Υπερκαταναλωτισµός και Κρίση κατά την περίοδο των Χριστουγέννων: Υποκατάστατο ή Ανάγκη; Τίνα Γιάκα M.Ed. Ψυχολόγος-Συµβουλευτική Ψυχολόγος Σύµφωνα µε έρευνα της Deloitte, µιας από τις µεγαλύτερες εταιρείες παγκοσµίως σε παροχή επαγγελµατικών και συµβουλευτικών υπηρεσιών, το 2011 η αγοραστική πρόθεση των Ευρωπαίων καταναλωτών κατά την εορταστική περίοδο των Χριστουγέννων, έδειξε το γεγονός ότι οι Έλληνες είναι οι πιο απογοητευµένοι καταναλωτές σε σύγκριση µε το υπόλοιπο δείγµα σε σχέση µε την κατάσταση της οικονοµίας. Το 92% υποστηρίζει ότι η οικονοµία βρίσκεται σε ύφεση και το 81% δηλώνει ότι έχει περιοριστεί η αγοραστική του δύναµη. Η φετινή µελέτη, του 2012, επικεντρώνεται στους Έλληνες µε αντιπροσωπευτικό δείγµα καταναλωτών (18.354 άτοµα) ηλικίας µεταξύ 18-65 ετών, προκειµένου να αξιολογηθεί ο τρόπος σκέψης τους και να καταγραφούν οι προγραµµατισµένες δαπάνες σε δώρα, εκτός σπιτιού, διασκέδαση και φαγητό για τα γιορτινά γεύµατα. Οι περικοπές των εξόδων στο ήδη µειωµένοκατά πολύ- Χριστουγεννιάτικο προϋπολογισµό τους, φαίνεται να φέρνει αντιµέτωπους τους καταναλωτές στο δύσκολο έργο της συγκράτησης. Πιο συγκεκριµένα, οι Έλληνες φαίνεται ότι θα περιορίσουν τη χρήση της πίστωσης, θα αγοράσουν προϊόντα που βρίσκονται σε έκπτωση και θα στραφούν σε εγχώρια προϊόντα. Την ίδια στιγµή, είναι προετοιµασµένοι να περικόψουν τις δαπάνες τους για ένδυση (87%), εξόδους για φαγητό (86%), οικιακά αγαθά όπως τηλεοράσεις, υπολογιστές, έπιπλα (83%) και διασκέδαση (80%).Λιγότερο διατεθειµένοι φαίνονται οι Έλληνες να περικόψουν τα έξοδά τους σε τρόφιµα. Η κουλτούρα µας όµως, µας φέρνει απροετοίµαστους να προσφέρουµε δώρα σε µικρότερο αριθµό ατόµων, να ελέγχουµε την παρορµητικότητα µας σε σχέση µε τον υπερκαταναλωτισµό και να µην δίνουµε ιδιαίτερη προσοχή στις τιµές, τη χρηστικότητα των δώρων και των
προϊόντων που πρόκειται να αγοράσουµε φέτος τα Χριστούγεννα. Ο «καταναλωτισµός» σαν έννοια αναφέρεται στην τάση για κατανάλωση όσο το δυνατόν περισσότερων αγαθών, πέρα από τις αντικειµενικά υπάρχουσες ανάγκες. Ως «υπερκαταναλωτισµός» όµως, θα µπορούσε να εννοηθεί η τάση των ανθρώπων, η µανία, που κατέχει το σύγχρονο άνθρωπο του πολιτισµένου κόσµου να καταναλώνουν όλο και περισσότερα προϊόντα και αγαθά σε µια προσπάθεια εξισορρόπησης του εσωτερικού τους κενού που όλο και διογκώνεται καθώς και πλήρωσης της απληστίας τους, που όλο και κυριαρχεί σαν «µόδα» σε παγκόσµιο επίπεδο, κατά το Γερµανό κοινωνικό ψυχολόγοκοινωνιολόγο ErichFromm. Σήµερα, βρισκόµαστε παγιδευµένοι στις αξίες ενός πολιτισµού χαµένων και κερδισµένων όπου µεγαλώνουµε πιστεύοντας ότι η αναζήτηση πλούτου και κοινωνικής καταξίωσης θα µας οδηγήσει στη συναισθηµατική πληρότητα. Αποδεικνύεται καθηµερινά, ότι αυτό απλώς δεν ανταποκρίνεται στην πραγµατικότητα. Αν λοιπόν, βρίσκεται κανείς στα εισοδηµατικά ανώτερα στρώµατα σε ένα αναπτυγµένο κράτος, το πόσο πλουσιότερος είναι από τους άλλους δεν επηρεάζει καθόλου την εσωτερική ευδαιµονία ή την ψυχική του κατάσταση. H Ελλάδα, αποτελεί καταναλωτική κοινωνία η οποία παράγει και καταναλώνει προϊόντα σε µαζικές ποσότητες, προϊόντα που συχνά συνδέονται µε δευτερογενείς ή «φανταστικές» ανθρώπινες ανάγκες.