ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ ΘΕΟΛΟΓΩΝ ΠΑΦΟΥ ******************

Σχετικά έγγραφα
ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΡΑΠΕΖΑ ΘΕΜΑΤΩΝ

ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ (Ο.Ε.Φ.Ε.) ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 2019 A ΦΑΣΗ

ΜΟΡΦΕΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ. PDF created with pdffactory Pro trial version

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ: ΔΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

Σχέσεις καθηγητών και μαθητών

Διήμερο εκπαιδευτικού επιμόρφωση Μέθοδος project στο νηπιαγωγείο. Έλενα Τζιαμπάζη Νίκη Χ γαβριήλ-σιέκκερη

Οι συζητήσεις Δρ Δημήτριος Γκότζος

«ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ: Προσθέτει χρόνια στη ζωή αλλά και ζωή στα χρόνια»

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Προγράμματος. Εκπαίδευση μέσα από την Τέχνη. [Αξιολόγηση των 5 πιλοτικών τμημάτων]

Διερευνητική μάθηση We are researchers, let us do research! (Elbers and Streefland, 2000)

Μάθηση & διδασκαλία στην προσχολική εκπαίδευση: βασικές αρχές

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΣΧΟΛΙΚΗ ΕΠΙΔΟΣΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ. Νιάκα Ευγενία Σχολική Σύμβουλος

ΜΙΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗΣ ΕΡΩΤΗΣΗΣ, ΟΠΩΣ

Εκπαιδευτική Διαδικασία και Μάθηση στο Νηπιαγωγείο Ενότητα 9: Η συνεργατική διδασκαλία & μάθηση

Πότε ένας δάσκαλος θα κρίνεται ελλιπής και πότε εξαιρετικός

Αλεξανδρής Γιώργος. Αλιάι Αουλόνα

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Ερευνητική Εργασία (Project)

ΈΝΤΥΠΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ 1

Ελένη Μοσχοβάκη Σχολική Σύμβουλος 47ης Περιφέρειας Π.Α.

Κίνητρο και εμψύχωση στη διδασκαλία: Η περίπτωση των αλλόγλωσσων μαθητών/τριών

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

ιδακτική μαθημάτων Ειδικότητας

Πιλοτική Εφαρμογή της Πολιτικής για Επαγγελματική Ανάπτυξη και Μάθηση

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΕΚΘΕΣΗ

Ιστορία Γυμνασίου. Γυμνάσιο Βεργίνα,

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ. Γεώργιος Ν. Πριµεράκης Σχ. Σύµβουλος ΠΕ03

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ. Απαντήσεις Θεμάτων Πανελληνίων Εξετάσεων Εσπερινών Επαγγελματικών Λυκείων (ΟΜΑΔΑ Α )

1o ΤΕΣΤ ΓΕΝΙΚΗΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗΣ

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ

Η ανάπτυξη της κουλτούρας και του κλίματος του σχολείου

Η αξιολόγηση των μαθητών

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΟ Γ1 ΤΟΥ 10 ΟΥ Δ.Σ. ΤΣΕΣΜΕ ( ) ΠΟΡΕΙΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ. ΜΑΘΗΜΑ: Μελέτη Περιβάλλοντος. ( Ενότητα 3: Μέσα συγκοινωνίας και μεταφοράς

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

Η ιδέα διεξαγωγής έρευνας με χρήση ερωτηματολογίου δόθηκε από τη δημοσιογραφική ομάδα του Σχολείου μας, η οποία στα πλαίσια έκδοσης της Εφημερίδας

ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ

ΕΝΔΕΔΕΙΓΜΕΝΕΣ ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ. α. Λάθος β. Λάθος γ. Σωστό δ. Λάθος ε. Σωστό

ΠΑΙ ΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΤΗ ΜΟΡΦΩΤΙΚΗ ΑΥΤΟΤΕΛΕΙΑ ΤΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ

Η κοινωνική και πολιτική οργάνωση στην Αρχαία Ελλάδα

Τηλ./Fax: , Τηλ: Λεωφόρος Μαραθώνος &Χρυσοστόµου Σµύρνης 3,

Παιδαγωγικές δραστηριότητες μοντελοποίησης με χρήση ανοικτών υπολογιστικών περιβαλλόντων

ΦΥΣΙΚΑ Ε & Στ ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΡΑΣΣΑΣ ΣΧΟΛΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ / ΜΥΤΙΛΗΝΗ Ετήσιο Πρόγραμμα Παιδαγωγικής Κατάρτισης / Ε.Π.ΠΑΙ.Κ.

ΣΚΟΠΟΙ ΚΑΙ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΣΤΟΧΩΝ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ. Σακελλαρίου Κίμων Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας ΤΕΦΑΑ, Τρίκαλα

ΑΥΘΕΝΤΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ. Κατερίνα Κασιμάτη Επίκ. Καθηγήτρια, Γενικό Τμήμα Παιδαγωγικών Μαθημάτων Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε.

Γράφοντας ένα σχολικό βιβλίο για τα Μαθηματικά. Μαριάννα Τζεκάκη Αν. Καθηγήτρια Α.Π.Θ. Μ. Καλδρυμίδου Αν. Καθηγήτρια Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

Είδαμε τη βαθμολογία των μαθητών στα Μαθηματικά της προηγούμενης σχολικής χρονιάς. Ας δούμε τώρα πώς οι ίδιοι οι μαθητές αντιμετωπίζουν τα Μαθηματικά.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ. Ιωάννης Βρεττός

Γ Γυμνασίου: Οδηγίες Γραπτής Εργασίας και Σεμιναρίων. Επιμέλεια Καραβλίδης Αλέξανδρος. Πίνακας περιεχομένων

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ

Χρήστος Μαναριώτης Σχολικός Σύμβουλος 4 ης Περιφέρειας Ν. Αχαϊας Η ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΣΚΕΦΤΟΜΑΙ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ ΣΤΗΝ Α ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ

Σ. Κ. ΚΡΑΣΣΑΣ &Ν. Μ. ΣΑΛΤΕΡΗΣ. Σχολικοί Σύμβουλοι Δημοτικής Εκπαίδευσης Αττικής

ΕΝΟΤΗΤΑ 3: ΣΚΟΠΟI ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

Η διαπολιτισμική διάσταση των φιλολογικών βιβλίων του Γυμνασίου: διδακτικές προσεγγίσεις

H ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ. Διδάσκουσα Φένια Χατζοπούλου

Κάθε επιλογή, κάθε ενέργεια ή εκδήλωση του νηπιαγωγού κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι σε άμεση συνάρτηση με τις προσδοκίες, που

ΛΥΣΕΙΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΟΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Γ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

ΑΠΑΛΛΑΓΗ ΑΠΟ ΤΑ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ Παιδαγωγικό Σχόλιο σε Νομικά Πορίσματα και Αποφάσεις

Τα σχέδια μαθήματος 1 Εισαγωγή

Ο πολλαπλός ρόλος του Διευθυντή στο νέο σχολείο 1. Εισαγωγή 2. Τα καθήκοντα του Διευθυντή της σχολικής μονάδας.

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ

Επιδιώξεις της παιδαγωγικής διαδικασίας. Σκοποί

Τίτλος μαθήματος: ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΚΑΙ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΑΛΛΗΛΕΠΙΔΡΑΣΗ ΣΤΗ ΣΧΟΛΙΚΗ ΤΑΞΗ. Ενότητα 3 Η ΕΡΩΤΗΣΗ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ B1. δ.λάθος. ε.σωστό Β2.


Ομάδα μαθητών :Τρασάνη Κλαρίσα, Μάλλιαρη Ελένη, Πολυξένη Αθηνά Τσαούση, Κοτσώνη Ζωή Ανθή, Αθανασοπούλου Ευφροσύνη, Θεοδωροπούλου Θεώνη

12 Ο ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΣ ΧΟΡΟΣ στην εκπαιδευση

Σχόλια και υποδείξεις για το Σχέδιο Μαθήματος

ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

κατεύθυνση της εξάλειψης εθνοκεντρικών και άλλων αρνητικών στοιχείων που υπάρχουν στην ελληνική εκπαίδευση έτσι ώστε η εκπαίδευση να λαμβάνει υπόψη

Ελληνικό Παιδικό Μουσείο Κυδαθηναίων 14, Αθήνα Τηλ.: , Fax:

ΦΥΛΛΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗΣ ΤΑΞΗΣ: ΕΝΑ ΜΟΝΤΕΛΟ ΓΙΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΣΜΟ (2 η

ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΑΣΚΗΣΕΩΝ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΔΟΣΗΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ

ΠΛΑΤΩΝΟΣ ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΕ. Θέμα: Απόδειξη του ότι η αρετή μπορεί να διδαχτεί είναι η ίδια η αγωγή των νέων στην Αθήνα.

ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΣΤΕΛΕΧΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Φύλο και διδασκαλία των Φυσικών Επιστημών

Το μάθημα της Βιολογίας διδάσκεται: Στην Α τάξη 2 διδακτικές περιόδους την εβδομάδα. Στην Β τάξη 1 διδακτική περίοδο την εβδομάδα

ΓΙΑ ΔΕΣ ΠΕΡΒΟΛΙ ΟΜΟΡΦΟ: Ο κόσμος μας, ένα στολίδι. Τοκμακίδου Ελπίδα

«Η παιδαγωγική αξία της αξιολόγησης του μαθητή» Δρ. Χριστίνα Παπαζήση Σχολική Σύμβουλος Φυσικών Επιστημών

Δομές Ειδικής Αγωγής στην Δευτεροβάθμια. Εκπαίδευση και Εκπαιδευτική Ηγεσία: ο ρόλος. του Διευθυντή μέσα από το υπάρχον θεσμικό.

Ο ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΦΥΣΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

Έννοιες Φυσικών Επιστημών Ι - Ενότητα 1: Εισαγωγή & Ενότητα 2: Γιατί διδάσκουμε Φυσικές επιστήμες (Φ.Ε.) στη Γενική Εκπαίδευση (Γ.Ε.

Συντάχθηκε απο τον/την ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΕΡΡΙΚΟΣ ΧΛΑΠΑΝΗΣ Κυριακή, 11 Σεπτέμβριος :18 - Τελευταία Ενημέρωση Κυριακή, 11 Σεπτέμβριος :18

ΘΕΜΑΤΑ ΓΙΑ ΑΣΕΠ ΝΗΠΙΑΓΩΓΩΝ

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ. Χαράλαμπος Μπαμπαρούτσης Δρ. Πανεπιστημίου Αθηνών

Δημιουργώντας μια Συστηματική Θεολογία

ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ, 1ο ΜΕΡΟΣ Διάσταση αξιολόγησης: Δημιουργώντας περιβάλλον μάθησης

Η εισήγηση Η τεχνική του καταιγισμού ιδεών (Brainstorming). Η μελέτη περίπτωσης. Παίξιμο ρόλων-τα παιχνίδια προσομοίωσης, ρόλων,

Αναπτύσσοντας δεξιότητες επικοινωνίας, συνεργασίας και ενσυναίσθησης μεταξύ μαθητών, εκπαιδευτικών και γονέων

Δημοτικό Σχολείο Σωτήρας Β Η δική μας πρόταση- εμπειρία

Γεωµετρία Β' Λυκείου. Συµµεταβολή µεγεθών. Εµβαδόν ισοσκελούς τριγώνου. Σύστηµα. συντεταγµένων. Γραφική παράσταση συνάρτησης. Μέγιστη - ελάχιστη τιµή.

