Η διεπιστημονικότητα στην εκπαιδευτική πράξη

Σχετικά έγγραφα
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β. ΑΙΓΑΙΟΥ ΜΥΤΙΛΗΝΗ. Ετήσιο Πρόγραμμα. Παιδαγωγικής Κατάρτισης Ε.Π.ΠΑΙ.Κ.

Επαγγελματικός Προσανατολισμός στη Δευτεροβάθμια Επαγγελματική Εκπαίδευση

Από το παραδοσιακό Σχολείο στο σύγχρονο

Το Αναλυτικό Πρόγραμμα. Δρ Δημήτριος Γκότζος

ΔΙΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΤΗΤΑ ΔΙΑΘΕΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ- ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ- ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΑΚΑΔ. ΕΤΟΣ ΕΑΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ

ΔΕΠΠΣ. ΔΕΠΠΣ και ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ

Παιδί και Ιστορικά Αρχεία: Προβληματισμοί, Μεθοδολογία, Μελέτη περίπτωσης. Λεωνίδας Κ. Πλατανιώτης Εκπαιδευτικός ΠΕ 02 (Φιλόλογος)

Διαθεματική-διεπιστημονική προσέγγιση

Οδηγίες για την Πιλοτική Εφαρμογή των μαθημάτων και των Βιωματικών Δράσεων στο Γυμνάσιο

Οδηγίες για την Πιλοτική Εφαρμογή των μαθημάτων και των Βιωματικών Δράσεων στο Γυμνάσιο

Παιδαγωγικές δραστηριότητες μοντελοποίησης με χρήση ανοικτών υπολογιστικών περιβαλλόντων

Διαθεματικότητα: πλαίσιο εφαρμογής, αποτελέσματα, πλεονεκτήματα - μειονεκτήματα, κριτική θεώρηση. Δρ Δημήτριος Γκότζος


Τα σχέδια μαθήματος 1 Εισαγωγή

Ανδρέας Δ. Καρατζάς, Θεόδωρος Μπαρής

800 ΟΛΟΗΜΕΡΑ NEA ΣΧΟΛΕΙΑ: ΕΝΙΑΙΟ ΑΝΑΜΟΡΦΩΜΕΝΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΙΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ

Τμήμα: Προσχολικής & Πρωτοβάθμιας Φωκίδας. Φορέας ιεξαγωγής: ΠΕΚ Λαμίας Συντονιστής: ημητρακάκης Κωνσταντίνος Τηλέφωνο:

Από τη σχολική συμβατική τάξη στο νέο υβριδικό μαθησιακό περιβάλλον: εκπαίδευση από απόσταση για συνεργασία και μάθηση


3 βήματα για την ένταξη των ΤΠΕ: 1. Εμπλουτισμός 2. Δραστηριότητα 3. Σενάριο Πέτρος Κλιάπης-Όλγα Κασσώτη Επιμόρφωση εκπαιδευτικών

Επιμόρφωση Εκπαιδευτικών για το Νέο Σχολείο: Η γνώση είναι ο δρόμος για το μέλλον!

Στόχοι και κατευθύνσεις στη διαπολιτισμική εκπαίδευση

Πρότυπα-πειραματικά σχολεία

Μάθημα: Διδακτική της Πληροφορικής. Περιγραφή μαθήματος. Διδάσκων: Παλαιγεωργίου Γ. Διαλέξεις: Παρασκευή 17:00-20:00

1. Η σκοπιμότητα της ένταξης εργαλείων ψηφιακής τεχνολογίας στη Μαθηματική Εκπαίδευση

Συνεργατικές Τεχνικές

ΑΡΗΣ ΑΣΛΑΝΙΔΗΣ Φυσικός, M.Ed. Εκπαιδευτικός-Συγγραφέας

Θεωρείτε και σε τι βαθμό, έγκαιρη την ενημέρωσή σας για την ημερίδα στην οποία και συμμετείχατε;

Σενάριο Διαχείρισης της Διαθεματικότητας στο Γυμνάσιο από τον Πληροφορικό. Σκέψεις για το Λύκειο

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΕΝΟΤΗΤΩΝ (περιγραφή) Περιγραφή του περιεχομένου της ενότητας.

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Προγράμματος. Εκπαίδευση μέσα από την Τέχνη. [Αξιολόγηση των 5 πιλοτικών τμημάτων]

ΘΕΜΑ: «Πρόσκληση Εκδήλωσης Ενδιαφέροντος Επιμορφωτών για διδασκαλία στην Α Φάση της Εισαγωγικής Επιμόρφωσης Εκπαιδευτικών σχολικού έτους »

Ημερίδα. Διαπολιτισμική Εκπαίδευση: εκπαιδευτική πολιτική, κοινωνία, σχολείο ΠΕΡΙΛΗΨΕΙΣ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΑΚΑΔ. ΕΤΟΣ ΕΑΡΙΝΟ ΕΞΑΜΗΝΟ

«Οπτικοακουστική Παιδεία:... αδιέξοδα και διαδρομές»

