ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΕΠΙΔΗΜΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ Τίτλος: «Επιδημιολογική Μελέτη για την Καταγραφή των Επιλογών Αντιμετώπισης της Αρτηριακής Υπέρτασης από τους Επαγγελματίες Υγείας στην Ελλάδα σε Ασθενείς στους Οποίους Αποτυγχάνει Αρχική Μονοθεραπεία» Κωδικός Πρωτοκόλλου Μελέτης: Beyond monotherapy in arterial hypertension Ημερομηνία Πρωτοκόλλου: 10 Aπριλίου 2012 Έκδοση Πρωτοκόλλου: 1.0 Το παρόν έγγραφο περιέχει εμπιστευτικές πληροφορίες Έκδοση 1.0, 10 Απριλίου 2012 Σελίδα 1
ΣΕΛΙΔΑ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΤΟΥ ΕΡΕΥΝΗΤΗ ΜΕ ΤΟ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ Συμφωνώ: Να αναλάβω την ευθύνη για την ορθή διεξαγωγή της μελέτης. Να διεξάγω τη μελέτη σύμφωνα με αυτό το πρωτόκολλο, με οποιεσδήποτε μελλοντικές τροποποιήσεις και όποιες άλλες διαδικασίες διεξαγωγής μελέτης. Ότι γνωρίζω και θα συμμορφώνομαι με τις ισχύουσες διατάξεις που διέπουν τις μελέτες παρατήρησης και την εφαρμογή κανόνων ιατρικής δεοντολογίας. Να φροντίσω ώστε οι ενδεχόμενοι συνεργάτες μου να είναι επαρκώς πληροφορημένοι για τα καθήκοντα και την λειτουργία τους σχετικά με τη μελέτη, όπως περιγράφεται στο πρωτόκολλο. Ημερομηνία: Ονοματεπώνυμο Ερευνητή: Υπογραφή Ερευνητή: Έκδοση 1.0, 10 Απριλίου 2012 Σελίδα 2
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. Υπόβαθρο της Μελέτης 2. Αντικειμενικοί Σκοποί της Μελέτης 3. Σχεδιασμός της Μελέτης 4. Συλλογή Δεδομένων 5. Αξιολόγηση Δεδομένων και Στατιστική Ανάλυση 6. Δικαιώματα Ιδιοκτησίας 7. Βιβλιογραφία 8. Παράρτημα Ηλεκτρονικό Έντυπο Καταγραφής Δεδομένων (ecrf) Έκδοση 1.0, 10 Απριλίου 2012 Σελίδα 3
1. Υπόβαθρο της Μελέτης Η υπέρταση είναι μία από τις πλέον συχνά εμφανιζόμενες παθήσεις στον άνθρωπο. Ως αποτέλεσμα της σχετιζόμενης με αυτή νοσηρότητας και θνησιμότητας, καθώς και του κοινωνικού κόστους, η υπέρταση αποτελεί ένα δύσκολα διαχειρίσιμο ζήτημα δημόσιας υγείας. Από υπέρταση πάσχει 1 σε κάθε 4 ενήλικες στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο επιπολασμός είναι υψηλότερος μεταξύ ηλικιωμένων ατόμων. 1 Στη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, η εκτεταμένη έρευνα και η αυξανόμενη ενημερότητα των ασθενών έχουν οδηγήσει στην αύξηση της καταγραφής ποσοστών θνησιμότητας και νοσηρότητας από βλάβη πολλαπλών οργάνων που οφείλεται σε μακροχρόνια παρουσία μη ελεγχόμενης υπέρτασης. Η υπέρταση είναι ο πλέον σημαντικός τροποποιήσιμος παράγοντας κινδύνου για στεφανιαία νόσο, αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, νεφρική νόσο τελικού σταδίου και περιφερική αγγειακή νόσο. Συνεπώς, οι επαγγελματίες της υγείας θα πρέπει να επιδιώκουν ενεργά τον εντοπισμό και τη θεραπευτική αντιμετώπιση των ασθενών με υπέρταση, καθώς και να προάγουν έναν υγιεινό τρόπο ζωής και την υιοθέτηση προληπτικών στρατηγικών για τη μείωση