επιδρά στις διεργασίες του πρωτογενούς αλλά και του δευτερογενούς μεταβολισμού της ράγας. Η παραγωγή οίνων με έντονο ποικιλιακό αρωματικό χαρακτήρα ευνοείται γενικά σε ήπιες θερμοκρασίες κατά την περίοδο ωρίμανσης (μέγιστη συσσώρευση σακχάρων σε θερμοκρασία <30 ºC, μειωμένος καταβολισμός του μηλικού οξέος σε συνθήκες χαμηλής θερμοκρασίας, ευνοϊκή θερμοκρασία για τη σύνθεση ανθοκυανών μεταξύ 20 και 25 ºC και μεταξύ 18 και 21 ºC για τη σύνθεση αρωματικών ενώσεων). Επειδή όμως οι πολυάριθμες οινοποιήσιμες ποικιλίες αμπέλου έχουν διαφορετικές θερμικές απαιτήσεις για την ολοκλήρωση του ετήσιου κύκλου τους και για την πλήρη ωρίμανση της παραγωγής τους, το άριστο θερμοκρασιακό εύρος στο οποίο επιτυγχάνεται η οργανοληπτική ποιότητα και η βέλτιστη έκφραση του ποικιλιακού χαρακτήρα είναι διαφορετικό για κάθε ποικιλία. Για το λόγο αυτό, όταν η καλλιέργεια της αμπέλου αποσκοπεί στην παραγωγή οίνων ποιότητας και τυπικότητας (οίνοι terroir), θα πρέπει οι κλιματικές (και κυρίως οι θερμικές) απαιτήσεις της ποικιλίας προς φύτευση να συνάδουν με το τοπικό κλίμα. Έτσι, η επιλογή ποικιλίας με μικρές θερμικές απαιτήσεις για την ολοκλήρωση του ετήσιου κύκλου της (πρώιμη) σε μία θερμή περιοχή με μεγάλη βλαστική περίοδο οδηγεί σε απότομη αύξηση των σακχάρων, απώλεια οξέων και ασύγχρονη ωρίμανση των τμημάτων της ράγας. Αντιστρόφως, η επιλογή ποικιλίας με μεγάλες θερμικές απαιτήσεις (μεγαλύτερος ετήσιος κύκλος) σε μία ήπια/ψυχρή κλιματικά περιοχή οδηγεί σε ανεπαρκή ωρίμανση και «φυτικά» αρώματα στον οίνο. Η επιλογή ποικιλίας με θερμικές απαιτήσεις συμβατές με το τοπικό κλίμα μετατοπίζει χρονικά την περίοδο ωρίμανσης σε ήπιες κλιματικές συνθήκες (Σεπτέμβριος- Οκτώβριος στο Β. Ημισφαίριο) εξασφαλίζοντας μία σταδιακή και πλήρη ωρίμανση της παραγωγής και μεγιστοποίηση του ποικιλιακού χαρακτήρα στον οίνο. Εξάλλου, στις περισσότερες παραδοσιακές οινοπαραγωγικές περιοχές του παλαιού οινικού κόσμου, οι τοπικές ποικιλίες κάθε περιοχής ολοκληρώνουν τον κύκλο τους και φτάνουν στην πλήρη ωρίμανση της παραγωγής τους κατά τους πρώτους φθινοπωρινούς μήνες όταν οι καιρικές συνθήκες είναι οι πλέον κατάλληλες για την ωρίμανση της σταφυλής (λ.χ. Pinot noir στη Βουργουνδία, Riesling στην Αλσατία, Merlot στο Bordeaux, Sangiovese στην Τοσκάνη, Nebbiolo στο Piemonte, Ξινόμαυρο στη Νάουσα, Αγιωργίτικο στη Νεμέα, Μοσχοφίλερο στη Μαντινεία, Ξυνιστέρι στην Κύπρο κλπ). Με βάση τα παραπάνω, δεν υπάρχουν συγκεκριμένοι τύποι εδάφους και κλίματος που να εξασφαλίζουν τη βέλτιστη ποιότητα και τυπικότητα των οίνων. Η έκφραση του χαρακτήρα του terroir είναι όμως συνδεδεμένη συνήθως με δύο κύρια 4
χαρακτηριστικά: την ταύτιση των θερμικών απαιτήσεων της ποικιλίας (πρωιμότητα) με το τοπικό κλίμα και την ύπαρξη ενός ήπια περιοριστικού εδαφικού παράγοντα (υδατικού ή/και θρεπτικού) κατά την αύξηση της αμπέλου και την ωρίμανση της ράγας. Στην περίπτωση που η απόκλιση από τις παραπάνω προϋποθέσεις είναι μεγάλη (πρωιμότητα ποικιλίας μη συμβατή με το τοπικό κλίμα ή/και περιοριστικός εδαφικός παράγοντας ανεπαρκής ή υπερβολικός) ενδυναμώνεται ο ρόλος των αμπελουργικών τεχνικών (υποκείμενο, σχήμα διαμόρφωσης, διευθέτηση φυλλώματος-μικροκλίμα, άρδευση, λίπανση κλπ) στην επίτευξη των επιθυμητών προδιαγραφών του τελικού προϊόντος. Η σημασία του φυσικού περιβάλλοντος στον ιδιαίτερο χαρακτήρα των οίνων, οδήγησε από νωρίς στον καθορισμό ζωνών γεωγραφικής προέλευσης των οίνων. Πρόσφατα, ο Διεθνής Οργανισμός Αμπέλου και Οίνου (OIV), στο πλαίσιο των εργασιών της Επιτροπής Αμπελουργίας, εκπόνησε μία ολοκληρωμένη μεθοδολογία καθορισμού οινοπαραγωγικών ζωνών με βάση το έδαφος και το κλίμα (Méthodologie de zonage vitivinicole au niveau du sol et du climat) με τη συνδρομή των καθηγητών Cornelis van Leeuwen του Πανεπιστημίου του Bordeaux και Benjamin Bois του Πανεπιστημίου της Βουργουνδίας. Τα οφέλη μίας τέτοιας μεθοδολογίας, πέρα από τη διερεύνηση του δυναμικού παραγωγής οίνων συγκεκριμένης τυπικότητας (δηλ. την οριοθέτηση ζωνών ΠΟΠ/ΠΓΕ) είναι και η διερεύνηση προσαρμογής ποικιλιών σε μία περιοχή, η βελτίωση/προσαρμογή καλλιεργητικών πρακτικών (υποκείμενο, αραίωμα φορτίου κλπ), η επιλεκτική διαχείριση αμπελοτεμαχίων, η βελτιστοποίηση χρήσης φυσικών πόρων (νερό κλπ) και η προστασία του αμπελουργικού τοπίου. Βέβαια η εφαρμογή μίας τέτοιας μεθοδολογίας έχει σημαντικές δυσκολίες: τη μεγάλη παραλλακτικότητα του εδάφους σε μικρή απόσταση (λιγότερο για το κλίμα), την απαίτηση για συνδρομή από πολλές επιστημονικές ειδικότητες (γεωλόγοι, εδαφολόγοι, κλιματολόγοι, γεωπόνοι, οινολόγοι κλπ), το υψηλό κόστος (ανάλογα με την απαιτούμενη κλίμακα) και τη χρήση διαφορετικών κριτηρίων επιλογής ανάλογα με το σκοπό (είδος οίνου, ποικιλία κλπ.). Σε ό,τι αφορά τη μεθοδολογία με βάση το κλίμα, απαιτείται καταρχήν συλλογή αξιόπιστων κλιματικών δεδομένων είτε από μετεωρολογικούς σταθμούς είτε από δορυφορικές πηγές. Τα δεδομένα θα πρέπει να καλύπτουν μεγάλες χρονοσειρές και να είναι ασφαλώς αντιπροσωπευτικά των υπό εξέταση αμπελουργικών περιοχών. Τα πρωτογενή δεδομένα χρησιμοποιούνται στη συνέχεια για τον υπολογισμό κλιματικών δεικτών ανάλογα με τον επιδιωκόμενο σκοπό. Έτσι, για τη διερεύνηση της διάρκειας της βλαστικής περιόδου και της ικανότητας προσαρμογής ποικιλιών σε μία περιοχή, χρησιμοποιούνται (1) η μέση θερμοκρασία βλαστικής περιόδου, (2) ο δείκτης του Winkler και (3) ο ηλιοθερμικός δείκτης του Huglin. Για τη διερεύνηση του δυναμικού μίας περιοχής για παραγωγή οίνων συγκεκριμένης τυπικότητας χρησιμοποιούνται (1) ο δείκτης νυχτερινής θερμοκρασίας, (2) ο αριθμός ημερών με μέγιστη θερμοκρασία > 30 ºC και > 35 ºC, (3) το ημερήσιο θερμομετρικό εύρος, (4) η καλοκαιρινή βροχόπτωση (Άνθιση Ωρίμανση), (5) η ημερήσια εξατμισοδιαπνοή κ.ο.κ. Το τελικό στάδιο της μεθοδολογίας με βάση το κλίμα είναι η γεωαναφορά των πρωτογενών και επεξεργασμένων δεδομένων και η χωρική αποτύπωση με τη μορφή θεματικών χαρτών, κάτι που απαιτεί πυκνό δίκτυο σταθμών και, όπου αυτό δεν είναι 5
