ΤΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΑ τεύχος 99-100



Σχετικά έγγραφα
«Παιδαγωγική προσέγγιση της ελληνικής ιστορίας και του πολιτισμού μέσω τηλεκπαίδευσης (e-learning)»

«ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ: Προσθέτει χρόνια στη ζωή αλλά και ζωή στα χρόνια»

Διερευνητική ιστορική µάθηση: Η χρήση και αξιοποίηση των ιστορικών πηγών

Δρ. Απόστολος Ντάνης Σχολικός Σύμβουλος Φυσικής Αγωγής

Βιωματικές δράσεις: Επιμορφωτικό Εργαστήρι Εκπαιδευτικών

ΔΕΠΠΣ. ΔΕΠΠΣ και ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ

12 Ο ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΣ ΧΟΡΟΣ στην εκπαιδευση

Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Αθήνας

Υ.Α Γ2/6646/ Επιµόρφωση καθηγητών στο ΣΕΠ και τη Επαγγελµατική Συµβουλευτική

Η ανάλυση της κριτικής διδασκαλίας. Περιεχόμενο ή διαδικασία? Βασικό δίλημμα κάθε εκπαιδευτικού. Περιεχόμενο - η γνώση ως μετάδοση πληροφορίας

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ. Απαντήσεις Θεμάτων Πανελληνίων Εξετάσεων Εσπερινών Επαγγελματικών Λυκείων (ΟΜΑΔΑ Α )

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ

Ερευνητικό ερώτημα: Η εξέλιξη της τεχνολογίας της φωτογραφίας μέσω διαδοχικών απεικονίσεων της Ακρόπολης.

Σχολικός εγγραμματισμός στις Φυσικές Επιστήμες

Η διαπολιτισμική διάσταση των φιλολογικών βιβλίων του Γυμνασίου: διδακτικές προσεγγίσεις

Σχολική Μουσική Εκπαίδευση: αρχές, στόχοι, δραστηριότητες. Ζωή Διονυσίου

Δομώ - Οικοδομώ - Αναδομώ

21 Η ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΑΤΤΙΚΗΣ Δρ. Νάσια Δακοπούλου

Βασικές αρχές σχεδιασμού και οργάνωσης Βιωματικών Δράσεων στο Γυμνάσιο. Δρ. Απόστολος Ντάνης Σχολικός Σύμβουλος Φ.Α.

ΣΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΩΝ ΜΥΚΗΝΩΝ. «Τα μυστικά ενός αγγείου»

Σκοποί και στόχοι της διδασκαλίας στο Δημοτικό σχολείο. Βασίλης Μπαρκούκης

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

Μουσεία και Εκπαίδευση (υποχρεωτικό 3,4 εξ.) Προσδοκώμενα αποτελέσματα: Στη διάρκεια του μαθήματος οι φοιτητές/τριες

ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑς ΤΟΥς ΕΦΗΒΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΑ: ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ. Κουσερή Γεωργία

3 βήματα για την ένταξη των ΤΠΕ: 1. Εμπλουτισμός 2. Δραστηριότητα 3. Σενάριο Πέτρος Κλιάπης-Όλγα Κασσώτη Επιμόρφωση εκπαιδευτικών

08/07/2015. Ονοματεπώνυμο: ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΟΥΤΡΑΣ. Ιδιότητα: ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ Β ΙΕΠ. (Υπογραφή)

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

Γεωργικές Εφαρμογές και Εκπαίδευση για την Αειφόρο Αγροτική Ανάπτυξη

Μετανάστευση, πολυπολιτισμικότητα και εκπαιδευτικές προκλήσεις: Πολιτική - Έρευνα - Πράξη

Η αξιοποίηση των ΤΠΕ ως εργαλείων μάθησης και αξιολόγησης. Έλενα Πηδιά, Φιλόλογος

Κοινωνικά δίκτυα (Web 2.0) και εκπαίδευση

Το νέο Πρόγραμμα Σπουδών Φυσικής Αγωγής στο Λύκειο. Δρ. Απόστολος Ντάνης Σχολικός Σύμβουλος Φυσικής Αγωγής

ΣΕΝΑΡΙΟ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ. Σκεπτικό της δραστηριότητας Βασική ιδέα του σεναρίου

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

ΑΝΑΓΝΟΥ ΑΓΝΗ ΚΟΚΟΒΟΥ ΜΑΡΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΕΧΝΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

Πολυπολιτισμικότητα και Εκπαίδευση

ΜΑΘΗΤΕΣ ΜΕ ΧΡΟΝΙΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΚΑΙ Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΣΥΝΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

Τα στάδια της αξιολόγησης στην τάξη

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ Η/Υ

Μουσική Αγωγή στην Προσχολική και Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Ζωή Διονυσίου

Πρόγραμμα εξ Αποστάσεως Εκπαίδευσης E-Learning. Συναισθηματική - Διαπροσωπική Νοημοσύνη. E-learning. Οδηγός Σπουδών

Κωνσταντίνα Πηλείδου, Δρ Φιλοσοφίας του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας ΑΠΘ, Δασκάλα Ειδικής Αγωγής, Ειδικό Δημοτικό Σχολείο Ηρακλείου Αττικής.

Ερευνητική εργασία στο λύκειο


Διήμερο εκπαιδευτικού επιμόρφωση Μέθοδος project στο νηπιαγωγείο. Έλενα Τζιαμπάζη Νίκη Χ γαβριήλ-σιέκκερη

«Π.Α.Ι.Δ.Ε.Ι.Α. ΑΡΙΣΤΕΙΑΣ»

Δ Φάση Επιμόρφωσης. Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Γραφείο Διαμόρφωσης Αναλυτικών Προγραμμάτων. 15 Δεκεμβρίου 2010

Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών για το Νηπιαγωγείο (2003).

Το νέο Πρόγραμμα Σπουδών Φυσικής Αγωγής στο Λύκειο. Κωνσταντινίδου Ξανθή Σχολική Σύμβουλος Φυσικής Αγωγής Θράκης

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Παιδαγωγικές δραστηριότητες μοντελοποίησης με χρήση ανοικτών υπολογιστικών περιβαλλόντων

15ο ΕΠΑΛ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ : Β ΤΕΤΡΑΜΗΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Α ΕΠΑΛ

Διαπολιτισμική Εκπαίδευση

Η συμβολή της ανάλυσης των κοινωνικών αναπαραστάσεων στη βελτίωση των διδακτικών πρακτικών: Το παράδειγμα του ζητήματος της σχολικής μετάβασης

ΣΚΟΠΟΙ ΚΑΙ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΣΤΟΧΩΝ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ. Σακελλαρίου Κίμων Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας ΤΕΦΑΑ, Τρίκαλα

Μέθοδοι έρευνας και μεθοδολογικά προβλήματα της παιδαγωγικής επιστήμης

III_Β.1 : Διδασκαλία με ΤΠΕ, Γιατί ;

LOGO

Δελτίο Τύπου. Η Πρόταση του Ι.Ε.Π. για το Λύκειο που κατατέθηκε στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής

Νέα Ελληνική Γλώσσα. Απαντήσεις Θεμάτων Πανελλαδικών Εξετάσεων Ημερησίων & Εσπερινών Γενικών Λυκείων Α1.

Φύλο και διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ B1. δ.λάθος. ε.σωστό Β2.