του επιπολασμού της υπέρτασης στον γενικό πληθυσμό. Η αντιμετώπιση της υπέρτασης έχει καθοριστική σημασία στη μείωση του κινδύνου εμφάνισης αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου, στεφανιαίας νόσου και συμφορητικής καρδιακής ανεπάρκειας, καθώς και της συνολικής καρδιαγγειακής νοσηρότητας και της θνησιμότητας καρδιαγγειακής αιτιολογίας. Πάντως, παρά την ευρεία αποδοχή των ανωτέρω, μόνο το 54% των ασθενών με υπέρταση λαμβάνουν θεραπεία και μόνο το 28% έχουν επαρκώς ελεγχόμενη αρτηριακή πίεση. 1 Δεν υπάρχει καθολικά αποδεκτός ορισμός της παθολογικά υψηλής αρτηριακής πίεσης. Βάσει των κατευθυντήριων Οδηγιών του 2007 της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας (ESC) και της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Υπέρτασης (ESH), η ταξινόμηση της αρτηριακής πίεσης (για άτομα ηλικίας 18 ετών και άνω) έχει ως ακολούθως: 2 Άριστη Αρτηριακή Πίεση: ΣΑΠ < 120 mmhg και ΔΑΠ < 80 mmhg Φυσιολογική Αρτηριακή Πίεση: ΣΑΠ 120 129 mmhg ή/και ΔΑΠ 80 84 mmhg Οριακή Αρτηριακή Πίεση: ΣΑΠ 130 139 mmhg ή/και ΔΑΠ 85 89 mmhg Υπέρταση Σταδίου 1: ΣΑΠ 140 159 mmhg ή/και ΔΑΠ 90 99 mmhg Υπέρταση Σταδίου 2: ΣΑΠ 160 179 mmhg ή/και ΔΑΠ 100 109 mmhg Υπέρταση Σταδίου 3: ΣΑΠ 180 mmhg ή/και ΔΑΠ 110 mmhg Οι διαγνωστικές διαδικασίες αποσκοπούν όχι μόνο στην εδραίωση των επιπέδων αρτηριακής πίεσης αλλά και στον εντοπισμό δευτερευουσών αιτιών υπέρτασης και στην αξιολόγηση του συνολικού καρδιαγγειακού κινδύνου μέσω της αναζήτησης άλλων παραγόντων κινδύνου, βλαβών των οργάνων στόχων και συνυπαρχόντων νοσημάτων ή συνοδών κλινικών παθήσεων. Έκδοση 1.0, 10 Απριλίου 2012 Σελίδα 4
Ο επιπολασμός της υπέρτασης αυξάνεται με τη γήρανση του πληθυσμού, εκτός εάν εφαρμοστούν αποτελεσματικά προληπτικά μέτρα. Η σχέση μεταξύ της αρτηριακής πίεσης και του κινδύνου εμφάνισης καρδιαγγειακών συμβαμάτων είναι σταθερή και ανεξάρτητη από την ύπαρξη άλλων παραγόντων κινδύνου. Η αντιυπερτασική θεραπεία έχει συσχετιστεί με μέσες μειώσεις κατά 35% 40% στην επίπτωση αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου, κατά 20% 25% στην επίπτωση εμφράγματος του μυοκαρδίου και κατά περισσότερο από 50% στην επίπτωση καρδιακής ανεπάρκειας. Εκτιμάται ότι, για τους ασθενείς με υπέρταση Σταδίου 1 και επιπρόσθετους παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου, η επίτευξη μίας διατηρούμενης μείωσης της συστολικής αρτηριακής πίεσης κατά 11 mmhg για 10 έτη θα προλάμβανε έναν θάνατο για κάθε 11 αντιμετωπιζόμενους ασθενείς. Η υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής είναι κρίσιμης σημασίας για την πρόληψη της υψηλής αρτηριακής πίεσης και αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της αντιμετώπισης των υπερτασικών ατόμων. 