ΚΑΤΑ ΥΤΙΚΑ ΠΑΡΚΑ: Ο ορισμός της αειφόρου ανάπτυξης και προστασίας του θαλάσσιου περιβάλλοντος του Κώστα Κούτση βιολόγου-ιχθυολόγου M.Sc., ΜΒΑ e-mail: koutsisk@otenet.gr Οι αυτόνομες καταδύσεις αναψυχής έχουν τα τελευταία χρόνια εξελιχθεί στο πιό δημοφιλές θαλάσσιο σπορ παγκοσμίως. Πρόκειται για μια ιδιαίτερα ευχάριστη και ψυχαγωγική δραστηριότητα για πολλά εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, οι οποίοι έχουν ανακαλύψει και εκτιμήσει την ομορφιά, τη γαλήνη και τον πλούτο του υποβρύχιου κόσμου, αλλά και την επιτακτική ανάγκη για προστασία και διατήρησή του. Το σπορ είναι πλέον τόσο δημοφιλές, που, σύμφωνα με τον διεθνή εκπαιδευτικό οργανισμό καταδύσεων PADI (ο οποίος κατέχει σήμερα το 70% της παγκόσμιας καταδυτικής αγοράς με παρουσία σε 175 χώρες), περισσότεροι από 1 εκατομμύριο άνθρωποι κάθε χρόνο, αποκτούν πτυχία καταδύσεων, χωρίς να υπολογίζονται οι απόφοιτοι των υπόλοιπων διεθνών καταδυτικών οργανισμών! Από διεθνή στατιστικά στοιχεία και μελέτες γύρω από το προφίλ των ερασιτεχνών αυτοδυτών, προκύπτει ότι αυτοί - στην συντριπτική τους πλειοψηφία - είναι άνθρωποι υψηλού μορφωτικού και οικονομικού επιπέδου, που εκτιμούν και σέβονται το φυσικό περιβάλλον, την υποβρύχια ζωή και την φυσική ομορφιά του βυθού, και δεν διστάζουν να ταξιδεύουν συχνά και επαναλαμβανόμενα, ακόμα και σε πολύ μακρινούς προορισμούς σε ολόκληρο τον πλανήτη, πραγματοποιώντας πολυήμερες διαμονές, προκειμένου να χαρούν την επαφή με τον υποβρύχιο κόσμο και τα μυστικά του. Σύμφωνα με τα ίδια στατιστικά, ως προς τους παράγοντες που προσφέρουν την μεγαλύτερη ικανοποίηση στους τουρίστες αυτοδύτες, κυριαρχεί σε συντριπτικό βαθμό η πλούσια υποθαλάσσια ζωή (90%), και ακολου-
θούν παράγοντες όπως η καταδυτική υποδομή (ποιότητα καταδυτικών κέντρων και υπηρεσιών), η διαύγεια του νερού, η φιλοξενία, κλπ. Αξίζει στο σημείο αυτό να τονιστεί, ότι, η κατάδυση αναψυχής είναι μια - εξ ορισμού- απόλυτα φιλική προς το υποβρύχιο περιβάλλον δραστηριότητα, αφού οι καταδυόμενοι, ούτε καν ακουμπούν το βυθό ή τα υδρόβια όντα, αρκούμενοι στην υποβρύχια περιήγηση, στην παρατήρηση και θαυμασμό του υποβρύχιου τοπίου και στην αίσθηση της περιπέτειας και του «ακραίου» που ενέχει το σπορ, «παίρνοντας μόνο φωτογραφίες και αφήνοντας μόνο τις φυσσαλίδες τους» όπως χαρακτηριστικά δηλώνει και το διεθνές σλόγκαν τους. Στην Ελλάδα, ο δρόμος για την ανάπτυξη των καταδύσεων αναψυχής άνοιξε πολύ πρόσφατα, μόλις στις 4 Φεβρουαρίου 2006, με την έναρξη ισχύος του σχετικού νέου νόμου (Ν. 3409/2005). Μέχρι και τότε, και για 28 ολόκληρα χρόνια, οι καταδύσεις απαγορεύονταν αυστηρά σε ολόκληρη σχεδόν την