ΕΝΟΤΗΤΑ 3: ΣΚΟΠΟI ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

ΚΟΙΝΈΣ ΙΣΤΟΡΊΕΣ ΓΙΑ ΜΙΑ ΕΥΡΏΠΗ ΧΩΡΊΣ ΔΙΑΧΩΡΙΣΤΙΚΈΣ ΓΡΑΜΜΈΣ

Ερωτήµατα. Πώς θα µπορούσε η προσέγγιση των εθνικών επετείων να αποτελέσει δηµιουργική διαδικασία µάθησης και να ενεργοποιήσει διαδικασίες σκέψης;

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

Φυσική Αγωγή και Εκπαίδευση

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Talcott Parsons

Το μάθημα των Νέων Ελληνικών στα ΕΠΑΛ: Ζητήματα διδασκαλίας και αξιολόγησης. Βενετία Μπαλτά & Μαρία Νέζη Σχολικές Σύμβουλοι Φιλολόγων 5/10/2016

1 Ος ΥΠΟ ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΟΧΟΣ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΩΝ ΜΑΘΗΣΙΑΚΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ

Σαλτερής Νίκος Δρ. Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας Σχολικός Σύμβουλος. H Γεωγραφία στο Δημοτικό Σχολείο

Η ΠΟΛΥΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΟΛΥΜΠΙΑΚΩΝ ΑΓΩΝΩΝ

Ημερίδα. Διαπολιτισμική Εκπαίδευση: εκπαιδευτική πολιτική, κοινωνία, σχολείο ΠΕΡΙΛΗΨΕΙΣ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ (ΜΕ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ)

Δράση 9.10 Υπηρεσία Υποστήριξης Τελικών Χρηστών των Βιβλιοθηκών και Κέντρων Πληροφόρησης

ΟΛΟΗΜΕΡΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΔΙΑΚΟΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΡΧΟΝΤΟΥΛΑ ΣΧΟΛΙΚΗ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ 2 ΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΕΡΦΕΡΕΙΑΣ ΣΑΜΟΥ

ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ (ΠΣ) Χρίστος Δούκας Αντιπρόεδρος του ΠΙ

Τύπος Εκφώνηση Απαντήσεις

Από τη σχολική συμβατική τάξη στο νέο υβριδικό μαθησιακό περιβάλλον: εκπαίδευση από απόσταση για συνεργασία και μάθηση

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗΣ ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ. ΜΟΙΡΑΖΟΜΑΣΤΕ ΙΔΕΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΣΤΟ ΞΕΚΙΝΗΜΑ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΧΡΟΝΙΑΣ

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

14 Δυσκολίες μάθησης για την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά και της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες και αιτιολογίες για τις

ΦΟΡΜΑ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΟΜΙΛΟΥ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ. Βαρβάρα Δερνελή ΕΚΠ/ΚΟΥ. Β Τάξη Λυκείου

Εκπαιδευτικό Σενάριο 2

Παιδί και Ιστορικά Αρχεία: Προβληματισμοί, Μεθοδολογία, Μελέτη περίπτωσης. Λεωνίδας Κ. Πλατανιώτης Εκπαιδευτικός ΠΕ 02 (Φιλόλογος)

Τι σηµαίνει µέθοδος project; Ετυµολογία: projicio = προβάλλω, σχεδιάζω, σκοπεύω, βάζω κάτι στο µυαλό µου. Σηµερινή χρήση: Η λέξη project εµπεριέχει δύ

Στόχοι και κατευθύνσεις στη διαπολιτισμική εκπαίδευση

Eκπαίδευση Εκπαιδευτών Ενηλίκων & Δία Βίου Μάθηση

ΘΕΜΑ: Οδηγίες για τον προγραμματισμό του μαθήματος Φυσικής Αγωγής στο Λύκειο.

Δείκτης Αξιολόγησης 7.1: Επίτευξη των στόχων του σχολείου

ΣΧΕ ΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ή PROJECT

Σχέδιο μαθήματος 2 Η Άυλη Πολιτιστική Κληρονομιά Το παράδειγμα του εθίμου των Μωμόγερων

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΩΓΗΣ ΥΓΕΙΑΣ «ΒΙΤΑΜΙΝΕΣ ΓΙΑ ΥΓΕΙΑ ΚΑΙ ΕΥΕΞΙΑ»

Στυλιανός Βγαγκές - Βάλια Καλογρίδη. «Καθολικός Σχεδιασμός και Ανάπτυξη Προσβάσιμου Ψηφιακού Εκπαιδευτικού Υλικού» -Οριζόντια Πράξη με MIS

Ερευνητικές Εργασίες. Μέθοδος Project στις Ερευνητικές Εργασίες

Κάθε επιλογή, κάθε ενέργεια ή εκδήλωση του νηπιαγωγού κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι σε άμεση συνάρτηση με τις προσδοκίες, που

Δομές Ειδικής Αγωγής στην Δευτεροβάθμια. Εκπαίδευση και Εκπαιδευτική Ηγεσία: ο ρόλος. του Διευθυντή μέσα από το υπάρχον θεσμικό.

α. η παροχή γενικής παιδείας, β. η καλλιέργεια των δεξιοτήτων του μαθητή και η ανάδειξη των

Transcript:

Διδακτική πρόταση για την κοινωνιολογική προσέγγιση του αθλητισμού στη Θεσσαλονίκη μέσα από το φωτογραφικό αρχειακό υλικό του Κέντρου Ιστορίας Θεσσαλονίκης Δημήτρης Κυρίτσης, δρ Φιλοσοφίας 1. Εισαγωγικά Η ανάπτυξη της Τοπικής Ιστορίας και η σταδιακά αυξανόμενη αποδοχή της στον ακαδημαϊκό χώρο είχε ως αποτέλεσμα την εισαγωγή της και στα Αναλυτικά Προγράμματα της Στοιχειώδους και Μέσης Εκπαίδευσης πολλών ευρωπαϊκών χωρών (Κυρίτσης & Φούκας, 2010: 29-43). Στην Ελλάδα ο σχετικός προβληματισμός εκκινεί τη σχολική χρονιά 1989-1990 στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο (Βώρος, 1990: 33-34) και καταλήγει στη διάθεση δύο ωρών από το μάθημα της Ιστορίας στη Β Γυμνασίου και Α Λυκείου για τη μελέτη ιστορικών ζητημάτων τοπικού χαρακτήρα, με απογοητευτικά όμως αποτελέσματα (Μαυροσκούφης, 1997: 64). Κατά τη δεκαετία του 2000 διαπιστώνεται σταδιακή ενίσχυση της διδασκαλίας της Τοπικής Ιστορίας αυτή τη φορά στο πλαίσιο του μαθήματος της Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας της Γ Γυμνασίου, για να φτάσουμε στη σημερινή πραγματικότητα που ορίζει τη διάθεση δέκα διδακτικών ωρών στην ίδια τάξη του Γυμνασίου, από τις οποίες οι δύο αφιερώνονται στη «θεωρητική προσέγγιση» και οι υπόλοιπες οκτώ στην «πρακτική εφαρμογή». Η εισαγωγή της διδασκαλίας της Τοπικής Ιστορίας ανιχνεύεται στο εσωτερικό της αμφισβήτησης της αφηγηματικής ιστορίας και των παραδοσιακών μεθόδων διδασκαλίας. Επιδιώκει τη σύνδεση της γνώσης της Ιστορίας με την έρευνα, την προσβασιμότητα σε πρωτογενές υλικό, τη διαμόρφωση ενός μαθητοκεντρικού κλίματος στη σχολική ζωή, τη δημιουργία κινήτρων για ατομική και συλλογική δράση μέσα και έξω από το σχολείο, την επιτάχυνση της ομαλότερης κοινωνικοποίησης, με την έννοια της ένταξης του μαθητή στο χώρο και στο χρόνο, στο περιβάλλον που ζει (Λεοντσίνης, 1996, Ρεπούση, 2000α: 97, Χαρίτος, 2009: 134-137). Ο τόπος προβάλλει ως το ιδανικό περιβάλλον αφενός για τη διευκόλυνση της προσέγγισης του μακρινού και του αφηρημένου, της κατανόησης του ευρύτερου κόσμου με τρόπο επαγωγικό (Ντούλας, 1988: 98-101, Ηλιάδου-Τάχου, 2001: 93-95) και αφετέρου για την αναζήτηση των απαντήσεων μέσω των ιστορικών πηγών, γκρεμίζοντας έτσι τα στεγανά ανάμεσα στο σχολείο και στην κοινωνία, ενισχύοντας την αλληλοτροφοδότησή τους και συντελώντας στη διαμόρφωση ενός ευχάριστου και δημιουργικού διαλείμματος από το δεσμευτικό αναλυτικό 132