δυνατό, παρεμβολή δεδομένων. Οι κλιματικοί χάρτες επιτρέπουν τον εντοπισμό ομοειδών κλιματικών ζωνών με τη χρήση κατάλληλων λογισμικών γεωστατιστικής. Η μεθοδολογία καθορισμού ζωνών με βάση το έδαφος ακολουθεί συνήθως τα εξής στάδια: τη μελέτη της γεωλογίας, τη μελέτη της γεωμορφολογίας, την εδαφολογική μελέτη και τέλος την επαλήθευση της μεθοδολογίας στο επίπεδο της οικοφυσιολογίας της αμπέλου και των χαρακτηριστικών της παραγωγής της. Η γεωλογική μελέτη παρέχει χρήσιμες πληροφορίες για τις συνθήκες εδαφογένεσης ενώ έχει μικρότερη παραλλακτικότητα σε σχέση με έδαφος, έχει μικρό κόστος (το σύνολο της ελληνικής επικράτειας είναι χαρτογραφημένο γεωλογικά) αλλά δεν συνδέεται άμεσα με τα χαρακτηριστικά της αμπέλου. Η γεωμορφολογική προσέγγιση (ανάγλυφο, τοπογραφία, υψόμετρο κλπ.) παρέχει επιπρόσθετες πληροφορίες για το έδαφος (βάθος), συνδέεται με χαρακτηριστικά του μεσοκλίματος (προσανατολισμός κλίσης, υψόμετρο), έχει μικρότερο κόστος λόγω της μεγάλης προόδου στον τομέα των γεωγραφικών συστημάτων πληροφοριών (GIS) αλλά μειονεκτεί, όπως και η προηγούμενη μεθοδολογία, στην απουσία άμεσης σύνδεσης με τα χαρακτηριστικά της αμπέλου. Η εδαφολογική μελέτη είναι η πιο ολοκληρωμένη (ιδιαίτερα εφόσον συμπληρώνεται από την εκτίμηση του βάθους του εδάφους) καθώς παρέχει μεγαλύτερη ακρίβεια και συνδέεται πιο άμεσα με τα χαρακτηριστικά της αμπέλου. Εντούτοις το κόστος της είναι πολύ υψηλότερο (ιδιαίτερα μάλιστα όταν η απαιτούμενη κλίμακα είναι μεγάλη) καθώς απαιτεί διάνοιξη εδαφοτομών και φρεατίων και διενέργεια εδαφολογικών αναλύσεων στο εργαστήριο. Η επιλογή της κλίμακας εξαρτάται από το μέγεθος και τους επιθυμητούς στόχους της χαρτογράφησης. Για το επίπεδο ενός αμπελοτεμαχίου, η κλίμακα πρέπει είναι μεγάλη και λεπτομερής, π.χ. 1:500 με 1:1.000, για επίπεδο ενός μεγάλου κτήματος 1:2.500 με 1:5.000 ενώ μειώνεται στην περίπτωση εδαφολογικών μελετών σε επίπεδο ζώνης ΠΟΠ (1:10.000 με 1:25.000 για μικρή ζώνη και 1:50.000 με 1:100.000 για μεγαλύτερες). Ανάλογα με την επιλεγμένη κλίμακα είναι ο αριθμός των παρατηρήσεων ανά μονάδα επιφάνειας και το απαιτούμενο κόστος σύμφωνα με τον Πίνακα 1 (μεγάλη κλίμακα χαρτογράφησης είναι πιο ακριβής αλλά και πιο δαπανηρή). Πίνακας 1. Αριθμός παρατηρήσεων και δειγματοληψιών ανάλογα με την κλίμακα της εδαφολογικής μελέτης (πηγή OIV) Κλίμακα Αριθμός στρεμμάτων ανά φρεάτιο Αριθμός στρεμμάτων ανά εδαφοτομή Ημερήσια έκταση (στρ) Κόστος ( ) ανά στρέμμα (τιμές 2000) 1/2.500 1 με 2 40 με 100 20 με 40 30 με 40 1/10.000 5 με 30 100 με 500 400 με 800 3 με 6 1/25.000 50 με 200 500 με 2000 1000 με 2500 1,5 με 2 1/100.000 500 με 1000 3000 με 10000 5000 με 10000 0,15 με 0,30 Ωστόσο, η αποτελεσματικότητα τέτοιων μελετών μπορεί σήμερα να αυξηθεί με τη χρήση των νέων τεχνολογιών γεωργίας ακριβείας (λ.χ. ηλεκτρική αγωγιμότητα του εδάφους, δείκτες βλάστησης) που επιτρέπουν τη γρήγορη χαρτογράφηση του 6
εδάφους ή του αμπελώνα και τη σημαντική μείωση του κόστους καθώς επιτρέπουν τη μείωση του αριθμού των παρατηρήσεων ανά μονάδα επιφάνειας. Για την επαλήθευση της μεθοδολογίας καθορισμού ζωνών, θα πρέπει να γίνεται (σε ένα περιορισμένο δείγμα αμπελοτεμαχίων) μία μελέτη της οικοφυσιολογίας της αμπέλου (με μέτρηση παραμέτρων όπως υδ.δυναμικό, χλωροφύλλη, άζωτο, φωτοσύνθεση, αύξηση βλαστών κλπ) αλλά και αξιολόγηση της ωρίμανσης των σταφυλιών και των χημικών και οργανοληπτικών χαρακτηριστικών των οίνων. Σήμερα, νέες μέθοδοι επιτρέπουν τη συλλογή και γεωαναφορά μεγάλου αριθμού δεδομένων συνδεδεμένων με τη φυσιολογία της αμπέλου (λ.χ. ισοτοπικός δείκτης δ 13 C για το υδατικό καθεστώς, δείκτης βλάστησης NDVI για την αζωτούχο θρέψη και ζωηρότητα κλπ) και επιτρέπουν τη μείωση του κόστους της οικοφυσιολογικής μελέτης. Συμπερασματικά, οι δύο μεθοδολογίες καθορισμού ζωνών (με βάση το έδαφος και το κλίμα αντίστοιχα) μπορούν να χρησιμοποιούνται μαζί ή χωριστά ανάλογα με τον επιδιωκόμενο σκοπό. Έτσι, για τη διερεύνηση του δυναμικού μίας περιοχής για παραγωγή οίνων ορισμένης τυπολογίας, οι δύο μεθοδολογίες πρέπει να χρησιμοποιούνται συμπληρωματικά. Εφόσον ο σκοπός είναι η επιλογή ποικιλίας, η μεθοδολογία με βάση το κλίμα είναι επαρκής ενώ αντίθετα όταν ο σκοπός είναι η προσαρμογή καλλιεργητικών παραμέτρων (σχήμα διαμόρφωσης, υποκείμενο κλπ.) ή χωρικά διαφοροποιημένη διαχείριση αμπελώνα, η μεθολογία με βάση το έδαφος είναι η καταλληλότερη. 7
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΑΚΡΙΒΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΜΠΕΛΟΥΡΓΙΑ Δημήτριος Γεωργίου Τάσκος Ι. Μπουτάρης & Υιός Οινοποιητική Α.Ε., Στενήμαχος Ημαθίας, 59 200 Νάουσα, Τηλ. 6979000535-2332059717, Fax. 2332041240, dimitris.taskos@boutari.gr Οι τεχνολογίες και οι μέθοδοι που θα αναφερθώ, και που έχει επικρατήσει να ονομάζονται συνολικά Αμπελουργία Ακριβείας (ΑΑ, Precision Viticulture), αποτελούν εξελίξεις της τελευταίας 15ετίας και συνδέονται σε μεγάλο βαθμό με τις σύγχρονες τάσεις στην παραγωγή των σταφυλιών και του οίνου. Θεωρώ λοιπόν σκόπιμο, να αναφερθώ πρώτα στα βασικά χαρακτηριστικά του σύγχρονου αμπελώνα και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο αμπελουργός σήμερα. Στη συνέχεια, θα περιγράψω την ΑΑ, τα μέσα και τις μεθόδους της, καθώς και την σχέση της με την σύγχρονη αμπελουργία. Τέλος, θα αναφερθώ στις προκλήσεις που βάζει η νέα αυτή στρατηγική σχεδιασμού, εγκατάστασης, και διαχείρισης των αμπελώνων στον ερευνητή, στον αμπελουργό και τον οινοποιό. Σύγχρονη αμπελουργία Η σύγχρονη αμπελουργία λειτουργεί σε περιβάλλον εντεινόμενου ανταγωνισμού όπου η εφαρμογή στρατηγικών αποτελεσματικής διαχείρισης των αμπελώνων είναι κρίσιμη για τη επιτυχία μιας αμπελουργικής εκμετάλλευσης. Επομένως, η διαχείριση των αμπελώνων παραγωγής οινοποιήσιμων σταφυλιών, όπου η προστιθέμενη αξία των παραγόμενων προϊόντων μπορεί να είναι μεγάλη, πρέπει να