Η ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΛΥΣΗΣ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ 15 ΠΡΟΛΟΓΟΣ του Ανδρέα Θεοφάνους* Το ζήτημα της ασφάλειας αποτελούσε ανέκαθεν ένα από τα κορυφαία ζητήματα επιβίωσης για την Κύπρο και τον λαό της. Παραδόξως, το ζήτημα αυτό δεν έτυχε της δέουσας προσοχής από την πολιτική ηγεσία και την ακαδημαϊκή κοινότητα στην Κύπρο. Το παρόν βιβλίο αποτελεί μια πρώτη προσπάθεια ολοκληρωμένης προσέγγισης του ζητήματος της ασφάλειας του κυπριακού κράτους υπό το πρίσμα της θεωρίας και της πρακτικής των διεθνών σχέσεων. Τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγει ο συγγραφέας, όπως επίσης και οι προτάσεις πολιτικής που καταθέτει, πρέπει να μελετηθούν με συστηματικό τρόπο. Το βιβλίο αυτό αναδεικνύει μια νέα ερευνητική ατζέντα για το ζήτημα της ασφάλειας στο πλαίσιο των προσπαθειών για μια συνολική επίλυση του κυπριακού προβλήματος. Σημείο εκκίνησης για τον Γ. Κέντα αποτελεί η ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της Κυπριακής Δημοκρατίας και η ένταξή της στο σύστημα διεθνών σχέσεων. Το γεγονός αυτό αναδιαρθρώνει καθοριστικά το ζήτημα της ασφάλειας και τον τρόπο αντιμετώπισής του. Ο συγγραφέας παρατηρεί ότι για να υπάρξουν προοπτικές ασφάλειας στην Κύπρο πρέπει να υπάρξει μια ενιαία κρατική κυριαρχία εφ όλων των ζητημάτων που άπτονται της οργα- * Ο Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων και Πρόεδρος του Τμήματος Ευρωπαϊκών Σπουδών και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας
16 ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΑΣ νωμένης βίας. Ακολουθώντας βασικές παραδοχές της διεθνούς βιβλιογραφίας, ο Γ. Κέντας κάνει ένα διαχωρισμό ανάμεσα στην εσωτερική και την εξωτερική διάσταση της ασφάλειας και επεξηγεί τον τρόπο με τον οποίο αυτές αλληλεπιδρούν μεταξύ τους. Η συζήτηση επικεντρώνεται στην εξωτερική διά σταση της ασφάλειας του κυπριακού κράτους, με μια παράλληλη διερεύνηση του τρόπου με τον οποίο οι εσωτερικές διαδικασίες επέδρασαν κατά καιρούς στην αναδιαμόρφωση της διάστασης αυτής. Ο Γ. Κέντας εστιάζει στη θνησιγένεια του συστήματος ασφάλειας που επιβλήθηκε στην Κυπριακή Δημοκρατία το 1960 και στον τρόπο με τον οποίο το σύστημα αυτό δημιούργησε ελλείμματα κυριαρχίας και διλήμματα επιβίωσης. Μέσα από μια ανασκόπηση των κομβικών ιστορικών σημείων που επέδρασαν στο σύστημα ασφάλειας στην Κύπρο, αναδεικνύονται οι παθογένειες και οι εγγενείς αδυναμίες του συστήματος αυτού. Ο συγγραφέας υποστηρίζει ότι η κατάρρευση του συστήματος ασφάλειας στην Κύπρο ήταν αναπόφευκτη, διότι το σύστημα αυτό οικοδομήθηκε πάνω σε αρχές που αντιμάχονται την ύπαρξη και τη λειτουργία ενός ανεξάρτητου και κυρίαρχου κράτους. Ο Γ. Κέντας δεν παραβλέπει την καταλυτική επίδραση