Θέµατα της παρουσίασης. O ρόλος του εκπαιδευτικού στο µαθητοκεντρικό σχολείο. Βοηθητικός ρόλος

α. η παροχή γενικής παιδείας, β. η καλλιέργεια των δεξιοτήτων του μαθητή και η ανάδειξη των

Maria Gravani Open University of Cyprus

Transcript:

ΣΕΜΙΝΑΡΙΟ ΘΕΟΛΟΓΩΝ ΠΑΦΟΥ ****************** ΧΡΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ Εισηγητής: Κούρτης Ευάγγελος ΠΑΦΟΣ - ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2009

2 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πρόλογος. 3 Εισαγωγή. 4 Ο Διάλογος στο Μάθημα Μια κοινωνική, παιδαγωγική και διδακτική προσέγγιση.. 11 Ο διάλογος ως μορφή της ανθρώπινης επικοινωνίας και δράσης... 11 Ο διάλογος και η σημασία του 12 Προϋποθέσεις, χαρακτηριστικά και καθοδήγηση του διαλόγου στο μάθημα 15 Πώς ξεκινά ένας διάλογος με δυνατότητες να ευδοκιμήσει 16 Μορφές του διαλόγου στο μάθημα Ο διδακτικός διάλογος. 19 Ο δεσμευμένος διάλογος... 20 Ο ελεύθερος διάλογος... 22 Από τα συνηθισμένα διδακτικά λάθη στο μάθημα των θρησκευτικών. 25

3 ΠΡΟΛΟΓΟΣ Αγαπητοί συνάδελφοι. Εκ των πραγμάτων συνάγεται ότι μου έχει ανατεθεί η εκπόνηση της παρούσας εργασίας, κατόπιν εισήγησης του σεβαστού επιθεωρητού μας κ. Φαίδωνος Παπαδόπουλου. Από την πρώτη κιόλας στιγμή προσπάθησα να αποφύγω αυτή την παρουσίαση, όχι γιατί, από φυγοπονία, θα ήθελα να «ξοδέψω» πιο ευχάριστα και ανώδυνα τον ελεύθερο μου χρόνο, αλλά γιατί σαν άπειρος εκπαιδευτικός που είμαι δεν θα ήθελα σε καμιά περίπτωση να βρεθώ στο σημείο του να νομίζει κάποιος ότι κάνω το «δάσκαλο» σε πολύ πιο έμπειρους από μένα συναδέλφους και διδαχτικά πιο ώριμους. Κατόπιν όμως «ωρίμου σκέψεως» και περισυλλογής είδα τελικά αυτή την κίνηση σαν μια ευκαιρία στο να αγγίξουμε μαζί αυτό το ενδιαφέρον, κατά τα άλλα θέμα, το «πώς της διδαχτικής πράξης» και να μοιραστώ έτσι μαζί σας, κάποιες σκέψεις και εισηγήσεις για τα διάφορα προβλήματα που μάλλον προκύπτουν και στη συνέχεια να δούμε την όποια βελτίωση μπορεί να επιτευχθεί στη όλη αυτή διαδικασία. Για τα όποια δικά μου τέλος λάθη ζητώ ταπεινά, μην με παρεξηγήσετε και με την αγάπη σας διορθώστε με βοηθήστε με να βελτιωθώ. Τελειώνοντας την εργασία αυτή νοιώθω τυχερός τελικά για ότι μου «συνέβη» και θα ήταν παράλειψή μου αν δεν ευχαριστούσα τον Επιθεωρητή μας, κον Φαίδωνα Παπαδόπουλο, που μου έδωσε την ευκαιρία να ενδιατρίψω σε ένα θέμα που αφορά τον κλάδο μου και γενικά την πορεία μου ως εκπαιδευτικού.

4 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Αφορμή για το θέμα αυτό θα μπορούσαμε να πάρουμε και από τη στάση προς το σχολείο, κάποιου καλού μαθητή της Α τάξης ενός Λυκείου, παιδιού συναδέλφου. Σε σχετική συζήτηση για το τι «σκέφτεται τώρα που τελειώνουν οι διακοπές και ξανανοίγουν τα σχολεία», ο μαθητής μας «χτύπησε», παρά την «υπερβολή» του, λέγοντάς μας πως το μόνο που σκέφτεται είναι «το πώς θα αντέχει τους καθηγητές του στην τάξη του να μιλάνε επί εφτά ώρες». Δεν πέφτουμε βέβαια από τα σύννεφα ακούγοντάς τον. Μας δίδεται ωστόσο ακόμα μια ευκαιρία να συνειδητοποιήσουμε ότι ο μονόλογος στην τάξη και η εν συνεχεία, «καταδίκη» των μαθητών σε κατάσταση απραξίας, είναι από τις βασικές αιτίες που κάνει τα παιδιά να μην μπορούν πλέον ούτε να μας ακούν, ούτε να μας «αντέχουν». Στη συνέχεια ψάχνοντας κάποια ερευνητικά δεδομένα, για το πόσο διαλογικοί είμαστε στο μάθημα, βρήκα στο έγκυρο περιοδικό Νέα Παιδεία, τα συμπεράσματα μιας έρευνας πάνω στο κρίσιμο ζήτημα των ερωτήσεων και του διαλόγου στην τάξη, τα οποία και κοινοποιούνται παρακάτω. «Ο δρ. Γουΐλλιαμ Φλόυντ, καθηγητής κολλεγίου στο Έλλενσμπεργκ των Η.Π.Α., πραγματοποίησε μιαν έρευνα για το περιεχόμενο της διδασκαλίας των καθηγητών που διατείνονται πως χρησιμοποιούν «ενεργητικές» μεθόδους βασιζόμενοι σε ερωτήσεις που υποβάλλονται στους μαθητές. Επέλεξε σαράντα σχολεία και ζήτησε από τους διευθυντές να του υποδείξουν τον καλύτερό τους καθηγητή. Μετά σε κάθε μια τάξη

μαγνητοφώνησε απ την αρχή ως το τέλος μία τουλάχιστον ώρα διδασκαλίας. 5 Τα αποτελέσματα της ανάλυσής του σε σύντομη παρουσίαση είναι τα εξής: Κατά μέσον όρο, τα 70 % των λέξεων τα πρόφεραν οι διδάσκοντες και φυσικά οι μαθητές πρόφεραν μόνο 30 %. Τα 96 % των ερωτήσεων υποβλήθηκαν από τους διδάσκοντες και μόνον 4 % από τους μαθητές. Γενικά οι ερωτήσεις των διδασκόντων πρόσφεραν πολύ λίγη παρακίνηση για έρευνα και δημιουργικότητα. Μόνον 6 % των ερωτήσεων ήταν κατάλληλες να προκαλέσουν σκέψεις και συλλογισμούς. Οι περισσότερες ερωτήσεις βασίζονταν στη μνήμη. Υπήρχαν επίσης πολύ λίγες ερωτήσεις με τις οποίες οι διδάσκοντες θα μπορούσαν να διαγνώσουν τις δυσκολίες και τα ενδιαφέροντα των μαθητών. Ακόμα περισσότερο οι ερωτήσεις δεν αποδείχτηκαν αποτελεσματικές ως παιδαγωγικό όργανο. Οι μαθητές φαίνονταν να ενδιαφέρονται λίγο. Οι απαντήσεις τους, συχνά υπεκφυγές και χωρίς μεγάλο ενδιαφέρον, έδειχναν την παθητικότητά τους. Σε πολλές περιπτώσεις η στάση του διδάσκοντος δεν άφηνε καθόλου περιθώριο να γεννηθούν ερωτήσεις. Ο διδάσκων δεν είχε αντιληφθεί τη φανερή κόπωση των παιδιών. Συμπεράσματα: Η περισσότερη από τη σχολική δουλειά βγαίνει από τους διδάσκοντες. Ο τρόπος ερωτήσεως καλλιεργούσε τη συνήθεια των αινιγμάτων ή της επιφανειακής δουλειάς.

6 Οι ερωτήσεις απευθύνονταν κυρίως στη μνήμη. Οι διδάσκοντες εργάζονταν με περισσότερο ζήλο για να «διδάξουν» τις απαντήσεις, παρά για να παρακινήσουν για έρευνα. Η παραπάνω έρευνα μας δίνει την ευκαιρία για μερικά κρίσιμα ερωτήματα σχετικά με το διάλογο στην τάξη. Η στάση μας απέναντι σε αυτά τα ερωτήματα πιστεύω ότι προσδιορίζει σε τελική ανάλυση και την ποιότητα του διαλόγου στο μάθημά μας, στην επικοινωνία μας δηλαδή με τους μαθητές μας. Τα ερωτήματα: 1. Μήπως με τη στάση μας διδάσκουμε τους μαθητές μας ότι «δεν ανεχόμαστε τις ερωτήσεις τους επειδή μας ξεστρατίζουν από την ύλη και μας τρώνε το χρόνο» και γι αυτό διστάζουν να ρωτήσουν; 2. Μήπως με τη στάση μας δεν αφήνουμε στους μαθητές μας χώρο για διαφορετική προσέγγιση ενός ζητήματος; 3. Μήπως βιαζόμαστε να απαντήσουμε εμείς στις ερωτήσεις που θέτουν οι μαθητές μας; 4. Μήπως πρέπει να «προστατεύουμε» τις δύσκολες ερωτήσεις των μαθητών μας από τις τυχόν «εύκολες» απαντήσεις μας; 5. Μεταπλάθουμε τα ερωτήματα των μαθητών μας έτσι ώστε να τα προσλάβει καλύτερα η τάξη και να συμμετάσχει στη συζήτηση; 6. Ενθαρρύνουμε με τη στάση μας την πρωτότυπη σκέψη των μαθητών μας; 7. Ανακοινώνουμε τις απορίες των μαθητών μας για να τις συζητήσει όλη η τάξη; 8. Παίρνουμε σε τελική ανάλυση διδάσκοντες και διδασκόμενοι την απαραίτητη ανατροφοδότηση στο μάθημα;

7 Αυτά τα ερωτήματα και πολλά άλλα σαν αυτά μπορεί με δεδομένη την παιδαγωγική του ευαισθησία να τα θέσει ο καθένας μας αγαπητοί συνάδελφοι. Ο αναστοχασμός μας πάνω σε αυτά πιστεύω πως θα βελτιώσει την παιδαγωγική μας σχέση και θα την κάνει πιο συμμετρική. Στο νέο παιδαγωγικό περιβάλλον που θα δημιουργηθεί στην τάξη, θα αναμένεται μια πιο ενεργητική και συνεπώς πιο φιλομαθησιακή στάση εκ μέρους των μαθητών μας. Ίσως τότε αγαπήσουν περισσότερο και το σχολείο μας. Προτού όμως επιχειρήσουμε μια σχετικά διεξοδική αναφορά στη χρήση του λόγου κατά τη διδακτική διαδικασία, θεώρησα ως επιβεβλημένο να δούμε, έστω και επιφανειακά δύο παράλληλα και συναφή θέματα, που μάλλον θα μας ενισχύσουν στην μελέτη του κυρίως αντικειμένου στη συνέχεια: (α) το πρώτο θέμα εντοπίζεται στο πιο σε γενικές γραμμές είναι το παιδαγωγικά επιτυχημένο σχολείο, με την όλη δομή του, καθώς και με την ποσότητα αλλά και ποιότητα των μαθημάτων που αποτελούν σήμερα το αναλυτικό πρόγραμμα. (β) το δεύτερο θέμα αφορά σε μια πρώτη τοποθέτηση γενική κατά το πλείστο για το μάθημα των Θρησκευτικών και συγκεκριμένα στους σκοπούς του, το περιεχόμενό, τη φυσιογνωμία του κλπ. Α. ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ Τα τελευταία δυο-τρία χρόνια έρχονται στην αντίληψή μας πολλά και διάφορα κείμενα και σχόλια για το μάθημα των Θρησκευτικών (και όχι

