MΕΘΟ ΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΣΧΕ ΙΟΥ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΩΝ ΡΥΠΑΝΣΗΣ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΑΠΟ ΕΠΙΚΙΝ ΥΝΕΣ ΟΥΣΙΕΣ. EΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΟΝ ΛΙΜΕΝΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. Γ. Παλάντζας, Χ. Κουτίτας, Α. Νανιόπουλος Θεµατικό ίκτυο Έρευνας «Λιµήν Αειφόρος», Α.Π.Θ. KEYWORDS: ρύπανση, λιµένας, σχέδιο, ατυχήµατα, επικίνδυνες, ουσίες, ΟΛΘ ΑΕ ΠΕΡΙΛΗΨΗ Κύριος σκοπός της εργασίας είναι να παρουσιάσει την µεθοδολογία που αναπτύχθηκε για την κατάρτιση σχεδίου αντιµετώπισης έκτακτων περιστατικών ρύπανσης της θάλασσας από επικίνδυνες ουσίες, καθώς και τα αποτελέσµατα εφαρµογής της στον λιµένα της Θεσσαλονίκης. Η εναρµόνιση των φορέων διαχείρισης λιµένων µε την κείµενη νοµοθεσία αποτελεί αναγκαιότητα, τόσο ως νοµική υποχρέωση, όσο και ως αναγνώριση της σπουδαιότητας, της περιβαλλοντικής ευθύνης και της αποζηµίωσης έναντι ζηµιών ρύπανσης. Η µεθοδολογία που αναπτύχθηκε για την ΟΛΘ ΑΕ µπορεί να λειτουργήσει ως πρότυπο για τους ελληνικούς λιµένες, δεδοµένου ότι το «σχέδιο» που συντάχθηκε είναι το πρώτο στην χώρα µας για φορέα διαχείρισης λιµένα. METHODOLOGY OF DEVELOPMENT OF A HAZARDOUS SUBSTANCES CONTINGENCY PLAN. PORT OF THESSALONIKI CASE STYDY. G. Palantzas, C. Koutitas, Α. Naniopoulos Thematic Research Network Sustainable Port, A.U.Th. ABSTRACT The main scope of this paper is to present the methodology developed for the establishment of a marine pollution contingency plan for hazardous and noxious substances, as well as its application results, for the port of Thessaloniki. The compliance of the port authorities with the relevant legislation is a necessity, resulting from legal obligations, as well as from the recognition of the importance of environmental liability and compensation threats, in case of marine pollution. The methodology developed for the Th.P.A. S.A. can act as a model for the other Hellenic ports, since it is the first contingency plan carried out for a Hellenic port authority. Heleco 05, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-6 Φεβρουαρίου 2005 1
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η συνειδητοποίηση της ανάγκης προστασίας του θαλασσίου περιβάλλοντος και η αναγνώριση της σοβαρής απειλής που δηµιουργούν γι αυτό τα ατυχήµατα ρύπανσης από πετρέλαιο και άλλες επικίνδυνες και επιβλαβείς ουσίες, οδήγησε τον ιεθνή Ναυτιλιακό Οργανισµό (ΙΜΟ) στη θέσπιση ιεθνούς Σύµβασης και σχετικού Πρωτοκόλλου αυτής, που στοχεύουν κύρια στην άµεση και αποτελεσµατική καταπολέµηση τέτοιων ατυχηµατικών περιστατικών [1]. Έτσι, µετά την ιεθνή Σύµβαση του 1990 (OPRC Convention) «για την ετοιµότητα, συνεργασία και αντιµετώπιση της ρύπανσης της θάλασσας από πετρέλαιο», το 2000 θεσπίσθηκε το Πρωτόκολλο αυτής (HNS Protocol) «για την ετοιµότητα, συνεργασία και αντιµετώπιση της ρύπανσης της θάλασσας από επικίνδυνες και επιβλαβείς ουσίες», το οποίο η χώρα µας κύρωσε µε τον Νόµο 3100 (ΦΕΚ 20Α/29.01.2003) [2]. Βασική απαίτηση του ανωτέρου νόµου είναι η κατάρτιση σχετικού σχεδίου έκτακτης ανάγκης (ΣΕΚΑΝ) απ όλους τους λιµένες και παράκτιες εγκαταστάσεις όπου διακινούνται επικίνδυνες και επιβλαβείς ουσίες. Ως επιβλαβείς/επικίνδυνες ουσίες νοούνται «ουσίες διαφορετικές από το πετρέλαιο οι οποίες, εάν εισαχθούν στο θαλάσσιο περιβάλλον, µπορεί