Σχέση παρακίνησης και τίμιου φερσίματος Μιλτιάδης Πρώιος 1, Ιωάννης Αθαναηλίδης 2, Γεώργιος Ζαρότης 3 1 Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ΤΕΦΑΑ, 2 Πανεπιστήμιο Θράκης ΤΕΦΑΑ, 3 Fitness senter Omega- Koln, Germany Περίληψη Ο σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να ελέγξει τη σχέση της αντίληψης του κλίματος παρακίνησης και του προσανατολισμού για την επίτευξη του στόχου με τη συμπεριφορά στο τίμιο φέρσιμο με παίκτες/τριες του τένις. Συμμετείχαν 102 παίκτες/τριες του τένις (54 Έλληνες, και 48 από άλλες χώρες της Ευρώπης). Η ηλικία τους κυμάνθηκε από 11 μέχρι 43 ετών (Μ = 19.44, SD = 11.09). Τα όργανα που χρησιμοποιήθηκαν ήταν: το Multidimensional Sportspersonship Orientations Scale, το Perceived Motivational Climate in Sports Questionnaire και, το Task and Ego Orientation in Sport Questionnaire. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι περιστασιακοί παράγοντες και η προδιάθεση του προσανατολισμού στο στόχο αποτελούν σημαντικούς δείκτες πρόβλεψης συμπεριφορών στο τίμιο φέρσιμο. Επιπλέον, φανέρωσαν θετική σχέση του κλίματος στη δεξιότητα με τις διαστάσεις στο τίμιο φέρσιμο «δέσμευση», «κοινωνικές συμβάσεις», «κανόνες και επίσημοι», «αντίπαλος», και αρνητική σχέση του προσανατολισμού στο εγώ με τις διαστάσεις «κοινωνικές συμβάσεις» και «κανόνες και επίσημοι». Λέξεις Κλειδιά: Συμπεριφορά, Τένις, Προδιάθεση, Περιστασιακοί Παράγοντες Εισαγωγή Η συμπεριφορά των ανθρώπων ήταν πάντα ένα αντικείμενο μελέτης για τους ερευνητές. Στα πλαίσια της κοινωνικο-γνωστικής προσέγγισης για τη μελέτη της ηθικής υποστηρίχθηκε ότι, για να γίνει κατανοητή η συμπεριφορά στα πλαίσια της προσπάθειας επίτευξης ενός στόχου, είναι βασικό να λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των καταστάσεων που βιώνει ο αθλητής και οι στόχοι που το άτομο προσπαθεί να ολοκληρώσει (Ames, 1988; Duda, 1992; Nicholls, 1989; Roberts, 1992). Ο Nicholls (1989), στα πλαίσια της θεωρίας των στόχων, διέκρινε δύο κατευθύνσεις στη συμπεριφορά, τον προσανατολισμό στο έργο και το εγώ. Η υιοθέτηση του ενός ή του άλλου προσανατολισμού εξαρτάται από την προδιάθεση (predisposition) και τους περιστασιακούς (situational) παράγοντες. Οι Dweck και Leggett (1988) υποστήριξαν ότι η προδιάθεση είναι μεμονωμένη μεταβλητή, που καθορίζει a priori την πιθανότητα υιοθέτησης ενός συγκεκριμένου στόχου και της επίδειξης ενός συγκεκριμένου σχεδίου συμπεριφοράς και ότι οι περιστασιακοί παράγοντες είναι αυτοί που ενδεχομένως αλλάζουν αυτές τις πιθανότητες.