που είχε ο ανθρώπινος παράγοντας και οι πολιτικές αποφάσεις στον τρόπο με τον οποίο κατέρρευσε το σύστημα αυτό. Υποστηρίζει ότι το σύστημα ασφάλειας στην Κύπρο ήταν καταδικασμένο σε μια καταστροφική τελεολογία, η οποία όμως ευνόησε τελικά τα συμφέροντα της Τουρκίας και της Βρετανίας σε βάρος των συμφερόντων της Κυπρια κής Δημοκρατίας και της Ελλάδας. Η κατάληξη αυτή, που επήλθε το 1974, δεν ήταν αναπόφευκτη. Οι προσπάθειες ανοικοδόμησης του κυπριακού συστήματος ασφάλειας από το 1974 μέχρι σήμερα ήταν αποτυχημένες. Σε τρία διαδοχικά κεφάλαια, ο Γ. Κέντας διερευνά όλες τις παραμέτρους της αποτυχίας αυτής. Αρχικά, εξετάζει τις προσπάθειες της Κυπριακής Δημοκρατίας να οικοδομήσει μια αποτρεπτική
Η ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΛΥΣΗΣ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ 17 ικανότητα έναντι της Τουρκίας και υποστηρίζει ότι οι προσπάθειες αυτές παρέμεναν πάντα ημιτελείς. Στη συνέχεια εξετάζει την πιο φιλόδοξη προσπάθεια συνολικής διευθέτησης του ζητήματος της ασφάλειας στο πλαίσιο του σχεδίου Ανάν και παρατηρεί ότι η προσπάθεια αυτή επανέφερε όλες τις παθογένειες και αδυναμίες του συστήματος ασφάλειας του 1960. Τέλος, αναδεικνύει τις στερεότυπες αντιλήψεις που αναπαράγονται εδώ και δεκαετίες για το ζήτημα της ασφάλειας. Μέσα από μια ανάλυση πέντε παραμέτρων ασφάλειας (της φυσικής επιβίωσης, της κοινωνικής αυτονομίας, της οικονομίας, της πολιτικής αυτονομίας και του ρόλου των τρίτων κρατών), ο Γ. Κέντας αναδεικνύει την πολυπλοκότητα του ζητήματος της ασφάλειας και ταυτόχρονα παρατηρεί τον τρόπο με τον οποίο η πολυπλοκότητα αυτή επιδεινώνεται από την αναπαραγωγή τέτοιων στερεότυπων αντιλήψεων. Ο συγγραφέας καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η δημόσια συζήτηση και η ξένη διαμεσολάβηση δεν συμβάλλουν στην επίλυση του προβλήματος της ασφάλειας αλλά στην εμπέδωση στερεότυπων αντιλήψεων. Ο Γ. Κέντας κάνει μια αυθεντική συνεισφορά στη συζήτηση του ζητήματος της ασφάλειας μέσω μιας διεξοδικής έρευνας και ανάλυσης της πιο πρόσφατης προσπάθειας για επίλυση του κυπριακού προβλήματος (2008-2012). Αποκαλύπτει τις θέσεις που κατατέθηκαν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και εξετάζει τα επιχειρήματα της κάθε πλευράς. Ο συγγραφέας διεισδύει σε όλες τις λεπτομέρειες και τεκμηριώνει την ανάλυσή του με παραπομπές σε πρωτογενές υλικό. Η συζήτηση διευρύνεται και εμπλουτίζεται με αναφορές στις παράλληλες διαδικασίες για το Κυπριακό και στον τρόπο με τον οποίο οι διαδικασίες αυτές επηρεάζουν τη συζήτηση του ζητήματος της ασφάλειας. Τα τελευταία δύο κεφάλαια του βιβλίου δίνουν στον αναγνώστη τη δυνατότητα να αντιληφθεί τις πραγματικές διεργασίες που γίνονται για το ζήτημα της ασφάλειας, με κάθε λεπτομέρεια.
