Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Talcott Parsons Διδάσκων: Δρ. Βασίλης Ντακούμης 1
Διάγραμμα της παρουσίασης Μάθημα 3ο (σελ. 67-79) 2
Talcott Parsons (1902-1979) Αξιοποιώντας το θεωρητικό πλαίσιο του Durkheim, επιχειρεί μια πιο σύνθετη και, ως ένα βαθμό, συνδυαστική ανάλυση της κοινωνικής πραγματικότητας. Βασικός εκπρόσωπος του λειτουργισμού Υποστηρίζει ότι η εσωτερικοποίηση του πολιτισμικού υποσυστήματος της κοινωνίας από τα μέλη της αποτελεί τη βάση για τη διατήρηση της τάξης και της σταθερότητας της κοινωνίας. Μέσα από τις θεωρητικές του προσεγγίσεις, επιδιώκει να αξιοποιήσει και να συνθέσει στοιχεία που συνδέονται: Με το πολιτισμικό υποσύστημα της κοινωνίας (αξίες, κανόνες, αντιλήψεις, πεποιθήσεις, γνώσεις κ.λπ.). Με άλλα στοιχεία της κοινωνικής δομής, όπως κοινωνικούς θεσμούς, ομάδες, ρόλους κ.λπ. Με στοιχεία της προσωπικότητας του ατόμου, τα οποία έχουν σχέση με προσωπικά συμφέροντα, κίνητρα, προθέσεις κ.λπ. Υποστηρίζει ότι η εκπαίδευση ασκεί δύο βασικές λειτουργίες: Λειτουργεί ως κοινωνικοποιητικός μηχανισμός και παρεμβαίνει, προκειμένου οι μαθητές να εσωτερικοποιήσουν το κανονιστικό σύστημα της κοινωνίας (αξίες, κανόνες, αντιλήψεις, πεποιθήσεις, γνώσεις κ.λπ.). Κατανέμει τους κοινωνικούς ρόλους, με βάση τις διαδικασίες αξιολόγησης των μαθητών. 3
Η «μονάδα δράσης» του Parsons Το συνολικό έργο του Parsons, στηρίζεται σε δύο βασικές έννοιες: Του συστήματος, το οποίο αντιπροσωπεύει το μακρο-επίπεδο και, Της δράσης, η οποία εκδηλώνεται στο μικρο-επίπεδο και ενσωματώνει τις προθέσεις, τα κίνητρα και τα συμφέροντα των ατόμων. Ταυτόχρονα, επιδιώκει την ενοποίηση των δύο εννοιών, μέσα από την ανάλυση της «μονάδας δράσης», η οποία αποτελείται από τρία βασικά στοιχεία: Από το υποκείμενο της δράσης Από την περίσταση της δράσης Από τον προσανατολισμό ή τις επιλογές του δρώντος υποκειμένου, στο πλαίσιο της συγκεκριμένης περίστασης 4
Υποστηρίζει ότι η κάθε ανθρώπινη δράση συγκροτείται: Από τις προθέσεις, τα κίνητρα ή τα συμφέροντα του δρώντος υποκειμένου. Από τις αντικειμενικές συνθήκες που αναδεικνύονται στη συγκεκριμένη περίσταση (πολιτισμικές συνθήκες, διαθέσιμα μέσα κ.λπ.). Από τις προτεραιότητες και τις επιλογές του δρώντος υποκειμένου, οι οποίες διαμορφώνονται, τόσο από υποκειμενικά στοιχεία (προθέσεις, κίνητρα, συμφέροντα, αξίες κ.λπ.), όσο και από τις υλικές και τις πολιτισμικές συνθήκες της περίστασης. Το συγκεκριμένο πλέγμα των υποκειμενικών και των αντικειμενικών στοιχείων διαμορφώνει δύο τύπους προσανατολισμού: α) τον προσανατολισμό κινήτρων, ο οποίος εκφράζεται με σκόπιμες υποκειμενικές δράσεις. Οι δράσεις αυτές δεν έχουν εξασφαλίσει τη νομιμοποίηση ούτε έχουν σταθερά σημεία αναφοράς στο κοινωνικό πλαίσιο και β) τον προσανατολισμό αξιών, ο οποίος επιδιώκει την εξασφάλιση της νομιμοποίησης και έχει ως σημείο αναφοράς τις βασικές αξίες και τους γενικά αποδεκτούς κανόνες της κοινωνίας. 5
