Η Επιστήμη ως Δημόσιο Αγαθό (Εισήγηση στην εκδήλωση της οργάνωσης παιδείας & έρευνας της ΔΗΜοκρατικής ΑΡιστεράς : Αθήνα 6 Απριλίου 2012) Σύνοψη : Η εισήγηση εκκινεί από την υπόθεση ότι οι επιστήμονες δεν είναι, και δεν πρέπει να είναι, οι ιδιοκτήτες των επιστημονικών ανακαλύψεων οι οποίες εντάσσονται στη σφαίρα των δημόσιων αγαθών. Μια από τις πλέον σημαντικές ανθρώπινες δραστηριότητες, η επιστημονική έρευνα, προάγεται με τελείως διαφορετικούς μηχανισμούς από αυτούς της ελεύθερης αγοράς. Η εισήγηση ανιχνεύει δρόμους διάχυσης του ερευνητικού πνεύματος στο εκπαιδευτικό σύστημα, διεύρυνσης των μηχανισμών επικοινωνίας των επιστημόνων με την κοινωνία (όχι τόσο για την εκλαΐκευση των επιστημονικών ανακαλύψεων αλλά κυρίως προκειμένου να γίνει κατανοητή η λειτουργία της φύσης και των κοινωνιών). Υποστηρίζει επίσης τη θέση ότι οι δημόσιες επενδύσεις στην έρευνα και τεχνολογία αποτελούν τη βάση για την ανάπτυξη και του ιδιωτικού τομέα στην πορεία προς τη διαμόρφωση των κοινωνιών της γνώσης. Σχηματικά θα έλεγα ότι υπάρχουν δύο πλευρές της γνώσης : Η μια αφορά το σώμα της γνώσης το οποίο ενσωματώνεται στην καθημερινή πρακτική ζωή και το οποίο, ιδιαίτερα τα τελευταία τριακόσια χρόνια, έχει αλλάξει πολλές πλευρές της καθημερινότητάς μας όπως : η βιομηχανική επανάσταση και οι τεχνολογικές επαναστάσεις, οι οποίες δημιούργησαν τα όργανα για πρωτόγνωρες μαζικές καταστροφές, (π.χ. ατομική βόμβα, βιολογικά όπλα ) αλλά και εν δυνάμει βελτίωση της ζωής μας (π.χ. φυσικές επιστήμες, επιστήμες ζωής, ηλεκτρονική, επικοινωνίες). Ας σημειώσουμε εδώ ότι διαμέσου της επιστημονικής και τεχνολογικής γνώσης αυτού του είδους το ανθρώπινο είδος έχει μετατρέψει τον προαιώνιο αγώνα για άμεση προστασία του από τα στοιχεία της γήινης φύσης σε πρόβλημα υπαρξιακής αγωνίας για τη ζωή πάνω στον πλανήτη Γη. Η άλλη πλευρά αποτελεί καθαρά διανοητική υπόθεση και η επίδρασή της στην καθημερινότητα είναι μεν έμμεση αλλά πολλές φορές ισχυρότατη. Μαθηματικά, ζωγραφική, μουσική, γλυπτική, λογοτεχνία, ανήκουν σ αυτή την κατηγορία. Η επιστήμη ως έννοια ορίζεται όχι ως απόθεμα συσσωρευμένων γνώσεων αλλά κυρίως ως μεθοδολογία αναζήτησης νέας γνώσης. Η πειραματική επαναληψιμότητα σε συνδυασμό με τη λογική συνεπαγωγή αποτελούν τη βάση των φυσικών επιστημών.