πρόγραμμα σπουδών (Douch, 1967: 7, Ρεπούση, 2000β: 590-606, Μαυροσκούφης, 2005: 177-324). Στις παραδοχές αυτές βασίζεται η απευθυνόμενη στους μαθητές της Γ Γυμνασίου διδακτική πρόταση, που έχει ως θεματικό επίκεντρο τον αθλητισμό στη Θεσσαλονίκη του 20ού αιώνα. Παράλληλα, αφετηρία της απόφασης σχεδιασμού της πρότασης αποτέλεσε και το γεγονός ότι ο αθλητισμός κεντρίζει το ενδιαφέρον της πλειονότητας των εφήβων συνιστώντας γι αυτούς ένα θέμα ελκυστικό για μελέτη (Κυρίτσης & Χελιατσίδου, 2009: 112), όπως επίσης η διαπίστωση ότι έχει τις τελευταίες δεκαετίες συγκεντρώσει αποκλίνουσες συμπεριφορές και δράσεις, ακόμη και από εφήβους, -ως αντανάκλαση των διακυμάνσεων των κοινωνικών προβλημάτων που εμφανίζονται περιοδικά στην καθημερινότητα- που αμαυρώνουν την προσφορά του ως κοινωνικού φαινομένου. Επιπλέον κίνητρο αποτέλεσε η δημοσίευση σειράς εμπειρικών ερευνών, από τα αποτελέσματα των οποίων προκύπτει με σαφήνεια η ανεπαρκής ιστορική γνώση και κρίση των νέων τόσο σε γενικό όσο και σε τοπικό επίπεδο (Κελπανίδης et al., 2003, Κυρίτσης, 2008, Κυρίτσης & Φούκας, 2010, Μαυροσκούφης, 2007). Η δυσάρεστη αυτή πραγματικότητα, που έχει διαμορφωθεί κυρίως με ευθύνη της επίσημης συστηματικής ελληνικής εκπαίδευσης, ενδέχεται να παρουσιάσει ψήγματα βελτίωσης μέσω άρτια σχεδιασμένων διδακτικών προτάσεων. Το υλικό για την πραγματοποίηση της διδακτικής πρότασης αντλείται από το Κέντρο Ιστορίας του Δήμου Θεσσαλονίκης. Καρπός της επίμοχθης ερευνητικής προσπάθειας που την τελευταία δεκαετία έχει καταβάλει είναι η έκδοση των λευκωμάτων ΜΑΣ Αετός, Ηρακλής, Άρης, ΠΑΟΚ, Θερμαϊκός, ΧΑΝΘ, ΒΑΟ, Μέγας Αλέξανδρος, Μακεδονικός, ΜΕΝΤ, Τρίτων, Όμιλος Αντισφαίρισης Θεσσαλονίκης και Ιστιοπλοϊκός Όμιλος Θεσσαλονίκης, μέσα από τις σελίδες των οποίων αποθησαυρίζεται η γνώση αναφορικά με την τοπική αθλητική ιστορία, φωτίζονται άγνωστες πτυχές της πολυετούς πορείας όλων αυτών των συλλόγων στο διάβα του 20 ου αιώνα, αναδεικνύεται η πολιτισμική και κοινωνική τους προσφορά, προβάλλονται οι αγώνες και οι διακρίσεις των δεκάδων χιλιάδων αθλητών, αναγνωρίζεται ο κρίσιμος ρόλος των διοικητικών παραγόντων. Από τη μελέτη των ιστορικών λευκωμάτων γίνεται κατανοητό ότι ο αθλητισμός, μολονότι ανέκαθεν αποτελούσε βασική κοινωνική δραστηριότητα και δείγμα του ανθρώπινου πολιτισμού, ειδικά στη Θεσσαλονίκη του «ταραγμένου» 20 ου αιώνα εξέφραζε τους καημούς και τους πόθους των ανθρώπων. Χιλιάδες ήταν εκείνοι που γαλουχήθηκαν στα ιδεώδη του ευ αγωνίζεσθαι, της ευγενούς άμιλλας, που προήγαγαν τη φυσική και διανοητική τους ευεξία, που απέκτησαν τις αρετές της αλληλεγγύης, του αλληλοσεβασμού, της αυτοπειθαρχίας, της συνεργασίας, της ειλικρίνειας, της προσήλωσης στο 133

στόχο, που εντάχθηκαν ομαλά στο κοινωνικό σύνολο συμμετέχοντας στο δημόσιο βίο. Το αρχειακό υλικό που συγκεντρώθηκε στο πλαίσιο της συστηματικής επαγγελματικής ενασχόλησης με τη συγγραφή της αθλητικής ιστοριογραφίας είναι πλούσιο, σπάνιο και σε μεγάλο ποσοστό πρωτότυπο, αποτελούμενο από φωτογραφίες, έγγραφα, συνεντεύξεις παλαιών αθλητών και παραγόντων, αποδελτιώσεις ημερήσιου τύπου. Για την προτεινόμενη προσέγγιση επιλέχθηκε η φωτογραφία ως μέσο διδασκαλίας. 2. Η επιλογή της φωτογραφίας ως μέσου διδασκαλίας Η αναγκαιότητα για ανανέωση των διδακτικών μεθόδων και προσεγγίσεων του μαθήματος της Ιστορίας σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης έχει οδηγήσει στην πραγματοποίηση εμπειρικών μελετών, αναζητήσεων και πειραματισμών με στόχο την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη συμμετοχή του μαθητή στη μαθησιακή διαδικασία (Κυρκίνη, 1999: 23-33). Η στροφή προς τις ενεργητικές μεθόδους μάθησης, τις μεθόδους δηλαδή εκείνες που ευνοούν την ενεργό ανάμειξη και εμπλοκή του μαθητή στη διαδικασία της μάθησης μέσα από ευρετικέςαποκαλυπτικές μεθόδους, επέφερε την κορύφωση του ενδιαφέροντος των παιδαγωγών προς την προώθηση τρόπων διδακτικής αξιοποίησης των πηγών (Αβδελά, 1998: 157-158, Burston, 1972: 45, Δάλκος, 2000: 91, Σακκά, 2001: 106). Η φωτογραφία συνιστά ένα δραστικό μέσο, ένα εξαιρετικό εποπτικό υλικό αλλά και άμεση πηγή με δύναμη και ένταση, που χάρη στην αισθητηριακή επαφή των μαθητών με το παρελθόν δημιουργεί ευνοϊκότερες προϋποθέσεις για την ενεργό συμμετοχή τους στη διαδικασία του μαθήματος, προάγει έναν περισσότερο ενεργητικό και ζωντανό τύπο μάθησης και περιορίζει τη δράση του δασκάλου (Κουτρουμπέλη, 2005: 93, Τζόκας, 2002: 35). Έχει χαρακτηριστεί ως το πιο δυνατό μέσο της σύγχρονης εποχής για την αναπαράσταση της πραγματικότητας, για την κατανόηση του κλίματος μιας εποχής, για τη διασάφηση γεγονότων, θεμάτων, χαρακτηριστικών συγκεκριμένων προσώπων, για την ανακάλυψη διαφορετικών οπτικών της κοινωνικής ζωής, ως κάτοπτρο των ιστορικών γεγονότων, ως τεκμήριο που μπορεί να φέρνει μπροστά στα μάτια των ανθρώπων ιστορικά γεγονότα στα οποία οι ίδιοι δεν είχαν καμία συμμετοχή, ως επικουρικό μέσο για τη συγκρότηση του ιστορικού μωσαϊκού (Barthes, 1984, Burston, 1972, Freund, 1996, Stradling, 2001). Οι Kress & Van Leewen (2001) και Barthes (1983: 43) αντιλαμβάνονται τη φωτογραφία ως αναπαράσταση της κοινωνίας στην οποία παράγεται και συνεπώς πολιτισμικό δημιούργημα με στόχο την επικοινωνία. Οι πρώτοι μάλιστα θεωρούν ότι αποτελεί ένα πολυτροπικό κείμενο, καθώς συνυπάρχουν διαφορετικοί σημειωτικοί κώδικες που διαπλέκονται μεταξύ τους, και διακρίνουν τρεις μεταλειτουργίες της: Την 134