Παράλληλα, υποστηρίζει ότι στη σύγχρονη κοινωνία υπάρχουν τρία βασικά υποσυστήματα δράσης τα οποία συνδέονται με ιεραρχική σχέση: Το Πολιτισμικό υποσύστημα, στο οποίο είναι ενσωματωμένες οι βασικές αξίες, οι γενικά αποδεκτοί κοινωνικοί κανόνες, οι αντιλήψεις, οι πεποιθήσεις, οι γνώσεις κ.λπ. Το Κοινωνικό υποσύστημα, το οποίο περιλαμβάνει άλλα στοιχεία της κοινωνικής δομής, όπως κοινωνικές ομάδες, θεσμούς κ.λπ., καθώς και τα πλέγματα των κοινωνικών ρόλων. Σύμφωνα με τον Parsons, η έννοια του ρόλου αποτελεί τον άξονα των κοινωνικοποιητικών διαδικασιών, αφού έχει ενσωματωμένες τις προσδοκίες της κοινωνίας. Το υποσύστημα Προσωπικότητας, το οποίο διαμορφώνεται από τις προθέσεις, τα κίνητρα και τις ανάγκες των ατόμων. Είναι σαφές ότι στην έννοια του ρόλου ενσωματώνονται, τόσο το μακρο-επίπεδο, το οποίο εκφράζεται με τις προσδοκίες συγκεκριμένων συμπεριφορών, όσο και η έννοια της δράσης, η οποία αναδεικνύει τη διαφοροποιητική δυναμική του μικροεπιπέδου. 6
Η σχολική τάξη ως κοινωνικό σύστημα Η εκπαίδευση αποτελεί το θεσμό, ο οποίος, μετά την οικογένεια, παρεμβαίνει και κοινωνικοποιεί τους μαθητές με συστηματικό τρόπο, προκειμένου να εσωτερικοποιήσουν το πολιτισμικό υποσύστημα της κοινωνίας, να ενταχθούν ομαλά σ' αυτή και να συμβάλουν στην εξασφάλιση της κοινωνικής τάξης και σταθερότητας. Οικογένεια: Διέπεται από κανόνες που χαρακτηρίζονται από μερικότητα Κοινωνία: Διέπεται από γενικούς κανόνες που επιβάλλουν συγκεκριμένες συμπεριφορές Εκπαίδευση: Ενδιάμεσος θεσμός που δημιουργεί προϋποθέσεις για ένα ομαλό πέρασμα του παιδιού από το συναισθηματικά φορτισμένο πλαίσιο της οικογένειας, στο κανονιστικό πεδίο της ευρύτερης κοινωνίας, ενώ ταυτόχρονα κατανέμει κοινωνικούς ρόλους 7
Επιλέγει ως μονάδα ανάλυσης τη σχολική τάξη και όχι τη σχολική μονάδα, επειδή θεωρεί ότι η τυπική εκπαιδευτική διαδικασία εκδηλώνεται στο εσωτερικό της σχολικής τάξης και επιχειρεί να δώσει απαντήσεις στα παρακάτω βασικά προβλήματα: Α. Στον τρόπο με τον οποίο η σχολική τάξη μπορεί να βοηθάει τους μαθητές, από τη μια μεριά, να αποκτούν τις ικανότητες (γνώσεις, δεξιότητες κ.λπ.) που είναι απαραίτητες για την εκτέλεση του μελλοντικού, τους ρόλου και, από την άλλη, να αποδέχονται τους ιεραρχικά κατανεμημένους ρόλους, ώστε αργότερα να τους εκτελούν με επιτυχία (κοινωνικοποιητική λειτουργία του σχολείου). Β. Στον τρόπο με τον οποίο η σχολική τάξη μπορεί να επιλέγει με αξιοπιστία, ποιος είναι ο καταλληλότερος για την εκτέλεση του κάθε συγκεκριμένου ρόλου (κατανεμητική λειτουργία του σχολείου). 8
