ΤΕΡΠΕΝΙΚΑ ΑΛΚΑΛΟΕΙΔΗ Δεν προέρχονται από αμινοξέα - Σχηματίζονται κατά το μεταβολισμό των τερπενίων με ενσωμάτωση 1 Ν Μονοτερπενικά σεσκιτερπενικά C10 C15 2 ισοπρένια 3 ισοπρένια Προέλευση Nymphaea alba, Nymphaeaceae Nuphar lutea, Nymphaeaceae Euonymus europaeus, Celastraceae διτερπενικά 4 ισοπρένια C20 ισοπρένιο Προέλευση Aconitum napellus, Ranunculaceae Aconitum lycoctonum, Ranunculaceae
Nymphaea alba, Nymphaeaceae πολυετές υδρόβιο φυτό
Nymphaea alba, Nymphaeaceae
Nymphaea alba, Nymphaeaceae
Nymphaea alba, Nymphaeaceae
Nymphaea alba, Nymphaeaceae Το ρίζωμα περιέχει σεσκιτερπενικά αλκαλοειδή C15 Χρήση στη φυτοθεραπευτική μαλακτικό, επουλωτικό (σε εγκαύματα, πληγές, τσιμπήματα εντόμων) Υδρόβιο φυτό Δρόγη είναι το ρίζωμα
Nymphaea alba, Nymphaeaceae
Nymphaea alba, Nymphaeaceae H νουφαμίνη, nuphamine πιπεριδίνη N νουφαριδίνη και δεοξυνουφαριδίνη κινολιζιδίνες θειονουφαριδίνη, thiobinupharidine διμερές με S O S O N N O
evonine, εβονίνη : πολυεστέρας σεσκιτερπενικής πολυ-όλης ισοπρένιο
Nuphar luteum, Nymphaeaceae
Nuphar luteum, Nymphaeaceae
Nuphar luteum, Nymphaeaceae πολυετές υδρόβιο φυτό, πολύτιμο για πολλά είδη του ζωϊκού βασιλείου, απαντά σε υδροβιότοπους
δρόγη είναι οι ρίζες μαλακτικό, επουλωτικό (σε εγκαύματα, φλεγμονές κρυοπαγήματα, ερύθημα, τσιμπήματα εντόμων) Nuphar luteum, Nymphaeaceae Το φυτό αποτελεί τροφή για πολλά είδη ζώων και ψαριών
Nuphar luteum, Nymphaeaceae Nymphaea alba και Nuphar lutea Χρησιμοποιούνται στη λαϊκή θεραπευτική σε δερματικά προβλήματα (μαλακτική δράση, αντισηπτική, σε εγκαύματα, πληγές, ερύθημα νεογνών)
Euonymus europaeus, Celastraceae περιέχει σεσκιτερπενικά αλκαλοειδή.
Euonymus europaeus, Celastraceae Τα σπέρματα είναι τοξικά (Ο.Α. 0,1% αλκαλοειδή, καρδιοτονωτικοί γλυκοσίδες) evonine, εβονίνη
Euonymus europaeus, Celastraceae Δεν έχει θεραπευτική χρήση τα σπέρματα περιέχουν αλκαλοειδή και καρδιοτονωτικούς γλυκοσίδες
Σεσκιτερπενικά αλκαλοειδή εβονίνη: πολυεστέρας σεσκιτερπενικής πολυ-όλης κατά την υδρόλυση παράγεται οξικό οξύ
Διτερπενικά αλκαλοειδή ακονιτίνη διτερπενικά 4 ισοπρένια C20 δελφινίνη Lycoctonine CH 3 O N OCH 3 OCH 3 OCH 3
Οικογένεια Ranunculaceae Γένος Aconitum Aconitum napellus, Aconitum lycoctonum Δρόγη είναι οι ρίζες: περιέχουν διτερπενικά αλκαλοειδή
Aconitum napellus, Ranunculaceae ακονιτίνη
Aconitum napellus, Ranunculaceae
Aconitum napellus, Ranunculaceae Δρόγη είναι οι ρίζες: περιέχουν διτερπενικά αλκαλοειδή (ακονιτίνη και ανάλογα: μεθυλακονιτίνη, ακονίνη, υπακονιτίνη, μεσακονίνη)
Aconitum napellus Ranunculaceae CH 3 O OCH 3 O CH 3 O OCH 3 HO N O OCOCH 3 HO N CH 3 O OCH 3 CH 3 O OCH 3 ακονιτίνη, aconitine ακονίνη, aconine CH 3 O N O OCH 3 OCH 3 OCH 3 O O R CH 3 O 2 3 1 N CH 3 O 13 16 12 9 14 10 15 11 8 7 6 OCH 3 OCH 3 O O OCOCH 3 N O μεθυλλυλακονιτίνη R=H υπακονιτίνη, hypaconitine R= μεσακονίνη, mesaconitine
Οικογένεια Ranunculaceae Aconitum napellus, Aconitum lycoctonum Χημική σύσταση: σάκχαρα 50-69% αλκαλοειδή (Ο.Α. 0,1-1,5%) Ακονιτίνη Ητοξικότητα της δρόγης μειώνεται με την κατεργασία (μερική υδρόλυση)
Aconitum napellus, Ranunculaceae Πολυετές φυτό
Aconitum lycoctonum, Ranunculaceae
Aconitum lycoctonum, Ranunculaceae
Ακονιτίνη Aconitine Aconitum lycoctonum, Ranunculaceae
Aconitum napellus, Aconitum lycoctonum Δρόγες γνωστές από την αρχαιότητα (δηλητήρια, χρήση στο κυνήγι άγριων ζώων) Χρήση στη λαϊκή θεραπευτική σε λοιμώξεις του αναπνευστικού (αντιβηχικό) συχνά σε μίγμα με άλλες δρόγες ήκαθαρά συστατικά (ευκαλυπτόλη, κωδεΐνη) Στην κινέζικη θεραπευτική σαν αναλγητικό, αντιρρευματικό Στην ομοιοπαθητική (Aconitum) Είναι δηλητήριο (θανατηφόρος δόση: 2-4 g ρίζας ή5 ml βάμματος) Ελάχιστη ποσότητα δρόγης προκαλεί γαστροεντερικές διαταραχές Μεγαλύτερη ποσότητα προκαλεί διαταραχή του καρδιακού ρυθμού και θάνατο Παρασκευάζεται βάμμα σε αλκοόλη ή Γίνεται κατεργασία με εμβροχή ήβρασμό
ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΚΗ ΔΡΑΣΗ ΚΑΙ ΤΟΞΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΚΟΝΙΤΙΝΗΣ Είναι τοξική (νευροτοξίνη) Διεγείρει και μετά παραλύει τις νευρικές απολήξεις στο περιφερικό και στον εγκέφαλο Διαταράσσει τον ρυθμό της αναπνοής και τον καρδιακό ρυθμό (μη αναστρέψιμη κοιλιακή μαρμαρυγή) Θανατηφόρος δόση: 3 mg Με την κατεργασία της δρόγης ηακονιτίνη υδρολύεται μερικώς Ητοξικότητα μειώνεται CH 3 O OCH 3 CH 3 O OCH 3 O HO N CH 3 O OCH 3 HO N CH 3 O OCH 3 O OCOCH 3 Τοξικότητα in vivo (σε ποντίκια) LD50 0,12 mg/kg ακονιτίνη LD50 23 mg/kg ακονίνη LD50 120 mg/kg βενζοϋλακονίνη