αναπαραστατική, επειδή σε μια εικόνα αναπαριστώνται όψεις του εμπειρικού κόσμου, της αλληλεπίδρασης, επειδή ενυπάρχει σχέση αυτού που παράγει το σημείο, του θεατή και του αναπαριστώμενου αντικειμένου, και τη συνθετική, επειδή η εικόνα διαπλεκόμενη με το κείμενο στο οποίο εντάσσεται δημιουργεί μια ενιαία σύνθεση με συγκεκριμένο μήνυμα. Η συσχέτιση της φωτογραφίας με τις κοινωνικές δομές επισημαίνεται και από τον Burke (2003), σύμφωνα με την προσέγγιση του οποίου ο υλικός πολιτισμός, που απαρτίζεται από αντικείμενα όπως η φωτογραφία, είναι ένα οργανωτικό και επικοινωνιακό μέσο άμεσα συνδεδεμένο με την κοινωνική πρακτική που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την τροποποίηση, δημιουργία και διατήρηση πληροφοριών που αφορούν την κοινωνία και επομένως έχει ένα νοηματικό περιεχόμενο που ανάγεται στην κοινωνική ζωή του τόπου. Η ανάγνωση λοιπόν των φωτογραφιών προϋποθέτει καταρχήν την αποδοχή τους ως υλικά αντικείμενα φορείς μηνυμάτων που σχετίζονται με τις κοινωνικές, πολιτικές και πολιτιστικές δομές μιας κοινωνίας σε συγκεκριμένο χρόνο και εξαρτάται από την κοινωνική, πολιτιστική, πολιτική και διανοητική κατάσταση των αναγνωστών, εφόσον ο κάθε άνθρωπος έχει τη δική του κοσμοθεώρηση, τα δικά του συναισθήματα (Craig, 1999: 37, Berlier, 1999: 230). Ειδικότερα στο πλαίσιο του μαθήματος της Ιστορίας το φωτογραφικό υλικό ενδείκνυται να χρησιμοποιείται ως αφόρμηση για την προσέγγιση κάποιου θέματος ή ως τεκμηρίωση για την ερμηνεία και εμβάθυνση κάποιου άλλου, προσφέρεται για την εξοικείωση των μαθητών με τα πρόσωπα, τους θεσμούς, τα γεγονότα, τις εκφάνσεις του παρελθόντος, αποτελεί αντανάκλαση, προϊόν και πορτρέτο μιας συγκεκριμένης εποχής (Moniot, 2002: 271). Παράλληλα, επιφέρει τη συνειδητοποίηση ότι η πρόσβαση στην ιστορική γνώση δεν απορρέει μόνο από τις επιστημονικές γνώσεις του εκπαιδευτικού ή την ιστορική αφήγηση του σχολικού εγχειριδίου αλλά και από άλλα κατάλοιπα του παρελθόντος, ενισχύει την ερευνητική διάθεση, οξύνει την παρατηρητικότητα, καλλιεργεί την ιστορική φαντασία (Μαυροσκούφης, 2005: 86) και διευκολύνει την κινητοποίηση του ενδιαφέροντος των μαθητών (Booth, 1987, Rogers, 1984, Τζόκας, 2002). 3. Στόχοι Δύο είναι οι βασικοί άξονες γύρω από τους οποίους επικεντρώνεται η στοχοθεσία της παρούσας διδακτικής πρότασης. Αφενός επιδιώκεται η προσέγγιση, κατανόηση και αξιολόγηση των κοινωνικών λειτουργιών 1 1 Οι βασικές κοινωνικές λειτουργίες που επιτελούνται μέσω του αθλητισμού είναι, σύμφωνα με τον Αυγερινό (2007: 77-112) η κοινωνικοψυχαγωγική και κοινωνικοσυναισθηματική, η κοινωνικοποιητική, η ενίσχυση και προφύλαξη της υγείας, η σύσφιξη των σχέσεων των μελών της κοινωνίας και των λαών, η άμβλυνση στερεοτύπων και ανισοτήτων. 135

και της εν γένει προσφοράς που μπορεί να επιτελέσει η αθλητική δραστηριότητα. Αφετέρου επιχειρείται η ανίχνευση γενικότερων πληροφοριών για την κοινωνική, πολιτική, πολιτιστική, αθλητική, οικονομική ζωή της Θεσσαλονίκης, που μπορούν να αντληθούν από το αρχειακό φωτογραφικό υλικό του Κέντρου Ιστορίας Θεσσαλονίκης. Κύρια μέριμνα προβάλλει η όξυνση της κριτικής σκέψης και της διερευνητικής στάσης των παιδιών απέναντι στη γνώση μέσω του εθισμού στην ανακάλυψη της ιστορικής αλήθειας και στην τεκμηρίωσή της με την αξιοποίηση πηγών και αρχείων. Επειδή ιδιαίτερη έμφαση δίδεται στη συνειδητοποίηση ότι η αναζήτηση απαντήσεων διέρχεται μέσα από την αναζήτηση πηγών και τη διαλεκτική τους μελέτη, τίθεται ως στόχος η ανάδειξη και κατανόηση του ορίζοντα των πηγώντεκμηρίων που προσφέρονται για την ιστορία και κυρίως για την τοπική ιστορία. Η προσέγγιση αυτή της φώτισης ιστορικών γεγονότων, σε αντιπαραβολή με τη συνήθη στο ελληνικό πρωτοβάθμιο και δευτεροβάθμιο σχολείο τακτική της άκριτης και παθητικής αποδοχής, 2 αναμένεται να φέρει τους μαθητές πλησιέστερα στο έργο του ιστορικού ερευνητή, να προάγει την αυτενέργεια και την πρωτοβουλία τους, να αναπτύξει τη συνθετική δημιουργική τους ικανότητα και παρατηρητικότητα, να τους διευκολύνει να θέτουν ερωτήματα, να οργανώνουν και να συνθέτουν τις πληροφορίες και να αιτιολογούν τις απαντήσεις-συμπεράσματα βασιζόμενοι σε τεκμήρια. Παράλληλα με τις πολύτιμες αυτές για κάθε ερευνητή δεξιότητες, η διδακτική πρόταση επικεντρώνεται θεματικά στη συνειδητοποίηση από τους μαθητές της σημασίας του αθλητισμού, στην ένταξη στο χρονικό, τοπικό και κοινωνικό πλαίσιο που δημιουργήθηκε και αναπτύχθηκε, αλλά και στη σύγκριση με το δικό τους παρόν. Ειδικότερα, ιδιαίτερη έμφαση δίδεται στην εκτίμηση της πολύπλευρης προσφοράς του αθλητισμού εν γένει τόσο σε ατομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. Οι αρετές που συνδιαμορφώνουν την ανθρώπινη προσωπικότητα και απορρέουν από την αθλητική δράση, όπως η άμιλλα, η αγωνιστικότητα, η αλληλεγγύη, ο αλληλοσεβασμός, η αυτοπειθαρχία, η συνεργασία, η κοινωνικοποίηση, η εργατικότητα, η υπομονή, η επιμονή, η ψυχική αντοχή και ισορροπία, αναμένεται να αναπτυχθούν αιτιολογημένα από τους ίδιους τους μαθητές. Συνοψίζοντας, ως κεντρικός σκοπός τίθεται η ισόρροπη και ισότιμη ανάπτυξη και των τριών πλευρών της ιστορικής μάθησης (περιεχόμενα, δεξιότητες, στάσεις και αξίες), οι σχέσεις των οποίων αναγνωρίζονται ως συμπληρωματικές και με τη μεταξύ τους αλληλεπίδραση διαμορφώνουν 2 Όπως σημειώνει σχετικά η Ρεπούση (2003: 181), η διδασκαλία του μαθήματος της Ιστορίας στο ελληνικό σχολείο δεν στηρίχθηκε στις ιστορικές μαρτυρίες, παρά μόνο στα τελευταία έτη οι πηγές συμπληρώνουν τη διδασκαλία του με λειτουργία συνοδευτική ενός γραμμικού, συνολικού και επεξεργασμένου κειμένου που υπάρχει στο σχολικό εγχειρίδιο. 136