να προκαλέσουν κινδύνους στην ανθρώπινη υγεία, να βλάψουν έµβιους πόρους και την θαλάσσια ζωή, να καταστρέψουν υποδοµές αναψυχής ή να επηρεάσουν άλλες νόµιµες χρήσεις της θάλασσας [1]. Ως περιστατικό ρύπανσης από επικίνδυνες και επιβλαβείς ουσίες ορίζεται «το περιστατικό ή η σειρά περιστατικών που έχουν κοινή προέλευση, συµπεριλαµβανοµένης πυρκαγιάς ή έκρηξης, το οποίο προκαλεί ή ενδέχεται να προκαλέσει απόρριψη, διαφυγή ή εκποµπή επικινδύνων και επιβλαβών ουσιών, και ενδέχεται να αποτελέσει απειλή για το θαλάσσιο περιβάλλον ή τις ακτές ή τα συναφή συµφέροντα ενός η περισσοτέρων κρατών και το οποίο απαιτεί κατεπείγουσες ενέργειες ή άµεση αντιµετώπιση» [1]. Η εναρµόνιση της Οργανισµός Λιµένος Θεσσαλονίκης Α.Ε. (ΟΛΘ ΑΕ) µε την πρόσφατη νοµοθεσία αποτέλεσε αναγκαιότητα, αφενός ως νοµική υποχρέωση και αφετέρου ως κύριο συστατικό της δέσµευσής της (δήλωση περιβαλλοντικής πολιτικής στο πλαίσιο της πιστοποίησης της ΟΛΘ ΑΕ κατά PERS) για µια σταδιακά ολοκληρωµένη περιβαλλοντική διαχείριση του λιµένος της Θεσσαλονίκης. 1.1. Σκοπός του ΣΕΚΑΝ Αντικειµενικός σκοπός του ΣΕΚΑΝ είναι η θέσπιση και ορθολογική εφαρµογή διαδικασιών αποτελεσµατικής επιχειρησιακής ετοιµότητας και ενεργοποίησης όλων των εµπλεκοµένων φορέων (φορέας διαχείρισης λιµένος, οικεία Λιµενική Αρχή, ευρύτερος δηµόσιος και ιδιωτικός τοµέας), προκειµένου να αντιµετωπίζονται τα περιστατικά ρύπανσης της θάλασσας στην περιοχή δικαιοδοσίας του φορέα, η ανάληψη των απαραίτητων ενεργειών για την εξουδετέρωση των δυσµενών επιπτώσεων τους και η διασφάλιση, έµµεσα, των συµφερόντων των πολιτών της τοπικής κοινωνίας. 1.2. Συµβατότητα του ΣΕΚΑΝ Το ΣΕΚΑΝ πρέπει να είναι συµβατό µε το αντίστοιχο τοπικό σχέδιο έκτακτης ανάγκης (Local Contingency Plan) της οικείας Λιµενικής Αρχής και αποτελεί µέρος του αντίστοιχου Εθνικού Σχεδίου Καταπολέµησης Ρύπανσης (National Contingency Plan) [1]. Heleco 05, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-6 Φεβρουαρίου 2005 2
1.3. Επίπεδο και ευθύνη κινητοποίησης Βάσει του ακολουθούµενου εθνικού συστήµατος, αλλά και αντίστοιχων διεθνών πρακτικών, για την αντιµετώπιση περιστατικών ρύπανσης της θάλασσας από επικίνδυνες και επιβλαβείς ουσίες, υιοθετείται η κλιµακωτή ενεργοποίηση µηχανισµών αντιµετώπισης [3], [4], [5]. Το ΣΕΚΑΝ που καταρτίστηκε για την ΟΛΘ ΑΕ (ισχύει για κάθε φορέα διαχείρισης λιµένος) εµπίπτει στο Επίπεδο 1 (Port Contingency Plan), το οποίο αναφέρεται στον σχεδιασµό αντιµετώπισης περιστατικών λειτουργικών ή ατυχηµατικών ρυπάνσεων, που κατά κανόνα θα αντιµετωπίζονται µε τις υφιστάµενες δυνατότητες του φορέα διαχείρισης και των υπευθύνων πλοίων ή παράκτιων εγκαταστάσεων, και δεν ενέχουν περιβαλλοντικές επιπτώσεις πέραν της περιοχής του ατυχήµατος. Στην συνέχεια παρουσιάζεται η γενική µεθοδολογία που εφαρµόστηκε για την κατάρτιση του ΣΕΚΑΝ στον λιµένα της Θεσσαλονίκης και διατυπώνονται τα κύρια αποτελέσµατα αυτής. 2. ΜΕΘΟ ΟΛΟΓΙΑ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ Για την κατάρτιση του σχεδίου λήφθηκαν υπόψη: - οι κείµενες ελληνικές νοµοθετικές απαιτήσεις (Νόµος 2252/18.11.1994, Π.. 11/21.01.2002, Νόµος 3100/29.01.2003, Π.. 405/1996), οι ιεθνείς Κώδικες του ΙΜΟ (ISM, IMDG, IBC, IGC, BC), καθώς και οι ιεθνείς Συµβάσεις (MARPOL, SOLAS), - οι οδηγίες και οι συστάσεις που περιλαµβάνονται σε διάφορα εγχειρίδια (π.