οι αιτίες που µας ωθούν στο να επιδοθούµε στην υπερκατανάλωση είναι η ξέφρενη πορεία της τεχνολογίας που αν δεν συµβαδίσουµε µε αυτή, είµαστε «εκτός µόδας». Ο βοµβαρδισµός διαφηµίσεων µε ελκυστικές προσφορές και συσκευασίες προϊόντων, οι ευκολίες πληρωµής, οι δόσεις, οι πιστώσεις και οι εξιδανικευµένες ψεύτικες ανάγκες µιας οικογένειας τις ηµέρες των εορτών, γίνονται πόλος έλξης για κατανάλωση άνευ όρων. Τι γίνεται όµως σήµερα όπου η Ελληνική οικονοµία επηρεάζει κάθε µας κίνητρο και κάθε µας δυνατότητα ικανοποίησης των ουσιαστικών αναγκών µας; Αναµφίβολα, οι εξωτερικές µας συγκρούσεις (ερεθίσµατα), όσο και οι εσωτερικές µας (συναισθήµατα), επηρεάζουν την ψυχική µας ισορροπία. Η άνοδος του βιοτικού επιπέδου και ο γρήγορος ρυθµός ζωής έχουν ως συνέπεια και το σύγχρονο τρόπο ζωής ο οποίος δεν χαρακτηρίζεται αλλιώς εκτός από άγχος, µη διαχείριση καθηµερινών προβληµάτων, σύγχυση, δυσθυµία, καταθλιπτικόµορφα συναισθήµατα ακόµα και σωµατικές ενοχλήσεις. Η
οικονοµική κρίση κατά κάποιον τρόπο µας απειλεί. Η αντίδραση σε αυτήν τη νέα συνεχή προσαρµοστική κατάσταση επιφέρει άγχος, «ύπουλο» και ψυχοφθόρο αφού η απειλή είναι «µη ορατή» στα µάτια µας και επιπλέον συνεχής και παρατεταµένη σε διάρκεια, απειλώντας το ένστικτο της επιβίωσής µας. Το παρατεταµένο και οξύ άγχος που βιώνουµε, καθώς δεν µπορεί να αντιµετωπιστεί, σιγά σιγά οδηγεί σε «απόσυρση» από την πάλη για επιβίωση και παθητικότητα, µε τα οποία νιώθουµε ανίκανοι να αντιδράσουµε. Έτσι, τα ψώνια γίνονται υποκατάστατο, σαν ένας µηχανισµός άµυνας στην παράλογη αύξηση των ανθρώπινων απαιτήσεων. Ενεργοποιείται αυτόµατα η βραχυπρόθεσµη ικανοποίηση του εαυτού µας µετά τις αγορές ενώ το µακροχρόνιο ψυχικό κενό παραµένει. Αυτή η παθολογική σχέση του υπερκαταναλωτικού ατόµου µε τα ψώνια θυµίζει σχέση εξάρτησης από τα ναρκωτικά, το αλκοόλ, τον τζόγο µε σχήµα τις ψευδαισθήσεις: καταναλωτισµός και ευτυχία. Στην ψυχολογία η «αγοραστική µανία» θεωρείται παθολογική οι ειδικοί πλέον µιλούν για εθισµό όταν αποκτά τη µορφή εµµονής ή ψυχαναγκασµού µε αποτέλεσµα το άτοµο να ξοδεύει διαρκώς, συνήθως για πράγµατα που δεν του είναι απαραίτητα και, το κυριότερο, που δεν µπορεί να ξεπληρώσει, δηµιουργώντας τελικά χρέη. O εθισµός στις αγορές δεν διαφέρει από τους υπόλοιπους εθισµούς, αφού το άτοµο νιώθει εγκλωβισµένο στην ανάγκη για ψώνια, την ικανοποιεί ψυχαναγκαστικά, ενώ αυτή διαρκώς αναγεννάται και ωθεί σε αναγκαστική επανάληψη. Το άτοµο όταν ψωνίζει µπορεί να νιώθει ευφορία, µπορεί όµως να νιώθει και σύγχυση ή/και εκνευρισµό. Μετά την αγορά ωστόσο µπορεί να νιώσει αισθήµατα λύπης, ενοχής ή ντροπής, κάτι που επίσης συναντάται στους υπόλοιπους εθισµούς. Παρόλο που οι περισσότεροι πιστεύουν ότι µε τα ψώνια βελτιώνουν τη διάθεσή τους, στην πραγµατικότητα, µόλις περάσει ο πρώτος ενθουσιασµός και συνειδητοποιήσουν το πλήγµα στην τσέπη τους, βυθίζονται σε θλίψη, που όµως δεν αρκεί για να τους αποτρέψει από µια µελλοντική αγορά. Πρόκειται δηλαδή για ένα φαύλο κύκλο που δύσκολα σπάει. Οι συνέπειες είναι σοβαρές, αφού τα άτοµα φορτώνονται µε χρέη, δηµιουργούν προβλήµατα στις οικογένειές τους, ενώ, σύµφωνα µε την Αµερικανική Ψυχιατρική Επιθεώρηση, έχουν καταγραφεί ακόµα και περιπτώσεις αυτοκτονιών σε άτοµα που ένιωσαν παγιδευµένα στα χρέη τους.