από κοινού το τελικό αποτέλεσμα (Ρεπούση, 2004: 251-256, Σκούρος, 1991: 15-17). Στο πλαίσιο αυτό ιδιαίτερη βαρύτητα δίδεται στην αξιολόγηση της προσφοράς του αθλητισμού εν είδει μιας κοινωνιολογικής-κριτικής της προσέγγισης. 3. Πορεία, μορφή, δραστηριότητες διδασκαλίας και μεθοδολογική προσέγγιση Η λογική της οργάνωσης του σχεδίου ή της πορείας της παρούσας πρότασης εκκινεί από την πεποίθηση ότι η διδακτική αξιοποίηση μιας σειράς φωτογραφιών απαιτεί την εφαρμογή ενός πλαισίου ανάλυσης, που μπορεί μεν να μην εκλαμβάνει τη μορφή μιας αυστηρά καθορισμένης πορείας, οφείλει ωστόσο να ακολουθεί ορισμένα βήματα ως αδρά -έστωδιαγράμματα διδακτικής στρατηγικής για την αποφυγή του μεθοδολογικού χάους. Η πορεία του μαθήματος, στην οποία προσδίδεται έμφαση στη μαθητοκεντρική προσέγγιση στο πλαίσιο μιας διαλογικής μορφής διδασκαλίας, χωρίς ωστόσο να αποκλείονται και άλλες μέθοδοι, 3 περιλαμβάνει τρεις διαδοχικές φάσεις, που μπορούν να καλυφθούν σε δύο διδακτικές ώρες: - Την εισαγωγική, που αρχικά θα περιλαμβάνει μια πολύ συνοπτική γενική παρουσίαση του Κέντρου Ιστορίας Θεσσαλονίκης ως πολιτιστικού φορέα και ερευνητικού ιδρύματος, μια εκ των δραστηριοτήτων του οποίου έχει αποτελέσει η έρευνα και συγγραφή της αθλητικής ιστοριογραφίας. Αμέσως μετά θα ακολουθήσει η επίδειξη των ιστορικών λευκωμάτων και η συνοπτική παρουσίαση των πρώτων χρόνων της αθλητικής δράσης στη Θεσσαλονίκη, ενταγμένης στο ιστορικό πλαίσιο και τις κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές συνθήκες στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στη Θεσσαλονίκη. Για τη φάση αυτή προβλέπεται η εφαρμογή κυρίως της ακροαματικής μορφής διδασκαλίας επικουρούμενης από την καθοδηγούμενη αυτενέργεια. - Την κύρια, που αντιστοιχεί στην επεξεργασία του θέματος, στο επίκεντρο της οποίας τίθεται η παραγωγή της ιστορικής γνώσης και η κατανόηση των κοινωνικών λειτουργιών του αθλητισμού μέσω της ερμηνευτικής αντιμετώπισης της αποτελούμενης από φωτογραφικό υλικό ιστορικής πηγής. Η ευρετική και διαλογική μορφή διδασκαλίας προκρίνεται στην περίπτωση αυτή με έντονο το στοιχείο της καθοδηγούμενης αυτενέργειας. Εκκινώντας από την παραδοχή ότι για να λειτουργήσει μια πηγή ως εργαλείο μάθησης χρειάζεται καταρχήν να αποβλέπει όχι στην πολυμάθεια μέσα από τη συγκέντρωση πληροφοριών 3 Στην εμπειρική μελέτη που διεξήγαγε ο Κυρίτσης στο πλαίσιο της διδακτορικής του διατριβής (2008: 286) αναδείχτηκε η πεποίθηση των μαθητών ότι αντίδοτο στη μονοτονία και την πτώση του ενδιαφέροντος που επιφέρει η ομοιομορφία στη διεξαγωγή του μαθήματος είναι η ποικιλία στις διδακτικές μεθόδους και τις προσεγγίσεις. Θα πρέπει επομένως ο προβληματισμός για αναζήτηση τρόπων προσφορά του μαθήματος να είναι συνεχής εκ μέρους του εκπαιδευτικού. 137

αλλά στη δημιουργία ενός πρίσματος ανάγνωσης των δεδομένων (Moniot, 2002: 288), οι μαθητές -υπό την όσο γίνεται πιο περιορισμένη, διακριτική αλλά καίρια καθοδήγηση του εκπαιδευτικού- θα κληθούν να επεξεργαστούν, να ερμηνεύσουν και να αναλύσουν το όποιο πληροφοριακό υλικό ενυπάρχει ή υποκρύπτεται στο φωτογραφικό υλικό. - Την τελική, κατά την οποία θα πραγματοποιηθεί η συνολική θεώρηση του μαθήματος, η επανάληψη και η εμπέδωση των βασικών σημείων των μαθησιακών δραστηριοτήτων που προηγήθηκαν, με επικέντρωση στην κατανόηση των κοινωνικών λειτουργιών του αθλητισμού, στην αποτίμηση της προσφοράς του και στη συνειδητοποίηση της αξίας της φωτογραφίας ως ιστορικής πηγής, μέσω της οποίας μπορεί να αντληθεί πλούσιο πληροφοριακό υλικό. Στη φάση αυτή την κύρια ευθύνη θα επωμιστεί ο εκπαιδευτικός, ο οποίος θα εφαρμόσει την ακροαματική μορφή διδασκαλίας σε συνδυασμό με την ευρετική. 4 4. Το προτεινόμενο φωτογραφικό υλικό Α. Για τον πρώτο βασικό σκοπό της παρούσας διδακτικής πρότασης, δηλαδή την κατανόηση της κάθε μιας εκ των πέντε κύριων προαναφερθεισών κοινωνικών λειτουργιών που μπορεί να επιτελέσει η αθλητική δραστηριότητα, προτείνεται η επίδειξη μιας σειράς φωτογραφιών. - Η κοινωνικοψυχαγωγική και κοινωνικοσυναισθηματική λειτουργία που επιτελείται μέσω της ενασχόλησης με τον αθλητισμό αναδεικνύεται μέσα από τις παρακάτω έξι φωτογραφίες. Η ψυχαγωγία αποτελεί το πρωταρχικό συνειδητό κίνητρο της αθλητικής δραστηριοποίησης του ατόμου. Πράγματι, μέσα από την αθλητική δραστηριότητα δημιουργούνται συναισθηματικές καταστάσεις που ικανοποιούν το άτομο ψυχικά. Ο αθλητισμός επενεργεί αντισταθμιστικά στη μονοτονία και την ψυχική απομόνωση της καθημερινής εργασιακής ρουτίνας και στις παθογένειες της κοινωνίας, επιφέροντας έντονες συγκινήσεις και χαρές, εσωτερική ικανοποίηση και δικαίωση για το αποτέλεσμα, επιβράβευση για την καταβολή επίμοχθων προσπαθειών, μοίρασμα των συναισθημάτων με τους άλλους. 4 Η ακροαματική μορφή διδασκαλίας προσφέρεται για την παρουσίαση των κύριων σημείων του μαθήματος, των θεματικών κέντρων, ενώ παίρνει τη μορφή της δυναμικής ή συνθετικής αφήγησης, όταν το ιστορικό γεγονός συνεξετάζεται και συναρθρώνεται στο πλαίσιο μιας συστημικής θεώρησης, με όλους τους παράγοντες της ιστορικής εξέλιξης (Βερτσέτης, 1996: σσ. 90-91). 138