Η ανάγκη των εσωτερικών αλλαγών στην τεχνική- επαγγελματική εκπαίδευση. Βασίλης Δημητρόπουλος Επίτιμος Σχολικός Σύμβουλος

Τύπος Εκφώνηση Απαντήσεις

Διδακτική της Πληροφορικής

Η ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ ΣΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Ολοήμερα Δημοτικά Σχολεία με Ενιαίο Αναμορφωμένο Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα. Σοφία Καλογρίδη Σχολική Σύμβουλος

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ (ΠΣ) Χρίστος Δούκας Αντιπρόεδρος του ΠΙ

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗΣ

ΠΕ60/70, ΠΕ02, ΠΕ03, ΠΕ04)

Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Αθήνας

"Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΡΟΜΠΟΤΙΚΗ ΣΑΝ ΠΡΟΠΤΥΧΙΑΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΣΕ ΦΟΙΤΗΤΕΣ ΤΟΥ Π.Τ.Δ.Ε ΣΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ".

ΒΑΣΙΚΕΣ ΣΠΟΥΔΕΣ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΦΥΣΙΚΗΣ

ΤΗ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ. Νικολιδάκης Συμεών, Τσάνταλη Καλλιόπη,

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

Τα Νέα Προγράμματα Σπουδών για τις ΤΠΕ στην υποχρεωτική εκπαίδευση

Η διαπολιτισμική διάσταση των φιλολογικών βιβλίων του Γυμνασίου: διδακτικές προσεγγίσεις

Eπιμορφωτικό σεμινάριο

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης στη Σχολική Μονάδα

«Παιδαγωγική προσέγγιση της ελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού μέσω τηλεκπαίδευσης (e-learning)»

ιδακτική μαθημάτων Ειδικότητας

Η ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

Η παιδαγωγική σχέση: αλληλεπίδραση και επικοινωνία μεταξύ εκπαιδευτικού και μαθητή

Δελτίο Τύπου. Η Πρόταση του Ι.Ε.Π. για το Λύκειο που κατατέθηκε στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής

ΡΟΜΠΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Εφαρμογές Αnimation στη Διδακτική Ξένων Γλωσσών. Περιεχόμενο Προγράμματος

32 απαντήσεις. Σύνοψη

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΠΙΛΟΤΙΚΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΜΑΘΗΤΩΝ ΣΤΗΝ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ:

Π ε ρ ι ε χ ό μ ε ν α

Διαπολιτισμική Εκπαίδευση

Ερευνητικές Εργασίες. Μέθοδος Project στις Ερευνητικές Εργασίες

Αρχές και πρακτικές. Δρ Χρυσάνθη Κουμπάρου Σχολική Σύμβουλος Πρόεδρος ΠΑΝ.Σ.ΜΕ.ΚΑ.Δ.Ε.

Μοντέλα Εκπαίδευσης με σκοπό τη Διδασκαλία με χρήση Ψηφιακών Τεχνολογιών

ΤΟΜΕΑΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Πρόταση

ΔΙΔΑΚΤΙΚΉ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΏΝ

Περιγραφή μαθήματος. Εαρινό εξάμηνο Διδάσκων: Παλαιγεωργίου Γ. Διαλέξεις: Δευτέρα 14:00-18:00

Π 1901 Παιδαγωγικοί προβληματισμοί από την εισαγωγή των ΤΠΕ στην εκπαίδευση

Τα Διδακτικά Σενάρια και οι Προδιαγραφές τους. του Σταύρου Κοκκαλίδη. Μαθηματικού

5. Η εκπαίδευση στην Κοινωνία της Πληροφορίας

ΠΑΙ ΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΤΗ ΜΟΡΦΩΤΙΚΗ ΑΥΤΟΤΕΛΕΙΑ ΤΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση. Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης στη Σχολική Μονάδα

ΕΝΟΤΗΤΑ 5: ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

Διδακτικές επισκέψεις. Γιώργος Γώγουλος

Πολιτική Ποιότητας Τμήματος Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστημίου Πατρών

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ Ι ΣΤΑΘΜΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΑΘΙΕΡΩΣΗ ΚΑΙ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΤΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Δίκτυα Σχολείων Μαθηματικοί. Δρ. Κωνσταντίνος Παπαγιάννης Σύμβουλος Μαθηματικών Μέσης Εκπαίδευσης

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Σχολικός εγγραμματισμός στις Φυσικές Επιστήμες

Πότε ένας δάσκαλος θα κρίνεται ελλιπής και πότε εξαιρετικός

Πανεπιστήμιο Κύπρου Τμήμα Επιστημών της Αγωγής. MA Ειδική και Ενιαία Εκπαίδευση

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Έρευνα θέσεων καθηγητών για τη διδακτική αξιοποίηση της Διαθεματικότητας στο Γυμνάσιο

ΤΟ ΑΕΙΦΟΡΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΠΟΙΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗΣ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΜΑΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

Συντάχθηκε απο τον/την Konstantina Πέμπτη, 13 Ιανουάριος :15 - Τελευταία Ενημέρωση Κυριακή, 23 Ιανουάριος :24

Γεωργία Ε. Αντωνέλου Επιστημονικό Προσωπικό ΕΕΥΕΜ Μαθηματικός, Msc.

