Δασικά Οικοσυστήματα και Τεχνικά Έργα

Σχετικά έγγραφα
Ανακύκλωση θρεπτικών στοιχείων λέγεται η κίνηση των θρεπτικών στοιχείων και ο ανεφοδιασμός δασικών οικοσυστημάτων με θρεπτικά συστατικά Οικοσύστημα

Δασική Εδαφολογία. Γεωχημικός, Βιοχημικός, Υδρολογικός κύκλος

ΚΙΝΗΣΗ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΩΝ ΡΕΥΜΑΤΩΝ. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ

Δασικά Οικοσυστήματα και Τεχνικά Έργα

ΔΙΑΚΡΙΣΗ ΦΕΡΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΩΝ ΡΕΜΜΑΤΩΝ ΜΕΡΟΣ Α. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: Η έννοια του οικοσυστήματος 11

Η ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ (Ιδίως των μεταλλείων και λατομείων)

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΛΙΒΑΔΙΚΟΥ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ

ΑΣΚΗΣΗ. Πυκνότητα και πορώδες χιονιού. Ποια είναι η σχέση των δυο; Αρνητική ή Θετική; Δείξτε τη σχέση γραφικά, χ άξονας πυκνότητα, ψ άξονας πορώδες

Δασική Εδαφολογία. Εδαφογένεση

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

Εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων από τη διάνοιξη

Προστατευτική Διευθέτηση

ΓΕΩΠΟΝΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΑΕΙΦΟΡΟΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗ & ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΝΕΙΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους

ΙΖΗΜΑΤΑ -ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΕΤΗΣΙΑ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΑΝΕΜΟΣ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ

ΠΠΣΠΑ ΜΑΘΗΜΑ:Γεωλογία & ΔΦΠ ΤΑΞΗ : Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ : 9/12/2013 Σχολικό έτος ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΒΙΟΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑΣ...

ΦΥΣΙΚΕΣ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ. Μαρία Κιτριλάκη ΠΕ04.04

Τεχνολογία Γεωφραγμάτων

Φυσικό και Αστικό Περιβάλλον. Αειφορική Διαχείριση & Βιώσιμη Ανάπτυξη

ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΤΗΣ ΛΙΒΑΔΙΚΗΣ ΒΛΑΣΤΗΣΗΣ

Μπορεί η διαχείριση των εδαφικών πόρων να συμβάλλει στη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου;

Στρατηγική Περιβαλλοντική Εκτίμηση και Στρατηγική Διατήρησης του Περιβάλλοντος. Κίμων Χατζημπίρος Επίκουρος Καθηγητής ΕΜΠ

ΧΕΙΜΑΡΡΩΔΗ ΡΕΥΜΑΤΑ ΜΕΡΟΣ Β. ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ Δρ. Γ. ΖΑΙΜΗΣ

ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΤΟΠΙΟΥ. Χειμερινό εξάμηνο

Διαμόρφωση προτύπων. 21 March Γιατί μελετάμε το πρότυπο τοπίου;

Τ Α ΣΤ Σ Ι Τ Κ Ι Ο Π ΕΡ Ε Ι Ρ Β Ι ΑΛΛ Λ Ο Λ Ν

Τύποι χωμάτινων φραγμάτων (α) Με διάφραγμα (β) Ομογενή (γ) Ετερογενή ή κατά ζώνες

ΕΡΓΑΣΙΑ ΟΙΚΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΘΕΜΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ: ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΜΟΥ ΤΟΥ ΜΑΘΗΤΗ: ΑΣΚΟΡΔΑΛΑΚΗ ΜΑΝΟΥ ΕΤΟΣ

Oικονομική, λειτουργική και συμβατή στο λιβαδικό τοπίο κατασκευή των λιβαδικών δρόμων

ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΤΑ ΛΙΒΑΔΙΑ

Αποσάθρωση. Κεφάλαιο 2 ο. ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΕΔΑΦΩΝ

ΤΡΙΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ. Χλωρίδα και Πανίδα

Εφαρμογή ΜΠΕ 2. Δρ Σταυρούλα Τσιτσιφλή

ΕΚΘΕΣΗ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗΣ ΕΡΓΟΥ

Ο.Ε.Φ. / Α.Σ. ΤΥΜΠΑΚΙΟΥ

25/11/2010. Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 4 η Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα Χειμερινό Παρόχθια ζώνη

Κατανάλωση νερού σε παγκόσμια κλίμακα

Ειδική Προστατευτική Διευθέτηση

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΤΑ ΔΑΣΗ ΜΑΣ ΣΧ. ΕΤΟΣ

Τεχνικοοικονοµική Ανάλυση Έργων

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ. Η έννοια του οικοσυστήματος αποτελεί θεμελιώδη έννοια για την Οικολογία

Πρόλογος Οργανισμοί...15

Κ. Ποϊραζίδης Εισήγηση 3 η Παρόχθιες Ζώνες στην Ελλάδα ΕΑΡΙΝΟ

Ομιλία του καθηγητού Χρήστου Σ. Ζερεφού, ακαδημαϊκού Συντονιστού της ΕΜΕΚΑ

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο

ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΡΕΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ

1. Τα αέρια θερµοκηπίου στην ατµόσφαιρα είναι 2. Η ποσότητα της ηλιακής ακτινοβολίας στο εξωτερικό όριο της ατµόσφαιρας Ra σε ένα τόπο εξαρτάται:

ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΓΗΣ

ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΜΕΤΕΩΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΙ Υ ΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΣ ΣΤΑ ΑΣΙΚΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ

ΕΞΩΓΕΝΕΙΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΑΝΑΓΛΥΦΟΥ

ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ : ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΓΑΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥ ΚΟΤΣΟΜΕΡΗ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΚΟΝΙΤΟΠΟΥΛΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2011

Οι αρχές της υδρογεωνομικής διευθέτησης

ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΓΝΑΤΙΑ ΟΔΟ. Dr. Βανδαράκης Δημήτριος Dr. Παυλόπουλος Κοσμάς Καθηγητής

Άσκηση 3: Εξατμισοδιαπνοή

Ειδική Προστατευτική Διευθέτηση Αποτροπή Χειμαρρολάβας

μελετά τις σχέσεις μεταξύ των οργανισμών και με το περιβάλλον τους

ΤΕΥΧΟΣ 6 ΤΕΧΝΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

Η Επίδραση και οι Επιπτώσεις της Απουσίας Χωρικού Σχεδίου για την Αγροτική Γή

ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΝΕΡΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝΩ ΡΟΥ ΤΟΥ ΑΧΕΛΩΟΥ

ΤΟ ΕΝ ΡΟ ΩΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟ ΚΑΙ ΟΜΙΚΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ

Για να σχηματιστεί το έδαφος Επιδρούν μακροχρόνιες διεργασίες εδαφογένεσης Διαδικασία μετατροπής μητρικού πετρώματος σε έδαφος

Αρχιτεκτονική Τοπίου. Διδάσκων: Ιωάννης Τσαλικίδης. Συνεργάτες: Ελένη Αθανασιάδου Μαρία Λιονάτου Ευθύμης Χαραλαμπίδης Βασίλης Χαριστός

Δασικά εδάφη και υδρολογικός κύκλος

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΡΥΠΑΝΣΗΣ. Ι ΑΣΚΟΥΣΑ : ρ. Μαρία Π. Θεοδωροπούλου

Θ Δημοτικό Σχολείο Πάφου. «Κουπάτειο» Τάξη : Δ

Μάθημα: ΥΔΡΟΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Μετεωρολογία Κλιματολογία (ΘΕΩΡΙΑ):

Φυτοτεχνικές Διευθετήσεις

Κλιματικές αλλαγές σε σχέση με την οικονομία και την εναλλακτική μορφή ενέργειας. Μπασδαγιάννης Σωτήριος - Πετροκόκκινος Αλέξανδρος

ΒΙΟΛΟΓΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ

ΥΔΑΤΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ ΝΕΟΥ ΔΗΜΟΥ ΣΑΡΩΝΙΚΟΥ ΑΤΤΙΚΗΣ

Εργασία Γεωλογίας και Διαχείρισης Φυσικών Πόρων

ΜΑΡΤΙΟΥ 2012 ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΑΣΟΠΟΝΙΑΣ

Η Γη κινδυνεύει. Σήμερα 40% ΜΕ 70% ΤΩΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΑΝΘΡΑΚΑ ΟΦΕΙΛΕΤΑΙ ΣΤΙΣ ΠΟΛΕΙΣ

Σχεδιασμός Υπαίθριων Εκμεταλλεύσεων

Ε.Μ.Π..Π.Μ.Σ. ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΣΧΟΛΗ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ

Το αγροδασικό μέτρο στα πλαίσια της νέας ΚΑΠ και οι προοπτικές εφαρμογής του στην Ελλάδα

Παρουσίαση των. Προγραμμάτων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. που λειτουργούν στον. Βοτανικό Κήπο. «Ιουλίας & Αλεξάνδρου Ν. Διομήδους»

Το νερό στο φυσικό περιβάλλον συνθέτει την υδρόσφαιρα. Αυτή θα μελετήσουμε στα επόμενα μαθήματα.

ΔΑΣΙΚΑ & ΥΔΑΤΙΝΑ ΟΙΚΟΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ. ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 13/06/2013 Δήμος Βισαλτίας

Παγκόσμια Ημέρα Νερού

Εφαρμογή ΜΠΕ 1. Δρ Σταυρούλα Τσιτσιφλή

ένα αειφόρο πρότυπο Ήβη Νανοπούλου Αρχιτέκτων - Διευθύνων σύμβουλος ΘΥΜΙΟΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΑΕΜ

Δασική Αναψυχή & Περιήγηση

ΔΙΕΥΘΕΤΗΣΗ ΟΡΕΙΝΩΝ ΥΔΑΤΩΝ Ι. Κεφάλαιο 10 ο

ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗ ΜΑΖΩΝ (mass wasting)

Συμπίεση Αστικών Εδαφών Αιτίες-Επιπτώσεις-Έλεγχος

Αυτορρύθμιση στις αγροτικές περιοχές/ύπαιθρος

Εργαστήριο Δασικής Γενετικής / ΔΠΘ Ορεστιάδα. Εισαγωγή ΒΕΛΤΙΩΣΗ & ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΑΣΟΓΕΝΕΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ. Αριστοτέλης Χ. Παπαγεωργίου

Τα αντιδιαβρωτικά και αντιπληµµυρικά έργα στην αρχαία Ολυµπία. µετά την πυρκαγιά της 26ης Αυγούστου 2007:

ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΣΤΕΡΕΟΜΕΤΑΦΟΡΑ ΚΑΙ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΑΚΤΩΝ

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΙΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥ ΩΝ «ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ»

ΛΥΣΕΙΣ Υδρολογικός Κύκλος

Σχήμα 8(α) Σχήμα 8(β) Εργασία : Σχήμα 9

Αναδάσωση. Εισαγωγή. Το δάσος. Η φωτιά. Αναδάσωση: φυσική ή τεχνητή;

1o ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΠΑΛΛΗΝΗΣ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ

Λιβαδικές δασοτεχνικές εγκαταστάσεις και η συμβολή των λιβαδιών στην ανάπτυξη των ορεινών περιοχών

«ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΜΕΤΑΛΛΕΥΤΙΚΩΝ ΜΕΤΑΛΛΟΥΡΓΙΚΩΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΧΡΥΣΟΣ ΣΤΗ ΧΑΛΚΙ ΙΚΗ» Παράρτηµα VΙΙΙ

Transcript:

Τμήμα Δασολογίας & Διαχείρισης Περιβάλλοντος & Φυσικών Πόρων Εργαστήριο Διευθέτησης Ορεινών Υδάτων και Διαχείρισης Κινδύνου Προπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών Δασικά Οικοσυστήματα και Τεχνικά Έργα Κεφάλαιο 3 ο : Τεχνικά έργα σαν στοιχεία διατάραξης του τοπίου και ανάπτυξη της περιοχής Φώτιος Μάρης, Αναπλ. Καθηγητής Δ.Π.Θ.

3.1 Γενικές διαταράξεις στο δασικό οικοσύστημα από τα μέσα διάνοιξης και μετατόπισης του ξύλου Οι συνήθεις βλάβες που προκαλούνται στα δασικά οικοσυστήματα από τα μέσα διάνοιξης και μετατόπισης του ξύλου είναι: Διάβρωση του εδάφους ως αποτέλεσμα της χαλάρωσής του. Συμπίεση του εδάφους και μείωση της δυνατότητας διήθησης του νερού. Δημιουργία κατολισθήσεων. Διακοπή της υπόγειας ροής του νερού. Τραυματισμός ή καταστροφή του ριζικού συστήματος και μείωση της σταθερότητας της συστάδας. Τραυματισμός ιστάμενων δένδρων. Μείωση της προσαύξησης των κρασπεδιαίων δένδρων. Αισθητική αλλοίωση του τοπίου. Δημιουργία οικολογικών προβλημάτων, όπως π.χ. κατακερματισμός ανέπαφων ζωτικών χώρων, διατάραξη της ηρεμίας των άγριων ζώων κλπ.

Σχήμα 3.1. Ποσοστό των δένδρων της παραμένουσας συστάδας που υφίσταται ζημίες κατά τη μετατόπιση ξύλου με διάφορα μέσα.

3.2. Τεχνικά έργα και οικολογία τοπίου 3.2.1. Οικολογία τοπίου Μια καινούργια κατασκευή τεχνικού έργου (π.χ. δασικού δρόμου) τραυματίζει το φυσικό τοπίο δημιουργώντας ένα νέο περιβάλλον του οποίου μεταβάλλεται η εικόνα, η προσφορά και το ανάγλυφο, και μόνο αν αξιοποιηθούν σωστά οι λειτουργικές ιδιότητες της βλάστησης, διατηρείται η αισθητική και η οικολογική ισορροπία των φυσικών οικοσυστημάτων. Οι τραυματισμοί (επιδράσεις) αυτοί έχουν σαν αποτέλεσμα την αλλαγή ή τη διατάραξη της κανονικής διάρθρωσης των σταθμικών παραμέτρων (θερμοκρασία, φωτισμό, άνεμο, υδρονομία, έδαφος, πανίδα, χλωρίδα) και ως εκ τούτου την επιβάρυνση του οικολογικού τοπίου. Το αποτέλεσμα της διάρθρωσης όλων των φυσικών παραγόντων όπως πετρωμάτων εδάφους, ύδατος, αέρος, κλίματος, χλωρίδας και πανίδας καλείται οικονομία της φύσης ή οικολογία.

Η οικολογία ερευνά συμπλέγματα συστημάτων. Κανείς όμως αρχίζει με την έρευνα των επιμέρους συστημάτων και προσπαθεί να διερευνήσει τις σχέσεις μεταξύ αυτών και του περιβάλλοντος. Για το σκοπό αυτό θα πρέπει να ερευνηθούν οι επιδράσεις των βιοτικών και αβιοτικών συντελεστών (σχ. 3.3. ). Τα οικολογικά προβλήματα, τα οποία προκύπτουν κατά την κατασκευή των δασικών δρόμων είναι δυνατόν να λυθούν με τη μέθοδο της οικολογίας του τοπίου (Fielenbach, 1975).

Σχήμα 3.3. Αβιοτικοί συντελεστές και οι σχέσεις μεταξύ τους (κατά Knodel/Kull 1974) Οικολογία τοπίου είναι η διδασκαλία των σχέσεων των μεμονωμένων συντελεστών, οι οποίοι καθορίζουν το τοπίο και των αλληλεπιδράσεών τους (Fielenbach, 1975).

Οι συντελεστές, η έκταση των οποίων εξαρτάται από το εκάστοτε τιθέμενο ερώτημα, οι οποίοι πρέπει να ερευνηθούν ή να περιγραφούν είναι οι εξής: Η θέση της περιοχής σχεδιασμού στο τοπίο, η χωροταξική διάρθρωση της φύσης (π.χ. κοιλώματα, προεξοχές, δάσος, λιβάδια κλπ.), οι γεωλογικές συνθήκες, το κλίμα, η υδρολογία, το έδαφος, τα δένδρα, τα ζώα, η προστασία φύσης και τοπίου, τα μνημεία φύσης και πολιτισμού. Με βάση τα αποτελέσματα αυτής της ανάλυσης βγαίνουν συμπεράσματα για την οικολογική διάρθρωση του οικολογικού τοπίου και για τις αλληλεξαρτήσεις των μεμονωμένων συντελεστών.

Για τις αρνητικές επιδράσεις της κατασκευής των δασικών δρόμων στην οικολογία του τοπίου υπάρχουν μαρτυρίες από τη βιβλιογραφία. Οι επιδράσεις αυτές έχουν σαν αποτέλεσμα την αλλαγή ή τη διατάραξη της κανονικής διάρθρωσης των σταθμικών παραγόντων (άνεμος, υδατικές συνθήκες, βιότοπος, έδαφος) κατά διάφορο τρόπο. Η κατασκευή των δρόμων συνδέεται με μια αναπόφευκτη καταστροφή των εδαφών. Πρόκειται για μετακινήσεις και αποθέσεις εδαφών και υλικών, με δυσμενείς συνέπειες στην ποιότητα και ποσότητα των συστημάτων αποχέτευσης και στην υδατική πανίδα.

Βασικές αιτίες της επίδρασης της κατασκευής των δασικών δρόμων στην οικονομία της φύσης είναι η διάβρωση και η έκπλυση των πρανών, του καταστρώματος και των τάφρων των δασικών δρόμων. Η τυπική αυτή επιφανειακή διάβρωση λαμβάνει χώρα ιδιαίτερα κατά τη φάση της κατασκευής και κατά τα πρώτα χρόνια της χρήσης του δασικού δρόμου, ελαττώνεται δε με την πάροδο του χρόνου. Η αντοχή του εδάφους στον κίνδυνο της διάβρωσης μεταβάλλεται γενικά από περιοχή σε περιοχή και εξαρτάται από την ποσότητα των κατακρημνισμάτων (ένταση της βροχής κλπ), τη σύσταση των εδαφών (λεπτόκοκκα), την κλίση της πλαγιάς και τον τρόπο κατασκευής των δασικών δρόμων (μεγάλα πρανή και κατά μήκος κλίσεις).

Το μέγεθος της επίδρασης αυτής της διάνοιξης του δάσους κάτω από δυσμενείς συνθήκες δείχνει μια αμερικανική έρευνα. Σε ορεινά εδάφη με ετήσιο ύψος βροχής 1500 mm παρατηρήθηκε μια ποσότητα διάβρωσης προ της διάνοιξης από 0,02 0,03 tn/έτος και εκτάριο, μετά την κατασκευή, για οδική πυκνότητα 40 m/ha, αυξήθηκε η τιμή αυτή από 2 4 tn/έτος και εκτάριο και μετά την σταθεροποίηση των πρανών μειώθηκε από 0,1 0,15 tn/έτος και εκτάριο. Ο όγκος μετακίνησης γαιών και συντριμμάτων, καθώς και ο όγκος των αποθέσεων σε κώνους χειμάρρων που προκαλείται από την κατασκευή των δασικών δρόμων, είναι 25 μέχρι 344 φορές μεγαλύτερος από τον όγκο μετακίνησης γαιών και συντριμμάτων που προκαλείται χωρίς την επέμβαση του ανθρώπου και 11 μέχρι 132 φορές μεγαλύτερος από αυτόν που προκαλείται λόγω μεγάλων αποψιλωτικών υλοτομιών.

Για τις καταστροφές στο Kaernten της Αυστρίας που έγιναν το 1975 αναφέρεται ότι το 60 70% των καταστροφών από κώνους προσχώσεων χειμάρρων προκλήθηκαν από κατασκευές δασικών και γεωργικών δρόμων που έγιναν σε πλαγιές. Για τις ίδιες καταστροφές αναφέρεται επίσης ότι: αφετηρία του κατατεμαχισμού των εδαφών ήταν, εκτός της προέλευσης των εδαφών, περίπου 2/3 των περιπτώσεων, οι εγκαταστάσεις των δασικών δρόμων. Το δασοτεχνικό τμήμα υδρονομικών έργων Innsburg της Αυστρίας, αναφέρει ότι σε ποσοστό 2 3% των περιπτώσεων κινήσεων γαιών υπεύθυνη είναι η κατασκευή δρόμων. Σε απότομες και μη σταθερές πλαγιές η πιθανότητα μείωσης του κινδύνου κατολίσθησης με την πάροδο του χρόνου είναι μικρή, ιδιαίτερα όταν δημιουργούνται μεγάλα εκχώματα ή μεγάλες μικτές διατομές λόγω αφενός διατάραξης της αντοχής των εδαφών και της κανονικής αποχέτευσης των υδάτων και αφετέρου των επιχωμάτων με τα οποία υπερφορτώνεται η πλαγιά προς την κοιλάδα, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται κατολισθήσεις.

Το πρόβλημα της εμφάνισης κίνησης γαιών σε φλύσχη οφείλεται σε μεγαλύτερο βαθμό στην κατασκευή των δασικών δρόμων. Σε κλίσεις πλαγιάς 26 33 μοίρες (ποσοστό 49 65%) προκαλούνται τραυματισμοί των δένδρων μέχρι και 60 μέτρα. Σε περιπτώσεις νεαρών κωνοφόρων δένδρων το έκχωμα που καλύπτει τον κορμό τους μέχρι ένα μέτρο, προκαλεί σήψη ριζών λόγω έλλειψης οξυγόνου. Η υλοτομία της ζώνης καταλήψεως σε μεγάλο πλάτος και με κατεύθυνση τη φορά του κυρίου ή τοπικού επικίνδυνου ανέμου, επαυξάνει τον κίνδυνο ανεμορριψιών των κρασπεδιαίων δένδρων. Κατόπιν φυτοκοινωνιολογικών εξετάσεων προέκυψε ότι η κατασκευή δρόμων στα νότια τροπικά δάση της Ιαπωνίας μετέβαλε τη δασική βλάστηση κατά μήκος της χάραξης σε βάθος 30 μέχρι 50 μέτρων.

Από τα παραπάνω στοιχεία συμπεραίνεται ότι η επίδραση του δασικού δρόμου οφείλεται κατά κύριο λόγο στα εκχώματα (m 3 /m ή m 3 /ha) που δημιουργούνται κατά την κατασκευή του και στην απομάκρυνση του χούμου. Το μέγεθος και των δύο παραγόντων είναι συνάρτηση της κλίσης της πλαγιάς, του πλάτους του δασικού δρόμου και της κλίσης του πρανούς σε έκχωμα.

3.2.2 Διατάραξη του οικολογικού τοπίου και μέτρα αποκατάστασης Α. Διαταράξεις στις φυσικές μεταβλητές Φωτισμός Σ ένα άθικτο δάσος η φωτεινή ένταση που φτάνει στο έδαφος είναι μόλις 3 με 5% αυτής που φτάνει σ ένα εντελώς ανοιχτό περιβάλλον, εξ αιτίας της απορρόφησης και ανάκλασης του φωτός από τα φύλλα των δένδρων και των άλλων δασικών φυτών (Roussel 1966b κατά Νείλα 1997). Αντίθετα, για ένα μεγάλο κατασκευαστικό άνοιγμα, με φάρδος τουλάχιστον δύο φορές το ύψος των παρακείμενων δένδρων, η φωτεινή ένταση που φτάνει στο έδαφος του ανοίγματος είναι πολύ ισχυρότερη: 70% για την πλευρά με νότιο προσανατολισμό ως 35% για εκείνη με βόρειο (πάντοτε σε σχέση με το 100% του ανοιχτού περιβάλλοντος, (Roussel 1966b). Τα ποσοστά αυτά ποικίλουν ανάλογα με το μέγεθος και τον προσανατολισμό του ανοίγματος, όπως ήδη αναφέρθηκε, αλλά και με την εποχή του έτους. Έτσι, αν πρόκειται για διάνοιξη σε φυλλοβόλο δάσος τα αντίστοιχα ποσοστά της φωτεινής έντασης που φτάνει στο έδαφος το χειμώνα μέσα στο άνοιγμα ανέρχονται σε 77% (από 70%) και 64% (από 35%), λόγω της μη παρεμπόδισης του φωτός από τα φύλλα, που λείπουν από τα δένδρα αυτή την εποχή (Roussel 1966b).

Εκτός απ αυτήν την ποσοτική μεταβολή ο φωτισμός αλλάζει και ποιοτικά μέσα στο άνοιγμα σε σχέση με το γειτονικό δάσος. Η κύρια μεταβολή έγκειται στο ότι, ο φωτισμός που φτάνει στο δασικό έδαφος είναι εμπλουτισμένος με υπέρυθρη ακτινοβολία, κυρίως μεταξύ 700 και 770 nm (far red ακτινοβολία), εξαιτίας της ελάχιστης απορρόφησής της από τα φυλλώματα. Στην περίπτωση του διαδρόμου αυτός ο εμπλουτισμός δεν συμβαίνει: η σχέση red/far red είναι της τάξης του 1,15 μέσα στο άνοιγμα, ενώ είναι μόνο 0,12 έως 0,97 κάτω από τα δένδρα του δάσους (κατά Νείλα 1997). Ο βαθμός διάταξης του φωτισμού από τους δασικούς δρόμους είναι συνάρτηση των παρακάτω παραγόντων: Του εύρους κατάληψης των δασικών δρόμων (Σχ. 3.4.), του προσανατολισμού της πλαγιάς (στις νότιες πλαγιές ο βαθμός επίδρασης είναι μεγαλύτερος απ ότι στις βόρειες λόγω μεγαλύτερης διάρκειας φωτισμού) του δασοκομικού είδους και γενικά του είδους της βλάστησης (στα πλατύφυλλα η επέμβαση είναι λιγότερο αισθητή απ ότι στα κωνοφόρα) της εποχής του έτους (Σχ. 3.5.) (Roussel 1966b κατά Νείλα 1977).

Θερμοκρασία Στο εσωτερικό του διαδρόμου η μέση ετήσια θερμοκρασία του αέρα είναι γενικά κατά 1 έως 2 ο C υψηλότερη από αυτήν που επικρατεί στον αέρα κάτω από τα δένδρα του δάσους (Perrin 1963). Συγκεκριμένα, όσον αφορά τις μέσες θερμοκρασίες, οι μέγιστες μηνιαίες αυξάνονται κατά 0,5 3,5 ο C ενώ οι αντίστοιχες ελάχιστες μειώνονται κατά 0,3 1,5 ο C (Rubner 1953, Perrin 1963) ή και αυξάνονται ελαφρά (Parde 1974), ανάλογα με τον τύπο του εφαπτόμενου δάσους. Οι ακραίες θερμοκρασίες πάντως παρουσιάζουν επιδείνωση μέσα στο άνοιγμα, μια που εκεί δεν υπάρχει προστασία από τα φυλλώματα των φυτών (Ramade 1984). Έτσι π.χ. ο κίνδυνος πάγου είναι μεγαλύτερος μέσα στον ανοιχτό διάδρομο. Όσον αφορά τη θερμοκρασία του εδάφους, αυτή είναι υψηλότερη στο άνοιγμα παρά το δασικό έδαφος το καλοκαίρι (κατά 3 ο C), αλλά χαμηλότερη το χειμώνα (κατά 0,5 ο C) (Parde 1974), εξαιτίας της απουσίας της προστατευτικής δράσης των φυλλωμάτων των δένδρων και της φυλλάδας (φυτικά υπολείμματα που καλύπτουν το έδαφος). Η μεταβολή της θερμοκρασίας στο χώρο του εύρους κατάληψης του δασικού δρόμου είναι συνάρτηση της μεταβολής του φωτισμού και επομένως οι παράγοντες που επηρεάζουν το φωτισμό επιδρούν και στη θερμοκρασία.

Άνεμος Μέσα σ ένα δασικό πληθυσμό η ταχύτητα του ανέμου μειώνεται στο 1/4 ή 1/5 της τιμής που έχει πάνω απ αυτόν (Perrin 1963, Ντάφης 1986). Επομένως η υλοτομία της ζώνης κατάληψης του δασικού δρόμου δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες διείσδυσης του ανέμου σε αντίθεση με τον ενδοδασικό χώρο, όπου μειώνεται η ταχύτητα του ανέμου (Ντάφης 1986). Έτσι με ευνοϊκές συνθήκες επαυξάνεται ο κίνδυνος ανεμορριψιών των κρασπεδιαίων δασικών δένδρων, της διάβρωσης των πρανών, της μεταφοράς υλικών και της συσσώρευσης του χιονιού (Gundermann, 1978). Αλληλεπιδράσεις των φυσικών μεταβλητών. Οι διάφορες φυσικές μεταβλητές, που εξετάστηκαν χωριστά παραπάνω, στην πραγματικότητα είναι αλληλένδετες και αλληλοεξαρτώμενες στο φυσικό περιβάλλον. Έτσι ισχυρότερη ηλιακή ακτινοβολία (φωτισμός) αυξάνει τη θερμοκρασία Και οι δύο αυτοί παράγοντες μειώνουν την υγρασία των άνω στρωμάτων του εδάφους σε περιόδους ξηρασίας (Roussel 1966a, Fardjah και Lemee 1980). Ένας δυνατός άνεμος αυξάνει τη διαπνοή του εδάφους (Perrin 1963) και των φυτών, ενώ συγχρόνως αλλάζει τη τροχιά των σταγονιδίων της βροχής εμποδίζοντας ένα ποσοστό να φτάνει στο έδαφος (Ausseenac 1970).

Υδρονομία Ο κύκλος του νερού μεταβάλλεται ποικιλοτρόπως μετά τη διάνοιξη διαδρόμου σ ένα δάσος: Μέσα στο άνοιγμα το ποσοστό της βροχής που φτάνει στο έδαφος είναι μεγαλύτερο από το αντίστοιχο μέσα στο δάσος, όπου το φύλλωμα των δένδρων κατακρατεί (υδατοσυγκράτηση) ένα αρκετά σημαντικό ποσοστό της βροχόπτωσης (15 45% της ετήσιας βροχόπτωσης για τα δάση των κωνοφόρων και 10 30% για τα φυλλοβόλα δάση) (Aussenac 1981). Η κοπή των δένδρων προκαλεί μια αύξηση της υγρασίας του εδάφους αφενός εξαιτίας της μείωσης της κατανάλωσης νερού από τις ρίζες, αφετέρου λόγω της μείωσης της εξατμισιδιαπνοής (η διαπνοή των φυτών δεν υπάρχει πια) (Hornbeck και συν. 1986). Οι υδροφόροι ορίζοντες μπορούν να επηρεαστούν από το προφίλ του έργου: έτσι, στα μέρη που βρίσκονται υπερυψωμένα (σε σχέση με το έργο) μπορεί να παρατηρηθεί ένα χαμήλωμα της στάθμης τους, ενώ εκεί όπου το έργο είναι υπερυψωμένο είναι δυνατή μία άνοδος της στάθμης. Η κατασκευή των δασικών δρόμων διαταράσσει τη φυσική ηρεμία των εδαφών με τη δημιουργία των εκχωμάτων (Σχ. 3.6) και προκαλεί αλλαγές στη φυσική, επιφανειακή και υπόγεια (υδροφόρο ορίζοντα) ροή του ύδατος (Σχ. 3.7. α & β) (Τσώχος 1997).

Αίτια των επιπτώσεων στο ύδωρ Η στεγανοποίηση της επιφάνειας του εδάφους με την κατασκευή αδιαπέραστου οδοστρώματος π.χ. με άσφαλτο ή με τσιμέντο (Oppermann, 1993), τα μεγάλα εκχώματα και επιχώματα, η παρεμπόδιση της απορροής και της αποταμίευσης του νερού μέσα στο δάσος με τη συγκέντρωση και τη γρήγορη απορροή αυτού στην επιφάνεια του δασικού δρόμου και στα αποχετευτικά συστήματα, η αποστράγγιση υγρών θέσεων και η έκθεση σε ξηρασία μικρών υγροβιότοπων. Μέτρα μείωσης των επιπτώσεων Κατασκευή μικρών εκχωμάτων και επιχωμάτων, κατάλληλη εκλογή της θέσης του δασικού δρόμου, των τεχνικών έργων και παράκαμψη ευαίσθητων οικολογικών θέσεων, κατά την κατασκευή των δασικών δρόμων ή σε υπάρχοντες η απορροή των υδάτων από το σώμα του δασικού δρόμου να γίνεται σε μικρές αποστάσεις. Δυνατότητες πραγματοποίησης των παραπάνω Περιορισμός συγκέντρωσης επιφανειακών υδάτων με δίκλινη διαμόρφωση του καταστρώματος, επαναφορά των απορρεόντων υδάτων στο δάσος με τάφρους και οχετούς ανά 100 μ. (δυνατότητες), στις ζώνες πτωχές σε κατακρημνίσματα μεταφορά του ύδατος σε μεγάλες αποστάσεις, δημιουργία αρνητικών κλίσεων στις τάφρους (θλάση του άξονα των τάφρων) και τεχνητό σταμάτημα του ύδατος με μικρούς αναβαθμούς, αναχλόηση των τάφρων, εφόσον δεν αναμένεται μεταφορά φερτών υλικών σ αυτές.

Έδαφος και υπέδαφος Οι διαταράξεις στο έδαφος από το δασικό έργο και κυρίως στα τμήματα με υψηλές κατά μήκος κλίσεις εντοπίζονται στη διάβρωση και έκπλυση του σώματος αυτού. Η τυπική αυτή επιφανειακή διάβρωση θα ελαττώνεται με την πάροδο του χρόνου (Loffler, Timinger 1977). Ειδικότερα το πρόβλημα της διάβρωσης εντοπίζεται σε κλίσεις του άξονα μεγαλύτερες από 6% και ανάλογα με την εγκάρσια διαμόρφωση του καταστρώματος. Μειώνεται δηλαδή η συχνότητα της διάβρωσης από την επίπεδη διαμόρφωση, στην μονόκλινη και δίκλινη διαμόρφωση (Καραγιάννης Κ. 1995). (Σχ. 3.8.). Μεταβολή των χαρακτηριστικών του εδάφους Μέτρα μείωσης των επιπτώσεων

Ισορροπία των εδαφικών και βραχωδών φυσικών πρανών Οι διαταράξεις στην ισορροπία των εδαφικών και βραχωδών φυσικών πρανών συνίστανται στην επαναδραστηριοποίηση παλαιών κατολισθητικών φαινομένων είτε στην εμφάνιση νέων (Karagiannis, Stefanidis 1994). Πρόδρομοι των φαινομένων αυτών (γνώρισμα κατολισθαίντων εδαφών), είναι οι παρακάτω (Στεργιάδης 1989) που εμφανίζονται κατά μήκος του άξονα. Η κυματοειδής μορφή του εδάφους, που έχει προκληθεί από προηγούμενες μετακινήσεις γαιών. Η ύπαρξη ρωγμών, πηγών και υγρών θέσεων. Σπαθοειδή μορφή των κορμών ιστάμενων δένδρων (λοξώς ιστάμενα, γονατοειδή μορφή). Ατροφική βλάστηση. Εμφάνιση νερού στα πρανή. Η δημιουργία ορυγμάτων επιφέρει αύξηση στην κλίση των πρανών, διατάραξη της ισορροπίας των δυνάμεων που υπήρχαν πριν από την κατασκευή, μεταβολές στη βάση του υδροφόρου ορίζοντα, οι εκρήξεις για εκβραχισμούς σε ρηγματωμένα και στρωσιγενή πετρώματα προκαλούν κατολισθήσεις. Μέτρα αποφυγής, ελέγχου και συγκράτησης των κατολισθήσεων Στα μέτρα αυτά περιλαμβάνονται η αποφυγή της κατολίσθησης, η αποστράγγιση της περιοχής κατολίσθησης, η διαμόρφωση του σχήματος του πρανούς και η φυτοκάλυψή του (Καραγιάννης Κ., Στεφανίδης, 1994), οι τοίχοι αντιστήριξης, τα συρματόπλεκτα κιβώτια, τα πρίσματα και οι σφήνες αντιστήριξης

Β. Διαταράξεις στους βιοτικούς συντελεστές Οι διαταράξεις στους βιοτικούς συντελεστές (βλάστηση, ζώα και μικροοργανισμούς) είναι κυρίως συνάρτηση των επιδράσεων των δασικών δρόμων στους αβιοτικούς συντελεστές. Επιδράσεις στη βλάστηση Απομάκρυνση ιστάμενων δένδρων, μεταβολή της βλάστησης στα κράσπεδα του δάσους με τους δασικούς δρόμους με εμφάνιση και εξαφάνιση ειδών (Αθανασιάδης, 1986, Ντάφης, 1986, Νείλας, 1992), φλοιόκαυση και δημιουργία παγετορραγάδων στα κρασπεδιαία δένδρα (Ντάφης, 1986), τραυματισμός των δένδρων μέχρι και 60 μ. σε κλίσεις πλαγιάς 49-65% και σε περιπτώσεις νεαρών κωνοφόρων δένδρων το έκχωμα προκαλεί σήψη ριζών λόγω έλλειψης οξυγόνου (Kameyana, 1975 κατά Gundermann, 1978). Επιδράσεις στα ζώα και μικροοργανισμούς Γεωγραφική απομόνωση και αφιλοξενία των ζώων λόγω διακοπής φυσικών περασμάτων και δημιουργία ενοχλήσεων (Νείλας,. 1997, Τσώχος, 1977), υλικά σταθεροποίησης των δασικών δρόμων από μη αυτόχθονες θέσεις μεταβάλλουν τη βλάστηση και την πανίδα (Oppermann, 1993), η συμπίεση του εδάφους στους δασικούς δρόμους δημιουργεί φραγμούς στους ζώντες μικροοργανισμούς και στη ροή του ύδατος (Oppermann, 1993).

3.3 Τεχνικά έργα και οπτικό τοπίο 3.3.1 Οπτικό τοπίο Ως τοπίο εννοείται το οπτικό αποτέλεσμα του συνδυασμού, του ανάγλυφου του εδάφους και του μωσαϊκού της χωροδιάταξης των διαφόρων οικοσυστημάτων, φυσικών και ανθρωπογενών (δάση, λιβάδια, θαμνώνες, φρύγανα, γεωργικές καλλιέργειες και οικισμοί), μιας συγκεκριμένης περιοχής. (Ντάφης, 2001). Η εικόνα του τοπίου, εφόσον θεωρείται οπτικό αποτέλεσμα, εξαρτάται από τη θέση του παρατηρητή. Είναι, επομένως, το τοπίο ένα δυναμικό σύστημα που μεταβάλλεται με τις εποχές του έτους και την πάροδο του χρόνου. Οπτικό τοπίο είναι το τοπίο, που εξαιτίας της άμεσης εποπτείας του από θέσεις που χρησιμοποιούνται έντονα από τους ανθρώπους, είναι ευαίσθητο στην παρατήρηση και την κριτική από μεγάλη μερίδα του κοινού. (Χατζηστάθης - Ισπικούδης, 1992). Τα στοιχεία τα οποία προσδιορίζουν το τοπίο είναι τρία: Η γεωμορφολογία. Το μωσαϊκό των τύπων της φυσικής βλάστησης. Ο βαθμός διατήρησής τους.

Η οπτική εντύπωση που προκαλούν οι αλλαγές στο τοπίο είναι αποτέλεσμα δύο κυρίως, παραγόντων: τον βαθμό επέμβασης στο φυσικό περιβάλλον και της οπτικής απορροφητικής ικανότητας του τοπίου. Οπτική απορροφητική ικανότητα του τοπίου (Ο.Α.Ι.) ορίζεται η σχετική φυσική ικανότητα (χωρητικότητα) ενός τοπίου να δέχεται οργανωμένες δραστηριότητες ανάπτυξης ή διαχείρισης και ακόμη να διατηρεί τον οπτικό χαρακτήρα του και την ακεραιότητα της ποιότητας της θέας του.

Οι παράγοντες που επηρεάζουν αυτή την ικανότητα της γης ή του τοπίου να απορροφά τις τροποποιήσεις είναι: α) Κλίση: όσο η κλίση αυξάνει, τόσο η ικανότητα απορρόφησης (Ο.Α.Ι.) ελαττώνεται. β) Βλάστηση: όσο η ποικιλομορφία της βλάστησης αυξάνει τόσο η Ο.Α.Ι. αυξάνει. γ) Απόσταση παρατήρησης: όσο η απόσταση από τον παρατηρητή μέχρι μια περιοχή αυξάνει τόσο η Ο.Α.Ι. αυξάνει. δ) Έδαφος: όσο πιο σκουρόχρωμα τα εδάφη και μικρότερη πιθανότητα διάβρωσης τόσο υψηλότερη η Ο.Α.Ι. ε) Ποικιλότητα του τοπίου: όσο η ποικιλία των διαφόρων στοιχείων του τοπίου και των χρήσεων γης αυξάνει τόσο η Ο.Α.Ι. αυξάνει. στ) Ανθρώπινες δραστηριότητες: όσο πιο πολλές ανθρώπινες δραστηριότητες (διάφορα έργα, δρόμοι, κτίρια κ.λ.π.) έχουν αναπτυχθεί σ ένα τοπίο, με αποτέλεσμα το επίπεδο φυσικότητάς του να ελαττώνεται, τόσο η Ο.Α.Ι. αυξάνει. Ο πιο σημαντικός παράγοντας της Ο.Α.Ι. είναι η κλίση. Οσο αυξάνει η κλίση τόσο η ΟΑΙ μειώνεται. Όσο η ποικιλία του τοπίου αυξάνει τόσο η Ο.Α.Ι. αυξάνει. Υψηλές πυκνές συστάδες δένδρων με γυμνές περιοχές και ποικιλία στοιχείων έχουν υψηλή Ο.Α.Ι. που οφείλεται στην καλυπτική ικανότητα των δένδρων και στο μωσαϊκό του τοπίου.

3.3.2 Οπτική ρύπανση του τοπίου Οι εξορυκτικές επιφανειακές εργασίες συγκαταλέγονται ανάμεσα σε εκείνες τις δραστηριότητες που προκαλούν δραστικές αλλαγές (αλλοιώσεις) στο τοπίο, οι οποίες είναι αποτέλεσμα του βαθμού επέμβασης στο φυσικό περιβάλλον και της οπτικής απορροφητικής ικανότητας του τοπίου. Η αλλοίωση του τοπίου αφορά τη διάσπαση της συνοχής του ή τη μεταβολή του μωσαϊκού της χωροδιάταξης των οικοσυστημάτων. Η αλλοίωση συμβαίνει όταν μεταβάλλονται οι χρήσεις ή προστίθενται νέες ή όταν μεταβάλλεται η ποσοστιαία αναλογία της χωροδιάταξης των οικοσυστημάτων σε βάρος ή προς όφελος άλλων. Εντονες αλλοιώσεις στο τοπίο, μπορούν να προκληθούν όταν οι γεωτεχνικές συνθήκες μιας περιοχής αλλά και η κλίση του φυσικού ανάγλυφου είναι τέτοιες, που επιβάλλουν σε πολλές θέσεις την κατασκευή αφενός μεγάλου ύψους πρανών τόσο στις θέσεις όπου θα γίνουν εκχωματώσεις όσο και στις θέσεις των επιχωμάτων και αφετέρου ογκοδών και ακαλαίσθητων τεχνικών έργων. Δημιουργούνται επομένως μεγάλες ακάλυπτες νέες επιφάνειες οι οποίες προκαλούν σημαντική οπτική ρύπανση σε συνδυασμό με την αντικατάσταση των ομαλών φυσικών γραμμών του τοπίου από γεωμετρικές, ανθρωπογενείς γραμμές. Το πρόβλημα της αλλοίωσης του τοπίου, είναι εντονότερο όταν το τοπίο της περιοχής παρουσιάζει χαμηλή οπτική απορροφητική ικανότητα εξαιτίας της μικρής ποικιλίας φυσικών στοιχείων και όταν θα είναι ορατό από πολλά κρίσιμα σημεία παρατήρησης.