Το πρωταρχικό και θεμελιώδες κίνητρο της επιστημονικής διαδικασίας είναι η ικανοποίηση των βασικών διανοητικών αναζητήσεων, αυτό που ονομάζουμε περιέργεια. Μπορεί να έχει πρακτικές εφαρμογές στην καθημερινή ζωή αλλά αυτό οφείλεται στο ότι η αλήθεια της είναι άμεσο αποτέλεσμα της επιτυχίας της ως όργανο διανοητικής ικανοποίησης. Για την μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών όμως είναι περισσότερο η πρακτική πλευρά της επιστήμης, παρά η διανοητική, αυτή που έχει πρωτεύουσα σημασία. Και είναι αυτή η οποία από την πλευρά της πολιτικής, ως τέχνης διαχείρισης της καθημερινότητας, των πολιτών, θα με απασχολήσει στη συνέχεια. Ζούμε σε κοινωνίες στις οποίες οι αγορές όχι μόνο αποτελούν συστατικό στοιχείο αλλά σε μεγάλο βαθμό έχουν αυτονομηθεί και αντί να αποτελούν ένα από τα στοιχεία της κοινωνικής οργάνωσης, κηδεμονεύουν την συνολική της λειτουργία. Η συμπληρωματική σχέση δημόσιου και ιδιωτικού έχει μετασχηματιστεί σε μια ετεροβαρή σχέση υπέρ του ιδιωτικού και οφείλουμε να δώσουμε ορισμένες διευκρινήσεις αλλά και να διαλύσουμε ασάφειες. Αν δεν αποκατασταθεί ένα ήθος κοινωνικής υπευθυνότητας δεν θα είναι εύκολο να επιτύχουμε την έξοδο από την κρίση και αειφόρο οικονομική ανάκαμψη. To να εκπαιδεύουμε συνεχώς τους εαυτούς μας σχετικά με τις κοινωνικές ανάγκες, να παραμένουμε άγρυπνοι φρουροί των δικαιωμάτων των ερχόμενων γενεών πάνω στη Γη και κυρίως να μην ξεχνάμε οτι η αλληλεγγύη αποτελεί την συγκολλητική ουσία της κοινωνίας αποτελούν βασικά στοιχεία αυτής της υπευθυνότητας. Δεν είναι όμως μόνο βασικοί μηχανισμοί του κράτους, όπως η δικαιοσύνη και ο στρατός οι οποίοι δεν μπορεί να είναι υπόθεση των αγορών αλλά και βασικά κοινωνικά αγαθά όπως οι υποδομές, οι περιβαλλοντολογικοί κανονισμοί, η υγεία, η ασφάλιση, η εκπαίδευση και η επιστημονική έρευνα. Η κύρια ευθύνη παροχής αυτών των αγαθών ανήκει στην πολιτεία και απαιτούνται ισχυρές, μακροπρόθεσμες και μελετημένες δημόσιες επενδύσεις. Ειδικότερα για την επιστημονική έρευνα, οι ερευνητές δεν είναι, και δεν πρέπει να είναι, ιδιοκτήτες των επιστημονικών ανακαλύψεων. Ακόμα και οι πατέντες αποτελούν αναγνώριση ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων για περιορισμένο χρονικό διάστημα. Αποτελεί κατάκτηση των κοινωνιών, την οποία οφείλουμε να προασπίσουμε, η κατανόηση ότι μια από τις πλέον σημαντικές ανθρώπινες δραστηριότητες, η επιστημονική έρευνα, προάγεται με