Θεματικό Πλαίσιο του Σχεδίου Δράσης

ΣΚΟΠΟΙ 1. Ανάπτυξη κινητικών δεξιοτήτων και ικανοποιητική εκτέλεση ορισμένων από αυτές Απόκτηση γνώσεων από την αθλητική επιστήμη (πώς ώ και γιατί) κα

Η διαχείριση της Διαθεματικότητας στο Γυμνάσιο από τον καθηγητή Πληροφορικής Σκέψεις σενάρια για το Λύκειο

ΔΟΜΕΣ ΕΠΑΝΑΛΗΨΗΣ ΟΣΟ ΣΥΝΘΗΚΗ ΕΠΑΝΑΛΑΒΕ.ΤΕΛΟΣ_ΕΠΑΝΑΛΗΨΗΣ. Κοκκαλάρα Μαρία ΠΕ19

Μουσική Αγωγή στην Προσχολική και Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Ζωή Διονυσίου

sound.sch.gr Ε.Ε.Δ.Ε. «Ήχος: Περιβάλλον, Άνθρωπος, Πολιτισμός»

ΑΠΟ ΤΗ ΦΥΣΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΤΗΝ ΑΕΙΦΟΡΙΑ: ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟΥ ΣΕΝΑΡΙΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΣΗΣ, ΓΙΑ ΤΑ ΑΣΗ, ΜΕ ΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΑΒΑΚΙΟΥ (E-SLATE)

ΟΜΑΔΟΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ

5.34 Αξιοποίηση κοινοτήτων μάθησης στο πλαίσιο προγράμματος προπτυχιακής εκπαίδευσης εν δυνάμει εκπαιδευτικών

Transcript:

Κωνσταντίνος Μπίκος 55 Κωνσταντίνος Γ. Μπίκος Καθηγητής Τμήματος Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής Α.Π.Θ. Rapid growth of knowledge over the last years has led to a wide range of disciplines. This is reflected to the foundation and operation of university departments, thus to the ability of the educators to obtain expertise in certain fields. Correspondingly, traditional curricula include distinct subjects, which follow acknowledged science fields that are taught by specially equipped teachers. Unfortunately, this has led to a large amount of inert knowledge, which is only used when it comes to exams. In the last years, there has been an international effort to show to the students that the world is cohesive. In order for this to be achieved, elements by many fields are used. As a result, an interdisciplinary approach is now mostly needed in education. That said, new, open, flexible curricula and teachers cooperation are considered essential and strongly required. Key words: interdisciplinary education, interdisciplinary approach, curriculum, projects Ο κατακερματισμός της περί τον κόσμο γνώσης Δεν μπορεί να αμφισβητήσει κανείς το γεγονός ότι η συστηματοποίηση της γνώσης κατά επιστήμες ή και επιστημονικούς κλάδους είναι θαυμαστό επίτευγμα της ανθρώπινης σκέψης. Καθώς δηλαδή η γνώση περί κόσμου αυξανόταν και τους τελευταίους αιώνες εξερράγη, φαίνεται να ήταν μία λογική και αναπόφευκτη λύση ο κατακερματισμός της και η εξειδίκευσή της κατά τομείς της ανθρώπινης ζωής. Οι πεπερασμένες δυνατότητες του ανθρώπινου νου να διαχειριστεί τον ωκεανό γνώσεων οδήγησε στη λύση της δημιουργίας τομέων