χ. [5]), - το περιεχόµενο και οι προδιαγραφές συγγραφής αντίστοιχων σχεδίων έκτακτης ανάγκης λιµένων της Αµερικής και της Αυστραλίας (π.χ. [6]), λαµβανοµένου υπόψη ότι το Υπουργείο Εµπορικής Ναυτιλίας (ΥΕΝ) δεν έχει εκδώσει µέχρι σήµερα κάποιες ειδικές οδηγίες και προδιαγραφές για την σύνταξη τέτοιων σχεδίων, - εκτενής βιβλιογραφική έρευνα και επισκόπηση θεµάτων που άπτονται της εκπόνησής του, σε διεθνές επίπεδο (π.χ. [7]). - µια σειρά πληροφοριακών λογισµικών εργαλείων του Dιαδικτύου, τα οποία είναι προσαρµοσµένα και ενηµερωµένα για περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης και χρησιµοποιούνται διεθνώς από λιµενικές αρχές (π.χ. [8]). Καθ όλη τη διάρκεια εκπόνησης του σχεδίου υπήρξε στενή συνεργασία και διαδικασία διαβουλεύσεων µε το Τµήµα Περιβάλλοντος, Υγιεινής και Ασφάλειας της ΟΛ.Θ. Α.Ε. Σηµαντικές οδηγίες δόθηκαν από την ιεύθυνση Προστασίας Θαλασσίου Περιβάλλοντος και τον Κλάδο Επιχειρήσεων Λιµενικού Σώµατος του ΥΕΝ. Επίσης, έγιναν και οι απαραίτητες επαφές µε το Τµήµα Προστασίας Θαλασσίου Περιβάλλοντος του Κεντρικού Λιµεναρχείου Θεσσαλονίκης. Μεθοδολογικά, η συγγραφή του ΣΕΚΑΝ πρέπει να περιλαµβάνει, µεταξύ άλλων, τα ακόλουθα στάδια (συνοπτικά): α) Συγγραφή γενικών πληροφοριών για την περιοχή µελέτης, καθώς και περιγραφή των βασικών µορφολογικών, οικονοµικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών στοιχείων αυτής. β) Κατάρτιση καταλόγου (ονοµασία, χαρακτηριστικά και ιδιότητες) όλων των επικίνδυνων και επιβλαβών ουσιών που µπορεί να αποτελέσουν εστία ρύπανσης, χαρτογράφηση της θέσης διακίνησής τους και συγκέντρωση όλων των ελτίων εδοµένων Ασφαλείας (MSDS). γ) Αναγνώριση όλων των κατηγοριών/σεναρίων των συµβάντων που µπορούν να έχουν επείγοντα χαρακτήρα και ενδέχεται να εξελιχθούν σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. δ) Εκτίµηση της ποσοτικής και ποιοτικής επικινδυνότητας (risk assessment) για το θαλάσσιο περιβάλλον, για κάθε κατηγορία ατυχήµατος και για κάθε ουσία. Heleco 05, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-6 Φεβρουαρίου 2005 3
ε) ιαµόρφωση της οργανωτικής δοµής του σχεδίου και του τρόπου ενεργοποίησής του, καθορισµός ρόλων και καθηκόντων όλου του εµπλεκοµένου προσωπικού και των αρµοδίων αρχών, καταγραφή των στοιχείων ενδοεπικοινωνίας του φορέα διαχείρισης και επικοινωνίας µε τους αρµόδιους δηµόσιους και ιδιωτικούς φορείς, δηµιουργία των απαραίτητων εντύπων ενηµέρωσης και εκθέσεων αναφοράς σε περίπτωση ατυχήµατος. στ) Περιγραφή του εξοπλισµού και του τρόπου καταπολέµησης των περιστατικών ρύπανσης, τρόπος διάθεσης των συλλεχθέντων καταλοίπων και απορριµµάτων. ζ) Καθορισµός και περιγραφή των ασκήσεων ετοιµότητας για το εµπλεκόµενο προσωπικό. η) Συγγραφή της, κατάλληλης για κάθε περίπτωση ατυχήµατος, στρατηγικής για την υγιεινή και ασφάλεια του προσωπικού. θ) Πρόβλεψη των απαραίτητων διαδικασιών για αναθεώρηση του σχεδίου. Οι τέσσερις θεµατικές περιοχές «κλειδιά» που διέπουν την αποτελεσµατική κατάρτιση και εφαρµογή ενός σχεδίου έκτακτης ανάγκης είναι: Πρόληψη. Η πρόληψη αποτελεί σήµερα το πιο αποτελεσµατικό στρατηγικό µέσο απόκρισης σε ατύχηµα από επικίνδυνες ουσίες. Στόχος του φορέα διαχείρισης λιµένος είναι η αποτελεσµατική προετοιµασία της σε ένα ατύχηµα, µέσω του σχεδιασµού της πρόληψής του. Ενδεικτικές δράσεις πρόληψης της ρύπανσης αποτελούν: η ασφαλής διαχείριση των φορτίων, η κατάλληλη ενηµέρωση των πλοίων που προσεγγίζουν τον λιµένα, ο σύγχρονος εξοπλισµός και υποδοµή των εταιρειών που δραστηριοποιούνται εντός του λιµένα, κ.