ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ

Σχετικά έγγραφα
Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ

Εργαστήριο Χωροταξικού Σχεδιασμού. 10 η Διάλεξη Όραμα βιώσιμης χωρικής ανάπτυξης Εισήγηση: Ελένη Ανδρικοπούλου

ενεργειακό περιβάλλον

η ενημέρωση για τις δράσεις που τυχόν υιοθετήθηκαν μέχρι σήμερα και τα αποτελέσματα που προέκυψαν από αυτές.

Εισήγηση της ΓΓΠΠ Αγγέλας Αβούρη στην ενημερωτική συνάντηση για τη δημιουργία Οργανισμού Τουριστικής Ανάπτυξης ( )

ΕΙΔΙΚΟ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΡΕΙΝΟΥΣ ΔΗΜΟΥΣ ΚΑΙ ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

ΟΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΧΩΡΟΘΕΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ

Η Περιφερειακή Επιστήμη.

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ

Διερεύνηση Δυνατοτήτων Αντιμετώπισης Παραγωγικών Προβλημάτων του Νόμου Κοζάνης. Αξιοποίηση των Εγκαταστάσεων της Εταιρείας Α.Ε.Β.Α.Λ.

H Έννοια και η Φύση του Προγραμματισμού. Αθανασία Καρακίτσιου, PhD

Philip McCann Αστική και περιφερειακή οικονομική. 2 η έκδοση. Chapter 1

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ

Α. ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΟΥ Ε.Π. ΔΕΠΙΝ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΜΕ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΤΩΝ ΤΟΠΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ (CLLD / LEADER)

CLLD / LEADER ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Π.Α.Α ΜΕΤΡΟ 19. ΤΟΠΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΤΟΠΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ

Περιβαλλοντική Εκπαίδευση

ΛΟΓΟΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Ευρώπη 2020 Αναπτυξιακός προγραμματισμός περιόδου ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2012

ΑΝΕΡΓΙΑ ΟΡΙΣΜΟΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΜΟΡΦΕΣ ΑΝΕΡΓΙΑΣ

ΗΜΕΡΙΔΑ Σ.Ε.Γ ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΓΕΩΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

ΠΕΠ ΑΝ. ΜΑΚΕ ΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

ΤΟ ΜΕΓΕΘΟΣ ΚΑΙ Η ΙΕΡΑΡΧΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΕΩΝ

ΤΟΣ Εφοδιαστική Αλυσίδα (Logistics)

Ομιλία του Κωνσταντίνου Τσουτσοπλίδη Γενικού Γραμματέα Διαχείρισης Κοινοτικών και άλλων Πόρων, στην

MEDLAB: Mediterranean Living Lab for Territorial Innovation

ΣΤΟΧΟΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΕΣΠΑ

Η χωρική διασπορά και η θέση των οικισμών

Γεωργικές Εφαρμογές και Εκπαίδευση για την Αειφόρο Αγροτική Ανάπτυξη

Η πολιτική που αφορά τη δομή της παραγωγικής διαδικασίας και όχι το παραγόμενο γεωργικό προϊόν

ΔΗΜΟΣ ΧΑΛΑΣΤΡΑΣ. Ζητήματα ανάπτυξης: παραγωγικές προοπτικές και προστασία των φυσικών πόρων

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΜΟΝΑΔΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ (ΜΚΕ)

Περιφερειακή ανάπτυξη- Περιφερειακές ανισότητες. Εισαγωγικές έννοιες

ΣΧΕΔΙΟ. Δήμος Σοφάδων ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ

Θεσμοί και Οικονομική Αλλαγή

Στοιχεία Επιχειρηματικότητας ΙΙ

MEDLAB: Mediterranean Living Lab for Territorial Innovation

13/1/2010. Οικονομική της Τεχνολογίας. Ερωτήματα προς συζήτηση ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Μέθοδος : έρευνα και πειραματισμός

ΑΕΙΦΟΡΙΑ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Βιοµηχανική ιδιοκτησία & παραγωγή καινοτοµίας Ο ρόλος του µηχανικού

«Η επιχειρηματικότητα στις ορεινές περιοχές του Δήμου Πύλης»

ΓΕΝΙΚΑ ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΡΟΟΔΟΥ TOY ΠΕΠ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ

Ε.Π. Κ.Π. «LEADER+» ( )

Η Πρόκληση της Ανταγωνιστικότητας Η Εκθεση για την Παγκόσµια Ανταγωνιστικότητα,

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΕΝΤΑΞΗΣ ΠΡΑΞΕΩΝ

ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΕΙΦΟΡΟ ΓΕΩΡΓΙΑ. Α. Κουτσούρης Γεωπονικό Παν/μιο Αθηνών

ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟ ΤΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΥ ΤΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ

INRES. Συνεργασία νησιωτικών περιφερειών για τη μεγιστοποίηση των περιβαλλοντικών και οικονομικών ωφελειών από την έρευνα στις ΑΠΕ

ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΟΕ ΡΟΥ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑΣ ΕΝΩΣΗΣ ΝΕΩΝ ΑΓΡΟΤΩΝ ΘΕΟ ΩΡΟΥ ΒΑΣΙΛΟΠΟΥΛΟΥ ΗΜΕΡΙ Α ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ AGROQUALITY FESTIVAL. Αγαπητοί φίλοι και φίλες,

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΝΟΧΗΣ

Αναπτυξιακό Συνέδριο ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΣΤΕΡΕΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ. για την νέα Προγραμματική Περίοδο

Η Βιομηχανική Επανάσταση δεν ήταν ένα επεισόδιο με αρχή και τέλος ακόμη βρίσκεται σε εξέλιξη.

ΤΗΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ 4 «ΑΥΞΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΔΑΦΙΚΗΣ ΣΥΝΟΧΗΣ» ΤΟΥ ΕΠΑΛΘ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΑΠΑΝΗΣ ΕΤΘΑ:

Περιβαλλοντική Εκπαίδευση

Ε Π Ι Χ Ε Ι Ρ Η Μ Α Σ Ι Κ Ο Σ Η Σ Α & Κ Α Ι Ν Ο Σ Ο Μ Ι Α

43,97 % 43,97 % 1698/2005,

Περιεχόμενα. Αστικά και περιφερειακά οικονομικά υποδείγματα και μέθοδοι... 37

1 η Εγκύκλιος Αναπτυξιακού Προγραμματισμού

Πρωτοβουλία για την Καινοτομία

Αντιφάσεις στην αξιοποίηση του τεχνικού επιστηµονικού δυναµικού στην ελληνική βιοµηχανία

G. Johnson, R.Whittington, K. Scholes, D. Angwin, P. Regnér. Βασικές αρχές στρατηγικής των επιχειρήσεων. 2 η έκδοση. Chapter 1

Ο ΔΗΜΟΣ ΝΟΤΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟΙ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΕΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Χ. ΑΠ. ΛΑΔΙΑΣ

Ταμείου Αγροτικής Επιχειρηματικότητας,

ΔΗΜΟΣ ΧΑΛΑΝΔΡΙΟΥ ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ

Συνεργασίες με τον Λευτέρη Παπαγιαννάκη. Ερευνητικά προγράμματα Ε.Μ.Π. για την. Ερευνητικό πρόγραμμα Ε.Μ.Π. για ένα. Αθήνας Αττικής (δεκαετία 2000)

Περιφερειακή Ανάπτυξη

Περιφερειακή Ανάπτυξη

«ΔΙΚΤΥΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΩΝ ΣΤΟ ΘΡΙΑΣΙΟ ΠΕΔΙΟ»

Τεχνολογία, καινοτομία και επιχειρηματικότητα

Η Περιφερειακή Πολιτική της Ε.Ε ( )

Η Έννοια της Εταιρικής Σχέσης & τα νέα Χρηματοδοτικά Εργαλεία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης

ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ ΔΗΜΟΣ KYMHΣ ΑΛΙΒΕΡΙΟΥ

ΕΠΑνΕΚ ΤΟΣ Περιβάλλον. Τομεακό Σχέδιο. Αθήνα,

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

Εναλλακτικές Μορφές Τουρισμού

Αθήνα, Νοεμβρίου 2014 ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ

Περιφερειακή ανάπτυξη- Περιφερειακές ανισότητες. Εισαγωγικές έννοιες. Συσσώρευση Κεφαλαίου, Χωρικός Καταμερισμός Εργασίας

15573/17 ΜΙΠ/ριτ 1 DG C 1

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ

«ΠΡΑΣΙΝΗ» ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ Ελληνικές Ιδέες, Καινοτομίες, Προϊόντα και Τεχνογνωσία Στην Παγκόσμια Μάχη για το Περιβάλλον

Ο στόχος αυτός είναι σε άμεση συνάρτηση με τη στρατηγική της Λισαβόνας, και συγκεκριμένα την ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής μέσω:

Αρχές Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων και Υπηρεσιών ΝΙΚΟΛΑΟΣ Χ. ΤΖΟΥΜΑΚΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑΤΩΝ 2.

1. Η ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΚΑΙ Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΜΟΝΑΔΑ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ (ΜΚΕ)

«καθορισμός μακροχρόνιων στόχων και σκοπών μιας επιχείρησης και ο. «διαμόρφωση αποστολής, στόχων, σκοπών και πολιτικών»

ΕΝΤΥΠΟ ΥΛΙΚΟ 4 ης ΙΑΛΕΞΗΣ

ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΑΓΡΟΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α

1. Οικονομική Πολιτική, Περιφερειακή Πολιτική,

15320/14 ΕΠ/γπ 1 DG E - 1 C

ΤΟΠΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΤΟΠΙΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ (Community Led Local Development CLLD)

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΕΝΤΑΞΗΣ ΠΡΑΞΕΩΝ

Πριν όµως περάσω στο θέµα που µας απασχολεί, θα ήθελα µε λίγα λόγια να σας µιλήσω για το ρόλο του Επιµελητηρίου Μεσσηνίας.

Η πόλη κινείται κάνουμε μαζί το επόμενο βήμα!

ΑΞΟΝΕΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ Ε.Π. «EΘΝΙΚΟ ΑΠΟΘΕΜΑΤΙΚΟ ΑΠΡΟΒΛΕΠΤΩΝ »

Transcript:

ΧΑΡΟΚΟΠΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑΣ Πτυχιακή μελέτη Βιώσιμη και ενδογενής τοπική ανάπτυξη στην ορεινή Αρκαδία: Η περίπτωση των δήμων Λεβιδίου και Βυτίνας Τριμελής Εξεταστική Επιτροπή: Επιβλέπων:Κ. Αποστολόπουλος, Καθηγητής Μέλη: Γ. Χονδρογιάννης, Αναπλ. Καθηγητής Ε. Θεoδωροπούλου, Επικ. Καθηγήτρια Σταυρούλα Ζυγουράκη Α.Μ. 20362 Αθήνα 2006

Πτυχιακή μελέτη Βιώσιμη και ενδογενής τοπική ανάπτυξη στην ορεινή Αρκαδία: Η περίπτωση των δήμων Λεβιδίου και Βυτίνας 1

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ 4 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο : ΑΝΑΠΤΥΞΗ 1.1 ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 7 1.2 ΠΡΟΤΥΠΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 8 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο : ΤΟΠΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ 2.1 ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 18 2.2 ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ 21 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Ο : ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ 3.1 ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΒΙΩΣΙΜΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 27 3.2 ΟΙ ΚΥΡΙΕΣ ΣΥΝΙΣΤΩΣΕΣ ΤΗΣ ΒΙΩΣΙΜΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 31 3.3 ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΒΙΩΣΙΜΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 43 3.4 Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΒΙΩΣΙΜΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 51 3.5 Η ΒΙΩΣΙΜΟΤΗΤΑ ΩΣ ΣΤΟΧΟΣ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ 54 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 Ο :ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ-ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ- ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ 4.1 ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 1981-85 65 4.2 ΠΕΝΤΑΕΤΕΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 1983-87. Ο ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ 65 4.3 ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΑ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ 1986-92 67 4.4 ΠΕΝΤΑΕΤΕΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ, 1988-1992 69 4.5 ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ Ι, 1989-93 69 4.6 ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ (ΕΑΠΤΑ) 70 4.7 ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ II, 1994-99 70 4.8 ΚΟΙΝΟΤΙΚΕΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΕΣ 71 4.9 ΕΙΔΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ (Ε.Π.Τ.Α.) 72 4.10 ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΣΤΗΡΙΞΗΣ III, 2000-2006 72 4.11 ΕΓΓΡΑΦΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΥ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ (ΕΠΑΑ) 76 4.12 Η ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 2007-2013 81 2

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5ο: ΟΡΕΙΝΕΣ ΚΑΙ ΜΕΙΟΝΕΚΤΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ 5.1 ΟΡΕΙΝΕΣ ΚΑΙ ΜΕΙΟΝΕΚΤΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ 84 5.2 ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΕΝΔΟΓΕΝΟΥΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΣΤΟΝ ΟΡΕΙΝΟ ΧΩΡΟ 90 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 Ο : ΔΗΜΟΙ ΛΕΒΙΔΙΟΥ ΚΑΙ ΒΥΤΙΝΑΣ 6.1 ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΔΗΜΩΝ ΚΑΙ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΔΙΑΜΕΡΙΣΜΑΤΩΝ 107 6.2 ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ 125 6.3 ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΕΣ - ΑΞΙΟΘΕΑΤΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ- ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΜΝΗΜΕΙΑ 129 6.4 ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ 150 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 Ο : ΕΡΕΥΝΑ ΠΕΔΙΟΥ 7.1 ΒΑΣΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ 174 7.2 ΠΕΡΙΓΡΑΦΙΚΗ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ 178 7.3 ΕΛΕΓΧΟΣ- Χ 2 228 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8 Ο : ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ 8.1 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ 308 8.2 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ 316 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 322 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 339 3

ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η έννοια, το περιεχόμενο και οι εκφράσεις της ανάπτυξης σε μία περιοχή αποτελούν μία δυναμική κατάσταση συνεχώς μεταβαλλόμενη. Η άμβλυνση του προβλήματος των περιφερειακών ανισοτήτων, η ενίσχυση των υποβαθμισμένων και μειονεκτικών περιοχών, η στήριξη και η ανάπτυξη νέων ευκαιριών σε περιοχές απομακρυσμένες από τα αστικά κέντρα αποτελούν ένα πλέγμα για την εκτίμηση της ανάπτυξης σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Στις μέρες μας, έχουν τεθεί οι βάσεις και έχουν πραγματοποιηθεί σημαντικά βήματα για την ανάπτυξη μιας περιοχής με σκοπό την διατήρηση και την προαγωγή των τοπικών κοινωνιών. Η αξιολόγηση της βιώσιμης ανάπτυξης μιας περιοχής αποτελεί μια πολυσύνθετη διαδικασία, η οποία απαιτεί εξειδικευμένες γνώσεις μιας μεγάλης ομάδας θεμάτων, ύπαρξη διαθέσιμων πληροφοριών και κυρίως πολύ χρόνο για μελέτη και έρευνα. Ιδιαίτερες δυσκολίες παρουσιάζει το γεγονός ότι η βιωσιμότητα δεν είναι έννοια άμεσα μετρήσιμη, αλλά και ούτε η πραγματικότητα που αναφέρεται μπορεί να παρατηρηθεί άμεσα. Ο νομός Αρκαδίας είναι ένας ορεινός νομός της χώρας μας. Λόγω της γεωμορφολογίας του και των δύσκολων κλιματικών συνθηκών η ανάπτυξή του στηρίχθηκε παλαιότερα αποκλειστικά στην αγροτική παραγωγή. Ειδικότερα, οι δήμοι Λεβιδίου και Βυτίνας, έχοντας το υψηλότερο υψόμετρο στην περιοχή και εξαιτίας των παραπάνω, κατατάσσονται στις ορεινές και μειονεκτικές περιοχές. Η ανάπτυξή τους στηρίζεται σ ένα πλήθος παραγόντων όπως οι φυσικοί πόροι, η εργασία, οι υποδομές, η τεχνολογία, η αγορά, η τοπική αυτοδιοίκηση, η περιφερειακή πολιτική της χώρα κ.α. Στις μέρες μας, οι δήμοι αυτοί επαναπροσδιορίσουν την θέση τους εφαρμόζοντας νέες πολιτικές και αποφάσεις ενώ ταυτόχρονα υλοποιούν σύγχρονα προγράμματα που προωθούν την ανάπτυξη του τόπου τους την ενδυνάμωση και προαγωγή της τοπικής κοινωνίας. Συνεπώς, αποτελεί πρόκληση η διερεύνηση και η προσέγγιση, τόσο σε θεωρητικό επίπεδο όσο και σε εμπειρικό, για την εξέλιξη της ανάπτυξης σ αυτήν την περιοχή καθώς και η δυνατότητα για αναδιάρθρωση του αναπτυξιακού της προτύπου. Όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με την αγάπη μου για την ορεινή Αρκαδία και ιδιαίτερα το Λεβίδι και την Βυτίνα, με οδήγησαν στην επιλογή του θέματος για την παρούσα εργασία. Το θέμα της είναι : «Βιώσιμη και ενδογενής τοπική ανάπτυξη στην ορεινή Αρκαδία: Η περίπτωση των δήμων Λεβιδίου και Βυτίνας». Σκοπός της εργασίας αυτής είναι να διαπιστωθεί κατά πόσον η περιοχή των δήμων Λεβιδίου και Βυτίνας μπορεί να επιτυγχάνει την ολοκληρωμένη, βιώσιμη, τοπική και ενδογενή ανάπτυξη. Θα εξεταστεί τόσο σε θεωρητικό επίπεδο, όσο και σε επίπεδο επιτόπιας έρευνας, πώς μπορεί να επιτευχθεί η ανάπτυξη μιας περιοχής, ώστε η ωφέλεια να μην είναι μόνο 4

βραχυπρόθεσμη αλλά και μακροπρόθεσμη, για όλους τους τομείς και τους παράγοντες της περιοχής. Λέγοντας τοπική ανάπτυξη, εννοούνται όλα τα γεωγραφικά, φυσικά, κοινωνικοπολιτικά και οικονομικά χαρακτηριστικά των οποίων η εξέλιξη μέσα στην αναπτυξιακή διαδικασία δηλώνει καλύτερη ποιότητα ζωής για τους ανθρώπους. Με τον όρο «βιώσιμη ανάπτυξη» δηλώνεται η χρήση όλων των πόρων (φυσικών, ανθρώπινων κτλ) σε τέτοιο βαθμό και ένταση, ώστε αυτή να προσδίδει τη μέγιστη ευημερία στο κοινωνικό σύνολο, χωρίς να απειλείται το μέλλον και η ποιότητα ζωής των επόμενων γενεών. Όλα τα παραπάνω θα εστιαστούν στις ορεινές περιοχές όπου είναι και η περίπτωση των δύο δήμων, της ορεινής Αρκαδίας. Τα στάδια που ακολουθήθηκαν για την συγγραφή της εργασίας ήταν τα εξής: Καταρχήν κατανόηση του θέματος, αναζήτηση και προσδιορισμός των όρων που αφορούν αυτό ώστε να δημιουργηθεί ένας σκελετός για την εργασία και τα θέματα που θα αναφερθούν, συγκεντρώθηκαν οι λέξεις κλειδιά και όλα τα πιθανά θέματα που έχουν σχέση με αυτή. Στη συνέχεια, συγκεντρώθηκαν πληροφορίες τόσο οι πρωτογενείς, από κατοίκους της περιοχής, υπάλληλους υπηρεσιών και δημοτικούς υπαλλήλους, εργαζόμενους και ελεύθερους επαγγελματίες όσο και δευτερογενείς από βιβλιογραφία στη βιβλιοθήκη του Χαροκοπείου, στο Internet και σε περιοδικά. Οι πληροφορίες αυτές χρησιμοποιήθηκαν τόσο για την συγγραφή του θεωρητικού μέρους όσο και την σύνταξη του ερωτηματολογίου. Το ερωτηματολόγιο μοιράστηκε σε κατοίκους των δύο δήμων που αναφέρεται η εργασία. Ακολούθησε το τελικό στάδιο της συγγραφής. Στην αρχή το θεωρητικό μέρος, κατόπιν η επεξεργασία των απαντήσεων του ερωτηματολογίου με στατιστικά προγράμματα και στο τέλος παρουσιάζονται τα συμπεράσματα και οι προτάσεις για την περιοχή. Αναλυτικότερα, η εργασία περιλαμβάνει συνολικά οκτώ κεφάλαια που το περιεχόμενο καθενός αναφέρεται ακολούθως. Στο πρώτο κεφάλαιο αναλύεται η έννοια της ανάπτυξης και παρουσιάζονται αναλυτικά τα πρότυπα που χρησιμοποιήθηκαν παλαιότερα, καθώς και μεταγενέστερες θεωρίες για την ανάπτυξη. Το δεύτερο κεφάλαιο αναφέρεται στην τοπική ανάπτυξη και στα χαρακτηριστικά της. Γίνεται λόγος για την ολοκληρωμένη ανάπτυξη μιας περιοχής, τη σημασία, τα οφέλη και τον σκοπό αυτής. Στο επόμενο κεφάλαιο, το τρίτο, αναλύεται η βιώσιμη ανάπτυξη. Συγκεκριμένα, αναφέρονται τα χαρακτηριστικά της, οι κύριες συνιστώσες της, οι αρχές της, η οικονομική ταυτότητά της. και για το πώς αυτή υιοθετήθηκε και αντιμετωπίζεται από την ευρωπαϊκή ένωση και την παγκόσμια κοινότητα. 5