56 γνώσης που ο καθένας ήταν αρμόδιος αλλά και εμβάθυνε σε κάποια συγκεκριμένη πλευρά ή οπτική της πραγματικότητας. Δεν πρέπει να λησμονείται και το γεγονός ότι ο ανθρώπινος νους ανέπτυσσε παράλληλα κατά εποχή και την αντίστοιχη τεχνολογία της γνώσης. Επιχειρούσε δηλαδή να αναζητά βοήθεια από τεχνολογικά επιτεύγματα που διεύρυναν τις δυνατότητες αποθήκευσης, επεξεργασίας και κατά βούληση ανάκλησης πληροφοριών και γνώσεων. Έτσι προέκυψε και η ενδιαφέρουσα συνάρτηση, σύμφωνα με την οποία η διεύρυνση της γνώσης προσέφερε και την ανάλογη τεχνολογία διαχείρισης της γνώσης. Η εκάστοτε τεχνολογία της γνώσης συνέβαλλε στην περαιτέρω διεύρυνσή της, η οποία με τη σειρά της προσέφερε τη νεότερη τεχνολογία, με τελευταία εξέλιξη την ψηφιακή τεχνολογία της γνώσης και των πληροφοριών (Μπίκος 2012). Η εκάστοτε κατακτημένη γνώση περί κόσμου έπρεπε όμως και να μεταδοθεί στις επερχόμενες γενιές, ώστε να προετοιμάζονται επαρκώς για τις απαιτήσεις της κοινωνικής και επαγγελματικής ζωής κάθε κοινωνίας και εποχής. Η οργανωμένη και σκόπιμη εκπαίδευση που προέκυψε στηρίχτηκε στη λογική της εξειδίκευσης κατά επιστήμες και τον συνακόλουθο καταμερισμό της εργασίας που επέφερε η βιομηχανική επανάσταση. Έτσι τόσο τα προγράμματα εκπαίδευσης που προέκυψαν όσο και η οργανωτική δομή των ιδρυμάτων εκπαίδευσης ακολούθησε τη λογική της προσφοράς των γνώσεων σύμφωνα με τις αναγνωρισμένες επιστήμες. Τα γνωστικά αντικείµενα κύρους της τριτοβάθµιας εκπαίδευσης αντιπροσωπεύτηκαν σε απλοποιηµένη και συντοµευµένη µορφή ως διακριτά και ανεξάρτητα «µαθήµατα» στο αναλυτικό πρόγραµµα και κατ επέκταση στο ωρολόγιο πρόγραµµα του σχολείου. Πιο συγκεκριµένα, θεωρήθηκε αυτονόητο πως περιεχόµενο της σχολικής γνώσης πρέπει να αποτελέσει ό,τι σηµαντικότερο έχουν κωδικοποιήσει οι σύγχρονες επιστήµες, αλλά σε απλούστερη µορφή. Έτσι, η τριτοβάθµια εκπαίδευση αποτέλεσε το πρότυπο και οι επιστήµες που εξασφάλισαν θέση σε αυτή διεκδίκησαν στη συνέχεια και κατέλαβαν θέση στη δευτεροβάθµια και την πρωτοβάθµια εκπαίδευση, τηρώντας πάντα την αρχή της απλούστευσης και της συντόµευσης (Αλαχιώτης 2002).

Κωνσταντίνος Μπίκος 57 Ο εβδοµαδιαίος διδακτικός χρόνος, βέβαια, δεν κατανέµεται ισότιµα µεταξύ των διδασκόµενων αντικειµένων, αλλά κατανέµεται µε βάση τη μορφωτική αξία, που αποδίδει σε καθένα από αυτά η κυρίαρχη παιδαγωγική κουλτούρα, αλλά και µε βάση τη χρησιµότητα που αποκτά κάθε φορά ένα µάθηµα ή συγκεκριμένα θέματα στα κοινωνικοοικονοµικά δεδοµένα της εποχής. Η κατανοµή δεν είναι εύκολη, οι πιέσεις πολλές και οι συντάκτες των αναλυτικών προγραµµάτων συχνά αµφιταλαντεύονται µεταξύ «παιδαγωγικότητας» και «χρηστικότητας» των µαθηµάτων, κλίνοντας προς τη µία ή την άλλη κατεύθυνση, ανάλογα µε τη γενικότερη παιδαγωγική ιδεολογία τους. Κατά κανόνα στις χαµηλότερες βαθµίδες επικρατεί το κριτήριο της «παιδαγωγικότητας», ενώ στις ανώτερες το κριτήριο της «χρηστικότητας» ή της «αναγκαιότητας» (Ματσαγγούρας 2002). Αντίστοιχα οργανώθηκε και η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών για την προετοιμασία τους να διδάσκουν συγκεκριμένα επιστημονικά πεδία και σε συγκεκριμένες βαθμίδες της εκπαίδευσης. Αποτέλεσμα του κατακερματισμού της γνώσης είναι και η προσφορά της μέσα από εξειδικευμένα μαθήματα, εξειδικευμένο εκπαιδευτικό υλικό ή εγχειρίδια τόσο σε σχολικό όσο και πανεπιστημιακό επίπεδο. Αυτή η λογική των προγραμμάτων σπουδών και η δομή των εκπαιδευτικών οργανισμών έχει όμως καταρχήν μία σοβαρή διδακτική επίπτωση. Στο παραδοσιακό σχολείο, όπως και στο πανεπιστήµιο, κυριαρχούν οι μετωπικές και µονολογικές εισηγήσεις των διδασκόντων, οι οποίες σε κάποιες περιπτώσεις εµπλουτίζονται από ερωταπο-κρίσεις κατανόησης και ασκήσεις εµπέδωσης. Περιορίζουν τον εκπαιδευόμενο σε έναν παθητικό ρόλο και τον εξωθούν στην αποστήθιση στοιχείων και γνώσεων, σε έναν τύπο γνώσης δηλαδή που στηρίζεται ή απαιτεί το χαμηλότερο επίπεδο επεξεργασίας (Jackson & Davis 2000). Κάποιοι μιλούν για «σχολειοποίηση» της γνώσης και αναφέρονται σε συγκεκριμένες αδυναμίες που παρατηρούν ως αποτέλεσμα της οργάνωσης της προσφερόμενης γνώσης αλλά και του παραδοσιακού τρόπου εργασίας στα ιδρύματα εκπαίδευσης. Επισημαίνουν ότι οι εκπαιδευόμενοι αποκτούν γνώσεις αποκομμένες από την πραγματικότητα και τα βιώματά τους. Η μάθηση και οι γνώσεις τους είναι συχνά προσανατολισμένα στην επιτυχία σε κάποιες εξετάσεις και όχι στην κατανόηση της σημασίας τους για τη ζωή τους. Επιπλέον δεν τους βοηθά αυτή η οργάνωση να τους γίνει συνειδητό ότι για κάθε φαινόμενο