18 ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΑΣ Ο Γ. Κέντας καταλήγει σε συμπεράσματα και καταθέτει ουσιαστικές και πρακτικές προτάσεις πολιτικής. Υποστηρίζει ότι για να υπάρξει ένα σταθερό σύστημα ασφάλειας στην Κύπρο πρέπει να επανοικοδομηθεί η κυριαρχία του κυπριακού κράτους στη βάση τριών αρχών: (1) του ενιαίου κρατικού συμφέροντος, (2) του διεθνούς κύρους και της αξιοπιστίας και (3) των σχέσεων αμοιβαιότητας, εμπιστοσύνης και σεβασμού. Οι προτάσεις πολιτικής για την υλοποίηση του στόχου αυτού αφορούν τέσσερις άξονες: (1) την ασφάλεια του κυπριακού κράτους, (2) τις σχέσεις με άλλα κράτη και οργανισμούς, (3) τη μεταβατική περίοδο σε περίπτωση επίτευξης μιας συμφωνίας και (4) τις σχέσεις ανάμεσα στους πολίτες και τις κοινότητες στην Κύπρο. Είναι πολύ σημαντικό να αξιολογηθούν τα ευρύτερα ζητήματα ασφαλείας σε ένα ολοκληρωμένο πολιτειακό πλαίσιο. Όπως επισημαίνει ο συγγραφέας, είναι καθοριστικής σημασίας να υπάρχει νομιμοφροσύνη και από τους πολίτες και από τις κοινότητες προς στο κράτος, την Κυπριακή Δημοκρατία. Οι θέσεις αυτές σαφώς επαναδιατυπώνουν το πλαίσιο που πρέπει να διέπει τη συζήτηση για την επίλυση του Κυπριακού. Η συνεισφορά του Γ. Κέντα στην ανάλυση και κατανόηση του ζητήματος της ασφάλειας είναι ουσιαστική και τεκμηριωμένη. Η συζήτηση αυτή πρέπει να συνεχισθεί και να διευρυνθεί με στόχο την παραγωγή περαιτέρω επιστημονικής γνώσης και προτάσεων πολιτικής για την ασφάλεια του κυπριακού κράτους. Πάνω απ όλα η συζήτηση για τα ζητήματα αυτά θα πρέπει οπωσδήποτε να εμβολιάσει τη συζήτηση για την επίλυση του Κυπριακού. Νοέμβριος 2012
Η ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΛΥΣΗΣ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ 19 ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το βιβλίο αυτό εξετάζει τη διεθνή διάσταση του ζητήματος της ασφάλειας στο πλαίσιο των προσπαθειών επίλυσης του κυπριακού προβλήματος. Το κυπριακό πρόβλημα είναι κατά κύριο λόγο ένα πρόβλημα ασφάλειας, το οποίο εμπλέκει μια σειρά από κράτη, διεθνείς οργανισμούς, μη-κρατικούς δρώντες, κοινότητες και ιδιώτες. Τόσο η περιπλοκότητα του ζητήματος της ασφάλειας όσο και οι διαφορετικές αντιλήψεις για την αντιμετώπισή του, δίνουν μια σχεδόν λαβυρινθώδη διάσταση στην προοπτική μιας περιεκτικής διευθέτησης. Αν κάθε πρόβλημα έχει μία τουλάχιστον λύση, τότε και το πρόβλημα της ασφάλειας θα πρέπει να έχει μία τουλάχιστον λύση, η οποία να αφήνει ικανοποιημένα τα εμπλεκόμενα μέρη. Η ιστορία του προβλήματος, όμως, δεν εμπνέει αισιοδοξία. Όσο καλύτερα κατανοήσει κάποιος το κυπριακό πρόβλημα τόσο καλύτερα κατανοεί τις δυσκολίες που παρουσιάζονται στην επίτευξη μιας αμοιβαία αποδεκτής λύσης για το ζήτημα της ασφάλειας. Έχοντας αυτό υπόψη, η συζήτηση που ακολουθεί φιλοδοξεί να φωτίσει μια ουσιώδη διάσταση αυτού του προβλήματος, τη διάσταση που θα ορισθεί ως η διεθνής διάσταση του ζητήματος της ασφάλειας στο πλαίσιο των προσπαθειών επίλυσης του κυπριακού προβλήματος. Πιο συγκεκριμένα, εξετάζονται οι θέσεις των εμπλεκόμενων μερών επί της διεθνούς πτυχής της ασφάλειας, όπως αυτές διαμορφώθηκαν στο παρελθόν
20 ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΑΣ αλλά και ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται σήμερα στο τραπέζι των συνομιλιών. Η διεθνής διάσταση ενός προβλήματος ασφάλειας αφορά τον τρόπο με τον οποίο ένα κράτος επιδιώκει να εξασφαλίσει την επιβίω σή του στο σύστημα διεθνών σχέσεων. Η συνύπαρξη και αλληλεπίδραση κάθε κράτους με άλλα κράτη (και μη κρατικούς δρώντες) καθορίζει το πλαίσιο και το περιεχόμενο της διεθνούς διάστασης της ασφάλειας. Παράλληλα, η διεθνής διάσταση ενός προβλήματος ασφάλειας αφορά τον τρόπο με τον οποίο