ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ



Σχετικά έγγραφα
Ο νησιωτικός τουρισμός και η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τίτλο «Προκλήσεις και Ευκαιρίες για τον Παράκτιο και Θαλάσσιο Τουρισμό στην ΕΕ».

Εισήγηση της ΓΓΠΠ Αγγέλας Αβούρη στην ενημερωτική συνάντηση για τη δημιουργία Οργανισμού Τουριστικής Ανάπτυξης ( )


Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου Συνέντευξη Τύπου. Για την παρουσίαση της μελέτης του κ. Ρερρέ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΕΨΕΩΝ

Η Μελέτη Περίπτωσης για τη Σύρο: Υλοποιημένες δράσεις και η επιθυμητή συμβολή φορέων του νησιού

Του κ. Κωνσταντίνου Γαγλία Γενικού Διευθυντή του BIC Αττικής

ΑΝΕΡΓΙΑ ΟΡΙΣΜΟΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΜΟΡΦΕΣ ΑΝΕΡΓΙΑΣ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΓΩΓΗΣ ΣΤΑΔΙΟΔΡΟΜΙΑΣ

ημερίδα διάχυσης αποτελεσμάτων

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Πρόλογος 15

ΣΧΕΔΙΟ. Δήμος Σοφάδων ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ

ΒΙΩΣΙΜΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ. Ν. ΜΟΥΣΙΟΠΟΥΛΟΣ Κοσµήτορας Πολυτεχνικής Σχολής Α.Π.Θ.

«Η Ευρώπη, ο πρώτος τουριστικός προορισμός στον κόσμο ένα νέο πλαίσιο πολιτικής για τον ευρωπαϊκό τουρισμό»

«καθορισμός μακροχρόνιων στόχων και σκοπών μιας επιχείρησης και ο. «διαμόρφωση αποστολής, στόχων, σκοπών και πολιτικών»

Προϋποθέσεις Επίτευξης Συγκριτικού Πλεονεκτήματος μέσω των Νέων Τεχνολογιών

Ολοκληρωμένη Χωρική Επένδυση «Θαλάσσιος Τουρισμός»

Πίνακας 2: Η ιάρθρωση της Απασχόλησης κατά Τµήµα στα Ελληνικά Ξενοδοχεία Ποσοστό απασ χολο

1. H ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ Στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες η ύπαιθρος κατέχει εξέχουσα θέση στον πολιτισµό της χώρας και στην ψυχή των κατοίκων της,

«Ποιότητα και Κερδοφορία των Ξενοδοχειακών Επιχειρήσεων στην Ελλάδα»

Οδικός Χάρτης για τη Γαλάζια Οικονομία στην Κρήτη

Βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη - Σχεδιάζοντας αειφόρα κριτήρια για τον προορισμό και τις τουριστικές επιχειρήσεις. Σ. Μυλωνάς s.milonas@msolutions.

Ο ΤΟΠΟΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

15320/14 ΕΠ/γπ 1 DG E - 1 C

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΗΜΟΥ ΚΟΝΙΤΣΑΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΔΗΜΟΥ ΚΟΝΙΤΣΑΣ ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ

Συνεργασία σχολείου με φορείς και οργανισμούς για την εκπαίδευση για το περιβάλλον και την αειφορία στην κοινότητα. Διαπιστώσεις και προοπτικές.

Μελέτες Περιπτώσεων. Επιχειρησιακή Στρατηγική. Αριστοµένης Μακρής

Απελευθερώστε τη δυναμική της επιχείρησής σας

«Η επιχειρηματικότητα στις ορεινές περιοχές του Δήμου Πύλης»

Η Έννοια της Εταιρικής Σχέσης & τα νέα Χρηματοδοτικά Εργαλεία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης

ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕ ΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ. Ιδέες από το Αναπτυξιακό Συνέδριο

Ο ΑΝΤΙΚΤΥΠΟΣ ΤΟΥ ΔΙΑΔΙΚΤΥΑΚΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟΥ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΟΥΡΙΣΜΟ

Georgios Tsimtsiridis

Περιφερειακή Ανάπτυξη

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΕΝΤΑΞΗΣ ΠΡΑΞΕΩΝ

Επιχειρηματική ευφυΐα και τουρισμός

Ε.Π. Κ.Π. «LEADER+» ( )

Επενδυτικές ευκαιρίες

Ε.Π. ΕΘΝΙΚΟ ΑΠΟΘΕΜΑΤΙΚΟ ΑΠΡΟΒΛΕΠΤΩΝ

Έρευνα για την Απόδοση των Κοινωνικών Επιχειρήσεων

Αειφόρο σχολείο. Το αειφόρο σχολείο αποτελεί το σχολείο εκείνο που θα συμβάλει στην ανάπτυξη στην προοπτική της αειφορίας.

η πληρότητα των ξενοδοχείων στο σύνολο της χώρας την ίδια περίοδο, καθώς αυτό αποτελεί μια σημαντική ένδειξη του συνολικού τζίρου των τουριστικών

ΔΙΕΘΝΟΠΟΙΗΣΗ ΕΙΝΑΙ Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ; ΠΛΑΤΩΝ ΜΑΡΛΑΦΕΚΑΣ ΛΟΥΞ ΑΒΕΕ

Διδάσκουσα: Ελένη Καρφάκη, ΒΒΑ, ΜΒΑ, PhD

Οι ιδιαιτερότητες των τουριστικών υπηρεσιών. Reference: Ηγουμενάκης, Ν.Γ. (1999) Τουριστικό Μάρκετινγκ, Εκδόσεις Interbooks (pp.81-91).

ShMILE Project Από τον πειραματισμό στην διάδοση του οικολογικού σήματος στην Μεσόγειο. Πώς θα ωφεληθούμε;

Τ.Ε.Ι. ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΣXOΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Σύντομη Ιστορία του Έργου

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. Σημείωμα συγγραφέων..015 Πρόλογος Προλεγόμενα συγγραφέων ΜΕΡΟΣ Α : ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ...025

Χρηματοοικονομική Διοίκηση ΙΙ

ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟ ΤΟΥ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΟΥ ΤΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟ

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΩΝ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ «Η

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΔΗΜΩΝ

ΤΟΣ Εφοδιαστική Αλυσίδα (Logistics)

Κοινωνική Περιβαλλοντική ευθύνη και απασχόληση. ρ Χριστίνα Θεοχάρη

Albert Humphrey. καθηγητής την δεκαετία του 60 και 70 στο Stanford University.

ΜΕΤΑΒΟΛΕΣ ΠΛΗΡΟΤΗΤΑΣ

Ονοματεπώνυμο: Διαμαντή Μαρία Σειρά: 10 Επιβλέπων Καθηγητής: Παντουβάκης Άγγελος

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. Ορισμός Στρατηγικού Έργου

ΓΕΝΙΚΑ ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΡΟΟΔΟΥ TOY ΠΕΠ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ

Διορατικότητα Ερευνητικό κέντρο καινοτομίας ανάπτυξης και προστασίας

Νησιώτικο περιβάλλον, Νησιωτική-Θαλάσσια χωροταξία και Βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη: Το ζήτημα της φέρουσας ικανότητας νησιωτικών περιοχών

ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΜΑΝΑΤΖΜΕΝΤ Ι

ΣΕΤΕ» Σύντομο Ιστορικό

Τα πρότυπα στην υπηρεσία της βιώσιμης ανάπτυξης. Νέες απαιτήσεις για τις επιχειρήσεις και ευκαιρίες που αναδεικνύονται.

ΠΡΟΤΑΣΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΩΝ ΕΠΙΛΟΓΩΝ ΤΩΝ ΘΕΜΑΤΙΚΩΝ ΟΜΑΔΩΝ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ, ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΜΕΤΑ ΤΟ 2013 ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

1. Την παρουσίαση του ελληνικού προτύπου ΕΛΟΤ 1452 για τη διαχείριση της ποιότητας εμπορικών καταστημάτων,

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΔΗΜΟΣ ΤΟΠΟΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΩΡΑ 19:00 ΚΟΜΝΗΝΑ ΠΡΩΗΝ ΔΗΜΑΡΧΕΙΟ ΔΗΜΟΥ ΒΕΡΜΙΟΥ ΕΟΡΔΑΙΑΣ. Πέμπτη 25/8/ :00 ΣΕΡΒΙΩΝ- ΒΕΛΒΕΝΤΟΥ

Το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα. Motor Challenge

Ολοκληρωμένος Τουριστικός Σχεδιασμός στη Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου

Προστατεύει το. υδάτινο περιβάλλον. Αλλάζει τη. ζωή μας.

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

Α) ΒΑΣΙΚΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ

5 η Διδακτική Ενότητα Οι βασικές αρχές και η σημασία της Διοίκησης του Ανθρώπινου Δυναμικού στην περίπτωση των τουριστικών επιχειρήσεων

ΝΕΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ ΣΤΟΝ ΤΟΥΡΙΣΜΟ

«Καθ οδόν προς την προσβασιμότητα»

Ομιλία Προέδρου Ξ.Ε.Ε. κ. Γιώργου Α. Τσακίρη. Αθήνα, 19 Σεπτεμβρίου 2017

ΕΠΑνΕΚ ΤΟΣ Περιβάλλον. Τομεακό Σχέδιο. Αθήνα,

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ. Κεφάλαιο 1: Εισαγωγή στη Διοίκηση Επιχειρήσεων

ΤΟΜΕΑΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΑΚΑ ΚΕΝΤΡΑ

ενεργειακό περιβάλλον

Ταμείου Αγροτικής Επιχειρηματικότητας,

Αποτελέσµατα Πρωτογενούς Έρευνας Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης σε Επιχειρήσεις

ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΟΥ ΑΓΡΟΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α

ΚΥΠΡΙΑΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ 26/09/2017. Παγκόσμια Ημέρα Τουρισμού 2017 Η αειφορία στο επίκεντρο

Ο ΔΗΜΟΣ ΝΟΤΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ

Βελισσαρίου Ευστάθιος Καθηγητής Τουριστικής Οικονομίας ΤΕΙ Θεσσαλίας 2016

ΜΑΘΗΜΑ 5 ο ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗ ΖΗΤΗΣΗ ΚΙΝΗΤΡΑ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΗΣ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗΣ

η ενημέρωση για τις δράσεις που τυχόν υιοθετήθηκαν μέχρι σήμερα και τα αποτελέσματα που προέκυψαν από αυτές.

Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΚΑΙ ΤΑ ΜΕΣΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ Δήμος Σοφάδων ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟΣ & ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ

Αγαπητοί Σύνεδροι, Αγαπητοί Φίλοι,

«Οι βασικές αρχές και οι στόχοι του Ελληνικού Δικτύου για την καταπολέμηση των διακρίσεων»

Διάλεξη 7 η Τουρισμός Πολιτιστικής Κληρονομιάς Η Περίπτωση της Ελλάδας

Εξοικονόμησης Ενέργειας

ΑΕΙΦΟΡΙΑ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Δράσεις με πρόσθετη αξία που θα προωθηθούν στη βάση πάντα της αρχής της επικουρικότητας, όπως ορίζεται άλλωστε και στη Συνθήκη.