α. Ετοιµότητα. Ο φορέας διαχείρισης πρέπει να παρέχει ανά τακτά χρονικά διαστήµατα εξειδικευµένη εκπαίδευση και ενηµέρωση στο προσωπικό απόκρισης σε έκτακτη ανάγκη, ώστε να είναι ικανό να ανταποκριθεί µε τρόπο επαρκή και αποτελεσµατικό σε οποιοδήποτε περιστατικό ρύπανσης της θάλασσας. Έγκαιρη ανταπόκριση. Το σχέδιο πρέπει να εξασφαλίζει την αποτελεσµατική αντιµετώπιση των περιστατικών έκτακτης ανάγκης, σε αρµονική συνεργασία µε όλους τους εµπλεκόµενους φορείς. Αποκατάσταση. Ο φορέας διαχείρισης πρέπει να εξασφαλίσει την ύπαρξη σύγχρονου τεχνολογικού εξοπλισµού για τον περιορισµό, κατά το δυνατόν, των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ή την αποκατάσταση αυτών από οποιαδήποτε περιστατικά ρύπανσης µε επικίνδυνες ουσίες. Επιπλέον, πρέπει να διασφαλίσει ότι όλα τα επικίνδυνα απόβλητα ουσιών που συλλέγονται, καθώς και τα υλικά που τυχόν µολύνθηκαν από αυτά διατίθενται σύµφωνα µε την περιβαλλοντική νοµοθεσία. 3. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Τα κύρια, µεταξύ άλλων, αποτελέσµατα για την ΟΛΘ ΑΕ από την κατάρτιση του ΣΕΚΑΝ αφορούν στην: α) Ποιοτική και ποσοτική εκτίµηση ης επικινδυνότητας από ενδεχόµενη θαλάσσιας ρύπανσης, λόγω ατυχήµατος ρύπανσης από κάθε επικίνδυνη ουσία που διακινείται στον λιµένα, µέσω της πρόβλεψης σεναρίων ατυχηµάτων και εφαρµογής κατάλληλων υπολογιστικών µοντέλων. β) ιαµόρφωση µιας ευέλικτης και λειτουργικής οργανωτικής δοµής και επιχειρησιακής ετοιµότητας της ΟΛΘ ΑΕ για την αντιµετώπιση των έκτακτων περιστατικών ρύπανσης. γ) Σύνταξη της στρατηγικής για την υγιεινή και ασφάλεια των εργαζοµένων που εµπλέκονται σε τέτοια περιστατικά. Heleco 05, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-6 Φεβρουαρίου 2005 4
3.1. Εκτίµηση της επικινδυνότητας Γενικά, ένα ατύχηµα επικίνδυνης ουσίας µπορεί να οριστεί ως µικρής πιθανότητας γεγονός, ενδεχοµένως όµως υψηλών κοινωνικών και περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Τα περισσότερα από τα ατυχήµατα αυτά εµπίπτουν σε κάποια από τις παρακάτω κατηγορίες [5]: - σύγκρουση δυο πλοίων ενώ κινούνται, - εµβολισµός ενός αγκυροβοληµένου πλοίου από άλλο που κινείται, - σύγκρουση/χτύπηµα ενός πλοίου στην προκυµαία ή προβλήτα, - προσάραξη ενός πλοίου στον βυθό, - βύθιση ενός πλοίου λόγω διαρροής υδάτων που προκλήθηκε από κόπωση µετάλλου ή αντικανονική κατανοµή φορτίου, - πυρκαγιά/έκρηξη που ξεκινά από το φορτίο, - αστοχία κατά την µεταφορά φορτίου (ανθρώπινο λάθος, αστοχία µέσου µεταφοράς), - απώλεια ακεραιότητας της συσκευασίας όπου βρίσκεται η ουσία (π.χ. εµπορευµατοκιβώτιο). Σύµφωνα µε το επίπεδο κινητοποίησης ενός φορέα διαχείρισης λιµένα (η ΟΛΘ ΑΕ στην συγκεκριµένη περίπτωση), η ευθύνη της έγκειται άµεσα στην αντιµετώπιση περιστατικών ρύπανσης που οφείλονται σε ατυχήµατα κατά την διαδικασία της φορτοεκφόρτωσης των φορτίων, δηλαδή αστοχία κατά την µεταφορά φορτίου και απώλεια ακεραιότητας της συσκευασίας, οπότε και η ρύπανση είναι συνήθως µικρής έκτασης. Οι υπόλοιπες κατηγορίες ατυχηµάτων (σύγκρουση, εµβολισµός, προσάραξη, έκρηξη, βύθιση, πυρκαγιά) συνεπάγονται, τις περισσότερες φορές, σηµαντικές απώλειες φορτίου, που αφενός οι συνέπειές τους εκτείνονται και πέραν της περιοχής του συµβάντος και αφετέρου απαιτούν για την καταπολέµησή τους την συνεργασία και εµπλοκή πολλών φορέων, τον εποπτικό ρόλο των οποίων