Ελληνική επικράτεια, με την πρόφαση της προστασίας των ενάλιων αρχαιοτήτων, ενώ οι αυτοδύτες, θεωρούνταν ανεπιθύμητοι και συχνά συλλαμβάνονταν, διώκονταν και προστιμοδοτούνταν, αντιμετωπιζόμενοι συλλήβδην ως εν δυνάμει αρχαιοκάπηλοι. Η θετικότατη αυτή εξέλιξη, που υπήρξε ιδιαίτερα καλοδεχούμενη από την Ελληνική και διεθνή καταδυτική κοινότητα, πιστεύεται, και πρέπει, να επιφέρει ραγδαία ανάπτυξη του καταδυτικού τουρισμού στην Ελλάδα τα επόμενα χρόνια, αφού οι συνθήκες στη χώρα μας για την ανάπτυξη των καταδύσεων αναψυχής είναι ιδανικές: Έχουμε τεράστια και πολυσχιδή ακτογραμμή με καταπληκτικούς βυθούς, χιλιάδες νησιά, καθαρά, διαυγή, και φιλόξενα νερά και ήδη αναπτυγμένη τουριστική υποδομή. Ωστόσο, υπάρχει ο σοβαρός κίνδυνος, τα πράγματα να μην εξελιχθούν ακριβώς έτσι. Κι αυτό γιατί η Ελλάδα, παρά τις ομορφιές και τις άριστες συνθήκες της, απέκτησε τελευταία ένα πολύ σοβαρό μειονέκτημα, το ίδιο που έχει ολόκληρη η Μεσόγειος: Οι βυθοί της είναι πιά, σε μεγάλο βαθμό, νεκροί. Τα καταστροφικά αποτελέσματα της υπεραλίευσης είναι καταφανή σε ολόκληρη σχεδόν τη χώρα. Το πρόβλημα βεβαίως, δεν είναι μόνον Ελληνικό ή Μεσογειακό. Είναι παγκόσμιο: 2
Η υπεραλίευση, συνδυαζόμενη με τα δυσμενή αποτελέσματα άλλων ανθρωπογενών δραστηριοτήτων (π.χ. θαλάσσια ρύπανση, υπερεκμετάλλευση των παράκτιων ζωνών, κλπ.), έχει διαταράξει σε μεγάλο βαθμό την ισορροπία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων και την δυναμική των υποθαλάσσιων βιοκοινωνιών, στο μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη. Ωστόσο, σύμφωνα με τον FAO, οι δυσμενέστερες παγκοσμίως επιδράσεις της υπεραλίευσης, καταγράφονται σήμερα στη Μεσόγειο, που είναι -ούτως ή άλλως- μια ημίκλειστη και με χαμηλή παραγωγικότητα θάλασσα, όπου η κατάσταση είναι πλέον εξαιρετικά ανησυχητική. Γίνεται λοιπόν φανερό, ότι, η απελευθέρωση των καταδύσεων αναψυχής στην Ελλάδα, από μόνη της, δεν αρκεί πιά για να εδραιωθεί και αναπτυχθεί ο καταδυτικός τουρισμός. Το ελληνικό θαλάσσιο περιβάλλον πρέπει παράλληλα να προστατευθεί αποτελεσματικά,, να ανασυσταθεί και στη συνέχεια να διατηρηθεί. Ένα καλό εργαλείο για την επίτευξη καί των δύο παραπάνω στόχων, ειδικότερα στις ρηχές παράκτιες ζώνες, είναι τα καταδυτικά πάρκα. Τα καταδυτικά πάρκα είναι προστατευμένες θαλάσσιες εκτάσεις, με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά (όμορφο βυθό με έντονο φυσικό υποθαλάσσιο ανάγλυφο και νερά προσιτά στους αυτοδύτες), κλει- στές σε κάθε άλλη δραστηριότητα πλήν των καταδύσεων αναψυχής και της επιστημονικής έρευνας. Πρόκειται δηλαδή για διάσπαρτες υποθαλάσσιες «οάσεις», τις οποίες ο άνθρωπος επισκέπτεται