Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/581-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 37/ 2013

Σχετικά έγγραφα
Α Π Ο Φ Α Σ Η 85/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 121 / 2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 123/2014

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/763/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 15 /2015

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1720-2/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 169 / 2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 39/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 137/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 25/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 60/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 92/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 174/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 70/2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 60/2012

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/595-1/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 53/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 145/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2420/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 43 / 2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 49/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 161/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 150/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 159/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 47 / 2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 05/2015

(Αποστολή µε FAX) Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2122-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 34/2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 42/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 116/2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 50/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 09/2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 177/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 154/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 6/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 141/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3883-2/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 101 /2015

Α Π Ο Φ Α Σ Η 56/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 160/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2950-1//

Α Π Ο Φ Α Σ Η 4/2014

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5067-1/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 118/2015

Α Π Ο Φ Α Σ Η 137/2014

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/590/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 14/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 37/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 65/2012

Αθήνα, Αριθ.Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1289/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 28/2015

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2411-1/

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/7500/

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3378-2/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 56 /2016

Α Π Ο Φ Α Σ Η 38/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 21 /2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 40/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 31/2012

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/610/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 143/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3004/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 52/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 64/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 144/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 37/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 20/2016

Α Π Ο Φ Α Σ Η 128/2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 53/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 44/2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 159/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2111-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 82/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 152/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 151/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/1052-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 53/2013

Α Π Ο Φ Α Σ Η 20/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 147/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 69/ 2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 136 /2017

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4841-2/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 144 /2017

Α Π Ο Φ Α Σ Η 59 /2015

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/2783-2/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 71/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 168/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 62/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 74/2015

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/5792-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 153/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/3749/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 79/2015

Α Π Ο Φ Α Σ Η 116/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 47/2015

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/65-2/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 102/2012

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/133-1/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 33 /2015

Αθήνα, ΑΠ: Γ/ΕΞ/2309/

Α Π Ο Φ Α Σ Η 180/2014

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/6264-2/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 140/2013

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/6312-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 168/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 112/2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 33 /2011

Α Π Ο Φ Α Σ Η 23/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 13/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 98/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 89/2012

Α Π Ο Φ Α Σ Η 35/2012

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4603-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 135/2014

Α Π Ο Φ Α Σ Η 21/2011

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/2595/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 29/ 2018

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/491-1/ Α Π Ο Φ Α Σ Η 29/2015

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/4470-1/ ΑΠΟΦΑΣΗ 100/2015

Transcript:

Αθήνα, 20-03-2013 Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/581-1/20-03-2013 ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Ε ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ Α Π Ο Φ Α Σ Η 37/ 2013 (Τµήµα) Η Αρχή Προστασίας εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεδρίασε σε σύνθεση Τµήµατος στην έδρα της την Τρίτη, 5.3.2013 και ώρα 13:00 µετά από πρόσκληση του Προέδρου της, προκειµένου να εξετάσει την υπόθεση που αναφέρεται στο ιστορικό της παρούσας. Παρέστησαν ο Γεώργιος Μπατζαλέξης, Αναπληρωτής Πρόεδρος, κωλυοµένου του Προέδρου Πέτρου Χριστόφορου, και τα αναπληρωµατικά µέλη της Αρχής Σπύρος Βλαχόπουλος, Γρηγόρης Λαζαράκος και Χαράλαµπος Ανθόπουλος, ως εισηγητής, σε αντικατάσταση των τακτικών µελών Λεωνίδα Κοτσαλή, Αναστάσιου Ιωάννης Μεταξά και ηµητρίου Μπριόλα, οι οποίοι αν και εκλήθησαν νοµίµως εγγράφως δεν παρέστησαν λόγω κωλύµατος. Παρούσες χωρίς δικαίωµα ψήφου ήταν η Φερενίκη Παναγοπούλου, νοµική ελέγκτρια-δικηγόρος, ως βοηθός εισηγήτρια και η Eιρήνη Παπαγεωργοπούλου, υπάλληλος του τµήµατος διοικητικών και οικονοµικών υποθέσεων, ως γραµµατέας. Η Αρχή έλαβε υπόψη της τα παρακάτω: Με το υπ αρ. πρωτ. Αρχής Γ/ΕΙΣ/1323/22.2.2013 η ψυχίατρος Α, µε το υπ αρ. πρωτ. Αρχής Γ/ΕΙΣ1375/25.2.2013 ο ψυχίατρος Β και µε το υπ αρ. πρωτ. Αρχής Γ/ΕΙΣ/1469/28.2.2013 η ψυχοθεραπεύτρια Γ διαβιβάζουν στην Αρχή την αίτηση του και ζητούν να τους χορηγηθεί άδεια για την ικανοποίηση του αιτήµατός του. Ο ζητεί µε την υπ αριθ. πρωτ. Γ/ΕΙΣ/581/29.01.2013 αίτησή του και το Γ/ΕΙΣ/879/8.2.2013 συµπληρωµατικό έγγραφό του από τους ως άνω θεράποντες ψυχιάτρους και την ψυχοθεραπεύτρια της εν διαστάσει συζύγου του Ε να του χορηγήσουν βεβαιώσεις αναφορικά µε την κατάσταση της ψυχικής υγείας της 1