Η συνειδητοποίηση του προβλήµατος γεννάται στις αιτίες. Η αυτογνωσία και ο αυτοέλεγχος ξυπνά µέσα από την εκλογίκευση και την τοποθέτηση των πραγµάτων στις σωστές τους διαστάσεις. Συχνά ο υπερκαταναλωτισµός κρύβει διαταραχές διάθεσης και άγχους. Μπορεί λοιπόν να υποβόσκει µια κατάθλιψη, ενώ οι ακατάπαυστες αγορές είναι και σύµπτωµα µανιοκατάθλιψης (διπολικής κατάθλιψης). Η απόκτηση υλικών αγαθών µπορεί να υποκαταστήσει ακόµα και την επιθυµία για σεξ, καθώς ενεργοποιεί τα ίδια κέντρα ανταµοιβής και ευχαρίστησης στον εγκέφαλο. Εξίσου σοβαρή αιτία είναι η ανάγκη της αποδοχής του εαυτού, γεγονός που συχνά συνδέεται µε χαµηλή αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίµηση. Αν και η αλλαγή της νοοτροπίας µας θα δηλώσει και την αλλαγή της ταυτότητάς µας, µπορούµε να σκεφτούµε πως η κατανάλωση είναι θέµα επιβίωσης και όχι αυτοσκοπός. Με λίγα λόγια επιδιώκουµε την ποιότητα και όχι την ποσότητα. Βάζοντας στόχους φτάνουµε να χειραγωγούµε την εσωτερική µας ελευθερία! Τις ηµέρες των Χριστουγέννων νιώθουµε την ανάγκη να δείχνουµε την αγάπη και την ευγνωµοσύνη µας µέσα από υλικά αγαθά όµως η οικονοµική δυσκολία και συνειδητοποίηση δεν µας αφήνουν να ανταπεξέλθουµε στις απαιτήσεις των ηµερών. Μπορούµε να βρούµε τρόπους, έστω και µόνο για την περίοδο των γιορτών, να νιώσουµε ψυχική ανάταση χωρίς περιττά έξοδα; Μπορούµε να δούµε τις γιορτές σαν µια ευκαιρία να αναλογιστούµε τι είναι τελικά σηµαντικό και να θέσουµε προτεραιότητες στις επιθυµίες και τις ανάγκες µας; Σαν πρώτη παρηγορητική σκέψη είναι πως δεν είµαστε µόνοι σε ότι περνάµε. Φίλοι και συγγενείς βιώνουν την ίδια κατάσταση και έτσι τα έξοδα για το γιορτινό τραπέζι µπορούν άνετα να µοιραστούν καλώντας αγαπηµένα πρόσωπα στο σπίτι. Από τις Ελληνικές συνήθειες δεν λείπει και η διασκέδαση. Χωρίς λοιπόν να διαθέσουµε πολλά χρήµατα µπορούµε να απολαύσουµε περιπάτους στους στολισµένους δρόµους καθώς και να εκµεταλλευτούµε κάθε λογής εκδηλώσεις όπου οι δήµοι διοργανώνουν, χωρίς κόστος. Φροντίζουµε να γεµίζουµε τη ζωή µας επενδύοντας στις σχέσεις, µε νέα ενδιαφέροντα, µε πράγµατα που µας ευχαριστούν. Όσον αφορά στην ανταλλαγή δώρων που αναπόφευκτα γίνεται, καλό θα ήταν να ορίσουµε από πριν ένα µπάτζετ κάνοντας µια λίστα, κάτι σαν πλάνο εξόδων. Μια καλή συµβουλή είναι να κρατάµε τις αποδείξεις των αγορών µας καθ όλη τη διάρκεια του χρόνου και όχι µόνο την περίοδο των εορτών, σε περίπτωση δε, που χρησιµοποιούµε πιστωτική κάρτα, θα πρέπει να
ζητήσουµε να µας δοθεί ένας λογαριασµός που να δείχνει αναλυτικά τις αγορές µας, καθώς µε αυτόν τον τρόπο, θα έχουµε µία καλύτερη εικόνα για το πού ξοδεύουµε τα χρήµατά µας. Μην ξεχνάµε όµως πως η ικανοποίηση από τα δώρα, ακόµα και για τα παιδιά, είναι συνήθως στιγµιαία. Αυτό που χρειάζονται οι άνθρωποι είναι προσοχή, τρυφερότητα και αγάπη. Αν και το shopping στα χρόνια της κρίσης µοιάζει προκλητικό, η γιορτινή περίοδος είναι και θα είναι ξεχωριστή εποχή για έξοδα αλλά και καταναλωτική ευφορία. Όταν όµως από την άλλη η δυσφορία και το ανικανοποίητο ξεπεράσουν το ανεκτό όριο, η ψυχοθεραπευτική παρέµβαση προτείνεται, καθώς θα βοηθήσει στο να εµβαθύνουµε στα αίτια της συµπεριφοράς µας, χτίζοντας έτσι ένα συνολικό αυτοέλεγχο.