3 Η διατήρηση ενός φυσιολογικού σωματικού βάρους, μία διατροφή χαμηλής περιεκτικότητας σε κορεσμένα και ολικά λιπαρά, η μείωση της διατροφικής πρόσληψης νατρίου, η σωματική άσκηση και ο περιορισμός της κατανάλωσης αλκοόλ είναι οι βασικές αλλαγές του τρόπου ζωής που προτείνονται για την αντιμετώπιση της υπέρτασης και αποτελούν το πρώτο βήμα αυτής της αντιμετώπισης. Όταν αυτές οι αλλαγές στον τρόπο ζωής δεν είναι πλέον σε θέση να ελέγξουν ικανοποιητικά την υπέρταση, η επιπρόσθετη χρήση αντιυπερτασικών φαρμάκων καθίσταται υποχρεωτική. Η πρώτη φαρμακοθεραπεία είναι συχνά η μονοθεραπεία, κατά κανόνα με έναν παράγοντα από τις κατηγορίες των διουρητικών, των β αποκλειστών, των αναστολέων του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτασίνης (Α ΜΕΑ), των ανταγωνιστών ασβεστίου (CCB) ή των ανταγωνιστών των υποδοχέων της αγγειοτασίνης ΙΙ(ARB). Οι περισσότεροι υπερτασικοί ασθενείς, βέβαια, θα χρειαστεί με την πάροδο του χρόνου να λάβουν δύο ή περισσότερα αντιυπερτασικά φάρμακα για την επίτευξη των στόχων του ελέγχου της υπέρτασής τους. 4 Όταν η χρήση της μονοθεραπείας αποδειχθεί ανεπαρκής για την επίτευξη της στοχευόμενης ανταπόκρισης ή όταν υπάρχουν συννοσηρότητες (π.χ. καρδιακή ανεπάρκεια, στεφανιαία νόσος, σακχαρώδης διαβήτης, χρόνια νεφρική νόσος), τότε θα πρέπει να εξετάζεται το ενδεχόμενο είτε της προσθήκης ενός δεύτερου παράγοντα είτε της αντικατάστασης της αγωγής με έναν παράγοντα από κάποια άλλη από τις προαναφερθείσες κατηγορίες ή με έναν συνδυασμό σταθερής δόσης. Η χρήση χαμηλότερων δόσεων δύο ή περισσότερων φαρμάκων με συμπληρωματικούς μηχανισμούς δράσης μπορεί να μειώσει την αρτηριακή πίεση με λιγότερες ανεπιθύμητες ενέργειες σε σύγκριση με τη χρήση υψηλότερων δόσεων ενός και μόνο παράγοντα. Η συνδυαστική θεραπεία μπορεί να βελτιώσει τη συμμόρφωση και να επιταχύνει την επίτευξη της στοχευόμενης αρτηριακής πίεσης. Η χρήση συνδυαστικής θεραπείας έχει βρεθεί ότι είναι απαραίτητη ακόμη συχνότερα σε διαβητικούς ασθενείς, ασθενείς με νεφρική νόσο και ασθενείς υψηλού κινδύνου. Στις περισσότερες μελέτες, ο συνδυασμός Έκδοση 1.0, 10 Απριλίου 2012 Σελίδα 5
δύο ή περισσότερων φαρμάκων αποτελεί το πιο συχνά χρησιμοποιούμενο θεραπευτικό σχήμα για την αποτελεσματική μείωση της αρτηριακής πίεσης και την επίτευξη των προκαθορισμένων στόχων. Η τακτική παρακολούθηση των ασθενών και η ρύθμιση της φαρμακευτικής αγωγής τους, αρχικά σε μηνιαία βάση έως την επίτευξη της στοχευόμενης πίεσης, είναι θεμελιώδους σημασίας. Οι ασθενείς με υπέρταση σταδίου 2 και εκείνοι με συννοσηρότητες θα πρέπει να παρακολουθούνται πιο συχνά. Θα πρέπει να λαμβάνονται υπ όψιν τα συνυπάρχοντα νοσήματα και οι συνυπάρχουσες παθήσεις, όπως η καρδιακή ανεπάρκεια και ο σακχαρώδης διαβήτης, αντίστοιχα, σε ό,τι αφορά τις εργαστηριακές εξετάσεις και τη συχνότητα των επισκέψεων. 