58 έχει παραχθεί γνώση από διάφορα επιστημονικά πεδία. Έτσι τους ο- δηγεί στη συσσώρευση ασύνδετων μεταξύ τους και σε μεγάλη έκταση αδρανών τελικά γνώσεων (Ματσαγγούρας 2002). Η ανάγκη για διεπιστημονική περί τον κόσμο γνώση Οι πρώτες αµφισβητήσεις έγιναν µε ψυχολογικά και παιδαγωγικά κριτήρια και αναφέρονταν στην αναντιστοιχία της κατάκερµατισµένης γνώσης προς τις ολιστικές αντιλήψεις που διέπουν την παιδική ψυχολογία. Μεταγενέστερες σχολές ψυχολογίας, όπως είναι ο εποικοδοµισµός και η νευρο-ψυχολογία του εγκεφάλου, ενίσχυσαν τις αρχικές ενστάσεις προς την κατακερµατισµένη και αποπλαισιωµένη γνώση. Όσον αφορά τις εξειδικευμένες και το χειρότερο ασύνδετες μεταξύ τους γνώσεις ο μεγάλος παιδαγωγός J. Dewey ήδη πριν έναν αιώνα προειδοποιούσε: «Δεν έχουμε μια σειρά από χωριστούς κόσμους, ένας από τους οποίους είναι μαθηματικός, άλλος φυσικός, άλλος ιστορικός κλπ. Ζούμε σ έναν κόσμο όπου όλες οι πλευρές συνδέονται» (Eby, Herrell. & Hicks 2002:7). Τη λύση σε αυτό το αδιέξοδο και την απάλειψη αυτής της αδυναμίας προσφέρει πάλι ένα από τα επιτεύγματα του ανθρώπινου νου που έ- γκαιρα διαπίστωσε ότι τα πάντα είτε εντάσσονται είτε λειτουργούν ως σύστημα, ως όλον. Οι παιδαγωγοί κατά τις τελευταίες δεκαετίες θεωρούν ότι αποστολή της σύγχρονης εκπαίδευσης είναι να καταδεικνύει στους τροφίμους της την πραγματικότητα ότι τόσο ο φυσικός όσο και ο κοινωνικός κόσμος αποτελούν μία ενιαία πραγματικότητα, τα μέρη της οποίας επηρεάζουν και αλληλοεπηρεάζονται. Ξεκινούν λοιπόν με την αμφισβήτηση των παραδοσιακών προγραμμάτων σπουδών, που αποτελούσαν απλούς καταλόγους περιεχομένων προς μάθηση και προτείνουν να δίνεται η έμφαση σε μαθησιακούς στόχους που αναφέρονται στην ανάπτυξη δεξιοτήτων και ικανοτήτων. Προτείνουν δηλαδή να προσφέρονται εναλλακτικά θέματα ή περιεχόμενα και να επαφίεται σε μαθητές και εκπαιδευτικούς η δυνατότητα επιλογής της θεματικής, αρκεί να προσφέρεται για την υλοποίηση των προβλεπόμενων στόχων (Jackson & Davis 2000). Αυτού του είδους τα προγράμματα σπουδών χαρακτηρίζονται ως α- νοικτά (open curricula), καθώς διακρίνονται από μία ευελιξία, προ-

Κωνσταντίνος Μπίκος 59 τρέποντας εκπαιδευτικούς και μαθητές να επιλέγουν ανάμεσα σε διάφορες εναλλακτικές. Αποτελούν στην ουσία πλαίσια προγραμμάτων που παρακινούν τους εμπλεκόμενους ακόμη και σε ανάπτυξη εκπαιδευτικών υλικών και αποδέσμευση από τα ανελαστικά και στερεότυπα περιεχόμενα σπουδών και εγχειρίδια. Τέτοιου είδους προγράμματα προσφέρουν και το κατάλληλο έδαφος για διεπιστημονική προσέγγιση της σχολικής γνώσης (Μπίκος 2005). Οι πρόσφατες προσπάθειες για ανάπτυξη διεπιστημονικών διαθεματικών προγραμμάτων σπουδών Επιχειρείται μάλιστα, εδώ και μία δωδεκαετία, και στη χώρα μας η εφαρμογή στην υποχρεωτική εκπαίδευση του λεγόμενου Διαθεματικού Ενιαίου Πλαισίου Προγραμμάτων Σπουδών. Επιλέχθηκε ένας τρόπος οργάνωσης που διατηρεί μεν τα διακριτά µαθήµατα ως πλαίσια επιλογής και διάταξης της σχολικής γνώσης, παράλληλα όμως ε- πιχειρεί µε ποικίλους τρόπους να συσχετίσει µεταξύ τους τα περιεχόµενα των διακριτών µαθηµάτων, επιδιώκοντας να βοηθά το μαθητή να κατανοεί τις δυνατότητες διεπιστημονικής προσέγγισης των φαινομένων. Τη διεπιστημονική συσχέτιση επιχειρεί να διασφαλίσει: Πρώτον, αναδεικνύοντας κατά τη µελέτη των επιµέρους ενοτήτων κάθε µαθήµατος τις διεπιστηµονικές εκείνες συσχετίσεις που ενυπάρχουν στα θέµατα, στις έννοιες και στις διαδικασίες µε όµορους και µη επιστηµονικούς κλάδους. Δεύτερον, επιχειρώντας µέσα από διαδικασίες «διάχυσης» (infusion) να εντάξει το περιεχόµενο προγραµµάτων, όπως είναι για παράδειγµα, η αγωγή υγείας και η αγωγή του καταναλωτή, στα υπάρχοντα µαθήµατα, στο βαθµό που αυτά προσφέρονται για κάτι τέτοιο. Τρίτον, επιχειρώντας να δημιουργήσει συµπράξεις µαθηµάτων, που οδηγούν σε υβριδικά µαθήµατα, όπως είναι, για παράδειγµα, η µελέτη του περιβάλλοντος. Πηγαίνει όμως και ένα βήμα παραπέρα, καθώς διακηρύσσει ότι ζητούμενο είναι η διαθεματική τελικά προσέγγιση της γνώσης. Προτείνει δηλαδή ευκαιριακά αντί των διακριτών µαθηµάτων, να αξιοποιούνται θέµατα, ζητήµατα και προβλήµατα, που παρουσιάζουν είτε προ-