μόνο για λίγο και μόνο σαν παρατηρητής, χωρίς καν να αγγίζει -πόσο μάλλον, να αφαιρεί- το παραμικρό από αυτές. Εντός των εκτάσεων αυτών απαγορεύεται εις το διηνεκές κάθε είδους αλιεία (επαγγελματική και ερασιτεχνική) και κάθε είδους αλλοίωση ή αλλαγή του φυσικού περιβάλλοντος και των υποθαλάσσιων βιοτόπων, γεγονός που εξασφαλίζεται μέσω αυστηρής και συνεχούς καθ όλο το 24ωρο, φύλαξης, και ελέγχων. Έτσι, τα καταδυτικά πάρκα, μετατρέπονται σταδιακά σε φυλασσόμενες δεξαμενές υποβρύχιας ζωής, που με την ταυτόχρονη, τελείως αβλαβή καταδυτική τους εκμετάλλευση, εξασφαλίζουν από μόνα τους έσοδα για την φύλαξη και συνεπώς την βιωσιμότητά τους, χωρίς την παραμικρή επιβά- ρυνση του κρατικού προϋπολογισμού. Πρόκειται λοιπόν, για κλασσικό παράδειγμα υγιούς και αειφόρου ανάπτυξης. 3
Ως προς την αποτελεσματικότητα της προστασίας, δεκάδες πολυετείς επιστημονικές έρευνες και μελέτες σε περισσότερα από 80 τέτοια πάρκα ανά τον κόσμο, τόσο σε εύκρατα (Μεσόγειος), όσο και σε τροπικά κλίματα, έχουν οδηγήσει τους επιστήμονες σε εντυπωσιακά συμπεράσματα: Εντός των πάρκων, όλα τα υδρόβια είδη πανίδας και χλωρίδας συναντώνται σε ασύγκριτα μεγαλύτερους αριθμούς, μεγαλώνουν περισσότερο, και πολλαπλασιάζονται εντατικότερα και πιο αποτελεσματικά από ότι τα ίδια ακριβώς είδη στην υπόλοιπη θάλασσα. Πιο συγκεκριμένα, οι επιστήμονες μελέτησαν πέντε σημαντικούς βιολογικούς δείκτες (βιομάζα, πυκνότητα, μέγεθος, βιοποικιλότητα και αναπαραγωγή των θαλάσσιων οργανισμών) εντός προστατευόμενων θαλάσσιων πάρκων και συνέκριναν τα δεδομένα, με αυτά που συνέλεξαν σε αντίστοιχες, μή προστατευόμενες, γειτονικές περιοχές. Η σύγκριση των στοιχείων οδήγησε στα ακόλουθα συμπεράσματα: Η μέση βιομάζα (ή βάρος) όλων των υποθαλάσσιων ειδών πανίδας και χλωρίδας που εξετάστηκαν, είναι μεγαλύτερη κατά 400% εντός των πάρκων απ ότι σε γειτονικές περιοχές εκτός αυτών. Η μέση πυκνότητα των πληθυσμών (αριθμός ατόμων) κάθε είδους, είναι κατά 300% μεγαλύτερη μέσα στην προστατευόμενη περιοχή απ ότι εκτός. Οι προστατευόμενες περιοχές εμφανίζουν κατά 70% μεγαλύτερη βιο- ποικιλότητα (διαφορετικά είδη υδρόβιων οργανισμών) απ ότι οι γειτονικές περιοχές εκτός. Το μέσο μέγεθος σώματος των ψαριών όλων των ειδών, εντός των πάρκων, είναι κατά 80% μεγαλύτερο απ ότι εκτός. Η αναπαραγωγική ικανότητα όλων των ειδών (ποιότητα και ποσότητα αυγών, σπέρματος, και τελικά απογόνων), λόγω του μεγαλύτερου μέσου σωματικού μεγέθους που αυτά αποκτούν εντός των πάρκων, αλλά και του καθεστώτος προστασίας, είναι κατά πολλές φορές μεγαλύτερη (μέχρι και 17 φορές μεγαλύτερη σε ορισμένα είδη ψαριών) εντός των προστατευόμενων περιοχών απ ότι εκτός. Επίσης, οι ίδιες έρευνες απέδειξαν την θετικότατη επίδραση του καθεστώτος προστασίας και στις γειτονικές, εκτός των ορίων των πάρκων, θαλάσσιες περιοχές: 4