2. Αντικειμενικοί Σκοποί της Μελέτης Ο κύριος αντικειμενικός σκοπός της μελέτης είναι η καταγραφή των επιλογών συνταγογράφησης νέας θεραπείας στους ασθενείς με υπέρταση, στους οποίους απέτυχε η αρχική μονοθεραπεία που λάμβαναν. Οι δευτερεύοντες αντικειμενικοί σκοποί είναι: Η καταγραφή της ύπαρξης ενδεχόμενων συννοσηροτήτων κατά το χρονικό σημείο διαπίστωσης της αποτυχίας της αρχικής θεραπείας. Η συσχέτιση των συννοσηροτήτων με τις επιλογές συνταγογράφησης νέας θεραπείας μετά την αποτυχία της αρχικής θεραπείας. 3. Σχεδιασμός της Μελέτης Πρόκειται για μια επιδημιολογική μελέτη που αποσκοπεί στη συλλογή στοιχείων σε σχέση με τις επιλογές αντιμετώπισης της υπέρτασης από τους επαγγελματίες υγείας στην Ελλάδα, σε ασθενείς στους οποίους αποτυγχάνει η αρχική θεραπεία. Στη μελέτη θα συμμετάσχουν 200 ιατροί πρωτοβάθμιας περίθαλψης σε ολόκληρη την Ελλάδα, οι οποίοι παρακολουθούν ασθενείς με υπέρταση. Θα συμπληρώνουν σε τριμηνιαία βάση ένα ηλεκτρονικό Έντυπο Καταγραφής Δεδομένων (ecrf) στο οποίο θα καταγράφουν συγκεντρωτικά τον αριθμό των ασθενών με υπέρταση που προσήλθαν σε αυτούς, τον αριθμό των ασθενών που λάμβαναν μονοθεραπεία που απέτυχε να ελέγξει την υπέρτασή τους, τις επιλογές συνταγογράφησης της νέας θεραπείας μετά την αποτυχία της αρχικής θεραπείας, καθώς και κάποια συμπληρωματικά δεδομένα που παρουσιάζουν ενδιαφέρον, όπως η ενδεχόμενη ύπαρξη συννοσηροτήτων και η συσχέτισή τους με τις επιλογές συνταγογράφησης. Όπως έχει γίνει ήδη σαφές, δεν θα υπάρξει ένταξη ασθενών στη μελέτη ούτε επισκέψεις ασθενών στο πλαίσιο της μελέτης. Έκδοση 1.0, 10 Απριλίου 2012 Σελίδα 6
4. Συλλογή Δεδομένων Όλα τα δεδομένα που απαιτούνται από αυτό το πρωτόκολλο θα καταγράφονται από κάθε ιατρό στα τριμηνιαία συγκεντρωτικά ηλεκτρονικά Έντυπα Καταγραφής Δεδομένων (ecrf). Το γεγονός ότι τα ecrf θα είναι συγκεντρωτικά διασφαλίζει πλήρως την ανωνυμία των ασθενών στους οποίους τα δεδομένα αυτά θα αφορούν, καθώς και τo γεγονός ότι δεν θα μπορεί νε εγερθεί οποιοδήποτε ζήτημα προστασίας προσωπικών δεδομένων. Αρχικά θα εισάγεται από τον ιατρό η ημερομηνία της πρώτης ημέρας και της τελευταίας ημέρας του τριμήνου στο οποίο αφορούν τα καταγραφόμενα δεδομένα. Στη συνέχεια θα καταγράφεται ο συνολικός αριθμός των ασθενών με υπέρταση που εξετάστηκαν από τον συγκεκριμένο ιατρό πρωτοβάθμιας περίθαλψης μέσα στο συγκεκριμένο τρίμηνο. Ο αριθμός αυτός θα επιμερίζεται στον αριθμό των ασθενών που λάμβαναν ήδη κάποια θεραπεία κατά το χρονικό σημείο της εξέτασης και στον αριθμό των ασθενών που αποτελούσαν νέα περιστατικά. Ο αριθμός των ασθενών που λάμβαναν ήδη θεραπεία θα επιμερίζεται περαιτέρω στον αριθμό των ασθενών που λάμβαναν αρχική μονοθεραπεία και στον αριθμό των ασθενών που λάμβαναν κάποια συνδυαστική θεραπεία. Για τους ασθενείς που λάμβαναν αρχική μονοθεραπεία υπολογίζεται ο μέσος χρόνος λήψης της μονοθεραπείας (άθροισμα μηνών μονοθεραπείας των ασθενών δια του αριθμού των ασθενών) και συμπληρώνεται στο αντίστοιχο κουτάκι. Ο αριθμός των ασθενών που λάμβαναν αρχική μονοθεραπεία