τελείως διαφορετικούς μηχανισμούς από αυτούς της αγοράς. Διεθνή βραβεία κύρους, όπως Nobel, Field, κρατικές επιχορηγήσεις, οικονομικές ενισχύσεις φιλανθρωπικού χαρακτήρα και πολλές άλλες μη επιχειρηματικές δραστηριότητες όπως εθελοντική εργασία, π.χ. linux, Wikipedia αποτελούν μηχανισμούς επιβράβευσης των επιστημόνων. Οφείλουμε επίσης να αποδεχτούμε ότι ο ιδιώτης επιχειρηματίας είναι λίαν πιθανόν ότι μπορεί να διαχειριστεί καλλίτερα τις υποθέσεις του από έναν ερευνητή σε ένα περιβάλλον αρκετά πιο σύνθετο από αυτό ενός ερευνητικού εργαστηρίου. Το αντικείμενο της βιομηχανίας είναι να παράξει αγαθά τα οποία άσχετα από την επιστημονική αξία την οποία εμπεριέχουν είναι άχρηστα στο βαθμό που δεν μειώνουν το κόστος κεφαλαίου και εργασίας για την παραγωγή ενός συγκεκριμένου ποσού αγαθών. Απαιτείται κάτι περισσότερο από την επιστημονική γνώση προκειμένου να γίνει κάποιος βιομήχανος. Και οφείλουμε να σεβαστούμε τη συμπληρωματικότητα ρόλων του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα προκειμένου να επιτύχουμε την μέγιστη αποτελεσματικότητα: Τα αναφέρω αυτά όχι μόνο γιατί εμείς στην Δημοκρατική Αριστερά δεν θέλουμε να υποβαθμίσουμε τον ρόλο της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, τουναντίον, αλλά επίσης γιατί χωρίς απόδοση στον δημόσιο τομέα του ρυθμιστικού ρόλου που δικαιωματικά του ανήκει δεν πρόκειται να πάμε πολύ μακριά. Κυρίως όμως γιατί είμαστε ριζικά αντίθετοι στη νεοφιλελεύθερη άποψη η οποία υποστηρίζει ότι τα άτομα πρέπει να αφεθούν ελεύθερα από ηθικές και πολιτικές ευθύνες απέναντι στους συμπολίτες τους. Υπάρχουν τρεις σημαντικές γεωπολιτικές αλλαγές οι οποίες έκαναν αισθητή την παρουσία τους από μέσα της δεκαετία; του 1970 και καθιστούν την παρέμβαση του δημόσιου τομέα ακόμα πιο επιβεβλημένη: 1. Η τεχνολογική επανάσταση της ηλεκτρονικής εποχής και των συναφών τεχνολογιών (υπολογιστές, ιντερνετ, κινητή τηλεφωνία) 2. Η είσοδος των κοινωνιών της άπω Ανατολής στο παγκόσμιο προσκήνιο 3. Η ανάδειξη της παγκόσμιας οικολογικής κρίσης
Αντίστοιχες είναι και οι επιπτώσεις στη παγκόσμια οικονομία και το νέο καταμερισμό εργασίας: - Το φαινόμενο της σύγκλισης : οι αναδυόμενες οικονομίες κλείνουν σιγά- σιγά το τεχνολογικό χάσμα με τις αναπτυγμένες οικονομίες - Τα εργασιακά φαινόμενα : Αρχικά εκατομμύρια ανειδίκευτων εργατών εισήλθαν στην παγκόσμια οικονομία. Με μεθοδικά προγραμματισμένη εκπαιδευτική και ερευνητική πολιτική Κινά και Ινδία έχουν βελτιώσει κατά πολύ τις ικανότητες του εργατικού τους δυναμικού - Το φαινόμενο της κινητικότητας: Πρόκειται για την ασυμμετρία μεταξύ της κινητικότητας του κεφαλαίου και της γεωγραφικής στασιμότητας της εργασιακής δύναμης. Ως αποτέλεσμα προκύπτει ο συναγωνισμός προς τα κάτω των εθνικών κρατών σε επίπεδο φορολογίας, κανονισμών, περιβαλλοντικών κανόνων, εργασιακών standards κ.λ.