μόνο). Τα περισσότερα από αυτά είναι αντικειμενικά και θετικά στην εκτίμησή τους για τη σημασία και το ρόλο του μαθήματος. Είναι και μερικά ωστόσο που αδικούν εμφανώς το μάθημα και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό ώστε σχεδόν να του «φορτώνουν» όλα τα δεινά της σύγχρονης Εκπαίδευσης. Ας μην ασχοληθούμε όμως με αυτά, επειδή είναι μόνον ισχυρισμοί, δεν έχουν δηλαδή καμιά επιστημολογική, επιστημονική και ψυχοπαιδαγωγική τεκμηρίωση. Ωστόσο, ακόμα και ως αρνητικά, μας δίνουν την ευκαιρία για αναστοχασμό πάνω στο εκπαιδευτικό «γίγνεσθαι», με τη μορφή ενός «επιγραμματικού» παιδαγωγικού σχολίου για την «αξία» όλων των μαθημάτων του σχολείου και την παιδαγωγική επιτυχία του. 8 Αρχίζω με τρεις βασικές παραδοχές για το σχολείο και τα μαθήματα: 1. Σε όλα τα μαθήματα του σχολείου αντικατοπτρίζεται η ανάγκη του ανθρώπου για γνώση και κατανόηση της φύσης, της κοινωνίας και του κόσμου γενικά που τον περιβάλλει. Αντικατοπτρίζεται η αγωνιώδης προσπάθειά του για αυτοσυνειδησία. 2. Όλα τα μαθήματα στο σχολείο ως περιεχόμενο και ως τρόπος διαπραγμάτευσης μαζί εξυπηρετούν τον κύριο σκοπό της εκπαίδευσης, που δεν είναι άλλος από την αγωγή και τη μόρφωση των παιδιών μας. Στο σχολείο, αυτό επιτυγχάνεται με τη δια-μεσολάβηση των παιδαγωγών. Εκεί, η ενήλικη και ώριμη γενιά της κοινωνίας (εκπαιδευτικοί) με οργανωμένο και συστηματικό τρόπο βοηθάει τη νεότερη (μαθητές) να προσλάβει κριτικά τη συσσωρευμένη από γενιά σε γενιά σοφία και πείρα της ανθρωπότητας. 3. Η αγωγή είναι συναρτησιακή - πολυπαραγοντική υπόθεση και «δουλεύει» σε βάθος χρόνου.

Με αφετηρία λοιπόν τις παραπάνω παραδοχές, μπορούμε να ξαναδούμε μερικά από τα θεμελιώδη ερωτήματα της Εκπαίδευσης. Η μελέτη αυτών των ερωτημάτων θα μας επιτρέψει να δούμε καλύτερα την αξία των μαθημάτων μέσα στο εκπαιδευτικό μας σύστημα. Τα θεμελιώδη λοιπόν ερωτήματα όπως εγώ τα αντιλαμβάνομαι είναι: Α. Τι είναι επιστημονική γνώση σήμερα, ποια είναι τα κριτήρια εγκυρότητάς της, πώς και γιατί διαμορφώνονται αυτά τα κριτήρια; Β. Τι μέρος αυτής της έγκυρης γνώσης, θεωρείται ότι έχει μεγάλη αξία για τον άνθρωπο και την ανθρωπότητα. Θεωρείται δηλαδή ως βασική και κρίσιμη γνώση για την προσωπική και κοινωνική ανάπτυξη; Ποιοι θα προσδιορίσουν την κρισιμότητα της παραπάνω έγκυρης γνώσης, γιατί και πώς; (κριτήρια). Γ. Τι μέρος από αυτήν την παραπάνω βασική και κρίσιμη γνώση θεωρείται ως αναγκαίο να διδάσκεται στο σχολείο; (σχολική γνώση). Ποιοι και γιατί θα προσδιορίσουν αυτό το αναγκαίο μέρος και πώς; (κριτήρια). Αυτά τα ερωτήματα συμπυκνώνουν μία από τις βασικές διαστάσεις της όλης προβληματικής για τα μαθήματα. Ας την ονομάσουμε «γνωσιακή διάσταση», αυτή δηλαδή που απαντάει στο «τι» της εκπαιδευτικής λειτουργίας. Η άλλη διάσταση, αξεχώριστη από την πρώτη, είναι η «παιδαγωγική διάσταση». Αυτή απαντάει στο «πώς» της εκπαιδευτικής λειτουργίας. Με το «πώς», η έγκυρη, βασική, κρίσιμη και αναγκαία επιστημονική γνώση αναπλαισιώνεται σε σχολική, για να είναι προσβάσιμη στα παιδιά, να μπορεί δηλαδή να διδαχθεί και να μαθευτεί. Εδώ είναι και η ουσία της Παιδαγωγικής. Η παιδαγωγική είναι πράξη που πρέπει να απαντάει σωστά κάθε φορά στο «πώς» της εκπαιδευτικής λειτουργίας, για να διευκολύνει τη 9

μάθηση και μέσα από αυτήν την ανάπτυξη του νέου ανθρώπου. Η διευκόλυνση αυτή δε νοείται παρά ως σχέση ψυχολογικής βοήθειας του παιδαγωγού προς τον παιδαγωγούμενο. Σε αυτήν τη σχέση ψυχολογικής βοήθειας βασίζεται η παιδαγωγική επιτυχία οποιουδήποτε σχολείου. Από το «πώς» λοιπόν της παιδαγωγικής λειτουργίας παράγεται το βασικό ερώτημα: «Πόσο παιδαγωγικά επιτυχημένο θεωρείται ότι είναι το σχολείο μας σήμερα; Σε τι βαθμό εκτιμάται ότι είναι επιτυχημένο; καθόλου, λίγο, αρκετά, πολύ, πάρα πολύ και γιατί;» Η συμβολή μας ως παιδαγωγών στην παιδαγωγική επιτυχία του σχολείου μας είναι αναμφισβήτητη. Αυτή η συμβολή κρίνεται καθημερινά μέσα στην τάξη και ως ένα μεγάλο βαθμό, από τον τρόπο που επικοινωνούμε με τα παιδιά στο μάθημά μας, από τον τρόπο που διαπραγματευόμαστε το περιεχόμενο του μαθήματός μας. Εμείς λοιπόν είμαστε αυτοί που με τη στάση μας δίνουμε ή δεν δίνουμε την αξία που πρέπει στο μάθημά μας ή και την «καταστρέφουμε» ακόμα. Πάρτε για παράδειγμα έναν σπουδαίο ρόλο ενός μεγάλου θεατρικού έργου και δώστε τον σε έναν ηθοποιό που δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του. Είναι βέβαιο ότι θα καταστρέψει όχι μόνο το ρόλο, αλλά και την παράσταση. Θα την απαξιώσει. Γνωρίζουμε δηλαδή ως παιδαγωγοί ότι δεν παίρνουμε «αξία» από το μάθημά μας, αλλά από τον τρόπο που το δουλεύουμε με τα παιδιά μας στην τάξη. Από το «πώς». Ήταν και θα είναι συνεπώς σχεσιακή και εμπρόσωπη λειτουργία η εκπαίδευση, νοουμένου ότι δε διδάσκουμε μαθήματα, αλλά μαθητές και δε διδάσκουμε άλλο τι παρά μόνο αυτό που είμαστε. Αυτό βλέπουν τα παιδιά σε εμάς και από αυτό διαπαιδαγωγούνται. 10

Είμαστε λοιπόν εμείς οι παιδαγωγοί, σε θέση να συγκινήσουμε τα παιδιά μας, έτσι ώστε να σχετιστούν προσωπικά με το μάθημά μας και να το αγαπήσουν; Μπορούμε τελικά να φτιάξουμε μια γνήσια παιδαγωγική σχέση στο μάθημά μας; Μέσα σε αυτήν νομίζω πως «κρύβεται» η αξία του μαθήματός μας και οποιουδήποτε μαθήματος. Εκεί γίνεται η διαπραγμάτευση των νοημάτων του κάθε μαθήματος κι εκεί κρίνεται και «παίζεται» σε τελική ανάλυση η σπουδαιότητά του και κατά συνέπεια η παιδαγωγική επιτυχία του σχολείου. 11 Β. ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ Ο ανοικτός διάλογος, η συνεργατική μάθηση, η διαθεματική προσέγγιση της γνώσης και ο συσχετισμός με τα άλλα μαθήματα και καινοτόμα προγράμματα του σχολείου αποτελεί τη νέα φιλοσοφία και του μαθήματος των Θρησκευτικών στη σύγχρονη εκπαίδευση. Στη διδακτική λοιπόν πράξη το θρησκευτικό μάθημα οφείλει να υπερβαίνει το ψευδοδίλλημα μεταξύ γνώσης και βιώματος και να συνδέεται με τον χαρακτήρα της παιδείας και του πολιτισμού, αναδεικνύοντας την καθολική παιδευτική του αξία. Η διδασκαλία του, επίσης, είναι ανάγκη να ξεφύγει από τα βαρίδια του παρελθόντος όπως ο ηθικισμός, ο πουριτανισμός, ο παιδαγωγικός διδακτισμός, ο μη διαλογικός χαρακτήρας, ο εθνοκεντρισμός του. Για το σκοπό αυτό απαιτείται να μην έχει ξύλινη γλώσσα, ηθικιστική και κανονιστική εμμονή αλλά, παραμερίζοντας τον οποιοδήποτε κατηχητικό και απολογητικό προσανατολισμό, επιβάλλεται να συνδέεται με τα σύγχρονα υπαρξιακά και κοινωνικά προβλήματα του ανθρώπου της εποχής μας, να συναντά με