αναλαµβάνει, κατά περίπτωση, το Λιµεναρχείο ή το ΥΕΝ (οπότε το επίπεδο κινητοποίησης είναι το 2 ή 3 αντιστοίχως). Σε αυτές τις περιπτώσεις ο φορέας διαχείρισης οφείλει να συνεργαστεί µε την εποπτεύουσα αρχή και να συντονιστεί πλήρως µε το αντίστοιχο σχέδιο έκτακτης ανάγκης που θα τεθεί σε εφαρµογή. Στην ΟΛΘ ΑΕ οι επικίνδυνες ουσίες που διακινούνται υπό τη µορφή συµβατικού φορτίου (ξηρό και υγρό) εµπίπτουν στην κατηγορία των χύδην, και τα αντίστοιχα περιστατικά ρύπανσης µπορούν να οφείλονται: - σε ανθρώπινο παράγοντα κατά την συνδεσµολογία των σωληνώσεων µεταφοράς των υγρών φορτίων από το πλοίο προς το κρηπίδωµα και αντίστροφα, - σε αστοχία του υλικού των σωληνώσεων µεταφοράς του υγρού φορτίου, - σε ανθρώπινο παράγοντα κατά τον χειρισµό της αρπάγης µεταφοράς του χύδην φορτίου, - σε αστοχία του µηχανισµού της αρπάγης ή του γερανού. Αντίστοιχα, τα περιστατικά ρύπανσης για τις ουσίες που διακινούνται υπό τη µορφή εµπορευµατοκιβωτίων µπορούν να οφείλονται: - σε ανθρώπινο παράγοντα κατά τον χειρισµό του εµπορευµατοκιβωτίου, - σε αστοχία του µηχανισµού της γερανογέφυρας, - σε µετακίνηση του φορτίου εντός του εµπορευµατοκιβωτίου κατά την φορτοεκφόρτωση, - σε αστοχία του ίδιου του εµπορευµατοκιβωτίου (π.χ. αποκόλληση πάτου). Η πιθανότητα εκδήλωσης ατυχήµατος κατά την φορτοεκφόρτωση (πτώση εµπορευµατοκιβωτίου επί του πλοίου και µετά στην θάλασσα, µε διαρροή κατόπιν των επικινδύνων ουσιών) χαρακτηρίζεται ως «µάλλον απίθανο να συµβεί», ενώ η επικινδυνότητα για το θαλάσσιο περιβάλλον χαρακτηρίζεται ως «αµελητέα», λόγω, κυρίως, του ότι η αναµενόµενη διαρρέουσα ποσότητα θεωρείται µικρή για να οχλήσει σηµαντικά το θαλάσσιο περιβάλλον [3], [9]. Απ εναντίας, ανάλογα ατυχηµατικά περιστατικά χαρακτηρίζονται ως υψηλής επικινδυνότητας για την υγιεινή και ασφάλεια του προσωπικού του πλοίου όπου θα εκδηλωθεί το ατύχηµα, αλλά και του Heleco 05, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-6 Φεβρουαρίου 2005 5
προσωπικού του λιµένα που µπορεί να βρίσκεται κοντά στον τόπο του ατυχήµατος και µπορεί άµεσα να εκτεθεί στις συνέπειές του. Γενικά, σε ατυχήµατα από πτώση εµπορευµατοκιβωτίων, η µεθοδολογία αντιµετώπισής τους επικεντρώνεται πρωτίστως στην προστασία της ανθρώπινης ζωής και δευτερευόντως στον κίνδυνο για το θαλάσσιο περιβάλλον, δεδοµένου της µικρής, κατ εκτίµηση, βλαπτικότητας σ αυτό (µε εξαίρεση την άµεση θαλάσσια περιοχή όπου διαρρέουν οι ουσίες). Εκτενέστερη µελέτη της επικινδυνότητας εστιάστηκε στα ατυχήµατα από χύδην ουσίες, οι συνέπειες των οποίων εξαρτώνται κυρίως από: - τον ρυθµό διαρροής της ουσίας στο θαλάσσιο περιβάλλον, - τις φυσικο-χηµικές ιδιότητες της ουσίας, - τις φυσικο-χηµικές, µετεωρολογικές και ωκεανογραφικές περιβαλλοντικές συνθήκες, - τις ιδιότητες βιο-διάσπασης και βιο-µετατροπής του θαλάσσιου οικοσυστήµατος. Η συνολική εκτίµηση της επικινδυνότητας κάθε περιστατικού ρύπανσης και, συνεπώς, και των µέτρων αντιµετώπισης βασίζεται: - στα «ελτία εδοµένων Ασφαλείας Υλικού» (Material Safety Data Sheet-ΜSDS) κάθε επικίνδυνης ουσίας, - στη διεθνή βιβλιογραφία και πρακτική αντίστοιχων σχεδίου του εξωτερικού, - στα αποτελέσµατα κατάλληλων υπολογιστικών µαθηµατικών µοντέλων. Το κύριο χαρακτηριστικό που καθορίζει την επικινδυνότητα των επιβλαβών ουσιών στο θαλάσσιο περιβάλλον, σε συνδυασµό µε τις ιδιότητές τους, είναι η κατ όγκο συγκέντρωσή τους στο νερό. Η συγκέντρωση µιας επικίνδυνης