π. Αυτή η δυναμική έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια θέσεων εργασίας σε τομείς χαμηλής διεθνούς ανταγωνιστικότητας των εθνικών κρατών (των ΗΠΑ συμπεριλαμβανομένων: στο διάστημα 1998,2004 χάθηκαν 3.2 εκατομμύρια θέσεις στο κατασκευαστικό τομέα), αναδεικνύει ως προσωρινούς νικητές τους κατόχους κεφαλαίων και επιβάλλει την εργασία υψηλής ειδίκευσης ως τη μόνη μας στρατηγική μας επιλογή. Ακόμα και αν επιλύσουμε τα ζητήματα αναδιοργάνωσης του πελατειακού κράτους, το οποίο αποτελεί κεντρικό ζήτημα, υπάρχει ένα σοβαρό πρόβλημα ελλείμματος ισοζυγίου το οποίο, αν δεν επιλυθεί, ακόμα και με πλήρη διαγραφή χρέους (επί δικαίων και αδίκων) σε λίγα χρόνια θα οδηγηθούμε στην ίδια κατάσταση. Ας δούμε τρεις παράγοντες τους οποίους θεωρώ σημαντικούς. 1. Στην παρούσα του φάση το δημόσιο ερευνητικό σύστημα επιτελεί καλά έναν από τους ρόλους του, δηλ. τις δημοσιεύσεις υψηλού επιπέδου. Αριθμός συν δημοσιεύσεων ανά εκατομμύριο πληθυσμού κατ έτος (2009) 438, με μέσο όρο της ΕΕ 491. 2. Ο αριθμός όμως των τριαδικών (ΕU+USA+Japan) διεθνών πατεντών ανά εκατομμύριο κατοίκους παραμένει για πολλά έτη στο 1.26 όταν οι αντίστοιχοι αριθμοί για άλλες ευρωπαϊκές χώρες είναι Γερμανία(77.82), Γαλλία(38.04), Ιταλία(13.45). Αυτό
αποτελεί ένδειξη της σχετικής αδυναμίας του ιδιωτικού τομέα και αντανακλά τη χαμηλή ερευνητική δραστηριότητα των επιχειρήσεων. Αποτελεί όμως ταυτόχρονα και έκφραση μιας δομικής αδυναμίας της ελληνικής κοινωνίας η οποία σχετίζεται με τον χαμηλό βαθμό αλληλεπίδρασης του εκπαιδευτικού και ερευνητικού συστήματος με τον παραγωγικό τομέα. Αντίστοιχα, η ακαθάριστη εθνική εγχώρια δαπάνη για έρευνα ως % του ΑΕΠ παραμένει στάσιμη για πολλά χρόνια μεταξύ 0.5 % και 0.6 % όταν ο μέσος όρος της ΕΕ είναι 2.1%. 3. Η ποιότητα του εκπαιδευτικού έργου σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για την ευημερία των Ελλήνων στις δεκαετίες που έρχονται. Με βάση την αξιόπιστη και συστηματική σε παγκόσμιο επίπεδο μελέτη PISA 2009 1 για τους νέους 15 ετών, η χώρα μας απέχει στατιστικά πολύ από τον μέσο όρο επιδόσεων των χωρών του ΟΟΣΑ (32 η στην κατανόηση γραπτού λόγου, 39 η στα μαθηματικά, 40 η στις επιστήμες). Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι το ελληνικό εκπαιδευτικό παρέχει μια πληθώρα «αδρανών» γνώσεων χωρίς να αναπτύσσει τις κριτικές δεξιότητες. Έτσι οι μαθήτριες και οι μαθητές δεν είναι εξοικειωμένοι και δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν σε σταθμισμένες αξιολογήσεις που βασίζονται στη λογική του κριτικού εγγραμματισμού. Είναι λοιπόν απαραίτητο να συνδεθεί η εκπαιδευτική πρακτική με την ερευνητική δραστηριότητα και να ανοίξουν οι πόρτες των Ερευνητικών Κέντρων στις μαθήτριες και στους μαθητές. Το ίδιο ισχύει κατά μείζονα λόγο για τις φοιτήτριες και τους φοιτητές. Ο αριθμός των νέων διδακτόρων ανά χιλιάδα κατοίκων είναι 0.8 και ο μέσος όρος της ΕΕ είναι 1.6. Ο αριθμός των ερευνητών ανά χίλιους εργαζόμενους είναι 4.2 και μέσος όρος της ΕΕ 9.2. Θα κλείσω με ενδεικτικούς στόχους που σχετίζονται με το ερευνητικό σύστημα : 1 Organization for Economic Co- operation and Development, Program for International Student Assessment, PISA 2009 Results.