σεβασμό και κατανόηση τον άλλο στο πρόσωπο του ετερόδοξου, του ετερόθρησκου, του αδιάφορου. Ταυτόχρονα, είναι ανάγκη να μην έχει απλώς πληροφοριακό και ενημερωτικό χαρακτήρα αλλά να συζητά διαλεκτικά τα καίρια προβλήματα του κόσμου, του ανθρώπου και της κοινωνίας του στα όρια της ελευθερίας και του αλληλοσεβασμού. Προβάλλοντας το οικουμενικό πνεύμα της Ορθοδοξίας, ο διάλογος θα πρέπει να δομεί όχι μόνο τη μέθοδο της διδασκαλίας αλλά και το ίδιο το εκπαιδευτικό υλικό του μαθήματος. Για το σκοπό αυτό, είναι ανάγκη να χρησιμοποιηθεί η μεθοδολογία της διαθεματικότητας, σε σχέση με τα άλλα μαθήματα του σχολείου, και της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης στο πλαίσιο της πολυπολιτισμικότητας. Η διαθεματική προσέγγιση της σχολικής γνώσης μπορεί να προσφέρει στο θρησκευτικό μάθημα νέες δυνατότητες στη διδασκαλία του. Επιβάλλεται να έχει ανοικτούς ορίζοντες και να διαλέγεται με ζητήματα και προτεραιότητες που θέτει ο ραγδαία μεταβαλλόμενος σύγχρονος κόσμος και πολιτισμός. Το περιεχόμενο συνεπώς του μαθήματος πρέπει να είναι διαμορφωμένο με τέτοιο τρόπο που να εξυπηρετεί όλα τα παραπάνω και να δουλεύεται μέσα στην τάξη με τέτοιο τρόπο που να «κρατάει» μέσα όλα τα παιδιά του κόσμου. Να είναι επίσης μάθημα όχι δοκιμιακού τύπου, αλλά κειμενοκεντρικό για να είναι πιο αντικειμενικό και αξιόπιστο. Μάθημα επίσης που να έχει βαρύνοντα λόγο πάνω στα μεγάλα υπαρξιακά και κοινωνικά προβλήματα Έτσι πιστεύουμε πως ενισχύουμε το επιστημονικό status του μαθήματος. Επειδή όμως δεν επαρκεί από μόνο του, θα πρέπει οπωσδήποτε να συνδυαστεί με την ενίσχυση της ποιότητας της διδασκαλίας του. Ένα τέτοιο μάθημα πιστεύουμε πως θα το αγαπάνε οι 12

μαθητές και οι γονείς και θα το θέλουν στη βιβλιοθήκη τους. Μπορούμε να διαμορφώσουμε τις προϋποθέσεις για ένα τέτοιο μάθημα; Μάθημα δηλαδή ευρύτατης αποδοχής και νομιμοποίησης; Νομίζω ναι. Τα παραπάνω συνεπάγονται επίσης ότι η υποχρεωτικότητα του μαθήματος μπορεί μεν να κατοχυρώνεται από την Πολιτεία με οποιονδήποτε τρόπο, αλλά αυτό φαίνεται πως τελικά δεν εξασφαλίζει και το κύρος του. Οι διδάσκοντες τελικά είμαστε εκείνοι που το εξασφαλίζουμε στη συνείδηση των μαθητών μας, του σχολείου και της κοινωνίας. Εδώ θα επικαλεστώ τον αείμνηστο καθηγητή Νίκο Νησιώτη ο οποίος υποστήριζε τέσσερις δεκαετίες πριν ότι η θρησκευτική παιδεία είναι μεν αναπόσπαστο μέρος της γενικής παιδείας, αλλά για να μορφώνει ουσιαστικά τη νέα γενιά πρέπει να προσφέρει σε αυτήν βαθύτατη πνευματική ικανοποίηση και χαρά και να μην είναι κυριαρχική και εξουσιαστική. Ως προς το περιεχόμενό της δεν πρέπει να είναι μια τυποποιημένη και σχολαστικά οριοθετημένη περιοχή γνώσεων, αλλά ένας βαθύτερος και ελεύθερος στοχασμός «σε μια ανοιχτή δυνατότητα για συνεχείς νέες ερωτήσεις στην ουσία της ζωής και του μυστηρίου που την περιβάλλει». Από όλα τα παραπάνω μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι το μάθημα των Θρησκευτικών στη βαθύτερη υφή του είναι ένα διαλεκτικό - υπαρξιακό αίτημα πλήρες νοημάτων προς διαπραγ-μάτευση μέσα στη σχολική τάξη. Μάθημα σε κάθε περίπτωση δημοκρατικό, που αντέχει στην 13

κριτική, που όχι μόνο δεν τη φοβάται αλλά και την επιδιώκει, μάθημα που ξέρει να ανανεώνεται για να μιλά με τον κώδικα της εποχής του χωρίς να χάνει την ουσία του. Μάθημα που θέλει και μπορεί να διαλέγεται με τον κόσμο. 14

15 Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ Μία Κοινωνική, Παιδαγωγική και Διδακτική προσέγγιση Στην μοντέρνα διδακτική, ο διάλογος στο μάθημα και στην διδασκαλία παίζει σημαντικότατο ρόλο, ως ένα μέσον μόρφωσης και ενεργητικής απόκτησης της γνώσης. Συγχρόνως, ο διάλογος στο μάθημα συνεισφέρει στον κρίσιμο τρόπο διάπλασης της προσωπικότητας του μαθητή. Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν αντιληφθεί την μεγάλη μορφωτική και κοινωνική αξία του διαλόγου και τόσο οι Σοφιστές, όσο και ο ιδεολογικός αντίπαλός τους, ο Πλάτων, κατά την ενασχόλησή τους με τον άνθρωπο και τα προβλήματά του, καλλιέργησαν τον διάλογο με ιδιαίτερη φροντίδα και στις φιλοσοφικές ή στις πολιτικές και κοινωνικές αναζητήσεις τους, τον αξιοποίησαν τόσο ως ένα ισχυρότατο εργαλείο για την διερεύνηση αξιών και εννοιών, όσο και για την μόρφωση των νέων. Κατά τις τελευταίες δεκαετίες, όλο και περισσότερο αναδεικνύεται η σπουδαιότατη σημασία του διαλόγου στην Εκπαίδευση και στην Διδασκαλία. Ο διάλογος αναγνωρίσθηκε ως εκείνη η μορφή διδασκαλίας, με την οποία μπορούμε να παρακάμψουμε την από καθέδρας διδασκαλία και να δοθεί έτσι στους μαθητές η δυνατότητα να ρωτήσουν οι ίδιοι, να εμβαθύνουν στην κατάσταση πραγμάτων, να διευκρινίσουν έννοιες και να προσεγγίσουν λύσεις σε προβλήματα. Επιπλέον να εκφράσουν την συμφωνία ή την διαφωνία τους σε διατυπούμενες απόψεις - σκέψεις, να σκεφθούν ανιχνεύοντας την αλήθεια και με την πνευματική δραστηριότητά τους, να κατανοήσουν ή να αναδομήσουν έννοιες, αξίες και τελικά, την νέα γνώση.

Ο Διάλογος ως μορφή της ανθρώπινης επικοινωνίας και δράσης Ο άνθρωπος, ως κοινωνικό ον, δεν μπορεί να ζει και να δρα μόνος του, αλλά του είναι αναγκαία η συμβίωση μέσα στο κοινωνικό σύνολο, πράγμα το οποίο αποτελεί και την βάση της πολιτιστικής του προόδου. Επομένως, είναι αναγκαία η ανάπτυξη σωστών διαπροσωπικών σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων, η ικανότητα επικοινωνίας και συνεννόησης με τον συνάνθρωπο. Αυτά υποβοηθούνται και προωθούνται με την καλλιέργεια της εποικοδομητικής συζήτησης, με την ανταλλαγή απόψεων, με τον γνήσιο και ανοικτό διάλογο μεταξύ των ανθρώπων. Ως διάλογο εννοούμε την, μεταξύ δύο ή περισσοτέρων ανθρώπων, κατά αλληλοδιαδοχικό και διαλεκτικό τρόπο, ανταλλαγή σκέψεων, απόψεων, γνωμών και πληροφοριών επί ενός θέματος, προβλήματος ή αντικειμένου, προκειμένου να προσεγγίσουν ή να ανακαλύψουν την αλήθεια και να φθάσουν σε συμπεράσματα. Ο διάλογος στην ανθρώπινη κοινωνία είναι τρόπος και μέσον μόρφωσης, τρόπος και μέσον απόκτησης γνώσης, ταυτοχρόνως δε τρόπος συμπεριφοράς, δράσεως και υπάρξεως του ανθρώπου, επί πλέον είναι ένας διαυγέστατος καθρέπτης της αυτογνωσίας του ανθρώπου. Ο διάλογος ανάμεσα σε δύο συναντώμενους ανθρώπους, η συζήτηση στην οικογένεια, η δημόσια συζήτηση για μια ανθρώπινη κατάσταση, η συζήτηση και ανταλλαγή απόψεων μεταξύ δύο πνευματικώς ή πολιτικώς αντιπάλων είναι διαλογικές καταστάσεις της ζωής, που επιβεβαιώνουν, ότι η ανθρώπινη ζωή στον κόσμο είναι δυνατή μόνο μέσα από τον διάλογο. Ο Ηαns Schorer, μιλώντας για την σημασία του διαλόγου στην ζωή, θεωρεί τον διάλογο ως αξιόπιστο μέσο για να αποκτήσουμε πληροφορία και νουθεσία, ως βοήθεια στην σωματική, πνευματική και ψυχική 16

ανάγκη, ως ένα βασικό στοιχείο της καλλιτεχνικής διάπλασης του λόγου, ως την μόνη δυνατότητα από κοινού αναζήτησης της αλήθειας. Στην εποχή μας, εξ άλλου, που παρουσιάζει μια τεράστια πολυπλοκότητα στους τομείς της γνώσης και της πράξης, η καλλιέργεια του διαλόγου μεταξύ των ανθρώπων τους κάνει ικανούς να στέκονται κριτικά απέναντι σε κάθε καινούριο. Τους εξασφαλίζει την ικανότητα να σκέπτονται και να τροποποιούν ή να απορρίπτουν απόψεις, να ξεχωρίζουν, μέσα από αυτήν την πολυπλοκότητα, τί είναι πλαστό και τί γνήσιο και ανθρώπινο, να διακρίνουν ποιες πληροφορίες προέρχονται από ένα σκόπιμο "βομβαρδισμό" με στόχο τον κοινωνικό αποπροσανατολισμό. Ταυτόχρονα τους καθιστά ικανούς να λαμβάνουν αποφάσεις μέσα σε ένα δημοκρατικό σύνολο και να ολοκληρώνονται ως προσωπικότητες. Ο Διάλογος στο μάθημα και η σημασία του Ως διάλογο στο μάθημα εννοούμε την μεταξύ των μαθητών ή μεταξύ των μαθητών και του διδάσκοντος ανταλλαγή απόψεων, γνωμών, θέσεων, για τον έλεγχο των πληροφοριών που έχουν μπροστά τους, με στόχο την κατάληξη σε συμπεράσματα επί του αντικειμένου του μαθήματος. Ταυτόχρονα, ο διάλογος μεταξύ των μαθητών και του εκπαιδευτικού είναι ένα υπαρξιακό γεγονός στην επικοινωνία των ανθρώπων. Ο διάλογος στο μάθημα δεν είναι μόνον ένας κατ' εξοχήν τύπος διδασκαλίας, αλλά είναι ακόμη ένας θεμελιώδης τύπος της μορφωτικής 17