60 σωπικό ενδιαφέρον για τους µαθητές είτε γενικότερο ενδιαφέρον για την κοινωνία και τον πολιτισµό (universalia) (Ματσαγγούρας 2002). Βασική παραδοχή του Δ.Ε.Π.Π.Σ. είναι ότι άσχετα από τις ακαδηµαϊκές πρακτικές της κατάτµησης της γνώσης σε τοµείς εξειδίκευσης η σχολική γνώση, για λόγους ψυχολογικούς και διδακτικούς, πρέπει: (α) να διδάσκεται σε ενιαιοποιηµένη µορφή, για να προσφέρει ολιστικές εικόνες της πραγµατικότητας, (β) να συνδέεται µε τις εµπειρίες των µαθητών, για να είναι κατανοητή, ενδιαφέρουσα και σχετική µε την πραγµατικότητα που βιώνουν και (γ) να προσεγγίζεται µε διερευνητικές µεθόδους, ώστε η γνώση να οικοδοµείται σταδιακά από τους ίδιους τους µαθητές. Υποστηρίζει ότι η σχολική γνώση θα προσφέρει στους µαθητές νέες δυνατότητες σκέψης, κρίσης και δράσης για την αντιµετώπιση των καταστάσεων της καθηµερινότητας µόνον όταν γίνει κατανοητή, ενιαία, σχετική, ελκυστική και ενδιαφέρουσα. Διαφορετικά, θα παραµείνει ανενεργό σώµα αποσπασµατικών, ανοηµάτιστων και αδιάφορων πληροφοριών. Και, βέβαια, είναι αυτονόητο ότι οι αποσπασµατικές πληροφορίες δεν συνιστούν γνώση (ΦΕΚ 1373, τ. Β 18-10-2001). Το ισχύον πρόγραμμα σπουδών θεσµοθετεί διεπιστημονικές ή διαθεµατικές προσεγγίσεις και εντός των διακριτών µαθηµάτων αλλά και εκτός αυτών στα πλαίσια κοινής σύµπραξης διαφορετικών µαθηµάτων. Αναλυτικότερα, εντός των µαθηµάτων προβλέπεται η διάθεση διδακτικού χρόνου στο τέλος κάθε θεµατικής ενότητας, που φθάνει µέχρι και το 10% του ετήσιου διδακτικού χρόνου για κάθε µάθηµα για την εκπόνηση σχεδίων εργασίας (projects). Η θεµατική τους οφείλει να αντλείται από το περιεχόµενο του αντίστοιχου µαθήµατος, αλλά η εστίαση και συγκεκριμενοποίηση του θέματος να ακολουθεί τα ενδιαφέροντα των µαθητών. Θεσμοθετεί επίσης τη διάθεση δύο έως τριών διδακτικών ωρών εβδομαδιαίως για τη λεγόμενη «Ευέλικτη Ζώνη», στα πλαίσια της οποίας οφείλει να γίνεται η εκπόνηση διαθεµατικών σχεδίων εργασίας (projects) γενικότερου ενδιαφέροντος, που δεν έχουν υποχρεωτικά σηµείο εκκίνησης το περιεχόµενο συγκεκριµένου µαθήµατος, όπως συµβαίνει µε την προηγούµενη περίπτωση των σχεδίων εργασίας (Αλαχιώτης 2002). Αυτή η ρύθμιση ίσχυσε αρχικά και για το γυμνάσιο, τα τελευταία χρόνια όμως θεωρήθηκε δυστυχώς ότι αυτός ο διδακτικός χρόνος είναι πιο χρήσιμος για παραδοσιακά μαθήματα.