είναι τέτοια ώστε να επιτυγχάνεται η οικονομική και περιβαλλοντική βιωσιμότητα τους. Όμως η εξασφάλιση της βιωσιμότητας και της κερδοφορίας εξαρτάται από τον ρυθμό επιστροφής του επενδυμένου κεφαλαίου, την πληρότητα της αξιοποίησης των διαθέσιμων πόρων, και την συμμόρφωση με υποχρεώσεις που αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος και τη διατήρηση των φυσικών πόρων (Clingeleffer et al., 1999). Ιδιαίτερα, η διαχείριση των διαθέσιμων φυσικών πόρων και των εισροών, όπως του νερού, του εδάφους, και των θρεπτικών στοιχείων, είναι ιδιαίτερα σημαντική γιατί επιδρά στην αύξηση, την παραγωγή των σταφυλιών, και τη σύσταση της ράγας, και επομένως εν δυνάμει και στην ποιότητα του παραγόμενου οίνου (Keller, 2005). Σε κάθε περίπτωση, στη σύγχρονη αμπελουργία, η επίτευξη των στρατηγικών στόχων της καλλιέργειας του αμπελώνα εξαρτάται από τη δυνατότητα του αμπελουργού να λαμβάνει τις σωστές αποφάσεις διαχείρισης, στον σωστό χρόνο και να ενσωματώνει στην πρακτική του τις τεχνολογικές προόδους με την μεγαλύτερη ταχύτητα και αποτελεσματικότητα. Εύλογα τίθεται το ερώτημα αν έχει την δυνατότητα ο αμπελουργός να πετύχει όλα τα παραπάνω και αν ναι, πως. Είναι αποδεδειγμένο πια, ότι εδώ μπορεί να βοηθήσουν τα μέσα που προσφέρει σήμερα η ΑΑ κι αυτό γιατί υπάρχει κάτι στα αμπέλια που όταν δεν λαμβάνεται υπόψη μειώνει την αποτελεσματικότητα της καλλιέργειας και, εν δυνάμει και της οινοποίησης. 8
Η πρόκληση της ανομοιογένειας των αμπελώνων Από τότε που ο άνθρωπος καλλιεργεί αμπέλια και παράγει οίνο, γνωρίζει ότι η Γή, το έδαφος και η μορφολογία του, δεν είναι ομοιόμορφα. Αυτή η ανομοιομορφία δημιουργεί παραλλακτικότητα στη βλάστηση, στο σταφύλι, και τελικά στον οίνο. Έτσι, οι ποσοτικές και ποιοτικές παράμετροι της παραγωγής των αμπελώνων, παρουσιάζουν μεταβλητότητα στο χώρο και τον χρόνο και το μέγεθος της διακύμανσης αυτής μπορεί να είναι μεγάλο. Πράγματι, έχει παρατηρηθεί ότι μέσα στον ίδιο αμπελώνα τα διαλυτά στερεά συστατικά της ράγας παραλλάσσουν κατά 20 % ενώ οι φαινολικές ενώσεις και η απόδοση σταφυλιού πολύ περισσότερο (117 % και 900 % αντίστοιχα). Παρατηρούμε ότι ένα από τα ευρέως χρησιμοποιούμενα κριτήρια ωριμότητας και υπολογισμού της αξίας της σταφυλικής παραγωγής, η συγκέντρωση των διαλυτών στερεών είναι από αυτά που παραλλάσσουν λιγότερο στο χώρο εντός των αμπελώνων. Επειδή στην αμπελουργία τα επίπεδα των εισροών, όπως για παράδειγμα του νερού και των θρεπτικών στοιχείων, δεν είναι τόσο ψηλά όσο σε άλλες καλλιέργειες, μέχρι πρόσφατα δίνονταν έμφαση περισσότερο στην επίτευξη των κύριων καλλιεργητικών ποιοτικών και ποσοτικών στόχων και λιγότερο στους διαθέσιμους πόρους. Ωστόσο, τα αυξανόμενα κόστη παραγωγής, οι περιορισμοί στους διαθέσιμους πόρους όπως το νερό, αλλά και μια σειρά τεχνολογικών εξελίξεων επιβάλουν σήμερα την ανάγκη εφαρμογής νέων και πιο αποτελεσματικών μεθόδων σχεδιασμού και διαχείρισης (Proffitt and Bramley, 2010). Επιπλέον, τα τελευταία χρόνια έχει γίνει αποδεκτό ότι η αποτελεσματική διαχείριση των αμπελώνων πρέπει να παίρνει υπόψη και την μεγάλη διακύμανση της παραγωγής και της σύστασης των σταφυλιών που μπορεί να υπάρχει μέσα στους αμπελώνες (Hall et al., 2008). Η ύπαρξη της μεταβλητότητας των ιδιοτήτων της βλάστησης και του σταφυλιού στους αμπελώνες είναι γνωστή από παλιά. Ωστόσο, έλειπαν τα μέσα για την καταγραφή και ερμηνεία της, έτσι εκλαμβάνονταν ως αναπόφευκτο γεγονός και η διαχείριση ανομοιόμορφων αμπελώνων έτεινε να είναι ομοιόμορφη. Αμπελουργία ακριβείας Η αμπελουργία ακριβείας είναι ένα σύστημα λήψης αποφάσεων και διαχείρισης των αμπελώνων με το οποίο επιδιώκεται ο αποτελεσματικότερος έλεγχος της διαδικασίας παραγωγής, ώστε τελικά να επιτυγχάνεται η βελτιστοποίηση των εισροών και των μεθόδων καλλιέργειας και τελικά η παραγωγή προϊόντων ποιότητας με μικρότερο κόστος. Για την επίτευξη αυτών των στόχων, είναι απαραίτητη η γνώση της διακύμανσης εγγενών χαρακτηριστικών των αμπελώνων, όπως οι ιδιότητες του εδάφους και τα τοπογραφικά χαρακτηριστικά, καθώς και η ζωηρότητα και απόδοση των φυτών σε μεγάλη χωρική ευκρίνεια (Bramley, 2010). Έτσι, ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της αμπελουργίας ακριβείας είναι ο έλεγχος και η καταγραφή της διακύμανσης που εμφανίζουν στους αμπελώνες οι φυσικοί, χημικοί, και βιολογικοί παράγοντες που επηρεάζουν τις επιδόσεις των φυτών της αμπέλου (Hall et al., 2002). Στο εννοιολογικό πλαίσιο της στρατηγικής αυτής, η ύπαρξη σημαντικής μεταβλητότητας σε ένα αμπελουργικό σύστημα είναι ισοδύναμη με την ύπαρξη δυνατοτήτων βελτίωσης των επιδόσεων του αμπελώνα και ταυτόχρονα είναι προϋπόθεση για την εφαρμογή της. 9
Τεχνολογίες που χρησιμοποιούνται στην ΑΑ, έρευνα και εφαρμογές Μπορούμε να φανταστούμε την ΑΑ σαν ένα κυκλικό μηχανισμό με δυνατότητα ανατροφοδότησης και διαρκούς βελτίωσης των επιδόσεων της παραγωγικής διαδικασίας. Τα κομβικά σημεία του μηχανισμού αυτού είναι η παρατήρηση και συλλογή δεδομένων, η χωρική τους περιγραφή, η ερμηνεία και αξιολόγηση τους, και τέλος η χωρικά διαφοροποιημένη διαχείριση. Ανάμεσα στις άλλες τεχνολογίες, ο δορυφορικός εντοπισμός θέσης (GPS) είναι η κύρια τεχνολογική εξέλιξη των τελευταίων ετών που έδωσε ώθηση στην καινούργια προσέγγιση της ΑΑ. Ωστόσο, μια σειρά από άλλες εξελισσόμενες τεχνολογίες επιτρέπουν την περιγραφή της διακύμανσης των ιδιοτήτων του εδάφους (π.