το καθεστώς ασφάλειας ενός κράτους επηρεάζει τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια. Στη βάση αυτής της ανάλυσης, η διεθνής διάσταση του ζητήματος της ασφάλειας στο πλαίσιο των προσπαθειών για επίλυση του κυπριακού προβλήματος αφορά τον τρόπο με τον οποίο η Κύπρος θα είναι σε θέση να εξασφαλίσει την επιβίωσή της ως ένα ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος. Στο πλαίσιο μιας περιεκτικής λύσης του Κυπριακού, η διεθνής διάσταση της ασφάλειας θα επηρεάσει (άμεσα ή έμμεσα) όλα τα γειτονικά κράτη της Κύπρου, τα οποία βρίσκονται στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή, τα κράτη τα οποία έχουν συμφέροντα που επηρεάζονται από το καθεστώς ασφάλειας στην Κύπρο, όπως επίσης και κράτη-μέλη της διεθνούς κοινότητας τα οποία εμπλέκονται με τα ζητήματα ασφάλειας στην Κύπρο (π.χ. κράτη με διεθνή επιρροή, μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, κράτη περιφερειακών ή διεθνών οργανισμών που ασχολούνται με ζητήματα ασφάλειας, κράτη που συμμετέχουν ή/και συνεισφέρουν σε διεθνείς ειρηνευτικές αποστολές, κ.ά). Στους διεθνείς δρώντες οι οποίοι θα επηρεαστούν από την αναδιοργάνωση του καθεστώτος ασφάλειας στην Κύπρο πρέπει να συμπεριληφθούν και μη-κρατικοί δρώντες που ασχολούνται με ζητήματα ασφάλειας, όπως κέντρα στρατηγικών αναλύσεων, δεξαμενές σκέψεις, πανεπιστήμια, κ.ά.
Η ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΛΥΣΗΣ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ 21 Αναπόφευκτα, ένα πρόβλημα όπως το Κυπριακό, το οποίο επηρεάζει (σε κάποιο βαθμό) την περιφερειακή και διεθνή ασφάλεια, δεν θα μπορούσε παρά να είναι ένα διεθνές πρόβλημα. Σύμφωνα με μια σειρά ιστορικών πηγών, που χρονολογούνται από την εποχή του Ηρόδοτου και του Θουκυδίδη μέχρι τις μέρες μας, στο πλέγμα των περιφερειακών και διεθνών σχέσεων η Κύπρος ήταν ανέκαθεν ένα νησί το οποίο εμπλεκόταν σε ζητήματα που αφορούσαν την ασφάλεια και τη διασφάλιση των συμφερόντων τρίτων κρατών. Στο ιστορικό πλαίσιο του συστήματος περιφερειακών και διεθνών σχέσεων, παρουσιάζεται μια σχεδόν απόλυτη ταύτιση του ζητήματος της ασφάλειας με την ιστορία του κυπριακού προβλήματος. Η ιστορία του κυπριακού προβλήματος είναι συνυφασμένη με την ανακατανομή ισχύος και επιρροής σε διεθνές και περιφερειακό επίπεδο. Οι ιστορικές εξελίξεις στο σύστημα διεθνών σχέσεων δεν επηρέασαν καθόλου αυτή την αλληλένδετη σχέση ανάμεσα στη διεθνή και περιφερειακή ασφάλεια, από τη μια, και το κυπριακό πρόβλημα, από την άλλη. Αντίθετα, αυτή η σχέση έχει επιβεβαιωθεί αρκετές φορές. Υπάρχει, όμως, μια ουσιώδης ιστορική εξέλιξη, η οποία καθορίζει το πλαίσιο συζήτησης για τον τρόπο με τον οποίο οικοδομείται σήμερα αυτή η σχέση και τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε να ανοικοδομηθεί στο πλαίσιο των προσπαθειών επίλυσης του κυπριακού προβλήματος. Από το 1960, η νήσος Κύπρος απέκτησε κρατική υπόσταση. Στο σύστημα των διεθνών σχέσεων, η Κυπριακή Δημοκρατία αντιμετωπίζεται ως κράτος, δηλαδή ως ένας κυρίαρχος δρώντας, ο οποίος είναι διεθνώς αναγνωρισμένος, λειτουργεί κάτω από ένα θεσμικό πλαίσιο, έχει υπό τον έλεγχό του πληθυσμό και έδαφος και συμμετέχει σε περιφερειακούς και διεθνείς οργανισμούς και καθεστώτα (regimes). Από την ίδρυσή της, όμως, η Κυπριακή Δημοκρατία ήταν και παραμένει ένα κράτος περιορισμένης κυριαρχίας. Στη διάρκεια του χρόνου, τόσο τα ποιο