διαδικασίας στην Τάξη, είναι μια πηγή πνευματικής δύναμης. Γι' αυτό και η διδακτική πράξη δεν μπορεί και δεν πρέπει να χρησιμοποιεί, μόνον ως μέσον, τον διάλογο στο μάθημα. Ο διάλογος στο μάθημα είναι, ταυτοχρόνως, σκοπός και μέσον της μόρφωσης, και γι' αυτό έχει θεμελιώδη σημασία τόσο για την μόρφωση των μαθητών, όσο και για την κοινωνική και ψυχολογική τους ανάπτυξη. Με την καλλιέργεια λοιπόν του διαλόγου στο μάθημα, o μαθητής, μαθαίνει ο ίδιος να προβληματίζεται και να σκέπτεται με τον δικό του τρόπο. Μαθαίνει να στέκεται σοβαρά απέναντι στο αντικείμενο, να σέβεται τις γνώμες των συνομιλητών του και να τις αντιμετωπίζει κριτικά και διερευνητικά, να αντικρούει υπεύθυνα και με λογικά επιχειρήματα εκείνες, με τις οποίες διαφωνεί. Αποκτά την ικανότητα να δίνει απαντήσεις και να υποβάλλει ερωτήσεις, συνηθίζει να ακούει προσεκτικά τον συνομιλητή του, διαπαιδαγωγείται στο να ισορροπεί και να αυτοελέγχει αυθόρμητες εξωτερικεύσεις του. Μαθαίνει να σκέπτεται ήρεμα και να μην χάνει τον στόχο μέσα στην πορεία του διαλόγου, να δημιουργεί τους δικούς του διανοητικούς ορίζοντες και με γόνιμο τρόπο, να καταλήγει στις δικές του απόψεις για το αντικείμενο και για την νέα γνώση. Έτσι, με τον διάλογο στο μάθημα, καλλιεργείται μια μορφωτική διαδικασία στην Τάξη, που συμβάλλει τα μέγιστα στην ανάπτυξη της ελεύθερης προσωπικότητας του μαθητή και στην πνευματική του ανάπτυξη. Ο διάλογος στο μάθημα, αποτελεί, πρώτα - πρώτα, μια εξαιρετική ευκαιρία, για να αναπτυχθεί μια ζεστή και ανθρώπινη ατμόσφαιρα μεταξύ των μαθητών, αλλά και μεταξύ των μαθητών και του διδάσκοντος. Έτσι, αξιοποιούνται οι πνευματικές δυνατότητες και οι εμπειρίες των συνομιλητών, βιώνεται η αξία του διαλόγου, ο οποίος οδηγεί στην ανακάλυψη της νέας γνώσης και προωθεί την επικοινωνία και την 18

ανθρώπινη συνάντηση. Παράλληλα, συνειδητοποιείται από τους συνομιλητές, ότι στην διερεύνηση ή λύση του προβλήματος ή στην ανίχνευση και προσέγγιση καταστάσεων και προβλημάτων ή στην ανακάλυψη του καινούριου όλοι συνεισέφεραν. Η συνειδητοποίηση αυτού του γεγονότος από τους μαθητές επιδρά θετικά στην κοινωνική τους διαπαιδαγώγηση, τους βοηθά να αποκτήσουν αυτογνωσία και τους διευκολύνει να υπερβούν ελαττώματα, όπως αλαζονεία, κοινωνική παθητικότητα, κενούς εγωισμούς ή να αποφύγουν εύκολες απογοητεύσεις. Τους κάνει, ψυχολογικά και κοινωνικά, ισορροπημένα άτομα. Βέβαια, είναι πολύ δύσκολο να μεταφερθεί μέσα στην Τάξη η φυσική μορφή του διαλόγου. Και τούτο, κυρίως, επειδή ο διάλογος στο μάθημα δεν μπορεί να είναι ανεξάρτητος και αδέσμευτος από την πρόθεση για μάθηση και για διδασκαλία. Αυτή η πρόθεση, εξ άλλου, δεν μπορεί να υλοποιηθεί ούτε μόνο μέσα από την διάλεξη και την μετωπική διδασκαλία, ούτε μόνο μέσα από τον διάλογο. Αν, όμως, ο Εκπαιδευτικός λάβει σοβαρά υπ' όψη του, πως, ό,τι έχει ο άνθρωπος επεξεργασθεί με τον διάλογο είναι στερεωμένο στην μνήμη του και στην συνείδησή του ισχυρότερα απ' ό,τι με την μετωπική διδασκαλία (διάλεξη), τότε είναι βέβαιο, ότι ο ίδιος θα καλλιεργεί με φροντίδα τον διάλογο στο μάθημα, σε κάθε κατάλληλη στιγμή. Ο διάλογος στο μάθημα, αν και πολυπλοκότερος, είναι διεξοδικότερος και πιο αποτελεσματικός από την διάλεξη (μετωπική διδασκαλία) και ενεργοποιεί τον ακροατή περισσότερο από ό,τι η μετωπική διδασκαλία. Εξ άλλου, η μετωπική διδασκαλία μόνο φαινομενικά μπορεί να εγγυάται μια λογικότερη και συντομότερη πορεία (κάλυψη ύλης), ενώ αυτή περιορίζει τον μαθητή στον ρόλο του παθητικού δέκτη νέων πληροφοριών. 19

Είναι, βέβαια, αυτονόητο, ότι δεν πρέπει για όλα και πάντοτε να αναπτύσσουμε διάλογο! Και τούτο, επειδή, όπως και σε κάθε ανθρώπινη συζήτηση, έτσι και στον διάλογο στο μάθημα, υπάρχουν όρια, τα οποία καθορίζονται τόσο από την κατάσταση του μαθήματος, όσο και από την ωριμότητα και το τάλαντο των μαθητών. Ταυτόχρονα, όμως, δεν πρέπει να υπερεκτιμάμε τις δυνατότητες της μετωπικής διδασκαλίας και να περιορίζουμε υπερβολικά την καλλιέργεια του διαλόγου, διότι: «μία Εκπαίδευση, η οποία την διάλεξη και τις δυνατότητές της υπερεκτιμά, ενώ τον διάλογο ελάχιστα εξασκεί, προσεγγίζει μιαν πνευματική δικτατορία». Πάντοτε, λοιπόν, εκεί όπου είναι δυνατόν από την διδακτέα ύλη, από την ωριμότητα των μαθητών και από την κατάσταση της στιγμής, θα έπρεπε να ψάχνουμε αφετηρίες για διάλογο. Έτσι, μπορεί να ξεκινήσει ένας αληθινός διάλογος στο μάθημα, που θα πηγάζει από τις ανάγκες εκείνης της στιγμής, έστω και αν μέχρι τότε το μάθημα παρεδίδετο με μετωπική διδασκαλία. Εξ άλλου, τις φάσεις του ομιλείν ακολουθούν φάσεις συλλογισμού (σκέψης) και αντιστρόφως. Σύμφωνα με τον Max Richard, ο λόγος είναι η άλλη όψη της σιωπής και η σιωπή είναι η άλλη όψη του λόγου. 20 Προϋποθέσεις, χαρακτηριστικά και καθοδήγηση του Διαλόγου στο μάθημα Για να ευδοκιμήσει μια συζήτηση μεταξύ των μαθητών ή μεταξύ των μαθητών και του εκπαιδευτικού, πρέπει αυτή να εκπληρώνει ορισμένες προϋποθέσεις. Πρώτα - πρώτα στον διάλογο στο μάθημα απαιτείται να έχει εξασφαλισθεί η βασική ισοτιμία των διαλεγομένων. O μαθητής, που

συμμετέχει στον διάλογο, εκτίθεται σε κριτική και ενδεχομένως σε αμφισβήτηση, τολμά ακόμα και την απόρριψη. Επομένως, για να αποκτήσει την διάθεση για εξωτερίκευση, έχει πρωταρχικώς ανάγκη από ένα κλίμα στην Τάξη, που θα εξασφαλίζει την ισοτιμία, την εμπιστοσύνη και την ειλικρίνεια μεταξύ των συνομιλητών. Όπου αυτό το κλίμα απουσιάζει, εκεί παρουσιάζεται μεγάλη δυσκολία για να πείσουμε τους μαθητές, να πάρουν τον λόγο και να συμμετάσχουν στον διάλογο. Στον διάλογο στο μάθημα, ο διδάσκων εκτιμά τους μαθητές του ως αυτόνομες και ανεξάρτητες προσωπικότητες, δεν καταπνίγει, με την αρνητική κριτική του ή με ειρωνεία, την ανεπιτήδευτη σκέψη του μαθητή, αλλά παίρνει στα σοβαρά αυτό, που εκφράζει ο μαθητής, σαν να πρόκειται για μια προσωπική στάση απέναντι στα πράγματα και για μια προσωπική μαρτυρία του μαθητή. Δεν επιχειρεί ο διδάσκων να επιβάλει την γνώμη του, αλλά την θέτει υπό την κρίση των μαθητών. Έτσι, οικοδομείται η εμπιστοσύνη, η ειλικρίνεια, η ισοτιμία κι ο σεβασμός του διδάσκοντος προς τους μαθητές, διαπαιδαγωγούνται οι ίδιοι οι μαθητές σε παρόμοια στάση απέναντι στους συμμαθητές τους, καλλιεργείται το έδαφος ώστε ο μαθητής να εκφράζεται ελεύθερα και αβίαστα. Να λέει, την γνώμη του και να υποβάλλει τις ερωτήσεις του χωρίς αναστολή, ακόμη και όταν αυτά έρχονται σε αντίθεση με την γνώμη του διδάσκοντος. Μόνιμη φροντίδα έτσι του διδάσκοντος είναι, να δημιουργείται στην Τάξη μια ζεστή και ανθρώπινη ατμόσφαιρα, να εξασφαλίζεται η ανυποκρισία του ενός προς τον άλλον, και η πειθαρχημένη ετοιμότητα, να ακούει προσεκτικά ο ένας τον άλλον. Ο διάλογος μπορεί να αποτύχει, αν κάποιος δεν ακούει με προσοχή και υπομονή εκείνο, που ο άλλος λέει. Και τούτο επειδή, σ' αυτήν 21

την περίπτωση, οι τοποθετήσεις των διαλεγομένων δεν είναι γνήσιες, επομένως δεν οδηγούν σε γνήσιες αντιπαραθέσεις, αλλά αποδεικνύονται κενές περιεχομένου και μοιάζουν με συρραφή μονολόγων. Όταν οι μαθητές συμμετέχουν στον διάλογο, ακούοντας προσεκτικά εκείνο, το οποίο ο άλλος λέει, τότε ο κάθε συνομιλητής επιδρά εναλλακτικά στον άλλον. Έτσι, ο κάθε μαθητής - συνομιλητής, εφ' όσον ακούει και ακούεται και εφ' όσον έχει ανεπτυγμένη την ικανότητα εναλλαγής των ρόλων του ακροατή και του ομιλητή, προκαλεί ερεθίσματα και περιμένει, διορθώνει και διορθώνεται, γίνεται εναλλακτικά ενεργητικός και δεκτικός. Η διακριτικότητα και η επιφυλακτικότητα του διδάσκοντος στις παρεμβάσεις του, ο μετρημένος τόνος της ομιλίας του και η στέρεη κατοχή απ' αυτόν της διδακτέας ύλης είναι στοιχεία, τα οποία προαπαιτούνται για να κυλήσει ο διάλογος στο μάθημα ομαλά, με αξιώσεις και με δυνατότητες επιτυχίας. Ο διδάσκων, ο οποίος κατέχει καλά την διδακτέα ύλη, είναι σε θέση να κάμει τις κατάλληλες προσεκτικές κινήσεις, τις κατάλληλες επιφυλακτικές παρεμβάσεις, για να βοηθήσει τους μαθητές να στραφούν, με τις δικές τους πνευματικές δυνάμεις, σε σωστούς δρόμους λύσης που οδηγούν στον σκοπό, που έχει τεθεί απ' αρχής. 22 Πώς ξεκινά ένας Διάλογος στο μάθημα με δυνατότητες να ευδοκιμήσει; Για να διεγερθεί το ενδιαφέρον των μαθητών και για να δημιουργηθεί πραγματική διάθεση και βούληση για διάλογο, πρέπει να προκύψει η κατάλληλη αφορμή, την οποία ο διδάσκων θα αξιοποιήσει, ώστε να παρακινήσει την Τάξη σε διάλογο.