ουσίας στην θάλασσα, λόγω ατυχήµατος, µεταβάλλεται χωρικά και χρονικά, κυρίως εξαιτίας της κίνησης-κυκλοφορίας του θαλασσινού νερού και των επακόλουθων φαινοµένων µεταφοράς-διάχυσης της ουσίας. Για να εκτιµηθεί, εποµένως, η συγκέντρωση των επικίνδυνων ουσιών χωρικά και χρονικά πρέπει να προβλεφθεί, αφενός η παράκτια κυκλοφορία στην περιοχή µελέτης και αφετέρου, µε βάση τις φυσικοχηµικές ιδιότητες κάθε ουσίας, η µεταφορά και διάχυσή τους. Η πρόβλεψη της παράκτιας κυκλοφορίας στον όρµο της Θεσσαλονίκης έγινε µε βάση δισδιάστατο µαθηµατικό µοντέλο (γραµµένο σε γλώσσα Fortran) που περιγράφει την περίπου οριζόντια κίνηση του θαλασσινού νερού στην περιοχή µελέτης, εκτεινόµενη σε δυο οριζόντιες διαστάσεις. Η πρόβλεψη και ο καθορισµός της θέσης των επικίνδυνων ουσιών στην λιµενολεκάνη έγινε, επίσης, µε κατάλληλο δισδιάστατο µαθηµατικό µοντέλο γραµµένο σε γλώσσα Fortran, που περιγράφει την εξάπλωση των διαλυµάτων και αιωρηµάτων (στερεών και υγρών ουσιών) στο θαλασσινό νερό, εξαιτίας των µηχανισµών της µεταφοράς και διάχυσης. Η διαφοροποίηση της συµπεριφοράς των στερεών ουσιών γίνεται µε βάση την ταχύτητα καθίζησης στο νερό, δηλαδή βάσει του ειδικού βάρους τους, και των υγρών ουσιών βάσει της ικανότητας ανάµιξής τους µε το νερό (συντελεστής διάχυσης). Το εν λόγω µοντέλο, χρησιµοποιώντας παράλληλα το αποτέλεσµα του προηγούµενου µοντέλου κυκλοφορίας, καθορίζει την θέση της ουσίας σε χαρακτηριστικά σηµεία της περιοχής µελέτης. Έτσι, µπορεί να υπολογιστεί η συγκέντρωση κάθε επικίνδυνης ουσίας στον χώρο της λιµενολεκάνης, κατά διάφορα χρονικά διαστήµατα, και να εκτιµηθεί η επίδρασή της στο θαλάσσιο περιβάλλον. Για κάθε επικίνδυνη ουσία και διάφορες ανεµολογικές συνθήκες προκύπτουν χρήσιµοι χάρτες, όπου απεικονίζουν την θέση και την συγκέντρωση της ουσίας κάθε χρονική στιγµή (Σχήµα 1), βάσει των οποίων αξιολογείται η επικινδυνότητα του ατυχήµατος και προκρίνεται η διαδικασία αντιµετώπισής του. Heleco 05, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-6 Φεβρουαρίου 2005 6
140 120 100 80 60 40 20 στερεή ουσία: θείο άνεµος: B (10 µ/δλ) Θέση των σωµατιδίων 5 ώρες µετά το περιστατικό ρύπανσης. καθιζάνοντα: 3,5% max συγκέντρωση: 15 κιλά/400 µ2 πυθµένα αιωρούµενα: 96,5% max συγκέντρωση: 1 mg/lt 20 40 60 80 100 120 140 160 180 Σχήµα 1. Πρόβλεψη της θέσης και της συγκέντρωσης της επικίνδυνης ουσίας µετά το ατύχηµα. Η συγκέντρωση των ουσιών µετά από διάφορα χρονικά διαστήµατα συγκρίνεται µε τις οριακές τιµές επικινδυνότητας για το θαλάσσιο περιβάλλον που ισχύουν για αυτές [10], εκτιµάται ο ποσοτικός κι ποιοτικός κίνδυνος για το θαλάσσιο περιβάλλον και διαπιστώνεται η ανάγκη λήψης ή όχι µέτρων αντιµετώπισης. Η ολοκληρωµένη εκτίµηση της επικινδυνότητας κάθε σεναρίου ατυχήµατος και ρύπανσης, ώστε να σχεδιαστούν στην συνέχεια οι κατάλληλες µέθοδοι και τρόποι αντιµετώπισης, απαιτεί ως συστατικό της στοιχείο την αξιολόγηση του κινδύνου που διατρέχει το προσωπικό και οι εργαζόµενοι που δύνανται να εκτεθούν στις συνέπειες ενός ατυχήµατος. 