Α. Επιδίωξη της εσωτερικοποίησης και αποδοχής των γενικών και βασικών κοινωνικών αξιών Η λειτουργία του κοινωνικού συστήματος στηρίζεται στη βάση που αποτελούν οι γενικότερα αποδεκτές (νομιμοποιημένες) αξίες: Της ισότητας των ευκαιριών Της εργατικότητας Της επιτυχίας. Είναι αυτονόητη η αναγνώριση της σχέσης μεταξύ κοινωνικής ανέλιξης και απόκτησης εκπαιδευτικών τίτλων. Η νομιμοποίηση της κοινωνικής διαφοροποίησης (στην ουσία της κοινωνικής ανισότητας), την οποία η εκπαίδευση επιβάλλει με την επιλεκτική της λειτουργία, απαιτεί τη γενικευμένη εφαρμογή της ισότητας των εκπαιδευτικών ευκαιριών. 9
Αναφερόμενος στην αμερικανική κοινωνία, τονίζει ότι η κάθε σχολική τάξη έχει 25 περίπου μαθητές, οι οποίοι ζουν στην ίδια συνοικία και επομένως θεωρεί ότι οι οικογένειες έχουν το ίδιο κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο. Έτσι, εκτός από τις διαφορές που έχουν σχέση με το φύλο, δεν βλέπει άλλου είδους ιεραρχικές διάφοροποιήσεις. Στο πλαίσιο αυτό, θεωρεί ότι οι μαθητές της κάθε σχολικής τάξης ξεκινούν από την ίδια περίπου αφετηρία. Με βάση την υπόθεση αυτή, οι ίσες ευκαιρίες θεωρούνται σχεδόν δεδομένες και οι όποιες διαφοροποιήσεις στην επιτυχία και τη συνακόλουθη κοινωνική ανέλιξη έχουν σχέση με τις προαναφερθείσες «αξίες» της ικανότητας και της εργατικότητας του κάθε μαθητή. Ωστόσο, με βάση τα αποτελέσματα σχετικής έρευνας, ο ίδιος ο Parsons θα αναγνωρίσει ότι ρόλο στην επιτυχία ενός μαθητή παίζει και η στήριξη που αυτός απολαμβάνει από την οικογένεια του. Συγκεκριμένα θα υποστηρίξει ότι η διαφοροποίηση στην επιτυχία οφείλεται: Στην ικανότητα του ίδιου του μαθητή Στις αντιλήψεις και τις προσδοκίες της κάθε οικογένειας, οι οποίες μεταδίδονται στα παιδιά και μετατρέπονται σε σχέδια για το μέλλον Στα «ατομικά κίνητρα» για σκληρή δουλειά και επιτυχία, στο πλαίσιο της εκπαίδευσης. 10
Ζήτημα της ισότητας των ευκαιριών: ερωτήματα και κριτικές Η έννοια της ισότητας των εκπαιδευτικών ευκαιριών είναι μύθος ή πραγματικότητα; Αν υποθέσουμε ότι εξασφαλίζεται η ισότητα των εκπαιδευτικών ευκαιριών, τι αποτελέσματα μπορεί να παραγάγει, όταν αμφισβητείται σοβαρά η άλλη βασική υπόθεση του Parsons, σύμφωνα με την οποία, όλοι οι μαθητές μιας σχολικής τάξης ξεκινούν από την ίδια περίπου αφετηρία; Είναι αυτονόητο ότι το μόνο που μπορεί να εξασφαλίσει είναι η αναπαραγωγή της