Αν ο διάλογος στο μάθημα αντιμετωπισθεί σαν ρουτίνα, και αν γίνει προσπάθεια να ξεκινήσει χωρίς ιδιαίτερη φροντίδα, κινδυνεύει να μετατραπεί εύκολα σε κουτσομπολιό ή σε ανώφελη πολυλογία. Αντιθέτως, ένας επιτυχώς παρακινημένος διάλογος μπορεί να προκαλέσει το ενδιαφέρον των μαθητών, να ανεβάσει την διάθεσή τους για να συμμετάσχουν σ' αυτόν και να τους βοηθήσει, ώστε, με τις τοποθετήσεις τους, να οδηγηθούν σε μία γόνιμη και παραγωγική ανταλλαγή γνωμών και απόψεων, με άλλα λόγια να επιτύχουν τον πνευματικό τόκο. Στο σχολείο ο Εκπαιδευτικός έχει πλήθος ευκαιριών, για γνήσιες παρακινήσεις διαλόγου. Κατάλληλα προβλήματα ή θέματα από την διδακτέα ύλη κάθε μαθήματος, στα οποία οι μαθητές έχουν τις δικές τους εμπειρίες και γνώσεις, είναι το πρώτο και καλύτερο μέσον για να προκληθεί το ενδιαφέρον των μαθητών και για να παρακινηθεί ένας διάλογος στην Τάξη. Πολλές δυνατότητες, εξ άλλου, για παρακίνηση διαλόγου στο μάθημα από τον διδάσκοντα, και για μια πραγματικά παραγωγική σκέψη στην Τάξη, παρουσιάζονται, όταν ένας μαθητής εκφράζει μιαν αμφιβολία, όταν δύο ή περισσότεροι μαθητές εκπροσωπούν δύο διαφορετικές γνώμες, ή ακόμη όταν διατυπώνονται μισοειπωμένες (ημιτελείς) απαντήσεις των μαθητών, γεγονότα τα οποία ο διδάσκων αξιοποιεί ως άριστες αφορμές για διάλογο, τα λαμβάνει σοβαρά υπ' όψη του και τα θέτει μπροστά σ' όλη την Τάξη για συζήτηση. Άλλη αφετηρία - αφορμή για παρακίνηση του διαλόγου στο μάθημα είναι η ερώτηση του μαθητή η οποία πρέπει να συναντά την ιδιαίτερη φροντίδα του διδάσκοντος, μια και αυτή είναι ανεπιτήδευτη και γνήσια. Έτσι, η ερώτηση του μαθητή προς τον διδάσκοντα μπορεί να αποτελέσει 23

και ερώτηση προς όλους τους μαθητές, για να παρακινηθεί μ' αυτόν τον τρόπο η αλληλοτοποθέτηση και ο διάλογος. Επειδή μόνιμη φροντίδα της ερώτησης του διδάσκοντος προς τους μαθητές είναι το να λειτουργήσει αυτή στην κατεύθυνση της διανοητικής παρώθησης των μαθητών, γι' αυτό πρέπει ο διδάσκων να την υποβάλλει την κατάλληλη στιγμή, στα σημεία εκείνα της πορείας του μαθήματος, που οι περιοχές της διδακτέας ύλης είναι πλούσιες σε φανερές ή κρυμμένες πληροφορίες και ερωτήματα, αλλά και με φροντισμένο και επιφυλακτικό τρόπο. Τότε, είναι δυνατόν να ξεδιπλωθεί ένα πεδίο τοποθετήσεων, γνωμών και απόψεων των μαθητών, που θα υπηρετήσει σοβαρά την πραγμάτωση ενός γόνιμου διαλόγου. Βέβαια, ο διδάσκων πρέπει να αποφεύγει τελείως την ερώτηση - ελιγμό, η οποία δεν υπηρετεί την εκπαιδευτική και παιδαγωγική διαδικασία, ενώ τις περισσότερες φορές προκαλεί σύγχυση και αποπροσανατολισμό των μαθητών. Πολλές φορές, ο διάλογος διευκολύνεται κατά πολύ με την τοποθέτηση των καθισμάτων των μαθητών σε κυκλική μορφή ή σε μορφή ανοικτού τετραπλεύρου. Η κυκλική τοποθέτηση των καθισμάτων έχει ήδη από πολλούς Παιδαγωγούς αξιολογηθεί ως η καλλίτερη και αποδοτικότερη. Ο PETER PETERSEN σημειώνει, σχετικά μ' αυτό: - «Οι σε κυκλική μορφή συγκεντρούμενοι άνθρωποι είναι αμοιβαίως συμπαθώς διακείμενοι, και καθένας στο άλλον παραδίδεται... Ο κύκλος δεν προσηλώνει ισχυρά μόνον στο αντικείμενο του διαλόγου, αλλά ομοίως ισχυρά στην δράση ενός εκάστου των ατόμων της ομάδας. Πρέπει ο καθένας να ελέγχει τον εαυτόν του τελείως και ολοκληρωτικά, διότι από τα πόδια μέχρι την κορυφή 24

φαίνεται σε όλους και επομένως, κρίνεται. Γι' αυτό και ο κύκλος είναι μια τόσο ισχυρά καλλιεργημένη μορφή». Δεν είναι, βέβαια, σωστό να υπερεκτιμήσουμε την μορφή διάταξης των καθισμάτων, ώστε να παρακινούμε τον διάλογο μόνον τότε, όταν αυτά είναι σε κύκλο ή σε ανοικτό τετράπλευρο τοποθετημένα. Κοντά σ' αυτά, καθοριστικό ρόλο στο ξεκίνημα, αλλά και στην όλη εξέλιξη του διαλόγου στο μάθημα παίζει η επιδεξιότητα του διδάσκοντος να καθοδηγήσει τον διάλογο. Πρότυπο υπόδειγμα διδακτικής πράξης και καθοδήγησης του διαλόγου στο μάθημα μπορεί να χαρακτηρισθεί η καθοδήγηση του Σωκρατικού διαλόγου: «Εδώ ο Σωκράτης έφερε τους συνομιλητές του σε σύγχυση, τους οδήγησε σε απορία, ανέβασε υψηλά την διανοητική τους δραστηριότητα, αλλά έμεινε ο ίδιος καθοδηγητής του διαλόγου, μέχρις ότου οι συνομιλητές του οδηγήθηκαν στην ανακάλυψη της νέας γνώσης». Ο Εκπαιδευτικός, που επιτυχημένα καθοδηγεί τον διάλογο στο μάθημα, φροντίζει, ώστε με τις ενέργειές του να διατηρεί τους μαθητές του σε εγρήγορση και σε ενεργητική συμμετοχή στον διάλογο, και τούτο, επειδή, χωρίς ακροατές με ενδιαφέρον για συζήτηση, διάλογος δεν καθοδηγείται. Έτσι, στην μια περίπτωση θα υποχωρήσει, αφήνοντας την πρωτοβουλία στους μαθητές και διατηρώντας τον ρόλο του συνεργάτη και του συνομιλητή, ενώ στην άλλη περίπτωση θα παρέμβει διακριτικά, είτε επειδή βλέπει ότι ο διάλογος αδυνάτισε ή δεν προχωρεί, είτε για να στρέψει την προσοχή των μαθητών στο ουσιώδες. Έτσι, με τον επιτυχώς παρακινημένο διάλογο, ο διδάσκων θα στοχεύει: τον συνεσταλμένο μαθητή να ενθαρρύνει σε εξωτερίκευση, 25

την άτολμη (δειλή) ιδιοσυγκρασία του μαθητή να ενισχύσει σε συμμετοχή και σε πνευματικούς συνδυασμούς, την παρορμητική φύση προσεκτικά να χαλιναγωγήσει, τον εγωιστή - αλαζόνα και δασκαλοφέρνοντα μαθητή να προσγειώσει και να πείσει για την αναγκαιότητα του διαλόγου, τους νηφάλια σκεπτόμενους μαθητές να διευκολύνει στους διανοητικούς τους συνδυασμούς, στα αποφασιστικά σημεία του διαλόγου να επιμείνει για την ακρίβεια των σκέψεων, ώστε οι συνομιλητές να οδηγηθούν, μέσα από τις δικές τους διανοητικές επεξεργασίες, στην ανθρώπινη επαφή και συνάντηση, στην εξαγωγή συμπερασμάτων και στην κατάκτηση του καινούριου. Η τέχνη της καθοδήγησης του διαλόγου στο μάθημα δεν είναι εύκολη υπόθεση, έχει τις δυσκολίες και τις ιδιαιτερότητές του και πρέπει γι' αυτό να γίνεται από τον διδάσκοντα συστηματική εξάσκηση. Παρέχει, όμως τεράστιες δυνατότητες για παραγωγική σκέψη των μαθητών στο μάθημα, εξασφαλίζει μια πρώτης τάξεως παιδαγωγική και μορφωτική ατμόσφαιρα στην Τάξη, ενώ παράλληλα διευκολύνει την ανθρώπινη συνάντηση και την κοινωνικοποίηση των συμμετεχόντων. Αν, επομένως, φροντίζουμε με επιμέλεια για την κατίσχυση του διαλόγου στο μάθημα αποφεύγοντας, βέβαια, την υπερβολική και άμετρη χρήση του, η οποία οδηγεί σε έναν άλλον «βερμπαλισμό», (ρητορισμό), τότε θα έχουμε αξιοποιήσει ένα σπουδαίο εργαλείο για την ποιοτική βελτίωση της διδακτικής πράξης. 26