Κωνσταντίνος Μπίκος 61 Όπως γίνεται φανερό κύρια μεθοδολογική λύση για τη διεπιστημονική αλλά και διαθεματική προσέγγιση της γνώσης είναι τα λεγόμενα σχέδια εργασίας ή projects. Τα σχέδια εργασίας, µέσα από τη θεµατική και τη µεθοδολογία τους, συµβάλλουν στην υλοποίηση, µε το φυσικότερο και αποτελεσµατικότερο τρόπο, των αρχών και των πρακτικών της διεπιστημονικότητας, διότι προσεγγίζουν τη γνώση βιωµατικά, µέσα από συλλογικές µορφές διερεύνησης θεµάτων, ζητηµάτων και προβληµάτων, τα οποία επιλέγουν οι µαθητές σε συνεργασία με τους εκπαιδευτικούς τους. Η ενεργός εµπλοκή των µαθητών στις συλλογικές διερευνητικές διαδικασίες συµβάλλει στην ανάπτυξη κοινωνικο-γνωστικών δεξιοτήτων και στάσεων, που τους καθιστούν ικανούς να αυτο-ρυθµίζουν τη γενικότερη συµπεριφορά τους, συµπεριλαµβανοµένης και της µαθησιακής. Επιπλέον μέσα από τη συμμετοχή τους στην όλη διαδικασία κατακτούν και το είδος της γνώσης που χαρακτηρίζεται ως διαδικαστική. Για να υλοποιηθούν βέβαια τα σχέδια εργασίας πρέπει να αλλάξει η λειτουργία κάθε τάξης ή και ολόκληρου του σχολείου. Πρέπει κάθε τάξη να μετατραπεί σε ένα εργαστήριο παραγωγής γνώσης. Οι μαθητές να μάθουν να εργάζονται σε μικρές ομάδες και ο εκπαιδευτικός να εγκαταλείψει την ex kathedra διδασκαλία και να γίνει ο υποστηρικτής και συντονιστής των ομάδων εργασίας. Πρέπει οι μαθητές να μάθουν να συντονίζονται και να συνεργάζονται με τους συναδέλφους τους, να εγκαταλείψουν το ένα και μοναδικό εγχειρίδιο και να μάθουν να αξιοποιούν όλες τις πηγές άντλησης πληροφοριών. Για να μην παρεμποδίζονται αυτές οι διαδικασίες από τις διακοπές που επιβάλλει το ωρολόγιο πρόγραμμα και η διαδοχή των εκπαιδευτικών διαφόρων ειδικοτήτων, μπορεί το σχολείο να αποφασίζει ότι κατά διαστήματα θα γίνεται πιο ευέλικτη διαχείριση του σχολικού χρόνου (Ματσαγγούρας 2002). Πρέπει επίσης το σχολείο να ανοίξει τις πόρτες του και είτε να επιτρέψει σε γονείς και φορείς να συμμετέχουν στις διαδικασίες είτε το σχολείο να βγει στην κοινωνία και την πραγματική ζωή για να την γνωρίσει από κοντά. Πρέπει τέλος οι συμμετέχοντες να μάθουν να παράγουν προϊόντα και να μπορούν να τα παρουσιάζουν. Οι συλλογικές διαδικασίες, βεβαίως, δεν αφορούν µόνο τους µαθητές, αφορούν και τους εκπαιδευτικούς όλων των διδακτικών αντικειµένων