Στο τέταρτο κεφάλαιο αναφέρονται τα περιφερειακά προγράμματα που εφαρμόστηκαν και εφαρμόζονται στην Ελλάδα τις τρεις τελευταίες δεκαετίες και συγκεκριμένα ξεκινώντας από το 1981 με τα προγράμματα περιφερειακής ανάπτυξης, τα μεσογειακά ολοκληρωμένα προγράμματα αργότερα, τα κοινοτικά πλαίσια στήριξης κ.α. φτάνοντας μέχρι σήμερα, με την προγραμματική περίοδο του 2007-2013. Τέλος, αναφέρονται οι σημαντικότερες αποφάσεις και γεγονότα για τη γεωργία και την ύπαιθρο γενικότερα. Το πέμπτο κεφάλαιο αναφέρεται στις ορεινές και μειονεκτικές περιοχές. Αρχικά, προσδιορίζει τις περιοχές αυτές, αναφέρει τα βασικά χαρακτηριστικά τους, τα κυριότερα προβλήματά τους και τις προοπτικές των περιοχών αυτών. Ακολουθεί το σχέδιο ανάπτυξης για τους ορεινούς χώρους για την περίοδο 2000-2006. Στη συνέχεια αναλύεται η έννοια του αγροτουρισμού και το πώς αυτός θα ωφελήσει τις ορεινές περιοχές για την ανάπτυξή τους. Τέλος αναφέρονται δύο σημαντικές κοινοτικές πρωτοβουλίες, το πρόγραμμα Leader και το πρόγραμμα Life λόγω της σημαίνουσας βαρύτητας στις δύο υπό εξέταση περιοχές. Στο έκτο κεφάλαιο παρουσιάζονται οι δύο ορεινοί δήμοι του Λεβιδίου και της Βυτίνας. Περιγράφονται όλα τα δημοτικά διαμερίσματα των δύο δήμων και τα δημογραφικά τους στοιχεία αντίστοιχα. Ακολουθεί μία σύντομη ιστορική ανασκόπηση της περιοχής εστιάζοντας το ενδιαφέρον σε ορισμένα γεγονότα και πρόσωπα, από την αρχαιότητα μέχρι και τα νεότερα χρόνια, σημαντικά για τη συγκεκριμένη περιοχή. Τέλος, γίνεται αναφορά στα σημαντικότερα οικονομικά στοιχεία που αφορούν τους τρεις παραγωγικούς τομείς της περιοχής με βάση δευτερογενή στοιχεία (δήμο, ΕΣΥΕ, κτλ). Στο έβδομο κεφάλαιο παρουσιάζεται η συλλογή των πρωτογενών πληροφοριών. Αρχικά, αναλύεται ο τρόπος και η διαδικασία συλλογής πληροφοριών, ταξινόμησης και ανάλυσης αυτών. Ακολούθως, παρουσιάζονται τα αποτελέσματα από την περιγραφική στατιστική που έγινε με τη βοήθεια του προγράμματος ΕXCEL και από τις συσχετίσεις που έγιναν μέσω του ελέγχου χ 2 με τη βοήθεια του προγράμματος STATGRAPHICS XV. Στο επόμενο και τελευταίο κεφάλαιο της εργασίας αυτής, στο όγδοο, παρουσιάζονται τα συμπεράσματα που προκύπτουν, τόσο σε θεωρητικό όσο και σε πρακτικό επίπεδο, από την παραπάνω μελέτη καθώς και οι προτάσεις που θα μπορούσαν να υλοποιηθούν στις συγκεκριμένες περιοχές για τη βιώσιμη ενδογενή και τοπική ανάπτυξή τους. Τελευταία μέρη της εργασίας είναι η βιβλιογραφία που χρησιμοποιήθηκε, ελληνική και ξενόγλωσση, και το παράρτημα που περιέχει χάρτες, ερωτηματολόγιο, διευκρινήσεις συντομεύσεων, κατάσταση των συσχετίσεων που έγιναν και άλλες πληροφορίες. 6

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο : ΑΝΑΠΤΥΞΗ 1.1 ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Στο Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής, η σημασία τόσου του όρου ανάπτυξη δίνεται με τις εξής έννοιες: ανάπτυξη η [anáptiksi] O33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του αναπτύσσω. 1. το να δίνουμε σε κτ. μεγαλύτερη έκταση: (στρατ.) ~ του μετώπου / της παράταξης. ~ των δυνάμεων. (μαθημ.) ~ κύβου / πυραμίδας / κώνου. ~ αλγεβρικής παράστασης, δημιουργία άλλης ισοδύναμης αλλά εκτενέστερης. 2α. σταδιακή δημιουργία: ~ δραστηριότητας. (φυσ.) ~ μαγνητικού πεδίου. (γλωσσ.) ~ συμφώνου / φωνήεντος, δημιουργία του ανάμεσα σε δύο φωνήεντα ή σύμφωνα αντιστοίχως. β. σταδιακή αύξηση ή βελτίωση: ~ ταχύτητας. ~ του πολιτισμού / μιας θρησκείας. Πνευματική / ηθική ~. H ~ της γεωργίας / της βιομηχανίας / του εμπορίου / των μεταφορών. (οικον.) η οικονομική ανάπτυξη: Θεωρίες για την ~. Παράγοντες / κεφάλαια / τράπεζα / ρυθμοί αναπτύξεως. Tοπική / περιφερειακή ~. Προγραμματισμένη ~. Xώρα υπό ~. ~ των μικροοργανισμών / φυτών / ζώων. ~ του σώματος / των μελών του σώματος. Σωματική / πνευματική ~. Είναι / βρίσκεται κάποιος στην ~, για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο κυρίως αυτή συμβαίνει. Φτάνει κάποιος σε τέλεια ~. (βιολ.): Στάδια / διαταραχές της ανάπτυξης. Φυσιολογική / πρόωρη / υπερβολική ~. 3. λεπτομερής περιγραφή ή ανάλυση ενός θέματος: ~ των ιδεών / σκέψεων / επιχειρημάτων κάποιου. ~ ενός συστήματος ιδεών. [λόγ. < αρχ. ἀνάπτυξις `ξεδίπλωμα, εξήγηση (-σις > -ση) σημδ. γαλλ. développement] Από όλες τις παραπάνω έννοιες αυτή με την οποία χρησιμοποιείται στην παρούσα εργασία είναι αυτή της σταδιακής αύξησης ή βελτίωσης όλων των παραγόντων που μπορούν να προϋποθέτουν καλύτερη ποιότητα ζωής για το κοινωνικό σύνολο. Ο όρος ανάπτυξη (development) άρχισε να χρησιμοποιείται μετά τη λήξη του Β παγκοσμίου πολέμου. Μετά τη δημιουργία πολιτικών συνασπισμών, θα έλεγε κανείς ότι η κύρια αιτία της προσπάθειας που ξεκίνησε για την παραγωγή και προώθηση της ανάπτυξης σε παγκόσμιο επίπεδο, ήταν συνέπεια μάλλον πολιτικών επιλογών, παρά ανθρωπιστικών στόχων (Αποστολόπουλος, 2001). Σύμφωνα με τον Ρόκο (1997) η ανάπτυξη είναι «μια καλύτερη ισορροπία κοινωνικών και ανθρώπινων σχέσεων και συστημάτων χρήσεων γης, παραγωγής και απασχόλησης, διανομής και κατανάλωσης, σύμφωνα με τις αξίες και τις επιλογές των δυνάμεων που βρίσκονται στην εξουσία, όπως αυτές μαχητικά συνυπάρχουν και αλληλεπιδρούν, στο φυσικό περιβάλλον με τη συγκεκριμένη κάθε φορά κοινωνική δυναμική και τη μέση κοινωνική συνείδηση. 7

Στις μέρες μας, ο όρος ανάπτυξη τείνει να παρεξηγηθεί, καθώς συνδέεται απόλυτα με τα έργα υποδομής που γίνονται σε έναν τόπο. Αυτά όμως είναι απλά τα μέσα για την επίτευξη του στόχου της ανάπτυξης και όχι αυτός καθαυτός ο σκοπός. 1.2 ΠΡΟΤΥΠΑ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Οι περισσότερες θεωρίες περιφερειακής ανάπτυξης, μέχρι τα τέλη περίπου της δεκαετίας του 1960, με βάση τον Χριστοφάκη (2001), στηρίζονταν στην ύπαρξη ενός αναπτυξιακού δυϊσμού, με διαχωρισμό της οικονομίας σ' έναν σύγχρονο κι έναν παραδοσιακό τομέα. Ο σύγχρονος τομέας σχετίζεται με τη αστικοποίηση, την εκβιομηχάνιση, την τεχνολογία και την επιχειρηματικότητα, ενώ ο παραδοσιακός αφορά την ύπαιθρο, τη γεωργία, τη χαμηλή παραγωγικότητα και τις παραδοσιακές παραγωγικές δομές. Ο σύγχρονος τομέας λειτουργεί σαν ατμομηχανή, που συμπαρασύρει τον παραδοσιακό τομέα στην αναπτυξιακή διαδικασία με τελικό αποτέλεσμα τη γενίκευση της ευημερίας. Αυτό αυτόματα από την πλευρά της πολιτικής σήμαινε ένα μονομερές ενδιαφέρον για τις αστικές περιοχές και την εκβιομηχάνιση, αφού η τελική "απογείωση" θα αποζημιώσει για όλες τις θυσίες διαχέοντας παντού τα οφέλη της ανάπτυξης και επεκτείνοντας την κοινωνική ευημερία (Χατζημιχάλης, 1992). Στη διεθνή πρακτική δύο πρότυπα περιφερειακής οργάνωσης της ανάπτυξης συναντώνται με διάφορες προσαρμογές. Το πρώτο προσπαθεί να αξιοποιήσει τις οικονομίες συγκέντρωσης και κλίμακας, να προωθήσει την προσέλκυση οικονομικών δραστηριοτήτων σε επιλεγμένα σημεία και να διευκολύνει μια διαδικασία διάχυσης της ανάπτυξης στην περιφέρεια που περιβάλλει τους πόλους. Το δεύτερο πρότυπο αποσκοπεί στην ανάπτυξη όλων των χωρικών πλεονεκτημάτων, τη διατήρηση του οικιστικού ιστού και τη συμμετοχή των ντόπιων φορέων και του πληθυσμού στον προγραμματισμό της ανάπτυξης. Το πρώτο πρότυπο είναι το πρότυπο της πολικής ανάπτυξης ή εκ των άνω ανάπτυξης ενώ το δεύτερο συναντάται ως από τη βάση ανάπτυξη, ολοκληρωμένη ανάπτυξη, ενδογενής ή εντόπια ανάπτυξη. Τα δύο πρότυπα εφαρμόζονται παράλληλα, σε διάφορους συνδυασμούς, που εξαρτώνται από την αναπτυξιακή φάση που διέρχεται κάθε χώρα, από τη διεθνή συγκυρία και από τις κοινωνικοοικονομικές επιλογές των κυβερνήσεων. 1.2.1 Το πρότυπο της πολικής ανάπτυξης 1.2.1.1 Γενικά Οι σπουδαιότερες θεωρίες της ομάδας αυτής αναπτύχθηκαν από τους Christaller (1933, όπ. αναφ. στο Κόνσολας, 1997), Perroux (1950, όπ. αναφ. στο Barquero, 1991) και Βoudeville (1968, όπ. αναφ. στο Παπαδασκαλόπουλος, 1995). 8