Μορφές του Διαλόγου στο μάθημα Στην πραγματικότητα του μαθήματος και ανάλογα με τον τρόπο, με τον οποίον διδάσκων και μαθητές παρεμβαίνουν και συμμετέχουν στην διαπραγμάτευση του αντικειμένου της μάθησης, μπορούμε να διακρίνουμε τρείς βασικές μορφές διαλόγου στο μάθημα: v τον διδακτικό διάλογο (Lehr Dialog), v τον δεσμευμένο διάλογο (Gebundener Dialog) και v τον ελεύθερο διάλογο (Freier Dialog). Ł Ο διδακτικός διάλογος Ο διδακτικός διάλογος στο μάθημα είναι μια αρκετά διαδεδομένη μορφή διδασκαλίας και έλκει την καταγωγή του από την κλασσική ελληνική εποχή, με τούς Σωκρατικούς διαλόγους του Πλάτωνος. Στον διδακτικό διάλογο ακολουθείται μια καθορισμένη πορεία συλλογισμών και οι διαλεγόμενοι είναι προσηλωμένοι σ' ένα συγκεκριμένο σκοπό, ενώ η προώθησή του εξασφαλίζεται με παρακινήσεις και ερωτήσεις του διδάσκοντος, όπως και στον Σωκρατικό διάλογο. Στον διδακτικό διάλογο το αντικείμενο - θέμα το επιλέγει ο διδάσκων, που έχει φροντίσει να είναι κατάλληλο, για να αντιμετω-πισθεί με αυτήν την μορφή διαλόγου. Μπορεί, όμως, το αντικείμενο-θέμα να προκύψει ως θέμα συζητήσεως και κατά την διάρκεια της διαπραγμάτευσης άλλου σχετικού θέματος, γενικότερου ή μερικότερου. Ο διδάσκων, καθοδηγώντας τον διδακτικό διάλογο, παρακινεί τους μαθητές να διατυπώσουν απόψεις ή εικασίες για την αντιμετώπιση ή λύση του προβλήματος, οι οποίες μαζί με τα δεδομένα τού προβλήματος αποτελούν το πρώτο υλικό για την διαλογική συζήτηση. 27

Η φροντίδα του διδάσκοντος εδώ είναι, με τις λεπτές και προσεκτικές παρεμβάσεις του και κυρίως με τις σκοπούμενες ερωτήσεις του, να διεγείρει πνευματικά τον μαθητή και να τον παρακινήσει να φέρει ο ίδιος ο μαθητής την άποψη ή την εικασία, την οποία διατύπωσε αυτός ή άλλος μαθητής, αντιμέτωπη με τα δεδομένα του προβλήματος, με το ζητούμενο και με την λογική. Τότε ο μαθητής είτε θα διαπιστώσει συμφωνία της εικασίας αυτής με την λογική δομή, την οποία συγκροτούν τα δεδομένα και το ζητούμενο του προβλήματος είτε θα βεβαιωθεί για την αντίφαση, για την πλάνη, στην οποία έχει περιέλθει. Όμως και η ίδια η πλάνη έχει υποβοηθητική σημασία για τη γνώση και γι' αυτό ο διδάσκων την λαμβάνει σοβαρά υπ' όψη του, την αντιμετωπίζει με ειλικρίνεια και με ενδιαφέρον, χωρίς να αποθαρρύνει για οποιοδήποτε λόγο το μαθητή. Στον διδακτικό διάλογο ο διδάσκων είναι ο διευθύνων τον διάλογο, είναι ο σχεδιαστής της διανοητικής επεξεργασίας του αντικειμένου - προβλήματος, ο καθορίζων την ροή του διαλόγου, είναι αυτός που κατά βάση ερωτά, για να προκληθεί η διανοητική δραστηριότητα των μαθητών, προκειμένου να οδηγηθούν με την αξιοποίηση των δικών τους νοητικών δυνάμεων και με τους κατάλληλους διανοητικούς συνδυασμούς στην νέα γνώση και στις νέες έννοιες. Αυτή η μορφή διαλόγου μπορεί να χρησιμοποιηθεί γενικά, αλλά ενδείκνυται περισσότερο σ' εκείνες τις περιπτώσεις, κατά τις οποίες ενδιαφέρει μία συστηματική πορεία στην διαδικασία της μαθήσεως (λογική - αποδεικτική διαδικασία) ή κατά τις οποίες ενώπιον των μαθητών τίθενται καταστάσεις - προβλήματα, τα οποία είναι πολύ δύσκολο να τα διαπραγματευθούν μόνοι τους και χωρίς την σταθερή, λεπτή και προσεγμένη βοήθεια του διδάσκοντος. 28

Στον διδακτικό διάλογο είναι εμφανής η διαφορά στάθμης των γνώσεων διδάσκοντος και μαθητών. Αυτό, όμως, όταν δεν το επιδιώκει με την στάση του ο διδάσκων, δεν αλλοιώνει την αξία αυτής της μορφής διαλόγου, ο οποίος, αν τηρηθούν οι κανόνες για την ευδοκίμησή του, μπορεί να εξελιχθεί σ' έναν πραγματικά παραγωγικό διάλογο με θαυμαστά αποτελέσματα στο πεδίο των νέων γνώσεων. 29 Ł Ο Δεσμευμένος Διάλογος Σε αντίθεση με τον διδακτικό διάλογο, εδώ, στην δεσμευμένη μορφή τού διαλόγου, είναι οι μαθητές αυτοί που δραστηριοποιούνται περισσότερο, είναι οι μαθητές αυτοί που ερωτούν, απευθυνόμενοι ο ένας στον άλλον και στον διδάσκοντα, είναι οι μαθητές αυτοί που, διαλεγόμενοι, επιδιώκουν να κατανοήσουν με τον δικό τους τρόπο το πρόβλημα και να το αντιμετωπίσουν επιτυχώς ή να το λύσουν. Όπως και στον διδακτικό διάλογο, έτσι και στον δεσμευμένο διάλογο η συμμετοχή των διαλεγομένων γίνεται πάνω σε θέμα προκαθορισμένο από τον διδάσκοντα, ο οποίος προγραμματισμένα μπορεί να το έχει επιλέξει από όλες τις περιοχές γνώσεων (ιδεολογικές, πολιτικές, ιστορικές, γεωγραφικές, μαθηματικές, κλπ). Εδώ, όμως, ο σκοπός και η διαδικασία αντιμετώπισης του προβλήματος ή του θέματος δεν είναι εκ των προτέρων καθορισμένα. Με άλλα λόγια, το αποτέλεσμα του διαλόγου δεν είναι εκ των προτέρων γνωστό. Οι μαθητές προσπαθούν από μόνοι τους να ανιχνεύσουν και να προσδιορίσουν το τελικό συμπέρασμα, μέσα από την ποικιλία των απόψεων, που διατυπώνονται. Ο διδάσκων, στον δεσμευμένο διάλογο, είναι ισότιμος συνομιλητής, ο οποίος αφήνει τους ίδιους τους μαθητές να συζητούν για τους προτεινόμενους τρόπους αντιμετώπισης του θέματος, για τις

προτεινόμενες λύσεις και την ανθεκτικότητά τους, αλλά και για την εξαγωγή συμπερασμάτων. 'Όταν ο διδάσκων παίρνει τον λόγο, αυτό το κάνει διακριτικά και επιφυλακτικά και όταν κρίνει ότι αυτό απαιτείται από τις περιστάσεις της στιγμής. Έτσι, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο διάλογος ανακόπτεται ή οδηγείται σε λανθασμένους δρόμους και συμπεράσματα ή ο διδάσκων εκτιμά ότι επέρχεται τέλμα στις πνευματικές δραστηριότητες των μαθητών, τότε είναι αναγκαία η διακριτική και επιφυλακτική παρέμβαση του διδάσκοντος, για να βοηθηθούν οι μαθητές και για να επαναδρομολογηθεί ο διάλογος. Ο δεσμευμένος διάλογος ευδοκιμεί, όταν ο κάθε συμμέτοχος ακούει με σοβαρότητα και με ενδιαφέρον τούς συνομιλητές του και όταν ο καθένας επιτρέπει στον άλλον να μιλήσει. Με άλλα λόγια, ο δεσμευμένος διάλογος απαιτεί από τους διαλεγομένους έναν υψηλό βαθμό πειθαρχίας στους κανόνες του διαλόγου. Εδώ, είναι ξένη προς το πνεύμα τού διαλόγου τυχόν αποδοκιμασία της άποψης του άλλου. Στο μάθημα υπάρχουν πολυάριθμες αφορμές για την ανάπτυξη τού δεσμευμένου διαλόγου, και αυτές μπορούν να προκύψουν: α) στην αρχή του μαθήματος, με την παρουσίαση του προβλήματος - θέματος από τον διδάσκοντα, β) στο τέλος του μαθήματος, για την κωδικοποίηση, την συγκεντροποίηση και ολοκληρωμένη παρουσίαση των συμπερασμάτων, είτε ακόμη γ) κατά την διάρκεια τού μαθήματος, όταν προκύπτουν ατομικές γνώμες, οι οποίες μπαίνουν σε κριτικό έλεγχο όλων, με στόχο την επίτευξη αιτιολογημένων θέσεων και την επέκταση ή την εμβάθυνση των γνώσεων. 30

Ο δεσμευμένος διάλογος στο μάθημα, λόγω των αλλεπάλληλων παρεμβάσεων των συνομιλητών, με τις κρίσεις τους, τις ενστάσεις τους, τις πλάνες, τις απορρίψεις ή τις συμφωνίες, μπορεί να οδηγήσει σε μια επιστημονική αντιπαράθεση των συνομιλητών, σε εξαντλητική ανάλυση ενός θέματος ή μπορεί να δρομολογήσει μία συνθετική πορεία παραγωγής επιστημονικών συμπερασμάτων, που αποκαλύπτουν την νέα γνώση. Η αποτελεσματικότητα του διαλόγου αυτού είναι μεγαλύτερη στην εφηβική ηλικία των μαθητών, κατά την οποίαν ο μαθητής διαμορφώνει αποφασιστικά την προσωπικότητά του και την κοινωνική του υπόσταση. 31 Ł Ο Ελεύθερος Διάλογος Κατά τον ελεύθερο διάλογο στο μάθημα, το αντικείμενο-θέμα της συζητήσεως δεν είναι εξ αρχής δεδομένο, αλλά ούτε και σταθερό κατά την διάρκεια του μαθήματος. Αυτό μπορεί να αλλάζει κατά την εξέλιξη του μαθήματος, ανάλογα με τα ενδιαφέροντα των μαθητών αφού αυτό που εδώ μας ενδιαφέρει είναι, να έλθουν στην επιφάνεια τα ενδιαφέροντα και οι σκέψεις των μαθητών εκείνη την στιγμή. Αφορμή για έναν ελεύθερο διάλογο των μαθητών μπορεί να αποτελέσει μια πληροφορία σε οποιονδήποτε τομέα της γνώσης είτε μια ερώτηση ενός μαθητή για μια έννοια ή για ένα θέμα από την εξωσχολική εμπειρία. Αρχίζει, τότε, ένας διάλογος μεταξύ των μαθητών, στον οποίον ο διδάσκων μόνο παρασκηνιακά και διακριτικά συμμετέχει. Καθώς ο διάλογος εξελίσσεται, έχουμε εξωτερίκευση των βιωμάτων των μαθητών, ελεύθερη διατύπωση απόψεων και γνωμών, έκφραση μαθητικών ερωτήσεων, συνδυασμό και συσχέτιση των ερωτήσεων και απαντήσεων με συγγενές θέμα, γεγονότα τα οποία μπορεί να οδηγήσουν φυσιολογικά σε τροποποίηση ή αλλαγή του θέματος της συζητήσεως, το οποίο, βέβαια,

συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με το προηγούμενο θέμα ή με το θέμα - αφορμή. Στον ελεύθερο διάλογο ο διδάσκων αποφεύγει τις παρεμβάσεις του και, όσο εξελίσσεται ο διάλογος, παρακολουθεί με προσοχή και με ενδιαφέρον τη συζήτηση, αφήνει τους μαθητές του ελεύθερους να ρωτούν, να απαντούν, να δραστηριοποιούνται πνευματικά, να αλλάζουν θέμα συζητήσεως σχετικό με τα προηγούμενα, και να καταλήγουν στα συμπεράσματά τους. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι στον ελεύθερο διάλογο ο διδάσκων απουσιάζει τελείως και μένει απλός θεατής των διαδραματιζομένων στην Τάξη. Αλλά, αυτός είναι που, παρακολουθώντας βήμα προς βήμα τον διάλογο των μαθητών, παρακινεί τούς μαθητές σε δραστηριότητα, τους υποβοηθεί στις τοποθετήσεις, στις ερωτήσεις και στις απαντήσεις τους. Με άλλα λόγια, ο διδάσκων, με τις προσεκτικές και διακριτικές παρεμβάσεις του, προετοιμάζει τον δρόμο για πνευματικούς συνδυασμούς των μαθητών και φροντίζει να επανέλθει ο διάλογος στον σωστό δρόμο και να επανασυνδεθεί με τα ουσιώδη του θέματος, όταν εκτιμηθεί ότι κινδυνεύει να εκφυλισθεί σε φλυαρία. Εδώ, βέβαια, χρειάζεται η ιδιαίτερη φροντίδα του διδάσκοντος ώστε, με τις αναγκαίες παρεμβάσεις του, να μην στενέψει διδακτικά ο διάλογος. Αν ο διάλογος στενέψει διδακτικά, τότε χάνει την γνησιότητά του, και γι' αυτό ο διδάσκων πρέπει να παραμένει μεν μέλος της διαλεγόμενης ομάδας, αλλά αποφεύγει να υποβάλλει ο ίδιος ερωτήσεις. Επειδή στον ελεύθερο διάλογο οι σκέψεις, οι απορίες, οι ερωτήσεις και οι απαντήσεις των μαθητών ακολουθούν με ρυθμό ταχύτερο από ό,τι στις άλλες μορφές διαλόγου, χρειάζεται περισσότερη προσοχή, συγκέντρωση και αντοχή για να ακούμε τον συνομιλητή μας, και γι' αυτό ο διδάσκων πρέπει να φροντίζει με ιδιαίτερο τρόπο για την διατήρηση της 32

πειθαρχίας στους κανόνες του διαλόγου από την πλευρά των μαθητών. Η έλλειψη πειθαρχίας στον ελεύθερο διάλογο ή η τυχόν παρατεταμένη αμηχανία των μαθητών, εξ αιτίας, επί παραδείγματι, της μη κατανοήσεως κάποιου στοιχείου του θέματος, μπορεί να οδηγήσουν σε τοποθετήσεις των μαθητών, οι οποίες ή είναι ασύνδετες μεταξύ τους ή στέκονται στον αέρα και χωρίς συνοχή. Αυτό δημιουργεί τον κίνδυνο ενός διανοητικού χάους στην Τάξη, γεγονός που συμβάλλει στην απώλεια τής δυνατότητας αλληλοκατανοήσεως και ανθρώπινης επικοινωνίας μεταξύ των μαθητών και οδηγεί με βεβαιότητα στην μη εξαγωγή κανενός συμπεράσματος από τον διάλογο, δηλαδή οδηγούμαστε στην αυτοκατάργηση του διαλόγου. Ο ελεύθερος διάλογος μπορεί να εφαρμοσθεί με αφορμή πολλές διδακτικές καταστάσεις. Επειδή, όμως, δεν είναι εύκολο να εφαρμοσθεί, χρειάζεται σχετική επιδεξιότητα και ικανότητα από τον διδάσκοντα, για να καθοδηγήσει έναν τέτοιο διάλογο και να οδηγήσει, μέσω αυτού, τούς μαθητές του σε μια αποτελεσματική διαλογική συζήτηση. 33 ΕΠΙΛΟΓΟΣ Στην προσπάθειά μας να καλυτερεύσουμε την διδακτική πράξη, να φέρουμε τους μαθητές μας σε ανθρώπινη επικοινωνία και συνάντηση, να τους βοηθήσουμε, ώστε να αξιοποιήσουν δικές τους εμπειρίες και γνώσεις για να προσεγγίσουν νέες έννοιες και αξίες - στην προσπάθειά μας να καλλιεργήσουμε στους μαθητές μας την κριτική και αυτόνομη σκέψη, να τους βοηθήσουμε στην πνευματική, κοινωνική και ψυχολογική τους ανάπτυξη - στην προσπάθειά μας να τους βοηθήσουμε να μάθουν να διαλέγονται με τον συνάνθρωπο για τις καθημερινές πνευματικές τους αναζητήσεις, να μάθουν να διαλέγονται με τον πλησίον τους για την αναζήτηση της αλήθειας με γόνιμο και παραγωγικό τρόπο: για όλα αυτά ο

διάλογος στο μάθημα είναι ένα ισχυρότατο εργαλείο. Και γι' αυτό πρέπει να αξιοποιείται από τον διδάσκοντα σε κάθε κατάλληλη στιγμή. Άλλωστε, η ίδια η ανθρώπινη ζωή δεν είναι άλλο, παρά ένας διαρκής ανθρώπινος διάλογος και όπως σημειώνει ο ΜΑRΤΙΝ BUBER, «αυτή η εύθραυστη ζωή ανάμεσα στην γέννηση και στον θάνατο, μπορεί πραγματικά να εκπληρωθεί, εάν αυτή είναι ένας διάλογος». 34

35 ΑΠΟ ΤΑ ΣΥΝΗΘΙΣΜΕΝΑ ΔΙΔΑΚΤΙΚΑ ΛΑΘΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ **************************** 1. Διδασκαλία χωρίς προκαθορισμένο στόχο και σκοπό. Συνήθως εξαντλείται στη διήγηση, αναδιήγηση από τους μαθητές, ανάγνωση του κειμένου και πρόχειρες ηθικολογικές σκέψεις προς ποικίλες κατευθύνσεις. 2. Διδασκαλία με σκοπό γενικότατο που είναι αδύνατο να επιτευχθεί σε μία ή δύο διδακτικές ώρες. π.χ αν ως στόχος θεωρηθεί: «να αποδειχθεί η αλήθεια της Ορθοδοξίας» ή «η τελειότητα του Χριστ. ήθους» κλπ. Τέτοιοι γενικοί στόχοι αναλύονται σε επί μέρους μικρούς στόχους μιας διδακτικής ώρας, πχ. «η κατανόηση της ορθόδοξης νοοτροπίας για την τέχνη των εικόνων». 3. Διδασκαλία μονολογική σε όλες τις φάσεις του μαθήματος. Ίσως με κάποιες παρεμβολές των μαθητών μόνο στην εφαρμογή. 4. Διδασκαλία με ρητορισμό. π.χ. διατυπώσεις όπως: «Αυτοί οι γίγαντες του πνεύματος, οι πνευματοφόροι Πατέρες της Εκκλησίας, που άρδευσαν την Οικουμένη με το χαριτόβρυτο λόγο τους, στέκονται ανά τους αιώνες ως τα αξεπέραστα πρότυπα ήθους, εκδαπάνησης στην υπηρεσία του ανθρώπου κλπ Στην εποχή μας είναι τελείως απαράδεκτη διδασκαλία. Συχνά τροφοδοτεί τον περιπαικτικό σχολιασμό των μαθητών. Φανερώνει αδυναμία ουσιαστικού αναλυτικού και συνθετικού λόγου.

36 5. Διδασκαλία με επιστράτευση όλης της Θεολογίας μας π.χ χρήση πλήθους χωρίων της Γραφής και των Πατέρων Υπόμνηση των χριστιανικών αρετών και καθηκόντων σε κάθε σχεδόν μάθημα (προσευχή, εκκλησιασμός, ταπείνωση, αγάπη, συμμετοχή στα μυστήρια, ανεξικακία κλπ) 6. Διδασκαλία με δογματισμό. Η διδασκαλία των Δογμάτων δεν σημαίνει «δογματική διδασκαλία.» Δογματισμό έχουμε όταν δεν μπορούμε να κατανοήσουμε και να αναλύσουμε ένα πρόβλημα-ερώτημα των μαθητών μας και το αντιμετωπίζουμε με παράθεση ρητών και έτοιμων θέσεων. Απαντήσεις του τύπου: «ο Κύριος Ημών Ιησούς Χριστός λέει επ' αυτού και ο λόγος του είναι πέρα από κάθε αμφισβήτηση» ή «η θέση της Εκκλησίας είναι σαφής και αιώνια και όποιος δεν θα συμμορφωθεί προς αυτήν» δεν προσφέρουν απολύτως τίποτε στον σύγχρονο άνθρωπο - μαθητή. 7. Διδασκαλία με συνεχείς παρεμβάσεις διακοπές των μαθητών. Ανάλογα με τη Μορφή της διδασκαλίας καθορίζεται ο τρόπος και ο χρόνος των παρεμβάσεων των μαθητών (ελεύθερος διάλογος, κατευθυνόμενος διάλογος, εργασία σε ομάδες, συνδυασμός μονολόγου και διαλόγου, συζήτηση σε εισηγήσεις μαθητών). Στα μαθήματα του Γυμνασίου όπου έχουμε σαφείς φάσεις προσφοράς από τον καθηγητή, οι μαθητές δεν θα διακόπτουν κάθε

στιγμή που τους γεννιέται μια απορία ή αντίρρηση, αλλά στις φάσεις όπου προβλέπει το σχέδιο του μαθήματος του καθηγητή: Αμέσως μετά την προσφορά (διήγηση, εξιστόρηση, ανάλυση) Στη συστηματική επεξεργασία που έχει ετοιμάσει ο καθηγητής για συζήτηση στην τάξη Στην τελική φάση, μετά την ολοκλήρωση του μαθήματος στην εφαρμογή ή έκφραση Την επόμενη φορά κατά την εξέταση ή μετά την εξέταση. 37 8. Διδασκαλία με συμμετοχή λίγων, πάντοτε των ίδιων μαθητών. Θα ενθαρρύνουμε και τους απρόθυμους να ζητήσουν το λόγο Δεν θα τους επιτιμούμε για την απροθυμία τους Θα επαινούμε και την πιο άτυχη συμμετοχή τους Στο α τρίμηνο αξίζει να επιβραδύνουμε το προχώρημα της ύλης για να κινήσουμε όλους σε συμμετοχή 9. Διδασκαλία που γίνεται με: Λόγο ταχύ ή βραδύ. Με λόγο θεωρητικό και σύνταξη περίπλοκη που συχνά δείχνουν επιδίωξη εντυπωσιασμού π.χ: «Η επίφαση της αντίθεσης των αρχών του Α και του Β αποκαλύπτεται με τη διαπίστωση της ταύτισης των έσχατων επιδιώξεων τους, όπως καθρεφτίζονται στην περιγραφή του ανθρωπολογικού τύπου στον οποίο πιστεύουν» Με ορολογία ειδίκευσης χωρίς επεξήγηση π.χ: «Από την κλήση ως τη δικαίωση και τον Αγιασμό μεσολαβεί χρόνος και άσκηση για την τελείωση του πιστού»