118 ΦΥΣΙΚΗ ΑΓΩΓΗ - ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ - ΥΓΕΙΑ Οι Ames (1992), Ames και Archer (1988) χρησιμοποίησαν τον όρο «κλίμα παρακίνησης» για να αναφερθούν στην περιστασιακή δομή του στόχου (situational goal structure) και έχουν υιοθετήσει τους όρους "δεξιότητα" και "απόδοση" για να αναφερθούν στη συμμετοχή του "έργο" και "εγώ" σε καταστάσεις επίτευξης, αντίστοιχα. Ένα κλίμα που είναι προσανατολισμένο στη δεξιότητα ενθαρρύνει την προθυμία για μάθηση και την επιθυμία για εμμονή (Roberts & Ommundsen, 1996; Solmon, 1996). Ενώ, ένα κλίμα που είναι επικεντρωμένο στην απόδοση διευκολύνει τα συναισθήματα της ικανοποίησης, που προέρχονται από την επίδειξη της ανωτερότητας σχετικά με τις δεξιότητες των μελών της ομάδας ή του αντιπάλου (Roberts & Ommundsen, 1996). Το κλίμα παρακίνησης δημιουργείται από τους ενήλικες, που τονίζουν τα συγκεκριμένα συναισθήματα που καθιστούν εμφανή μια δεξιότητα (δηλ., έργο) ή ένα στόχο απόδοσης (δηλ., εγώ). Στον α θλητισμό, το κλίμα παρακίνησης για δεξιότητα ή απόδοση δημιουργείται ανάλογα με το πώς οι προπονητές δομούν την προπόνηση, πώς ομαδοποιούν τους αθλητές, πώς κάνουν την αναγνώριση, πώς αξιολογούν την απόδοση και ποια θεωρούν ως επιθυμητά χαρακτηριστικά (Ames, 1992). Σύμφωνα με τη Duda (2001), για την επίτευξη του στόχου οι θεωρητικοί υποστήριξαν ότι για την καλύτερη πρόβλεψη των προτύπων παρακίνησης σε καταστάσεις επίτευξης είναι απαραίτητο να εξετάζεται η προδιάθεση και οι περιστασιακοί στόχοι. Η έρευνα για την προδιάθεση του προσανατολισμού του στόχου για τίμιο φέρσιμο έδειξε ότι ο προσανατολισμός στο εγώ είχε θετική σχέση με την επικύρωση του παιχνιδιού της εξαπάτησης και αποδοκιμασίας, συμπεριφορών που δεν απεικονίζουν το τίμιο φέρσιμο (Duda, et al., 1991). Σε άλλη έρευνα βρέθηκε ότι οι παίκτριες του ποδοσφαίρου που παρουσίασαν υψηλότερο πειρασμό στο άδικο παίξιμο ήταν περισσότερο προσανατολισμένες στο εγώ παρά στο έργο. Ο πειρασμός να παίξουν άδικα συνδέθηκε, επίσης, με την πεποίθηση ότι οι περισσότερες συμπαίκτριες θα πλήρωναν άδικα, με τη μεγαλύτερη έγκριση των συμπεριφορών, με σκοπό να λάβουν ένα άδικο πλεονέκτημα και πιο μακροχρόνια συμμετοχή με την παρούσα ομάδα (Stephens, 1993). Η Kavussanu (1997), μελετώντας τη σχέση του προσανατολισμού του στόχου με τις ηθικές λειτουργίες, συγκεκριμένα τα τέσσερα συστατικά στοιχεία δημιουργίας ηθικής συμπεριφοράς (βλέπε Rest, 1983), βρήκε ότι ο προσανατολισμός στο έργο δε συσχετίζεται σημαντικά με τις ηθικές λειτουργίες. Το αποτέλεσμα αυτό υποστηρίχθηκε και από προηγούμενη έρευνα (Stephens & Bredemeier, 1996). Αντίθετα, οι Dunn και Dun (1999) έδειξαν ότι οι αθλητές με εμπλοκή στο έργο είχαν υψηλότερη αναφορά στο τίμιο φέρσιμο. Σε ό,τι αφορά τον προσανατολισμό στο εγώ βρέθηκε να συσχετίζεται με ένα από τα συστατικά της ηθικής λειτουργίας, την πρόθεση (Kavussanu & Roberts, 2001). Οι Kavussanu και Roberts (1998) βρήκαν ότι οι προσανατολισμένες στο εγώ παίκτριες είχαν χαμηλότερα επίπεδα ηθικών λειτουργιών, μια έντονη έγκριση συμπεριφορών μη τίμιου φερσίματος και έκριναν ως νόμιμες σκόπιμες επιβλαβείς πράξεις. Επιπλέον, οι Treasure, et al., (1998), μελετώντας το τίμιο φέρσιμο με ελίτ ε φήβους παίκτες του ποδοσφαίρου, βρήκαν ότι οι παίκτες με υψηλότερο προσανατολισμό στο εγώ, που σκέφτονταν την ατμόσφαιρα της ομάδας όπου επικρατούσε ο προσανατολισμός στο εγώ, είχαν λιγότερο σεβασμό στους κανόνες, στους επισήμους και τις κοινωνικές συμβάσεις, από τους παίκτες με χαμηλό προσανατολισμό στο εγώ, που αντιλαμβάνονταν μια ατμόσφαιρα με χαμηλή
ΜΙΛ. ΠΡΩΙΟΣ, ΙΩΑΝ. ΑΘΑΝΑΗΛΙΑΗΣ, Γ. ΖΑΡΟΤΗΣ: Σχέση παρακίνησης χαι τίμιου φερσίματος 119 ανάμειξη του εγώ. Οι Treasure και Roberts εξέτασαν τη συμβολή της προδιάθεσης και των περιστασιακών παραγόντων στον προσανατολισμό του στόχου, αλλά και την αλληλεπίδραση των δύο αυτών μεταβλητών στον προσανατολισμό για τίμιο φέρσιμο σε ελίτ εφήβους παίκτες του ποδοσφαίρου, ηλικίας 12 μέχρι 18 ετών. Τα αποτελέσματα έδειξαν χωριστές κύριες επιδράσεις, αλλά και αλληλεπίδραση μεταξύ προσανατολισμού στόχου και αντίληψης για το κλίμα παρακίνησης στην πρόβλεψη του τίμιου φερσίματος των παικτών (Roberts, 2001). Ο Πρώιος (2003) αξιολόγησε την επιλογή ηθικών αποφάσεων 432 ατόμων (παικτών, διαιτητών, προπονητών) από τα αθλήματα του ποδοσφαίρου, της χειροσφαίρισης και του μπάσκετ. Τα αποτελέσματα φανέρωσαν ότι τα άτομα που είχαν προσανατολισμό στο εγώ προτιμούσαν επιλογές με ωφελιμιστικό χαρακτήρα για την επίλυση των προβλημάτων σε καταστάσεις που δημιουργούνταν στη διάρκεια ενός παιχνιδιού. Ο σκοπός της παρούσας μελέτης ήταν να ελέγξει τη σχέση μεταξύ του κλίματος παρακίνησης και την επίτευξη του στόχου και συμπεριφοράς στο τίμιο φέρσιμο με παίκτες/τριες του τένις. Η σχέση του κλίματος παρακίνησης και τίμιου φερσίματος ελάχιστα έχει απασχολήσει τους ερευνητές μέχρι σήμερα, ενώ για τη σχέση μεταξύ επίτευξης στόχου και τίμιου φερσίματος υπάρχουν κάποιες αναφορές από εφήβους αθλητές/τριες ποδοσφαίρου και μπάσκετ. Έχοντας υπόψη τα μέχρι τώρα πορίσματα άλλων ερευνών έγινε η υπόθεση ότι το κλίμα στη δεξιότητα και ο προσανατολισμός στο έργο θα συσχετίζεται θετικά με τις συμπεριφορές στο τίμιο φέρσιμο. Μέθοδος Συμμετέχοντες και διαδικασία Οι συμμετέχοντες ήταν 102 παίκτες/τριες του τένις. Από αυτούς οι 54 ήταν Έλληνες παίκτες/τριες, ενώ οι 48 ήταν άτομα που προέρχονταν από άλλες χώρες της Ευρώπης. Η ηλικία τους κυμάνθηκε από 11 μέχρι 43 ετών (Μ = 19.44, SD = 11.09), ενώ η αθλητική τους εμπειρία κυμάνθηκε από 1 μέχρι 12 έτη (Μ = 6.50, SD = 2.73). Οι Έλληνες παίκτες/τριες συμπλήρωσαν τα ερωτηματολόγια σε δύο τουρνουά τένις, ενώ οι προερχόμενοι από άλλες χώρες της Ευρώπης συμπλήρωσαν τα ερωτηματολόγια (αγγλική έκδοση) σε ένα τουρνουά βετεράνων παικτών / τριών του τένις στην Αυστρία. Μετρήσεις Τίμιο φέρσιμο στον αθλητισμό. Μια Ελληνική μετάφραση των Ζαχαριάδη, Γωνιάδου, Παυλοπούλου, & Τσορμπατζούδη (2002) της έκδοσης του Multidimensional Sportspersonship Orientation Scale (MSOS; Vallerand, Briere, Blanchard, & Provencher, 1997), χρησιμοποιήθηκε για την εκτίμηση των στάσεων στο τίμιο φέρσιμο στον αθλητισμό. Η κλίμακα αποτελείται από 25 θέματα, που δημιουργούν πέντε παράγοντες: «δέσμευση», «κοινωνικές συμβάσεις», «κανονισμοί και επίσημοι», «αντιαθλητική συμπεριφορά στον αντίπαλο» και «αρνητική προσέγγιση του παιχνιδιού». Τα άτομα απάντησαν σε μια 5-βάθμια κλίμακα, τύπου Likert (1=διαφωνώ απόλυτα, 5=συμφωνώ απόλυτα). Στην παρούσα μελέτη, οι τιμές του Cronbach alpha για τις πέντε διαστάσεις του MSOS ήταν: «δέσμευση» (α =.60), «κοινωνικές συμβάσεις» (α =.81), «κανόνες και επίσημοι» (α =.64), «αντίπαλος» (α =.66) και «αρνητική προσέγγιση» (α =.54). Η χαμηλή τιμή στην εσωτερική συνέπεια στην υποκλίμακα «αρνητική συνέπεια» έχει αναφερθεί και από τις Val-
120 ΦΥΣΙΚΗ ΑΓΩΓΗ - ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ - ΥΓΕΙΑ lerand, et al., (1997). Η χαμηλή τιμή της υποκλίμακας «αρνητική συνέπεια ήταν αιτία να αποκλειστεί από τις αναλύσεις που ακολούθησαν. Περιστασιακή δομή του στόχου. Μια σύντομη έκδοση του ερωτηματολογίου Perceived Motivational Climate in Sport Questionnaire (Walling, et al., 1993) χρησιμοποιήθηκε για την εκτίμηση τις αντίληψης για το κλίμα παρακίνησης των παικτών που επικρατούσε στην ομάδα. Η εγκυρότητα της σύντομης ελληνικής έκδοσης υποστηρίχθηκε από τους Papaioannou (1997) και Goudas (1998). Σε αυτή την έκδοση, οι υποκλίμακες δεξιότητα και απόδοση περιείχαν από έξι θέματα. Στην παρούσα μελέτη, οι τιμές του Cronbach alpha ήταν 0.69 και 0.68 για τη δεξιότητα και την απόδοση αντίστοιχα. Προδιάθεση προσανατολισμού στόχου. Μια ελληνική μετάφραση (Papaioannou & McDonald, 1993), της έκδοσης του Task and Ego Orientation in Sport Questionnaire (TEOSQ; Duda & Nicholls, 1992), χρησιμοποιήθηκε για την εκτίμηση της προδιάθεσης του προσανατολισμού του στόχου. To TEOSQ είναι ένα όργανο με 13 θέματα. Περιέχει δύο ανεξάρτητες υποκλίμακες, οι οποίες μετρούν τις ατομικές διαφορές, που έχουν σχέση με τον προσανατολισμό στο έργο (7-θέματα), ή εγώ (6-θέματα) για συμμετοχή στον αθλητισμό. Στην παρούσα μελέτη οι δείκτες του Cronbach alpha ήταν 0.82 και 0.76 για το έργο και εγώ, αντίστοιχα. Αποτελέσματα Περιγραφική στατιστική Η περιγραφική στατιστική έδειξε ότι τα άτομα της παρούσας μελέτης βαθμολόγησαν αρκετά υψηλά τις μεταβλητές της παρακίνησης που φανερώνουν ένα ηθικό προσανατολισμό, όπως η Δεξιότητα (Μ =4.13, SD=.47), και το Έργο (Μ = 3.98, SD =.62). Αντίθετα, αυτές που δεν φανερώνουν ηθικό προσανατολισμό, βαθμολογήθηκαν χαμηλότερα, όπως η Απόδοση (Μ = 3.11, SD =.66) και το Εγώ (Μ = 2.72, SD =.84). Επίσης, οι παίκτες/τριες έδειξαν ότι σέβονται τις δεσμεύσεις που αναλαμβάνουν με τη συμμετοχή τους στον αθλητισμό (Μ = 4.30, SD =.51), τις κοινωνικές συμβάσεις που υπάρχουν στον αθλητισμό (Μ = 4.18, SD =.76), τους κανόνες και τους επισήμους (Μ =4.12, SD =.56), ενώ δεν έδειξαν να σέβονται τόσο πολύ τον αντίπαλο {Μ = 3.34, SD =.84). Σχέση μεταξύ Κλίματος Παρακίνησης, Προσανατολισμού Στόχου και Τίμιου Φερσίματος. Τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης επιβεβαίωσαν, εν μέρει, την υπόθεση ότι οι μεταβλητές που έχουν σχέση με ηθικούς προσανατολισμούς συσχετίζονται με τις συμπεριφορές στο τίμιο φέρσιμο. Ιεραρχικές παλινδρομικές αναλύσεις χρησιμοποιήθηκαν για τον προσδιορισμό της σχέσης μεταξύ της Αντίληψης για το Κλίμα Παρακίνησης, Προσανατολισμού Στόχου των παικτών και του Τίμιου Φερσίματος στις τέσσερις διαστάσεις του MSOS (Πίν. 1). Χωριστές αναλύσεις χρησιμοποιήθηκαν για την κάθε εξαρτημένη μεταβλητή. Για την κάθε ανάλυση της κάθε διάστασης του τίμιου φερσίματος στο πρώτο μοντέλο ως ανεξάρτητες μεταβλητές έμπαιναν οι βαθμολογίες του Κλίμα Δεξιότητας και Απόδοσης και στο δεύτερο μοντέλο προστίθενταν οι βαθμολογίες του Προσανατολισμός στο Έργο και το Εγώ. Στην πρώτη ανάλυση, η μεταβλητή Δέσμευση χρησιμοποιήθηκε ως εξαρτημένη μεταβλητή, ενώ οι μεταβλητές Δεξιότητα και Απόδοση χρησιμοποιήθηκαν ως ανεξάρτητες μεταβλητές στο πρώτο μοντέλο. Τα αποτελέσματα έδειξαν σημα-
ΜΙΛ. ΠΡΩ10Σ, ΙΩΑΝ. ΑΘΑΝΑΗΛΙΑΗΣ. Γ. 7. A POT ΗΣ: Σχέση παρακίνησης xui τιμίου φΐοσίματος 121 ντική συμβολή των περιστασιακών παραγόντων (F(2, 84) = 18.51, ρ <.001), με ποσοστό 41% στην πρόβλεψη της μεταβλητής δέσμευση. Στο δεύτερο μοντέλο, η πρόσθεση των μεταβλητών Έργο και Εγώ δεν έδειξε να συμβάλει σημαντικά στην πρόβλεψη της μεταβλητής δέσμευση. Στη δεύτερη ανάλυση, η μεταβλητή Κοινωνικές Συμβάσεις χρησιμοποιήθηκε ως εξαρτημένη μεταβλητή. Στο πρώτο μοντέλο, οι μεταβλητές Δεξιότητα και Α πόδοση χρησιμοποιήθηκαν ως ανεξάρτητες μεταβλητές. Τα αποτελέσματα έδειξαν σημαντική συμβολή των περιστασιακών παραγόντων (F(2, 84) = 14.54, ρ <.001), με ποσοστό 26% στην πρόβλεψη της μεταβλητής σεβασμός στις κοινωνικές συμβάσεις. Στο δεύτερο μοντέλο, η πρόσθεση των μεταβλητών Εργο και Εγώ δεν έδειξε να συμβάλει σημαντικά στην πρόβλεψη της μεταβλητής σεβασμός στις κοινωνικές συμβάσεις. Πίνακας 1. Ποσοστά της διακύμανσης για τις τέσσερις διαστάσεις του Τίμιου Φερσίματος, όπως αποκαλύφθηκαν από τις ιεραρχικές παλινδρομικές αναλύσεις, με την "Enter" ως μέθοδο εισαγωγής των ανεξάρτητων μεταβλητών. Μοντέλο Μεταβλητή Beta R R r l sqch Δέσμευση Δεξιότητα.551* 1 Απόδοση. =.099f.55.41 18.51.001 Δεξιότητα.436* Απόδοση.056t Εργο.192t Εγώ.174t.59.04 2.70.073 Κοινωνικές Συμβάσεις Δεξιότητα.493* 1 Απόδοση.158f.51.26 14.54.001 Δεξιότητα.534* Απόδοση.142 Εργο.0011 2 Εγώ -.224*.55.05 2.83.065 Κανόνες και Επίσημοι Δεξιότητα.416* 1 Απόδοση -.099f.44.199.78.001 Δεξιότητα.490* Απόδοση -.099t Εργο -.060t 2 Εγώ -.257*.50.06 3.26.043 Αντίπαλος Δεξιότητα.216* 1 Απόδοση.034t.22.05 2.03.138 Δεξιότητα.294* Απόδοση.044 Εργο -.084f 2 Εγώ -.213*.30.04 1.82.169 CM * Στατιστικά σημαντική t Στατιστικά μη σημαντική F Ρ
122 ΦΥΣΙΚΗ ΑΓΩΓΗ - ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ - ΥΓΕΙΑ Στην τρίτη ανάλυση, η μεταβλητή Κανόνες και Επίσημοι χρησιμοποιήθηκε ως εξαρτημένη μεταβλητή. Με την εισαγωγή των μεταβλητών Δεξιότητα και Απόδοση, στο πρώτο μοντέλο, τα αποτελέσματα έδειξαν σημαντική συμβολή των περιστασιακών παραγόντων (F(2, 84) = 9.78, ρ <.001), με ποσοστό 19% στην πρόβλεψη της μεταβλητής σεβασμός στους Κανόνες και τους Επισήμους. Στο δεύτερο μοντέλο, η πρόσθεση των μεταβλητών Εργο και Εγώ έδειξε να συμβάλουν σημαντικά (F(2, 82) = 3.26, ρ <.05), με ποσοστό 6% και αυτές στην πρόβλεψη της μεταβλητής σεβασμός στους κανόνες και τους επισήμους. Στην τελευταία ανάλυση, με τη χρησιμοποίηση της μεταβλητής Αντίπαλος ως εξαρτημένης μεταβλητής και τα δύο μοντέλα δεν έδειξαν να συμβάλει σημαντικά στην πρόβλεψη της μεταβλητής σεβασμός στον αντίπαλο. Συζήτηση Σε αυτή τη μελέτη εξετάστηκε η σχέση των περιστασιακών παραγόντων και της προδιάθεσης με συμπεριφορές στο τίμιο φέρσιμο. Τα αποτελέσματα επιβεβαίωσαν, σε γενικές γραμμές, την υπόθεση ότι το τίμιο φέρσιμο είναι προβλέψιμο από τις περιστασιακές δομές του στόχου. Το πόρισμα αυτό ενισχύεται από τη δήλωση ότι το κλίμα παρακίνησης σχετίζεται με τη συμπεριφορά που ακολουθεί (Roberts & Treasure, 1995). Παράλληλα, η ύπαρξη σημαντικής σχέσης μεταξύ εμπλοκής της Δεξιότητας στο κλίμα παρακίνησης με το τίμιο φέρσιμο ενίσχυσε τον ισχυρισμό ότι οι περιστασιακές δομές του στόχου εκμαιεύουν διαφορετικά ποιοτικά πρότυπα κοινωνικών λειτουργιών (Roberts, 2001). Ακόμη, το αποτέλεσμα αυτό ενισχύει πορίσματα άλλων ερευνών που έδειξαν τη σημασία του κλίματος παρακίνησης στη δεξιότητα για την ενίσχυση θετικών ψυχολογικών εκβάσεων στον αθλητισμό (Harwood & Biddle, 2001). Η Kavussanu (1997) βρήκε σχέση μεταξύ κλίματος παρακίνησης στην απόδοση με την ηθική λειτουργία της ομάδας παικτών του μπάσκετ. Ακόμη, αυτή υποστήριξε ότι ο τύπος του κλίματος παρακίνησης που δημιουργείται από τον προπονητή απεικονίζει τις προτεραιότητες των παικτών-τριών. Παρόμοιος ισχυρισμός εκφράστηκε και από τους Shields και Bredemeier (1995) ότι η ηθική ατμόσφαιρα της ομάδας διαμορφώνεται από τις φιλοσοφίες των προπονητών. Η δεύτερη υπόθεση, ότι υπάρχει σχέση μεταξύ προδιάθεσης για την επίτευξη του στόχου και τίμιου φερσίματος, ελάχιστα επιβεβαιώθηκε σε αυτή τη μελέτη. Συγκεκριμένα, τα αποτελέσματα φανέρωσαν σημαντική αρνητική σχέση του προσανατολισμού στο εγώ με τις μεταβλητές σεβασμός στις κοινωνικές συμβάσεις και σεβασμός στους κανόνες και τους επισήμους. Γενικότερα, τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης ενίσχυσαν τον ισχυρισμό της ύπαρξης σχέσης μεταξύ παρακίνησης και τίμιου φερσίματος (Duda, 1989; Treasure, et al., 1998). Ακόμη, το πόρισμα ότι περιστασιακοί στόχοι προβλέπουν καλύτερα τις εξαρτημένες μεταβλητές από ό,τι οι πτυχές του στόχου είναι αντίθετο με αυτό άλλων ερευνητών (Duda, 2001). Αυτή ανέφερε, επίσης, ότι η υπεροχή της προδιάθεσης ή των περιστασιακών στόχων ως δείκτης πρόβλεψης εξαρτάται από το περιεχόμενο των αναφορών των εξαρτημένων μεταβλητών (Duda & Nicholls, 1992). Ακό-
ΜΙΛ. ΠΡΩΙΟΣ, ΙΩΑΝ. ΑΘΑΝΑΗΛΙΑΗΣ, Γ. ΖΑΡΟΤΗΣ: Σ/ήιτ] παοαχίνηοη; mi τιμιοΐ' φωοιμιιτο; 123 μη, βρέθηκε ότι η εμπλοκή της δεξιότητας στον προσανατολισμό του στόχου προβλέπει σημαντικά τη συμπεριφορά στο τίμιο φέρσιμο, μεταβλητή που διακρίνεται από ηθικές συμπεριφορές (π.χ., επιμονή, σκληρή δουλειά, προσπάθεια για τελειοποίηση). Το πόρισμα αυτό οδηγεί στον ισχυρισμό ότι, όταν ένα άτομο παρακινείται να πετύχει το στόχο του με ένα ηθικό προσανατολισμό, τότε και η συμπεριφορά που θα παρουσιάσει θα χαρακτηρίζεται από ηθικά στοιχεία. Ένα άλλο πόρισμα που αποκαλύφθηκε από την παρούσα μελέτη ήταν η θετική σχέση της εμπλοκής της Δεξιότητας με το «σεβασμό στη δέσμευση στους ό ρους που απορρέουν από τη συμμετοχή στον αθλητισμό», το «σεβασμό στις κοινωνικές συμβάσεις που υπάρχουν στον αθλητισμό», το «σεβασμό στους κανόνες και τους επισήμους» και το «σεβασμό στον αντίπαλο». Επιπλέον, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, βρέθηκε αρνητική σχέση του προσανατολισμού στο εγώ με τις «κοινωνικές συμβάσεις» και το «σεβασμό στους κανόνες και τους επισήμους». Παρόμοια αποτελέσματα βρέθηκαν από τους Lemyre, et al., (2002), με 511 εφήβους παίκτες του ποδοσφαίρου. Συγκεκριμένα, βρήκαν μια αρνητική επίδραση για τον προσανατολισμό στο εγώ στο «σεβασμό των κοινωνικών συμβάσεων», «σεβασμό στους κανόνες και τους επισήμους», «σεβασμό στις δεσμεύσεις στον αθλητισμό» και «σεβασμό στον αντίπαλο». Το αποτέλεσμα της αρνητικής σχέσης του προσανατολισμού στο εγώ με συμπεριφορές στο τίμιο φέρσιμο ενισχύεται από τη διαπίστωση μη θετικής σχέσης του προσανατολισμού στο έργο με συμπεριφορές στο τίμιο φέρσιμο. Το πόρισμα αυτό επιβεβαιώνεται από αυτά άλλων ερευνών (Kavussanu, 1997; Stephens & Bredemeier, 1996). Στην παρούσα μελέτη μεταξύ των μεταβλητών της παρακίνησης βρέθηκε η συνεισφορά των περιστασιακών παραγόντων να είναι πιο σημαντική από την προδιάθεση για την επίτευξη του στόχου στην πρόβλεψη του τίμιου φερσίματος. Το πόρισμα αυτό υποστήριξε τη δουλειά των Newton και Duda (1999). Σχετικά με αυτό το πόρισμα έχει υποστηριχθεί ότι ένα έντονο κλίμα παρακίνησης μπορεί να υπερισχύει της επίδρασης της προδιάθεσης στις αντιλήψεις της παρακίνησης και τις πεποιθήσεις κάποιου, συγκεκριμένα όταν ο προσανατολισμός στόχου κάποιου δεν είναι πολύ έντονος (Duda, 1993; Dweck & Leggett, 1988; Treasure & Roberts, 1994). Από τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης τα συμπεράσματα που προέκυψαν ήταν ότι η παρακίνηση, μέσα από τους περιστασιακούς παράγοντες και, εν μέρει, την προδιάθεση του προσανατολισμού για την επίτευξη του στόχου, προβλέπει σημαντικά το τίμιο φέρσιμο. Ένα άλλο συμπέρασμα είναι ότι το κλίμα εμπλοκής στη δεξιότητα σχετίζεται θετικά με το τίμιο φέρσιμο και ο προσανατολισμός στο εγώ σχετίζεται αρνητικά με το τίμιο φέρσιμο. Βιβλιογραφία Ames, C. (1984). Competitive, co-operative, and individualistic goal structures: A motivational analysis. In: R. Ames, & C. Ames (Eds.). Research on Motivation in Education: Student Motivation, pp. 177-207. New York: Academic Press.
124 ΦΥΣΙΚΗ ΑΓΩΓΗ - ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ - ΥΓΕΙΑ Ames, C. (1992). Achievement goals, motivational climate and motivational processes. In: G.C. Roberts (Ed.). Motivation in sport and exercise, pp. 161-176. Champaign, IL: Human Kinetics Ames, C, & Arher, J. (1988). Achievement goals in the classroom: Students' learning strategies and motivation process. Journal of Educational Psychology, 80(3), 260-267. Duda, J.L. (1989). Relationship between task and ego orientation and the perceived purpose of sport among high school athletes. Journal of Sport & Exercise Psychology, 11, 318-335. Duda, J.L. (1992). Motivation in sport setting: A goal perspective approach. In: G.C. Roberts (Ed.). Motivation in sport exercise, pp. 57-91. Champaign, Illinois: Human Kinetics. Duda, J.L. (1993). Goals: A social-cognitive approach to the study of achievement motivation in sport. In: R.N. Singer, M. Murphey, & L.K. Tennant (Eds.). Handbook of Research on Sport Psychology, pp. 421-436. New York: Macmillan Publishing Company. Duda, J.L. (2001). Achievement goal research in sport: Pushing the boundaries and clarifying some misunderstandings. In: G.C. Roberts (Ed.). Advances in motivation in sport and exercise, pp. 129-182. Champaign IL: Human Kinetics. Duda, J.L., & Nicholls, J.G. (1992). Dimensions of achievement motivation in schoolwork and sport. Journal of Educational Psychology, 84, 290-299. Duda, L.J., Olson, L.K., & Templin, T.J. (1991). The relationship of task and ego orientation to sportsmanship attitudes and the perceived legitimacy of injurious acts. Research Quarterly for Exercise and Sport, 62, 79-87. Dunn, J.G.H., & Dunn, J.C. (1999). Goal orientation, perceptions of aggression, and sportspersonship in elite male youth ice hockey Players. The Sport Psychologist, 13, 183-200. Dweck, C.S., & Leggett, E.L. (1988). A social-cognitive approach to motivation and personality. Psychological Review, 95, 256-273. Goudas, M. (1998). Motivational climate and intrinsic motivation of youth basketball players. Perceptual and Motor Skills, 86, 323-327. Harwood, C.G., & Biddle, S. (2001). A practical the application of achievement goal theory. In: M. Cockerill (Ed.). Solutions in sport psychology, pp. 58-73. London: Thomson Learning. Kavussanu, M., (1997). Moral functioning in sport: An achievement goal perspective. Unpublished doctoral dissertation, University of Illinois at Ubrana. Kavussanu, M., & Roberts, G.C. (1998). Team norms and moral functioning in college athletes. Paper presented to the North American Society of Sport Psychology and Physical Activity, Chicago. Kavussanu, M., & Roberts, G.C. (2001). Moral functioning in sport: An achievement goal perspective. Journal of Sport & Exercice Psychology, 23, 37-54. Lemyre, P.N., Roberts, G., & Ommundsen, Y. (2002). Achievement goal orientations, perceived ability, and sportspersonship in youth soccer. Journal of Applied Sport Psychology, 14, 120-136. Newton, M., & Duda, J.L. (1999). The interaction of motivational climate, dispositional goal orientations, and perceived ability in predicting indices of motivation. International Journal of Sport Psychology, 30, 63-82. Nicholls, J.G. (1989). The Competitive Ethos and Democratic Education. Cambridge, MA: Harvard University Press. Papaioannou, A. (1997). Perceptions of the motivational climate, beliefs about the causes of success, and sportsmanship behaviors of elite Greek basketball players. Proceeding of
Μ1Λ. ΠΡΩΙΟΣ,!ΩΑΝ. ΑΘΑΝΑΗΑΙΑΗΣ, Γ. ΖΑΡΟΤΗΣ: Σχέση,ταραζίνηαη; χαι τίμιοι 1 φερσίματος 125 the 9 th World Congress of Sport Psychology, Israel. Papaioannou, Α., & McDonald, A.I. (1993). Goals perspectives and purposes of physical education as perceived by Greek adolescents. Physical Education Review, 16, 41-48. Πρώιος, Μ. (2003). Ψυχοκοινωνικές πτυχές της ηθικότητας στον αθλητισμό. Αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Rest, J.R. (1983). Morality. In: P. Mussen (Ed.). Manual of child psychology. J. Flavell & E. Markman (Eds.). Vol. 3: Cognitive development, (4 th ed., pp. 556-629). New York: Wiley. Roberts, G.C. (1992). Motivation in sport and exercise: Conceptual constraints and convergence. In: G.C. Roberts (Ed.). Motivation in sport and exercise, pp. 3-30. Champaign, IL: Human Kinetics. Roberts, G.C. (2001). Understanding the dynamics of motivation in physical activity: The influence of achievement goals on motivational process. In: G.C. Roberts (Ed.). Advances in motivation in sport and exercise, pp. 1-50. Champaign IL: Human Kinetics. Roberts, G.C, & Teasure, D.C. (1995). Achievement goals, motivational climate and achievement strategies and behaviors in sport. International Journal of Sport Psychology, 26(1), 64-80. Roberts, G.C, & Ommundsen, Y. (1996). Goal orientations and cognitive and affective correlates among team athletes. Scandinavian Journal of Sport Medicine, 6, 46-56. Shields, D., & Bredemeier, B. (1995). Character development and physical activity. Champaign: Human Kinetics. Solmon, M.A. (1996). Impact of motivational climate on students' behaviors and perceptions in a physical education setting. Journal of Educational Psychology, 88, 731-738. Stephens, D.E. (1993). Goal orientation and moral atmosphere in youth sport: An examination of lying, hurting, and cheating behaviors in girls' soccer. Unpublished doctoral dissertation, University of California at Berkeley. Stephens, D.E., & Bredemeier, B. (1996). Moral atmosphere and judgment about aggression in girl's soccer: Relationships among moral and motivational variables. Journal of Sport & Exercise Psychology, 18, 158-173. Treasure, D.C, & Roberts, G.C. (1994). Cognitive and affective concomitants of task and ego goal orientations during the middle school years. Journal of Sport & Exercise Psychology, 16, 15-28. Treasure, D.C, Roberts, G.C, & Standage, M. (1998). Predicting sportspersonship: Interaction of achievement goals and perceptions of motivational climate. Paper presented to the North American Society of Sport Psychology and Physical Activity, Chicago, IL. Vallerand, R.J., Briere, N., Blanchard, C, & Provencher, P. (1997). Development and validation of the multidimensional sportspersonship orientation scale. Journal of Sport & Exercise Psychology, 19, 197-206. Walling, M.D., Duda, J.L, & Chi, L. (1993). The perceived motivational climate in sport questionnaire: construct and predictive validity. Journal of Sport and Exercise Psychology, 15, 172-183. Ζαχαριάδης, Π., Γωνιάδου, Σ., Παυλοπούλου Ε., & Τσορμπατζούδης, Χ. (2002). Ψυχομετρικές ιδιότητες του Multidimensional Sportspersonship Orientations Scale. Ανακοίνωση που παρουσιάστηκε στο 5ο Πανελλήνιο Συνέδριο Αθλητικής Ψυχολογίας, Θεσσαλονίκη.