1. Κολυμβητές του ΠΑΟΚ σε ώρα ανάπαυλας το1952 στην παραλία της Νέας Αρετσούς 2. Αθλητής του Ηρακλή πανηγυρίζει για την επίτευξη τέρματος στο Καυτανζόγλειο τη δεκαετία του 1980 3. Πανηγυρισμοί της ομάδας γυναικείου μπάσκετ του Μακεδονικού για την κατάκτηση του πρωταθλήματος Α ΕΚΑΣΘ το 1994 4. Πανηγυρισμοί του τμήματος μπάσκετ του ΠΑΟΚ για την κατάκτηση του κυπέλλου Ελλάδας το 1999 5. Παίκτες και παράγοντες του Ηρακλή μετά από την κατάκτηση της 3 ης θέσης του Champions League στην Πολωνία το 2004 6. Ποδοσφαιριστές, προπονητές, παράγοντες και φίλοι του Μακεδονικού πανηγυρίζουν την κατάκτηση του πρωταθλήματος Δ Εθνικής το 2008 139

- Οι τέσσερις παρακάτω φωτογραφίες εξυπηρετούν στην κατανόηση της συμβολής του αθλητισμού στην προφύλαξη και την ενίσχυση της υγείας. Η αθλητική δραστηριότητα αυξάνει δραστικά τις φυσικές δυνάμεις και τις λειτουργικές ικανότητες των ανθρώπων και αποτελεί τον αποτελεσματικότερο τρόπο αντιμετώπισης των φθοροποιών συνεπειών της υποκινητικότητας και της σωματικής αδρανοποίησης, που στη σημερινή εποχή αποτελούν χαρακτηριστικό γνώρισμα του τρόπου ζωής, καθώς τόσο η εργασία όσο η μετακίνηση και η διασκέδαση γίνονται χωρίς ή με ελάχιστη σωματική προσπάθεια. Επιπλέον, σε μια εποχή κλιμακούμενης αύξησης των καθημερινών προβλημάτων συμβάλλει καίρια στην αποφόρτιση από το άγχος, το οποίο ευθύνεται για μια σειρά από ασθένειες. Παράλληλα με την προφύλαξη της υγείας η ενασχόληση με τον αθλητισμό επιφέρει την άρτια σωματική διάπλαση και ως εκ τούτου την ενίσχυση της αυτοεκτίμησης. 1. Η ομάδα πάλης του ΒΑΟ το 1965 2. Καλαθοσφαιρίστριες του Άρη το 1955 3. Τερματισμός σε εσωτερικούς αγώνες του Ηρακλή τη δεκαετία του 1930 4. Από το περιφερειακό πρωτάθλημα ανωμάλου δρόμου στην Αμερικανική Γεωργική Σχολή το 1972 140

- Η λειτουργία της κοινωνικοποίησης μπορεί να κατανοηθεί από τις έξι επόμενες φωτογραφίες. Ο αθλητισμός διέπεται από συγκεκριμένους κανονισμούς, η όποια εκτροπή από τους οποίους επισύρει την ανάλογη τιμωρία, και από την ανάληψη καθορισμένων ρόλων κατά τη διάρκεια της διεξαγωγής ενός αγώνα, η όποια παρέκκλιση από τους οποίους διαταράσσει την εύρυθμη λειτουργία της ομάδας και επισύρει την ευρύτερη αποδοκιμασία. Ένας τέτοιος εναρμονισμός που λαμβάνει χώρα ως συστατικό στοιχείο του αθλητισμού σε συγκεκριμένα στενά πλαίσια δραστηριότητας ενισχύει την ικανότητα και την ετοιμότητα για κοινωνικά καθορισμένη δράση, καθώς το άτομο αναπτύσσει συμπεριφορικά γνωρίσματα που ευνοούν τη δημιουργική ένταξή του στο κοινωνικό σύνολο, όπως είναι η προσαρμογή στις απαιτήσεις της ομάδας, η αλληλεγγύη προς τους συναθλητές, η συλλογική δράση, η συνεργασία, η συντροφικότητα, η συναδελφικότητα, η εργατικότητα και ο προγραμματισμός. Επιπλέον, τα μέλη μιας ομάδας ή ενός συλλόγου είτε πρόκειται για αθλητές (εν ενεργεία ή παλαιμάχους) είτε για προπονητές είτε για γυμναστές είτε για διοικητικούς παράγοντες είτε για φιλάθλους αναπτύσσουν μεταξύ τους κοινωνικές σχέσεις πέραν του στενού αθλητικού πλαισίου, καθώς συχνά συμμετέχουν σε εκδηλώσεις, εκδρομές, ταξίδια. Γενικότερα, ο αθλητής καλείται συνεχώς να θυσιάζει τις προσωπικές του επιθυμίες και να λειτουργεί συλλογικά επ ωφελεία της ομάδας του. Το συναίσθημα του «εμείς» είναι ισχυρότερο από του «εγώ». Η ανάπτυξη τέτοιων ηθικών και κοινωνικών ιδιοτήτων είναι αναγκαία για την ενσωμάτωση, τη δράση και την επιβίωση μέσα στην κοινωνία. 1. Αθλητές του Τρίτωνα σε εκδρομή στο Κιλκίς το 1957 2. Από εκδήλωση αποκριάτικου χορού του Άρη 141

3. Αγώνες σκυταλοδρομίας ομάδων της Θεσ σαλονίκης στο γήπεδο του Ηρακλή το 1928-4. Ποδοσφαιριστές του Άρη συζητούν ένα σύστημα σε διάλειμμα από τον αγώνα 5. Οι καλαθοσφαιριστές του ΠΑΟΚ παρακολουθούν τις οδηγίες του προπονητή σε time out το 2001 6. Οι αθλητές βόλεϊ του Άρη μετά από έναν κερδισμένο πόντο το 2001 - Η λειτουργία της σύσφιξης των σχέσεων των μελών της κοινωνίας και των λαών για την ανάπτυξη της φιλίας και τη διατήρηση της ειρήνης μπορεί να γίνει αντιληπτή από τις επόμενες έξι φωτογραφίες. Οι άνθρωποι μέσω της συμμετοχής τους σε αθλητικές δραστηριότητες ερχόμενοι αναπόφευκτα σε επαφή μεταξύ τους δημιουργούν σχέσεις, αναπτύσσουν φιλικούς και συναδερφικούς δεσμούς, αποκτούν κοινούς στόχους, ενδιαφέροντα, βιώνουν κοινές εμπειρίες και αγωνίες, μοιράζονται τις ίδιες φιλοδοξίες και ανησυχίες. Η ισότητα στον αγωνιστικό χώρο διαρρηγνύει τα κοινωνικά ταξικά φράγματα και παραμερίζει τις όποιες ιδεολογικές, πολιτικές, κομματικές και κοινωνικές διαφορές. Οι αθλητικοί αγώνες δεν περιορίζονται μόνο σε εθνικό επίπεδο αλλά εκτείνονται και σε διεθνές. Ο αθλητισμός «γκρεμίζει» τα σύνορα των κρατών, φέρνοντας αλλοεθνείς αθλητές διαφορετικών πολιτισμικών αξιών, ιδεωδών, νοοτροπίας, θρησκευτικών πεποιθήσεων, χρώματος είτε ως συμπαίκτες είτε ως αντιπάλους στο ίδιο γήπεδο. Λειτουργεί ενισχυτικά προς την ανάπτυξη φιλίας σε ατομικό επίπεδο και συνδετικά προς τη γεφύρωση προβλημάτων μεταξύ των κρατών. 142

ΤΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΑ τεύχος 99-100 1. Οι γυναικείες ομάδες βόλεϊ Ηρακλή, Άρη, Θερμαϊκού και Παμμακεδονικού το 1926 2. Διεθνής αγώνας του Ηρακλή με τη Σλάβια Σόφιας το 1929 στη Θεσσαλονίκη 3. Οι καλαθοσφαιριστές του ΠΑΟΚ και του Ηρακλή πριν από τον μεταξύ τους αγώνα στο γήπεδο της ΧΑΝΘ το 1930 4. Οι ομάδες του ΠΑΟΚ και του Ηρακλή στο γήπεδο του Ηρακλή τη δεκαετία του 1930 5. Από τον αγώνα ανάμεσα στον ΠΑΟΚ και την τουρκική Ντεμίρ Σπορ στο γήπεδο του Σιντριβανίου το 1952 6. Αθλητές του ΠΑΟΚ και του Βέλους αμέσως μετά τον τερματισμό τους το 1982 στα Τρίκαλα Από τις επόμενες έξι φωτογραφίες αναδεικνύεται και η πέμπτη λειτουργία. Προκύπτει ότι ο αθλητισμός δεν αποτελεί προνομιακό πεδίο δράσης του άνδρα, αλλά αμβλύνει τις κοινωνικές ανισότητες, καθώς τα δύο φύλα τείνουν να ξεπεράσουν τόσο τις βιολογικές όσο και τις κοινωνικές διαφορές. Η αθλητική δραστηριότητα συμβάλλει στον περιορισμό των κοινωνικών στερεοτύπων, των διακρίσεων και των απλοποιημένων όσο και βαθιά ριζωμένων αντιλήψεων για τις μοναδικέςφυσικές ιδιότητες και χαρακτηριστικά των δύο φύλων. Οι γυναίκες από τις αρχές του 20ού αιώνα άρχισαν δειλά να συμμετέχουν σε αθλητικά δρώμενα. Με την πάροδο του χρόνου ενίσχυσαν τη θέση τους στο χώρο του αθλητισμού, γεγονός που τις βοήθησε να ανατρέψουν 143

αναχρονιστικές κοινωνικές αντιλήψεις και κοσμοθεωρίες και να βελτιώσουν τη θέση τους γενικότερα στους χώρους της κοινωνικής δραστηριότητας. 1. Στιγμιότυπο από αγώνα βόλεϊ γυναικών ανάμεσα στις ομάδες του Άρη και του Ηρακλή το 1926 2. Αθλήτρια του Άρη σε μια προσπάθειά της στο αγώνισμα της Άρσης Βαρών το 1996 3. Φάση από αγώνα γυναικείου μπάσκετ Ηρακλή Άρη στο γήπεδο της ΧΑΝΘ το 1964 4. Αθλήτρια του ΠΑΟΚ σε ρίψη της σφαίρας στο Καυτανζόγλειο τη δεκαετία του 1960 5. Φάση από αγώνα της γυναικείας ομάδας ποδοσφαίρου του ΠΑΟΚ στο γήπεδο της Τούμπας το 2001 6. Το παιδικό τμήμα Ταεκβοντό του ΠΑΟΚ στο γυμναστήριο της ομάδας το 2003 Β. Για το δεύτερο βασικό σκοπό της διδακτικής πρότασης, δηλαδή την ανίχνευση γενικότερων πληροφοριών για την κοινωνική, πολιτική, πολιτιστική, αθλητική, οικονομική ζωή της Θεσσαλονίκης, ενδείκνυται η ανάλυση των δύο παρακάτω φωτογραφιών. 144

Στιγμιότυπα από αγώνα υδατοσφαίρισης Ηρακλή - Άρη στην παραλία της Θεσσαλονίκης για το κύπελλο Διεθνούς Εκθέσεως το 1931 Τα βασικά συμπεράσματα που μπορούν να εξαχθούν από τις δύο φωτογραφίες είναι τα εξής. - Αφού οι αγώνες υδατοσφαίρισης τελούνταν στο Θερμαϊκό κόλπο, το νερό στο οποίο κολυμπούσαν οι αθλητές ήταν τόσο καθαρό, όσο να πληροί τις στοιχειώδεις τουλάχιστο συνθήκες υγιεινής τους. Κατ επέκταση, την εποχή εκείνη η μόλυνση του περιβάλλοντος, που σήμερα συνιστά ένα από τα μεγαλύτερα και πιο δυσεπίλυτα προβλήματα της ανθρωπότητας, δεν είχε αγγίξει τη Θεσσαλονίκη. - Ο λόγος για τον οποίο αναγκάζονταν οι αθλητές να αγωνίζονται στο λιμάνι έγκειται στην οικονομική ένδεια που αντιμετώπιζε η Θεσσαλονίκη την εποχή του μεσοπολέμου. Η κατασκευή κολυμβητηρίου δεν συμπεριλαμβανόταν στις προτεραιότητες της Πολιτείας, οι πενιχρές οικονομικές δυνατότητες της οποίας την υποχρέωναν να περιοριστεί στη μέριμνα για την κάλυψη των βασικών αναγκών των πολιτών, όπως τη σίτιση. - Η έλλειψη κολυμβητηρίου αναπόφευκτα καθόριζε και την εποχή διεξαγωγής των αγώνων και των προπονήσεων στις θερμές ημέρες από τα τέλη της άνοιξης έως τις αρχές του φθινοπώρου, όταν και η θερμοκρασία του νερού βρίσκεται στα όρια που επιτρέπουν την ανθρώπινη κολύμβηση. - Υπό τις αντίξοες και δυσμενείς συνθήκες της έλλειψης προπονητηρίων, εγκαταστάσεων, γηπέδων, της έκθεσης των αθλητών στις καιρικές συνθήκες, των μηδαμινών οικονομικών τους απολαβών, πρέπει τα κίνητρα ενασχόλησης των αθλητών με την υδατοσφαίριση να αναζητηθούν στην αγνή και ανιδιοτελή αγάπη τους για το άθλημα, στη διάθεση εκτόνωσης τους από τη δύσκολη καθημερινότητα, στη δημιουργία συναισθηματικών καταστάσεων που επιφέρουν την ψυχική τους ικανοποίηση. - Το άθλημα της υδατοσφαίρισης, όπως προκύπτει από την πληθώρα των θεατών που όρθιοι παρακολουθούσαν τον αγώνα, ήταν τότε δημοφιλές και κέντριζε το ενδιαφέρον των Θεσσαλονικέων, σε αντίθεση με τη 145