Η αύξηση της υποβρύχιας ζωής που επέρχεται σταδιακά στις προστατευόμενες περιοχές, οδηγεί πολλά είδη να μετακινούνται και να διασπείρονται εκτός αυτών, υποκινούμενα από την ανάγκη για περισσότερο ζωτικό χώρο ή λόγω του έντονου ανταγωνισμού για τροφή. Έτσι, τα καταδυτικά πάρκα λειτουργούν εις το διηνεκές και ως πυρήνες φυσικού εμπλουτισμού των γύρω θαλάσσιων περιοχών με θαλάσσια πανίδα και χλωρίδα, γεγονός ευεργετικό για την παράκτια αλιεία. Συμπερασματικά Συμπερασματικά, απ όλα τα παραπάνω αποδεικνύεται, ότι η δημιουργία καταδυτικών πάρκων έχει (μόνο) ευεργετικά αποτελέσματα, τόσο για το θαλάσσιο περιβάλλον, όσο και για τις συνδεόμενες με αυτό δραστηριότητες (παράκτια αλιεία, καταδυτικός τουρισμός). Αποτελεί δε, κυριολεκτικά, εθνικό έργο έ ργο, αφού, όπως παραδείγματα δεκάδων ξένων χωρών αποδεικνύουν, συνδυάζει την έμπρακτη, εφαρμοσμένη, και αποτελεσματική προστασία και διατήρηση του θαλάσσιου περιβάλλο- ντος, με την αειφορία, και την ανάπτυξη ενός νέου, ανερχόμενου και αυτο- τελούς τουριστικού κλάδου, που με την σειρά του δρά ευεργετικά στις το- πικές και εθνικές τους οικονομίες. Ο σύγχρονος αυτός θεσμός, μπορεί και πρέπει, να γίνει επιτέλους πραγματικότητα και στην Ελλάδα. Η χώρα μας, που, λόγω του παλαιού, εχθρικού προς τις καταδύσεις, καθεστώτος, δεν αποτελούσε μέχρι πρόσφατα καταδυτικό προορισμό, βρίσκεται σήμερα μπροστά σε μια μεγάλη ευκαιρία και πρόκληση. Αξιοποιώντας την νέα και σύγχρονη καταδυτική νομοθεσία της (βασισμένη στα πρόσφατα θεσπισθέντα Ευρωπαϊκά Πρότυπα Καταδύσεων Αναψυχής και ήδη αποτελούσα πρότυπο για άλλα Ευρωπαϊκά Κράτη), καλείται να αποτελέσει παράδειγμα ορθολογικής ανάπτυξης των καταδύσεων στην Ευρώπη. Κατά την ταπεινή, δε, άποψη του γράφοντος, και με δεδομένο ότι η κυρίαρχη ατραξιόν για τους αυτοδύτες παγκοσμίως, είναι η πλούσια υποβρύχια ζωή, ο μοναδικός δρόμος, για την υγιή, βιώσιμη και αειθαλή ανάπτυξη των καταδύσεων και του καταδυτικού τουριστικού ρεύματος στην Ελλάδα, είναι μέσω της προστασίας, ανασύστασης και διατήρησης του κάποτε πλουσιότατου και εξαιρετικά ενδιαφέροντος, υποθαλάσσιου περιβάλλο βάλλο- ντός της. 5