χ. μηχανική σύσταση, διαθέσιμο βάθος, στράγγιση, διαθέσιμο νερό) και των φυτών (όγκος φυλλώματος και ζωηρότητα, θρεπτική κατάσταση, σύσταση της ράγας) με πολύ μεγάλη χωρική και χρονική ευκρίνεια. Η ΑΑ βρίσκει εφαρμογή είτε στο σχεδιασμό νέων αμπελώνων που πρόκειται να εγκατασταθούν είτε στη διαχείριση ήδη εγκατεστημένων αμπελώνων. Η έρευνα και η εφαρμογή των αποτελεσμάτων της δείχνει ότι και στις δύο αυτές περιπτώσεις μπορεί να υπάρξουν σημαντικά οφέλη για τον αμπελουργό και τον οινοποιό. Σε υπό εγκατάσταση αμπελώνες, η εγγενής ανομοιομορφία των χαρακτηριστικών του εδάφους και της μορφολογίας του, αλλά και του μεσοκλίματος του αμπελώνα, αντιμετωπίζεται εξαρχής και μόνιμα με προσαρμογή της σχεδίασης του αμπελώνα στις τοπικές συνθήκες. Έτσι, κρίσιμες αποφάσεις όπως για παράδειγμα η επιλογή του υποκειμένου και τον αποστάσεων φύτευσης μπορεί να γίνει με πολύ μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και πολύ καλύτερη τεκμηρίωση (Bramley, 2009). Επιπλέον, η στρατηγική διαχείρισης του εδάφους μπορεί να καθοριστεί με μεγαλύτερη ακρίβεια όπως και άλλες πλευρές της διαχείρισης όπως η άρδευση και το σύστημα της άρδευσης. Ένας αμπελώνας σχεδιασμένος στην βάση αυτών των τεχνολογιών είναι αναμφίβολα καλύτερα προσαρμοσμένος στην επιλεγμένη κατεύθυνση παραγωγής. Έχει πλέον αποδειχτεί ότι η παραδοσιακή δειγματοληψία για την καταγραφή των ιδιοτήτων του εδάφους, εργασία που γίνεται πριν την εγκατάσταση των αμπελώνων αλλά και αργότερα, δεν μπορεί να δώσει την πληροφορία της ΑΑ. Από την άλλη, η χρήση αισθητήρων που καταγράφουν έμμεσα τις μεταβολές των ιδιοτήτων του εδάφους μπορεί να δώσει την πληροφορία που χρειάζεται ο αμπελουργός για να πάρει αποφάσεις κατά την εγκατάσταση ή τη καλλιέργεια του αμπελιού του. Στην περίπτωση ήδη εγκατεστημένων αμπελώνων, μεταξύ των μεθόδων που χρησιμοποιούνται ευρέως στην ΑΑ για την περιγραφή και ανάλυση της χωρικής παραλλακτικότητας που παρουσιάζει η παραγωγή των πρέμνων και η σύσταση των σταφυλιών, η οπτική τηλεπισκόπιση παρέχει πληροφορία μεγάλης χρονικής και χωρικής ευκρίνειας. Στην άμπελο, οι ιδιότητες του φυλλώματος σχετίζονται στενά με την παραγωγή και τη σύσταση των σταφυλιών (Smart and Robinson, 1991). Επομένως, η απόκτηση της πληροφορίας για την μεταβλητότητα στο χώρο των επιδόσεων των πρέμνων είναι εφικτή, γιατί οι ιδιότητες του φυλλώματος συνδέονται άμεσα με τα χαρακτηριστικά του ηλιακού φωτός που αντανακλάται από το φύλλωμα (Hall et al., 2002). Το ανακλώμενο φώς, φυσικό ή τεχνητό, καταγράφεται από ειδικούς ανιχνευτές (sensors) που βρίσκονται σε απόσταση ή κοντά στο φύλλωμα των πρέμνων. Μετά από κατάλληλη ερμηνεία, η αποκτώμενη πληροφορία μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην καλλιέργεια των αμπελώνων. 10
Οι πρακτικές εφαρμογές της οπτικής τηλεπισκόπησης στην αμπελουργία περιλαμβάνουν 1. Στοχευόμενη και επιλεκτική συγκομιδή και εν δυνάμει παραγωγή οίνων υψηλότερης αξίας 2. Βελτίωση της αποτελεσματικότητας εφαρμογής φυτοφαρμάκων και θρεπτικών στο φύλλωμα με χρήση συστημάτων VRT (τεχνολογιών μεταβλητής παροχής) 3. Αποτελεσματικότερη εφαρμογή νερού 4. Αποτελεσματική παρακολούθηση της ωρίμασης των σταφυλιών Σε αντίθεση με τις μονοετείς καλλιέργειες όπου οι τεχνικές της γεωργίας ακριβείας εφαρμόστηκαν αρχικά, στην αμπελουργία οι πρώτες εφαρμογές αφορούσαν τη χρήση δορυφορικών εικόνων ή αεροφωτογραφιών που μετά από επεξεργασία και σε συνδυασμό με δειγματοληπτική επιτόπια αξιολόγηση της σύστασης των σταφυλιών, χρησιμοποιούνταν (και χρησιμοποιούνται ακόμη) στη χρήση επιλεκτικού ή κατευθυνόμενου τρυγητού. Έχει αποδειχτεί ότι μπορούν να προσφέρουν σημαντικά οικονομικά οφέλη και είναι κατάλληλες για τις περιπτώσεις αμπελώνων όπου ο τρύγος πραγματοποιείται χειρωνακτικά και η άμεση χαρτογράφηση της παραγωγής δεν είναι εφικτή. Μία παρόμοια προσέγγιση, όμως με αρκετά πλεονεκτήματα σε σχέση με τις δορυφορικές εικόνες και τις αεροφωτογραφίες, προσφέρει η εξελισσόμενη τεχνολογία των επίγειων αισθητήρων. Η έρευνα που έχει πραγματοποιηθεί στη χώρα μας όσο αφορά τη χρήση των επίγειων αισθητήρων στους αμπελώνες έδειξε ότι μπορούν να δώσουν αξιόλογες πληροφορίες για τη βλάστηση και παραμέτρους της σύστασης της ράγας όπως είναι η συγκέντρωση χρωστικών (Stamatiadis et al., 2006) (Stamatiadis et al., 2010). Παρότι η έρευνα αυτή πραγματοποιήθηκε σε αμπελώνες με έκταση από 5-10 στρ., η παραλλακτικότητα που παρατηρήθηκε σε διάφορα χαρακτηριστικά των φυτών ήταν σημαντική για να δικαιολογήσει την εφαρμογή μεθόδων ΑΑ. Ακόμη περισσότερο, πρόσφατη έρευνα στη βόρεια Ελλάδα (υπό δημοσίευση), σε αμπελώνες των ποικιλιών Cabernet Sauvignon και Ξινόμαυρο, έδειξε ότι με τη χρήση ενός νέου τύπου αισθητήρα φυλλώματος, μπορούμε να προβλέψουμε με ικανοποιητική ακρίβεια εκτός από τη βιομάζα χαρακτηριστικά όπως ο εφοδιασμός των φυτών με άζωτο, η περιεκτικότητα του φυλλώματος σε χλωροφύλλη, και η σύσταση των σταφυλιών. Μόλις πρόσφατα έγιναν διαθέσιμοι στην αγορά εξειδικευμένοι αισθητήρες για τον ταχύ προσδιορισμό των χρωστικών της σταφυλής στον αμπελώνα. Αυτή η εξέλιξη, όπως δείχνει σχετική έρευνα (Bramley et al., 2011), θα δώσει επιπλέον δυνατότητες στο αμπελουργό και τον οινοποιό να εφαρμόσουν τις πρακτικές της ΑΑ. PV και το οινοπέδιο (terroir) Είναι φανερό λοιπόν ότι η ΑΑ και οι τεχνολογίες που χρησιμοποιούνται σε αυτή εξελίσσονται διαρκώς. Αυτή η εξέλιξη όμως, εκτός από τις εφαρμογές που έχει στον αμπελώνα, προβάλλει νέες προκλήσεις για τον αμπελουργό και τον οινοποιό. Έτσι, για παράδειγμα, ενώ η προσέγγιση της ΑΑ δίνει την δυνατότητα να κατανοήσουμε 11