1. Ετήσια,σταδιακή αύξηση των δαπανών για την έρευνα και καθιέρωση ενός μόνιμου εθνικού προγράμματος έρευνας με τακτικές προκηρύξεις κατ έτος. 2. Διαμόρφωση του ενιαίου χώρου εκπαίδευσης και έρευνας 3. Διασύνδεση της ερευνητικής διαδικασίας με τις λειτουργικές και αναπτυξιακές ανάγκες του δημόσιου τομέα 4. Ενίσχυση της διασύνδεσης του ερευνητικού συστήματος με τον παραγωγικό ιστό της χώρας 5. Βελτίωση επιδόσεων των μαθητών κατά 10 θέσεις μέχρι το 2020 6. Αύξηση του αριθμού των διδακτορικών κατά 50% μέχρι το 2020 7. Αύξηση του αριθμού των πατεντών κατά 300% μέχρι το 2020. 8. Εγγύηση της θέσης της γυναίκας στο ερευνητικό σύστημα Ειδικότερα μέτρα 9. Ένταξη του ερευνητικού ιστού του ΕΘΙΑΓΕ στη ΓΓΕΤ και μηδενισμός του ισοζυγίου αγροτικών προϊόντων μέχρι το 2018 (έλλειμμα 2010 1.8 δις.). Αντίστοιχη μέριμνα για το ΙΓΜΕ. 10. Ενίσχυση του θεσμού των τεχνολογικών πάρκων και ενθάρρυνση δημιουργίας spin off εταιρειών. Η πολιτεία οφείλει να ενισχύσει το καινοτόμο πνεύμα με την παραχώρηση διευκολύνσεων προς ομάδες νέων ερευνητών, για περίοδο 4-5 έτη, με παραχώρηση κυψελίδων στα τεχνολογικά πάρκα, επιδότηση του κόστους προσωπικού, φορολογικές ελαφρύνσεις, διευκόλυνση πρόσβασης σε υποδομές κ.λπ. Λίγα λόγια για τη σχέση της ερευνητικής διαδικασίας με την εκπαίδευση: Η επιστήμη δεν αποτελεί ένα σύνολο παγιωμένων γνώσεων οι οποίες είναι καταχωρημένες σε εγχειρίδια, μέσα από τα οποία θα επιλέξουμε κάθε φορά τη συνταγή για την επίλυση ενός πρακτικού ή θεωρητικού προβλήματος. Σε κάθε πρόβλημα υπάρχουν πάντα κάποιες λεπτομέρειες οι οποίες έχουν διαφύγει της επιστημονικής προσοχής και απαιτούν πρόσθετη διανοητική προσπάθεια. Βασική και εφαρμοσμένη έρευνα αποτελούν τις ρίζες και τα κλαδιά του δέντρου της πειραματικής γνώσης και άρρηκτα
συνδεδεμένες μεταξύ τους. Είναι κυρίως εργαλεία σκέψης και μέθοδοι επίλυσης προβλημάτων. Κάθε πρακτικό πρόβλημα αποτελεί στην πράξη και ερευνητικό πρόβλημα η επίλυση του οποίου προωθεί λίγο και την θεωρητική σκέψη. Σχεδόν όλα τα προβλήματα διαμέσου των οποίων προχώρησε και η πλέον θεωρητική επιστημονική διατύπωση είναι προβλήματα της εμπειρίας και της καθημερινής ζωής. Προκειμένου όμως να χρησιμοποιήσει κάποιος αποτελεσματικά το εργαλείο της έρευνας οφείλει να περάσει διαμέσου συστηματικής εκπαίδευσης και εξάσκησης. Στο βαθμό που η αλληλουχία σχεδιασμός- ανάπτυξη- αξιολόγηση- βελτίωση- επανασχεδιασμός που χαρακτηρίζουν την ενδογενή λειτουργία της επιστημονικής και βιομηχανικής προόδου, τροφοδοτήσει μια αντίστοιχη λειτουργία του σχολείου, θα μπορούμε να μιλάμε για ένα νέο όραμα στην εκπαίδευση Η ευημερία μιας υγιούς κοινωνίας εξαρτάται στενά από τη συνέλιξη βασικής και εφαρμοσμένης έρευνας. Δηλ. από τον βαθμό στον οποίο επιστήμη και τέχνη εμπνέουν τόσο τις πρακτικές πλευρές της καθημερινότητας όσο και τις πλέον ευγενείς σκέψεις των πολιτών. Βιβλιογραφία: 1. The Price of Civilization by Jeffrey D. Sachs, 2011 2. What is Science, by Norman Campbell, London 1921