Με τουλάχιστον 16.000 χιλιόμετρα ακτογραμμής (σχεδόν το 35% της ακτογραμμής ολόκληρης της Μεσογείου!), περισσότερα από 3.500 νησιά και βραχονησίδες, εξαιρετικά πλούσιο υποβρύχιο ανάγλυφο, και σχεδόν 270.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα θάλασσας στην Ελληνική επικράτεια, με άριστο κλίμα και ζεστά νερά κατά τη μεγαλύτερη διάρκεια του έτους, η Ελλάδα διαθέτει τις καλλίτερες δυνατές προϋποθέσεις για την δημιουργία θαλάσσιων καταδυτικών πάρκων, την αειφόρο προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος, και την ανάπτυξη του καταδυτικού τουρισμού. Εκείνο που ασφαλώς ποτέ δέν θα έχει, είναι οι δικαιολογίες, εάν την επόμενη δεκαετία δεν έχει μετατραπεί σε «Καραϊβική της Ευρώπης». K.K. 6
Βιβλιογραφία Bell, J.D. 1983. Effects of depth and marine reserve fishing restrictions on the structure of a rocky reef fish assemblage in the northwestern Mediterranean Sea. Journal of Applied Ecology, 20: 357-369. Ditton, R.B., Osburn, H.R., Baker, T.L., and Thailing, C.E. 2002. Demographics, attitudes & reef management preferences of sport divers in offshore Texas waters. ICES Journal of Marine Science, 59: S186-S191. Driml, S. 1994. Protection for Profit. Economic & financial values of the Great Barrier Reef world heritage area and other protected areas. Great Barrier Reef Marine Park Authority, Research Publication, no.35, Townsville, pp.83. Francour, P., Harmelin, J.G., Pollard, D., Sartoretto, S. 2001. A review of marine protected areas in the northwestern Mediterranean region: siting, zonation and management. Aquatic Conservation: Marine and Freshwater Ecosystems. 11: 155-188. Fujita, R.M. 2001. Why Marine Reserves? Environmental Defense: finding the ways that work. 5655 College Av., Oakland, CA, USA 94618. Halpern, S. B. 2003. The impact of marine reserves: Do reserves work and does reserve size matter? Ecological Applications, 13, 1, Supplement, pp. S117-S137. Mundet, L., and Ribera, L. 2001. Characteristics of divers at a Spanish resort, Tourism Management, 22: 501-510. Nevil, J., 2005. The impacts of spearfishing: notes on the effects of recreational diving on shallow marine reefs in Australia. Ντίκου Α. 2004. Καταδυτικός τουρισμός στο Β. Αιγαίο: υνατότητες και Προοπτικές. Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Τμήμα Περιβάλλοντος. PISCO (Partnership for Interdisciplinary Studies of Coastal Oceans), 2002. The Science of Marine Reserves. Web site: www.piscoweb.org Riedmiller, S. 2003. Private sector investment in marine protected areas: Experiences of the Chumbe Island Coral Park in Zanzibar/Tanzania. Vth World Parks Congress: Sustainable finance stream. Durban, South Africa. Russ, G.R., Alcala, A.C. 1996a. Do marine reserves export adult fish biomass? Evidence from Apo Island, central Philippines. Marine Ecology Progress Series 132: 1-9. Σιάτρα Ε. 2005. Αισιόδοξο το μέλλον της καταδυτικής αγοράς, Περιοδικό ΘΑΛΑΣΣΑ, τ. 38: σελ. 218-221. 7