22 ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΑΣ τικά όσο και ποσοτικά στοιχεία της κρατικής οντότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας έτυχαν μιας συστηματικής υπόσκαψης από τρίτα κράτη, άλλα και από τους ίδιους τους πολίτες της. Αυτή είναι μια ιδιαιτερότητα, η οποία επιδρά καταλυτικά στη συζήτηση για την έννοια και το περιεχόμενο της ασφάλειας στην Κύπρο. Το πλαίσιο συζήτησης Προτού επισημανθούν οι ειδικοί στόχοι του βιβλίου, είναι αναγκαίο να θεμελιώσουμε τη συζήτηση στο πλαίσιο βασικών παραδοχών περί της μελέτης της διεθνούς πολιτικής και ασφάλειας. Αυτές οι παραδοχές θα πρέπει να εξεταστούν με βάση την υπό διερεύνηση περίπτωση. Για αιώνες, η νήσος Κύπρος ήταν κάτω από τον έλεγχο και την επικυριαρχία τρίτων κρατών ή/και αυτοκρατοριών. Παρόλο που σε μια σειρά από τομείς, όπως είναι το εμπόριο, οι τέχνες και ο πολιτισμός, το νησί απέκτησε σταδιακά ένα δικό του χαρακτήρα και υπόσταση, στα ζητήματα πολιτικής και ασφάλειας η Κύπρος δεν κατόρθωσε να αποκτήσει ένα δικό της αυτόνομο ρόλο. Όλα τα ζητήματα που άπτονταν της ασφάλειας ήταν κάτω από τον έλεγχο τρίτων δρώντων, οι οποίοι ασκούσαν επικυριαρχία επί του εδάφους του νησιού (ακόμα και μετά την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας). Ένα βασικό ιστορικό συμπέρασμα για τη διεθνή διάσταση του ζητήματος της ασφάλειας στην Κύπρο είναι ότι δεν μπορεί να υπάρξει σταθερότητα για όσο χρονικό διάστημα τρίτα κράτη επικυριαρχούν επί ζητημάτων ασφάλειας και άμυνας στην Κυπριακή Δημοκρατία. Στο σύστημα των διεθνών σχέσεων, ο τρόπος οργάνωσης των ζητημάτων ασφάλειας βασίζεται πάνω σε κρατοκεντρικές αρχές. Στη σύγχρονη εποχή, η οποία θεμελιώνεται σταδιακά από
Η ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΛΥΣΗΣ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ 23 τη Συνθήκη της Βεστφαλίας (1648) μέχρι και το τέλος των Ναπολεόντειων Πολέμων (1815), επικρατεί η αρχή της κυριαρχίας ως η ανώτατη αρχή πολιτικής οργάνωσης στο σύστημα διεθνών σχέσεων. Όλα τα κράτη, ανεξαρτήτως μεγέθους, οργανώνονται σύμφωνα με αυτή την αρχή, η οποία όμως γίνεται καθολικά αποδεχτή τον 20ό αιώνα. 1 Η κρατική κυριαρχία επί ζητημάτων ασφάλειας είναι η κύρια προϋπόθεση για τη σταθερότητα του συστήματος διεθνών σχέσεων. Η οργάνωση και η χρήση βίας είναι στο επίκεντρο της συζήτησης περί κρατικής κυριαρχίας. Στο κανονιστικό πλαίσιο του συστήματος διεθνών σχέσεων, η οργάνωση της βίας και των μέσων άσκησής της πήρε μια δυιστική διάσταση. Η ανάδυση του κράτους, ως του κυρίαρχου μοντέλου πολιτικής οργάνωσης, είχε ως αποτέλεσμα τον συμβατικό διαχωρισμό ανάμεσα στην εσωτερική και διεθνή διάσταση της ασφάλειας. Τα κράτη, ως κυρίαρχοι πολιτικοί δρώντες, έχουν το μονοπώλιο στη νόμιμη άσκηση βίας σε όλη τη γεωγραφική τους επικράτεια, ενώ οικοδομούν τα μέσα εκείνα που θα τους δώσουν τη δυνατότητα να αμύνονται έναντι εξωτερικών απειλών. 2 Η δια σφάλιση του μονοπωλίου στη νόμιμη άσκηση βίας στη γεωγραφική επικράτεια ενός κράτους θεωρείται ως η εσωτερική διάσταση της ασφάλειας, ενώ το δικαίωμα στην άμυνα έναντι εξωτερικών απειλών 1. Ο S. Krasner υποστηρίζει ότι η αρχή της κυριαρχίας επιδέχεται πολλές ερμηνείες και η εφαρμογή της εξελίσσεται συνεχώς, βλ. S. Krasner, Sovereignty: Organized Hypocrisy (Princeton, NJ.: Princeton University Press. 1999). 2. Η θέση αυτή υποστηρίχθηκε από διάφορους πολιτικούς στοχαστές, ανάμεσα στους οποίους είναι ο M. Weber και ο C. Schmitt. Βλ. M. Weber, The Profession and Vocation of Politics, in P. Lassman and R. Speirs eds., Weber: Political Writings (Cambridge: Cambridge University Press), pp. 309-369, C. Schmitt, Political Theology: Four Chapters on the Concept of Sovereignty, Translated by G. Schwab, Forward by T. B. Strong (Chicago: The University of Chicago Press, 2005). Για μια συνολική αποτίμηση της έννοιας της κυριαρχίας, βλ. T. Biersteker, State, Sovereignty and Territory, in W. Carlsnaes et al. eds., Handbook of International Relations (London: Sage, 2002), pp. 157-176.