Πρώτος ο Christaller (1933, όπ. αναφ. στο Κόνσολας, 1997) στηριζόμενος στη μελέτη της κατανομής των οικισμών στη Νότια Γερμανία, προσπάθησε να αναλύσει το ρόλο της πόλης ως οικισμού που εξυπηρετεί όχι μόνο τους κατοίκους του, αλλά και τον πληθυσμό των γύρω περιοχών. Προς την κατεύθυνση αυτή ανέπτυξε την έννοια της "κεντρικής θέσης", που προσδιορίζεται από την εγκατάσταση ενός οικισμού και διαφόρων δραστηριοτήτων στο κέντρο μιας περιοχής. Η θέση αυτή, δηλαδή το αστικό κέντρο, προμηθεύει αγαθά και υπηρεσίες στην ίδια και σε μία συμπληρωματική της περιοχή. Στο χώρο εμφανίζονται πολλές τέτοιες κεντρικές θέσεις, που εξυπηρετούν τις γύρω απ' αυτές περιοχές, εξέλιξη της διαδικασίας αυτής καταλήγει στη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου συστήματος οικισμών ιεραρχικά διαρθρωμένων (σε πόλεις, κωμοπόλεις, χωριά), όπου το κάθε κέντρο περιβάλλεται από άλλα έξι, μορφή εξαγώνων. Οι λειτουργίες που προσφέρει κάθε κατηγορία κέντρων εξαρτώνται από το μέγεθος των οικισμών. Ξεκινούν από λειτουργίες χαμηλής τάξης που προσφέρουν τα μικρά κέντρα και καταλήγουν σε λειτουργίες υψηλής τάξης που προσφέρουν τα μεγαλύτερα. Ο Losch, συμπληρώνοντας τη θεωρία της κεντρικής θέσης προσδιόρισε, βάσει του μεγέθους των κέντρων, τρεις τύπους εξαγωνικών αγορών, που επαναλαμβάνονται στο χώρο, ενώ ιεράρχησε τις κεντρικές θέσεις ξεκινώντας από μικρά χωριά (100 κατοίκων) και καταλήγοντας στα μεγάλα μητροπολιτικά κέντρα (με πληθυσμό εκατομμύρια κατοίκους), τα οποία προσφέρουν όλα τα είδη αγαθών και υπηρεσιών (Κονσόλας, 1997). Η σημαντικότερη όμως θεωρία της ομάδας αυτής είναι η θεωρία της πολικής ανάπτυξης, που αναπτύχθηκε στη δεκαετία του 1950 και κατηύθυνε ένα μεγάλο μέρος των αναλύσεων και των πολιτικών περιφερειακής ανάπτυξης μέχρι και τη δεκαετία του 1970. Η εργασία κυρίως του Perroux (1950, όπ. αναφ. στο Barquero, 1991) καθώς επίσης και των Myrdal (1955, όπ. αναφ. στο Barquero, 1991) και Hirschmann (1958, όπ. αναφ. στο Barquero, 1991), αποτέλεσαν τη βάση πάνω στην οποία στηρίχθηκε. Η θεωρία αυτή δημιουργήθηκε από τη σκέψη ότι οι μηχανισμοί συσσώρευσης του κεφαλαίου στο καπιταλιστικό παραγωγικό σύστημα οδηγούν σε μία δυναμική άνισης ανάπτυξης στο χώρο. Ο Γάλλος οικονομολόγος Perroux (1950, όπ. αναφ. στο Xριστοφάκης, 2001) υποστηρίζει την άποψη ότι η ανάπτυξη δεν εμφανίζεται παντού και μονομιάς, αλλά γίνεται έκδηλη σε ορισμένα σημεία - πόλους ανάπτυξης με διαφορετική ένταση, διαδίδεται μέσω διαφορετικών καναλιών και προκαλεί διαφοροποιημένα αποτελέσματα στο σύνολο της οικονομίας. Ο πόλος ανάπτυξης καθορίζεται ως προωθητική βιομηχανία ή ως σύνολο προωθητικών βιομηχανιών που ασκούν θετικές επιδράσεις στον περιβάλλοντα χώρο. Η εθνική οικονομία αποτελεί ένα συνδυασμό ενεργών συστημάτων, που χαρακτηρίζονται από κινητήριες-προωθητικές βιομηχανίες και πόλους γεωγραφικά συγκεντρωμένων βιομηχανιών και δραστηριοτήτων και σχετικά αδρανών συστημάτων, δηλαδή επηρεαζόμενων βιομηχανιών και εξαρτημένων περιφερειών από τους γεωγραφικά συγκεντρωμένους πόλους. Τα πρώτα συστήματα προκαλούν την ανάπτυξη στα δεύτερα. 9

Μία βιομηχανία μπορεί να αποτελέσει προωθητική βιομηχανία όταν μέσω των ροών των προϊόντων και των εισοδημάτων που δημιουργεί, ευνοεί την ανάπτυξη άλλων δραστηριοτήτων, που βρίσκονται σε τεχνική σχέση μ αυτή (τεχνική πολική συγκέντρωση), ευνοεί την ανάπτυξη του τριτογενή τομέα (πολική συγκέντρωση εισοδημάτων) και αυξάνει τα περιφερειακά εισοδήματα προκαλώντας την προοδευτική συγκέντρωση κι άλλων νέων δραστηριοτήτων, που προσελκύονται από την προοπτική των διευκολύνσεων που τους προσφέρονται στην παραγωγή τους (ψυχολογική και γεωγραφική πολική συγκέντρωση), μέσω των εξωτερικών οικονομιών, των οικονομιών αστικής συγκέντρωσης και των οικονομιών κλίμακας που δημιουργούνται (Παπαδασκαλόπουλος, 1995). Ο Ηirschmann (1958, όπ. αναφ. στο Barquero, 1991) υποστηρίζει ότι οι αναπτυξιακές ανισότητες αποτελούν αναπόφευκτη συνέπεια και βασική προϋπόθεση της ίδιας της αναπτυξιακής διαδικασίας. Καθώς αναπτύσσεται μία περιφέρεια, στα πρώτα στάδια τηs ανάπτυξης κυριαρχεί η διαδικασία της πόλωσης, που σταδιακά όμως υποχωρεί κλιμακωτά, καθώς στα προωθημένα στάδια ανάπτυξης, ενισχύεται η διάχυση προς τα μικρότερα κέντρα. Προς την ίδια κατεύθυνση, αργότερα, ο Βoudeville (1968, όπ. αναφ. στο Παπαδασκαλόπουλος, 1995) πιστεύει ότι ο περιφερειακός πόλος ανάπτυξης είναι ένα σύνολο βιομηχανιών εγκατεστημένων σε αστική περιοχή, που προκαλούν την παραπέρα ανάπτυξη της οικονομικής δραστηριότητας σε ολόκληρη τη ζώνη επιρροής του. Έτσι, λοιπόν, τα μεγάλα αστικά κέντρα θα ήταν ο άξονας γύρω από τον οποίο θα αρθρώνονταν η ανάπτυξη και η αλλαγή στις δομές μιας χώρας. Σε γενικές γραμμές ο Barquero (1991) υποστηρίζει ότι η διάχυση της ανάπτυξης πραγματοποιείται όταν η αύξηση του κόστους των συντελεστών παραγωγής μεταβάλλει τη διάρθρωση του κόστους των επιχειρήσεων, αυξάνονται οι εξωτερικές οικονομίες και οι οικονομίες αστικοποίησης όπως επίσης οι οικονομίες επικοινωνιών και πληροφόρησης μειώνουν τις χωρικές ανισότητες. Οι επιχειρήσεις εισάγουν νέες τεχνολογίες και μεταβάλλουν τη στρατηγική της χωροθέτησής τους αναζητώντας νέες περιοχές, όπου οι τιμές των παραγωγικών συντελεστών είναι χαμηλότερες και υπάρχουν χωρικά πλεονεκτήματα που τους επιτρέπουν να εξακολουθήσουν να είναι ανταγωνιστικές στις αγορές και να διατηρήσουν τα κέρδη τους. Παράλληλα η λειτουργική συνεκτικότητα και αλληλεξάρτηση, καθώς και οι σχέσεις και ροές μεταξύ πόλου και περιφέρειας, οδηγούν στη διάχυση νέων τεχνικών στην ενίσχυση του εμπορίου, στην αύξηση της ζήτησης τροφίμων που παράγονται στην περιφέρεια, στην αύξηση των επενδύσεων σ' αυτήν και τελικά στην άνοδο του επιπέδου ανάπτυξης της περιφέρειας. Έτσι, η ανάπτυξη εισάγει την εκβιομηχάνιση και τη συγκέντρωση της παραγωγικής δραστηριότητας σε ένα μικρό αριθμό μεγάλων αστικών κέντρων, 10

διαφορετικών από εκείνα στα οποία διαχέεται αργότερα, ευνοώντας την αγροτική και περιφερειακή ανάπτυξη. Οι βασικές θετικές επιδράσεις του πόλου πάνω στην ανάπτυξη της περιφέρειας προέρχονται από την αύξηση της παραγωγής αγαθών, καθώς και από την ανάπτυξη δραστηριοτήτων του πρωτογενούς, δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα στην περιφέρεια. Τα προϊόντα και οι δραστηριότητες αυτές αφορούν κυρίως: Πρώτες ύλες και αγροτικά προϊόντα. Βιομηχανίες ειδών διατροφής, εξοπλισμού και εργαλείων, επεξεργασίας και αξιοποίησης των ημικατεργασμένων προϊόντων, καθώς και βιομηχανίες καταναλωτικών αγαθών. Δραστηριότητες του τριτογενή τομέα και ιδιαίτερα του εμπορίου, των μεταφορών, της χρηματοδότησης (Παπαδασκαλόπουλος, 1995). Συνοψίζοντας ο Barquero (1991) για την πολική ανάπτυξη θεωρεί ότι η διάχυση θα είναι μία διαδικασία χωρική, ιεραρχημένη οργανωτικά και τεχνολογικά και στην οποία οι προωθητικοί παράγοντες της ανάπτυξης είναι συγκεντρωμένοι σ' ένα μικρό αριθμό κέντρων - πόλων. Δέχεται την άποψη ότι οι μεγάλες μητροπόλεις περιλαμβάνουν τα νέα κέντρα παραγωγής τεχνολογίας και σύγχρονων βιομηχανικών προϊόντων. Οι συνεχείς τεχνολογικές και οργανωτικές μεταβολές διαχέουν την ανάπτυξη, έτσι ώστε οι συνιστώσες της παραγωγής και των δραστηριοτήτων των επιχειρήσεων που βρίσκονται στους κεντρικούς τόπους να συνδέονται πιο στενά με τις αντίστοιχες των περιφερειακών περιοχών. Από την εποχή ήδη της βιομηχανικής επανάστασης, τα περισσότερα κράτη, κυρίως τα αναπτυγμένα, άρχισαν να εφαρμόζουν πανομοιότυπα αναπτυξιακά μοντέλα σχεδιασμένα και κατευθυνόμενα από κέντρα εξουσίας στην κορυφή της πολιτικής και διοικητικής πυραμίδας. Ενισχύεται η δημιουργία σε ορισμένους πόλους μεγάλων προωθητικών βιομηχανικών συγκροτημάτων, προσανατολισμένων κυρίως σε προϊόντα αιχμής. Ο διεθνής καταμερισμός της εργασίας καθιερώνεται πλέον και αποτελεί βασική προϋπόθεση για την αναπτυξιακή πορεία. Η στρατηγική αυτή της ανάπτυξης "από τα πάνω", αναμφισβήτητα συνετέλεσε στην παραπέρα ανάπτυξη και επέκταση των ήδη αναπτυγμένων κρατών (Χατζημιχάλης, 1992). Ως στρατηγική, οι πόλοι ανάπτυξης έχουν στενή σχέση με τη στρατηγική της περιφερειακής ανάπτυξης μέσω της δημιουργίας βιομηχανικών συμπλεγμάτων, για τα οποία έχουν γίνει αρκετές μελέτες. Η οικονομική μεγέθυνση και πόλωση στο χώρο αποτέλεσε πράγματι αναπόσπαστο και αναγκαίο φαινόμενο και προϋπόθεση στην όλη αναπτυξιακή διαδικασία των βιομηχανικών κρατών. Η βασική αντίληψη που κυριαρχούσε ήταν ότι οι 11

ενέργειες των κεντρικών δημοσίων φορέων, μπορούσαν να οργανώσουν αποτελεσματικά τις παραγωγικές δραστηριότητες στο χώρο (Βarquero, 1991). 1.2.1.2 Κατηγορίες και μορφές πόλων ανάπτυξης Σύμφωνα με τον Παπαδασκαλόπουλο (1995) οι πόλοι ανάπτυξης είναι δυνατό να καταταχθούν σε δύο κατηγορίες: στους φυσικούς πόλους και στους πόλους με επίκτητα χαρακτηριστικά που αναλύονται παρακάτω. Η πρώτη κατηγορία περιλαμβάνει τους φυσικούς πόλους. Οι πόλοι αυτοί χαρακτηρίζονται από την παρουσία ενεργειακών πηγών, αποθεμάτων πρώτων υλών, ικανών να προσελκύσουν την εγκατάσταση και να ευνοήσουν την ανάπτυξη μεταποιητικών βιομηχανιών. Είναι συνήθως εγκατεστημένοι κοντά σε συγκοινωνιακούς κόμβους, οδικούςσιδηροδρομικούς, παραποτάμιους, ή σε μεγάλα λιμάνια διευκολύνοντας την εγκατάσταση μεταποιητικών επιχειρήσεων. Οι φυσικοί πόλοι είναι περιορισμένοι και αναπτύσσονται σε ορισμένες προνομιούχες περιοχές. Το γεγονός αυτό οδηγεί τους υπεύθυνους της περιφερειακής πολιτικής στην προσπάθεια δημιουργίας νέων πόλεων με επίκτητα πλεονεκτήματα. Η δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνει τους πόλους με επίκτητα χαρακτηριστικά. Τα χαρακτηριστικά αυτά είναι τα παρακάτω : α. Σχετική βιομηχανική παράδοση και διαθέσιμο ειδικευμένο εργατικό δυναμικό. β. Απαραίτητα έργα υποδομής κύρια στους τομείς των μεταφορών, των επικοινωνιών, της ηλεκτροδότησης και της υδροδότησης. γ. Συγκέντρωση διοικητικών υπηρεσιών. δ. Καλή οργάνωση στον τριτογενή τομέα ε. Εξασφάλιση ικανοποιητικού επιπέδου στις υπηρεσίες υγείας, εκπαίδευσης και αναψυχής. Οι Πολικές Συγκεντρώσεις εμφανίζονται σε τέσσερις κύριες μορφές: Πρώτη μορφή είναι τα κέντρα ανάπτυξης. Τα κέντρα αυτά ασκούν επιδράσεις ενδοπεριφερειακές και μεταβάλλουν τις δομές και τις ροές στο εσωτερικό της περιορισμένης περιοχής τους. Δεύτερη μορφή πολικών συγκεντρώσεων είναι οι πόλοι ανάπτυξης, οι οποίοι ασκούν επιδράσεις διαπεριφερειακές. Δεν επηρεάζουν μόνο την ανάπτυξη της περιφέρειας στην οποία είναι εγκατεστημένοι αλλά και την ανάπτυξη των γειτονικών περιφερειών- συντελώντας στην μεταβολή της κατανομής και των οικονομικών δραστηριοτήτων τους. Ειδίκευση της δημιουργίας πολικών φαινομένων στηριγμένων σε ερευνητικές λειτουργίες αποτελεί η σύγχρονη ανάπτυξη Τεχνοπόλεων και Επιστημονικών Πάρκων. 12

Τρίτη μορφή πολικών συγκεντρώσεων είναι οι άξονες ανάπτυξης οι οποίοι αποτελούνται από γειτονικά κέντρα ανάπτυξης ή σπανιότερα από γειτονικούς πόλους ανάπτυξης, που βρίσκονται σε στενή σχέση λόγω της ύπαρξης αναπτυγμένου δικτύου μεταφορών ή και του συμπληρωματικού χαρακτήρα των οικονομιών τους. Τέταρτη μορφή πολικής συγκέντρωσης είναι η μητροπολιτική περιφέρεια. Στην περιφέρεια αυτή υπάρχει ένας κύριος πόλος ανάπτυξης ο οποίος περιβάλλεται από σημαντικά αστικά κέντρα -δορυφόρους-, των οποίων οι δραστηριότητες καθορίζονται από την δομή της οικονομίας της μητρόπολης. Οι δορυφόροι αναπτύσσονται με την εγκατάσταση παραρτημάτων των μεταποιητικών βιομηχανιών της μητρόπολης και με την μετεγκατάσταση βιομηχανιών από την μητρόπολη, καθώς επίσης και με την εντατική αξιοποίηση ορισμένων χαρακτηριστικών τους για την ικανοποίηση των αναγκών του πληθυσμού της μητρόπολης. Σε μια δεύτερη κατηγορία δορυφόρων μπορούν να περιληφθούν οι πόλεις - λιμένες, οι πόλεις με έντονη εξορυκτική δραστηριότητα, τα συγκροτήματα ιαματικών πηγών, τα παραθεριστικά κέντρα Μεταξύ μητρόπολης και δορυφόρων υπάρχουν αγροτικές περιοχές, ο πληθυσμός των οποίων παρουσιάζει τάσεις μείωσης και απορροφάται στο ανθρώπινο δυναμικό των δορυφόρων (Κονσόλας, 1984; Παπαδασκαλόπουλος, 1984). 1.2.2 Αγροτοαστική ανάπτυξη Η αρχική πρόταση του Friedmann (1978, όπ. αναφ. στο Χατζημιχάλης, 1992) για την εφαρμογή μιας στρατηγικής "αγροτοαστικής ανάπτυξης" στις υπανάπτυκτες αγροτικές περιοχές των χωρών του Τρίτου Κόσμου αποτελεί μία πρώτη συνεισφορά στις θεωρίες περιφερειακής και τοπικής ανάπτυξης, η οποία συνδυάζει τα δύο πρότυπα, της πολικής και της ολοκληρωμένης ανάπτυξης. Ειδικότερα, η πρόταση για αγροτοαστική ανάπτυξη απευθύνονταν κυρίως στις περιφέρειες των χωρών του Τρίτου Κόσμου και ειδικότερα στις χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας με σημαντικό γεωργικό τομέα, διάσπαρτο πληθυσμό σε πολλά μικρά αστικά κέντρα και χωριά, έντονες περιφερειακές ανισότητες και χαμηλό γενικά επίπεδο διαβίωσης. Ο συνδυασμός λοιπόν της εκβιομηχάνισης με την αστικοποίηση και την ευημερία του αγροτικού πληθυσμού στα χωριά του ή στα κέντρα κοντά σε αυτά, έχει περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας στις αναπτυσσόμενες χώρες. Ωστόσο, σε μεταγενέστερα κείμενά του ο Friedmann υποστήριξε ότι η στρατηγική αυτή μπορεί να εφαρμοσθεί και σε αναπτυγμένες χώρες, με την προϋπόθεση βέβαια ότι θα πρέπει να υφίσταται σημαντικός αγροτικός τομέας. Η έμφαση στη σημασία των ενδογενών παραγωγικών δυνάμεων δόθηκε από τον Friedmann, ο οποίος εκφράζοντας ορισμένες επιφυλάξεις και κρατώντας αποστάσεις από τη γενικευμένη εφαρμογή της "εκ των κάτω ανάπτυξης", διατυπώνει την άποψη ότι μία περιοχή μπορεί να επιδιώξει υπό προϋποθέσεις μία αυτοδύναμη ανάπτυξη. Γι' αυτούς τους λόγους προβλήθηκε τότε η ιδέα της 13

ενδογενούς ανάπτυξης, ως συνισταμένη των παραπάνω απόψεων, στρέφοντας περισσότερο την έμφαση προς την αξιοποίηση του ενδογενούς δυναμικού (φυσικού και ανθρώπινου) και των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της κάθε περιοχής (Coffey and Polese, 1985. Παπαδασκαλόπουλος, 1995). 1.2.3 Ανάπτυξη και νέες τεχνολογίες Οι δραματικές επιπτώσεις της κρίσης στους παραδοσιακούς βιομηχανικούς χώρους και κλάδους ανέδειξαν νέες μορφές οργάνωσης της παραγωγής και νέους χώρους βιομηχανικής συγκέντρωσης, όπως η Silicon Valley, η Orange Country, η Βοστόνη, η Cite Scientifique στο Παρίσι, το Κέιμπριτζ, οι περιοχές συγκέντρωσης δραστηριοτήτων υψηλής τεχνολογίας του Τόκιο, της Τoyama και Τsukuba στην Ιαπωνία κ.τ.λ., στους οποίους την "προωθητική βιομηχανία" αποτελούν πλέον η Έρευνα, και Ανάπτυξη, καθώς και οι δραστηριότητες υψηλής τεχνολογίας. Το είδος του επενδεδυμένου κεφαλαίου, οι τύποι και οι μορφές οργάνωσης των εταιρειών, οι παραγωγικές διαδικασίες, οι εργασιακές σχέσεις, οι ταχύτατες αλλαγές της ζήτησης και των προϊόντων, απαιτούν συνεχή προσαρμοστικότητα. Ο ρόλος της τεχνολογίας κρίνεται σημαντικός. Η ευελιξία είναι η απάντηση στις παραδοσιακές άκαμπτες βιομηχανικές δομές εν σειρά, με νέες μορφές οργάνωσης της παραγωγικής διαδικασίας "για τότε που χρειάζεται" (just in time) και όχι πια για "όταν χρειαστεί" (just in case) που κυριαρχούσε παλαιότερα (Konsolas, Papadaskalopoylos and Sidiropoylos, 1989). Μέσα στο νέο αυτό πλαίσιο αναπτύχθηκαν θεωρίες και πρακτικές σχετικές με την τοπική, ενδογενή ανάπτυξη και την ανάπτυξη "από τα κάτω", την ευέλικτη εξειδίκευση, τις νέες τεχνολογίες, τις τεχνοπόλεις και τα επιστημονικά πάρκα και την αειφόρο ανάπτυξη. Την ίδια εποχή εμφανίζεται μία ακόμα συνισταμένη που κινείται παράλληλα και συμπληρωματικά με τις παραπάνω λύσεις, η σημασία των νέων τεχνολογιών στη διαδικασία της ανάπτυξης. Εμφανίζονται πολλές απόψεις που υποστηρίζουν ότι η τεχνολογική ανάπτυξη θα λύσει όλα τα οικονομικά, και όχι μόνο, προβλήματα. Θα υπερβεί τη στενότητα των πόρων, θα αυξήσει την παραγωγικότητα της εργασίας και κατ' επέκταση τις αναπτυξιακές δυνατότητες της κοινωνίας (Πάκος, 1992). Έτσι, αρχίζει να κυριαρχεί η άποψη ότι η έξοδος από την κρίση προϋποθέτει τεχνολογική μεταβολή, η οποία δεν μπορεί να υπάρξει παρά σε τοπικό επίπεδο (Lipietz, 1992). 1.2.4 Καινοτομία Τα τελευταία χρόνια, παράλληλα με την έμφαση στην τεχνολογία, έχει κάνει την εμφάνισή του ένας νέος, "συγγενής" όρος μ' αυτήν, η καινοτομία, στην αρχή χωρίς σαφές περιεχόμενο και πάντα σε σχέση με τις νέες τεχνολογίες, την ενδογενή και τοπική ανάπτυξη και την κοινωνία της 14

πληροφορίας. Με το πέρασμα του χρόνου ο όρος «καινοτομία» άρχισε να αποσαφηνίζεται και να αποκτά όλο και πιο συγκεκριμένο περιεχόμενο. Η καινοτομία έχει προταθεί τόσο από διεθνείς οργανισμούς, όπως η Ε.Ε. και ο ΟΟΣΑ, όσο και από αρκετούς θεωρητικούς, ως βασικός μοχλός της αναπτυξιακής διαδικασίας, ιδιαίτερα για το τοπικό επίπεδο. Έτσι, σύμφωνα με τον ορισμό της καινοτομίας, που προτείνει ο ΟΟΣΑ και υιοθετεί η Ε.Ε.: "Ο όρος καινοτομία σημαίνει τόσο μία διαδικασία, όσο και το αποτέλεσμά της. Πρόκειται για τη μετατροπή μιας ιδέας σε εμπορεύσιμο προϊόν ή υπηρεσία, λειτουργική μέθοδο παραγωγής ή διανομής - νέα ή βελτιωμένη -ή ακόμη σε νέα μέθοδο παροχής κοινωνικής υπηρεσίας (Πράσινη Βίβλος για την Καινοτομία, 1995). Έτσι, όταν μιλάει κανείς για τη διάδοση της καινοτομίας, μπορεί να αναφέρεται απ' τη μία στη διάδοση της διαδικασίας, δηλαδή των μεθόδων και πρακτικών που καθιστούν δυνατή την καινοτομία, και απ' την άλλη στη διάδοση των αποτελεσμάτων της διαδικασίας, δηλαδή των νέων ή βελτιωμένων προϊόντων ή υπηρεσιών που διαχέονται επιτυχώς στην αγορά. Σύμφωνα λοιπόν με την πρώτη έννοια του όρου (καινοτομία ως διαδικασία), η έμφαση δίνεται στον τρόπο με τον οποίο επινοείται και παράγεται η καινοτομία, στις διάφορες λειτουργίες και παράγοντες, που οδηγούν σ' αυτήν και στις αλληλεξαρτήσεις τους. Για παράδειγμα, σε επίπεδο επιχείρησης δίνεται ολοένα και μεγαλύτερη σημασία στους μηχανισμούς αλληλεπιδράσεων μέσα στην επιχείρηση (συνεργασία μεταξύ των διαφόρων τμημάτων, συμμετοχή των εργαζομένων σε νέες μορφές οργάνωσης), στη δικτύωση της επιχείρησης (με άλλες επιχειρήσεις, με υπηρεσίες υποστήριξης και παροχής συμβουλών, με κέντρα τεχνογνωσίας, ερευνητικά εργαστήρια και ινστιτούτα κ.λπ.), καθώς και στη σχέση της με τους χρήστες, στην έγκαιρη πρόβλεψη των αναγκών της αγοράς και στην άριστη γνώση των νέων τεχνολογιών. Σύμφωνα με τη δεύτερη έννοια του όρου (καινοτομία ως αποτέλεσμα) η βαρύτητα δίνεται στα νέα ή βελτιωμένα προϊόντα, μεθόδους ή υπηρεσίες, που μπορούν να εμφανισθούν σε όλους τους τομείς δραστηριοτήτων, παραδοσιακούς και σύγχρονους (www.europa.eu.int, 1995). 1.2.5 Βιώσιμη τοπική ανάπτυξη Ήδη από τη δεκαετία του 1960 ένα μέρος της οικονομικής σκέψης κατευθύνθηκε προς τη σχέση οικονομίας και περιβάλλοντος, τόσο από την πλευρά των επιπτώσεων της οικονομικής δραστηριότητας στο περιβάλλον, όσο και των επιπτώσεων της περιβαλλοντικής πολιτικής στην οικονομία (Παπαϊωάννου, 1991). Η τελευταία δεκαετία, όμως, έφερε στο προσκήνιο την ανάγκη συμβιβασμού της πολιτικής για οικονομική ανάπτυξη με την πολιτική για το περιβάλλον προς μία πολιτική "βιώσιμης ανάπτυξης", σύμφωνα με την οποία η προστασία του περιβάλλοντος είναι προϋπόθεση για τη μακρόχρονη οικονομική ανάπτυξη. Η άποψη αυτή απέκτησε ευρύτερη 15

πολιτική και κοινωνική απήχηση με τη Συνδιάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη που έγινε στο Ρίο ντε Τζανέϊρο της Βραζιλίας, τον Ιούνιο του 1992 (Κοκκώσης, 1994). Ο προβληματισμός και οι αποφάσεις στις οποίες κατέληξαν οι χώρες καταγράφηκαν σ' ένα κείμενο -πρόγραμμα δράσης για τον 21 ο αιώνα που ονομάστηκε "Αgenda 21. Η Αgenda 21 στόχευε πρωταρχικά στην "αειφόρο" ανάπτυξη. Η διατύπωση της έννοιας της "αειφόρου" ή "βιώσιμης ανάπτυξης" (sustainable development) στην Έκθεση της Παγκόσμιας Επιτροπής για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη (Επιτροπή Βrundtlant, 1987), αποτέλεσε μία επιτυχημένη σύζευξη των οικολογικών και περιβαλλοντικών διαστάσεων, με τις οικονομικές και κοινωνικές διαστάσεις της ανάπτυξης. Στην Έκθεση αυτή: "η αειφόρος ανάπτυξη είναι η ανάπτυξη η οποία καλύπτει τις ανάγκες του παρόντος, χωρίς να διακυβεύεται η ικανότητα των μελλοντικών γενεών να καλύψουν τις δικές τους ανάγκες". Η ανάπτυξη αυτή συνεπάγεται: Τη διατήρηση της γενικής ισορροπίας και αξίας του αποθέματος φυσικού κεφαλαίου. Τον επαναπροσδιορισμό των βραχυπρόθεσμων, μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων κριτηρίων αξιολόγησης κόστους - οφέλους και των μέσων που θα ανταποκρίνονται σε πραγματικά οικονομικοκοινωνικά δεδομένα και αξίες της κατανάλωσης και συντήρησης. Τη δίκαιη κατανομή και χρήση των πόρων μεταξύ εθνών και περιοχών σε όλο τον κόσμο. Με βάση αυτούς τους άξονες, πρέπει πλέον να διαμορφώνεται κάθε νέα πολιτική πρόταση ενσωματώνοντας έτσι περιβαλλοντικούς, κοινωνικούς και οικονομικούς προβληματισμούς, Στο πλαίσιο αυτό, η αειφόρος ανάπτυξη συνδέεται στενά με τη διαδικασία της τοπικής - ενδογενούς ή "εκ των κάτω" - ανάπτυξης. Την άποψη αυτή αιτιολογεί ο ορισμός της αειφόρου ανάπτυξης, όπως διατυπώθηκε από το Διεθνές Συμβούλιο Τοπικών Πρωτοβουλιών για το Περιβάλλον (International Council for Local Environmental Initiatives, 1994), ο οποίος δίνει μία πιο πρακτική ερμηνεία για την αειφόρο ανάπτυξη μέσα στο τοπικό πλαίσιο: "Αειφόρος ανάπτυξη είναι η ανάπτυξη που παρέχει βασικές περιβαλλοντικές, κοινωνικές και οικονομικές υπηρεσίες σε όλους τους κατοίκους μίας κοινότητας, χωρίς να απειλεί τη βιωσιμότητα των φυσικών, δομικών και κοινωνικών συστημάτων από τα οποία εξαρτάται η παροχή αυτών των υπηρεσιών". Σύμφωνα με την Αgenda 21 η βιώσιμη ανάπτυξη δεν μπορεί να επιτευχθεί με τις παραδοσιακές διαδικασίες λήψης αποφάσεων. Μία στρατηγική περιβάλλοντος δεν μπορεί παρά να έχει περιορισμένα αποτελέσματα αν δεν έχει εξασφαλίσει την ενεργό συμμετοχή των πολιτών, έναν υψηλό βαθμό ευαισθητοποίησης, οικολογικής αντίληψης, ευθύνης και 16

"διαφορετικής" συμπεριφοράς τους ως παραγωγοί και καταναλωτές. Στο πλαίσιο αυτό, η Τοπική Αυτοδιοίκηση, ως το επίπεδο διοίκησης που είναι πιο κοντά στους πολίτες, διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην εκπαίδευση, στην ευαισθητοποίηση και την κινητοποίηση των πολιτών για την επίτευξη της αειφορίας. Για το λόγο αυτό οι Τοπικές Αυτοδιοικήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο προχώρησαν στην υιοθέτηση της Αgenda 21 και συγκρότησαν τη δική τους Τοπική Αgenda 21 - Local Αgenda 21 που είναι κατά κύριο λόγο μία στρατηγική διαδικασία, για το σχεδιασμό και υλοποίηση των κατάλληλων δράσεων που θα οδηγούν προς την αειφορία με τη συμμετοχή όλων των κοινωνικών φορέων σε τοπικό επίπεδο (ΙCLEI, 1991; www.europa.eu.int, 1998). Σύμφωνα με τον Χατζημιχάλη (1992) σε επίπεδο εφαρμογών, η βασική συνισταμένη των νέων τεχνολογιών και της καινοτομίας, της περιφερειακής ή τοπικής πολιτικής και της αειφόρου ανάπτυξης είναι οι διάφορες οργανωμένες μορφές συγκέντρωσης δραστηριοτήτων υψηλής τεχνολογίας (όπως για παράδειγμα τα Τεχνολογικά, Επιστημονικά ή Ερευνητικά Πάρκα) και οι περιοχές ευέλικτης εξειδίκευσης. Το επιχείρημα ήταν ότι όσες περιοχές θέλουν να ανέβουν στο τρένο της υψηλής τεχνολογίας και της ανάπτυξης θα πρέπει να ακολουθήσουν το επιτυχημένο παράδειγμα περιοχών που στήριξαν την ανάπτυξη τους στην υψηλή τεχνολογία και τις καινοτομίες, την ευελιξία, τα πυκνά δίκτυα συνεργασιών των ΜΜΕ, τη συγκέντρωση των παραγωγικών τους μονάδων κοντά σε ερευνητικά κέντρα, σε τοπία ημιαστικού χαρακτήρα, αραιοκατοικημένα και με υψηλή ποιότητα αρχιτεκτονικής και φυσικού περιβάλλοντος. Στο πλαίσιο αυτό, άρχισαν να δίνονται κίνητρα και χρηματοδοτικοί πόροι για την ενδοπεριφερειακή μετακίνηση κεφαλαίων, την αναβάθμιση και επέκταση της υποδομής, την ενίσχυση της αυτονομίας της οικονομικής δραστηριότητας και την ενεργοποίηση της τοπικής επιχειρηματικότητας, την ενίσχυση των θετικών εξωτερικών οικονομιών σε τοπικό επίπεδο, την υποστήριξη (μέσω της δημιουργίας ειδικών οργανισμών, όπως πχ. αναπτυξιακών εταιρειών, εταιρειών συμβούλων, χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων) του τοπικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος, την κατάρτιση του τοπικού εργατικού δυναμικού κ.λπ., παράλληλα με την ενίσχυση της αποκέντρωσης και την ενδυνάμωση της τοπικής αυτοδιοίκησης (Χριστοφάκης,2001). Σήμερα, η ανάπτυξη δεν είναι μόνο η οικονομική μεγέθυνση και τα έργα υποδομής που γίνονται, αλλά είναι μία καλύτερη αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων πόρων προς όφελος του κοινωνικού συνόλου. Οι στρατηγικές ανάπτυξης είναι πολλές. Καμία από μόνη της δεν επιφέρει το επιθυμητό αποτέλεσμα αλλά ο συνδυασμός τους με βάση την περιοχή, την διεθνή συγκυρία και τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες. 17

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο : ΤΟΠΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ 2.1 ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ 2.1.1 Γενικά για την τοπική ανάπτυξη Για την ανάπτυξη το αποτέλεσμα του ρήματος αναπτύσσω- ο καταλληλότερος ορισμός με τον οποίο χρησιμοποιείται στην παρούσα εργασία είναι αυτός της σταδιακής δημιουργίας ή της σταδιακής αύξησης ή βελτίωσης ενώ για την έννοια της βιώσιμης και οι δύο ορισμοί αποδίδουν συμπληρωματικά τη σημασία της. Τοπική είναι αυτή που έχει σχέση με έναν τόπο, που γίνεται, παράγεται ή αναπτύσσεται σ αυτόν, που ανήκει ή συνδέεται μ αυτόν. Ενδογενής είναι αυτή που γεννιέται, δημιουργείται ή προκαλείται από εσωτερικούς παράγοντες. Βιώσιμη είναι η ανάπτυξη που περιλαμβάνει την ποιότητα της ζωής, αποδέχεται μη μετρήσιμες ποσοτικά ανθρώπινες αξίες και σέβεται τον άνθρωπο και το περιβάλλον γενικότερα. Επομένως, η ανάπτυξη μπορεί να είναι τοπική, ενδογενής και βιώσιμη. Αυτό σημαίνει την πρόοδο και ευημερία ενός τόπου, μιας μικρής περιοχής η οποία προέρχεται από την αξιοποίηση των εσωτερικών παραγόντων και πόρων της περιοχής αυτής με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να επιζήσει και να διαρκέσει, δηλαδή να ικανοποιεί όχι μόνο τις ανάγκες του παρόντος αλλά και του μέλλοντος. Αυτή είναι και η έννοια της ολοκληρωμένης ανάπτυξης για μια περιοχή. Με τον όρο «τοπική ανάπτυξη», εννοείται η επίτευξη ή η επιδίωξη μιας ή περισσοτέρων θετικών μεταβολών στα βασικά συστατικά της οικονομικοκοινωνικής κυρίως δραστηριότητας των ανθρώπων. Η ανάπτυξη σχετίζεται με τον ποσοτικό, ποιοτικό, δομικό ή ιδεολογικό χαρακτήρα των πιο πάνω μεταβολών. Με λίγα λόγια, η ανάπτυξη έχει σχέση με την εξέλιξη αλλά κυρίως με την καλύτερη ποιότητα ζωής, που αξίζουν να έχουν όλοι οι άνθρωποι, ανεξαιρέτως αν ανήκουν σε μία αναπτυγμένη ή όχι χώρα (www.ananeotiki.gr). Οι Coffey and Polese (1985) προσδιορίζοντας τον όρο τοπική ανάπτυξη αναφέρουν ότι δεν αφορά μόνο στη συγκεκριμένη χωρική μονάδα, αλλά αναφέρεται σε κάθε γεγονός, δραστηριότητα ή διαδικασία που γίνεται με πρωτοβουλία ή υποστηρίζεται από τον πληθυσμό αυτής της χωρικής μονάδας. Ο όρος ανάπτυξη αναφέρεται σε μια διαδικασία οικονομικής μεγέθυνσης που συνοδεύεται από μακροχρόνιες διαρθρωτικές μεταβολές στη κλίμακα εφαρμογής. Η έννοια της τοπικής ανάπτυξης δεν πρέπει να ταυτίζεται με την ανάπτυξη μιας συγκεκριμένης χωρικής μονάδας, αλλά με την ανάπτυξη που βασίζεται σε τοπικούς παράγοντες. Η τοπική ανάπτυξη είναι μια μορφή περιφερειακής ανάπτυξης, στην οποία οι τοπικοί παράγοντες (τοπικοί οργανισμοί και φορείς, τοπικές επιχειρήσεις, τοπική πρωτοβουλία και επιχειρηματικότητα) συνιστούν τους βασικούς μοχλούς της αναπτυξιακής διαδικασίας. Ως 18

τοπικοί παράγοντες δεν θεωρούνται μόνο τα γεωγραφικά και φυσικά χαρακτηριστικά των χωρικών μονάδων (τοπικά φυσικά συγκριτικά πλεονεκτήματα, φυσικούς πόρους, ορυκτό πλούτο κλπ.) αλλά και τα κοινωνικοπολιτισμικά χαρακτηριστικά της τοπικής παραγωγής που σχετίζονται με την αναπτυξιακή διαδικασία. Έτσι, χωρικές μονάδες με τοπικά μειονεκτήματα είναι δυνατόν να προωθήσουν την ανάπτυξή τους με τη βοήθεια της τεχνογνωσίας και της ανάπτυξης της τοπικής επιχειρηματικής δραστηριότητας. Για το λόγο αυτό η προσπάθεια για την προώθηση και την εφαρμογή της τοπικής ανάπτυξης εντάθηκε κυρίως σε ζώνες υποβαθμισμένες, μειονεκτικές καθώς και σε περιόδους κρίσης (Gatel and Passaris, 1986, όπ. αναφ. στο Παπαδασκαλόπουλος,1995). 2.1.2 Χαρακτηριστικά της τοπικής ανάπτυξης O Barquero (1991) προκειμένου να προσδιορίσει τα χαρακτηριστικά της τοπικής ανάπτυξης συνδυάζει τις απόψεις των Coffey και Polese (1985, όπ. αναφ. στο Barquero, 1991) και του Stohr (1990, όπ. αναφ. στο Barquero, 1991) καταλήγει ότι η τοπική ανάπτυξη μπορεί να θεωρηθεί ως μια διαδικασία οικονομικής ανάπτυξης και διαρθρωτικών αλλαγών που οδηγεί στη βελτίωση του επιπέδου ζωής του τοπικού πληθυσμού και στην οποία μπορούν να διακριθούν οι εξής διαστάσεις: 1) η οικονομική, όπου οι τοπικοί επιχειρηματίες χρησιμοποιούν την ικανότητά τους για να οργανώσουν τους τοπικούς παραγωγικούς συντελεστές σε ικανοποιητικά επίπεδα παραγωγικότητας ώστε να είναι ανταγωνιστικοί στις αγορές. 2) η κοινωνικοπολιτιστική, όπου οι αξίες και οι τοπικοί θεσμοί αποτελούν τη βάση της αναπτυξιακής διαδικασίας και 3) η πολιτικοδιοικητική, όπου οι χωρικές πολιτικές επιτρέπουν τη δημιουργία ενός τοπικού ευνοϊκού οικονομικού πλαισίου προστατεύοντάς το από τις εξωτερικές επιδράσεις και προωθώντας την ανάπτυξη της τοπικής δυναμικής (Barquero, 1991). Η τοπική οικονομική ανάπτυξη δεν είναι απλώς μία νέα ρητορική, αλλά αντιπροσωπεύει μ σημαντική αλλαγή στα υποκείμενα δράσης και στις δραστηριότητες που σχετίζονται με την οικονομική ανάπτυξη. Πρόκειται στην ουσία για μ διαδικασία με την οποία οι τοπικές αρχές και οι οικονομικές ομάδες διαχειρίζονται τους υπάρχοντες πόρους τους και προβαίνουν σε νέες συνεργασιακές ρυθμίσεις και συμφωνίες με τον ιδιωτικό τομέα ή μετά τους, με σκοπό τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και την παρακίνηση οικονομικής δραστηριότητας σε μία σαφώς ορισμένη οικονομική ζώνη. Το κεντρικό χαρακτηριστικό στην τοπικώς προσανατολισμένη είναι η έμφαση στις πολιτικές ενδογενούς ανάπτυξης, οι οποί χρησιμοποιούν το δυναμικό των τοπικών ανθρώπινων, θεσμικών και φυσικών πόρων. Αυτός ο προσανατολισμός οδηγεί στη λήψη τοπικών πρωτοβουλιών κατά την αναπτυξιακή διαδικασία για τη δημιουργία νέας απασχόλησης και για ενθάρρυνση της 19