πολύ καλύτερα τον τρόπο που το οινοπέδιο επηρεάζει την ανάπτυξη των φυτών της αμπέλου και την σύσταση των σταφυλιών, εγείρει ωστόσο το ερώτημα σε ποια χωρική κλίμακα εκδηλώνεται η επίδραση αυτή. Αλλιώς, μπορούμε να μιλάμε για διαφορές μεταξύ αμπελώνων όταν γνωρίζουμε ότι σημαντική παραλλακτικότητα των χαρακτηριστικών του οινοπέδιου υφίσταται εντός των αμπελώνων? Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις στην οινοπαραγωγή. Επίσης, η ΑΑ βάζει το ερώτημα της επάρκειας της αμπελουργικής γνώσης, αφού εκθέτει με λεπτομέρεια πλευρές της λειτουργίας του οινοπέδιου. Συμπεράσματα 1. Η σχεδίαση και εγκατάσταση νέων αμπελώνων μπορούν να γίνουν με πιο αποτελεσματικό τρόπο. Ικανοποιητική τεχνογνωσία έχει αναπτυχθεί στη χώρα μας για την εφαρμογή τεχνολογιών της ΑΑ. Οι μικρές οινοποιητικές επιχειρήσεις μπορούν να ωφεληθούν. 2. Η ΑΑ μπορεί να δώσει προστιθέμενη αξία στο σταφύλι και στον οίνο, ακόμη και σε μικρούς αμπελώνες. 3. Τα τεχνολογικά μέσα της ΑΑ εξελίσσονται με ταχύτητα. Νέες λύσεις αλλά και προκλήσεις αναμένεται να προκύψουν. Η τεχνολογική πρόοδος της ΑΑ δεν μειώνει την ανάγκη για βασική γνώση αλλά την κάνει πιο επιτακτική. Βιβλιογραφία Clingeleffer, P. R., Sommer, K. J. and Walker, R. R. (1999). Holistic system approach for sustainable vineyard management for grape and wine quality.proceedings of the Tenth Australian Wine Industry Technical Conference, Sydney, New South Wales. Eds. RJ Blair, AN Sas, PF Hayes and PB Hoj (Australian Wine Research Institute: Urrbrae) pp. pp. 188-196. Smart, R. and Robinson, M. (1991). Sunlight into wine: a handbook for winegrape canopy management. Winetitles. Bramley, R. G. V. (2009). Next steps in Precision Viticulture Spatial data for improved design of vineyard (re-) planting. Bramley, R. G. V. (2010). Precision viticulture: managing vineyard variability for improved quality outcomes. Managing wine quality: Viticulture & wine quality, 1 445-480. Hall, A., Lamb, D., Holzapfel, B. and Louis, J. (2002). Optical remote sensing applications in viticulture - A review. Australian Journal of Grape and Wine Research, 8(1), 36-47. Hall, A., Louis, J. P. and Lamb, D. W. (2008). Low-resolution remotely sensed images of winegrape vineyards map spatial variability in planimetric canopy area instead of leaf area index. Australian Journal of Grape and Wine Research, 14(1), 9-17. 12
Keller, M. (2005). Deficit irrigation and vine mineral nutrition. American Journal of Enology and Viticulture, 56(3), 267-283. Proffitt, T. and Bramley, R. (2010). Further developments in Precision Viticulture and the use of spatial information in Australian vineyards. Australian viticulture, 14(1), 31-38. Stamatiadis, S., Taskos, D., Tsadila, E., Christofides, C., Tsadilas, C. and Schepers, J. S. (2010). Comparison of passive and active canopy sensors for the estimation of vine biomass production. Precision Agriculture, 11(3), 306-315. Stamatiadis, S., Taskos, D., Tsadilas, C., Christofides, C., Tsadila, E. and Schepers, J. S. (2006). Relation of ground-sensor canopy reflectance to biomass production and grape color in two merlot vineyards. American Journal of Enology and Viticulture, 57(4), 415-422. 13
Εγκατάσταση αμπελώνα - Κρίσιμες αποφάσεις Ηλίας Κόρκας Σχολή Τεχνολογίας Τροφίων & Διατροφής Τμήμα Οινολογίας & Τεχνολογίας Ποτών ΑΤΕΙ Αθήνας, Αγ, Σπυρίδωνα, 122 10 Αιγάλεω Τηλ. 210 53 85 503, Email: elkorkas@teiath.gr Ερώτημα 1 ον Συμφέρει, σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, η εγκατάσταση ενός νέου αμπελώνα; Σύμφωνα με μια μελέτη της «ΕΝΩΣΗΣ ΟΙΝΟΠΑΡΑΓΩΓΩΝ ΤΟΥ ΑΜΠΕΛΩΝΑ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.» κατά το 2004 το κόστος εγκατάστασης για 1 στρ. ανερχόταν = 1.363 και το κόστος παραγωγής στα 352 /στρ. (όπου το 80% αφορούν στις εργατοώρες 3 /ώρα). Επομένως για ένα ετήσιο εισόδημα της τάξεως των 15.000 απαιτούνται τουλάχιστον 51,5 στρ. αμπελώνα (=70.000 κόστος εγκατάστασης). Στη συνέχεια αν λάβουμε υπόψη μας αφενός τις δαπάνες μηχανολογικού εξοπλισμού, που σήμερα ξεπερνούν τις 45.000, και αφετέρου το κεφάλαιο επένδυσης για την αγορά γης ύψους 105.000 (51,5 στρ. Χ 2.000 ), καταλήγουμε σ ένα συνολικό κεφάλαιο επένδυσης ύψους 220.000. Αυτό το ποσό μεταφράζεται σε συνολικό κόστος 457,40 / στρ., 60,00 = κόστος για την αγορά τόκοι κεφαλαίου ή ενοικίαση γης, 45,40 κόστος εγκατάστασης (30 έτη), 352,00 κόστος παραγωγής, για την παραγωγή 1.200 κιλών σταφυλιών, ήτοι ελάχιστη τιμή πώλησης σταφυλικής παραγωγής 0,38. Ερώτημα 2 ον Ποια τοποθεσία είναι κατάλληλη για την εγκατάσταση ενός νέου αμπελώνα; Η πιο σημαντική απόφαση για έναν αμπελώνα είναι ο προσδιορισμός της καταλληλότητας μιας τοποθεσίας, η οποία χαρακτηρίζεται από το μακροκλίμα (οι μακροπρόθεσμα επικρατούσες συνθήκες της περιοχής - θερμοκρασία, βροχοπτώσεις, άνεμοι), το μεσοκλίμα Τοπογραφία (η εγγύτητα μεγάλων μαζών γης βουνά- και υδάτων - λίμνες, θάλασσες - επηρεάζουν επίσης το τοπικό κλίμα ενός αμπελώνα, όπως επίσης η κλίση και ο προσανατολισμός μιας πλαγιάς) και το έδαφος (μηχανική σύσταση, φυσικοχημικές ιδιότητες κλπ.). Όσον αφορά στο μακροκλίμα, ν αποφεύγονται περιοχές που υπόκεινται σε χαμηλές θερμοκρασίες το χειμώνα (κατώτατο όριο -20 ο C), όψιμους παγετούς την άνοιξη (εμφανίζονται μετά την έκπτυξη των οφθαλμών), υπερβολική ζέστη το καλοκαίρι (θερμοκρασίες > 30 ο C σε συνδυασμό με υψηλές θερμοκρασίες τη νύχτα μειώνουν την ποιότητα των σταφυλιών και του κρασιού - ταχεία ωρίμανση - τα κρασιά είναι φτωχά σε φρουτώδη αρώματα), υψηλές τιμές βαθμοημερών ανάπτυξης (growing degree days - GDD) μεταξύ 1 Απριλίου και 31 Οκτωβρίου, υψηλή μέση θερμοκρασία του θερμότερου μήνα και απρόβλεπτες βροχοπτώσεις κατά την ωρίμανση (τέλη Αυγούστου - αρχές Οκτωβρίου) που καταστρέφουν την παραγωγή. 14
Οι βροχοπτώσεις δεν θεωρούνται γενικά ως κριτήριο επιλογής του τόπου, αλλά επηρεάζουν σημαντικά την παραγωγή σταφυλιών. Οι ανάγκες των αμπελιών σε νερό ποικίλουν ανάλογα με την ηλικία τους, την παρουσία ή απουσία ανταγωνισμού από ζιζάνια, και τις συνθήκες εξάτμισης στους οποίες εκτίθενται τα αμπέλια. Ηλικιωμένα αμπέλια χρειάζονται 600 800 mm βροχής ετησίως. Ν αποφεύγονται περιοχές που αντιμετωπίζουν χρόνιες ελλείψεις νερού κατά τη διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου, ή να εξετάζετε η συμπλήρωση με αρδεύσεις. Μεσοκλίμα Τοπογραφία: 1) Προσανατολισμός των πλαγιών: οι Ανατ., Βορ. και ΒΑ πλαγιές είναι μάλλον καλύτερες. Τα αμπέλια σε μια Ανατ. πλαγιά θα στεγνώσουν νωρίτερα (από δροσιά ή βροχή) από εκείνα που σε μια Δυτ. πλαγιά, πιθανώς μειώνοντας τα προβλήματα των ασθενειών. Νοτ. και Δυτ. πλαγιές είναι θερμότερες από Ανατ. και Βορ. Νότιες εκθέσεις ζεσταίνονται νωρίτερα την άνοιξη και μπορεί να προηγηθεί ελαφρώς η έκπτυξη των οφθαλμών σε σύγκριση με βόρειες πλαγιές, αλλά ως συνέπεια υφίστανται αυξημένοι κίνδυνοι παγοπληξίας. Νοτ. και Δυτ. πλαγιές μπορεί επίσης να είναι θερμότερες κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Γενικότερα μια πλήρης έκθεση στην ηλιακή ακτινοβολία και μια καλή κυκλοφορία του αέρα είναι σημαντική. 