24 ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΝΤΑΣ θεωρείται ως η διεθνής διάσταση της ασφάλειας. Η εσωτερική διάσταση άπτεται των πολιτειακών διατάξεων, μέσων και μεθόδων που αναπτύσσει κάθε κράτος στο πλαίσιο της διαδικασίας συσσώρευσης, οργάνωσης και νομιμοποίησης μέσων βίας. Αυτή η διαδικασία ρυθμίζεται από κάθε κράτος ξεχωριστά, σύμφωνα με τις δυνατότητές του. Η ουσιαστική δυνατότητα κάθε κράτους να ασκεί νόμιμη χρήση βίας στη γεωγραφική του επικράτεια επηρεάζεται από μια σειρά (σταθερών και αστάθμητων) παραγόντων, οι οποίοι πρέπει να εξετάζονται σε ένα αυστηρά ιστορικό, πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο. 3 Η διεθνής διάσταση της ασφάλειας επηρεάζεται καθοριστικά από την απουσία οποιασδήποτε διεθνούς αρχής ή θεσμού που να είναι σε θέση να ρυθμίζει τα ζητήματα ασφάλειας ανάμεσα στα κράτη ή άλλους διεθνείς δρώντες. Το κύριο εμπόδιο στη ρύθμιση της διεθνούς διάστασης της ασφάλειας είναι το πρόβλημα της «αναρχίας», δηλαδή της απουσίας μιας διεθνούς/ παγκόσμιας αρχής η οποία να μπορεί να επιβάλλει τη διεθνή δημόσια τάξη με ανάλογο τρόπο όπως την επιβάλλουν τα κράτη στο εσωτερικό τους. 4 Κάθε κράτος οφείλει να οικοδομήσει τα μέσα εκείνα ή να επιδιώξει τις ανάλογες συμμαχίες ή/και συνεργασίες με άλλα κράτη, με στόχο να εξασφαλίσει την επιβίωσή του έναντι εξωτερικών απειλών. Είναι αυτονόητο ότι μόνο κράτη τα οποία μπορούν να υπερασπιστούν την ελευθερία, την ανεξαρτησία, την εδαφική ακεραιότητα και την κυριαρχία τους 3. Είναι χρήσιμο να σημειωθεί ότι μετά τον Ψυχρό Πόλεμο παρατηρείται η ανάδυση νέων «ηθών» στη διαχείριση της έννοιας της κυριαρχίας και της ασφάλειας. Βλ. Ν. MacCormick, Questioning Sovereignty (Oxford: Oxford University Press, 1999), S. Krasner ed., Problematic Sovereignty (New York: Columbia University Press, 2001), K. J. Holsti, Taming the Sovereigns (Cambridge: Cambridge University Press, 2004). 4. Η έννοια και οι επιπτώσεις της «αναρχίας» στο σύστημα διεθνών σχέσεων έχουν συζητηθεί ευρέως στην κοινότητα των διεθνολόγων. Για μια κριτική προσέγγιση βλ. Alker, H. The Presumption of Anarchy in World Politics, in H. Alker, Rediscoveries and Reformulations (Cambridge: Cambridge University Press, 1996), pp. 355-393.