σημερινή πραγματικότητα που, παρά τις σύγχρονες εγκαταστάσεις και τα κλειστά κολυμβητήρια, δεν χαίρει ανάλογης δημοφιλίας. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Αβδελά, Ε. (1998). Ιστορία και σχολείο. Αθήνα: Νήσος. Ανδρέου, Α. (1996). Ιστορία, μουσείο και σχολείο. Θεσσαλονίκη: Δεδούσης. Αυγερινός, Θ. (2007). Κοινωνιολογία του αθλητισμού: θεωρητική προσέγγιση του αθλητισμού, οργάνωση του αθλητισμού, βία του αθλητισμού. Θεσσαλονίκη: University Press. Barthes, R. (1984). Ο φωτεινός θάλαμος. Σημειώσεις για τη φωτογραφία. μτφ Γ. Κρητικός, Αθήνα: Ράππα. Berlier, M. (1999). «The family of Man: Readings of an Exhibition». σσ. 206-241. In B. Bonnie & H. Hardt (eds). Picturing the Past. Media, History and Photography. Chicago: University of Illinois Press. Βερτσέτης, Α. (1996). Διδακτική της Ιστορίας. Αθήνα. Booth, M. (1987). «Ages and concepts: a critique of the piagetian approach to history teaching». σσ. 22-38, στο Portal, C. (ed), The history curriculum for teachers, London-New York-Philadelphia: The Falmer Press. Burke, P. (2003). Αυτοψία. Οι χρήσεις των εικόνων ως ιστορικών μαρτυριών, μετ. Α. Ανδρέου. Αθήνα: Μεταίχμιο. Burston, W. (1972). Principles of history teaching. London: Metheum Educational LTD. Βώρος. Φ. Κ. (1990). «Τοπική ιστορία». Τα Εκπαιδευτικά, 20, σσ. 33-41. Craig, R.L. (1999). Fact, Public Opinion and Persuasion: The Rise of the Visual in Journalism and Advertising. σσ. 36-59, In B. Bonnie & H. Hardt (eds). Picturing the Past. Media, History and Photography. Chicago: University of Illinois Press. Douch, R. (1967). Local History and the teacher. London: Routledge & Kegan Paul. Ηλιάδου-Τάχου, Σ. (2001). «Από το εργαστήριο τοπικής ιστορίας στη διδακτική της τοπικής ιστορίας: θεωρητική σπουδή για ζητήματα που αφορούν στο επίπεδο του περιεχομένου, των διδακτικών στόχων και της μεθοδολογίας του μαθήματος της τοπικής ιστορίας και ειδικότερα της ιστορίας της περιοχής Φλώρινας». Τα Εκπαιδευτικά, 61-62, σσ. 120-133. Κελπανίδης, Μ., Ζαφειρόπουλος, Κ., Εμποροπούλου, Σ. (2003). «Η ευρωπαϊκή διάσταση στην ελληνική εκπαίδευση. Διαπιστώσεις μιας εμπειρικής έρευνας σε φοιτητές/τριες των Τομέων Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής». Φιλόλογος, 111, σσ. 121-139. 146

Κουτρουμπέλη, Ε. (2005), «Προτάσεις για τη διδακτική αξιοποίηση της εικόνας στο μάθημα της ιστορίας», Νέα Παιδεία, 116, σσ. 93-102. Kress, G.R. & Van Leeuwen, T. (2001). Multimodal discourse: the grammar of contemporary communication. London: Edward Arnold. Κυρίτσης, Δ. (2008). «Στάσεις και γνωστικό επίπεδο φοιτητών του ΑΠΘ για την ιστορία της Θεσσαλονίκης: Συμπεράσματα μιας εμπειρικής έρευνας». Θεσσαλονίκη, 7, σσ. 429-454. Κυρίτσης, Δ. (2008). Το μάθημα της Φιλοσοφίας στη μέση εκπαίδευση από τη σκοπιά των μαθητών και των εκπαιδευτικών. Θεσσαλονίκη: Διδακτορική διατριβή. Κυρίτσης, Δ. & Χελιατσίδου, Ζ. (2009). «Ο ελεύθερος χρόνος των μαθητών του Λυκείου». Τα Εκπαιδευτικά, 91-92, σσ. 107-121. Κυρίτσης, Δ. & Φούκας, Β. (2010). Διερευνώντας την Τοπική Ιστορία: Απόψεις, στάσεις και γνωστικό επίπεδο μαθητών/τριών και η επίδραση της οικογένειας και του σχολείου. Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης. Κυρκίνη, Α. (1999). «Η εξέλιξη της ιστοριογραφίας και η επίδρασή της στη σχολική πράξη». Νέα Παιδεία, 89, σσ. 23-33. Λεοντσίνης, Γ. (1996), Διδακτικής της Ιστορίας. Γενική και Τοπική Ιστορία και Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, Αθήνα. Μαυροσκούφης, Δ. (1997). Η σχολική Ιστορία στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (1975-1995): Η μεταπολιτευτική εκδοχή του σισύφειου μύθου. Θεσσαλονίκη: Κυριακίδης. Μαυροσκούφης, Δ. (2005). Αναζητώντας τα ίχνη της ιστορίας. Θεσσαλονίκη: Κυριακίδης. Μαυροσκούφης, Δ. (2007). «Το άξενο παρόν ενός άφαντου παρελθόντος: Έλληνες Εβραίοι και ιστορική μνήμη». Πρακτικά του Συνεδρίου Όλοι ίσοι, όλοι διαφορετικοί, Θεσσαλονίκη: Εθνική Συντονιστική Επιτροπή του Συμβουλίου της Ευρώπης. Moniot, H. (2002). Η διδακτική της Ιστορίας. μτφρ. Έ. Κάννερ, Αθήνα: Μεταίχμιο. Ντούλας, Χ. (1988). «Σχολικά βιβλία Ιστορίας και Τοπική Ιστορία: Η περίπτωση της Θεσσαλίας». Σεμινάριο ΠΕΦ, 9, σσ. 88-107. Ρεπούση, Μ. (2000α). «Τοπικές ιστορίες στο σχολείο. Από το γενικό παρελθόν στο παρελθόν του τόπου». Σύγχρονη Εκπαίδευση, 110, σσ. 97-108. Ρεπούση, Μ. (2000β). «Διδακτικές προσεγγίσεις της Τοπικής Ιστορίας Ιστορικό ερώτημα και ανάπτυξη σχεδίων εργασίας». Φιλόλογος, 102, σσ. 590-606. Ρεπούση, Μ. (2003). Ιστορία και διδακτική της ιστορίας. Παρατηρητής. Ρεπούση, Μ. (2004). Μαθήματα Ιστορίας. Από την Ιστορία στην ιστορική εκπαίδευση. Αθήνα: Καστανιώτης. 147

Rogers, P.J. (1984). «The power of visual presentation. σσ. 160-166, στο Dickinson, A.K., Lee, P.J. & Rogers, P.J. (eds), Learning history, London: Heinemann Education Books. Σακκά, Β. (2001), «Η αξιοποίηση της φωτογραφίας στη διδασκαλία της ιστορίας», Τα Εκπαιδευτικά, 59-60, σσ. 105-121. Σκούρος, Τ. (1991). Η Νέα Ιστορία: Η σύγχρονη αντίληψη για τη διδασκαλία της ιστορίας με τη χρήση των πηγών. Λεμεσός. Straddling, R. (2001). Teaching 20 th Century European History. Strasbourg: Council of Europe Publishing. Τζόκας, Τ. (2002). Διδακτικές στρατηγικές στο μάθημα της Ιστορίας. Εικαστικές και οπτικοακουστικές πηγές. Αθήνα: Σαββάλας. Freund, G. (1996). Φωτογραφία και κοινωνία, μετ. Ε. Μαυροειδή. Αθήνα: Φωτό. Χαρίτος, Χ. (2009). Όψεις Τοπικής Ιστορίας. Βόλος: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας. 148