2) Κλίση εδάφους: Μια μικρή έως μέτρια κλίση μπορεί να είναι ευεργετική γιατί επιταχύνει την απορροή του ψυχρού αέρα. Γενικά, όσο πιο απότομη είναι η πλαγιά, τόσο πιο γρήγορα κινείται καθοδικά ο ψυχρός αέρας, με την προϋπόθεση ότι δεν υπάρχουν εμπόδια στην κίνηση του αέρα. Απότομες πλαγιές, ωστόσο, μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα (μηχανήματα δύσκολο - επικίνδυνο να λειτουργήσουν, η διάβρωση του εδάφους αυξάνεται). Μια κλίση μεγαλύτερη από 1,5% είναι επιθυμητή αλλά να αποφευχθεί μεγαλύτερη του 15%. 3) Έδαφος: Το έδαφος θα πρέπει να παρέχει στα αμπέλια τα περισσότερα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά και το νερό. Τα αμπέλια ανέχονται ένα ευρύ φάσμα ειδών εδάφους και επιπλέον, μπολιασμένα σε ανθεκτικά υποκείμενα, μπορούν να επεκταθούν τα περιθώρια της καταλληλότητας ενός εδάφους σε κάποιο βαθμό. Ωστόσο, το έδαφος θα πρέπει να πληροί ορισμένα ελάχιστα προσόντα. Πρωταρχικής σημασίας μεταξύ των απαιτήσεων του εδάφους είναι το επαρκές βάθος (75-100 εκ. διαπερατό έδαφος) και η ικανότητα αποστράγγισης. Τα εδάφη χωρίς βάθος περιορίζουν την ανάπτυξη των ριζών και την ικανότητα των αμπελιών να αποκτήσουν το απαραίτητο νερό κατά τη διάρκεια εκτεταμένων περιόδων ξηρασίας. Οι ρίζες απαιτούν επίσης καλό αερισμό. Η ανάπτυξη των ριζών και η ευημερία της αμπέλου μειώνονται όταν το έδαφος είναι βαρύ κατά τη διάρκεια της καλλιεργητικής περιόδου. Καλά στραγγιζόμενα εδάφη είναι απαραίτητα για τους αμπελώνες. Τα ιδανικά εδάφη για αμπελώνες θα πρέπει να είναι μέτριας γονιμότητας. Η πείρα δείχνει ότι τα πολύ γόνιμα εδάφη μπορεί να περιπλέξουν τη διαχείριση αμπέλου, διότι ευνοούν την υπερβολική βλαστική ανάπτυξη. Αντίθετα, σε φτωχό έδαφος οι απαιτήσεις σε θρεπτικά συστατικά είναι μεγάλες, ώστε θα πρέπει να χορηγηθούν συστηματικά μεγάλες ποσότητες λιπασμάτων. Επιβάλλεται η δειγματοληψία του εδάφους πριν από τη φύτευση του αμπελώνα για τον προσδιορισμό του ph, της οργανικής ουσίας και της διαθεσιμότητας των μακροστοιχείων (P, K, Mg). Ένα έδαφος είναι ιδανικό για τα αμπέλια όταν η τιμή του ph κυμαίνεται από 6,0 7,0. 15
Ερώτημα 3 ον Τι πρέπει να κάνω πριν την εγκατάσταση του αμπελώνα; Ένα χρόνο πριν από τη φύτευση θα πρέπει ν απομακρυνθούν δέντρα, θάμνοι και βράχια. Να ελεγχθεί και να διορθωθεί ανάλογα το ph και η περιεκτικότητα του εδάφους σε βασικά θρεπτικά στοιχεία. Να ακολουθήσει βαθιά άροση σε βάθος > 60 εκ. Να διορθωθούν τυχόν εσωτερικά προβλήματα αποστράγγισης. Να ξεκινήσει ο σχεδιασμός του αμπελώνα και να παραγγελθούν τα αμπέλια. Κατά το σχεδιασμό του αμπελώνα θα πρέπει: 1) Να αποφασιστεί η κατεύθυνση γραμμών φύτευσης: Σε επίπεδες τοποθεσίες ο προσανατολισμός των σειρών θα πρέπει να μεγιστοποιήσουν το μήκος των σειρών και να ελαχιστοποιήσουν τον αριθμό τους. Σε τοποθεσίες με κλίση οι γραμμές θα πρέπει να τοποθετηθούν κάθετα στην κυρίαρχο κλίση του τεμαχίου για την ελαχιστοποίηση της διάβρωσης του εδάφους. Ο προσανατολισμός των γραμμών παράλληλα με τους ανέμους κατά του θερινούς μήνες ενισχύει τον αερισμό του αμπελώνα (πολύ σημαντική επίδραση στην μείωση της θερμοκρασίας των σταφυλιών και του φυλλώματος, η οποία συμβάλλει σημαντικά στη βελτίωση της σύνθεσης σταφυλιών). Μια άλλη σκέψη είναι να μεγιστοποιηθεί η αξιοποίηση του ηλιακού φωτός από το φύλλωμα του αμπελιού. Μελέτες έχουν δείξει ότι σειρές προσανατολισμένες σε μια κατεύθυνση βορρά-νότου λαμβάνουν περισσότερο ηλιακό φως και παράγουν ελαφρώς υψηλότερες αποδόσεις από εκείνες που κατευθύνονται από ανατολικά προς τα δυτικά. Σε περιοχές με πολλές υγρασίες κατά τις πρωινές ώρες της ημέρας ενδείκνυται ένας προσανατολισμός από Α Δ για να στεγνώνει γρήγορα το φύλλωμα και να αποφεύγονται οι επιβλαβείς ασθένειες (Περονόσπορος, Βοτρύτης κλπ.) 2) Να αποφασιστεί η απόσταση γραμμών φύτευσης. Η μέγιστη παραγωγικότητα επιτυγχάνεται όταν το μεγαλύτερο μέρος του ηλιακού φωτός είναι διαθέσιμο στο φύλλωμα του αμπελώνα. Η έρευνα δείχνει ότι η παραγωγικότητα των αμπελιών και η ποιότητα των σταφυλιών μεγιστοποιούνται όταν το φύλλωμά τους διαμορφώνεται σε λεπτά και κάθετα βλαστικά τείχη. Η απόσταση ανάμεσα σε δύο γειτονικές γραμμές δεν θα πρέπει να είναι μικρότερη από το προβλεπόμενο ύψος των βλαστικών τειχών για να ελαχιστοποιηθεί η σκίαση από τις γειτονικές γραμμές και επιπλέον να επιτρέπει την καλή κυκλοφορία του αέρα. Ένα συνηθισμένο ύψος γραμμικού αμπελώνα είναι 2,0 2,2 μ., όπου το ύψος του βλαστικού τείχους ανέρχεται στα 1,2 1,4 μ. Τα συμβατικά πλάτη όμως του μηχανολογικού εξοπλισμού καθορίζουν κατά κανόνα την ελάχιστη απόσταση μεταξύ των σειρών στα 2,40-3,00 μ. Σε εδάφη μέσης γονιμότητας, οι αλληλεπιδράσεις των ριζών σε συνεχόμενες γραμμές αμπελιών παύουν εντελώς όταν η απόσταση μεταξύ των γραμμών είναι > 2 μέτρων. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη το ύψος και το πάχος του φυλλώματος, για την εξάλειψη της σκίασης η σχέση ύψος/απόσταση βλαστικού τείχους θα πρέπει να είναι 0,8. 3) Να αποφασιστεί η πυκνότητα φύτευσης: Επιδρά τόσο στην απόδοση των φυτών όσο και στην ποιότητα των σταφυλιών. Δεν είναι παράξενο όταν ακούγεται, ότι η βελτίωση της ποιότητας των σταφυλιών σε νέους αμπελώνες απαιτεί, τουλάχιστον, μια πυκνότητα φύτευσης της τάξεως 500 έως 600 φυτών ανά στρέμμα, ή και περισσότερο. Η βασική ιδέα φαίνεται να υιοθετεί την άποψη, ότι η υψηλή πυκνότητα βελτιώνει την ποιότητα.οι παράγοντες που επηρεάζουν την πυκνότητα φύτευσης είναι: η γονιμότητα του εδάφους, η υγρασία 16