δεδομένης ανισότητας της αφετηρίας. Πόσο ισχυρή είναι σήμερα η θέση ότι η «ικανότητα» του μαθητή είναι έμφυτη; Οι περισότεροι αναλυτές (Habermas, Bourdieu, Bernstein) συνδέουν την ικανότητα με τη γνώση και θεωρούν ότι, κάποιες όψεις της «ικανότητας», είναι κοινωνικά κατασκευασμένες και πολιτισμικά εξαρτημένες. Σε ποιο βαθμό η εργατικότητα του μαθητή αποτελεί παράγοντα ανεξάρτητο από κοινωνικές προϋποθέσεις, όπως π.χ. από προσδοκίες του ίδιου και της οικογένειας, από καλλιεργημένες φιλοδοξίες κ.λπ.; Με την ιδεολογία των ίσων ευκαιριών, νομιμοποιείται ο κατανεμητικός χαρακτήρας του σχολείου, η συγκρότηση των κοινωνικών ιεραρχιών, η διαφοροποίηση των αμοιβών και, τελικά, η κοινωνική ανισότητα και θεωρείται ότι η νομιμοποίηση αυτή διασφαλίζει την τάξη, τη σταθερότητα και την κοινωνική συνοχή. Όμως, προς όφελος ποιων την εξασφαλίζει; 11
Β. Επιδίωξη της αποδοχής από τους μαθητές των ρόλων που θα κληθούν μελλοντικά να παίξουν, καθώς και των προϋποθέσεων (ικανοτήτων) που οι ρόλοι απαιτούν για τη σωστή άσκησή τους. Ένας από τους σκοπούς του σχολείου είναι να πείσει τους μαθητές ότι δεν έχει τόση σημασία το είδος του επαγγέλματος, αλλά, κυρίως, η τιμιότητα και η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο από τους συνανθρώπους του. Οι μαθητές πρέπει να αποδεχθούν ότι η κάθε κοινωνική θέση και ο κάθε κοινωνικός ρόλος απαιτεί ένα συγκεκριμένο πλέγμα ειδικών ικανοτήτων και μόνο όσοι το διαθέτουν θα μπορούν να την καταλάβουν. Η ικανότητα άσκησης ενός ρόλου μπορεί να αναλυθεί σε δύο μέρη: Γνωστικό μέρος: Δυνατότητα που έχει το άτομο, με βάση τις γνώσεις και τις δεξιότητες του, να εκπληρώνει τα καθήκοντά του και να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες της κοινωνίας: Καλύπτεται από τη συστηματική προσπάθεια του σχολείου για τη μετάδοση των απαραίτητων γνώσεων, πληροφοριών, δεξιοτήτων κ.λπ. Ηθικό μέρος: Ευσυνειδησία και την υπευθυνότητα που το κάθε άτομο δείχνει κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων του (του ρόλου του): Καλύπτεται μέσα από την κοινωνικοποιητική λειτουργία της εκπαίδευσης 12
Διαφοροποιήσεις στις λογικές, με βάση τις οποίες αξιολογούνται οι μαθητές της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης Πρωτοβάθμια εκπαίδευση: Κατά την αξιολόγηση των μαθητών οι δύο διαστάσεις (γνωστική και ηθική), δεν διαχωρίζονται ευκρινώς. Στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση η έμφαση πρέπει να δίνεται στην ηθική και όχι στη γνωστική διάσταση. Επομένως, η κοινωνικοποίηση αποτελεί την ουσιωδέστερη εκπαιδευτική λειτουργία στη σχολική τάξη. Ωστόσο, αναγνωρίζει