επιμερίζεται στον αριθμό εκείνων στους οποίους η μονοθεραπεία ήταν επιτυχής και στον αριθμό εκείνων στους οποίους ήταν ανεπιτυχής. Ο τελευταίος αριθμός αντικατοπτρίζει ουσιαστικά τον πληθυσμό των ασθενών που παρουσιάζουν κατά κύριο λόγο ενδιαφέρον σε αυτή τη μελέτη και για τους οποίους επιθυμούμε να καταγράψουμε τις επιλογές αντιμετώπισης της υπέρτασής τους από τους επαγγελματίες υγείας. Το τελευταίο βήμα πριν από την καταγραφή των επιλογών αυτών είναι να επιμεριστεί ο αριθμός των ασθενών στους οποίους απέτυχε η αρχική μονοθεραπεία με βάση τον παράγοντα τον οποίον λάμβαναν: διουρητικό β αποκλειστής αναστολέας μετατρεπτικού ενζύμου αγγειοτασίνης ανταγωνιστής ασβεστίου ανταγωνιστής υποδοχέων αγγειοτασίνης ΙΙ Στους ασθενείς αυτούς, λοιπόν, θα συνταγογραφηθεί μία νέα αγωγή που θα συνίσταται είτε σε προσθήκη ενός δεύτερου παράγοντα σε αυτόν που έπαιρναν Έκδοση 1.0, 10 Απριλίου 2012 Σελίδα 7
είτε σε αντικατάσταση του παράγοντα που έπαιρναν με έναν νέο παράγοντα ή σταθερό συνδυασμό παραγόντων. Θα καταγράφεται ο συνολικός αριθμός των ασθενών στους οποίους θα συνταγογραφηθεί προσθήκη ενός δεύτερου παράγοντα και ο συνολικός αριθμός των ασθενών στους οποίους θα συνταγογραφηθεί η αντικατάσταση της αρχικής μονοθεραπείας με νέο παράγοντα ή σταθερό συνδυασμό παραγόντων. Ο αριθμός των ασθενών στους οποίους θα συνταγογραφηθεί προσθήκη ενός δεύτερου παράγοντα θα επιμεριστεί με βάση τον τύπο του παράγοντα που θα προστεθεί: διουρητικό β αποκλειστής αναστολέας μετατρεπτικού ενζύμου αγγειοτασίνης ανταγωνιστής ασβεστίου ανταγωνιστής υποδοχέων αγγειοτασίνης ΙΙ Ο αριθμός των ασθενών στους οποίους θα συνταγογραφηθεί αντικατάσταση της αρχικής μονοθεραπείας με νέο παράγοντα ή σταθερό συνδυασμό παραγόντων θα επιμεριστεί με βάση τον νέο παράγοντα ή σταθερό συνδυασμό παραγόντων που θα τους συνταγογραφηθεί: διουρητικό β αποκλειστής αναστολέας μετατρεπτικού ενζύμου αγγειοτασίνης ανταγωνιστής ασβεστίου ανταγωνιστής υποδοχέων αγγειοτασίνης ΙΙ διουρητικό & Β αποκλειστής διουρητικό & αναστολέας μετατρεπτικού ενζύμου αγγειοτασίνης διουρητικό & ανταγωνιστής υποδοχέων αγγειοτασίνης ΙΙ συνδυασμός διουρητικών β αποκλειστής & ανταγωνιστής ασβεστίου (διυδροπυριδίνη) αναστολέας μετατρεπτικού ενζύμου αγγειοτασίνης & ανταγωνιστής ασβεστίου ανταγωνιστής ασβεστίου & ανταγωνιστής υποδοχέων αγγειοτασίνης ΙΙ άλλος Εκτός από την καταγραφή των πιο πάνω βασικών δεδομένων για τις ανάγκες της συγκεκριμένης μελέτης θα συμπληρωθούν αριθμητικά δεδομένα σε σχέση με κάποια γενικά χαρακτηριστικά των ασθενών, τα οποία θα αφορούν σε δημογραφικά στοιχεία και σε στοιχεία σχετιζόμενα με την υπέρταση από την οποία πάσχουν και τις ενδεχόμενες συννοσηρότητες που παρουσιάζουν. Πιο συγκεκριμένα, θα καταγράφεται ο συνολικός αριθμός των ασθενών σε σχέση με τα ακόλουθα: Φύλο των ασθενών: άνδρες γυναίκες Έκδοση 1.0, 10 Απριλίου 2012 Σελίδα 8
