Ο Sigmund Freud και το ψυχαναλυτικό µοντέλο

Σχετικά έγγραφα
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες. Θεματική Ενότητα 6: Σχολές σκέψης στην ψυχολογία: IV

ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΚΙΝΗΤΡΩΝ. Θεματική Ενότητα 4: Η ψυχαναλυτική θεωρία των κινήτρων

Εισαγωγή στην Ψυχολογία με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες

ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΑΙΔΟΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

Κυριακή Γ. Γιώτα Ψυχολόγος MSc., Ph.D. Η Ψυχαναλυτική Θεωρία του Freud για την Προσωπικότητα

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Ψυχολογία Κινήτρων

MAΘΗΜΑ 4-ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ P S Y M Α Θ Η Μ Α 4 Ο 1

Το παιδί μου έχει αυτισμό Τώρα τι κάνω

Ατομική Ψυχολογία. Alfred Adler. Εισηγήτρια: Παπαχριστοδούλου Ελένη Υπ. Διδάκτωρ Συμβουλευτικής Ψυχολογίας. Υπεύθυνη καθηγήτρια: Μ.

TO ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΣΤΟ ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΟ

Ποια είναι τα είδη της κατάθλιψης;

Σίγµουντ Φρόυντ ( ) Γεννήθηκε το 1856 στη Μοραβία, από Εβραίους γονείς. Σπούδασε Ιατρική στη Βιέννη.

Η Θεωρία του Piaget για την εξέλιξη της νοημοσύνης

Θεωρίες ανάπτυξης και μάθησης του παιδιού σε σχέση με τη μουσική

Μητρικός Θηλασμός μετά το Πρώτο Έτος.

Ο καθημερινός άνθρωπος ως «ψυχολόγος» της προσωπικότητάς του - Νικόλαος Γ. Βακόνδιος - Ψυχο

Πολλοί άνθρωποι θεωρούν λανθασμένα ότι δεν είναι «ψυχικά δυνατοί». Άλλοι μπορεί να φοβούνται μήπως δεν «φανούν» ψυχικά δυνατοί στο περιβάλλον τους.

ΤΙΤΛΟΙ ΘΕΜΑΤΩΝ ΕΝΟΤΗΤΑΣ


ΓΝΩΣΤΙΚΕΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΣΤΙΚΕΣ ΘΕΩΡΙΕΣ

Εκπαιδευτική Ψυχολογία Μάθημα 2 ο. Γνωστικές Θεωρίες για την Ανάπτυξη: Θεωρητικές Αρχές και Εφαρμογές στην Εκπαίδευση

Οργανωσιακή μάθηση. Εισηγητής : Δρ. Γιάννης Χατζηκιάν

Λαµβάνοντας τη διάγνωση: συναισθήµατα και αντιδράσεις

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΕΝΝΟΙΩΝ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΗΛΙΚΙΑ. Μάθημα 4 «Η διαισθητική βιολογία των μικρών παιδιών»

Γιάννης Θεοδωράκης (2010). ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗ

ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΑΣΘΕΝ-Ν ΣΤΗ ΣΤΕΦΑΝΙΑΙΑ ΜΟΝΑΔΑ ΚΑΙ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤ-ΠΙΣΗ

ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΣΤΟ STRESS STRESS: ΠΙΕΣΗ

Οι έννοιες της Αυτοκαταγραφής & της Αυτορρύθμισης

Αναπτυξιακή Ψυχολογία

Ο ρόλος της οικογένειας στις εκπαιδευτικές και επαγγελματικές επιλογές των μαθητών

«Ο ρόλος της οικογένειας στην ανάπτυξη του παιδιού»

Μοντέλα Υγείας. Βασικές Αρχές Βιοϊατρικού Μοντέλου. Θετικές επιπτώσεις Βιοϊατρικής προσέγγισης. 2 Βασικές Ιδεολογίες για Υγεία & Αρρώστια

Μπορεί να συναντηθεί ο έφηβος με το δάσκαλο; Προσέγγιση των δυσκολιών στη σχέση μεταξύ εκπαιδευτικού και μαθητή

Γεωργία Ζαβράκα, MSc. Ψυχολόγος Ψυχοδυναμική Ψυχοθεραπεύτρια

Ψυχολογία της προσωπικότητας θεωρίες.

Διδάσκων : Επίκουρος Καθηγητής Στάθης Παπασταθόπουλος. Τμήμα: Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας

Η Επιθετικότητα στα Παιδιά που Έχουν Βιώσει Τραύμα. Victoria Condon and Panos Vostanis Μετάφραση: Ματίνα Παπαγεωργίου

ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟ ΕΤΟΣ Α ΚΥΚΛΟΣ: Φθινόπωρο 2017

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 1: Εισαγωγή στην αναπτυξιακή Ψυχολογία

Εργάζομαι αισθάνομαι... πετυχαίνω!!!!!

ΚΕ 800 Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης (κοινωνικοποίηση διαπολιτισμικότητα)

Εφηβεία. Πώς επιδρά η σημερινή κοινωνία την ανάπτυξη του εφήβου; 21 ΓΕΛ ΑΘΗΝΑΣ ΤΜΗΜΑ Α1, ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ Ν. ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ

Θετική Ψυχολογία. Καρακασίδου Ειρήνη, MSc. Ψυχολόγος-Αθλητική Ψυχολόγος Υποψήφια Διδάκτωρ Κλινικής και Συμβουλευτικής Ψυχολογίας, Πάντειο Παν/μιο

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες

Βιολογική εξήγηση των δυσκολιών στην ανθρώπινη επικοινωνία - Νικόλαος Γ. Βακόνδιος - Ψυχολόγ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες. Θεματική Ενότητα 5: Σχολές σκέψης στην ψυχολογία: III

Πρόλογος Οδηγίες για εφαρμογή Επίλογος Θέματα για έρευνα Θέματα για συζήτηση... 32

Είναι «ψυχοσωματική» η καθημερινή μας ζωή και συμπεριφορά; - Νικόλαος Γ. Βακόνδιος - Ψυχολόγο

ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΚΙΝΗΤΡΩΝ. Θεματική Ενότητα 2: Βιολογική και φυσιολογική βάση των κινήτρων

Ενίσχυση των σχέσεων και της συνεργασίας ανάμεσα στα σχολεία και στους εκπαιδευτικούς. Στηρίζεται στην ενεργητική παρουσία των συμμετεχόντων, στην

Μανώλης Ισχάκης - Πνευματικά δικαιώματα - για περισσότερη εκπαίδευση

Η αξία του παιχνιδιού ως παιδαγωγικό και θεραπευτικό μέσο.

e-seminars Αναπτύσσομαι 1 Προσωπική Βελτίωση Seminars & Consulting, Παναγιώτης Γ. Ρεγκούκος, Σύμβουλος Επιχειρήσεων Εισηγητής Ειδικών Σεμιναρίων

Στυλιανός Βγαγκές - Βάλια Καλογρίδη. «Καθολικός Σχεδιασμός και Ανάπτυξη Προσβάσιμου Ψηφιακού Εκπαιδευτικού Υλικού» -Οριζόντια Πράξη με MIS

ΨΥΧΟΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΤΑ ΤΗ ΝΗΠΙΑΚΗ ΗΛΙΚΙΑ

Το Αρνητικό στην Ψυχανάλυση

Δεύτερη Συνάντηση ΜΑΘΗΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΟΜΑΔΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Κάππας Σπυρίδων

Εισαγωγή στην Ψυχολογία με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

Παρουσίαση των σκοπών και των στόχων Ημερήσια πλάνα...53

Από τη μεγάλη γκάμα των δεξιοτήτων ζωής που μπορεί κανείς να αναπτύξει παρακάτω παρουσιάζονται τρεις βασικοί άξονες.

Κοινωνιογνωστική θεωρία Social Cognitive Theory

Η Ψυχική υγεία του παιδιού και ο ρόλος του ευρύτερου περιβάλλοντος

Αλλαγές Κατά τη Διάρκεια της Εγκυμοσύνης

Πολιτισμός και ψυχοπαθολογία

14 Δυσκολίες μάθησης για την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά και της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες και αιτιολογίες για τις

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες. Θεματική Ενότητα 3: Σχολές σκέψης στην ψυχολογία: I

Βασικές αρχές της γνωσιακής συµπεριφοριστικής ψυχοθεραπείας 1ο Πανελλήνιο Συνέδριο Φοιτητών Ψυχολογίας Απριλίου 2008, Αθήνα Γ.

"Να είσαι ΕΣΥ! Όλοι οι άλλοι ρόλοι είναι πιασμένοι." Oscar Wilde

Ελένη Μοσχοβάκη Σχολική Σύμβουλος 47ης Περιφέρειας Π.Α.

μαθημα δεύτερο: Βασικοί ορισμοί και κανόνεσ 9 MAΘΗΜΑ ΤΡΙΤΟ: Το συναισθηματικό μας υπόβαθρο 16

Η ιστορία της παιδικής συμπεριφοράς γεννιέται από την συνύφανση αυτών των δύο γραμμών (Vygotsky 1930/ 1978, σελ. 46).

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΜΕΡΟΣ Ι. Εισαγωγή. Κεφάλαιο 1. Η ψυχολογία ως επιστήμη: σύντομη γνωριμία... 25

Η προσέγγιση του γραπτού λόγου και η γραφή. Χ.Δαφέρμου

Πολλαπλοί τύποι νοημοσύνης και η σημασία τους για την ανάπτυξη και την εκπαίδευση των παιδιών, τη. Συναισθηματική Νοημοσύνη. και τη Δημιουργικότητα.

Θεραπευτική υποστήριξη σε προβλήματα εθισμού Πρόγραμμα Ψυχοθεραπευτικής Yποστήριξης Aτόμων και οικογενειών με πρόβλημα εθισμού

«Οικογένεια σε Κρίση Διαχείριση της Απώλειας». Δρ. Μάγια Αλιβιζάτου Ψυχολόγος / Διασχολική Συντονίστρια Ψυχοπαιδαγωγικών Τμημάτων Κολλεγίου Αθηνών

Ψυχικές διαταραχές στην περιγεννητική περίοδο. Δέσποινα Δριβάκου Ψυχολόγος Msc Οικογενειακή θεραπεύτρια

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Πυξιδίσματα: Ένα καινοτόμο πρόγραμμα πρόληψης και αγωγής υγείας για τους βρεφονηπιακούς και παιδικούς σταθμούς

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ Γ: ΠΑΙΔΙΚΗ ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΤΗΤΑ-ΠΑΙΔΙΚΟΙ ΦΟΒΟΙ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες. Θεματική Ενότητα 7 Α: Σχολές σκέψης στην ψυχολογία: V

Τι είναι ο Ιδεοψυχαναγκασμός;

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Προγράμματος. Εκπαίδευση μέσα από την Τέχνη. [Αξιολόγηση των 5 πιλοτικών τμημάτων]

ΦΟΡΜΑ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΟΜΙΛΟΥ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ. Βαρβάρα Δερνελή ΕΚΠ/ΚΟΥ. Β Τάξη Λυκείου

«Η Διατήρηση της Σεξουαλικότητας μετά τον Γυναικολογικό Καρκίνο»

Κεφάλαιο 6 Το τέλος της εποχής της Γενετικής

β) Αν είχες τη δυνατότητα να «φτιάξεις» εσύ έναν ιδανικό κόσμο, πώς θα ήταν αυτός;

Προσωπο-κεντρική θεωρία (person-centred) [πρώην Πελατο-κεντρική θεωρία ]

«Φύλλο εργασίας 2» «Εντοπίζοντας χαρακτηριστικά της διαισθητικής βιολογικής γνώσης των μικρών παιδιών»

ΤΣΑΠΑΤΣΑΡΗ ε.