του εδάφους, η θερμοκρασία και η ηλιοφάνεια του περιβάλλοντος, η ευρωστία της καλλιεργούμενης ποικιλίας, ο βαθμός εκμηχάνισης της καλλιέργειας κ.ά. Με αποστάσεις μεταξύ των σειρών φύτευσης > 3,00 μ. αυξάνεται η επιβάρυνση των φυτών πάνω από τη μέση αποδοτική ικανότητά τους, έτσι ώστε να μειώνεται η μέση απόδοση του αμπελώνα τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά. Σε κάθε φυτό θα πρέπει να αντιστοιχεί μια έκταση 2-3 μ 2 ( 2,5 μ 2 ), Το πλάτος της γραμμής (βλαστικού τοιχώματος) καθορίζει τον αριθμό των γραμμών ανά στρέμμα (συνεπώς και το συνολικό μήκος καρποφόρου ξύλου ανά στρέμμα) και έχει μεγάλη επιρροή στο ποσό της ηλιακής ενέργειας που μπορεί να απορροφηθεί. Συνεπώς, αυτό επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό το ύψος της παραγωγής ανά στρέμμα. Η απόσταση μεταξύ των φυτών επί της γραμμής και ως εκ τούτου η απόδοση ανά μέτρο γραμμής είναι η βασική παράμετρος για τη δημιουργία ποιοτικού σταφυλιού. Τα παγκόσμια στοιχεία δείχνουν ότι η καλύτερη ποιότητα σταφυλιών επιτυγχάνεται όταν ο αριθμός των αμπελιών κυμαίνεται από 250-400 ανά στρέμμα. Τα δεδομένα στη διεθνή βιβλιογραφία αποδίδουν προτεραιότητα στην «φυσιολογική ισορροπία» μιας δεδομένης φύτευσης, η οποία εξαρτάται από το περιβάλλον και κατά συνέπεια από τις διαφορετικές πυκνότητες. 17
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΜΙΑΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗΣ ΑΜΠΕΛΟΟΙΝΙΚΗΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ Χαρούλα Σπινθηροπούλου, Δρ. γεωπόνος, οινολόγος Αργατία Ο.Ε., Ροδοχώρι, Τ.Θ. 6, 59200 Νάουσα, τηλ. 6972884212, +302332051080, e-mail: haroulaargatia@gmail.com Θα ξεκινήσω την εισήγησή μου δίνοντας τον ορισμό της οικογενειακής εκμετάλλευσης όπως εγώ τον αντιλαμβάνομαι: Μια οικογενειακής μορφής επιχείρηση που περιλαμβάνει αμπελώνες και οινοποιείο και στην οποία όλες οι αναγκαίες εργασίες (καλλιέργεια αμπελώνων, παραγωγή κρασιού, διάθεση) πραγματοποιούνται από τα μέλη της οικογένειας. Για να είναι βιώσιμη μια τέτοια εκμετάλλευση θα πρέπει να διαθέτει 20-50 στρ, έκταση την οποία μια τετραμελής οικογένεια μπορεί άνετα να διαχειριστεί. Όταν μιλώ για ένα οικογενειακό οινοποιείο, το μυαλό μου πάντα πηγαίνει στη Βουργουνδία, όπου υπάρχουν πολλές οικογενειακές εκμεταλλεύσεις με εκτάσεις που μοιάζουν με αυτές των ελληνικών οικογενειακών εκμεταλλεύσεων και οι οποίες δραστηριοποιούνται σε ένα γεωμορφολογικό περιβάλλον που μοιάζει με αυτό πολλών ελληνικών περιοχών. Υπάρχουν βέβαια και σημαντικά στοιχεία διαφοροποίησης. Στη Βουργουνδία τα οικογενειακά οινοποιεία δραστηριοποιούνται μέσα σε ένα zonage viticole με ξεκάθαρα χαρακτηριστικά όσον αφορά την ποιότητα, τον χαρακτήρα, και την «τιμή» των κρασιών. Έχουν παράλληλα μια μακρόχρονη και συνεχή παράδοση και μια ιστορία που δικαιολογεί την τιμολογιακή πολιτική των οικογενειακών οινοποιείων και εξασφαλίζει τη βιωσιμότητά τους ακόμη και με ένα πολύ μικρό αριθμό φιαλών. Επισκεπτόμενος ένα τέτοιο οινοποιείο και έχοντας τις κατάλληλες διασυνδέσεις μπορείς να δοκιμάσεις κρασιά 20,30, 40, 50 ετών, να επισκεφτείς αμπελώνες που ξεπερνούν τα 100 έτη. Τι γίνεται στην Ελλάδα; Την τελευταία εικοσαετία έχουμε μία σημαντική αύξηση των οικογενειακής μορφής οινοποιείων, με αμπελώνες ηλικίας μικρότερης των 20 ετών (στις περισσότερες περιπτώσεις), χωρίς όμως ξεκάθαρους στόχους. Μικρά οινοποιεία που θέλουν να γίνουν Μπουτάρης στη θέση του Μπουτάρη, που να λεν ότι είναι οικογενειακά, αλλά να έχουν και τους εργάτες τους για να αισθάνονται «αφεντικά» Οι ιδιοκτήτες τους είναι γεωπόνοι, οινολόγοι, αμπελουργοί, γιατροί, δικηγόροι, μηχανικοί κλπ Ευτυχώς σε αρκετές περιπτώσεις η επιλογή της δημιουργίας μιας οικογενειακής αμπελοοινικής εκμετάλλευσης είναι συνειδητή. Σε πολλές όμως περιπτώσεις είναι καθαρά για την απόκτηση ενός prestige που θεωρείται ότι παρέχει η ενασχόληση με 18
το κρασί και μιας λάθος αντίληψης που συνδέει το «μου αρέσει να πίνω κρασί» με το «αγαπώ το κρασί». Έτσι οι ιδιοκτήτες συχνά στερούνται γνώσεων και δεν έχουν καμία διάθεση να εκπαιδευτούν, θεωρούν ότι τα ξέρουν όλα και ότι το κρασί τους είναι το καλύτερο, συνήθως χωρίς να μπουν στον κόπο να δοκιμάσουν κανένα άλλο. Δυστυχώς τα παραπάνω δεν είναι αποκυήματα της φαντασίας μου. Φυσικά θέλοντας να σας παρουσιάσω τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα μιας οικογενειακής εκμετάλλευσης δε θα μπορούσα παρά να παρουσιάσω ως παράδειγμα την δική μας εκμετάλλευση, την Αργατία. Καλλιεργούμε 21 στρ αμπελώνες γηγενών ποικιλιών με κυρίαρχη ποικιλία το Ξινόμαυρο, με βάση τις αρχές της βιολογικής γεωργίας. Οι πρώτοι μας αμπελώνες φυτεύτηκαν το 2000, ενώ το 2009 φυτέψαμε το τελευταίο μας αμπελοτεμάχιο. Κτίσαμε το οινοποιείο μας το 2006, το οποίο έχει μία δυναμικότητα 30 τν. Αυτή τη στιγμή παράγουμε 8000 φιάλες και το οινοποιείο βγάζει απλά τα έξοδά του. Θεωρούμε ότι σε δύο χρόνια που όλα τα αμπέλια μας θα είναι σε πλήρη παραγωγή θα φτάσουμε τις 15000 φιάλες, μέγεθος που εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα του οινοποιείου και την αξιοπρεπή μας διαβίωση. Όλες οι εργασίες γίνονται αποκλειστικά από τα μέλη τις οικογένειας και φίλους. Γιατί δημιουργήσαμε την αμπελοοινική μας εκμετάλλευση; 1. Γιατί θέλαμε να αλλάξουμε τρόπο ζωής 2. Για να αξιοποιήσουμε τα αποτελέσματα της εικοσαετούς έρευνας και της εμπειρίας μας στην πράξη 3.Γιατί αγαπάμε τον τόπο μας και θέλαμε να βοηθήσουμε στην αγροτοτουριστική του ανάπτυξη Ας δούμε τώρα τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της μικρής μας οικογενειακής εκμετάλλευσης στις διάφορες φάσεις της παραγωγικής διαδικασίας. ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΤΟΥ ΑΜΠΕΛΙΟΥ Εδώ μόνο πλεονεκτήματα μπορώ να αναφέρω: Το κόστος διαχείρισης των αμπελώνων μας είναι μικρότερο σε σχέση με μεγαλύτερα μεγέθη που απαιτούν ξένη εργασία, το δε ετήσιο κόστος παραγωγής σταφυλιού ανέρχεται στα 30-40 λεπτά Δουλεύοντας ο ίδιος τα αμπέλια σου, αποκτάς ακριβή γνώση των ιδιαιτεροτήτων του κάθε αμπελοτεμαχίου και της ποιότητάς του, αλλά και βιώνεις τις ιδιαιτερότητες της κάθε χρονιάς Επεμβαίνεις έγκαιρα στην κάθε εργασία αφού δεν έχεις ωράριο. Το σημαντικότερο όμως πλεονέκτημα είναι το γεγονός ότι δουλεύεις σε ένα υγιές περιβάλλον και βλέπεις κάθε χρόνο το αποτέλεσμα των ενεργειών σου. Δεν υπάρχει ωραιότερο πράγμα από αυτό. Ακόμα και τις εποχές τις βιώνεις διαφορετικά μέσα στο αμπέλι. 19
ΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ Εδώ αρχίζουν τα δύσκολα. Τα αρνητικά σημεία είναι αρκετά και ξεκινούν από το μικρό μέγεθος της εκμετάλλευσης και από το γεγονός ότι για καθαρά ερευνητικούς σκοπούς φυτέψαμε αρκετές ελληνικές ποικιλίες και κλώνους ποικιλιών. Οι διαφορετικής ωρίμανσης ποικιλίες, τα διαφορετικά εδάφη που καλλιεργείται η ίδια ποικιλία παρουσιάζουν μία σχετική δυσκολία διαχείρισης της πρώτης ύλης στο βέλτιστο της τεχνολογικής ωριμότητας της κάθε ποικιλίας. Επιπλέον οι μικρές ποσότητες αναγκάζουν στη χρήση πολλών μικρών δεξαμενών με υψηλότερο κόστος αγοράς. Από την άλλη χρειάζεσαι ένα μικρό πιεστήριο και περισσότερες πιέσεις και άρα περισσότερη εργασία. Γενικά όλος ο εξοπλισμός της οινοποίησης είναι αναλογικά ακριβότερος. Υψηλότερο είναι και το κόστος των αναλωσίμων οινοποίησης, χρειάζεσαι κάποια γραμμάρια ενός σκευάσματος για μια δεξαμενή και είσαι αναγκασμένος να αγοράσεις μία μεγάλη συσκευασία που μπορεί το υπόλοιπο να μη σου ξαναχρειαστεί ή να έχει την επόμενη φορά που θα το θέλεις να έχει λήξει. Αλλά και το κόστος των αναλύσεων είναι υψηλό. Πληρώνεις το ίδιο για ένα δείγμα από μία 2τν δεξαμενή ή μία 20τν. Το κόστος των υλικών συσκευασίας είναι επίσης υψηλό και έχεις και επιπλέον το βραχνά της κατώτερης παραγγελίας. Θυμάμαι τον πρώτο χρόνο που παραγγείλαμε καψύλια και κιβώτια, η παραγγελία μας ήταν για 5 χρόνια με ότι αυτό συνεπάγεται (χρήματα, αποθήκευση κλπ). Ξεκινήσαμε με 3 διαφορετικές φιάλες για να καταλήξουμε σε μία προσπαθώντας να βελτιώσουμε τη διαχείρισή τους. Τέλος έχουμε να αντιμετωπίσουμε και το πολύ υψηλό κόστος των ασφαλιστικών ταμείων. Στα θετικά στοιχεία θα ήθελα να αναφέρω την παραγωγή κρασιών που φέρνουν το στίγμα της χρονιάς, τη μικρότερη καταπόνηση του σταφυλιού και του γλεύκους κατά την οινοποίηση αφού χρησιμοποιούμε όπου μπορούμε τα χέρια μας και όχι τα μηχανήματα, την αξιοποίηση όλου του σταφυλιού (τσίπουρο για οικογενειακή κατανάλωση, κομπόστ για τον μπαξέ κλπ) και τέλος ένα σχετικά μικρότερο λειτουργικό κόστος κυρίως όσον αφορά τη θέρμανση που είναι πολύ σημαντικός παράγοντας του κόστους στη βόρεια Ελλάδα και το ρεύμα (αφού θερμαίνουμε και καίμε ρεύμα μόνο όταν είμαστε στο οινοποιείο). ΕΜΠΟΡΙΑ Και εδώ οι δυσκολίες είναι μεγάλες. Το κόστος συνεχούς διαφήμισης με τους συνήθεις τρόπους (καταχωρήσεις, συμμετοχές σε διαγωνισμούς και εκθέσεις κλπ) είναι υψηλό σε σχέση με τα μεγέθη μας. Το ίδιο και η αποστολή κρασιών στην Ελλάδα και το εξωτερικό για τους ίδιους σκοπούς (το κόστος αποστολής μιας φιάλης είναι διπλάσιο, τριπλάσιο ή και τετραπλάσιο από την τιμή της). Αλλά και το να στείλεις κρασιά σε έναν πελάτη στο εξωτερικό κοστίζει. Πληρώνεις τα ίδια χρήματα στο τελωνείο εάν στείλεις 10 κιβώτια ή μία παλέτα. Και είναι 20
δύσκολο να ενταχθείς σε ένα εμπορικό δίκτυο με το βαθμό δυσκολίας να είναι αντιστρόφως ανάλογος της παραγωγής που διαθέτεις. Πολλά από τα προβλήματα αυτά λύνονται ή αντιμετωπίζονται ως ένα βαθμό με συνεργασία (κάτι που για μας τους έλληνες είναι το μελανό μας σημείο): Συμμετέχοντας σε συλλογικούς φορείς του κλάδου (π.χ. ΕΝΟΑΒΕ), μπορείς να εξασφαλίσεις την παρουσία σου στο προσκήνιο μέσα από ομαδικές προωθητικές ενέργειες (εκθέσεις, διαγωνισμούς, έντυπα, καταχωρήσεις κλπ). Δημιουργώντας το δίκτυο μικρών παραγωγών (Αυθεντικά Οινοποιεία) με στόχο την προώθηση των πωλήσεων κυρίως στο εξωτερικό με κοινές δράσεις, ακόμα και κοινές αποστολές σε επιλεγμένες χώρες στόχους ως ελληνικό κρασί. Το μεγάλο πλεονέκτημα των μικρών οικογενειακών οινοποιείων είναι η δυνατότητά τους να πουλούν απευθείας στον καταναλωτή. Στόχος μας είναι η πώληση του κύριου όγκου της παραγωγής από το οινοποιείο. Προσπαθούμε να συνδυάσουμε το κρασί με την τοπική γαστρονομία και κυρίως με προϊόντα που το ίδιο το οινοποιείο παράγει. Αυτό σου δίνει τη δυνατότητα πιο άμεσης και ζεστής επαφής με τον καταναλωτή, τον φέρνεις πιο κοντά, αποκτάς προσωπική σχέση. Έχεις παράλληλα τη δυνατότητα διαφορετικής τιμολογιακής πολιτικής σε σχέση με την ποιότητα της χρονιάς, γίνεσαι πιο «ειλικρινής». Για να γίνει αυτό όμως πρέπει να δημιουργήσεις γεγονότα-θεσμούς που θα φέρουν κόσμο στο οινοποιείο. Είτε αυτό είναι «Ανοικτές Πόρτες», είτε άλλες εκδηλώσεις του κλάδου, είτε κάτι που εσύ δημιουργείς. Εμείς πιστεύοντας στα κοινωνικά δίκτυα δημιουργήσαμε μία αστική μη κερδοσκοπική εταιρία, τους «Φίλους του Ξινόμαυρου». Είναι ουσιαστικά μία ομάδα ανθρώπων η οποία συμμετέχει ενεργά σε όλες τις παραγωγικές δραστηριότητες της εταιρίας μας. Κάθε χρόνο μετά τον τρύγο δοκιμάζουμε το Ξινόμαυρο της χρονιάς και αποφασίζουμε τις εκδηλώσεις που θα πραγματοποιήσουμε κατά τη διάρκεια της νέας χρονιάς (κλάδεμα, κορυφολόγημααμπελόφυλλα, τρύγος κλπ). Γίνονται με τον τρόπο αυτό κοινωνοί του Ξινόμαυρου, μαθαίνουν γι αυτό, το γνωρίζουν και μιλούν γι αυτό στο δικό τους κύκλο. Γίνονται έτσι συνειδητοί πρεσβευτές του κρασιού μας. Κλείνοντας θα ήθελα να συνοψίσω τα στοιχεία που θεωρώ ότι συμβάλλουν στη δημιουργία μιας επιτυχημένης αμπελοοινικής εκμετάλλευσης 1. Αυτογνωσία. Γνωρίζουμε τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά μας, τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία μας. 2. Καθορίζουμε το κοινό-στόχο μας και δεν αμφιταλαντευόμαστε με σκοπό το πρόσκαιρο κέρδος (δεν ακολουθούμε τις εφήμερες τάσεις της αγοράς) 3. Πιστεύουμε στο ποιοτικό προϊόν το οποίο παράγουμε και δουλεύουμε συστηματικά στην ίδια προαποφασισμένη από εμάς κατεύθυνση 4. Χτίζουμε την ιστορία της εκμετάλλευσης Η δημιουργία ενός οικογενειακού οινοποιείου είναι επιλογή τρόπου ζωής 21