62 και τάξεων. Η διεπιστηµονική διερεύνηση θεµάτων απαιτεί γνώσεις και δεξιότητες από διαφορετικούς επιστηµονικούς χώρους (Sumner & Tribe 2008). Αυτό σηµαίνει ότι ο προγραµµατισµός και η υλοποίησή τους απαιτεί την εµπλοκή εκπαιδευτικών από διαφορετικές ειδικότητες. Εγώ το λέω επιγραμματικά, πρέπει ο σύλλογος διδασκόντων από απλή διοικητικού τύπου συνύπαρξη συναδέλφων να μετατραπεί σε λειτουργική ομάδα συνεργασίας. Επιτρέψτε μου να καταθέσω την εκτίμησή μου ότι για πρώτη φορά στην ελληνική εκπαίδευση έχουμε προγράμματα σπουδών που δίνουν περισσότερη έμφαση στους στόχους και δεν αναλώνονται στην απλή εξάντληση κάποιας διδακτέας ύλης, κάποιων περιεχομένων μάθησης. Ακόμη παραπέρα πρόκειται για προγράμματα που δημιουργούν ευνοϊκές συνθήκες και για την αλλαγή στον τρόπο εργασίας στο σχολείο. Με όρους διδακτικής δίνουν τη δυνατότητα για εφαρμογή πιο καινοτομικών και πιο αποτελεσματικών μεθόδων διδασκαλίας και μάθησης. Δεν μου διαφεύγει βέβαια το γεγονός ότι δημιουργήθηκε ένα πρώτο ευνοϊκό πλαίσιο, το οποίο υπάρχουν εκπαιδευτικοί και σχολεία που το αξιοποιούν με αξιοζήλευτο τρόπο, αλλά υπάρχουν και εκπαιδευτικοί που αρέσκονται στη βολική λύση της πεπατημένης δηλαδή της παραδοσιακής μετωπικής διδασκαλίας. Αυτή μάλιστα η στροφή προς τη διεπιστημονικότητα δεν αφορά μόνον την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση, αλλά θεωρώ ότι για πρώτη φορά με σχετική ρύθμιση (Νόμος 4009/2001) προτρέπονται και τα ανώτατα ιδρύματα της χώρας μας να αναπτύξουν προγράμματα που δεν θα στηρίζονται αποκλειστικά στο επιστημονικό αντικείμενο κάποιου συγκεκριμένου Τμήματος και των ειδικεύσεων του επιστημονικού διδακτικού του προσωπικού. Δημιουργείται ένα ευνοϊκό περιβάλλον για την ανάπτυξη διεπιστημονικών προπτυχιακών και μεταπτυχιακών προγραμμάτων Σπουδών. Πέρα από το γεγονός ότι αυτό αποτελεί πλέον διεθνή τάση (Sumner & Tribe 2008), κρίνω ότι τέτοιου είδους προγράμματα θα δώσουν την ευκαιρία σε μελλοντικούς επιστήμονες να συνειδητοποιήσουν στην πράξη τη λειτουργία του κόσμου ως συστήματος και όχι ως συσσώρευση ασύνδετων μεταξύ τους τμημάτων ή πεδίων. Τέλος η συνεργασία επιστημόνων και η ανταλλαγή γνώσεων και μεθόδων από διαφορετικά επιστημονικά πεδία φαίνεται να δημιουργεί το κατάλληλο υπόβαθρο για τα επόμενα άλματα στην περί κόσμου γνώση.

Κωνσταντίνος Μπίκος 63 Ας μου επιτραπεί ως κατακλείδα μία σύνοψη: ο άνθρωπος από αιώνες επιχείρησε να κατανοήσει τον κόσμο και έθεσε τα αρχικά και θεμελιώδη ερωτήματα. Οι απαντήσεις που αρχικά έδωσε ήταν και ανάλογα καθολικού ή δογματικού χαρακτήρα. Μέσα από αλλεπάλληλες διαψεύσεις (Kuhn 2004), επέκτεινε τον ορίζοντα των γνώσεών του, τις οποίες για να τις διαχειριστεί τις συστηματοποίησε κατά διακριτές επιστήμες και αντίστοιχα μαθήματα, που αναφερόταν σε αποσπάσματα της πραγματικότητας.. Με τη βοήθεια όμως του πλέον θαυμαστού διεπιστημονικού επιτεύγματός του, που είναι ο ηλεκτρονικός υπολογιστής, καλείται σήμερα να κατανοήσει τον κόσμο στην ολότητά του, μέσα από διεπιστημονική προσέγγιση των φαινομένων. Βιβλιογραφία Αλαχιώτης, Σ. (2002): Για ένα σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα. Επιθεώρηση Εκπαιδευτικών Θεμάτων. Τεύχ. 7, σσ. 7-18 Eby,J., Herrell, A. & Hicks, J. (2002). Reflective Planning, Teaching and Evaluating. K 12. New Jersey: Merrill Prentice Hall. Jackson, A.W. & Davis, G.A. (2000). Turning Points 2000: Educating adolescents in the 21st century. New York: Teachers College Press. Kuhn, T. (2004): Η Δομή των Επιστημονικών Επαναστάσεων. Μτφρ. Γ. Γεωργακόπουλος & Β. Κάλφας, Ι έκδ.. Αθήνα: Σύγχρονα Θέματα. Ματσαγγούρας, Η. (2002): Διεπιστημονικότητα, διαθεματικότητα και ενιαιοποίηση στα νέα Προγράμματα Σπουδών: Τρόποι οργάνωσης της σχολικής γνώσης. Επιθεώρηση Εκπαιδευτικών Θεμάτων. Τεύχ. 7, σσ. 19 36 Μπίκος, Κ. (2005): Όψεις του Αναλυτικού Προγράμματος στο πλαίσιο της Διαθεματικής Προσέγγισης. Στο : Δ. Γερμανός, Κ. Μπίκος, Μ. Μπιρμπίλη, Ε. Παναγιωτίδου & Κ. Μπότσογλου, Η Διαθεματική Προσέγγιση της Διδασκαλίας και της Μάθησης. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα, σσ. 52 59. Μπίκος, Κ. (2012): Ζητήματα Παιδαγωγικής που θέτουν οι Τεχνολογίες της Πληροφορίας και των Επικοινωνιών. Θεσσαλονίκη: Ζυγός ΝΟΜΟΣ 4009/2011 (ΦΕΚ Α 195/06.09.2011): Δομή, λειτουργία, διασφάλιση της ποιότητας των σπουδών και διεθνοποίηση των α- νωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.

64 Sumner, A and M. Tribe (2008). International Development Studies: Theories and Methods in Research and Practice. London: Sage ΦΕΚ 1373, τ. Β 18-10-2001. «Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών».