Η πρωτογενής παραγωγή τροφίμων της Περιφερειακής Ενότητας Πέλλας πρέπει να αποτελέσει μοχλό της τοπικής ανάπτυξης, στην Ελληνική, Ευρωπαϊκή και παγκόσμια πραγματικότητα Συμεών Σ. Μαρνασίδης Γεωπόνος (MSc) Περιφερειακής Ενότητας Πέλλας Επικοινωνία: marnasis@gmail.com, http://e-agroscience.blogspot.com/ Εισαγωγή Οι αγροτικές περιοχές (γεωργική γη και δάση) καλύπτουν το 80% του εδάφους της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και αποτελούν τον τόπο διαμονής για το μισό πληθυσμό της. Στην ΕΕ των 27 κρατών, περίπου 13,7 εκατομμύρια άτομα ασχολούνται αποκλειστικά με τη γεωργία. Η ΕΕ έχει ταχθεί υπέρ μιας βιώσιμης, παραγωγικής και ανταγωνιστικής γεωργίας, ακόμη και σε περιοχές με δύσκολες συνθήκες. Σε αυτό το πλαίσιο, οι αγροτικές κοινότητες και περιοχές θα πρέπει να διατηρηθούν ως ένα πολύτιμο τμήμα της κληρονομιάς και του τοπίου της Ευρώπης και οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να εξακολουθήσουν να καταναλώνουν ασφαλή τρόφιμα σε προσιτές τιμές και να χαίρονται ταυτόχρονα την όμορφη ύπαιθρο της Ευρώπης. (πηγή: http://ec.europa.eu/agriculture/faq/index_el.htm). Κατά τη διάρκεια πρόσφατης συνέντευξης τύπου που παραχώρησε στους Έλληνες δημοσιογράφους, στα γραφεία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Σύνταγμα (πηγή: Αγροτύπος), ο αρμόδιος Επίτροπος Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης επισήμανε όσον αφορά την χώρα μας, ότι την επταετία 2014 2020 οι Έλληνες αγρότες θα λάβουν με την μορφή των άμεσων ενισχύσεων, περίπου 16 δισ. ευρώ. Αυτή τη στιγμή διαμορφώνονται μεταξύ άλλων, οι αποφάσεις που αφορούν τον τρόπο υπολογισμού και κατανομής των νέων δικαιωμάτων, το ρόλο του ενεργού αγρότη και την ελάχιστη γεωργική δραστηριότητα για τη λήψη επιδοτήσεων. Πρόσφατα, στα πλαίσια της Εθνικής αγροτικής πολιτικής, παρουσιάστηκε από την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας το κείμενο εργασίας του επιχειρησιακού σχεδίου «Καλάθι Αγροτικών Προϊόντων» της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας». Σύμφωνα με όσα αναφέρονται σε σχετική ανακοίνωση (πηγή: http://www.pkm.gov.gr/default.aspx?lang=el- GR&page=36&newsid=966), το «Καλάθι Αγροτικών Προϊόντων» θα συνεισφέρει μέσα από συγκεκριμένες πολιτικές, στην παραγωγή ασφαλέστερων, ποιοτικότερων και ανταγωνιστικότερων προϊόντων. Όπως φαίνεται από τα στατιστικά στοιχεία που παρατίθενται στη συνέχεια, ο κλάδος της πρωτογενούς παραγωγής τροφίμων ο οποίος αποτελεί παραδοσιακά μοχλό ανάπτυξης και στήριξης της τοπικής οικονομίας της Περιφερειακής Ενότητας Πέλλας, έχει μεγάλες δυνατότητες ανάπτυξης στο Εθνικό, στο Ευρωπαϊκό και στο παγκόσμιο εμπόριο. Αυτό που πρέπει οπωσδήποτε να γίνει, είναι πρώτα από όλα να συντονιστούν οι παραγωγικές δυνάμεις και με ορθολογισμό, ως προς την αναδιάρθρωση των καλλιεργειών και την επιλογή εκτροφών, να μπουν προτεραιότητες με βάσεις την βιωσιμότητα και την δυνατότητα αξιοποίησης των συντελεστών παραγωγής που οδηγούν στην μείωση του κόστους παραγωγής και στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Η κατάσταση στη Φυτική Παραγωγή Αροτραίες καλλιέργειες Οι αροτραίες καλλιέργειες κατέχουν το 54% των καλλιεργούμενων εκτάσεων στην Ελλάδα, ακολουθούμενες από τις δενδρώδεις καλλιέργειες και τα κηπευτικά. Σύμφωνα με την ταξινόμηση της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, στις αροτραίες καλλιέργειες περιλαμβάνονται: 1. Τα σιτηρά για καρπό (σιτάρι μαλακό, σιτάρι σκληρό, κριθάρι, καλαμπόκι, ρύζι, βρώμη, σίκαλη) 2. Τα βρώσιμα όσπρια (φασόλια, κουκιά, λαθούρια, ρεβίθια, μπιζέλια, φακή), τα κτηνοτροφικά όσπρια (βίκος, ρόβη, λούπινα, λαθούρι, σπόρος τριφυλλιών) και τα
βιομηχανικά φυτά (καπνός, βαμβάκι, ζαχαρότευτλα, αραχίδα, ηλίανθος, σουσάμι, σόγια σπέρμα, σόργο, πιπεριές για κόκκινο πιπέρι, γλυκάνισος) 3. Τα αρωματικά και τα κτηνοτροφικά φυτά (για καρπό, για σανό, χόρτο και ριζώματα, για γρασίδια) 4. Τα καρπούζια και πεπόνια 5. Οι πατάτες Σιτηρά Οι καλλιεργούμενες με σιτηρά εκτάσεις σε παγκόσμιο επίπεδο για το έτος 2007 εκτιμήθηκαν, σύμφωνα με τα στοιχεία του FAO σε 6.945 εκατομμύρια στρέµµατα, σε 184 χώρες. Ειδικότερα, οι κυριότερες χώρες παραγωγής σιτηρών ήταν η Ινδία με 1006 εκατομμύρια στρέµµατα, η Κίνα με 860 εκατομμύρια στρέµµατα, οι Η.Π.Α με 619 εκατομμύρια στρέµµατα, η Ρωσία με 403 εκατομμύρια στρέµµατα και η Βραζιλία με 195 εκατομμύρια στρέµµατα. Η παραγωγή των σιτηρών στην Ευρώπη των 27 άγγιξε σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής στατιστικής υπηρεσίας και του FAO, τους 316 εκατομμύρια τόνους, για το 2008. Το ίδιο έτος, η παγκόσμια παραγωγή σιτηρών ανήλθε σε 2.525 εκατομμύρια τόνους. Κυριότερες χώρες παραγωγής σιτηρών στην ΕΕ ήταν η Γαλλία με 70 εκατομμύρια τόνους, η Γερμανία με 50 εκατομμύρια τόνους, η Πολωνία με 27 εκατομμύρια τόνους, το Ηνωμένο Βασίλειο με 24 ενώ ακολουθούν με μικρή διαφορά ή Ισπανία και η Ιταλία. Η Ελλάδα βρίσκεται στην 14 η θέση με ετήσια παραγωγή 5,0 εκατομμύρια τόνους. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα σιτηρά, πέραν από τις χρήσεις τους στην παρασκευή ζυµαρικών, την παραγωγή αλεύρων αρτοποιίας, την παραγωγή ζύθου και την ανθρώπινη κατανάλωση, στην παραγωγή ελαίων, κατόπιν μεταποίησης, και ζωοτροφών. Από μελέτη που έγινε στα πλαίσια εκπόνησης του καλλιεργητικού πλάνου της περιφερειακής ενότητας (πρώην νομό) Πέλλας, φαίνεται ότι η με βάση της πραγματικές ανάγκες του ζωικού κεφαλαίου της Π.Ε Πέλλας και για την επίτευξη ικανοποιητικών αποδόσεων σε γάλα και κρέας και την αποφυγή της υπερβόσκησης, είναι αναγκαία η πρωτογενής παραγωγή ζωοτροφών, κυρίως χονδροειδών και δευτερευόντως συμπυκνωμένων (καρπών), τουλάχιστον από όσους εμπλέκονται στην παραγωγή κτηνοτροφικών προϊόντων. Κτηνοτροφικά φυτά και δημητριακά πρέπει να ενταχθούν, παράλληλα με δράσεις που αποσκοπούν στην βελτίωση των βοσκοτόπων και στην αποφυγή της υπερβόσκησης, σε ένα ευρύτερο σχέδιο στο οποίο εμπλεκόμενοι θα είναι οι άμεσα ενδιαφερόμενοι, δηλαδή οι κτηνοτρόφοι της περιφερειακής ενότητας Πέλλας. Δενδροκηπευτικά και Άμπελος Η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας συνιστά κατανάλωση 400 γραμμαρίων φρούτων και λαχανικών ημερησίως. Οι πιο συνηθισμένες μορφές κατανάλωσης των δενδροκηπευτικών προϊόντων είναι φρέσκα (νωπά), κονσερβοποιημένα, κατεψυγμένα και αφυδατωμένα. Σύμφωνα με την ταξινόμηση της Εθνικής στατιστικής υπηρεσίας, στα δενδροκηπευτικά περιλαμβάνονται: 1. Τα εσπεριδοειδή 2. Τα οπωροφόρα 3. Τα δέντρα ξερών καρπών και αποξηραμένων 4. Τα ελαιόδεντρα 5. Τα δέντρα τροπικής προέλευσης 6. Τα μαστιχόδενδρα, οι ροδιές και οι μουσμουλιές 7. Οι τομάτες, επιτραπέζιες και βιομηχανικές, οι μελιτζάνες και οι πιπεριές 8. Τα κρεμμύδια, τα σκόρδα, τα καρότα και τα πράσα 9. Τα φασολάκια, ο αρακάς, οι μπάμιες, τα λάχανα, τα κουνουπίδια 10. Τα κολοκυθάκια και τα αγγούρια υπαίθρου 11. Οι αγκινάρες 12. Τα αντίδια και τα ραδίκια, το σπανάκι, τα μαρούλια
13. Τα σπαράγγια 14. Οι φράουλες 15. Άλλα λαχανικά Ροδάκινα- νεκταρίνια Η σημαντικότερη παραγωγή σε ροδάκινα και νεκταρίνια καταγράφεται στην Κίνα, στην Ιταλία και στις ΗΠΑ. Η παραγωγή των κύριων χωρών καλλιέργειας ροδάκινου και νεκταρινιού (Αυστραλία, ΗΠΑ, Ιαπωνία, Ισπανία, Ιταλία, Κίνα, Μεξικό, Ταιβάν, Τουρκία και Χιλή) ανήλθε σε 11,8 εκατομμύρια τόνους για το 2004. Η παραγωγή της Κίνας, ήταν 6,65 εκατοµµύρια τόνους για το 2004 µε τάση ανόδου 4% για το έτος 2005. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση-25 η ετήσια παραγωγή ροδάκινου κυµάνθηκε από 2.100.000 έως 3.800.000 τόνους για την πενταετία 2000-04 µε σηµαντικές διακυμάνσεις. Οι χώρες της Ε.Ε µε τη µμεγαλύτερη παραγωγή ροδάκινου είναι η Ιταλία, η Ισπανία, η Ελλάδα, η Γαλλία, η Ουγγαρία και η Πορτογαλία. Η ετήσια παραγωγή σε νεκταρίνια της Ε.Ε-25 για την περίοδο 2000-04 κυµάνθηκε από 850.000 έως 1.100.000 τόνους. Για την περίοδο 2001-06, η Ελληνική παραγωγή σε ροδάκινα και νεκταρίνια κυµάνθηκε από τους 700.000 στους 950.000 τόνους. Το 2010, παρήχθησαν 710 χιλιάδες τόνοι. Οι εξαγωγές της Ελλάδος για την περίοδο 2002-2006 είχαν µέσο όρο πενταετίας τα 205 εκατοµµύρια ευρώ. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, στην Π.Ε Πέλλας καλλιεργούνται περίπου 360 χιλιάδες στρέμματα με μία παραγωγή που αγγίζει τους 350 χιλιάδες τόνους. Τα ροδάκινα (νωπά και κομπόστες) και τα νεκταρίνια που παράγονται σε αυτή την περιοχή είναι τρόφιμα υψηλής και αναγνωρισμένης ποιότητας στο εξωτερικό και μαζί με άλλες καλλιέργειες, στηρίζουν επί σειρά ετών το εισόδημα των τοπικών κατοίκων. Σύμφωνα με στοιχεία της Δ/νσης Αγροτικής Οικονομίας και κτηνιατρικής Πέλλας, οι εξαγωγές κονσερβοποιημένων ροδάκινων (κομπόστες) κυμαίνονται κατά μέσο όρο μεταξύ 60 και 70 χιλιάδων τόνων κατ έτος. Αντίστοιχα, η ποσότητες κατεψυγμένων ροδάκινων κύβος, φθάνουν τους 10 χιλιάδες τόνους. Μήλα Σε παγκόσμιο επίπεδο (FAO, 2008) παρήχθησαν 69 εκατομμύρια τόνοι μήλα με κυριότερες χώρες την Κίνα με 29 εκατομμύρια τόνους, τις Η.Π.Α με 4,4 εκατομμύρια τόνους, την Πολωνία με 2,8 εκατομμύρια τόνους, το Ιράν με 2,66 εκατομμύρια τόνους, την Τουρκία με 2,5 εκατομμύρια τόνους και την Ιταλία με 2,2 εκατομμύρια τόνους. Η Ελλάδα βρέθηκε στην 40 η θέση στο σχετικό πίνακα, μεταξύ 93 χωρών, με ετήσια παραγωγή που έφτασε τους 240 χιλιάδες τόνους. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, παρήχθησαν συνολικά το 2008 σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία, 12,0 εκατομμύρια τόνοι μήλα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, στην Π.Ε Πέλλας καλλιεργούνται περίπου 19 χιλιάδες στρέμματα μήλα με μία παραγωγή που αγγίζει τους 47 χιλιάδες τόνους. Τα ορεινά μήλα Άρνισσας και Παναγίτσας και τα πράσινα μήλα Αρσενίου, είναι εδώ και χρόνια γνωστά για τα εκπληκτικά ποιοτικά τους χαρακτηριστικά ενώ νέες ποικιλίες (υπερπώιμες, με έντονο χρωματισμό κλπ) έδωσαν την δυνατότητα επέκτασης την καλλιέργειας στις πεδινές περιοχές. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται έντονη εξαγωγική δραστηριότητα πράσινων και κόκκινων ποικιλιών προς τις Αραβικές χώρες. Αχλάδια Η παγκόσµια παραγωγή αχλαδιού για την εµπορική περίοδο 05/06 σύµφωνα µε εκτιµήσεις ήταν 16 εκατοµµύρια τόνους (δέκατη διαδοχική περίοδος αύξησης). Η κύρια υπεύθυνη για την αύξηση αυτή είναι η καλλιέργεια της Κίνας ακολουθούµενη από την Ισπανία και την Αργεντινή. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, παρήχθησαν συνολικά το 2008 σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία, 3,4 εκατομμύρια τόνοι αχλάδια. Οι χώρες της Ε.Ε µε τη µεγαλύτερη παραγωγή αχλαδιού είναι η Ιταλία, η Ισπανία, η Γαλλία, το Βέλγιο και η Ολλανδία. Η Ελλάδα με 54 χιλιάδες τόνους βρίσκεται στην 9η θέση, µετά την Πολωνία. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, στην Π.Ε Πέλλας καλλιεργούνται περίπου 4,0 χιλιάδες στρέμματα αχλάδια με μία παραγωγή που αγγίζει τους 7,5 χιλιάδες τόνους. Η καλλιέργεια της αχλαδιάς ακολούθησε φθίνουσα πορεία στην Π.Ε Πέλλας αν και δεν αντιμετώπισε προβλήματα διάθεσης, κυρίως λόγω ορισμένων ασθενειών και ελλιπούς
πληροφόρησης για την τήρηση ορθών φυτοϋγειονομικών μέτρων. Πρόκειται για μία δυναμική καλλιέργεια με μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης. Κεράσια Οι κυριότεροι παγκόσµιοι παραγωγοί κερασιού (Αυστραλία, ΗΠΑ, Ιαπωνία, Ισπανία, Κίνα, Πολωνία, Ταιβάν, Τουρκία και Χιλή) παρήγαγαν 1,2 εκατοµµύρια τόνους το 2004. Η Τουρκία µε 400.000 τόνους (14% αύξηση σε σχέση µε το 2003), αποτέλεσε τη µεγαλύτερη παραγωγό χώρα για το 2004, ακολουθούµενη από τις ΗΠΑ µε περίπου 352.000 τόνους. Η ετήσια παραγωγή του κερασιού στην ΕΕ υπολογίστηκε µεταξύ των 740 και 800 χιλιάδων τόνων για την περίοδο 2000-04. Για το 2010, εκτιμάται ότι στην Ελλάδα παρήχθησαν 52 χιλιάδες τόνοι. Η συνολική παραγωγή κερασιού της κοινότητας αυξήθηκε σηµαντικά κατόπιν της διεύρυνσης της, το 2004 και ιδιαίτερα µε την ένταξη της Πολωνίας η οποία αποτελεί τη σηµαντικότερη παραγωγό χώρα µε µέση ετήσια παραγωγή περίπου 189.000 τόνους (26% της συνολικής παραγωγής). Άλλες σηµαντικές χώρες παραγωγής είναι η Ιταλία, η Ισπανία και η Ουγγαρία. Οι ελληνικές εξαγωγές κερασιού αφορούν κυρίως τα κράτη μέλη της Ε.Ε ενώ οι εισαγωγές λαµβάνουν χώρα κυρίως από τις τρίτες χώρες. Συνολικά οι εξαγωγές, σε αξία και ποσότητα είναι σε πολύ υψηλότερα επίπεδα από τις αντίστοιχες εισαγωγές (αναλογία περίπου 10 προς 1 για την πενταετία 2001-06). Σύμφωνα με εκτιμήσεις, στην Π.Ε Πέλλας καλλιεργούνται περίπου 60 χιλιάδες στρέμματα κεράσια με μία παραγωγή που αγγίζει τους 17 χιλιάδες τόνους. Η αναδιάρθρωση των ποικιλιών και η βαρύτητα που δίδεται τα τελευταία χρόνια στην ύπαρξη κατάλληλων επικονιαστών, στην εφαρμογή νέων σχημάτων και στην ολοκληρωμένη καταπολέμηση των εχθρών, αναμένεται εφόσον συνεχιστούν, να οδηγήσουν σε σημαντική αύξηση των παραγόμενων ποσοτήτων ανά στρέμμα, στην βελτίωση της ποιότητας και στην μείωση του κόστους παραγωγής. Πρόκειται για μία εξίσου δυναμική καλλιέργεια με τις προηγούμενες, με μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης. Βερίκοκα Η ετήσια παραγωγή σε βερίκοκο στην Ε.Ε-25 για την περίοδο 2000-04 κυµάνθηκε 450.000 έως 650.000 τόνους. Σύµφωνα µε στοιχεία της τελευταίας εξαετίας (2001-06) η παραγωγή βερίκοκου στην Ελλάδα κυµάνθηκε από 46.000 έως 60.000 τόνους. Το 2010, η παραγωγή ξεπέρασε τους 75 χιλιάδες τόνους. Συνολικά οι εξαγωγές σε αξία και ποσότητα είναι σε πολύ υψηλότερα επίπεδα από τις αντίστοιχες εισαγωγές. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, στην Π.Ε Πέλλας καλλιεργούνται περίπου 6,5 χιλιάδες στρέμματα βερίκοκα με μία παραγωγή που αγγίζει τους 6 χιλιάδες τόνους. Ιδιαίτερη προσοχή χρειάζεται στην επιλογή κατάλληλων από τους παραγωγούς παραγωγικών ποικιλιών, ανθεκτικών σε ασθένειες και ιώσεις. Ξηροί καρποί Οι έξι µεγαλύτεροι παραγωγοί καρυδιού για το έτος 2003 ήταν η Κίνα µε 360.000 τόνους (25% µερίδιο της παγκόσµιας παραγωγής), ακολουθούµενη από τις ΗΠΑ (294.000 τόνους, 20% µερίδιο), το Ιράν (160.000 τόνους, 11% µερίδιο), τη Τουρκία (125.000 τόνους, 9% µερίδιο), την Ουκρανία (58.000 τόνους, 4% µερίδιο) και τη Ρουµανία (50.000 τόνους, 4% µερίδιο). Το 2010, εκτιμάται ότι η παραγωγή καρυδιού χωρίς κέλυφος της Ελλάδας ήταν 21 χιλιάδες τόνοι. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, στην Π.Ε Πέλλας καλλιεργούνται περίπου 1.100 στρέμματα καρύδια για καρπό με μία παραγωγή που δεν ξεπερνά τους 300 τόνους. Πρόκειται για μία καλλιέργεια η οποία είναι ελλειμματική και μπορεί να αναπτυχθεί στην περιοχή, αρκεί να γίνει κατάλληλη επιλογή ποικιλιών και να οργανωθούν κατάλληλες μονάδες τυποποίησης του παραγόμενου προϊόντος. Οι πέντε µεγαλύτεροι παραγωγοί φουντουκιού το 2002 ήταν η Τουρκία µε 625.000 τόνους (74% µερίδιο της παγκόσµιας παραγωγής), η Ιταλία (123.000 τόνους, 15% µερίδιο), η Ισπανία (22.000 τόνους, 3% µερίδιο), το Αζερµπαϊτζάν (16.000 τόνους, 2% µερίδιο) και οι ΗΠΑ (16.000 τόνους, 2% µερίδιο). Η παραγωγή της Τουρκίας είναι ο πρωταρχικός συντελεστής καθορισµού της παγκόσµιας αυξητικής τάσης. Η Ιταλία που αποτελεί παραδοσιακά το δεύτερο, παγκοσµίως,
µεγαλύτερο παραγωγό φουντουκιού είχε αύξηση από 55 χιλιάδες τόνους το 1961, σε 123 χιλιάδες τόνους το 2002. Το 2004, η ελληνική παραγωγή φουντουκιού έπεσε στους 2,4 χιλιάδες τόνους. Η µέση στρεµµατική απόδοση της καλλιέργειας φουντουκιού για την πενταετία ανήλθε περίπου σε 240 κιλά. Οι συνολικές εισαγωγές φουντουκιού, κυρίως από τις τρίτες χώρες, είναι 13 φορές υψηλότερες από τις εξαγωγές. Κάστανα Η παγκόσµια παραγωγή κάστανου, το 2001, ανήλθε σε 970 χιλιάδες τόνους παρουσιάζοντας την τετραετία 1998-2001 αύξηση 16%. Η Κίνα κυριαρχεί στην παγκόσµια παραγωγή µε 63% συµµετοχή το 2001, µε σηµαντικές τάσεις ανόδου. Ακολουθεί στην παραγωγή η Δηµοκρατία της Κορέας (9,3% µερίδιο), η Τουρκία (6,2%) και η Ιταλία (5,2%). Σύμφωνα με εκτιμήσεις, η παραγωγή κάστανου της Ε.Ε των 15 κρατών ήταν περίπου 125 χιλιάδες τόνους. Η Ιταλία παράγει περίπου το 51% της παραγωγής, η Πορτογαλία το 16%, η Ισπανία το 13,2%, η Γαλλία το 9,9% και η Ελλάδα το 9,7%. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, στην Π.Ε Πέλλας καλλιεργούνται περίπου 2,5 χιλιάδες στρέμματα κάστανα με μία παραγωγή που δεν ξεπερνά τους 235 τόνους. Πρόκειται για νέες κυρίως φυτείες της ελπιδοφόρας αυτής καλλιέργειας που φυτεύτηκαν στην περιοχή της Αλμωπίας. Εφόσον λυθούν προβλήματα που οφείλονται στην ύπαρξη ορισμένων ασθενειών, αναμένεται σημαντική αύξηση των καλλιεργούμενων εκτάσεων. Πατάτες Οι πατάτες µε 350 χιλιάδες καλλιεργούμενα στρέµµατα και με παραγωγή που φθάνει τους 850 χιλιάδες τόνους, αποτελούν την καλλιέργεια με τις μεγαλύτερες εκτάσεις κηπευτικών στον Ελλαδικό χώρο. Παγκόσμια (FAO, 2008), η Κίνα με 57 εκατομμύρια τόνους, η Ινδία με 35 εκατομμύρια τόνους, η Ρωσική Ομοσπονδία με 29 εκατομμύρια τόνους, η Ουκρανία και οι Η.Π.Α με 19 περίπου εκατομμύρια τόνους η κάθε μία, αποτελούν τις μεγαλύτερες παραγωγούς πατάτας. Στην Π.Ε Πέλλας, η καλλιέργεια πατάτας εντοπίζεται κυρίως στην επαρχία Αλμωπίας (Αρχάγγελος, Περίκλεια, Νότια), και στην επαρχία Εδέσσης (κυρίως Άρνισσα, Παναγίτσα). Το προϊόν πωλείται από τους παραγωγούς σε λαϊκές αγορές, και σε χονδρεμπόρους, ενώ μια ποσότητα διατίθεται και σε βιομηχανίες. Η αδυναμία οργάνωσης των παραγωγών κυρίως όσον αφορά την τυποποίηση και την προώθηση της ορεινής κίτρινης πατάτας, οδήγησε στην περιορισμένη εγχώρια αναγνώριση ενός ομολογουμένως ποιοτικού προϊόντος. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, καλλιεργούνται περίπου 6,5 χιλιάδες στρέμματα πατάτες με μία παραγωγή που δεν ξεπερνά τους 12,5 χιλιάδες τόνους. Τομάτες Η Κίνα με 33,8 εκατομμύρια τόνους βρίσκεται στην 1 η θέση μεταξύ 171 χωρών που παράγουν τομάτες παγκοσμίως. Ακολουθούν οι Η.Π.Α με 12,5 εκατομμύρια τόνους, η Τουρκία και η Ινδία με περισσότερους από 10 εκατομμύρια τόνους και η Ιταλία με 6,0 εκατομμύρια τόνους. Η Ελλάδα βρίσκεται στην 15 η θέση με 1,3 εκατομμύρια τόνους. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, παρήχθησαν το 2008 σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία, 14,0 εκατομμύρια τόνοι τομάτες και 5,3 εκατομμύρια τόνοι καρότα, περίπου όσα και τα κρεμμύδια. Αμπέλια Συνολικά 3,67 εκατομμύρια εκτάρια αμπέλια καλλιεργήθηκαν το 2008 στην Ευρώπη των 27 με το 95% της παραγωγής να οδηγείται στην οινοποίηση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί την μεγαλύτερη περιοχή παραγωγής κρασιού παγκοσμίως. Η Ισπανία, η Γαλλία και η Ιταλία είναι οι κυριότερες χώρες στις οποίες καλλιεργείται το αμπέλι και παράγονται κρασιά υψηλής ποιότητας. Η Ελλάδα με 33 χιλιάδες εκτάρια, είναι η μεγαλύτερη παραγωγός σταφίδας στην ΕΕ.
Ελαιόλαδο Η παγκόσμια παραγωγή παρθένου ελαιολάδου ανήλθε σε 2,9 εκατομμύρια τόνους εκ των οποίων οι 2,2 παρήχθησαν από τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το ελαιόλαδο αποτελεί ως γνωστό ένα κατ εξοχήν μεσογειακό ευγενές και ποιοτικό προϊόν με το 99 % των ελαιοδέντρων να καλλιεργούνται σε τέσσερις χώρες της ΕΕ. Η Ισπανία κατέχει την πρώτη θέση καθώς σε αυτή τη χώρα καλλιεργείται το 50% των ελαιοδέντρων της ΕΕ με παραγωγή 1,2 εκατομμύρια τόνους, η Ιταλία τη δεύτερη με 24% και παραγωγή 600 χιλιάδες τόνους και η Ελλάδα την τρίτη με 17% και 330 χιλιάδες τόνους.