Αειφορικός σχεδιασµός & κατασκευή κτιρίων

Αθήνα, Νοεμβρίου 2014 ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ

Transcript:

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ, ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ» «ΑΠΟΔΟΣΗ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΣΤΗ ΣΑΜΟ» ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΔΙΑΤΡΙΒΗ ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ :ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΠΙΛΑΝΗΣ ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ:ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ΑΡΙΘΜΟΣ ΜΗΤΡΩΟΥ:24305012 ΧΙΟΣ, 2007

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Κεφάλαιο 1. Εισαγωγή 1.1 Εισαγωγή.3 1.2 Διάρθρωση Εργασίας 4 Μέρος Πρώτο: Θεωρητικό Υπόβαθρο 2. Η έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης... 5 2.1 Η Συστημική Προσέγγιση της Βιώσιμης Τουριστικής Ανάπτυξης...6 2.2 Ο Νησιωτικός χώρος..7 2.3 Οι τουριστικές επιχειρήσεις..9 2.4 Τα ξενοδοχεία 12 2.5 Το Ελληνικό Ξενοδοχειακό δυναμικό 14 2.6 Νησιωτικές ΞενοδοχειακέςΕπιχειρήσεις και Αειφόρος Ανάπτυξη...18 2.7 Ξενοδοχεία και οικονομία..20 2.8 Ξενοδοχεία και κοινωνία...22 2.9 Ξενοδοχεία και περιβάλλον.23 2.10 Καταγραφή της τουριστικής δραστηριότητας. Δείκτες και Μοντέλα.27 2.10.1 Το πλαίσιο Κινητήριων δυνάμεων Πίεσης Κατάστασης Επίπτωσης Αντίδρασης (Driving Force - Pressure State Impact Response, DPSR...30 2.10.2 Το μοντέλο DPSR...32 Μέρος Δεύτερο: Μεθοδολογία 3. Εισαγωγή...37 3.1 Δείκτες Εκτίμησης Απόδοσης Ξενοδοχειακών Μονάδων..37 3.2 Οικονομική Συνιστώσα 39 1

3.3 Κοινωνική Συνιστώσα..41 3.4 Περιβαλλοντική Συνιστώσα.44 3.5 Διαμόρφωση περιεχομένου ερωτηματολογίου..46 Μέρος Τρίτο: Μελέτη Περίπτωσης 4. Γενικά χαρακτηριστικά του χώρου έρευνας 47 4.1 Επιτόπια έρευνα.49 4.2 Δειγματοληψία...49 4.3 Συλλογή ερωτηματολογίων δείγματος...51 5. Ανάλυση των δεδομένων που προέκυψαν από πρωτογενή έρευνα στο νησί της Σάμου 5.1 Γενικά χαρακτηριστικά ξενοδοχειακών μονάδων 51 5.2 Οικονομικά Δεδομένα..55 5.3 Κοινωνικά Δεδομένα 63 5.4 Περιβαλλοντικά Δεδομένα..68 Μέρος Τέταρτο: Συμπεράσματα 6. Συμπεράσματα ερευνάς. 74 Βιβλιογραφία 76 Παράρτημα..79 2

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 1.1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η μοντέρνα διεθνής βιβλιογραφία του τουρισμού φέρνει στο προσκήνιο την βιωσιμότητα και την κατάλληλη αναπτυξιακή προσέγγιση με στόχο να αποδείξει ότι η τουριστική ανάπτυξη μπορεί να συμβάλλει στην οικονομική ευημερία σε συνδυασμό με την ορθολογιστική χρήση των περιβαλλοντικών και πολιτιστικών πηγών μίας περιοχής. Βασιζόμενοι σε αυτές τις αρχές στην παρούσα εργασία θα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε το πως συμβάλουν οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις στην βιωσιμότητα μιας περιοχής. Το ερώτημα στο οποίο θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε είναι ποια είναι η απόδοση( κοινωνική- περιβαλλοντική- οικονομική) των επιχειρήσεων που θα εξεταστούν έτσι ώστε σε επόμενη φάση να εξεταστεί η συμβολή τους στην βιώσιμη ανάπτυξη των τοπικών κοινωνιών. Καταγράφοντας την υφιστάμενη κατάσταση του τουρισμού σε μία περιοχή, διευκολύνεται η διασύνδεση μεταξύ της απόδοσης και επιπτώσεων της τουριστικής δραστηριότητας και έτσι γίνονται αντιληπτές ευκολότερα οι πολιτικές που θα πρέπει να ακολουθηθούν από τα αρμόδια όργανα έτσι ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι αρνητικές επιπτώσεις και να μεγιστοποιηθούν τα οφέλη στον τόπο αναφοράς. Βασιζόμαστε στην υπόθεση ότι όταν ένας προορισμός γίνεται ολοένα και λιγότερο ελκυστικός σε σχέση με τον ανταγωνισμό, αυτό καταγράφεται στην εξέλιξη μεγεθών της ζήτησης (αφίξεις τουριστών, διάρκεια παραμονής, τουριστική δαπάνη, εποχικότητα κλπ.), της προσφοράς (εξέλιξη αριθμού και ποιότητας προσφερόμενων καταλυμάτων, ποικιλία προσφερόμενων υπηρεσιών, διάρκεια τουριστικής περιόδου κλπ.) και της οργάνωσης (βαθμός εξάρτησης από Τ.O) του τουρισμού μίας περιοχής. O βαθμός ελκυστικότητας της περιοχής επηρεάζει τη βιωσιμότητα της περιοχής όπως αυτή καταγράφεται στα οικονομικά αποτελέσματα των επιχειρήσεων και της τοπικής οικονομίας γενικότερα, στην απασχόληση και γενικότερα στα δημογραφικά στοιχεία της περιοχής, αλλά και στη κατάσταση του περιβάλλοντος. ( Σπιλάνης, http://eyploia.aigaionet.gr). Σκοπός της έρευνας ήταν η επιστημονική καταγραφή της υπάρχουσας κατάστασης (απόδοση) των ξενοδοχειακών μονάδων στο νησί της Σάμου και να καθοριστεί το κατά πόσο αυτές συμβάλλουν στην βιωσιμότητα του νησιού. Βάση για την επιλογή της συνολικής μεθοδολογίας της διατριβής και ειδικότερα των παραμέτρων που διερευνήθηκαν αποτελεί το πλαίσιο D.P.S.R. (Driving Forces - Pressure - State - Response), (Κινητήριες Δυνάμεις - Πίεση - Κατάσταση - Απόκριση), μέσω της εφαρμογής του οποίου προέκυψαν οι κατάλληλοι δείκτες που αποτυπώνουν τις πιέσεις που ασκούνται στην κατάσταση των παραπάνω συστημάτων διαμορφώνοντας την. Η ιδιαιτερότητα της Σάμου, που επιλέχθηκε ως εξεταζόμενος προορισμός για τη μελέτη περίπτωσης είναι ότι είναι ένας κλασικός ηλιοτροπικός προορισμός των 3S, ο οποίος γνώρισε άνθηση τις προηγούμενες δεκαετίες και λόγω ανυπαρξίας ή μη ορθού σχεδιασμού φαίνεται να έχει περάσει το στάδιο της ωριμότητας κι έχουν αρχίσει ήδη να διαφαίνονται έντονα τα σημάδια της παρακμής. 3

1.2. ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Η εργασία στηρίζεται κυρίως σε έννοιες όπως η βιώσιμη ανάπτυξη, η βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη και στο μοντέλο που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε για να καταγράψουμε την επίδραση της τουριστικής δραστηριότητας και το «αποτύπωμα» που αυτή αφήνει σε μία περιοχή, όσον αφορά το θεωρητικό σκέλος της εργασίας και τη μεθοδολογία. Η εφαρμογή της μεθοδολογίας θα γίνει στο νησί της Σάμου, όπου και θα επιχειρηθεί να απαντηθεί το κύριο ερώτημα της εργασίας: «Ποια είναι η οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική απόδοση των ξενοδοχειακών μονάδων της Σάμου και κατά πόσο αυτές συμβάλλουν στην βιωσιμότητα του νησιού», σύμφωνα με τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης. Κατ αυτόν τον τρόπο, η εργασία είναι διαρθρωμένη σε τέσσερις κύριες ενότητες: Το θεωρητικό υπόβαθρο της εργασίας Την ανάλυση της μεθοδολογίας που θα χρησιμοποιηθεί Τη Μελέτη Περίπτωσης (Case Study) Και τέλος τα συμπεράσματα και τις προτάσεις. 4

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: Θεωρητικό Υπόβαθρο. 2. Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΒΙΩΣΙΜΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Ο όρος «βιώσιμη ανάπτυξη» χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στην αναφορά Brundtland (World Commission on Environment and Development, 1987). Σύμφωνα με τον ορισμό που δόθηκε πρόκειται για την ανάπτυξη που καλύπτει τις ανάγκες του παρόντος, διασφαλίζοντας παράλληλα την δυνατότητα ικανοποίησης των αναγκών των μελλοντικών γενεών. Στην παγκόσμια συνδιάσκεψη για το περιβάλλον στο Ρίο της Βραζιλίας (1992), διατυπώθηκε η διακήρυξη για τη βιώσιμη ανάπτυξη, αυτήν δηλαδή που προωθείται σε συγκερασμό με την προστασία του περιβάλλοντος, με κατάλληλο και έγκαιρο σχεδιασμό και μακροχρόνια προοπτική. Σε όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, και πολύ περισσότερο στη δεκαετία που διανύουμε, ο όρος «βιώσιμη ανάπτυξη» έγινε πολύ δημοφιλής στους ακαδημαϊκούς και πολιτικούς κύκλους και υιοθετήθηκε αυθόρμητα από όλους τους εμπλεκόμενους και μη για τη χάραξη αναπτυξιακών πολιτικών. Παρά τις υποκειμενικές διαστάσεις που συχνά προσλαμβάνει ο γενικός όρος, καθώς ο καθένας δίνει τη δική του ερμηνεία στην έννοια της βιωσιμότητας, πρόκειται για την ανάπτυξη που ορίζεται από τρεις βασικούς άξονες, συνδυάζοντας ταυτόχρονα την οικονομική αποτελεσματικότητα, την περιβαλλοντική προστασία και την κοινωνική δικαιοσύνη. (Βλ. Σχήμα 1) Οι βασικές αρχές με τις οποίες συνδέεται είναι η προστασία και η διατήρηση των πόρων, η οικονομική και κοινωνική ευημερία, η ενδογενεακή και διαγενεακή ισότητα, η διαφύλαξη του κληροδοτούμενου προς τις επερχόμενες γενιές κεφαλαίου μέσω της λελογισμένης χρήσης και διαχείρισης των πόρων, η συμμετοχή και η υπευθυνότητα. Θα μπορούσε απλούστερα να διατυπωθεί ως «άφησε τον κόσμο καλύτερο από ότι τον βρήκες, μην πάρεις περισσότερο από όσο χρειάζεσαι, μην βλάπτεις τη ζωή ή το περιβάλλον και κάνε διορθώσεις αν τελικά το πράξεις» (Hawken, 1993 στο Κοκκώσης Τσάρτας 2001). Στρατηγική Βιώσιμης Ανάπτυξης, Σχήμα 1 Οικονομική Αποτελεσματικότητα Κοινωνική Δικαιοσύνη Περιβαλλοντική Προστασία ΠΗΓΗ: Χ. Κοκκώσης Π. Τσάρτας, Βιώσιμη Τουριστική Ανάπτυξη και Περιβάλλον, Κριτική 5

Ως θεωρητική έννοια λοιπόν, η βιώσιμη ανάπτυξη αποτελεί περισσότερο έναν οδηγό για να επιλέγει κανείς μελλοντικούς αναπτυξιακούς δρόμους, παρά μία τελική κατάσταση (Briassoulis, 2001). Η βιώσιμη ανάπτυξη θα πρέπει, επομένως, να γίνεται αντιληπτή ως διαδικασία και όχι ως κατάσταση με συγκεκριμένα όρια τα οποία πρέπει να επιτευχθούν (Wall 1997: 485). 2.1 Η Συστημική Προσέγγιση της Βιώσιμης Τουριστικής Ανάπτυξης Ο σχεδιασμός της τουριστικής ανάπτυξης στοχεύει στον εντοπισμό και την επίλυση των προβλημάτων και στην παραγωγή ενός σχεδίου προκειμένου να υλοποιηθεί η τελική «επιθυμητή» εικόνα. Ο σχεδιασμός αυτός δεν μπορεί παρά να «βλέπει» τις αλληλεξαρτήσεις τόσο μεταξύ οικονομίας, κοινωνίας και περιβάλλοντος στο εσωτερικό της εξεταζόμενης περιοχής, όσο και με το περιβάλλον, υιοθετώντας τις αρχές της συστημικής προσέγγισης. Στα πλαίσια της συστηµικής σκέψης, ένα «σύστημα» αποτελεί µία ολότητα, που διατηρεί την ύπαρξή της µέσω της αμοιβαίας αλληλεπίδρασης των μερών της. Τα πραγματικά συστήματα είναι ανοιχτά στο περιβάλλον τους και αλληλεπιδρούν µε αυτό, ενώ μπορούν να αποκτήσουν ποιοτικά νέες ιδιότητες µε αποτέλεσμα την συνεχή εξέλιξή τους. Τα χαρακτηριστικά ενός συστήματος είναι η αλληλεξάρτηση και η διασύνδεση μέσα σε αυτό επιμέρους υποσυστημάτων, καθώς και η τάση του για εξασφάλιση ισορροπίας (UNEP 1996). Σήμερα, ο τουρισμός θεωρείται ως δραστηριότητα που επηρεάζει όλους τους τομείς που απαρτίζουν έναν προορισμό. Προκαλεί επιπτώσεις τόσο σε οικονομικό, όσο και σε κοινωνικό και περιβαλλοντικό επίπεδο. Αποτελεί σημαντική πηγή εισοδήματος για τον τοπικό πληθυσμό, αφού δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας. Αποτελεί συχνά το κίνητρο, για την προστασία διατήρηση και αξιοποίηση των φυσικών και πολιτιστικών πόρων μιας περιοχής. Πέρα όμως από τη θετική συμβολή, η ανάπτυξη της τουριστικής δραστηριότητας σε μια περιοχή είναι σε θέση να προκαλέσει αρνητικές επιπτώσεις. Το κυρίαρχο πρότυπο του μαζικού τουρισμού ιδίως έχει αποφέρει σημαντικές αλλοιώσεις σε ευαίσθητους τουριστικούς προορισμούς, όπως για παράδειγμα τα νησιά (Spilanis, Vayanni, 2004b: 2, Κοκκώσης, 2000: 83) Με βάση τα παραπάνω η εξέταση της απόδοσης των τουριστικών επιχειρήσεων (και ειδικά των ξενοδοχείων που πραγματεύεται η παρούσα εργασία) πρέπει να μην περιοριστεί μόνο σε οικονομικούς όρους, αλλά να επεκταθεί και σε κοινωνικούς και περιβαλλοντικούς. 6

2.2 Ο ΝΗΣΙΩΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ Όπως αναφέραμε και στην εισαγωγή η έρευνα της παρούσας εργασίας θα διεξαχθεί στο νησί της Σάμου στο Β. Αιγαίο ενός προορισμού ο οποίος γνώρισε άνθηση τις προηγούμενες δεκαετίες και λόγω ανυπαρξίας ή μη ορθού σχεδιασμού έχει περάσει το στάδιο της ωριμότητας κι έχουν αρχίσει ήδη να διαφαίνονται έντονα τα σημάδια της παρακμής. Σκόπιμο κρίνεται πριν προχωρήσουμε στην ανάλυση μας να αναφέρουμε μερικά χαρακτηριστικά των νησιωτικών περιοχών. Με τον όρο νησιωτικός χώρος ή νησί εννοείται το τμήμα της γης που περιβάλλεται από ωκεανό, θάλασσα ή λίμνη (Brachya et al., 1994). Σύμφωνα με τη EUROSTAT (European Commission, 1994), ένα νησί πρέπει επιπλέον να έχει μόνιμο πληθυσμό, να μην έχει σταθερή σύνδεση με την ξηρά και να μην περιλαμβάνει πρωτεύουσα κράτους. Τα νησιά μπορούν να διακριθούν σε μικρά και μεγάλα. Μικρά θεωρούνται τα νησιά που η έκταση τους είναι μικρότερη από 10.000 km2 και ο πληθυσμός τους είναι μικρότερος από 500.000 κατοίκους. Τα νησιά με μεγαλύτερη έκταση και περισσότερο πληθυσμό χαρακτηρίζονται ως μεγάλα (Κονδύλη, 2000). Τα νησιά κατατάσσονται, μαζί με τις παράκτιες, τις αραιοκατοικημένες και τις ορεινές περιοχές, μεταξύ των περιοχών με ειδικά γεωγραφικά χαρακτηριστικά για τις οποίες η Ευρωπαϊκή Ένωση «καλείται να συνεχίσει τις πολιτικές προώθησης της ανάπτυξης εφαρμόζοντας εξειδικευμένα μέτρα» (ΕΕ, 2001,σ 34-35). Ο νησιωτικός χώρος εμφανίζει πλήθος ιδιαίτερων χαρακτηριστικών σε σχέση με τις ηπειρωτικές περιοχές με συνέπεια να απαιτείται προσεκτικότερη και διεξοδικότερη μελέτη τον όρων ανάπτυξης των περιοχών αυτών αποφεύγοντας τις γενικεύσεις. Κατά το παρελθόν η ελληνική πολιτεία στην προσπάθεια της να θεσπίσει περιφερειακά αναπτυξιακά κίνητρα δεν έδωσε την δέουσα προσοχή στις ιδιαιτερότητες των νησιωτικών περιοχών με συνέπεια την αναποτελεσματική σπατάλη πόρων και την απώλεια ευκαιριών. Το θαλάσσιο στοιχείο που περιβάλλει τα νησιά δημιουργεί την αίσθηση της απομόνωσης διαμορφώνοντας ιδιαίτερα χαρακτηριστικά σε σχέση με την αναπτυξιακή δυναμική τους. Ο συνδυασμός των ιδιαίτερων στοιχείων συνθέτει ένα πλέγμα λειτουργικών διασυνδέσεων για κάθε νησί, του οποίου η συνισταμένη εφάπτεται με το ευρύτερο κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον, λειτουργώντας άλλοτε ευνοϊκά και άλλοτε ανασταλτικά στην ανάπτυξη των περιοχών αυτών. Τα αποτελέσματα της παραπάνω σχέσης ανατροφοδοτούν τα ευάλωτα μικρό- συστήματα των νησιών, επιδρόντας καταλυτικά στην δομή της τοπικής κοινωνίας και οικονομίας με άμεσες συνέπειες στο φυσικό και δομημένο περιβάλλον. (Maroudas, Tsartas, 1998) Τα νησιά, παρά τις διαφορές που παρουσιάζουν μεταξύ τους, έχουν ορισμένα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που συνθέτουν την ταυτότητά τους και τα οποία μπορούν να ομαδοποιηθούν σε τρεις κατηγορίες: 7

α) Το μικρό μέγεθος όσον αφορά την έκταση και τον πληθυσμό. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τα μικρά νησιά, αλλά και για τα μεγαλύτερα συγκρινόμενα με την ηπειρωτική χώρα. Με βάση το χαρακτηριστικό αυτό τα νησιά έχουν: 1) περιορισμένη ποικιλία και ποσότητα πρώτων υλών, μειώνοντας έτσι τις δυνατότητες για παραγωγικές δραστηριότητες ιδιαίτερα μεγάλης κλίμακας και 2) περιορισμένη φέρουσα ικανότητα από φυσική, οικονομική και κοινωνική πλευρά, αποζητώντας δραστηριότητες μικρής κλίμακας με μεγάλη διαφοροποίηση στην προσπάθεια για τη διατήρηση της ισορροπίας. Η ευαίσθητη περιβαλλοντική ισορροπία που χαρακτηρίζει τα νησιωτικά οικοσυστήματα, σε συνδυασμό με την έλλειψη άφθονων φυσικών πόρων και ενδοχώρας, καθιστά επικίνδυνη για την οικολογική τους ισορροπία τη μονομερή ανάπτυξη που θα είχε ως αποτέλεσμα την εντατική χρήση ορισμένων φυσικών πόρων (π.χ. νερό, έδαφος), ενώ θα αλλοίωνε ένα βασικό χαρακτηριστικό στοιχείο του νησιωτικού φυσικού οικοσυστήματος που είναι η ποικιλομορφία και η μικρή κλίμακα. Η ύπαρξη μικρής τοπικής αγοράς σχετικά απομονωμένης είχε ανέκαθεν ανάγκη για ανάπτυξη πολλών και ποικίλλων δραστηριοτήτων και αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα για την ανάπτυξη δραστηριοτήτων μεγάλης κλίμακας, όπως απαιτεί τα σύγχρονο μοντέλο ανάπτυξης. Παράλληλα, η ποικιλία είναι απαραίτητη για να υπάρχει ευσταθής ισορροπία στην τοπική οικονομία, δεδομένων των κινδύνων που συνεπάγεται μακροπρόθεσμα η εξειδίκευση σε μια βασική δραστηριότητα. β) Την περιφερειακότητα και την απομόνωση. Η περιφερειακότητα ως ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της πλειοψηφίας των νησιών συμπληρώνεται από τη φυσική τους απομόνωση λόγω της ασυνέχειας του χώρου. Στην περίπτωση των νησιωτικών συμπλεγμάτων παρατηρείται το φαινόμενο της διπλής νησιωτικότητας των μικρότερων νησιών που κινούνται ως δορυφόροι των μεγαλύτερων. γ) Τις ιδιαίτερες πολιτιστικές αξίες και τη βιωματική ταυτότητα που έχουν επηρεαστεί από την ιδιαιτερότητα του νησιού (νησιωτικότητα) που δημιουργεί ένα κλίμα μέσα στο οποίο διαπλάθεται ο νησιώτης και που επηρεάζει πολύ τον τρόπο σκέψης και δράσης του, καθώς και το ιδιόμορφο, πλούσιο αλλά και εύθραυστο περιβάλλον που έχει ανάγκη ιδιαίτερης διαχείρισης μέσα στη λογική της Αειφόρου Ανάπτυξης (Σπιλάνης, 1996). Ο περιφερειακός χαρακτήρας των νησιών και απομόνωση συνεπάγεται αυξημένο κόστος τόσο άμεσο όσο και έμμεσο το οποίο επιβαρύνει τη λειτουργία όλων των φορέων που δρουν στον νησιωτικό χώρο και το οποίο μετακυλύει στα νοικοκυριά. Οι παράγοντες της εντοπιότητας και των ισχυρών οικογενειακών δεσμών που αναπτύσσονται στα νησιά δημιουργούν αδράνεια που μπορεί να αναστείλει έως ένα βαθμό κάποιες αποφάσεις αναφορικά με τον χώρο εγκατάστασης ανθρώπων και δραστηριοτήτων, δεν μπορεί όμως να τις ματαιώσει οριστικά, χωρίς να υπάρξουν συνέπειες οικονομικές και κοινωνικές. (Σπιλάνης, 1997). 8

Τα ελληνικά νησιά συντηρούνται κυρίως από τον τουρισμό και η ανάπτυξη τους τις τελευταίες δεκαετίες βοήθησε να σταματήσει η οικονομική και δημογραφική ύφεση τους (Spilanis et al., 2003). Παρουσιάζουν συγκεκριμένα και μοναδικά προβλήματα, τα οποία πρέπει να μελετηθούν με έναν διαφορετικό τρόπο από τις χερσαίες περιοχές. Αυτές οι ιδιαιτερότητες είναι περισσότερο έντονες σε μικρά νησιά. Επιπλέον, τα νησιά σαν μοναδικές οντότητες με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, ανθρωπολογικά και ιστορικά, επιβάλλεται να εξετάζονται ξεχωριστά (Spilanis et al., 1998). Όλα τα παραπάνω επιβεβαιώνουν την αναγκαιότητα εκτίμησης της απόδοσης των τουριστικών επιχειρήσεων και στις τρεις πτυχές της βιώσιμης ανάπτυξης. 2.3 ΟΙ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ Η τουριστική επιχείρηση και η κάθε επιχείρηση δεν είναι αποκλεισμένη από το σύνολο της κοινωνίας, δεν λειτουργεί «εν κενώ». Οι επιχειρήσεις συνδέονται και μάλιστα με άμεσο τρόπο, με άλλους κοινωνικούς εταίρους, φορείς, οργανισμούς, τους καταναλωτές των προϊόντων της και εν τέλει με τους ίδιους τους πολίτες μίας κοινωνίας. Η επιχείρηση βρίσκεται, ζει και αναπνέει δηλαδή εντός της κοινωνίας, χρησιμοποιεί τους πόρους της, οικονομικούς, ανθρώπινους και φυσικούς. Η κάθε επιχείρηση διαθέτει συνεργάτες, συμμέτοχους και συμβαλλόμενους στο έργο που επιτελεί. Οι συμμέτοχοι αυτοί επηρεάζουν και επηρεάζονται από τις δραστηριότητες της επιχείρησης, έχουν σημαντικό λόγο και μείζονα ρόλο σε κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα. Οι συμβαλλόμενοι αυτοί είναι η τοπική κοινότητα που επιθυμεί οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην περιοχή της να μεγιστοποιούν τα οφέλη και να ελαχιστοποιούν τα κόστη προς αυτήν. Είναι η κυβέρνηση της χώρας, η οποία καταρτίζει το νομοθετικό πλαίσιο εντός του οποίου καλείται η κάθε επιχείρηση να δραστηριοποιηθεί και οι μη κυβερνητικές οργανώσεις, ο ρόλος των οποίων ενισχύεται σταθερά τα τελευταία χρόνια ακόμη και στην Ελλάδα. Ακόμη είναι οι επενδυτές αλλά και οι προμηθευτές της επιχείρησης οι οποίοι έχουν στηρίξει σε μεγάλο ή μικρό βαθμό την οικονομική ευμάρεια τους στην ανάπτυξη της επιχείρησης. Τέλος είναι οι καταναλωτές, οι οποίοι επιθυμούν να γνωρίζουν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των προσφερόμενων υπηρεσιών και απαιτούν να έχουν γνώση και να διαθέτουν πληροφορίες για την διαδικασία παραγωγής τους, ώστε να αποφασίσουν τι θα επιλέξουν για να μεγιστοποιήσουν την απόλαυση τους. Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι η επιχείρηση συνιστά ένα κέντρο γύρω από το οποίο περιστρέφονται φορείς και πρόσωπα. που συνδέονται μαζί της. Σκοπός μίας τουριστικής επιχείρησης θα πρέπει να είναι να επιτύχει ταυτόχρονα το προσδοκώμενο κέρδος και τις επιταγές της ευθύνης που φέρει σε κοινωνικό επίπεδο. Η επιδίωξη του κέρδους στην πλειοψηφία συνιστούσε τον απόλυτο και μοναδικό στόχο μίας οποιασδήποτε επιχείρησης μέχρι σήμερα. Μπορεί η επιδίωξη του κέρδους και του πλούτου να παραγκωνίζει συνειδητά την όποια κοινωνική και περιβαλλοντική ευθύνη, όμως μία βιώσιμη τουριστική επιχείρηση πρέπει να διαθέτει κάποιο μακροπρόθεσμο όραμα και στόχους, 9

πρέπει να μην κατατρύχεται από κοντόφθαλμες και βραχυπρόθεσμες λογικές και πρέπει στην επιχείρηση αυτή το κέρδος και ηθική συμπεριφορά να συμβαδίζουν. Οι τουριστικές επιχειρήσεις θα πρέπει αποδεχτούν πως υπάρχει μία τριπλή συνθήκη βιωσιμότητας την οποία θα πρέπει να σέβονται πρώτον, να είναι οικονομικά ασφαλείς και αποδοτικές σε βάθος χρόνου δεύτερον, να ελαχιστοποιούν τις αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις και τρίτον, να δρουν λαμβάνοντας υπόψη τις κοινωνικές προσδοκίες. Είναι γεγονός ότι οι επιχειρήσεις βελτιώνουν το βιοτικό επίπεδο, παράγουν πλούτο, συμβάλλουν στην ανάπτυξη μίας οικονομίας και στην βελτίωση του επιπέδου ζωής των πολιτών μίας κοινωνίας. Ο κόσμος αλλάζει, μαζί του μεταβάλλονται τα κριτήρια αξιολόγησης των καταναλωτών. Οι επιχειρήσεις και το έργο που παράγουν κρίνονται πλέον επί τη βάσει αυστηρότερων παραμέτρων. Ο καταναλωτής συνειδητοποιεί την απειλή προς το περιβάλλον, την κοινωνική συνοχή, και έννοιες όπως «αειφόρος ανάπτυξη». Επιθυμεί από τις επιχειρήσεις να διαθέτουν τον ίδιο βαθμό συνείδησης και ηθικής. Κρίνει με αυτό τον τρόπο, διαμορφώνει δηλαδή την αξία των επιχειρήσεων συνυπολογίζοντας τόσο την ποιότητα του προϊόντος / υπηρεσίας που προσφέρεται όσο και την ποιότητα της διαδικασίας με την οποία αυτό παράχθηκε. (Ανακτήθηκε από: http://www.icap.gr/news/index_gr_6916.asp ) Παρακάτω παραθέτουμε μερικές αρχές που θα πρέπει να διέπουν τις τουριστικές επιχειρήσεις: «Υπεύθυνη επιχείρηση». Τα μέλη θα πρέπει εργάζονται με συστηματικό και συνεχή τρόπο για την υλοποίηση του κοινού οράματος. Για το σκοπό αυτό, τα μέλη θα πρέπει να υιοθετούν, στη βάση των δυνατοτήτων και των προτεραιοτήτων τους, υπεύθυνη συμπεριφορά, έτσι ώστε η επιχείρηση να είναι ανταγωνιστική και βιώσιμη δημιουργώντας μακροχρόνια οικονομικά οφέλη και θέσεις εργασίας στη περιοχή, ενώ ταυτόχρονα θα χρησιμοποιεί ορθολογικά τους φυσικούς πόρους. «Νόμιμη Επιχείρηση». Για να λειτουργεί υπεύθυνα μια επιχείρηση πρέπει να λειτουργεί με βάση όλους τους κανόνες και τις διαδικασίες που έχει θεσπίσει το κράτος, όπως οικοδομικές άδειες, άδειες λειτουργίας, ασφάλειας, υγιεινής και περιβάλλοντος. «Διαρκής βελτίωση επιδόσεων και ποιότητας υπηρεσιών». Τα μέλη θα πρέπει με συστηματικό τρόπο να προωθούν, πραγματοποιούν και αξιολογούν ενέργειες διαρκούς βελτίωσης των επιδόσεων τους, τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εξωτερικό περιβάλλον της επιχείρησης τους. 10

«Έμφαση στη πρόληψη περιβαλλοντικών προβλημάτων». Τα μέλη θα πρέπει να δίνουν προτεραιότητα στην πρόληψη παρά στη θεραπεία των περιβαλλοντικών προβλημάτων. «Ανάπτυξη και διάδοση των περιβαλλοντικών φιλικών τεχνολογιών και πρακτικών». Τα μέλη θα πρέπει να υποστηρίζουν την ανάπτυξη και διάδοση των περιβαλλοντικά φιλικών τεχνολογιών και πρακτικών. (Πρακτικά Ημερίδας: Υποστήριξη επιχειρηματικότητας σε νησιωτικούς προορισμούς: Τουριστικό Παρατηρητήριο και Σήμα Ποιότητας σε Τουριστικές Επιχειρήσεις, Σπιλάνης, Σάμος, 10/03/2007) 11

2.4 ΤΑ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑ Γενικότερα ως ξενοδοχεία μπορούμε να ορίσουμε τις τουριστικές εγκαταστάσεις που περιλαμβάνουν υποδοχή, διοίκηση, κοινόχρηστους χώρους υποδοχής, εστίασης, αναψυχής πελατών, χώρους διανυκτέρευσης, καθώς επίσης παρέχουν διαφόρων ειδών εξυπηρετήσεις στους πελάτες τους (Χυτήρης Λ., 1991, σελ24-25). Ειδικότερα ως ξενοδοχείο ορίζεται το εμπορικό κατάλυμα υποδοχής το οποίο προσφέρει δωμάτια ή επιπλωμένα διαμερίσματα για ενοικίαση σε μία περαστική πελατεία. Βασική προϋπόθεση παραμένει ωστόσο ότι αυτός ο τύπος ενοικίασης δεν αντιπροσωπεύει μια συνηθισμένη κατοικία. Τα ξενοδοχεία μπορεί να περιλαμβάνουν αίθουσες εστιατορίων, οργανωμένων με τις ανάλογες υπηρεσίες. (Βαρβαρέσος Σ., 1998, σελ101). Η ξενοδοχειακή βιομηχανία αποτελεί τμήμα της βιομηχανίας «Τουρισμός» και χαρακτηρίζεται από την δυνατότητα της να παρέχει διαμονή-διανυκτέρευση και να προσφέρει στους πελάτες μιας σειράς υπηρεσιών (όπως π.χ. κρατήσεις δωματίων, πληροφορίες, εστίαση, αναψυχή, αγορές, καθαριότητα, ανάλογα με την κατηγορία της μονάδας). Επειδή αυτές οι υπηρεσίες προσφέρονται μαζί, τα ξενοδοχεία συχνά χαρακτηρίζονται ως μονάδες που προσφέρουν τμήμα της «εμπειρίας» που αναζητά ο τουρίστας στον προορισμό. Είναι αυτός ο συνδυασμός απτών και άυλων που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι τα ξενοδοχεία παρέχουν στους πελάτες τους προνόμια, αγαθά κι υπηρεσίες.. Στην ξενοδοχειακή βιομηχανία λοιπόν, ανήκουν όλες εκείνες οι κτιριακές εγκαταστάσεις στις οποίες προσφέρεται ο συνδυασμός αγαθών και υπηρεσιών που αναφέρθηκε μόλις πιο πάνω και μας είναι γνωστές ως ξενοδοχεία ή μοτέλ ή πανσιόν κλπ. (Χυτήρης Λ., 1991, σελ24-25). Οι ξενοδοχειακές επιχειρήσεις αναμφίβολα αποτελούν μία από τις βασικές προϋποθέσεις για την ανάπτυξη ενός τουριστικού προορισμού. Αποτελούν λοιπόν ένα σημαντικό μέσο ανάπτυξής, με δυνατότητες να συμβάλλουν στην βιωσιμότητα του τουριστικού προϊόντος. (Spilanis, Tsilimpokos, 2007 ) Τα βιώσιμα ξενοδοχεία οδηγούν σε βιώσιμους προορισμούς οι οποίοι με την σειρά τους οδηγούν σε επιτυχημένες ξενοδοχειακές επιχειρήσεις. (συνέδριο στα Gran Canaria στην Ισπανία το 2000) Τα ξενοδοχεία είναι τουριστικά «ορόσημα», και ο τρόπος τοποθέτησης τους και η αρχιτεκτονική τους συνήθως επηρεάζεται από τον πολιτισμό και το περιβάλλον στο οποίο βρίσκονται. Αποτελούν «σπίτια μακριά από το σπίτι», ( homes away from home ). Εξαιτίας της ειδικής τους λειτουργίας, παράγουν διάφορες προσδοκίες τόσο από τους τουρίστες που διαμένουν εκεί παροδικά (αλλά που δημιουργούν μη φυσιολογική κατανάλωση ενέργειας και νερού και παράγουν μεγάλη και άσκοπη ποσότητα απορριμμάτων κατά τις επισκέψεις τους) όσο και από τα μέλη της τοπικής κοινωνίας που διαμένει στο τόπο μόνιμα (που όμως είναι πιο προσεκτικοί όσων αφορά την κατανάλωση και τα επίπεδα απορριμμάτων τους.) (Marin, Jafar, 2002) Σύμφωνα με την UNEP(2002), η συνεισφορά της ξενοδοχειακής βιομηχανίας στο ακαθάριστο εθνικό προϊόν θεωρείται ουσιώδης. Τόσο στις ανεπτυγμένες όσο και στις 12

αναπτυσσόμενες χώρες, το εισόδημα που δημιουργείται από τον ξενοδοχειακό τομέα αποτελεί απαραίτητο κομμάτι των τοπικών και εθνικών οικονομιών. Αυτό επιτυγχάνεται κυρίως μέσω των κερδών που δημιουργούνται για τους ιδιοκτήτες, των φόρων που πληρώνονται στο κράτος, των μισθών και των θέσεων που δημιουργούνται και των υλικών εμπορευμάτων που αγοράζονται (UNEP, 2002). Οι μικρές και μεσαίες ξενοδοχειακές επιχειρήσεις αποτελούν ένα δυναμικό κομμάτι της ελληνικής οικονομίας που συνεισφέρει, τόσο στην οικονομική μεγέθυνση, όσο και στην απασχόληση. από την άλλη πλευρά, πολύ σημαντική συνεισφορά στο ΑΕΠ και την απασχόληση έχει ο τουρισμός, του οποίου μεγάλο μέρος αποτελεί ο ξενοδοχειακός κλάδος. Η συντριπτική πλειοψηφία των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων είναι μικρές και μεσαίες, που εκτός από την προαναφερόμενη συνεισφορά τους στο συνολικό ΑΕΠ και την απασχόληση, συνεισφέρουν τα μέγιστα στην περιφερειακή ανάπτυξη της χώρας, κάτι που ξεπερνάει τα όρια της οικονομικής συνεισφοράς, μια και συμβάλλει στην προώθηση μη οικονομικών στόχων, όπως η διατήρηση του πληθυσμού σε ευαίσθητες περιοχές των συνόρων μας, όπως και στην περίπτωση της Σάμου που αποτελεί την περιοχή έρευνας για την μελέτη της εργασίας αυτής (Ι.Τ.Ε.Π., 2000, σελ11). Ο ορισμός των Μικρομεσαίων Ξενοδοχειακών Μονάδων στηρίζεται στην με την Σύσταση της Επιτροπής (Σύσταση της 6/5/2003, (2003/361/ΕΚ) Επίσημη Εφημερίδα L 124, 20/5/2003) η οποία καθορίζει ως: Μικρομεσαία επιχείρηση οποιαδήποτε έχει: λιγότερους από 250 εργαζομένους και ετήσιες πωλήσεις μη υπερβαίνουσες τα 50 εκατ. Ευρώ, ή ετήσιο ισολογισμό μικρότερο των 43 εκατ. Ευρώ, και είναι ανεξάρτητη μονάδα, δηλαδή μη κατεχόμενη σε ποσοστό μεγαλύτερο του 25% των συνολικών κεφαλαίων της από φορέα που υπερβαίνει κάποιο από τα παραπάνω χαρακτηριστικά και ως, Μικρή επιχείρηση οποιαδήποτε έχει: λιγότερους από 50 εργαζομένους και ετήσιες πωλήσεις μη υπερβαίνουσες τα 7 εκατ. Ευρώ ή ετήσιο ισολογισμό μικρότερο των 5 εκατ. Ευρώ, και είναι ανεξάρτητη μονάδα με την έννοια που δόθηκε στον όρο παραπάνω. Με κριτήριο τον αριθμό εργαζομένων μπορούμε να διακρίνουμε δύο πρόσθετες κατηγορίες: τις μεσαίες επιχειρήσεις, απασχολούσες 50-249 άτομα και τις πολύ μικρές(micro- ή ΠΜΕ) επιχειρήσεις, απασχολούσες 1-9 άτομα και ανώτερου κύκλου εργασιών και ισολογισμού, ύψους 2 εκατ. ευρώ. Με βάση των παραπάνω ορισμό οι ΜΜΕ καταλαμβάνουν το 99% των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον χώρο του Ευρωπαϊκού Τουρισμού. 13

2.5 ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ Το ελληνικό ξενοδοχειακό δυναμικό 1 χαρακτηρίζεται από υπερπροσφορά κλινών. Η υπερπροσφορά αυτή γίνεται φανερή αν συγκριθεί ο αριθμός προσφερόμενων κλινών ανά 100.000 κατοίκους στην Ελλάδα με μερικούς από τους υπόλοιπους μεσογειακούς τουριστικούς προορισμούς. Η Ελλάδα είναι σαφώς πιο κορεσμένη αγορά από την άποψη αυτή (βλ. Πίνακα 1). ΠΙΝΑΚΑΣ 1. ΚΛΙΝΕΣ / 100.000 ΚΑΤΟΙΚΟΥΣ ΤΟ 2004 Ελλάδα Τουρκία Κροατία Ιταλία Ισπανία Πορτ/λία Κύπρος 6.169 587 4.580 3.473 3.541 2.418 12.244 Πηγή: Eurostat, Turkstat, UNWTO, World Bank, ΕΟΤ, ΕΣΥΕ, Υπ. Οικ. Κύπρου Το ελληνικό ξενοδοχειακό δυναμικό αποτελείται κατά κύριο λόγο από μικρομεσαίες τουριστικές επιχειρήσεις οικογενειακού τύπου (Ι.Τ.Ε.Π, Παπανίκος, 2001) των οποίων η δυνατότητα προσφοράς υπηρεσιών υψηλού επιπέδου και λειτουργίας πέρα από την περίοδο υψηλής ζήτησης είναι περιορισμένη. Επιπλέον έχουν χαμηλή διαπραγματευτική δύναμη έναντι των Tour Operators. Ο αριθμός των ξενοδοχειακών μονάδων, όπως και των διαθέσιμων ξενοδοχειακών κλινών αυξάνεται συνεχώς. Αιτίες, πέρα από την αυξανόμενη ζήτηση, είναι τα επενδυτικά κίνητρα που δίνονται, η απουσία πολιτικής επαναπροσανατολισμού των επενδύσεων σε πολλές περιφέρειες της χώρας, όπου ο τουρισμός δείχνει η μόνη διαθέσιμη επενδυτική επιλογή, και η έλλειψη κινήτρων εξόδου από την τουριστική δραστηριότητα πεπαλαιωμένων μονάδων. (Eurobank Research, σελ. 11-14) Επιπλέον, προβληματισμό προκαλούν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των ελληνικών ξενοδοχείων, όπως αυτά αντικατροπτίζονται στην κατηγοριοποίησή τους με βάση το σύστημα των αστέρων. Οι περισσότερες μονάδες στην Ελλάδα ανήκουν στην κατηγορία των 2 αστέρων (34% των κλινών), ενώ οι μονάδες 5 αστέρων είναι πολύ λίγες (8%) και αυξήθηκαν κυρίως τα τελευταία χρόνια ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 (βλ. Πίνακα 2) 2. 1 Ξενοδοχεία, όχι ενοικιαζόμενα δωμάτια και camping s. 2 Η κατηγοριοποίηση με το σύστημα των αστέρων εφαρμόστηκε για πρώτη φορά το 2004. Τα στοιχεία για τα προηγούμενα έτη βγήκαν με αντιστοίχιση των παλαιότερων κατηγοριών. Η αντιστοίχιση αυτή σε καμία περίπτωση δεν είναι απόλυτη. Η κατηγορία των 5 αστέρων αντιστοιχεί στην παλιά κατηγορία Lux, τα 4 αστέρια στην Α κατηγορία, τα 3 στην Β, τα 2 στην Γ και το ένα αστέρι στις παλιές κατηγορίες Δ και Ε. 14

ΠΙΝΑΚΑΣ 2. ΚΛΙΝΕΣ ΑΝΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 2 Τα παραπάνω χαρακτηριστικά είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με το μέγεθος των ελληνικών ξενοδοχειακών μονάδων. Το μέγεθος, όπως αυτό μετράται από τον αριθμό κλινών ανά ξενοδοχειακή μονάδα, είναι στην πλειοψηφία τους μικρό. Το μέσο μέγεθος, όπως φαίνεται και στο Διάγραμμα 1, παρουσιάζει συνεχή αύξηση από το 2000 και μετά. Όμως το μέγεθος των ελληνικών ξενοδοχειακών μονάδων παραμένει πολύ μικρότερο από αυτό των υπολοίπων μεσογειακών τουριστικών προορισμών με εξαίρεση την Ιταλία (βλ. Πίνακα 3). 15

Προβληματικό χαρακτηριστικό των ελληνικών ξενοδοχειακών μονάδων αποτελεί ο βαθμός χρήσης των ξενοδοχειακών κλινών. Η εικόνα του δείκτη χρήσης κλινών 3 (Gross Utilization of Bedplaces) είναι ενδεικτική της υστέρησης της Ελλάδας έναντι των ανταγωνιστών με εξαίρεση πάντα την Ιταλία (βλ. Πίνακα 4). Η εποχικότητα αποτελεί την κυριότερη αιτία αυτής της υστέρησης. (Eurobank Research, σελ. 11-14) ΠΙΝΑΚΑΣ 3. ΚΛΙΝΕΣ/ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΗ ΜΟΝΑΔΑ ΠΙΝΑΚΑΣ 4. ΧΡΗΣΗ ΚΛΙΝΩΝ Χαρακτηριστικό επίσης των ελληνικών ξενοδοχειακών επιχειρήσεων αποτελεί η υστέρηση σε θέματα εισαγωγής νέων τεχνολογιών (βλ. Πίνακα 5). Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat (Knauth, 2006) για το 2005, το 80% των ελληνικών ξενοδοχειακών επιχειρήσεων (με πάνω από 10 εργαζόμενους) έχει δική του ιστοσελίδα στο διαδίκτυο, ενώ ο μέσος όρος στην Ευρώπη των 25 είναι 89%. Τα αντίστοιχα νούμερα για το σύνολο των επιχειρήσεων είναι πάντως πολύ χαμηλότερα, 56% για την Ελλάδα και 61% για την Ε.Ε. 25, αποδεικνύοντας ότι ο ξενοδοχειακός κλάδος υπήρξε πρωτοπόρος στην αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών. Η υστέρηση είναι μεγαλύτερη όσον αφορά τη χρηστικότητα αυτών των ιστοσελίδων αφού μόνο οι μισές από αυτές στην Ελλάδα 3 Ο δείκτης κατασκευάζεται χρησιμοποιώντας τον αριθμό διανυκτερεύσεων μη κατοίκων (αλλοδαπών) σε ξενοδοχεία και συναφή καταλύματα και διαιρώντας τον με το γινόμενο του συνολικού αριθμού κλινών αυτών επί 365 ημέρες. Προσέξτε ότι χρησιμοποιείται ο συνολικός αριθμός κλινών ξενοδοχείων και συναφών καταλυμάτων και όχι ο αριθμός αυτών που είναι διαθέσιμες προς χρήση. Στην δεύτερη περίπτωση ο δείκτης (Net Utilization of Bedplaces) θα ήταν πολύ υψηλότερος, καθώς δεν θα λαμβάνονταν υπόψη οι εποχικά κλειστές μονάδες ή μη για οποιοδήποτε λόγο διαθέσιμες κλίνες. 16

παρέχουν πρόσβαση σε τιμοκαταλόγους, σε αντίθεση με τους κυριότερους ανταγωνιστές. Τέλος, το 31% των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων στην Ελλάδα δέχεται κρατήσεις μέσω της ιστοσελίδας του, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 35%. ΠΙΝΑΚΑΣ 5. ΧΡΗΣΗ ΙΝΤΕΡΝΕΤ ΑΠΟ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΤΟ 2005 17

2.6 ΝΗΣΙΩΤΙΚΕΣ ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΕΙΦΟΡΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ Η νησιωτικότητα πολλών τουριστικών προορισμών πολλαπλασιάζει τις εντάσεις που δημιουργεί στο περιβάλλον η λειτουργία υπερβολικού αριθμού Ξενοδοχειακών Μονάδων ακριβώς λόγω των πεπερασμένων διαθέσιμων πόρων (πχ νερού), περιορισμένων δυνατοτήτων απορρόφησης των αποβλήτων και ατελών ή ανεπαρκών υποδομών ( Buhalis, 1999). Το πεπερασμένο των πόρων ( κυρίως νερού, εδάφους και ενέργειας) αυξάνει τις τιμές κάποιων εξ αυτών, εξωθεί σε ανταγωνισμό για την χρήση τους και βέβαια ο ανταγωνισμός στο εσωτερικό ενός κλειστού συστήματος (όπως τα νησιά) μειώνει την ολική απόδοση του συστήματος (Καρατζόγλου, 2006). Στην προσπάθεια τους να πετύχουν μια ισόρροπη ανάπτυξη, τα νησιά έχουν να αντιμετωπίσουν με επιτυχία την πρόκληση της επιλογής του ιδανικού τύπου και μεγέθους του τουρισμού που θα επιδιώξουν καθώς και τα εργαλεία καταγραφής και ελέγχου των επιπτώσεων της ανάπτυξης αυτής στο φυσικό τους περιβάλλον (Diamantis, 1999). Οι ειδικότερες ανάγκες για την επίτευξη αειφορικού τουρισμού στα νησιά και εξορθολογισμού του μεγέθους και του τρόπου λειτουργίας των εκεί λειτουργουσών Ξενοδοχειακών Μονάδων, έχει αποτελέσει τα τελευταία χρόνια αντικείμενο πολλών διεθνών συνεδρίων και ερευνών. Κοινό συμπέρασμα των ερευνών ήταν η αδυναμία των νησιωτικών περιοχών να εκμεταλλευτούν στο έπακρο τα δυνητικά οφέλη από την εμπλοκή τους σε τουριστικές δραστηριότητες. Η αδυναμία αυτή προέρχεται ή ενισχύεται από μια σειρά χαρακτηριστικών που εμφανίζονται έντονα, αν και όχι αποκλειστικά στην νησιωτική φύση όπως: Την αδυναμία των νησιών, λόγω του μικρού μεγέθους, να παρακολουθήσουν και να προσαρμοσθούν με επιτυχία στο κυρίαρχο μοντέλο καπιταλιστικής ανάπτυξης που από τη φύση του επιδιώκει μεγάλη παραγωγική ικανότητα και μεγάλες αγορές (Σπιλάνης, 1993). Στον τουριστικό τομέα αυτό σημαίνει ότι τα μικρά νησιά δεν πρόκειται να αποτελέσουν επενδυτικό στόχο μεγάλων ξενοδοχειακών αλυσίδων καθώς οι περιορισμένοι διαθέσιμοι πόροι και υποδομές και η πληθώρα νομοθετικών περιορισμών, κυρίως στους όρους δόμησης προϊδεάζουν ότι η συμμετοχή τους στην εταιρική κερδοφορία θα είναι μειωμένη και ο χρόνος αποπληρωμής της επένδυσης εξαιρετικά μακρύς. Το γεγονός αυτό εξηγεί την λειτουργία αποκλειστικά μικρών και μικρομεσαίων τουριστικών μονάδων στην πλειοψηφία (και) των Ελληνικών νησιών. Τον ασφυκτικό έλεγχο που ασκούν οι διεθνείς τουριστικοί οργανισμοί στους περιφερειακούς νησιωτικούς τουριστικούς προορισμούς, επιβάλλοντας εκείνες τις μορφές τουριστικής ανάπτυξης και εκείνες τις τιμές που συμφέρουν τα βραχυπρόθεσμα οικονομικά συμφέροντα τους - ελέγχοντας την προσπελασιμότητα σ αυτά μέσα από τις εταιρείες charter - αυξάνοντας την εξάρτηση των νησιωτικών προορισμών από τις διαθέσεις τους και την τρωτότητα τους από τις αποφάσεις τους. ( Britton, 1982). Η ισχύς του ελέγχου είναι ανάλογη της απόστασης και αντιστρόφως ανάλογη του βαθμού ανάπτυξης των 18

προορισμών. Ωστόσο, η ανάπτυξη και η συνακόλουθη μείωση του κόστους των αεροπορικών συγκοινωνιών και, κυρίως, η χρήση του διαδυκτίου έχουν αρχίσει να αυξάνουν σημαντικά τις δυνατότητες ανάληψης πρωτοβουλιών για αυτοδιαχείριση της τοπικής ξενοδοχειακής προσφοράς αποδεσμεύοντας τους νησιωτικούς φορείς από τον αποπνικτικό έλεγχο των διεθνών tour-operator (Ching-biu Tse, 2003). Την συνήθη ανυπαρξία τοπικών οργανωμένων επιχειρηματικών σχημάτων που να μπορούν να αυτοχρηματοδοτήσουν σε σημαντικό ποσοστό τα τουριστικά σχέδια τους. Την τάση των κατοίκων να μεταστραφούν από παραδοσιακές πρωτογενείς δραστηριότητες (γεωργία, κτηνοτροφία, αλιεία) σε δραστηριότητες σχετικές με τον μαζικό, παράκτιο τουρισμό λόγω της υψηλότερης οικονομικής απόδοσης και των καλύτερων εργατικών συνθηκών που σχετίζονται με αυτόν ( Τσάρτας, 2003). Αν και η παραπάνω παρατήρηση αλήθευε κατά την φάση της πρώιμης τουριστικής ανάπτυξης (δεκαετίες 70 και 80), αλλαγές στις παραγωγικές δομές σήμερα επιτρέπουν υψηλότερες αποδόσεις από εναλλακτικές υποστηρικτικές (γεωργικές, αλιευτικές, αλλά και βιοτεχνικές) δραστηριότητες λόγω έλλειψης σχετικές προσφοράς. Την έλλειψη εκπαιδευμένου ανθρώπινου δυναμικού, όχι μόνο σε ανώτερες εξειδικευμένες θέσεις (Managers, κτλ) αλλά και σε επίπεδο υποστήριξης ή απλής παροχής υπηρεσιών (σερβιτόροι). Η ανυπαρξία θεσμικού πλαισίου έγκαιρης και κατάλληλης εκπαίδευσης των ντόπιων κατοίκων στην απόκτηση των αναγκαίων δεξιοτήτων, επιτρέπει την αντικατάστασης τους από περιστασιακούς εργαζόμενους, Έλληνες ή ξένους, με χαμηλότερο ή ανύπαρκτο ενδιαφέρον για την αειφορική προοπτική του τόπου και μειώνει περαιτέρω την προσθετική αξία του τουρισμού καθώς οι απολαβές τους αναλώνονται αλλού (Κάρατζόγλου, 2000). Την αύξηση του κόστους των χρησιμοποιούμενων για την νησιωτική τουριστική ανάπτυξη στοιχείων, τόσο παγίων (δομικά υλικά, έπιπλα, οχήματα, εξοπλισμός) όσο και του κεφαλαίου κίνησης (πρώτες ύλες, αναλώσιμα, τρόφιμα και ποτά). Η αύξηση προέρχεται από δαπάνες που σχετίζονται με την τοποθέτηση παραγγελιών, τα μεταφορικά, τα ασφάλιστρα και τα φορτωτικά (Buhalis 1999). 19

2.7 ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Τα ξενοδοχεία αποτελούν οικονομικές μονάδες, η ανάλυση των οποίων μπορεί να γίνει σύμφωνα με τις αρχές τις μικροοικονομίας. Είναι αυτονόητο ότι το σύνολο του κλάδου συνεισφέρει σημαντικά στην οικονομική πρόοδο και γενικότερα στην βιώσιμη ανάπτυξη ενός προορισμού, όπως αυτό μετράται με τους σχετικούς δείκτες της οικονομικής μεγέθυνσης και της απασχόλησης. Τα ζητήματα όμως αυτά αποτελούν αντικείμενο μιας μακροοικονομικής προσέγγισης, που δεν αποτελεί το σκοπό της παρούσης μελέτης. Η μικροοικονομική προσέγγιση της επιχείρησης ξενοδοχείο περιλαμβάνει την ανάλυση της ζήτησης και της προσφοράς ξενοδοχειακών καταλυμάτων. Ασχολείται δηλαδή, η μικροοικονομία με την ανάλυση της αγοράς των ξενοδοχειακών καταλυμάτων. Στην παρούσα εργασία θα ασχοληθούμε με το κομμάτι της προσφοράς, δηλαδή την ανάλυση μεταβλητών όπως είναι τα έσοδα, η παραγωγή, και το κέρδος. Η ανάλυση αυτή είναι αναγκαία για να ριχθεί φως στο μεγάλο πρόβλημα της βιωσιμότητας των ελληνικών ξενοδοχειακών επιχειρήσεων. Ένας από τους σημαντικότερους στόχους μίας ξενοδοχειακής επιχείρησης είναι η μεγιστοποίηση του κέρδους. Σύμφωνα με την μικροοικονομική θεωρία, η μεγιστοποίηση του κέρδους επιτυγχάνεται όταν το οριακό έσοδο από την πώληση των αγαθών ή υπηρεσιών που παράγει η επιχείρηση ισούται με το οριακό κόστος παραγωγής αυτού του αγαθού ή υπηρεσίας. Παραγωγή θεωρείται, κυρίως, η διανυκτέρευση και συμπληρωματικά οι υπόλοιπες υπηρεσίες που προσφέρει η μονάδα (υπηρεσίες φαγητού και διασκέδασης.) Τα έσοδα ενός ξενοδοχείου προέρχονται στην συντριπτική τους πλειοψηφία από τις διανυκτερεύσεις εκτός από τις μονάδες υψηλών κατηγοριών. Για κάθε επιχείρηση εκείνο που έχει σημασία πέρα από τα συνολικά έσοδα, είναι τα έσοδα ανά μονάδα παραγωγής. Στην περίπτωση του ξενοδοχείου έχουν μεγάλη σημασία τα έσοδα ανά διανυκτέρευση. Εξίσου σημαντικό για την αποτίμηση της απόδοσης του ξενοδοχείου ως επένδυσης είναι και τα έσοδα ανά δωμάτιο. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε το μέσο έσοδο της οικονομικής μονάδας, ενώ στην δεύτερη έχουμε την απόδοση της επένδυσης. Οι δείκτες αυτοί επιτρέπουν να συγκρίνουμε τις αποδόσεις μεταξύ των διαφορετικών μονάδων. Η οικονομετρική διερεύνηση των προσδιοριστικών παραγόντων της απόδοσης του δωματίου καταδεικνύει µία σειρά από μεταβλητές που αφορούν το ξενοδοχείο και δείχνουν ποιοι παράγοντες δύνανται να επηρεάσουν τη βιωσιμότητα ενός ξενοδοχείου.{(αριθμός δωματίων, εργαζομένων), τη διάρθρωση της ζήτησης (σύνολο διανυκτερεύσεων, μήνες λειτουργίας), καθώς και οι δανειακές υποχρεώσεις του ξενοδοχείου.} Ένας σημαντικός δείκτης μέτρησης της οικονομικής απόδοσης ενός ξενοδοχείου είναι το έσοδο ανά δωμάτιο ή ανά διανυκτέρευση, δηλαδή η απόδοση ανά δωμάτιο και ανά διανυκτέρευση. Οι δείκτες του κέρδους αποτελούν σημαντικό κριτήριο, ίσως το σημαντικότερο κριτήριο, βιωσιμότητας ενός ξενοδοχείου. Η αποδοτικότητα του κύκλου 20

εργασιών υπολογίζει το κέρδη του ξενοδοχείου στο σύνολο των εσόδων. Οι μήνες λειτουργίας έχουν θετική επίδραση στα έσοδα ανά δωμάτιο. Ο αριθμός των συνολικών ετησίων διανυκτερεύσεων που πραγματοποιεί ένα ξενοδοχείο μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί την «παραγωγή» του ξενοδοχείου. Το πρόβλημα της εποχικότητας καταφαίνεται και στην οικονομική διερεύνηση. Η μεταβλητή αριθμός εργαζομένων ανά κλίνη είναι ένας δείκτης που δεν είναι καθαρά οικονομικός αλλά έχει και κοινωνική διάσταση. Οι δανειακές υποχρεώσεις αποτελούν μεγάλο κίνδυνο για τη βιωσιμότητα μιας μερίδας ξενοδοχείων, καθώς μπορεί να οδηγήσει στο κλείσιμο της μονάδας ανά τα έξοδα προσωπικού δεν καλύπτονται από τα έσοδα. Η μεταβλητή «δάνεια» είναι μεν στατιστικά σημαντική, άλλα δεν έχει μεγάλη ποσοτική επίδραση. Το χρέος αναγκάζει το ξενοδόχο να είναι πιο αποδοτικός στην χρησιμοποίηση του δωματίου του, ή όπως συμβαίνει συχνότερα να υπογράφει συμβόλαια απελπισίας με τους Tour Operator γιατί έτσι νομίζει ότι θα εξασφαλιστεί και μετά προσπαθεί να μειώσει το κόστος λειτουργίας προσφέροντας υπηρεσίες χαμηλού επιπέδου.. Πάντως, η μεταβλητή είναι μια ένδειξη της κατηγορίας του ξενοδοχείου, αφού τα υψηλής κατηγορίας ξενοδοχεία έχουν και μεγαλύτερα υπόλοιπα δανείων. ( ΙΤΕΠ, Παπανίκος,2000) 21

2.8 ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ Η ανάπτυξη του τουρισμού επίφερε αλλαγές στην κοινωνική δομή, στην απασχόληση, στο επίπεδο ζωής, ακόμα και στον τρόπο ζωής, τα καταναλωτικά πρότυπα και την πολιτισμική συγκρότηση μιας κοινωνίας. Ο τουρισμός είναι τομέας έντασης εργασίας και ως τέτοιος δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας, αυξάνοντας την απασχόληση και τα εισοδήματα. Ακόμη και σε περιόδους οικονομικής ύφεσης και αύξησης της ανεργίας, ο τουριστικός τομέας μπορεί να αποτελέσει μια σταθερή πηγή θέσεων απασχόλησης. Μία επίπτωση αυτής της τάσης είναι η διάχυση των εισοδημάτων του τουρισμού σε ευρύτερα στρώματα του πληθυσμού. Επίσης ο τουρισμός δίνει εργασιακή διέξοδο σε γυναίκες και νέους, επιφέροντας αλλαγές στον παραδοσιακό κοινωνικό τους ρόλο. Ωστόσο οφείλουμε να παραθέσουμε και ορισμένα χαρακτηριστικά της απασχόλησης στον τουρισμό που ευθύνονται για την κακή εικόνα του εργασιακού τομέα: Συχνά πρόκειται για εποχιακή, ανειδίκευτη και τις περισσότερες φορές χαμηλά αμειβόμενη εργασία.( Williams & Shaw, 1982) Οι επιπτώσεις της τουριστικής ανάπτυξης στην κίνηση του πληθυσμού είναι έντονες καθώς ο τουρισμός αποδεδειγμένα συμβάλλει στην αντιστροφή της τάσης πληθυσμιακής συρρίκνωσης που παρατηρείται σε περιφερειακές περιοχές, λόγω της μετακίνησης του πληθυσμού προς τα αστικά κέντρα. Επίσης έχει θετικές επιπτώσεις στην πληθυσμιακή σύνθεση των περιοχών ( πυραμίδα ηλικιών) και στην αναδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού μιας περιοχής. Επίσης η ανάπτυξη του τουρισμού δημιουργεί την ανάγκη της κατασκευής δημόσιων υποδομών σε μια περιοχή ( συγκοινωνίες, οδικό δίκτυο, κοινωφελείς υπηρεσίες) που αναβαθμίζουν το επίπεδο ζωής των κατοίκων, υποδομών που χωρίς τον τουρισμό, είτε θα αργούσαν να πραγματοποιηθούν είτε δεν θα γίνονταν ποτέ. Με την αύξηση των τοπικών εισοδημάτων και λόγω του συνδρόμου επίδειξης ( demonstration effect) ως ένα βαθμό, αυξάνει την τοπική κατανάλωση και δίνει πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες ανύπαρκτα ως τότε στην περιοχή. Οι ξενοδοχειακές μονάδες όπως προείπαμε αποτελούν ένα από τα θεμελιώδη στοιχεία ενός τουριστικού προορισμού. Έτσι όσο περισσότερες Ξενοδοχειακές Μονάδες λειτουργούν σε ένα τόπο, τόσες περισσότερες θέσεις εργασίας υπάρχουν, αυξάνονται οι ευκαιρίες απασχόλησης νέων και γυναικών, αυξάνονται τα εισοδήματα των ντόπιων κατοίκων και δεν υπάρχει η τάση φυγής των ντόπιων κατοίκων προς τα αστικά κέντρα. Παρόλα αυτά πολλά από τα άτομα που εργάζονται στις μονάδες αυτές δεν είναι μόνιμοι κάτοικοί της περιοχής, και εργάζονται σε αυτές εποχιακά πράγμα που σημαίνει ότι τα εισοδήματα τους δεν παραμένουν στον τόπο, έτσι ώστε να επαναεπενδυθούν και να αυξήσουν την τοπική κατανάλωση, αλλά καταναλώνονται αλλού -και πολλές φορές εκτός Ελλάδος- προκαλώντας εκροές από τα τοπικά οικονομικά συστήματα. Στην παρούσα εργασία θα γίνει μια προσπάθεια καταγραφής του μεγέθους της απασχόλησης που δημιουργείται στα ξενοδοχεία της Σάμου. Η συνολική απασχόληση που θα καταγραφεί θα πρέπει να μετρηθεί μαζί με ποιοτικά χαρακτηριστικά όπως η 22

διάρκεια της απασχόλησης, το φύλο, η θέση του απασχολούμενου, το επίπεδο κατάρτισης του, κτλ. 2.9 ΞΕΝΟΔΟΧΕΙΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ Ένας επίσης σημαντικός παράγοντας, που συνδέεται άμεσα με την βιωσιμότητα του τουριστικού προϊόντος ενός προορισμού, αφορά τα μέτρα που έχουν λάβει οι ξενοδοχειακές μονάδες για την προστασία του περιβάλλοντος. Αυτά τα μέτρα, που είτε είναι μεμονωμένες παρεμβάσεις από την πλευρά των επιχειρήσεων, είτε αφορούν την ενσωμάτωση τους σε οποιοδήποτε πρόγραμμα περιβαλλοντικής προστασίας, είναι σημαντικά καθώς όχι μόνο συνεισφέρουν στην προστασία του περιβάλλοντος αλλά μπορούν να βοηθήσουν τις επιχειρήσεις να μειώσουν έως ένα βαθμό τα λειτουργικά τους έξοδα. Πέρα από τις παρεμβάσεις που οι ιδιοκτήτες των ξενοδοχείων μπορούν να κάνουν για την υιοθέτηση πολιτικών φιλικών προς το περιβάλλον, έχουν επίσης την δυνατότητα την ίδια στιγμή να δημιουργήσουν περιβαλλοντική συνείδηση στους καταναλωτές με την προτίμηση τους σε προϊόντα φιλικά προς το περιβάλλον, όπως το ανακυκλωμένο χαρτί ή οικολογικά απορρυπαντικά κτλ. Οι ξενοδόχοι σε όλο τον κόσμο αναγνωρίζουν το γεγονός ότι υπεύθυνές περιβαλλοντικές και κοινωνικές πολιτικές/ πρακτικές μεταφράζονται σε κέρδη τόσο για την επιχείρηση, όσο και για το περιβάλλον και την παγκόσμια κοινότητα. Οι καλές πρακτικές μπορούν να οδηγήσουν σε άμεση μείωση του κόστους, καθώς ελαττώνονται οι λογαριασμοί ρεύματος και νερού και τα κόστη από την επεξεργασία και διάθεση των απορριμμάτων και των λυμάτων. Σε περίπτωση που γίνει γνωστό το γεγονός ότι μία ξενοδοχειακή επιχείρηση κάνει χρήση κακών πρακτικών, τότε αυτή μπορεί να χάσει την φήμη του ή ακόμα και την πελατεία του. Αντιθέτως, οι καλές πρακτικές μπορούν να αποτελέσουν ένα καλό εργαλείο του μάρκετινγκ στη συνεχώς διευρυνόμενη παγκόσμια αγορά με καταναλωτές που αναζητούν περιβαλλοντικά και κοινωνικά υπεύθυνους προορισμούς. Επιπλέον η υιοθέτηση σωστών περιβαλλοντικών και κοινωνικών πρακτικών προσφέρει την δυνατότητα να διατηρηθεί η ποιότητα τόσο του ξενοδοχείο όσο και του περιβάλλοντος στο οποίο βρίσκεται, προσφέροντας έτσι μια ολοκληρωμένη εμπειρία στους επισκέπτες και αυξάνοντας την υποστήριξη από τις αρμόδιες αρχές και τις γειτονικές κοινότητες. Τα ξενοδοχεία που αποτυγχάνουν να προστατέψουν το φυσικό και πολιτιστικό τους περιβάλλον συνεισφέρουν στην καταστροφή των ίδιων των θέλγητρων στα οποία βασίζονται για την επιτυχία τους, συμπεριλαμβανομένων του καθαρού αέρα, καθαρού νερού και όμορφων στοιχείων του περιβάλλοντος. Η συνεχώς αυξανόμενη ευαισθητοποίηση σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος, τείνει να εξελιχθεί σε σημαντικό παράγοντα διαμόρφωσης της ζήτησης στην αγορά προϊόντων και υπηρεσιών. Η νέα αυτή προσέγγιση της ανάπτυξης των επιχειρήσεων ενσωματώνει ταυτόχρονα την διαχείριση και διασφάλιση της ποιότητας με την περιβαλλοντική διαχείριση και έχει ως στόχο την παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών υψηλής ποιότητας, την διαρκή ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και την 23

φιλικότητα των προϊόντων και δραστηριοτήτων τους προς το περιβάλλον (TUV Rheinland, 2005). Παρ όλα αυτά διαπιστώνεται σήμερα σε πολλές ξενοδοχειακές επιχειρήσεις : Η έλλειψη βασικών υποδομών που αφορούν δράσεις προστασίας της φύσης σε ξενοδοχειακό επίπεδο (ανακύκλωση, προϊόντα φιλικά για το περιβάλλον κλπ.) Η έλλειψη τεχνογνωσίας για φίλο-περιβαλλοντικές πρακτικές εφαρμογές Το χαμηλό ποσοστό ευαισθητοποίησης και γνώσης στα θέματα ρύπανσης και υποβάθμισης του περιβάλλοντος Στοιχείο κλειδί για τις μονάδες διαμονής αν και λίγες είναι αυτές που το συνειδητοποιούν σήμερα είναι ότι η μελλοντική τους αξία και η δυνητική τους κερδοφορία απειλούνται από την υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Από το 1991, μέσω της Διεθνούς Πρωτοβουλίας των Ξενοδοχείων για το Περιβάλλον και του WTTC, οι μεγάλες διεθνείς εταιρίες άρχισαν να αντιλαμβάνονται τη σοβαρότητα της κατάστασης και να δημοσιεύουν τις θέσεις τους για το περιβάλλον, να πραγματοποιούν ελέγχους και να εφαρμόζουν προγράμματα προστασίας του περιβάλλοντος. Τα συστήματα διαχείρισης του περιβάλλοντος εξακολουθούν να μην είναι ιδιαίτερα διαδεδομένα, καθώς άρχισαν να αναπτύσσονται μόλις το 1990 και τα περισσότερα επικεντρώνονται μόνο στην εξοικονόμηση δαπανών. Οι περισσότερες επιχειρήσεις διαμονής δεν φάνηκαν ιδιαίτερα πρόθυμες να εμπλέξουν τους πελάτες στα περιβαλλοντικά τους προγράμματα, καθώς φοβήθηκαν ότι οι επισκέπτες θα το εκλάμβαναν ως παροχή υπηρεσιών υποδεέστερης ποιότητας. (Middleton, Hawkins, 2004) Με δεδομένη την χαμηλή απόκριση της τουριστικής βιομηχανίας στο αυξανόμενο επίπεδο της περιβαλλοντικής ευαισθησίας και της ζήτησης για υψηλής ποιότητας περιβάλλοντος έχει αποτελέσει η ανάπτυξη πρωτοβουλιών και εργαλείων περιβαλλοντικής διαχείρισης για τις τουριστικές επιχειρήσεις. Αρχικά, ο σχεδιασμός και η εφαρμογή τέτοιων εργαλείων αποσκοπούσε στον περιορισμό των επιπτώσεων στο περιβάλλον και στην ανθρώπινη υγεία μέσω της βελτίωσης των περιβαλλοντικών επιδόσεων των επιχειρήσεων, στη μείωση του λειτουργικού τους κόστους καθώς και στην προσέλκυση περιβαλλοντικά ευαισθητοποιημένων επισκεπτών. Πρόσφατα, η υιοθέτηση τέτοιων εργαλείων και πρακτικών από τον ιδιωτικό τομέα, δίνει τη δυνατότητα διείσδυσης σε νέες και ιδιαίτερα δυναμικές αγορές ευαισθητοποιημένων επισκεπτών υψηλού επιπέδου και κατ' επέκταση υψηλών εισοδηματικών στρωμάτων. Προς την κατεύθυνση αυτή έχουν ήδη αναπτυχθεί μία σειρά από σχήματα και πρότυπα για την πρακτική ενσωμάτωση της περιβαλλοντικής διάστασης κατά τη λειτουργία των τουριστικών επιχειρήσεων σε διεθνές και περιφερειακό επίπεδο. Τα σχήματα αυτά είναι δυνατό να διακριθούν σε δύο κύριες κατηγορίες: - σ' εκείνα που επιδιώκουν συνεχή βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων και συνδέονται κυρίως με τις διαδικασίες διοίκησης και τις οργανωτικές δομές μίας τουριστικής επιχείρησης (συστήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης), - και σ' εκείνα που αποβλέπουν στην εφαρμογή βέλτιστων τεχνικών λύσεων και 24

προσαρμογών στους τομείς της πρόληψης και αντιμετώπισης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων (οικολογικά σήματα και σφραγίδες περιβαλλοντικής ποιότητας). Αξίζει να αναφερθεί ότι μία ολοκληρωμένη προσέγγιση στην περιβαλλοντική διαχείριση μίας τουριστικής επιχείρησης εμπεριέχει την αξιοποίηση και των δύο παραπάνω συμπληρωματικών εργαλείων, τα οποία αποτελούν απόρροια αποσπασματικών και άτυπων πρωτοβουλιών για την προστασία του περιβάλλοντος και τη βελτίωση της περιβαλλοντικής επίδοσης των τουριστικών επιχειρήσεων (π.χ. τεχνικά εγχειρίδια και οδηγοί καλής πρακτικής) που είχαν αναπτυχθεί ήδη από τις δεκαετίες του 1970 και 1980. Παρόλη την επάρκεια και σημαντική ποικιλία των εργαλείων περιβαλλοντικής διαχείρισης για τον κλάδο του τουρισμού, παρατηρείται περιορισμένο ενδιαφέρον από μέρους των ελληνικών τουριστικών επιχειρήσεων στην υιοθέτηση τέτοιων εθελοντικών σχημάτων και προτύπων. Γενικότερα, η ενσωμάτωση της περιβαλλοντικής διάστασης στον ελληνικό τουρισμό έχει αποτελέσει μία επίπονη διαδικασία, με την ανάπτυξη εθνικής πολιτικής για βιώσιμη τουριστική ανάπτυξη να αποτελεί σημαντική προτεραιότητα. Η ελλιπής και αποσπασματική πληροφόρηση για τα οφέλη αλλά και τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την υιοθέτηση των εργαλείων περιβαλλοντικής διαχείρισης αποτελεί ένα σημαντικό περιορισμό για την περαιτέρω διάδοσή τους στην ελληνική τουριστική βιομηχανία, ιδιαίτερα στις επιχειρήσεις μικρού και μεσαίου μεγέθους. Μέχρι τώρα, η κοινή αντίληψη για την ανάπτυξη και πιστοποίηση συστημάτων περιβαλλοντικής διαχείρισης συνδεόταν με υψηλό κόστος (για την απόκτηση τεχνολογικού εξοπλισμού, την αμοιβή των εξωτερικών συμβούλων και φορέων πιστοποίησης καθώς και την απασχόληση μόνιμου προσωπικού) καθώς και με σημαντικές ανάγκες σε εξειδικευμένο προσωπικό, ενώ τα απορρέοντα οφέλη δεν φαίνονταν ικανά να αντισταθμίσουν τις ανάγκες σε προσωπικό και οικονομικούς πόρους που θα προέκυπταν από μια τέτοια δέσμευση. Ταυτόχρονα, η περιορισμένη ζήτηση για τουριστικές υπηρεσίες φιλικές προς το περιβάλλον, ιδιαίτερα από την εγχώρια αγορά και η έμφαση στο κόστος ως κριτήριο επιλογής τουριστικού καταλύματος ευνοούν τη διατήρηση των "παραδοσιακών" προτύπων παροχής τουριστικών υπηρεσιών. Τέλος, η απουσία οικονομικών κινήτρων και επιδοτήσεων στις επιχειρήσεις που υιοθετούν πρακτικές φιλικές προς το περιβάλλον καθώς και ορισμένα δομικά χαρακτηριστικά του ελληνικού τουριστικού κλάδου (μεγάλος αριθμός τουριστικών μονάδων πολύ μικρού και μικρού μεγέθους, εποχιακή λειτουργία τους, παροχή τουριστικών υπηρεσιών ως υποστηρικτική επιχειρηματική δραστηριότητα, κλπ) έχουν συμβάλλει στην περιορισμένη αποδοχή των εργαλείων περιβαλλοντικής διαχείρισης από την πλειονότητα των ελληνικών επιχειρήσεων. Αντίθετα, οι μεγάλου μεγέθους εκπρόσωποι του κλάδου του τουρισμού έχοντας πρόσβαση σε πιο εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό, διαθέτοντας επαρκείς οικονομικούς πόρους αλλά, κυρίως ερχόμενες σε επαφή και αναπτύσσοντας σταθερές συνεργασίες με διεθνείς αγορές και αναγνωρίζοντας άμεσα τα σημαντικά πλεονεκτήματα 25