Mορφωτικό επίπεδο: Δημοτικό/Γυμνάσιο Λύκειο Πανεπιστήμιο / Μεταπτυχιακές Σπουδές Τόπος διαμονής: Κέντρο πόλης Προάστιο πόλης Ύπαιθρος Ηλικία των ασθενών: 18 45 ετών 46 60 ετών 61 ετών και άνω Βαθμός της υπέρτασης από την οποία πάσχουν: υπέρταση σταδίου 1 υπέρταση σταδίου 2 υπέρταση σταδίου 3 μεμονωμένη συστολική υπέρταση Ύπαρξη (ή μη) συνυπαρχόντων νοσημάτων: ασθενείς με αρτηριακή υπέρταση μόνο ασθενείς με συνυπάρχοντα νοσήματα που συνδέονται με την υπέρταση σακχαρώδης διαβήτης αγγειακή εγκεφαλική νόσος καρδιακή ανεπάρκεια στεφανιαία νόσος κολπική μαρμαρυγή χρόνια νεφρική νόσος μεταβολικό σύνδρομο άλλο 5. Διαχείριση Δεδομένων και Στατιστική Ανάλυση Η στατιστική ανάλυση θα πραγματοποιηθεί τόσο περιγραφικά όσο και επεξηγηματικά. Η περιγραφική στατιστική ανάλυση των στοιχείων θα βασιστεί σε πίνακες κατανομής συχνοτήτων για τις κατηγορικές μεταβλητές. Έκδοση 1.0, 10 Απριλίου 2012 Σελίδα 9
6. Δικαιώματα Ιδιοκτησίας Όλα τα δεδομένα και τα αρχεία που θα προκύψουν κατά τη διάρκεια της μελέτης, καθώς και όλες οι ανακαλύψεις που θα προκύψουν κατά τη διεξαγωγή της, θα ανήκουν στην κυριότητα της Phaze AE. Έκδοση 1.0, 10 Απριλίου 2012 Σελίδα 10
7. Βιβλιογραφικές Αναφορές 1. Chobanian AV, Bakris GL, Black HR, Cushman WC, Green LA, Izzo JL, Jr., et al. The seventh report of the Joint National Committee on Prevention, Detection, Evaluation and Treatment of High Blood Pressure: The JNC 7 Report. JAMA 2003;289:2560 72. 2. European Heart Journal 2007 Guidelines for the Management of arterial hypertension. 2007;28:1466. 3. Whelton PK, He J, Appel LJ, Cutler JA, Havas S, Kotchen TA, et al. Primary prevention of hypertension: Clinical and public health advisory from The National High Blood Pressure Education Program. JAMA 2002;288:1882 8 4. Cushman WC, Ford CE, Cutler JA, Margolis KL, Davis BR, Grimm RH, et al. Success and predictors of blood pressure control in diverse North American settings: The Antihypertensive and Lipid Lowering Treatment to Prevent Heart Attack Trial (ALLHAT). J Clin Hypertens (Greenwich) 2002;4:393 404 5. Gu Q, Dillon CF, Burt VL, Gillum RF. Association of Hypertension Treatment and Control With All Cause and Cardiovascular Disease Mortality Among US Adults With Hypertension. Am J Hypertens 2010;23(1):38 45 6. Cheung BM, Wat NM, Man YB, Tam S, Cheng CH, Leung GM, Woo J, Janus ED, Lau CP, Lam TH, Lam KS. Relationship Between the Metabolic Syndrome and the Development of Hypertension in the Hong Kong Cardiovascular Risk Factor Prevalence Study 2 (CRISPS2). Am J Hypertens 2008;21(1):17 22 7. Ducher M, Fauvel JP, Cerutti C. Risk Profile in Hypertension Genesis: A Five Year Follow Up Study. Am J Hypertens 2006;19(8):775 80 Έκδοση 1.0, 10 Απριλίου 2012 Σελίδα 11
8. Παράρτημα Ηλεκτρονικό Έντυπο Καταγραφής Δεδομένων (ecrf) Έκδοση 1.0, 10 Απριλίου 2012 Σελίδα 12