οικονομικής δραστηριότητας. Η τοπική ανάπτυξη είναι μία διαδικασία η οποία αφορά τη δημιουργία νέων θεσμών, τ ανάπτυξη εναλλακτικών δραστηριοτήτων, τη βελτίωση της ικανότητας των υπαρχόντων εργαζομένων να παράγουν καλύτερα προϊόντα, τον προσδιορισμό νέων αγορών, τη μεταφορά γνώσης και τη δημιουργία νέων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων (Βlakely, 1994). Oι Bennet and Krebs (1991, όπ. αναφ. στο Χριστοφάκης, 2001) υποστηρίζουν την άποψη ότι η τοπική ενδογενής ανάπτυξη αφορά ένα ευρύ φάσμα παραγόντων, οι οποίοι συνδυαζόμενοι ενθαρρύνουν την ανάπτυξη των τοπικών οικονομιών. Οι εν λόγω παράγοντες είναι κυρίως οι εξής: έδαφος, υποδομή και χωροθέτηση δημιουργία κεφαλαίου και επένδυση καινοτομία, επιχειρηματικότητα και τεχνολογική αλλαγή ανθρώπινοι πόροι ανάπτυξη κατάλληλου θεσμικού πλαισίου. Κάθε ένας από αυτούς τους παράγοντες πρέπει να συντονίζεται με τους υπόλοιπους, υπόθεση που οδηγεί στην έννοια της συνεργασίας σε τοπικό επίπεδο, η οποία είναι αναγκαία συνθήκη για την τοπική-ενδογενή οικονομική ανάπτυξη. Η συνεργασία είναι μία έννοια που αναφέρεται σ ένα μηχανισμό, ο οποίος θα εγγυάται και θα εξασφαλίζει μία επιτυχή και βιώσιμη τοπική οικονομική ανάπτυξη. Βεβαίως η έννοια της συνεργασίας δε συνεπάγεται υποχρεωτικά ότι όλα τα συμμετέχοντα σ' αυτήν στοιχεία είναι ισότιμα, αλλά καθένα από αυτά εκπληρώνει το ρόλο του στην αναπτυξιακή διαδικασία ούτως ώστε να παραχθεί ένας βιώσιμος μηχανισμός ανάπτυξης. Υπό αυτούς τους όρους, η τοπική ανάπτυξη αποτελεί μία διαδικασία που αναφέρεται σε επίπεδο χαμηλότερο από το κρατικό και συνήθως χαμηλότερο και από το περιφερειακό. Η διαδικασία αυτή πραγματοποιείται εντός του πλαισίου μίας τοπικής αγοράς εργασίας και συχνά καλύπτει μία επιφάνεια μεγαλύτερη ή ίση από μία περιοχή τοπικής εξουσίας (κυβέρνησηςαυτοδιοίκησης), αλλά με δραστηριότητα εστιασμένη σε ειδικές θέσεις, τομείς ή κοινωνικές ομάδες. Το στοιχείο δηλαδή το οποίο πάντοτε υπεισέρχεται στο θέμα είναι η τοπική εξουσία. Επιπροσθέτως, ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δοθεί στον εκτεταμένο και γρήγορα αναπτυσσόμενο ρόλο του ιδιωτικού τομέα, στη διάρθρωση του, στα εμπορικά και επαγγελματικά επιμελητήρια, στα όργανα συλλογικής κοινωνικής ευθύνης, στις αναπτυξιακές εταιρείες, στα συμμετέχοντα κεφάλαια, στις επιχειρηματικές δράσεις, στα συμβούλια των επιχειρήσεων και σε άλλους τομείς συνεργασίας δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Επομένως, το θέμα της συζήτησης χαρακτηρίζεται από πλουραλισμό ενεργειών, δράσεων και προσεγγίσεων. 20

Κάτω από τέτοιες συνθήκες, γίνεται αντιληπτό ότι η ανάπτυξη δεν είναι αρκετό να προγραμματίζεται αποκλειστικά από τους κεντρικούς φορείς. Οι κάτοικοι των περιοχών αυτών πρέπει να απορρίψουν τη στάση αναμονής και να αναλάβουν πρωτοβουλίες. Για την προσέγγιση του στόχου αυτού είναι αναγκαία η συστηματική χάραξη της πολιτικής τοπικής ανάπτυξης με κύριους άξονες την τόνωση της τοπικής επιχειρηματικής δραστηριότητας, την κατάκτηση της τοπικής αγοράς, την κατάρτιση στελεχών, την αύξηση της πληροφόρησης και την εισαγωγή σύγχρονης τεχνολογίας. Η πολιτική της τοπικής-ενδογενούς ανάπτυξης παρά την εξαιρετική της σημασία κα το γεγονός ότι πολλές φορές αποτελεί τη μοναδική δυνατότητα προώθηση της ανάπτυξης, δεν πρέπει να θεωρείται ως υποκατάστατο αλλά ως συμπλήρωμα της εθνικής πολιτικής της περιφερειακής ανάπτυξης. Και αυτό διότι οι περιφέρειες είναι ανοικτές οικονομίες και οι εξωτερικοί παράγοντες είναι σημαντικοί. Για το λόγο αυτό είναι επιβεβλημένη η λειτουργική σύνδεση της διαδικασίας της τοπικής ανάπτυξης με μία στρατηγική περιφερειακής ανάπτυξης: η στρατηγική που μπορεί να προωθήσει την τοπική ανάπτυξη είναι η στρατηγική της "από τη βάση" ανάπτυξης (Παπαδασκαλόπουλος, 1995). 2.2 ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ 2.2.1.Γενικά για την ολοκληρωμένη ανάπτυξη Οι πρακτικές δυσκολίες της διάχυσης της ανάπτυξης από τον πόλο και της απορρόφησής της στην περιφέρεια οδήγησαν στη σύλληψη μιας διαφορετικής πολιτικής περιφερειακής ανάπτυξης που καλείται ολοκληρωμένη ανάπτυξη. Στην πράξη σε πολλές περιπτώσεις είναι ασύμφορη η δημιουργία κέντρων ή πόλων ανάπτυξης εξαιτίας : α. της έλλειψης αστικού κέντρου με τα κατάλληλα χαρακτηριστικά να προσφέρει τις λειτουργίες του πόλου ανάπτυξης. β. της ακαταλληλότητας της περιφέρειας να γίνει δέκτης της ανάπτυξης που προέρχεται από έναν πόλο. Ακόμη και στην περίπτωση που δημιουργείται ένας σημαντικός πόλος ανάπτυξης, ασκεί ουσιαστικά μόνο αρνητικές επιδράσεις στη περιφέρεια αυτή και μεταβάλλεται σε μια όαση μέσα στη έρημο, επιδεινώνοντας σε μεγάλο βαθμό τις περιφερειακές ανισότητες. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να αναζητηθεί ένα διαφορετικό μοντέλο περιφερειακής ανάπτυξης. Το μοντέλο αυτό είναι η Ολοκληρωμένη Ανάπτυξη. Η ολοκλήρωση συνδέεται με τη μεγέθυνση, την ανάπτυξη και την πρόοδο. Η μεγέθυνση είναι ένα σύνολο ρυθμών οικονομικής, δημογραφικής και κοινωνικής ανόδου. Η ανάπτυξη είναι μια άνοδος ρυθμών συνοδευμένη από μεταβολές τεχνικών και ψυχολογικών συμπεριφορών. Η πρόοδος είναι μια ανάπτυξη, που χάρη σε μια άριστη διάχυση πληροφορίας, τείνει ταυτόχρονα στη μεγιστοποίηση 21

της μεγέθυνσης και στην ελαχιστοποίηση κοινωνικών και οικονομικών εντάσεων. Αυτή η μείωση των εντάσεων και συγκρούσεων είναι η κοινωνική ολοκλήρωση. Ο Boudeville (1968, όπ. αναφ. στο Παπαδασκαλόπουλος, 1995) υποστηρίζει ότι η ολοκλήρωση είναι ταυτόχρονα κάθετη κατά τομείς οικονομικής δραστηριότητας και οριζόντια κατά χωρικές μονάδες. Η ολοκληρωμένη ανάπτυξη είναι συνεπώς η διαδικασία ανάπτυξης με την οποία επιδιώκεται η προώθηση όλων των οικονομικών δραστηριοτήτων, στις οποίες η περιφέρεια παρουσιάζει τοπικά πλεονεκτήματα καθώς και η εκμετάλλευση και αξιοποίηση όλων των πλουτοπαραγωγικών πηγών της περιφέρειας. Παράλληλα επιδιώκεται η ισόρροπη ανάπτυξη όλων των χωρικών μονάδων της περιφέρειας με την διατήρηση του υπάρχοντος οικιστικού δικτύου χωρίς την συγκέντρωση του πληθυσμού και των δραστηριοτήτων σ ένα ορισμένο αστικό κέντρο. Προς τα τέλη της δεκαετίας του 1970, που συνοδεύεται από την κορύφωση της πολύπλευρης κρίσης, με σημαντικές επιπτώσεις στο κυρίαρχο αναπτυξιακό πρότυπο, παρατηρείται μία σημαντική μεταστροφή στις κυρίαρχες αντιλήψεις περιφερειακής ανάπτυξης, με βασική συνισταμένη την απομάκρυνση από το γνωστό "δόγμα" των πόλων ανάπτυξης. Αυτή η απομάκρυνση βέβαια δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, αντίθετα μετεξελίχθηκε, γιατί η ίδια η διαδικασία της οικονομικής ανάπτυξης ενισχύει διαφόρων ειδών συγκεντρώσεις στο χώρο. Έτσι, πέρα από το πολικό πρότυπο του οποίου η ευρύτατη εφαρμογή έχει πλέον περιοριστεί, διαμορφώνονται θεωρίες και πρακτικές που αποτελούν τη βάση του προτύπου της ολοκληρωμένης-ενδογενούς ανάπτυξης. Σε γενικές γραμμές, το πρότυπο αυτό στηρίζεται στην ισόρροπη ανάπτυξη όλων των χωρικών μονάδων με τη διατήρηση του υπάρχοντος οικιστικού δικτύου, χωρίς τη συγκέντρωση πληθυσμού και οικονομικών δραστηριοτήτων σε ορισμένα μόνο αστικά κέντρα, μέσω της αξιοποίησης των τοπικών πλεονεκτημάτων και της ενεργοποίησης του ενδογενούς δυναμικού των περιοχών. Στην πράξη τα δύο πρότυπα λειτουργούν όχι ανταγωνιστικά, αλλά συμπληρωματικά. Εφαρμόζονται ουσιαστικά παράλληλα σε διάφορους συνδυασμούς, που εξαρτώνται από την αναπτυξιακή φάση που διέρχεται κάθε χώρα, από τη διεθνή συγκυρία και από τις κοινωνικοοικονομικές επιλογές των κυβερνήσεων (Παπαδασκαλόπουλος, 1995). 2.2.2 Σημασία της ολοκληρωμένης ανάπτυξης Η Ολοκληρωμένη Ανάπτυξη επιδιώκει την προώθηση όλων των οικονομικών δραστηριοτήτων, στις οποίες η περιφέρεια παρουσιάζει τοπικά πλεονεκτήματα με ειδικότερη προσπάθεια ολοκλήρωσης του παραγωγικού κυκλώματος και τόνωσης των ενδοπεριφερειακών ροών. 22