3.2. Στρατηγική υγιεινής και ασφάλειας Η διαµόρφωση της στρατηγικής για την υγιεινή και ασφάλεια του προσωπικού που ενδεχόµενα θα εµπλακεί στις διαδικασίες αντιµετώπισης ενός ατυχήµατος ή απλά µπορεί να εκτεθεί σε αυτό, αποτελεί συστατικό στοιχείο µιας ολοκληρωµένης ποιοτικής και ποσοτικής εκτίµησης της επικινδυνότητας ενός ατυχήµατος. Ο κίνδυνος για την ανθρώπινη ζωή, στο πλαίσιο της υγιεινής και ασφάλειας των εργαζοµένων, είναι παρών σε κάθε περιστατικό ρύπανσης της θάλασσας από επικίνδυνες ουσίες. Η επικινδυνότητα αυτή εξαρτάται κυρίως από το είδος και τις ιδιότητες της ουσίας, από το µέγεθος του ατυχήµατος και τις καιρικές συνθήκες [5]. Ο καθορισµός του βαθµού και του τύπου της απαιτούµενης προστασίας καθορίζεται µε ευθύνη του «Τεχνικού Ασφαλείας», ανάλογα µε τον τύπο του ατυχήµατος, τις ιδιότητες της επικίνδυνης ουσίας, την σοβαρότητα των συνεπειών, καθώς και τις ειδικές περιστάσεις που θα παρουσιαστούν. Έτσι, προκειµένου να καθοριστεί ο απαραίτητος εξοπλισµός ατοµικής προστασίας, καθορίστηκαν τέσσερα επίπεδα προστασίας, όπου περιγράφονται για κάθε ένα ο απαιτούµενος ατοµικός Heleco 05, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-6 Φεβρουαρίου 2005 7
εξοπλισµός, η παρεχόµενη προστασία, το πότε και πώς πρέπει να χρησιµοποιούνται και τα όρια χρήσης τους. Επίσης, µε ευθύνη της «οµάδας σχεδιασµού και αντιµετώπισης», σε κάθε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, ο χώρος γύρω από την περιοχή του συµβάντος χωρίζεται σε τρεις κατηγορίες, ανάλογα µε τον βαθµό επικινδυνότητας και το επίπεδο προστασίας που απαιτείται: - την «ζώνη αποκλεισµού», που περικλείει άµεσα την ρυπασµένη ζώνη, - την «ζώνη εξάλειψης» της ρύπανσης, που είναι η περιοχή όπου διενεργείται η απολύµανση του προσωπικού και του εξοπλισµού, και όπου παρέχεται υποστήριξη στο προσωπικό που εισήλθε στην ζώνη αποκλεισµού - την «ζώνη υποστήριξης», που περιλαµβάνει χώρους όπου ασκούνται λειτουργίες όπως η παροχή πρώτων βοηθειών, η συντήρηση του χρησιµοποιηθέντος εξοπλισµού, κ.α. Συνολικά, για κάθε τύπο ατυχήµατος (αιτία και είδος ουσίας) διαµορφώθηκε το επίπεδο προστασίας του προσωπικού και η ζώνη επικινδυνότητας. 3.3. Οργανωτική δοµή και επιχειρησιακή ετοιµότητα Με βάση τον τύπο του ατυχήµατος και την πιθανότητα εµφάνισής του, το είδος της επικίνδυνης ουσίας, το επίπεδο κινητοποίησης, την ποιοτική και ποσοτική εκτίµηση του κινδύνου για το θαλάσσιο περιβάλλον, και το επίπεδο προστασίας της υγιεινής και ασφάλειας του προσωπικού διαµορφώθηκε ένα ολοκληρωµένο πλαίσιο εκτίµησης της επικινδυνότητας και σχεδιασµού του τρόπου αντιµετώπισης κάθε σεναρίου ατυχήµατος. Η απρόσκοπτη λειτουργία του µηχανισµού αντιµετώπισης κάθε ατυχήµατος και αποτελεσµατικής εφαρµογής του σχεδίου επιβάλει την διανοµή ρόλων και αρµοδιοτήτων σε συγκεκριµένα στελέχη του φορέα διαχείρισης λιµένα, διατηρώντας έτσι ένα άρτιο επίπεδο ετοιµότητας και λειτουργίας του ανθρώπινου δυναµικού και του εξοπλισµού καταπολέµησης της ρύπανσης. Για τον σκοπό αυτό στην ΟΛΘ ΑΕ ορίστηκε ο «υπεύθυνος συντονιστής», µε βασικό σκοπό την οργάνωση, ενεργοποίηση και γενικό συντονισµό του σχεδίου, ο «τεχνικός ασφαλείας», που έχει την εποπτεία υλοποίησης όλων των ενεργειών που θα κριθούν σκόπιµο να γίνουν για την αντιµετώπιση της ρύπανσης, καθώς και η «οµάδα σχεδιασµού και αντιµετώπισης», που υποστηρίζει οργανωτικά και τεχνικά την διαδικασία αντιµετώπισης της ρύπανσης. Σηµειώνεται, επίσης, ότι έχουν προβλεφθεί οι απαραίτητες διαδικασίες για την ενηµέρωση του συνόλου του προσωπικού της ΟΛΘ ΑΕ σχετικά µε την δοµή, οργάνωση και ενεργοποίηση του σχεδίου, καθώς και την εκπαίδευση του προσωπικού που θα εµπλακεί άµεσα στην διαδικασία αντιµετώπισης. Με βάση τα σενάρια ρύπανσης και τις ιδιότητες των επικίνδυνων ουσιών, γίνεται αντιληπτό ότι η