3.3.3 Συνάρθρωση των τεχνικών έργων στο τοπίο Τα τεχνικά έργα (οι δρόμοι και τα στοιχεία τους) αποτελούν στοιχεία του τοπίου εφόσον από άποψη τοποθέτησης και υλικών κατασκευής δεν αλλοιώνουν τη φυσιογνωμία και τη συνοχή του τοπίου. Η κατασκευή όμως ενός νέου μεγάλου τεχνικού έργου (δρόμου κ.λ.π.) προκαλεί βέβαια μια διάσπαση της συνοχής του τοπίου και συνεπώς αλλοίωσή του. Στην περίπτωση αυτή δεν μπορούμε να μιλήσουμε για αποκατάσταση του τοπίου, αλλά για την πληρέστερη δυνατή συνάρθρωση (εναρμόνιση) της οδού στο δεδομένο τοπίο, ώστε να ενοχλεί κατά το δυνατόν λιγότερο η παρουσία της. Η συνάρθρωση της οδού μπορεί να επιτευχθεί με τρεις τρόπους: Ο πρώτος είναι παθητικός και αφορά την ορθή χάραξη της οδού, η οποία πρέπει να προσαρμόζεται στα δεδομένα ενός τοπίου και κυρίως στη μορφολογία του εδάφους. Πρέπει να αποφεύγεται, κατά το δυνατόν, η δημιουργία μεγάλων εκχωματώσεων και επιχωματώσεων, διότι αυτά είναι που διασπούν περισσότερο το τοπίο και λιγότερο το κατάστρωμα της οδού. Τη μικρότερη δυνατή διάσπαση σε ορεινά τοπία προκαλούν οι σήραγγες, μια πρακτική που εφαρμόζουν κυρίως οι Ιταλοί και οι Ελβετοί, αλλά αυτό δεν είναι πάντοτε εφικτό και για λόγους κόστους και για λόγους γεωλογικού υποθέματος.

Ο δεύτερος τρόπος είναι η τεχνητή παρέμβαση με τη δημιουργία φυτοκαλύμματος τόσο στα πρανή του δρόμου όσο και στις επιχώσεις, καθώς και στις διαχωριστικές νησίδες, όταν αυτές υπάρχουν στους αυτοκινητόδρομους. Στην περίπτωση αυτή παίζει αποφασιστικό ρόλο για την πληρέστερη δυνατή συνάρθρωση ενός δρόμου με το τοπίο της εκάστοτε περιοχής, η σωστή εκλογή των φυτικών ειδών που θα χρησιμοποιηθούν. Τα είδη αυτά πρέπει να είναι προσαρμοσμένα στο αβιοτικό (κλίμα έδαφος) καθώς και στο βιοτικό περιβάλλον της περιοχής. Από αυτή την άποψη τα πλέον κατάλληλα είδη είναι εκείνα των γειτονικών φυσικών οικοσυστημάτων (φυτοκοινωνιών). Η οικολογική όμως προσαρμοστικότητα των ειδών δεν αρκεί πάντοτε από μόνη της για την επιλογή τους. Τα είδη αυτά πρέπει επίσης να ανταποκρίνονται στους επιμέρους σκοπούς ή συνδυασμούς σκοπών της χρήσης τους. Οι σκοποί αυτοί μπορεί να είναι η στερέωση των πρανών, η βελτίωση της αισθητικής, η μείωση των θορύβων κ.λ.π. Συνεπώς, βασική προϋπόθεση για μια αρμονική συνάρθρωση του δρόμου με το φυσικό περιβάλλον της περιοχής είναι η επιλογή ειδών που ανήκουν στη σύνθεση των γειτονικών φυσικών φυτοκοινωνιών.

Ο τρίτος τρόπος είναι η φυσική φυτοκάλυψη των πρανών, η οποία κατά κανόνα γίνεται με είδη πρόσκοπα ή και άλλα είδη των γειτονικών φυσικών φυτοκοινωνιών. Η μέθοδος αυτή είναι η ασφαλέστερη και η φθηνότερη. Η ταχύτητα φυσικής κάλυψης των πρανών εξαρτάται από την κλίση και το ύψος των πρανών, από τη φύση των εδαφών των εκχωμάτων και επιχωμάτων και από τη σύνθεση των φυσικών φυτοκοινωνιών. Ο χρόνος που απαιτείται για να καλυφθούν πλήρως τα πρανή, ανάλογα και με τους παραπάνω παράγοντες, ανέρχεται σε 15 20 έτη. Συνήθως απαιτείται μια περίοδος 5-10 ετών για τη φυσική σταθεροποίηση των πρανών και μετά από αυτή την περίοδο, ανάλογα και με την κατάσταση των εδαφών και τη φύση τους, τα πρανή καλύπτονται αρκετά γρήγορα και συχνά παρατηρείται διαδοχή των ειδών ανάλογη με εκείνη που παρατηρείται μετά από πυρκαγιά. Στο αρχικό στάδιο κυριαρχούν τα ψυχανθή και βαθμιαία εμφανίζονται τα άλλα είδη. Η μέθοδος αυτή, όπως τονίσθηκε, είναι η ασφαλέστερη και η φθηνότερη, όμως η κάλυψη των πρανών είναι βραδεία. Στην πράξη ακολουθούνται και οι τρεις τρόποι. Η χάραξη ενός δρόμου πρέπει, κατά το δυνατόν, να προσαρμόζεται στο ανάγλυφο της περιοχής και να εναρμονίζεται με αυτό. Όπου είναι δυνατόν και δεν συντρέχουν άλλοι λόγοι, είναι καλό να αφήνεται η φύση να εργασθεί για μας και όταν η φυσική αποκατάσταση των πρανών είναι δύσκολη, τότε να επεμβαίνουμε τεχνητά κάνοντας σωστή επιλογή των ειδών ανάμεσα από εκείνα που συνθέτουν τις φυσικές φυτοκοινωνίες της περιοχής.

3.3.4 Κίνδυνοι που απειλούν γενικά ένα τοπίο Οι κίνδυνοι αυτοί μπορούν να ταξινομηθούν σε τρεις βασικές κατηγορίες ή αιτίες: η ανάπτυξη, η εγκατάλειψη και η ρύπανση. Ανάπτυξη: Οι αυξανόμενες ανάγκες του πληθυσμού σε τροφή, ξύλο, ορυκτά (πρώτες ύλες), αποθέματα νερού, οικοδομήσιμη γη για κατοικίες και βιομηχανικές εγκαταστάσεις, συστήματα μεταφορών ( λιμάνια, αεροδρόμια, αυτοκινητόδρομοι, σιδηροδρομικές γραμμές, κ.λ.π.) και άλλες ανθρώπινες δραστηριότητες, αλλοιώνουν το τοπίο γιατί όλα γίνονται σε αυτό. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η διατήρηση των τοπίων επιτυγχάνεται μόνο με το σταμάτημα της ανάπτυξης. Η σύγχρονη ανάπτυξη είναι τόσο μεγάλη σε μέγεθος, τόσο κυριαρχούσα στις επιπτώσεις στο περιβάλλον ώστε να αλλοιώνει, να υποβαθμίζει και να μειώνει την ποιότητα των τοπίων. Η σύγχρονη γεωργία έχει δημιουργήσει μια τυποποιημένη μονοτονία σε πολλές αρώσιμες περιοχές της χώρας μας με την επικράτηση μονοκαλλιεργειών σε μεγάλη έκταση. Στις πόλεις και τις βιομηχανικές περιοχές η χρήση τυποποιημένων οικοδομικών υλικών και αρχιτεκτονικού ύφους έχουν καταστρέψει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα τοπικών τοπίων. Πολλές παράκτιες περιοχές έχουν ήδη υποβαθμισθεί από την ανάπτυξη μαζικού τουρισμού.