ότι στο πεδίο της κοινωνικοποίησης η σχολική τάξη έχει συμμάχους ή ανταγωνιστές την οικογένεια και την ομάδα των ομηλίκων. Παράλληλα, στις ομάδες αυτές ισχύουν άλλης υφής κανόνες, οι οποίοι επιτρέπουν περισσότερο ανεξάρτητες συμπεριφορές. Τελικά, από τη στιγμή που στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση πρωταρχικό ρόλο διαδραματίζουν οι κοινωνικοποιητικές λειτουργίες, οι επιλεκτικές, διαδικασίες (αξιολόγηση) επηρεάζονται από το βαθμό στον οποίο το κάθε παιδί ανταποκρίνεται στις προσδοκίες του εκπαιδευτικού. Ωστόσο, η έννοια της προσδοκίας του εκπαιδευτικού ενσωματώνει, τόσο γνωστικά, όσο και ηθικά (αποδεκτοί κανόνες, αξίες κ.λπ.) στοιχεία. Έτσι, ο βαθμός κοινωνικοποίησης του κάθε παιδιού παίζει σημαντικό ρόλο. Σε κάθε περίπτωση, η συμπεριφορά του μαθητή επηρεάζει την αξιολόγηση των καθαρά γνωστικών αντικειμένων. Όμως, η ταύτιση των διαφορετικών αυτών στοιχείων κατά τη διαδικασία της αξιολόγησης στη σχολική τάξη περιορίζει σαφώς τον «αντικειμενικό» της χαρακτήρα πάνω στον οποίο στηρίζεται η νομιμοποίηση του κατανεμητικού ρόλου του σχολείου. 13
Δευτεροβάθμια εκπαίδευση: Η επιλεκτική διαδικασία επιδιώκει τη διάκριση των γνωστικών και των ηθικών στοιχείων (ικανοτήτων). Επιχειρεί να δώσει μια άλλη διάσταση στις ηθικές ικανότητες που ο μαθητής αποκτά στο σχολείο και να τις συνδέσει με γενικότερους προσανατολισμούς, οι οποίοι έχουν σχέση με την επιλογή και την άσκηση των ρόλων που θα κληθεί να παίξει στην κοινωνία: Οι μαθητές που έχουν αναπτυγμένες γνωστικές ικανότητες προσανατολίζονται, ή είναι προτιμότερο να προσανατολισθούν με την παρέμβαση του σχολείου, σε επαγγέλματα που απαιτούν ειδικές γνώσεις και όχι την ικανότητα καλλιέργειας διαπροσωπικών σχέσεων. Οι μαθητές που έχουν αναπτυγμένες ηθικές ικανότητες προσανατολίζονται, ή είναι προτιμότερο να προσανατολιστούν με την παρέμβαση του σχολείου, σε επαγγέλματα που απαιτούν γενικές γνώσεις και ανάπτυξη διαπροσωπικών σχέσεων. 14
Στη σύγχρονη κοινωνία, ολοένα και περισσότερο, η απόκτηση κάποιου εκπαιδευτικού τίτλου αποτελεί προϋπόθεση για την κατάληψη μιας θέσης κύρους. Αυτό σημαίνει ότι οι διαφοροποιήσεις που εκδηλώνονται στο σχολείο διαμορφώνουν και τις δομικές διαφοροποιήσεις (ανισότητες) της κοινωνίας. Παράλληλα, το σχολείο κοινωνικοποιεί τους μαθητές, ώστε αυτοί να αποδέχονται χωρίς αντιστάσεις τις διαφοροποιήσεις αυτές. Έτσι, δίνοντας έμφαση στον κοινωνικοποιητικό ρόλο του σχολείου, επιβεβαιώνει τον δομολειτουργικό χαρακτήρα της προσέγγισης του, αναδεικνύοντας ως βασική προτεραιότητα τη διατήρηση της τάξης και της σταθερότητας της κοινωνίας. 15