αντιµετώπιση ενός περιστατικού έκτακτης ανάγκης αποτελεί περίπλοκο ζήτηµα που µπορεί, αναλόγως του βαθµού επικινδυνότητας του ατυχήµατος, να απαιτήσει εξειδικευµένες ικανότητες και τεχνολογικό εξοπλισµό, εµπλοκή πολλών φορέων, καθώς και τη λήψη κρίσιµων αποφάσεων σε µικρό χρονικό διάστηµα [11]. Στο πλαίσιο αυτό, η ΟΛΘ ΑΕ εφαρµόζει µια συστηµατική ακολουθία βηµάτων για τη συλλογή πληροφοριών και τη λήψη αποφάσεων µε λογικό και µεθοδικό τρόπο. Αυτή η συστηµατική προσέγγιση για την αποτελεσµατική ενεργοποίηση και εφαρµογή του σχεδίου, καθώς και την αντιµετώπιση των περιστατικών έκτακτων ανάγκης παρουσιάζεται στο Σχήµα 2. Heleco 05, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-6 Φεβρουαρίου 2005 8
ΕΤΟΙΜΟΤΗΤΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΟ ΕΙ ΟΠΟΙΗΣΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ ΛΗΨΗ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΕΛΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ Σχήµα 2. Συστηµατική προσέγγιση για την ετοιµότητα, ενεργοποίηση του σχεδίου και την αντιµετώπιση των περιστατικών έκτακτης ανάγκης από επικίνδυνες ουσίες. 4. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ Η εναρµόνιση των εµπλεκοµένων λιµένων και παράκτιων εγκαταστάσεων µε την πρόσφατη νοµοθεσία για τα έκτακτα ατυχήµατα ρύπανσης από επικίνδυνες ουσίες αποτελεί αναγκαιότητα, αφενός ως νοµική υποχρέωση και αφετέρου ως αναγνώριση της σπουδαιότητας, της περιβαλλοντικής ευθύνης και της αποζηµίωσης έναντι ζηµιών ρύπανσης [12]. Η µεθοδολογία που αναπτύχθηκε στην περίπτωση του λιµένα της Θεσσαλονίκης, στη βάση επιστηµονικής και επιχειρησιακής προσέγγισης, µπορεί να λειτουργήσει ως πρότυπο για όλους τους ελληνικούς λιµένες, δεδοµένου µάλιστα ότι το «σχέδιο» που συντάχθηκε είναι το πρώτο στην χώρα µας για φορέα διαχείρισης λιµένα. 5. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. Νόµος 3100, «Κύρωση του Πρωτοκόλλου για την ετοιµότητα, συνεργασία και αντιµετώπιση περιστατικών ρύπανσης της θάλασσας από επικίνδυνες και επιβλαβείς ουσίες, 2000», (ΦΕΚ 20Α/29.01.2003). 2. Π.. 11, «Εθνικό Σχέδιο Έκτακτης Ανάγκης για την αντιµετώπιση περιστατικών ρύπανσης από πετρέλαιο και άλλες επιβλαβείς ουσίες», (ΦΕΚ 6Α/21.01.2002). 3. www.amsa.gov.au 4. www.uscg.mil 5. IMO, (2000). Manual on Chemical Pollution, Section I Problem assessment and response arrangements, ΙΜΟ Publications, 2000. 6. Newcastle Port Corporation, (2001). Port of Newcastle Incident Control Plan, April 2001. 7. TC, DOT, SCT, (2000). Emergency Response Guidebook 2000, Developed jointly by Transport Canada (TC), the U.S. Department of Transportation (DOT) and the Secretariat of Transport-Communications of Mexico (SCT), Canadian Government Publishing, 2000. 8. U.S. Coast Guard, (2001). Chemical Hazards Response Information System (CHRIS) CHRIS Manual, Updated: September 2001. Heleco 05, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-6 Φεβρουαρίου 2005 9
9. www.imo.org 10. GESAMP/EHS, (2003). Hazard Evaluation of Substances Transported by Ships, IMO, 2003. 11. Purnell K., (2004). Incident Response Preparedness, Proc. Int. Conf. HNS Managing the Risk, Barcelona, Spain, 2004. 12. Scorpecci D., (2004). Economic advantages of non-compliance with pollution Regulations, Proc. National Shipping Industry Conf. NATSHIP 2004, Melbourne, Australia, 2004. Heleco 05, ΤΕΕ, Αθήνα, 3-6 Φεβρουαρίου 2005 10