Εγκατάλειψη: Σε άλλες περιοχές, ιδιαίτερα σε ορεινές αλλά και σε πολλές νησιωτικές, τα τοπία υποφέρουν από την εγκατάλειψη και την παραμέληση. Οι εγκαταλειμμένες γεωργικές εκτάσεις έχουν μετατραπεί σε θαμνώνες ή δάση, πολλοί οικισμοί έχουν μεταβληθεί σε ερείπια, τα πεζούλια και οι ξηρολιθιές καταρρέουν και το όλο τοπίο αλλοιώνεται. Επίσης, παρόμοιες φθορές παρατηρούνται στις παρυφές αναπτυσσόμενων πόλεων ή όπου σταματούν μεταλλευτικές δραστηριότητες (εγκαταλειμμένα ορυχεία ή λατομεία). Ρύπανση: Η τρίτη απειλή προέρχεται από τη ρύπανση του εδάφους, του αέρα και των υδάτων. Τέτοιες ρυπάνσεις έχουν τοπικό συνήθως χαρακτήρα (βιομηχανικές περιοχές, εργοστάσια παραγωγής ενέργειας με υγρά ή στερεά απόβλητα κ.λ.π.) αλλά οι επιπτώσεις τους με τη μεταφορά των ρύπων λόγω της κίνησης του αέρα και του νερού είναι γενικότερες σε εθνικό επίπεδο και πολλές φορές σε διεθνές. Στη Μεσευρώπη κα τη Βόρεια Αμερική έχουν καταστραφεί ή έχουν υποστεί σοβαρές ζημίες σε πολλά δάση, ιδιαίτερα κωνοφόρων, από την όξινη βροχή με αποτέλεσμα την υποβάθμιση της φυσιογνωμίας και της ποιότητας των τοπίων. Στη χώρα μας λόγω των κλιματικών συνθηκών, της φύσης των εδαφών μας, τα οποία διαθέτουν μεγαλύτερη ρυθμιστική ικανότητα, και της σχετικά περιορισμένης βιομηχανικής ανάπτυξης, οι βλάβες στα τοπία μας είναι, προς το παρόν τουλάχιστον, πολύ περιορισμένες». (Ντάφης, 2001).

3.3.5 Δράσεις για τη διατήρηση του τοπίου Διατήρηση Διατήρηση σημαίνει συνειδητή προσπάθεια διαφύλαξης του ειδικού χαρακτήρα και των ιδιοτήτων ενός τοπίου υψηλής ποιότητας για εκείνους που ζούν εκεί ή και για τον ευρύτερο πληθυσμό. Μερικές χώρες έχουν υιοθετήσει την προστασία ευρέων περιοχών από την οικιστική ανάπτυξη και λαμβάνουν ειδικά μέτρα διατήρησης περιοχών με τοπία υψηλής ποιότητας ή προσπαθούν να θέσουν τις περιοχές αυτές υπό την προστατευτική κυριότητα του δημοσίου ή μη κερδοσκοπικών οργανισμών όπως τα Εθνικά Εμπιστεύματα (National Trusts) της Μ. Βρετανίας ή το Ταμείο Περιβάλλοντος (Fonto per l Ambiente) της Ιταλίας. Στη χώρα μας τα πράγματα είναι ευκολότερα τόσο από άποψη ιδιοκτησιακού καθεστώτος όσο και από νομική. Οι περισσότερες περιοχές τοπίων υψηλής ποιότητας ανήκουν στο δημόσιο με την ευρύτερη έννοια και προστατεύονται από το Σύνταγμα (άρθρο 24), τη δασική νομοθεσία (Ν. 998), τον Ν. 1650/86 «για την προστασία του περιβάλλοντος» και τη σχετική νομοθεσία της αρχαιολογικής υπηρεσίας του Υπ. Πολιτισμού. Οι προϋποθέσεις υπάρχουν, αρκεί να συμπληρωθούν με επικουρικές θεσμοθετικές ρυθμίσεις και να υπάρξει και η ανάλογη πολιτική βούληση.

Σχεδιασμός Ο σχεδιασμός στα πλαίσια κατάστρωσης ολοκληρωμένων ή ειδικών σχεδίων διαχείρισης, είναι εντελώς απαραίτητος τόσο για τη διατήρηση των τοπίων αναγνωρισμένης αξίας όσο και για την ανόρθωση ή αποκατάσταση τοπίων στα οποία ορισμένα συστατικά στοιχεία όπως η βλάστηση και το έδαφος έχουν υποβαθμιστεί. Το τελευταίο υπάγεται στην πολιτική των αναδασώσεων και στη σωστή επιλογή των χρησιμοποιούμενων ειδών, τα οποία πρέπει να ανήκουν στις φυτοκοινωνίες της περιοχής και να αποφεύγεται η εισαγωγή ξενικών ειδών τα οποία εκτός των άλλων, αλλοιώνουν το τοπίο και ιδιαίτερα το ευαίσθητο Μεσογειακό τοπίο.

Διαχείριση Ως διαχείριση ενός τοπίου εννοείται η διευθέτηση των δράσεων και χρήσεων κατά τέτοιον τρόπο ώστε να εξασφαλίζεται η διατήρηση της ποιότητας και της ποικιλότητάς του και να αποτρέπεται η διάβρωση του εδάφους και η υποβάθμιση της βλάστησης, από την εγκατάλειψη, την παραμέληση ή τη ληστρική εκμετάλλευση. Βαθμίδες, ξηρολιθιές ακόμη και ολόκληρα χωριά κινδυνεύουν με κατάρρευση από την εγκατάλειψη και παραμέλησή τους. Σ αυτές τις περιπτώσεις η διατήρηση του τοπίου είναι δυνατή μόνο με μια σωστή διαχείριση, με την επαναφορά ανθρώπινων δραστηριοτήτων οι οποίες θα εξασφαλίσουν τη διατήρηση των παραδοσιακών καλλιεργειών. Η διατήρηση των τοπίων αποτελεί πρόκληση για τον πληθυσμό και το κράτος. Κάθε πολίτης έχει μερίδιο στην ευθύνη διατήρησης του τοπίου, γιατί αυτό αποτελεί το περιβάλλον μέσα στο οποίο ζει. Ο καθένας μας μπορεί και πρέπει να συμβάλλει στη διατήρηση, τον σχεδιασμό και στη σωστή διαχείριση του τοπίου, αλλά την οργάνωση της φροντίδας για το τοπίο πρέπει να την έχει το κράτος τόσο σε εθνικό όσο και σε περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο. Η πολιτεία πρέπει να αναλάβει την ευθύνη της αναγνώρισης, της απογραφής και της αξιολόγησης των τοπίων της χώρας μας παίρνοντας τα κατάλληλα θεσμικά και διοικητικά μέτρα. Πρέπει να ενθαρρύνει τις τοπικές αρχές να αναπτύξουν στόχους και πολιτικές για τη διατήρηση, τον σχεδιασμό και την διαχείριση των τοπίων. Θα πρέπει επίσης να περιλάβει τη διατήρηση των τοπίων στις περιβαλλοντικές, αγροτικές, πολιτισμικές, κοινωνικές και οικονομικές πολιτικές της» (Ντάφης, 2001).

Σας ευχαριστώ για τη προσοχή σας!!