Απόσπασμα από το βιβλίο «Πως να ζήσετε 150 χρόνια» του Dr. Δημήτρη Τσουκαλά

Ομάδα μαθητών :Τρασάνη Κλαρίσα, Μάλλιαρη Ελένη, Πολυξένη Αθηνά Τσαούση, Κοτσώνη Ζωή Ανθή, Αθανασοπούλου Ευφροσύνη, Θεοδωροπούλου Θεώνη

ΑΝΑΠΤΥΞΗ. Ανάπτυξη Στέλλα Βοσνιάδου

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ Α ΕΞΑΜΗΝΟ

Άτοµα & οµάδες. Από την οµαδική επιρροή στην οµαδική ψυχοθεραπεία. Αποστόλης Αγγελόπουλος.

ΑΙΘΟΥΣΑ 4. ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ 2 Θετικές σχέσεις: θεωρία και πράξη

Μεταγνωστικές διεργασίες και αυτο-ρύθμιση

Εισαγωγή στην Ψυχολογία. Ψυχολογία. Ας δούµε ένα παράδειγµα ΟΡΙΣΜΟΙ ΤΟΥ ΟΡΟΥ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ. Τοµείς έρευνας της ψυχολογίας

Transcript:

Ο Sigmund Freud και το ψυχαναλυτικό µοντέλο Ο καθένας είναι παιδί τον παρελθόντος τον. Edna G. Roston Το παιδί είναι ο πατέρας του ανθρώπου. Wordsworth ώστε µου τα παιδιά ηλικίας µέχρι επτά χρονών και, ύστερα, ας τα πάρει όποιος θέλει. Saint Frances Xavier Όταν επρόκειτο να αποφασίσω για κάτι µη σηµαντικό, έκρινα πάντοτε ότι καλό θα ήταν να υπολογίζω όλα τα υπέρ και τα εναντίον. Σε ζωτικά, όµως, θέµατα, όπως η επιλογή συντρόφου ή επαγγέλµατος, οι αποφάσεις θα πρέπει να εκπορεύονται από το ασυνείδητο, από κάπου µέσα µας. Τις σηµαντικές αποφάσεις της προσωπικής µας ζωής θα πρέπει να καθορίζουν οι βαθιές εσωτερικές ανάγκες της φύσης µας. Sigmund Freud

Ιστορική θεώρηση και οι βασικοί άξονες του µοντέλου Ελάχιστοι ψυχολόγοι έχουν διαµορφώσει µια απόλυτα νέα θεώρηση της ανθρώπινης συµπεριφοράς. Ό,τι σηµαίνει ο Mendel στην έρευνα της γενετικής και, ο Einstein στην έρευνα της φυσικής, σηµαίνει και ο Freud αναφορικά µε τη µελέτη των υποστηρικτικών δυνάµεων που επηρεάζουν την ανάπτυξη. Η κυρία έµφαση της θεωρίας του δόθηκε στη µελέτη των ασυνείδητων ψυχολογικών διεργασιών, που ο Freud τις θεωρούσε ως την πρωταρχική πηγή κατανόησης των ψυχικών ασθενειών. Οι απόψεις του, γι' αυτό το λόγο, ήταν εντελώς διαφορετικές από τις απόψεις άλλων, που υποστήριζαν ότι σε κάθε ψυχική διαταραχή υπάρχει κάποιο οργανικό υπόβαθρο (Munroe, 1955). Ακόµα πιο σηµαντικό, τα επιτεύγµατα του Freud αντιπροσωπεύουν την πρώτη απόπειρα για τη διαµόρφωση µιας συστηµατικής και σφαιρικής θεωρίας της ανθρώπινης ανάπτυξης. Η παιδεία και η εµπειρία που απέκτησε ο Freud στην ιατρική αποδείχτηκαν τεράστιας σηµασίας και άσκησαν καταλυτική επίδραση στη διαµόρφωση της ψυχαναλυτικής θεωρίας. Για το λόγο αυτό είναι απαραίτητο να εξετάσουµε µε συντοµία τη ζωή του και τις ιστορικές συνθήκες στις οποίες έζησε ο Freud, για να κατανοήσουµε όσο γίνεται πληρέστερα τη συµβολή του. Ο Freud γεννήθηκε το 1856 στη Μοράβια (που τώρα αποτελεί τµήµα της Τσεχοσλοβακίας) και τελείωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στη Βιέννη, στο Πανεπιστήµιο της οποίας γράφτηκε ως φοιτητής της Ιατρικής, το φθινόπωρο του 1873. Ως πρωτοετής φοιτητής παρακολούθησε το βασικό µάθηµα της φυσιολογίας που δίδασκε ο Ernst Brucke, ένας Γερµανός φυσιολόγος που έµελλε να ασκήσει σηµαντική επίδραση στην επαγγελµατική και προσωπική του ζωή. Εξαιτίας αυτής της σχέσης και του ενδιαφέροντος του για την έρευνα, ο Freud αποφάσισε να ακολουθήσει καριέρα νευρολόγου και έγινε ερευνητής στο Ινστιτούτο Ανατοµίας του Εγκεφάλου. Από τα πρώτα κιόλας χρόνια της εκπαίδευσης του, ο Freud εκδήλωσε ενδιαφέρον στο να βοηθά τους ανθρώπους και καταπιάστηκε ιδιαίτερα µε τις συναισθηµατικές και «νευρολογικές» διαταραχές. Κατά τη διάρκεια της ίδιας χρονικής περιόδου, ο Freud ενδιαφέρθηκε για τις θεραπευτικές ιδιότητες της κοκαΐνης πάνω στο άγχος και στην κατάθλιψη (Byck, 1974). Με προτροπή του Freud, o Carl Koller, ένας συνάδελφος του, διεύρυνε την πειραµατική δουλειά του Freud και έγινε γνωστός για την ανακάλυψη του σχετικά µε την κοκαΐνη ως αναισθητικού του µατιού. Παρ' όλο που ο Freud πίστευε ότι ο Koller άξιζε αυτή την αναγνώριση, το γεγονός αυτό του προκάλεσε ταραχή και τούτο γίνεται φανερό από τη συχνή αναφορά στο συµβάν αυτό στα µεταγενέστερα δηµοσιεύµατα του. Πίστευε ότι, εάν έκανε µια σηµαντική συµβολή στα πρώτα βήµατα της καριέρας του, κάτι τέτοιο θα του εξασφάλιζε αναγνώριση από τους συναδέλφους του και ταυτόχρονα θα του εξασφάλιζε ένα ασφαλές οικονοµικό µέλλον, κάτι που θα καθιστούσε δυνατό το γρήγορο γάµο του µε τη µνηστή του. Παρά το µέγεθος της συµβολής του, ωστόσο, ο Freud ποτέ δεν απέκτησε οικονοµική άνεση ή χωρίς όρους υποστήριξη από τους συναδέλφους του.

Κατά την παραµονή του στο Ινστιτούτο Brucke, o Freud εντυπωσιάστηκε από αυτό που είχε αρχίσει να θεωρείται ως η πιο σηµαντική θεωρητική ανακάλυψη στην κβαντική µηχανική, δηλ. από την αρχή του µετασχηµατισµού της ενέργειας. Σύµφωνα µε την αρχή αυτή, η ενέργεια αποτελεί ποσότητα, όπως ακριβώς οποιαδήποτε άλλη φυσική ουσία, και η ποσότητα αυτή δεν µπορεί ούτε να δηµιουργηθεί ούτε να εξαφανιστεί µπορεί µόνο να µετασχηµατιστεί από τη µια κατάσταση στην άλλη. Η πρόβλεψη του Freud ότι η αρχή αυτή είναι εφαρµόσιµη και στα ανθρώπινα όντα, αποτέλεσε το πρώτο και σηµαντικότατο βήµα στην ανάπτυξη της θεωρίας του. Η ίδια αρχή επρόκειτο να εφαρµοστεί σε όλο το εύρος της -ψυχαναλυτικής θεωρίας. Εξασφάλιζε µια προοπτική της ανθρώπινης ανάπτυξης που ήταν νέα και εντυπωσιακή, αλλά ωστόσο όχι πειστική σε πολλούς. Η δηµοσίευση των διαλέξεων του Ernst Brucke πάνω στη φυσιολογία, το 1874, επηρέασε σηµαντικότατα τον Freud. Ο Brucke υποστήριξε την επαναστατική άποψη ότι ο ζωντανός οργανισµός χαρακτηρίζεται από ένα δυναµισµό (βρίσκεται δηλ. σε µια κατάσταση συνεχούς ρευστότητας). Ο Freud θα εφάρµοζε γρήγορα αυτή την έννοια, για να περιγράψει τα επίπεδα και τις δοµές του ασυνειδήτου, καθώς και το ρόλο που ο δυναµισµός αυτός διαδραµατίζει στην ανάπτυξη. Εξαιτίας της στενής προσωπικής σχέσης ανάµεσα στους δύο άντρες, ήταν δύσκολο για τον Brucke να συµβουλέψει τον Freud να εγκαταλείψει την καριέρα του σε µια θεωρητική περιοχή, δεδοµένου ότι οι οικονοµικές ανάγκες του Freud δε θα ικανοποιούνταν ποτέ. αν παρέµενε στη θέση του στο ινστιτούτο. Ήταν φανερό ότι δεν µπορούσε πια να προσδοκά οικονοµική ενίσχυση από το σπίτι του, αφού ο πατέρας του, που δεν ήταν πλούσιος, είχε να συντηρήσει και άλλα παιδιά. Απογοητευµένος και συγχυσµένος ο Freud, εγκατέλειψε τη δουλειά του στο ινστιτούτο και την καριέρα του ως ερευνητής και πήγε στο Γενικό Νοσοκοµείο της Βιέννης για περαιτέρω εκπαίδευση στην κλινική πρακτική. Αυτή η ατυχής για τον Freud ροή των γεγονότων αποδείχτηκε η καλή µοίρα της ψυχολογίας. Η µεταγενέστερη αυτή εµπειρία που απέκτησε ως γιατρός και αναλυτής αποτέλεσε τη βάση για το µεγαλύτερο µέρος της παραγωγικής δουλειάς που έκανε στην περιοχή της ψυχανάλυσης. Εκ των υστέρων, όµως, η περίοδος αυτή (1882) ήταν, κατά την άποψη του Freud, η πιο ανεπιτυχής από επαγγελµατικής πλευράς. Επειδή η οικονοµική βοήθεια που είχε από την οικογένεια του και τα χρήµατα από την ερευνητική του υποτροφία στο Brucke δεν κάλυπταν τις οικονοµικές του ανάγκες, αναγκάστηκε να ανοίξει ιδιωτικό ιατρείο, κάτι που είχε προσπαθήσει να αποφύγει. Στην αρχή της καριέρας του ο Freud εντόπισε το ενδιαφέρον του στις νευρολογικές ασθένειες, µια περιοχή σχετικά νέα και άγνωστη. ιαβάζοντας τη βιβλιογραφία της περιοχής ενηµερώθηκε για τις εντυπωσιακές επιτεύξεις του Παριζιάνου γιατρού Jean Charcot. O Charcot χρησιµοποιούσε συνήθως την ύπνωση ως τεχνική αντιµετώπισης υστερικών µορφών συµπεριφοράς, όπως, για παράδειγµα, η απώλεια αίσθησης στα άκρα του σώµατος. Ελάχιστα όµως πράγµατα ήταν

κατανοητά ως προς το γιατί η τεχνική αυτή ήταν τόσο αποτελεσµατική και χρειάστηκε η µεγαλοφυΐα του Freud, για να µας εξασφαλίσει την απάντηση σ' αυτό το ερώτηµα. Από τον Οκτώβριο του 1885 ως το Φεβρουάριο του 1886 ο Freud συνεργάστηκε στενά µε τον Charcot στο Salpetriere, στο Παρίσι, που τότε ήταν οίκος ευγηρίας (Jones, 1953). Οι εµπειρίες που απέκτησε ο Freud στο Παρίσι επηρέασαν έντονα τη µεταγενέστερη σκέψη του και την αιφνιδιαστική αλλά ωστόσο εύλογη αλλαγή ενδιαφέροντος από τη νευρολογία στην ψυχοπαθολογία, τη µελέτη δηλ. των ψυχολογικών διαταραχών. Όσο καιρό βρισκόταν στο Παρίσι µε τον Char-cot, πρωταρχικός στόχος του Freud ήταν η λεπτοµερειακή θεµελίωση της διάκρισης ανάµεσα στην υστερική και στην οργανική παράλυση. Οι προσπάθειες αυτές έπεισαν τον Freud ότι υπάρχουν διαταραχές, όπως για παράδειγµα η υστερία, που δεν προκαλούνται από ανατοµικές δυσλειτουργίες, αλλά από κάποια άλλη αιτία. Ορισµένα από τα προβλήµατα που τον απασχόλησαν δεν προκλήθηκαν από οποιαδήποτε οργανική βλάβη, αλλά φαίνονται να είναι το αποτέλεσµα κάποιας διαταραχής της ισορροπίας στις υποστηρικτικές ψυχολογικές δοµές. Ως εκείνη την εποχή, η γενική αίσθηση ανάµεσα στα µέλη της ιατρικής κοινότητας ήταν ότι κάθε µορφή συµπεριφοράς που δε θεωρείται οµαλή έχει ως υπόβαθρο κάποια βιολογική αρρυθµία. Ο Freud πίστευε ότι αυτή η ερµηνεία δεν οδηγούσε πουθενά και σίγουρα δεν ήταν η σωστή ερµηνεία για όλες τις περιπτώσεις. Το χρονικό διάστηµα που συνεργάστηκε µε τον Charcot ήταν εξαιρετικά σηµαντικό για την ανάπτυξη της ψυχανάλυσης κι αυτό γιατί η εµπειρία του Freud µε ασθενείς που υπέφεραν από υστερία τον έπεισαν ότι τα αίτια αυτής της αρρώστιας οφείλονταν σε δυνάµεις µη ορατές. Τούτο αποτέλεσε ένα µικρό βήµα προς τη διαµόρφωση της υπόθεσης ότι ορισµένες µορφές συµπεριφοράς πιθανόν να είναι το αποτέλεσµα όχι επιδράσεων που είναι εύκολο να παρατηρηθούν, αλλά να οφείλονται σε κάτι άλλο 1 η υπόθεση αυτή έµελλε αργότερα στην καριέρα του να γίνει ο θεµέλιος λίθος της ψυχαναλυτικής θεωρίας. Ο Freud επέστρεψε στη Βιέννη το 1886 για περαιτέρω άσκηση στο πρώτο δηµόσιο Ινστιτούτο Παιδικών Ασθενειών. Η ύπνωση, ως µέθοδος µελέτης των απαρατήρητων ή ασυνείδητων επιδράσεων στη συµπεριφορά, του δηµιουργούσε όλο και µεγαλύτερη απογοήτευση. Παρ' όλο που η ύπνωση είναι εξαιρετικά αποτελεσµατική, κάτω από ορισµένες συνθήκες δηµιουργεί µια πρόσκαιρη κατάσταση, κατά τη διάρκεια της οποίας ο θεραπευτής θα πρέπει να πάρει ορισµένα µέτρα και να κατευθύνει το περιεχόµενο των συναντήσεων. Επιπλέον άφηνε πολλά βασικά ερωτήµατα αναπάντητα, επειδή ο άρρωστος δε λειτουργούσε σε συνειδητό επίπεδο και γι' αυτό δεν παρείχε οποιαδήποτε πληροφορία (Fisher και Greenberg, 1977). Κατά τη χρονική αυτή περίοδο ο Freud έγινε γνώστης των ερευνών κά ποιου που έµελλε να επηρεάσει την επαγγελµατική και προσωπική του εξέλιξη και µε πολλούς τρόπους το µέλλον της ψυχανάλυσης. Ο Joseph Breuer ήταν ένας Βιεννέζος γιατρός που ενδιαφερόταν για τη θεραπεία των υστερικών ασθενών και χρησιµοποιούσε µια εκλεπτυσµένη τεχνική που έδινε έµφαση στην

«αποκάλυψη» ή φανερή έκφραση οποιωνδήποτε σκέψεων εισέρχονταν στο µυαλό του αρρώστου. Το άµεσο πλεονέκτηµα αυτής της τεχνικής, σε σχέση µε την ύπνωση, ήταν το ότι ο άρρωστος µπορούσε να συµβάλει άµεσα στο περιεχόµενο των συναντήσεων. Με τη χρήση αυτής της τεχνικής, που αργότερα εξαιτίας των εργασιών του Freud έγινε ευρέως γνωστή ως τεχνική του ελεύθερον συνειρµού, ο Freud δηµιούργησε ένα εκτεταµένο σώµα γνώσεων, ως προς τον τρόπο που άτοµα µε αποκλίνουσα συµπεριφορά σχηµατίζουν τις αντιλήψεις τους για τον κόσµο και τον εαυτό τους. Αυτή η νέα τεχνική άνοιξε µια προηγουµένως κλειστή δίοδο προς το ασυνείδητο, το κοµµάτι δηλ. εκείνο του ανθρώπινου ψυχισµού που ο Freud πίστευε ότι κρατούσε τις απαντήσεις για την κατανόηση ευρέως φάσµατος της συµπεριφοράς, συγκριτικά µε ό,τι γινόταν προηγουµένως δεκτό. υστυχώς, στα επόµενα χρόνια της γνωριµίας του µε τον Breuer, o Freud ασχολήθηκε σχεδόν αποκλειστικά µε τη µελέτη των σεξουαλικών ενστίκτων ως θεµελιωδών συστατικών στοιχείων της θεωρίας του, και αυτό είχε ως αποτέλεσµα τη µόνιµη διακοπή της γνωριµίας τους. Επιπλέον η πουριτανική κοινωνία της Βιέννης του 19ου αιώνα δεν µπορούσε να κάνει δεκτή την άποψη του Freud ότι η εξέλιξη µιας αποκλίνουσας προσωπικότητας ήταν το αποτέλεσµα κάποιας σύγκρουσης, παρούσας από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ζωής, που δεν είχε ακόµα λυθεί (ειδικότερα όταν η πηγή της σύγκρουσης είχε τις ρίζες της στη σεξουαλική σφαίρα). Η δυσκολία αποδοχής µιας τέτοιας ερµηνείας βρισκόταν στη βασική πεποίθηση του Freud ότι υπόβαθρο όλων αυτών των συγκρούσεων ήταν τα ψυχοσεξουαλικά ένστικτα. Επρόκειτο για την πρώτη φάση µιας συνεχιζόµενης αντιγνωµίας, η οποία δηµιούργησε στον Freud απογοήτευση, αλλά ταυτόχρονα τον έκανε να προσκολληθεί πιο πολύ στις πεποιθήσεις του. Στα χρόνια πριν από τη διακοπή της συνεργασίας του µε τον Breuer, o Freud πέτυχε να εκπαιδεύσει µεγάλο αριθµό φοιτητών, όπως ο Karl Jung και ο Wilhelm Reich, που όλοι τους τελικά επρόκειτο να εγκαταλείψουν το θεωρητικό στρατόπεδο του Freud και να δηµιουργήσουν τις δικές τους σχολές ψυχαναλυτικής σκέψης. Οι λόγοι που τους οδήγησαν να αποστασιοποιηθούν, καθώς και η πίκρα που δηµιούργησε αυτή η αποστασιοποίηση, αποδείχτηκαν µια συνεχής πηγή απογοήτευσης για τον Freud. Εµπειρίες σαν κι αυτές, ωστόσο, έδειχναν να ενδυναµώνουν την επιθυµία του να τελειοποιήσει την ψυχανάλυση µέσω του δικού του µοντέλου, το οποίο θεµελιώθηκε πάνω σε αυστηρές αρχές και διαδικασίες, κάτι που ο Freud ακολουθούσε και στην εκπαίδευση των φοιτητών του. Σε όλη την επαγγελµατική του ζωή δεν έτυχε ουσιαστικής αναγνώρισης από τους σύγχρονους του. Η πρόσκληση, ύστερα από πρωτοβουλία του G. Stanley Hall, να επισκεφθεί, το 1909, το Πανεπιστήµιο του Clark, ήταν η πρώτη τιµητική διάκριση που του απονεµήθηκε. Οι πέντε διαλέξεις που έκανε ο Freud δόθηκαν µε το δικό του τρόπο έκφρασης, µε ελάχιστη αναφορά σε υποσηµειώσεις και σχεδόν χωρίς καθόλου προετοιµασία (Jones, 1953). Όπως πάντα, ήταν ένας σαφής και ευφράδης οµιλητής, αρετές που τον συνόδευαν σε όλη του την επαγγελµατική

καριέρα. Μέσω της συνεργασίας του µε άλλους ψυχολόγους στο Πανεπιστήµιο Clark, τέθηκαν τα θεµέλια για την ίδρυση της Αµερικανικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας. Η Αµερικανική Ψυχολογική Εταιρεία ιδρύθηκε στο Πανεπιστήµιο του Clark, µε τον G. Stanley Hall ως πρόεδρο. Μόλις πρόσφατα οι τόµοι της προσωπικής και επαγγελµατικής αλληλογραφίας του Freud, καθώς και άλλα συγγράµµατα του, δόθηκαν στους ιστορικούς της επιστήµης, καθώς και σε άλλους. Έχουµε, πιθανώς, πολλά να µάθουµε ακόµη γύρω από τον Freud και τη θεωρία του, όταν το υλικό αυτό γίνει ευρύτερα διαθέσιµο. Τα επόµενα χρόνια της ζωής του Freud αποτέλεσαν µείγµα προσωπικής τραγωδίας και επαγγελµατικής προόδου. Ο θάνατος στενών φίλων και συναδέλφων, σε συνδυασµό µε τον πρόωρο θάνατο της νεαρής του κόρης, στα 1920, του προκάλεσε κατάπτωση και απόγνωση. Λίγο µετά το θάνατο της κόρης του, εξελέγη τακτικός καθηγητής στο Πανεπιστήµιο της Βιέννης. Ο Freud θεώρησε αυτή την εκλογή ως µία κενή περιεχοµένου τιµή, δεδοµένου ότι µόνο από τη διεθνή καταξίωση του το Πανεπιστήµιο αναγνώρισε τη συµβολή του. Με την έλευση των γηρατειών, τα προβλήµατα στην καρδιά και ο καρκίνος δηµιούργησαν στον Freud ένα συνεχές βάσανο, που κράτησε σε όλη την υπόλοιπη ζωή του. Έκανε περισσότερες από 30 εγχειρήσεις για τον καρκίνο, µερικές από τις οποίες κράτησαν πάνω από τέσσερις ώρες, µόνο µε τοπική αναισθησία. Κανένας σχεδόν δεν τον θυµάται να παραπονιέται για το βάσανο του, και το θάρρος του φαινόταν να µεγαλώνει, καθώς η κατάσταση της υγείας του χειροτέρευε. Έζησε µε το µαρτύριο του και µε το παράδειγµα του αυτό έδωσε αντοχή και ενθάρρυνση σε άλλους που έπασχαν από την ίδια αρρώστια. Παρ' όλο που η φήµη του απογειώθηκε κατά πολύ στην αρχή και στα µέσα της δεκαετίας του 1920, ο ίδιος δεν επρόκειτο ποτέ να γνωρίσει την έκταση της επίδρασης των ιδεών του. Η οικονοµική και πολιτική ατµόσφαιρα πριν από την έκρηξη του Β' Παγκοσµίου Πολέµου γινόταν όλο και πιο καταπιεστική, όσο περνούσαν τα χρόνια, ειδικά για έναν Εβραίο. Τον αντισηµιτισµό τον έζησε ως ενήλικος, µέσω του αποκλεισµού του από πολλές επιστηµονικές εταιρείες. Τελικά η ζωή στη Βιέννη έγινε αφόρητη, καθώς οι ναζί λαφυραγωγούσαν αδιάκριτα τα σπίτια, έκαιγαν βιβλία και υπέσκαπταν επαγγελµατικές οµάδες σαν κι αυτές που είχαν σχέση µε την ψυχανάλυση. Μετά την εισβολή των ναζί στην Αυστρία, τα περισσότερα µέλη της Ψυχαναλυτικής Εταιρείας δεν είχαν άλλη εκλογή από το να δραπετεύσουν. Ο Freud, ωστόσο, αρνήθηκε. Τελικά, µετά από πολλές προσπάθειες της οικογένειας του να τον πείσει. ο Freud συµφώνησε να φύγει. Το Μάιο του 1938, ύστερα από παρέµβαση των πρεσβευτών της Αµερικής και της Γερµανίας, ο Freud πήγε στο Λονδίνο, όπου έγινε δεκτός µε µεγάλες τιµές. Καθώς οι ναζί αποδεκάτιζαν σταδιακά τον εβραϊκό πληθυσµό της Ανατολικής Ευρώπης, ο Freud διακατεχόταν από ανησυχία σχετικά µε την ασφάλεια και την ευηµερία της οικογένειας του. Έκανε το λάθος να

παρηγορηθεί µε τη σκέψη ότι οι ναζί της Αυστρίας επρόκειτο να φτιάξουν ειδικό νόµο για τις µειονότητες και ποτέ δεν πληροφορήθηκε τη δολοφονία των τεσσάρων αδερφών του σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Αυτά τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε συµπληρώνοντας µερικά, αλλά όχι όλα, από τα συγγράµµατα του και δεχόµενος την αναγνώριση που πάντοτε του άξιζε. Μετά από πολλά χρόνια µαρτυρίου, ο προσωπικός του γιατρός του έδωσε την πρώτη δόση παυσίπονου που έπαιρνε σε όλη τη διάρκεια της αρρώστιας του. Μετά από λίγο πέθανε, στις 23 Σεπτεµβρίου του 1939, έχοντας δίπλα του την οικογένεια του και τους στενούς του φίλους. Ακόµη και σήµερα, οπαδοί της θεωρίας και των απόψεων του συναντιούνται κατά την επέτειο του θανάτου του, για να τον τιµήσουν. Η θεωρητική του προοπτική Το βασικό ψυχαναλυτικό µοντέλο για την ανάπτυξη, που ο Freud τροποποιούσε συνεχώς κατά τα τελευταία πενήντα χρόνια της ζωής του, αποτελείται από τρεις κύριες διαστάσεις: τη δυναµική ή οικονοµική διάσταση, που χαρακτηρίζει τον ανθρώπινο ψυχισµό ως ένα ρευστό ενεργοποιηµένο σύστηµα το δοµικό ή τοπογραφικό σύστηµα, που περιγράφει τρεις ξεχωριστές αλλά ωστόσο ενδοεξαρτώµενες ψυχολογικές δοµές που ρυθµίζουν τη συµπεριφορά- και τη διαδοχική ή κατά στάδια διάσταση, που τονίζει το προχώρηµα από το ένα στάδιο της ανάπτυξης στο άλλο, εντοπιζόµενη σε διαφορετικές ζώνες σωµατικής ευαισθησίας, σε εξελικτικούς στόχους και ψυχολογικές συγκρούσεις. Και οι τρεις αυτές διαστάσεις επικαλύπτονται (δες διάγραµµα 5-1), αλλά, ωστόσο, καθεµιά απ' αυτές θα πρέπει να εξεταστεί ξεχωριστά, για να γίνει πλήρως κατανοητή η εξελικτική εµβέλεια της ψυχαναλυτικής θεωρίας. Η δυναµική διάσταση Η ψυχική ενέργεια. Ακολουθώντας τις κρατούσες αντιλήψεις ως προς τις πολιτισµικές και επιστηµονικές εξελίξεις κατά το τέλος του 19ου αιώνα, ο Freud µελέτησε την έννοια της ενέργειας και την εφάρµοσε στην ανθρώπινη συµπεριφορά. Όρισε την ενέργεια ως ψυχική ενέργεια ή την ενέργεια που θέτει σε λειτουργία τα διαφορετικά συστατικά στοιχεία του ψυχολογικού συστήµατος. Σύµφωνα µε τον Freud 1) η ψυχική ενέργεια έχει βιολογικό υπόβαθρο και είναι πάντοτε διαθέσιµη σε κάποια µορφή, 2) η συνολική ποσότητα της ενέργειας µέσα στο σύστηµα δεν αλλάζει επειδή αποτελεί ένα κλειστό σύστηµα και 3) η κατανοµή της ενέργειας στο σύστηµα εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως οι βιολογικές ανάγκες, το ατοµικό στάδιο ανάπτυξης, οι εµπειρίες του ατόµου και οι τρέχουσες περιβαλλοντικές επιδράσεις. Ο Freud υποστήριξε ότι η πρωταρχική πηγή της ενέργειας είναι τα ένστικτα ή τα µη µαθηµένα ψυχολογικά κίνητρα. Τα ένστικτα έχουν την πηγή τους στις βιολογικές και µεταβολικές διαδικασίες του οργανισµού και ο Freud πίστευε ότι η πιο δυναµική τάξη ενστίκτων είναι εκείνη

που σχετίζεται µε τη δηµιουργία και τη συντήρηση της ζωής, που ονοµάζεται Έρως. Στο πλαίσιο της θεωρίας του το σεξουαλικό αυτό ένστικτο έγινε ένα κατ' εξοχήν ένστικτο της ζωής, διαφορετικό από τα άλλα ένστικτα (όπως η πείνα και η απέκκριση), επειδή η ικανοποίηση του σεξουαλικού ενστίκτου είναι αναγκαία για την επιβίωση του είδους, ενώ η ικανοποίηση των άλλων ενστίκτων είναι αναγκαία για την επιβίωση του ατόµου. Ο Freud υποστήριξε την ύπαρξη µιας ακόµη δυναµικής τάξης ενστίκτων που ονόµασε θάνατο' τα ένστικτα αυτά αντιπροσωπεύουν το θάνατο και την επιθετικότητα. Η ειδική µορφή ενέργειας που χρησιµοποιείται από αυτά τα ένστικτα της ζωής, για να διατηρηθεί και να συνεχιστεί η ανάπτυξη, ονοµάστηκε libido. Στο σύστηµα του Freud, τα ένστικτα λειτουργούν ως ερεθίσµατα για τον ψυχισµό, σπρώχνοντας το άτοµο να ικανοποιήσει συγκεκριµένες ανάγκες. Τα ένστικτα µπορούν επίσης να θεωρηθούν ως ψυχολογικές αναπαραστάσεις κάποιας βιολογικής διαδικασίας. Το µεγαλύτερο µέρος της ψυχικής ενέργειας κατά τη βρεφική ηλικία, π.χ., αναλίσκεται στην ικανοποίηση βιολογικών αναγκών, όπως η διατροφή, η απέκκριση και η σωµατική διέγερση. Ο θεµελιώδης στόχος της πρώιµης ενστικτώδους συµπεριφοράς είναι η µείωση της έντασης (ή της δυσανεξίας) που επιτυγχάνεται µέσω αυτού που ο Freud ονοµάζει όργανο ευχαρίστησης (Freud, 1950). Για παράδειγµα, η µείωση της έντασης µπορεί να συνδέεται µε το γέµισµα ενός άδειου στοµάχου µε φαγητό ή µε το άδειασµα κάποιας γεµάτης κύστης. Στο πολύ µικρό βρέφος η ικανοποίηση των ενστίκτων επιτυγχάνεται εύκολα και άµεσα. Σταδιακά όµως µεγάλο απόθεµα της αρχικής ενστικτώδους ενέργειας µετασχηµατίζεται σε ενέργειες που αντιπροσωπεύουν άλλες ιάγραµµα 5-1: Οι διαστάσεις της ψυχαναλυτικής θεωρίας του Freud

πολυπλοκότερες εµπειρίες της ζωής. Μια ορισµένη ποσότητα ενέργειας, ωστόσο, είναι πάντοτε ενέργεια που σχετίζεται µε το id (το εκείνο), και συµφωνά µε τον Freud και άλλες επίσης διαθέσιµες µορφές -ψυχικής ενέργειας µπορούν πάντοτε να µετασχηµατίζονται σε ενέργεια σχετιζόµενη µε το id. Το ασυνείδητο. Ένα από τα πιο σηµαντικά γνωρίσµατα της ψυχικής ενέργειας είναι το ότι αποτελεί µέρος του ασυνειδήτου. Το ασυνείδητο είναι ένα από τα κατ' εξοχήν σηµαντικά στοιχεία της αντίληψης του Freud για την ανθρώπινη συµπεριφορά. Το ασυνείδητο, αρχικά, ελέγχει το µεγαλύτερο µέρος της πρώιµης συµπεριφοράς και εξακολουθεί να ελέγχει κάποιο µέρος της συµπεριφοράς σ' όλο το µάκρος της ζωής. Σύµφωνα µε τον Freud, ο όγκος της ψυχικής ενέργειας στο ασυνείδητο επηρεάζει τη συµπεριφορά, όχι όµως σε τέτοιο επίπεδο που το υποκείµενο να το καταλαβαίνει και να µπορεί να σκεφτεί γύρω απ αυτό. Για να κατανοήσουµε πώς το ασυνείδητο ενεργοποιείται και λειτουργεί, θα πρέπει πρώτα να εξετάσουµε τις αντιλήψεις του Freud σχετικά µε τα διαφορετικά επίπεδα του ψυχισµού και την εξέλιξη της δοµής του. Μνηµονεύσαµε ήδη ότι τα βρέφη ελέγχονται σχεδόν αποκλειστικά από την ενστικτώδη ενέργεια και ότι αναζητούν ευχαρίστηση και ικανοποίηση χωρίς κανένα περιορισµό. Κοιµούνται όποτε θέλουν, απεκκρίνουν αυτόµατα σ' οποιονδήποτε χώρο και σ' οποιαδήποτε στιγµή, όταν πεινάνε απαιτούν να τραφούν. Οι πρώτες ενδείξεις του πώς η ενέργεια του id σχηµατοποιείται απ' την πραγµατικότητα µπορούν να βρεθούν µε την εξέταση του ενστικτώδους κινήτρου της πείνας. Η ικανοποίηση της πείνας στο ανθρώπινο βρέφος, σε αντίθεση µε την ικανοποίηση που προέρχεται από την απέκκριση και από άλλα ένστικτα, απαιτεί αλληλεπίδραση µε κάποια άλλη ανθρώπινη ύπαρξη. Σ την καθηµερινή πρακτική η πείνα του νηπίου δεν ικανοποιείται αυτόµατα, µε αποτέλεσµα να παρατηρείται ένταση, που συχνά εκφράζεται µε κλάµα και µε αυξηµένη κινητική δραστηριότητα. Τέτοιες µορφές βρεφικής συµπεριφοράς λειτουργούν ως σήµατα σ' αυτόν ή σ 1 αυτήν που φροντίζει το βρέφος ότι το βρέφος χρειάζεται τροφή. Με την παρουσίαση της µπουκάλας µε το γάλα ή του µητρικού στήθους, το βρέφος τρώει, το ένστικτο της πείνας ικανοποιείται, η ένταση µειώνεται και το βρέφος αισθάνεται ικανοποίηση. Με την επανάληψη αυτής της ακολουθίας των συµβάντων, το βρέφος µαθαίνει σταδιακά πως η ικανοποίηση των ενστίκτων απαιτεί εξωτερικά συµβάντα και η συνειδητοποίηση αυτών των εξωτερικών συµβάντων συνδυάζεται µε κάποιο µέρος της ενέργειας του id. Καθώς το βρέφος συνειδητοποιεί ότι η συµπεριφορά του έχει ως αποτέλεσµα την ενεργοποίηση αυτών των εξωτερικών συµβάντων, κάποιο µέρος της ενέργειας του id µετασχηµατίζεται σε ενέργεια που συνδέεται µε τους συνειδητούς συνειρµούς του ίδιου του βρέφους. Η µετασχηµατισµένη ψυχική ενέργεια είναι το εγώ. Από τη στιγµή που τα νήπια συνειδητοποιήσουν ότι η συµπεριφορά τους προκαλεί τις αντιδράσεις αυτές, αρχίζουν να διαµορφώνονται τα γνωρίσµατα του εγώ. Ένα µέρος της

ψυχικής ενέργειας αρχίζει τώρα να συνδυάζεται µε την από µέρους του βρέφους ανάπτυξη κάποιας αίσθησης του εαυτού του. Αυτή η αίσθηση του εαυτού υφίσταται περαιτέρω διαφοροποιήσεις, έτσι ώστε, τελικά, αναβλύζει µια καινούρια δοµή, το υπερεγώ. Το υπερεγώ αντιπροσωπεύει τις αρχές και τις ηθικές αντιλήψεις της κοινωνίας µέσα στην οποία ζει το άτοµο. Παρ' όλο που τα δύο αυτά δεν ταυτίζονται απολύτως, µερικοί χρησιµοποιούν τον όρο «συνείδηση» για να περιγράψουν αυτή τη δοµή. Το υπερεγώ µπορεί να περιγραφεί µε το εξής υποθετικό παράδειγµα: ένα µικρό παιδί είναι νηστικό και γνωρίζοντας ότι υπάρχουν γλυκά µέσα σε κάποιο βάζο της κουζίνας, αντιλαµβάνεται ότι η πείνα του µπορεί να ικανοποιηθεί µε το να πάει κοντά στο βάζο και να πάρει τα γλυκά. Ωστόσο, σε περισσότερες από µία περιπτώσεις, η µητέρα του είχε πει ότι τέτοια συµπεριφορά δεν είναι αποδεκτή, και έτσι το παιδί συνειδητοποιεί ότι υπάρχει ένα ακόµη πλέγµα παραγόντων που πρέπει να λάβει υπόψη του στην προσπάθεια του να ικανοποιήσει την πείνα του τις γονεϊκές προσδοκίες ή την κοινωνική πραγµατικότητα, δύο δυνάµεις πιο δυνατές από το ίδιο. Η µητέρα µπορεί να πει στο παιδί «όχι, δεν επιτρέπεται να πάρεις τα γλυκά» ή, στην αντίθετη περίπτωση, να το τιµωρήσει. Σταδιακά, το παιδί που επιθυµεί να πάρει τα γλυκά και να ικανοποιήσει την πείνα του, αρχίζει να ζυγίζει τους παράγοντες του εγώ (τη δική του δηλαδή επίµονη συµπεριφορά για απόκτηση του γλυκού) µε τους παράγοντες του υπερεγώ (την κοινωνική δηλαδή αποδοκιµασία και τιµωρία). Όταν το παιδί θέλει να πάρει κάποιο γλυκό και γνωρίζει ότι µπορεί να το πάρει, αλλά αποφασίζει να µην το κάνει, τότε η συµπεριφορά του παιδιού αρχίζει να ελέγχεται από ψυχική ενέργεια που έχει µετασχηµατιστεί σε ενέργεια του εγώ και του υπερεγώ. Ο προορισµός της ψυχικής ενέργειας είναι η κατανοµή της ανάµεσα στο id, στο εγώ και στο υπερεγώ. Κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης η κατανοµή είναι ανισοµερής και βρίσκεται σε µια συνεχή ροή ανάλογα µε το εξελικτικό στάδιο του ατόµου και µε τις οποιεσδήποτε άµεσες ανάγκες. Η δοµική διάσταση Τα τρία µέρη της δοµικής διάστασης, δηλ. το εκείνο, το εγώ και το υπερεγώ, υπηρετούν όλα ένα σαφώς καθορισµένο σκοπό: την επίτευξη των αντικειµένων-στόχων και την προσδοκώµενη µείωση της έντασης. Παρ' όλο που αυτές οι δοµές δεν έχουν οποιαδήποτε φυσική οντότητα, διαµορφώνουν το υπόβαθρο για τις διαφορετικές ψυχολογικές δυνάµεις, που αντιπροσωπεύουν την αλληλεπίδραση ανάµεσα στις βιολογικές παρορµήσεις (το εκείνο), τις προσαρµοστικές και µεσολαβούσες συµπεριφορές (το εγώ) και τα ηθικά και δεοντολογικά κριτήρια ελέγχου (το υπερεγώ). Το εκείνο (id = εκείνο το πράγµα). To id είναι παρόν κατά τη γέννηση και εξελικτικά είναι το αρχαιότερο από τις τρεις ψυχολογικές δοµές. Σύµφωνα µε τον Freud, ούτε το εγώ ούτε το υπερεγώ ενεργοποιούνται ή έστω διαµορφώνονται τόσο νωρίς στην εξελικτική πορεία του

ατόµου, όταν ήδη το id υπηρετεί ως χώρος αποθήκευσης όλων των ενστίκτων. Αρχικά, όλη η ψυχική ενέργεια που διαθέτει το σύστηµα επενδύεται στο εκείνο, που χρησιµοποιεί αυτή την ενέργεια για να ικανοποιήσει βασικές ανάγκες µέσω αντανακλαστικής ή φαινοµενικά αντανακλαστικής συµπεριφοράς. Αυτές οι ανάγκες θα πρέπει να ικανοποιηθούν πρώτες 1) εάν πρόκειται να επιβιώσει ο οργανισµός και 2) εάν πρόκειται ο οργανισµός να προχωρήσει στην ικανοποίηση υψηλότερων, λιγότερο βιολογικά και περισσότερο κοινωνικά προσανατολισµένων αναγκών. Στην πιο βασική του µορφή, το id είναι µια έµφυτη βιολογική δοµή, που έχει άµεσο στόχο την άµεση ικανοποίηση και τη µείωση της έντασης. Ως ο πρωταρχικός χώρος αποθήκευσης της ψυχικής ενέργειας επιτυγχάνει αυτό τον πρώιµο στόχο της µείωσης της έντασης µέσω της αρχής της ευχαρίστησης (ονοµάζεται επίσης και αρχή του πόθου, αρχή της ευ χαριστή ση ς-πόνου ή ακόµα αρχή του πόθου-ικανοποίησης του πόθου) (Jones, 1973). Σύµφωνα µε την αρχή αυτή, ο προέχων στόχος των νοητικών λειτουργιών είναι η επίτευξη της ευχαρίστησης µέσω της ικανοποίησης (Freud, 1920). Η ενέργεια του id, ελεγχόµενη απολύτως από την αρχή της ευχαρίστησης δεν υπόκειται σε κανένα περιορισµό και δεν κάνει καµία διάκριση ανάµεσα στη φαντασία και στην πραγµατικότητα. Μορφή σκέψης που δε διακρίνει το πραγµατικό από το µη πραγµατικό ονοµάζεται ακατέργαστη νοητική διαδικασία. Για παράδειγµα, στο µεγαλύτερο παιδί ή στον ενήλικο µια ανάγκη µπορεί να ικανοποιηθεί πρόσκαιρα µέσω µιας απόµακρης αναπαράστασης του αντικειµένου-κινήτρου (ή του αντικειµένου που ικανοποιεί την ανάγκη), που συνήθως παίρνει τη µορφή κάποιας νοερής εικόνας. Η ονειροπόληση χρησιµοποιείται ως παράδειγµα µιας τέτοιας µορφής σκέψης. Όταν π.χ. κάποιο άτοµο είναι νηστικό και σκέφτεται το αγαπηµένο του φαγητό, µπορεί να ανακουφιστεί από τις ενοχλήσεις της πείνας για ένα µικρό χρονικό διάστηµα. Παρ' όλο που η ονειροπόληση ή η ακατέργαστη νοητική διεργασία παρέχει µόνο πρόσκαιρη ικανοποίηση, αποτελεί ένα αποτελεσµατικό µέσο εκφόρτισης από τη συσσωρευµένη ενέργεια και µείωσης της έντασης, έτσι ώστε η ένταση να µη δυναστεύει τη σκέψη του ατόµου. Η ψυχική ενέργεια που συνδέεται µε το id είναι ασυνείδητη, µε την έννοια ότι το άτοµο δεν την κατανοεί και ούτε µπορεί να σκεφτεί ή να µιλήσει γι 1 αυτήν. Όλη η ψυχική ενέργεια που συνδέεται µε το id δεν έχει καµιά σχέση µε γλωσσικές διεργασίες. εν παρατηρείται στις ανώτερες νοητικές λειτουργίες και τα συναισθήµατα και οι ευαισθησίες που είναι συνδυασµένα µ' αυτήν δεν µπορούν να µελετηθούν µε κάποιο λογικό τρόπο. Για το λόγο αυτό µερικοί οπαδοί της θεωρίας του Freud πιστεύουν ότι γεγονότα που συµβαίνουν όταν το παιδί βρίσκεται στο προγλωσσικό του στάδιο, δεν µπορούν να ανακληθούν αργότερα στη µνήµη. Οι ασυνείδητες παρορµήσεις του id παραµένουν εν ενεργεία σ' όλο το µάκρος της ζωής, αλλά στις περιπτώσεις υγιούς ανάπτυξης το ποσοστό της ψυχικής ενέργειας που συνδέεται µε το id µειώνεται συνεχώς, ενώ αυξάνεται συνεχώς το ποσοστό της ψυχικής ενέργειας που συνδέεται µε το

εγώ και το υπερεγώ, που κοινωνικά έχουν µεγαλύτερη προσαρµοστική αξία. Το εγώ. Η διαµόρφωση του εγώ είναι αποτέλεσµα της αλληλεπίδρασης ανάµεσα στον οργανισµό και στο περιβάλλον και τη συνεχή µείωση της έντασης που συνδέεται µε ορισµένες ανάγκες. Η φροϋδική θεωρία υποστηρίζει ότι το εγώ αρχίζει να αναπτύσσεται εξαιτίας της ανικανότητας του id, όταν δρα µόνο του, να ικανοποιήσει όλες τις ανάγκες του ατόµου (Hall, 1954). Ο τρόπος µε τον οποίο ο οργανισµός αρχίζει να ενεργοποιεί τις διαδικασίες του εγώ, για να επιτύχει την ικανοποίηση, ονοµάζεται ταύτιση. Η αρχή της ταύτισης καταδεικνύει την από µέρους του οργανισµού συνειδητοποίηση ότι η συµπεριφορά που κατευθύνεται σε κάποιο στόχο, σε αντίθεση µε τις συναισθηµατικές ή µη λογικές εκφορτίσεις, µπορεί να καταλήξει σε µείωση της έντασης και στην ικανοποίηση. Ο οργανισµός µπορεί τώρα να διακρίνει ανάµεσα στην πραγµατικότητα και στη φαντασία. Οι διαδικασίες του εγώ διευκολύνουν την ικανοποίηση κάνοντας διάκριση ανάµεσα στον «εαυτό» και τον «µη-εαυτό», και στη συνέχεια το άτοµο λειτουργεί µε βάση αυτή τη διάκριση. Ο σχετισµός αυτός ονοµάζεται δευτερογενής νοητική διαδικασία. Πριν από την εµφάνιση της δευτερογενούς νοητικής διαδικασίας, η κύρια µέθοδος ικανοποίησης µιας ανάγκης ήταν κάποιας µορφής συναισθηµατική εκφόρτιση. Στην ουσία αυτές οι εκφορτίσεις λειτουργούσαν ως πράξεις ή σήµατα για την ενεργοποίηση «εν δυνάµει» περιβαλλοντικών παραγόντων (όπως οι γονείς) για την επίτευξη βοήθειας ή στήριξης σε κάποια ανάγκη. Οι συναισθηµατικές αυτές εκφορτίσεις µειώνουν την ένταση, αλλά η µείωση αυτή είναι µόνο προσωρινή. Για παράδειγµα, το έντονο ξέσπασµα θυµού σε κάποιο παιδί, λειτουργεί ως διέξοδος για ένα µικρό χρονικό διάστηµα, αλλά δεν ικανοποιεί τη βασική ανάγκη που το προκάλεσε. Σε αντίθεση µε το σχετικά αβοήθητο νεογέννητο βρέφος που κυριαρχείται από το id, η πρώιµη ανάπτυξη του εγώ επιτρέπει στο παιδί να επιδρά στα περιβάλλον του εµπρόθετα και έτσι να µειώνει µε άµεσο τρόπο την ένταση. Για παράδειγµα, το πεινασµένο βρέφος που κυριαρχείται από το id, ξεσπάει σε κλάµατα το πεινασµένο όµως µικρό παιδί που βρίσκεται στα πρώιµα στάδια ανάπτυξης του εγώ, πιθανόν να χαµογελάσει, πιθανόν να προσπαθήσει να ανοίξει το ψυγείο ή να ζητήσει κάτι να φάει. Η αποτελεσµατικότητα αυτού του είδους της συµπεριφοράς βοηθά στην περαιτέρω ενίσχυση της ανάπτυξης του εγώ. Το εγώ µετασχηµατίζεται από το εγώ της ευχαρίστησης, κάτι που παρατηρείται στα αρχικά στάδια λειτουργίας του, σ' ένα ορθολογικό εγώ, που ελέγχεται από την αρχή της πραγµατικότητας, σύµφωνα µε την οποία η ικανοποίηση του εγώ πραγµατοποιείται µε την προσκόλληση στην εξωτερική πραγµατικότητα. Στην περίπτωση αυτή η υποκειµενική έκφραση των αναγκών µέσω των συναισθηµάτων αποχωρίζεται από την αντικειµενική ύπαρξη του πραγµατικού κόσµου. Το εγώ αποκτά την ενέργεια για να πραγµατοποιήσει τέτοιες λειτουργίες από το id, που εν τω µεταξύ έχει ενσωµατωθεί σ' αυτή τη ρεαλιστικά προσανατολισµένη δοµή. Έτσι, παρατηρείται κάποια ανακατανοµή της ενέργειας. Αυτό που προηγουµένως επενδυόταν στις λειτουργίες του id,

τώρα επενδύεται στις λειτουργίες του εγώ που παρεµβάλλεται στη νοητική διεργασία λήψης αποφάσεων. Παρ' όλο που το εγώ δε χρησιµοποιεί την αρχή της ευχαρίστησης του id, η ευχαρίστηση (µείωση της έντασης και αποµάκρυνση του πόνου) επιτυγχάνεται µέσω απ 1 αυτή την αρχή της πραγµατικότητας. Η εξωτερική πραγµατικότητα αναπαρίσταται πιο πολύ µέσω λογικών παρά συναισθηµατικών διεργασιών. Εκτός από τη ρεαλιστική αποτίµηση του περιβάλλοντος, το εγώ επιτελεί επίσης ακόµα µια σηµαντική λειτουργία. Οργανώνει τις νοητικές διαδικασίες µεσολαβώντας κατά καιρούς ανάµεσα στο id και στο υπερεγώ (µια δοµή που αναπτύσσεται αργότερα και ελέγχει το επίπεδο και την κατεύθυνση της ενέργειας που επενδύεται στον εξωτερικό κόσµο). Ο Freud πίστευε ότι το εγώ, περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο δοµικό στοιχείο, επηρεάζεται από τις αισθητηριακές λειτουργίες και ότι αυτές οι αισθησιοκινητικές εµπειρίες είναι το ίδιο σηµαντικές για τη λειτουργία και το περιεχόµενο του εγώ, όπως ακριβώς είναι τα ένστικτα για το id. To εγώ λειτουργεί ως µηχανισµός λήψης αποφάσεων που συνυπολογίζει τις ασυνείδητες επιθυµίες του id. Ως ο εκτελεστικός κλάδος του τριµερούς δοµικού συστήµατος, το εγώ είναι ο διαιτητής που υπολογίζει τη διαθέσιµη ενέργεια και την κατανέµει ισόρροπα σε όλο το σύστηµα, έτσι ώστε να εξασφαλίσει την ικανοποίηση αναγκών, αλλά και για να εξασφαλίσει επίσης την ύπαρξη ουσιαστικών αποθεµάτων ενέργειας για τη µελλοντική ανάπτυξη. Το υπερεγώ. To id οδηγεί τον οργανισµό προς την ικανοποίηση, ενώ το εγώ προσπαθεί να επιτύχει την ικανοποίηση µέσω της δηµιουργικής αλληλεπίδρασης µε το περιβάλλον. Ο Freud πίστευε ότι µια τρίτη δοµική διάσταση, που ονοµάστηκε υπερεγώ, αναπτύσσεται κατά τη δεύτερη παιδική ηλικία. Το υπερεγώ είναι η ψυχική ενέργεια που λειτουργεί ως η δύναµη εκείνη η οποία αντιτίθεται στις χωρίς περιορισµούς ικανοποιήσεις που αναζητεί το id. Ως δοµή, αντιπροσωπεύει πρώτον την εσωτερίκευση και την αφοµοίωση της γονεϊκής εξουσίας και δεύτερον τα κοινωνικά και δεοντολογικά κριτήρια του πολιτισµικού περιβάλλοντος (Freud, 1933). Στόχοι του υπερεγώ είναι 1) να εµποδίσει το id από το να εκφράσει παρορµήσεις απαράδεκτες από κοινωνική σκοπιά και 2) να αγωνιστεί για το ιδεώδες (και όχι αναγκαστικά για το πραγµατικό). Ο Freud επένδυσε στο υπερεγώ τις παραδοσιακές αξίες και τα ιδανικά της κοινωνίας. Ως εκ τούτου, το υπερεγώ αντιπροσωπεύει τα εσωτερικευµένα κριτήρια συµπεριφοράς, προς τα οποία υποτίθεται ότι προσαρµόζονται τα υγιώς κοινωνικοποιηµένα άτοµα. Η ανάπτυξη του υπερεγώ προκύπτει 1) από τη λύση συγκεκριµένων συγκρούσεων µε τους γονείς 2) από τις απαιτήσεις που το περιβάλλον θέτει στο εγώ, αλλά δεν µπορεί να ικανοποιήσει πάντοτε το εγώ από µόνο του εξαιτίας του υπερβολικού ορθολογισµού του και 3) από τις εµπειρίες που αποκτούν τα παιδιά κατά το µακρύ χρονικό διάστηµα που µένουν µε τους γονείς τους. Ο Freud υποστήριξε ότι η ψυχική ενέργεια που συνδέεται µε το υπερεγώ αποτελείται από το

ιδεατό εγώ και από τη συνείδηση (Freud, 1923). Το ιδεατό εγώ αντιπροσωπεύει εκείνες τις πεποιθήσεις που το παιδί θεωρεί ηθικά σωστές, ενώ η συνείδηση αντιπροσωπεύει όλα εκείνα τα πράγµατα που το παιδί νοµίζει ότι οι γονείς του θεωρούν ηθικά απαράδεκτα. Στα πρώτα του έργα, ο Freud (1923) πίστευε ότι η έννοια του ιδεατού εγώ ήταν επαρκής για να εκφράσει αυτή την εξουσιαστική δύναµη. Μέσω όµως εντατικής κλινικής δουλειάς κατέληξε στο συµπέρασµα ότι υπάρχει ακόµα ένα στοιχείο (οι πεποιθήσεις δηλ. των γονιών) που αντιπροσωπεύει κοινωνικούς και ηθικούς περιορισµούς. Οι αµυντικοί µηχανισµοί Η δυναµική πλευρά της φροϋδικής θεωρίας περιλαµβάνει την κατανοµή και το µετασχηµατισµό της ψυχικής ενέργειας. Κατά τη διάρκεια των πέντε ή έξι διαµορφωτικών ετών της ζωής, η ψυχική ενέργεια κατανέµεται από το id στις υποστηρικτικές δοµές του εγώ και του υπερεγώ. Οι δυναµικές και δοµικές διαστάσεις αλληλεπιδρούν συνεχώς µέσω ενός πλέγµατος µηχανισµών, που βοηθά το άτοµο να αισθάνεται άνετα και να ελαχιστοποιεί το άγχος. Οι πιο γνωστοί µηχανισµοί που αρχίζουν να λειτουργούν µε την εµφάνιση του εγώ ονοµάζονται αµυντικοί µηχανισµοί. Ένας αµυντικός µηχανισµός είναι µια τεχνική που χρησιµοποιεί το εγώ για να διαστρεβλώσει την πραγµατικότητα εν όψει κινδύνων που θα διέκοπταν την υγιή ψυχολογική ανάπτυξη. Υπάρχουν πολλά παραδείγµατα αµυντικών µηχανισµών και του τρόπου που οι µηχανισµοί αυτοί βοηθούν στην προστασία από υπερβολική ένταση και άγχος. Το καλύτερο ίσως παράδειγµα -η απώθηση- συµβαίνει όταν τα αιµοµικτικά συναισθήµατα του γιου προς τη µάνα (ή της κόρης προς τον πατέρα) εµποδίζονται να µεταπηδήσουν από το ασυνείδητο στο συνειδητό επίπεδο. Αυτή η σύγκρουση, που θα συζητήσουµε µε µεγαλύτερη λεπτοµέρεια λίγο αργότερα, σ' αυτό το κεφάλαιο, διευκρινίζει πώς ένα δυνητικά υψηλό επίπεδο άγχους µπορεί να ελεγχθεί µε τη χρήση ενός πολύ εξειδικευµένου αµυντικού µηχανισµού. Όλοι οι αµυντικοί µηχανισµοί βοηθούν το άτοµο να µετριάσει και να ανεχθεί συναισθήµατα ανησυχίας. Είναι δυνατόν να χρησιµοποιηθούν πρόσκαιρα ή για µερικούς ανθρώπους είναι δυνατό να µετατραπούν σε σταθερούς και διαρκείς τρόπους αντίδρασης. Στις περιπτώσεις αυτές µετατρέπονται σε γνωρίσµατα της προσωπικότητας ενός ενήλικου. Για το εξελισσόµενο παιδί λειτουργούν ως τρόποι πειραµατισµού για την αντιµετώπιση δυσάρεστων καταστάσεων. Οι αµυντικοί µηχανισµοί βοηθούν στην αναδόµηση της προσωπικότητας -κινητοποιούν και µετασχηµατίζουν την ψυχική ενέργεια- και κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης διατηρούν τη δοµή της προσωπικότητας ρευστή καθώς το παιδί πειραµατίζεται. Οι αµυντικοί µηχανισµοί, ωστόσο, υπηρετούν έναν πιο σηµαντικό σκοπό. Αποτελούν εχέγγυα ότι η διαθέσιµη ψυχική ενέργεια δεν επενδύεται ως άγχος στο σύνολο της, αλλά ότι ένα ποσοστό απ' αυτήν παραµένει για να διοχετευθεί προς την ανάπτυξη. Με άλλα λόγια, οι αµυντικοί µηχανισµοί µας προστατεύουν

από την απερίσκεπτη διασπάθιση της ενέργειας, που είναι αναγκαία για τη µεταγενέστερη ανάπτυξη. ε συνειδητοποιούµε την επίδραση τους (µε άλλα λόγια, λειτουργούν σε ασυνείδητο επίπεδο), αλλά τους χρειαζόµαστε για να εξασφαλίσουµε τη δυνατότητα διοχέτευσης ενός επαρκούς επιπέδου ενέργειας για τη µελλοντική µας ανάπτυξη- Καθώς το παιδί εξελίσσεται, παρατηρούνται αλλαγές στη σχέση ανάµεσα στο id, στο εγώ και στο υπερεγώ, και στην κατανοµή της ψυχικής ενέργειας. Παρατηρείται µείωση του ποσού της ενέργειας που επενδύεται άµεσα στις λειτουργίες του id, ενώ όλο και περισσότερη ενέργεια µετασχηµατίζεται σε ενέργεια που θα χρησιµοποιηθεί για τη δηµιουργία και διατήρηση του εγώ. Το εγώ αναπτύσσεται αργότερα από το id (που είναι παρόν κατά τη γέννηση) και το υπερεγώ αναπτύσσεται ακόµα πιο αργά. Οι µεταγενέστερες δοµές εξελίσσονται από την ενέργεια (και, σε µερικές περιπτώσεις, από το απόθεµα της ενέργειας) που έχει επενδυθεί στις προηγούµενες δοµές. Τελικά στο εγώ επενδύεται περισσότερη ψυχική ενέργεια απ' ό,τι σε οποιοδήποτε άλλο δοµικό στοιχείο, επειδή το εγώ είναι που, κατά το µεγαλύτερο µέρος, ενεργεί ως µεσολαβητής ανάµεσα στις βιολογικές ανάγκες του οργανισµού που αντιπροσωπεύονται από το id, στις απαιτήσεις της κοινωνίας και στους κοινωνικούς περιορισµούς που αντιπροσωπεύονται από το υπερεγώ. Η διαδοχική ή κατά στάδια διάσταση Η δυναµική πλευρά της φροϋδικής θεωρίας ασχολείται µε την πηγή, την κατανοµή και την αξιοποίηση της ψυχικής ενέργειας, ενώ η δοµική διάσταση καταπιάνεται µε την ενδοσυσχέτιση των υποστηρικτικών, ψυχολογικών δοµών και µε την επίδραση που ασκούν στην ανάπτυξη. Το τρίτο και τελευταίο συστατικό στοιχείο, η διαδοχική ή κατά στάδια διάσταση, έχει ως κεντρικό της σηµείο το πρότυπο ή τη διαδροµή του οργανισµού µέσα από διαφορετικά εξελικτικά στάδια που παρουσιάζουν όλο και µεγαλύτερη προσαρµοστική αξία. Πριν συζητήσουµε µε λεπτοµέρεια τα πέντε ποιοτικώς διάφορα στάδια της φροϋδικής θεωρίας για την ανάπτυξη, είναι σηµαντικό να καταγράψουµε µερικές γενικές αρχές που διατύπωσε ο Freud σχετικά µε αυτή τη διάσταση της ανάπτυξης. Επηρεασµένος από την εκπαίδευση του, ξεκίνησε τους προβληµατισµούς του γύρω από την ανάπτυξη από τη σκοπιά της βιολογίας. Υποστήριξε ότι η ανάπτυξη συνίστατο από µία σειρά σταδίων. Κάθε στάδιο χαρακτηρίζεται από τον εντοπισµό της ψυχικής ενέργειας πάνω σε διαφορετικές περιοχές του σώµατος που ονοµάστηκαν ερωτογενείς ζώνες και κάθε στάδιο αντιστοιχεί σε διαδοχικές αλλαγές, που σχετίζονται µε την επικράτηση βιολογικών και ψυχολογικών αναγκών. Για παράδειγµα, στο πρώτο στάδιο της ανάπτυξης παρατηρείται ευαισθησία σε ερεθίσµατα µέσα και γύρω από τη στοµατική περιοχή. Περιλαµβάνει επίσης τη συγκέντρωση ψυχικής ενέργειας στη βασική ανάγκη της πείνας και στη συµπεριφορά διατροφής.

Κατά παρόµοιο τρόπο, το δεύτερο στάδιο εντοπίζεται σε µία αυξανόµενη ή γενικευµένη ευαισθησία στην πρωκτική και στην ουροδόχο περιοχή και έτσι η ψυχική ενέργεια συγκεντρώνεται στη βασική ανάγκη της απέκκρισης. Είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσουµε ότι αυτό το δεύτερο στάδιο εµφανίζεται περίπου στην ηλικία που οι δυτικές κοινωνίες θεωρούν ότι είναι αναγκαίο να αρχίσει η αγωγή καθαριότητας. Η σηµασία της έννοιας των ερωτογενών ζωνών στη θεωρία του Freud δεν πρέπει να υπερτονίζεται. Ο Freud πίστευε ότι τα βρέφη γεννιούνται µε την ικανότητα να αισθάνονται τη διέγερση που προκαλεί η δερµατική επαφή και ότι η ένταση που δηµιουργείται στην επιφάνεια του δέρµατος, συσσωρεύεται και χρειάζεται να µειωθεί µε άµεση δερµατική επαφή. Αυτού του είδους η διέγερση παροµοιάστηκε µε το σεξουαλικό ερέθισµα, θεωρήθηκε όµως ποιοτικώς διαφορετική από το είδος της σεξουαλικής διέγερσης που βιώνουν οι ενήλικοι κι αυτό γιατί είναι πιο γενικευµένη και πιο αδιαφοροποίητη. Ο Freud ονόµασε αυτή την ικανότητα προς διέγερση και την ανάγκη µείωσης της διέγερσης βρεφική σεξουαλικότητα και την αντιδιέστειλε από τη σεξουαλικότητα των ενηλίκων (Freud, 1950). Η απόδοση σεξουαλικών γνωρισµάτων στα βρέφη και στα µικρά παιδιά προκάλεσε τη σε πλατιά κλίµακα λαϊκή κατακραυγή εναντίον της θεωρίας του Freud, κατά τις τελευταίες ηµέρες της βικτωριανής εποχής και κατά τις αρχές του 20ού αιώνα. Ωστόσο, στηριγµένοι στις κλινικές τους παρατηρήσεις ο Freud και οι συνεργάτες του επέµεναν στους ισχυρισµούς τους ότι τα ψυχολογικά-βιωµατικά στοιχεία αναµειγνύονταν µε την κατά διαδοχικό τρόπο µετατόπιζα µένη επικράτηση των ερωτογενών ζωνών. Γι' αυτό το λόγο, τα στάδια της ανάπτυξης ονοµάστηκαν ψυχοσεξουαλικά στάδια. Ο Freud υποστήριξε ότι τα ψυχοσεξουαλικά αυτά στάδια παρουσιάζουν καθολικότητα για όλα τα παιδιά, οπουδήποτε κι αν µεγαλώνουν. Παρ' όλο που δεν παρατηρείται σύνδεση των σταδίων αυτών µε την ηλικία, τα στάδια εµφανίζονται µε σταθερή σειρά περίπου κατά την ίδια ηλικία σε όλα τα παιδιά. Η πετυχηµένη πρόοδος, µέσα από αυτά τα στάδια, ωστόσο, δεν είναι εξασφαλισµένη, και όπως ακριβώς ένα παιδί µπορεί να παρουσιάσει κάποια µορφή εξελικτικής καθυστέρησης στη φυσική του ανάπτυξη, ένα παράλληλο φαινόµενο µπορεί να συµβεί επίσης και στην ψυχολογική σφαίρα. Ένα άτοµο µπορεί να καθηλωθεί σε κάποιο συγκεκριµένο στάδιο όταν η οµαλή πρόοδος από στάδιο σε στάδιο διακοπεί. Εξαιτίας κάποιας ανησυχίας ή φόβου, το άτοµο (ή τουλάχιστον ορισµένα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του) είναι δυνατό να παραµείνει ριζωµένο σ 1 ένα προηγούµενο στάδιο της ανάπτυξης. Οι καθηλώσεις που παρατηρούνται κατά τη διάρκεια των πρώτων διαδοχικών σταδίων που περιέγραψε ο Freud, έχουν άµεση επίδραση στη διαµόρφωση της µεταγενέστερης προσωπικότητας του ενηλίκου. Ο Freud κατέταξε την καθήλωση στους αµυντικούς µηχανισµούς, επειδή η καθήλωση προστατεύει το άτοµο από το δυνητικά εξουθενωτικό άγχος. Ο Freud υποστήριξε ότι η έναρξη κάθε ψυχοσεξουαλικού σταδίου και µερικές απ' τις µορφές συµπεριφοράς που παρατηρούνται σε κάθε στάδιο, ελέγχονται από γενετικούς ή παράγοντες

ωρίµανσης, ενώ το περιεχόµενο κάθε σταδίου ποικίλλει ανάλογα µε το πολιτιστικό πλαίσιο µέσα στο οποίο συντελείται η ανάπτυξη. Αυτό αποτελεί ακόµη ένα σαφές παράδειγµα του πώς η κληρονοµικότητα και το περιβάλλον αλληλεπιδρούν ως σηµαντικές δυνάµεις της εξελικτικής διαδικασίας. Οι απόψεις του Freud για τα εξελικτικά στάδια ήταν σηµαντικές για πολλούς λόγους. Ήταν η πρώτη θεωρητική απόπειρα περιγραφής της εξελικτικής αλλαγής ως µιας σταθερής και προβλέψιµης διαδικασίας που προκύπτει από το συνδυασµό περιβαλλοντικών και άλλων επιδράσεων που ασκεί η ωρίµανση. Η έννοια των σταδίων, όπως διαµορφώθηκε από τον Freud, οδήγησε επίσης και στη διάκριση των ποσοτικών, κατά στάδιο, διαφορών, πέρα από τις ποιοτικές διαφορές που παρατηρούνται ανάµεσα στα στάδια. Η ανάπτυξη δε θεωρήθηκε ως µια συνεχής, µη διακοπτόµενη συσσωρευτική διαδικασία, αλλά ως µια διαδικασία που περιλαµβάνει διαφορετικές διαστάσεις, αναδιοργάνωση και διαδοχική αναδόµηση της συµπεριφοράς. Η διαµόρφωση αυτή αποτέλεσε πρότυπο για τις θεωρίες της ανάπτυξης που χρησιµοποιούν την έννοια του σταδίου. Άλλες, πολύ γνωστές θεωρητικές ερµηνείες, όπως, για παράδειγµα, το γνωστικό-εξελικτικό µοντέλο, υιοθέτησαν πολλά από τα βασικά χαρακτηριστικά αυτής της διάστασης της θεωρίας του Freud. Ίσως η πιο σηµαντική πλευρά της φροϋδικής θεωρίας για την ανάπτυξη είναι ο άξονας της ότι τα πρώιµα στάδια εξασφαλίζουν το υπόβαθρο για τη συµπεριφορά κατά την ενηλικίωση και ότι η συµπεριφορά των ενηλίκων και η δοµή της προσωπικότητας τους µπορούν να κατανοηθούν µόνο υπό το φως των πρώιµων εξελικτικών εµπειριών. Το στοµατικό στάδιο. Το πρώτο ψυχοσεξουαλικό στάδιο είναι το στοµατικό στάδιο ανάπτυξης, που παρατηρείται κατά τη διάρκεια του πρώτου χρόνου της ζωής. Η κύρια εστία διέγερσης κατά τη διάρκεια αυτού του σταδίου είναι το στόµα και η στοµατική κοιλότητα και η κύρια πηγή ευχαρίστησης είναι η διατροφή. Το στοµατικό στάδιο κυριαρχεί κατά τον πρώτο χρόνο της ζωής και κάθε καινούρια εµπειρία συνδέεται µε δραστηριότητες που σχετίζονται µε τη διατροφή. Είναι σηµαντικό να κατανοήσουµε ότι το στοµατικό στάδιο κυριαρχείται, κατά το µέγιστο µέρος, από την ενέργεια του id, παρ' όλο που µε την απόκτηση της γλωσσικής και της κινητικής δεξιότητας αρχίζει να πρωτοεµφανίζεται η ανάπτυξη του εγώ. Ωστόσο, το µεγαλύτερο µέρος της εµπειρίας που αποκτάται κατά τη στοµατική περίοδο, δεν έχει οποιαδήποτε γλωσσική ετικέτα και, ως εκ τούτου, πιθανόν να παραµένει για πάντα στο ασυνείδητο. Γι' αυτό το λόγο οι φροϋδικοί τονίζουν µε έµφαση ότι οι εµπειρίες που αποκτώνται κατά το στοµατικό στάδιο θα πρέπει να είναι θετικές και ότι οι συγκρούσεις αυτού του σταδίου θα πρέπει να λύνονται χωρίς ν' αφήνουν κατάλοιπα έντασης. Από εξελικτική σκοπιά, η µητέρα είναι εκείνη που συχνά ικανοποιεί τις βασικές και θεµελιώδεις ανάγκες της στοµατικής περιόδου. Η αίσθηση της ικανοποίησης που µπορεί να παρατηρηθεί κατά τη διάρκεια της στοµατικής περιόδου, µπορεί να αποτελέσει πηγή

ευχαρίστησης σ' όλη την υπόλοιπη ζωή. Το παιδί µαθαίνει να συνδέει την ικανοποίηση µε τη νοερή εικόνα της µητέρας. Κατ 1 επέκταση, αντικείµενα που συνδέονται µε τη µητέρα ή αντικείµενα που αναπαριστούν τη νοερή της εικόνα, επίσης µπορούν να εξασφαλίσουν µια αίσθηση ικανοποίησης και ασφάλειας. Στις πιο πολλές δυτικές κοινωνίες, η µητέρα είναι που ακόµη ικανοποιεί, τις πιο πολλές φορές, την πείνα του βρέφους. Αυτό συµβαίνει µέσω επαναλαµβανόµενων συνδέσεων της µητέρας (και της νοερής της εικόνας) µε τη µείωση της έντασης (για παράδειγµα, από την πείνα). Αυτές οι επαναλαµβανόµενες συνδέσεις ή µνηµονικά ίχνη θα βοηθήσουν στο µέλλον το παιδί να εντοπίσει τους κατάλληλους στόχους, και τελικά να τους πετύχει. Εκτός από τη βιολογική ανάγκη της διατροφής, οι στοµατικές δραστηριότητες εξασφαλίζουν επίσης ευχάριστες αισθητηριακές εµπειρίες. Επιπλέον, εκτός από τη διέγερση που προκαλεί η διατροφή, η στοµατική διέγερση προκαλείται και από το θηλασµό, τη µάσηση και το δάγκωµα. Ο Freud διέκρινε δύο ξεχωριστές φάσεις του στοµατικού σταδίου ψυχοσεξουαλικής ανάπτυξης. Τη στοµατική-παθητική / στοµατική-εξαρτώµενη φάση και τη στοµατική-επιθετική / στοµατική-σαδιστική φάση. Η πρώιµη συµπεριφορά θηλασµού είναι χαρακτηριστική της στοµατικής-παθητικής φάσης που ικανοποιεί ανάγκες και η στοµατική-επιθετική φάση συµπίπτει µε την έναρξη της οδοντοφυΐας (γύρω στους 6 µε 8 µήνες). Χαρακτηρίζεται από την ικανότητα του βρέφους να δαγκώνει και να µασά. Η στοµατική-παθητική φάση προηγείται της στοµατικής-επιθετικής φάσης και οι δύο φάσεις τελειώνουν στην αρχή του δεύτερου χρόνου της ζωής. Το πρωκτικό στάδιο. Το δεύτερο ψυχοσεξουαλικό στάδιο της ανάπτυξης είναι το πρωκτικό στάδιο, που διαρκεί περίπου από το δεύτερο έως το τέταρτο έτος της ζωής. Συνοδεύεται από υψηλού βαθµού ευαισθησία στα ερεθίσµατα της βλεννογόνου µεµβράνης, που βρίσκεται γύρω από την πρωκτική περιοχή του σώµατος. Όπως κατά τη διάρκεια όλων των σταδίων της ανάπτυξης, και εδώ παρατηρείται ένταση που προέρχεται από την αλληλεπίδραση ανάµεσα σε κάποια βασική βιολογική ανάγκη και σε µία υψηλού βαθµού φυσιολογική ευαισθησία. Η απέκκριση των περιττωµάτων είναι για το παιδί µία απόλυτα ευχάριστη αίσθηση, που µειώνει την ένταση και τη δυσανεξία. Το µικρό παιδί, στην αρχή, ελάχιστο έλεγχο ασκεί σ 1 αυτή τη λειτουργία. Ωστόσο, η κοινωνία απαιτεί µεγαλύτερο εκούσιο έλεγχο της απέκκρισης. Στις δυτικές κοινωνίες, η εκπαίδευση για την καθαριότητα τείνει να αρχίζει κάπου µεταξύ του δεύτερου και τρίτου έτους της ζωής. Η επιβολή της άσκησης αυτής, κατά τη φροϋδική θεωρία, δηµιουργεί τις συνθήκες για να βιώσει το παιδί τη σύγκρουση ανάµεσα στην άµεση ευχαρίστηση (και την ικανοποίηση που συνεπάγεται) και στην καθυστέρηση της ευχαρίστησης (και τη δυσανεξία), αλλά που στο τέλος θα έχει ως αποτέλεσµα την ευχαρίστηση που θα προέλθει από την κοινωνική επιδοκιµασία όταν η άσκηση φέρει αποτελέσµατα. Το παιδί θα πρέπει να µάθει να καθυστερεί ή να αναβάλλει τις αναγκαίες λειτουργίες απέκκρισης, µέχρι να του δοθεί η κατάλληλη ευκαιρία και ο κατάλληλος

χρόνος. Και ακριβώς όπως η απέκκριση µπορεί να θεωρηθεί ως κάτι το ευχάριστο, το ίδιο µπορεί να θεωρηθεί και η κατακράτηση των περιττωµάτων επειδή εξασφαλίζει υψηλού βαθµού ικανοποίηση όταν πραγµατοποιηθεί και επειδή επίσης οδηγεί σε όλο και µεγαλύτερη κοινωνική επιδοκιµασία. Όπως ακριβώς υπάρχουν δύο φάσεις στο στοµατικό στάδιο της ανάπτυξης, υπάρχουν επίσης δύο φάσεις και στο πρωκτικό στάδιο. Κατά τη διάρκεια της πρωκτικής-αποβλητικής φάσης που εµφανίζεται πρώτη, το παιδί νιώθει ευχαρίστηση από την αποβολή των περιττωµάτων. Η δεύτερη φάση. που ονοµάζεται πρωκτική-επισχετική, σχετίζεται µε την απόκτηση ικανοποίησης από το παιδί µέσω της κατακράτησης των περιττωµάτων. Ο λόγος θα πρέπει να αναζητηθεί στο συναίσθηµα που διακατέχει το παιδί ότι η αφόδευση, από τη στιγµή που είναι κτήµα του, έχει µεγάλη δύναµη. Τα παιδιά, κατά τη φροϋδική θεωρία, νοµίζουν ότι κατά τη λειτουργία της απέκκρισης αποβάλλουν κυριολεκτικά ένα κοµµάτι του σώµατος τους. Ένας ακόµη λόγος στον οποίο οφείλεται αυτή η στάση, είναι το ότι όσο µεγαλύτερη είναι η ένταση, τόσο µεγαλύτερη είναι και η ευχαρίστηση που φέρνει η µείωση της. Η πρωκτική περίοδος έχει ορισµένες πολύ σηµαντικές ψυχοκοινωνικές προεκτάσεις. Κατά τη διάρκεια αυτού του σταδίου, σύµφωνα µε τον Freud, το παιδί αρχίζει να καταπιάνεται σοβαρά µε τον αποχωρισµό του από την περιβάλλουσα εξωτερική πραγµατικότητα (Freud, 1908). Τη συνειδητοποίηση αυτή την προκαλεί στο παιδί η διαδικασία της άσκησης για καθαριότητα. Το παιδί αρχίζει να δηµιουργεί κάποια ταυτότητα ως άτοµο, κι αυτή η διαδικασία είναι ένα ουσιαστικό στοιχείο για τη βασική διαµόρφωση του εγώ. Επειδή τώρα οι γλωσσικές δεξιότητες είναι παρούσες, µπορούν να αποκτήσουν γλωσσική ετικέτα και να διατηρηθούν στη συνείδηση. Αν η άσκηση για καθαριότητα αρχίσει πριν από την ανάπτυξη της γλώσσας και από την ικανότητα του παιδιού να εκφράζεται και να κατανοεί αυτό που του ζητάνε, η εµπειρία της άσκησης καθαριότητας είναι δυνατό να συνδεθεί µε ένταση και άγχος και µετά να αποθηκευτεί στο ασυνείδητο σαν ένα δυσάρεστο συµβάν. Η πρόωρη άσκηση καθαριότητας δεν είναι µόνο αποσυνδεδεµένη από τα πλεονεκτήµατα που παρέχει η γλώσσα και η συµβολική αναπαράσταση, αλλά είναι επίσης και χρονικά λανθασµένη σε σχέση µε την εµφάνιση της βιολογικής επικράτησης της πρωκτικής περιοχής. Οι φροϋδικοί θεωρούσαν τις αυστηρές πρακτικές της βικτωριανής κοινωνίας (στην οποία η άσκηση καθαριότητας µερικές φορές άρχιζε στην ηλικία των 6 µηνών) ως µια εξαιρετικά αρνητική επίδραση πάνω στην υγιή ψυχοσεξουαλική ανάπτυξη. Είναι πιθανό η φροϋδική θεωρία (µαζί µε την επινόηση των µηχανών πλύσης) να συνέβαλαν σηµαντικά στη χρονική µετατόπιση και σε ανεκτικότερες µορφές αγωγής καθαριότητας στις δυτικές βιοµηχανοποιηµένες κοινωνίες. Στο πλαίσιο της φροϋδικής θεωρίας, η πρωκτική περίοδος είναι το στάδιο κατά το οποίο το παιδί για πρώτη φορά βρίσκεται αντιµέτωπο µε την ανάγκη συµµόρφωσης στις κοινωνικές προσδοκίες. Το παιδί θα πρέπει σταδιακά να αρχίζει να υπολογίζει τις επιθυµίες και τα κριτήρια