συζύγου του, ώστε να µπορέσει να αποδείξει την βασιµότητα της κατωτέρω αναφεροµένης αιτήσεως του και στη συνέχεια την ρύθµιση της ασκήσεως της επιµέλειας τους, όπως επιβάλλει το αληθές συµφέρον τους. Τις εν λόγω αιτηθείσες βεβαιώσεις ζητεί ο αιτών, προκειµένου να υποστηρίξει την από 15.10.2012 αίτηση που έχει υποβάλει στο Υπουργείο ικαιοσύνης, ιαφάνειας και Ανθρωπίνων ικαιωµάτων για επιστροφή των τέκνων του από την Αυστραλία στην Ελλάδα κατ εφαρµογή της Συµβάσεως για τα αστικά θέµατα της διεθνούς απαγωγής παιδιών (Σύµβαση της Χάγης του 1980). Η Αρχή, µετά από εξέταση των στοιχείων του φακέλου, αφού άκουσε τον εισηγητή και τη βοηθό εισηγήτρια, η τελευταία στη συνέχεια αποχώρησε και κατόπιν διεξοδικής συζήτησης, ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 1. Επειδή, οι διατάξεις των άρθρων 2 στοιχ. β, 4 παρ. 1 του ν. 2472/1997 (εναρµονιζόµενη, ιδίως, µε τις διατάξεις των άρθρων 9Α, του Συν/τος, 8 του Χάρτη Θεµελιωδών ικαιωµάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και 6 της Οδηγίας 95/46/ΕΕ), 7 παρ. 2 στοιχ. γ και 11 παρ. 3 του ν. 2472/1997, 5 παρ. 3 Κώδικα Ιατρικής εοντολογίας καθορίζουν τους όρους και τις προϋποθέσεις για τη νόµιµη επεξεργασία ευαίσθητων προσωπικών δεδοµένων που αφορούν στην υγεία. 2. Επειδή η Σύµβαση της Χάγης του 1980, όπως κυρώθηκε µε τον ν. 2102/1992, προβλέπει, ως προς την υπό κρίση υπόθεση, τα εξής: Σκοπός της συµβάσεως είναι, σύµφωνα µε το άρθρο 1: α) Να διασφαλίσει την άµεση επιστροφή των παιδιών που µετακινήθηκαν ή κατακρατήθηκαν παράνοµα σε ένα από τα Συµβαλλόµενα Κράτη και β) να διασφαλίσει ότι τα δικαιώµατα επιµέλειας και επικοινωνίας που υφίστανται κατά το δίκαιο ενός από τα Συµβαλλόµενα Κράτη θα είναι σεβαστά και στα άλλα Συµβαλλόµενα Κράτη. Σύµφωνα µε το άρθρο 8 της Συµβάσεως, το φυσικό ή νοµικό πρόσωπο ή η οργάνωση, που ισχυρίζονται ότι ένα παιδί µετακινήθηκε ή κατακρατήθηκε κατά παραβίαση δικαιώµατος επιµέλειας, µπορούν να απευθυνθούν είτε στην Κεντρική Αρχή του τόπου της συνήθους διαµονής του παιδιού, είτε σ` αυτήν οποιουδήποτε άλλου Συµβαλλόµενου Κράτους, για να τους παράσχουν τη συνδροµή τους µε σκοπό να εξασφαλιστεί η επιστροφή του παιδιού. Σύµφωνα µε το άρθρο 9 της Συµβάσεως, εφόσον η Κεντρική Αρχή που λαµβάνει την αίτηση, 2

σύµφωνα µε το άρθρο 8, έχει λόγους να πιστεύει ότι το παιδί βρίσκεται σε άλλο Συµβαλλόµενο κράτος, διαβιβάζει την αίτηση απευθείας και χωρίς καθυστέρηση στην Κεντρική Αρχή του Συµβαλλόµενου αυτού Κράτους και πληροφορεί σχετικά την Κεντρική Αρχή από την οποία προέρχεται η αίτηση ή, ενδεχοµένως, τον αιτούντα. Σύµφωνα µε το άρθρο 11, οι δικαστικές ή διοικητικές αρχές των Συµβαλλόµενων Κρατών οφείλουν να εφαρµόζουν τις διαδικασίες επείγοντος χαρακτήρος για την επιστροφή του παιδιού. Αν η δικαστική ή διοικητική αρχή που έχει επιληφθεί δεν έχει αποφασίσει εντός προθεσµίας έξι εβδοµάδων από την έναρξη της διαδικασίας, ο αιτών ή η Κεντρική Αρχή του Κράτους προς το οποία απευθύνεται η αίτηση µπορούν, είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν αιτήµατος της Κεντρικής Αρχής του Κράτους από το οποίο προέρχεται η αίτηση, να ζητήσουν επίσηµη έκθεση για τους λόγους αυτής της καθυστέρησης. Την απάντηση που θα λάβει η Κεντρική Αρχή του Κράτους προς το οποίο απευθύνεται η αίτηση οφείλει να τη διαβιβάσει στην Κεντρική Αρχή του Κράτους από το οποίο προέρχεται η αίτηση ή, ενδεχοµένως, στον αιτούντα. Σύµφωνα µε το άρθρο 16 της Συµβάσεως, αφότου τους γνωστοποιηθεί η παράνοµη µετακίνηση ενός παιδιού ή η κατακράτησή του κατά το άρθρο 3, οι δικαστικές ή διοικητικές αρχές του Συµβαλλόµενου Κράτους, όπου το παιδί µετακινήθηκε ή κατακρατήθηκε, δεν µπορούν να κρίνουν επί του κυρίου θέµατος του δικαιώµατος της επιµέλειας, µέχρι να διαπιστωθεί ότι δεν συντρέχει περίπτωση επιστροφής του παιδιού κατά την παρούσα Σύµβαση ή µέχρι να διαρρεύσει εύλογο χρονικό διάστηµα χωρίς να υπάρξει αίτηση εφαρµογής της Σύµβασης. Επίσης, σύµφωνα µε το άρθρο 19 της Συµβάσεως, απόφαση για την επιστροφή του παιδιού, που εκδόθηκε στο πλαίσιο της Σύµβασης, δεν θίγει το κύριο θέµα του δικαιώµατος επιµέλειας. Επίσης, σύµφωνα µε το άρθρο 21, αίτηση που αποσκοπεί στην οργάνωση ή την προστασία της ουσιαστικής άσκησης ενός δικαιώµατος επικοινωνίας µπορεί να απευθύνεται προς την Κεντρική Αρχή Συµβαλλόµενου Κράτους κατά τον ίδιο τρόπο όπως η αίτηση επιστροφής του παιδιού. Οι Κεντρικές Αρχές δεσµεύονται από τις υποχρεώσεις συνεργασίας που αναφέρονται στο άρθρο 7 για να εξασφαλίσουν την αδιατάρακτη άσκηση του δικαιώµατος επικοινωνίας και την πραγµατοποίηση κάθε όρου που απαιτείται για την άσκηση του δικαιώµατος αυτού και για να άρουν στο µέτρο του δυνατού κάθε εµπόδιο στην άσκηση του δικαιώµατος αυτού. Οι Κεντρικές Αρχές µπορούν, είτε απευθείας είτε µέσω ενδιάµεσων οργάνων, να κινούν ή προωθούν νόµιµες διαδικασίες για να οργανώσουν ή να προστατεύσουν το δικαίωµα επικοινωνίας και τους όρους στους οποίους υπόκειται η άσκηση του δικαιώµατός 3

αυτού. 3. Επειδή, στην υπό κρίση υπόθεση, µε το υπ αρ. πρωτ. Αρχής Γ/ΕΙΣ/1323/22.2.2013 η ψυχίατρος Α, µε το υπ αρ. πρωτ. Αρχής Γ/ΕΙΣ1375/25.2.2013 ο ψυχίατρος Β και µε το υπ αρ. πρωτ. Αρχής Γ/ΕΙΣ/1469/28.2.2013 η ψυχοθεραπεύτρια Γ διαβιβάζουν στην Αρχή την αίτηση του και ζητούν να τους χορηγηθεί άδεια για την ικανοποίηση του αιτήµατός του. Ο ζητεί µε την υπ αριθ. πρωτ. Γ/ΕΙΣ/581/29.01.2013 αίτησή του και το Γ/ΕΙΣ/879/8.2.2013 συµπληρωµατικό έγγραφό του από τους ως άνω θεράποντες ψυχιάτρους και την ψυχοθεραπεύτρια της εν διαστάσει συζύγου του Ε να του χορηγήσουν βεβαιώσεις αναφορικά µε την κατάσταση της ψυχικής υγείας της συζύγου του, ώστε να µπορέσει να υποστηρίξει την κατωτέρω αίτησή του και στη συνέχεια να ζητήσει από το αρµόδιο δικαστήριο να ρυθµισθεί η άσκηση της επιµέλειας των τέκνων του, την οποία στο στάδιο αυτό ασκεί από κοινού µε την σύζυγό του (1510, 1518 ΑΚ), κατά τρόπο που επιβάλλει το αληθές συµφέρον τους. 4. Επειδή όπως προκύπτει από τον φάκελο της υπόθεσης τις εν λόγω αιτηθείσες βεβαιώσεις ζητεί ο αιτών, προκειµένου να υποστηρίξει την από 15.10.2012 αίτηση που έχει υποβάλει στο Υπουργείο ικαιοσύνης, ιαφάνειας και Ανθρωπίνων ικαιωµάτων για επιστροφή των τέκνων του από την Αυστραλία στην Ελλάδα κατ εφαρµογή της Συµβάσεως για τα αστικά θέµατα της διεθνούς απαγωγής παιδιών (Σύµβαση της Χάγης του 1980) προκειµένου να γίνουν άµεσες ενέργειες για τον ορισµό δικασίµου της υποθέσεως στα αυστραλιανά δικαστήρια. Ειδικότερα, ο αιτών πατέρας, όπως αναλύεται στην υπό κρίση αίτησή του, υπέβαλε στο Ελληνικό Υπουργείο ικαιοσύνης, ιαφάνειας και Ανθρωπίνων ικαιωµάτων (Τµήµα ιεθνούς ικ. Συνεργασίας σε αστικές υποθέσεις) στις 15-10-2012 αίτηση (στο πλαίσιο της Σύµβασης της Χάγης του 1980) µε αριθµό πρωτοκόλλου περί επιστροφής των ανηλίκων τέκνων του, τα οποία ισχυρίζεται ότι κατακρατήθηκαν παράνοµα στην Αυστραλία από τη µητέρα τους και σύζυγό του Ε. Αυθηµερόν το Υπουργείο ικαιοσύνης διαβίβασε µε την ένδειξη URGENT (ΕΠΕΙΓΟΝ) µε αρ. πρωτ. Γ/ΕΙΣ/1391/26.2.2013 το φάκελο προς την Κεντρική Αρχή της Αυστραλίας (State Central Authority, Department of Human Services), όπου βρίσκονται τα παιδιά µε τη µητέρα τους. Στις 8 Νοεµβρίου 2012 η Ζ, αρµόδια υπάλληλος (case officer) της Αυστραλιανής Κεντρικής Αρχής (Australian Central Authority Hague Conventions, International Family Law Section, Australian Government Attorney General's 4

Department) απέστειλε µε αρ. πρωτ. Γ/ΕΙΣ/1391/26.2.2013 διευκρινιστική ηλεκτρονική επιστολή προς το Ελληνικό Υπουργείο ικαιοσύνης, µε την οποία το ενηµέρωσε ότι παρέλαβε την αρχική αίτηση περί επιστροφής των ανηλίκων και διευκρίνισε τη διαδικασία για την εισαγωγή της υπόθεσης στην αρµόδια για την αποδοχή ή απόρριψη της αιτήσεως, δικαστική αρχή της Αυστραλίας (βλ. την ιστοσελίδα του Γενικού Εισαγγελέα της Αυστραλίας, http://www.ag.gov.au/familiesandmarriage/families/internationalfamilylaw/pages/ Internationalchildabductionandchildaccess.aspx. ). Στην ως άνω επιστολή διευκρινίζεται επίσης ότι για να προχωρήσει η διαδικασία, η Αυστραλιανή Κεντρική Αρχή χρειάζεται (α) µία ένορκη βεβαίωση του, στην οποία θα καταγράφονται λεπτοµερώς το υπόβαθρο και τα πραγµατικά περιστατικά που στηρίζουν τον ισχυρισµό του αιτούντος ότι τα παιδιά του κατακρατούνται παρανόµως στην Αυστραλία από τη µητέρα τους και (β) µία ένορκη βεβαίωση από έλληνα νοµικό σχετικά µε το εφαρµοστέο στην Ελλάδα ίκαιο (applicable law). Τα έγγραφα αυτά µπορούν να προσκοµιστούν στο ακροατήριο του Οικογενειακού ικαστηρίου της Βικτώρια Μελβούρνης το αργότερο µέχρι την τελική ακρόαση της υπόθεσης καθώς και εάν η δίκη λάβει χώρα είναι αδύνατον να ανοίξει εκ νέου εξ αυτού του λόγου (δηλαδή για την προσκόµιση πρόσθετου αποδεικτικού υλικού). 5. Επειδή ο πιο πάνω σκοπός είναι νόµιµος, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στο άρθρο 7 παρ. 2 στοιχ. γ του ν. 2472/1997, η χορήγηση των αιτούµενων στοιχείων ως προς την κατάσταση της ψυχικής υγείας της Ε είναι συναφής, πρόσφορη και αναγκαία για τον επιδιωκόµενο σκοπό της υπεράσπισης δικαιώµατος ενώπιον δικαστηρίου, αφού τα τυχόν υπάρχοντα προβλήµατα ψυχικής υγείας της συζύγου του, όπως ισχυρίζεται ο αιτών, επιβάλλουν την, κατά παραδοχή της ανωτέρω αιτήσεώς του, άµεση επιστροφή τους στην Ελλάδα και την οικογενειακή στέγη, όπου κατά νόµο και η κατοικία τους, προκειµένου να είναι σε θέση να ασκεί και αυτός τη γονική µέριµνα και την επιµέλειά τους και να φροντίσει, αν αυτό επιβάλλει το αληθές συµφέρον τους, να ρυθµισθεί από το αρµόδιο δικαστήριο διαφορετικός τρόπος ασκήσεως της επιµέλειάς τους και δη αναθέσεώς της αποκλειστικά σ αυτόν (1511 ΑΚ). Όσον αφορά όµως τα στοιχεία που ο αιτών ζητεί από την ψυχοθεραπεύτρια Γ, από την προαναφερθείσα αίτησή της προς την Αρχή, όπου αυτή δηλώνει ότι έβλεπε την Ε σε φιλικό επίπεδο και όχι σε επαγγελµατικό, παρέλκει η χορήγηση άδειας για επεξεργασία ευαίσθητων δεδοµένων, καθώς η επεξεργασία πραγµατοποιήθηκε στο 5

πλαίσιο προσωπικής δραστηριότητας, γεγονός που εκφεύγει του πεδίου εφαρµογής του ν. 2472/1997 (άρθρο 3 παρ. 2). Η συνδροµή της ιδίας στην υποστήριξή της µε το ανωτέρω αντικείµενο αιτήσεως µπορεί να γίνει µέσω ένορκης βεβαίωσης, την οποία θα προσκοµίσει ο αιτών στο ως άνω δικαστήριο. 6. Επειδή οι θεράποντες ιατροί οφείλουν, ως υπεύθυνοι επεξεργασίας, σύµφωνα µε τα οριζόµενα στη διάταξη του άρθρου 11 παρ. 3 του ν.2472/1997, να ενηµερώσουν την Ε ότι ευαίσθητα προσωπικά της δεδοµένα θα ανακοινωθούν στον για το σκοπό της δικαστικής χρήσης αυτών. ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Η Αρχή παρέχει άδεια στους θεράποντες ιατρούς της Ε α) Α (ψυχίατρο) και β) Β (ψυχίατρο), ως υπεύθυνους επεξεργασίας, να χορηγήσουν στον ιατρικές βεβαιώσεις κατά τα διαλαµβανόµενα στο σκεπτικό της παρούσας που αφορούν στην Ε στο πλαίσιο της µεταξύ τους ένδικης διαφοράς, προκειµένου το δικαστήριο να τις λάβει υπόψη του κατά τη συζήτηση της αιτήσεως του, που αναφέρεται στο σκεπτικό, για επιστροφή των παιδιών του, αφού προηγουµένως οι ιατροί ενηµερώσουν την Ε, εάν η ενηµέρωση αυτή είναι εφικτή. Ο Πρόεδρος Η Γραµµατέας Γεώργιος Μπατζαλέξης Ειρήνη Παπαγεωργοπούλου 6