ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ [ΙΟΥΛΙΟΣ 2016] ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ

Σχετικά έγγραφα
ΔΙΕΘΝΕΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΟ ΠΡΟΤΥΠΟ 1 «ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ»

ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ. Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα (ΔΛΠ) & Διεθνή Πρότυπα Χρηματοοικονομικής Αναφοράς (ΔΠΧΑ) Δρ. Μαρία Ροδοσθένους

Διεθνή Λογιστικά & Χρηματοοικονομικά Πρότυπα

Λογ ο ι γ σ ι τι τ κ ι έ κ ς αρχές κ ι µέθ έ ο θ δοι ( cco c un u t n i t n i g Pol o i l c i i c e i s)

F A R M A E M WORK R K F O F R R T H T E P RE R PAR A A R T A I T ON A N A D

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ

Χρηματοοικονομική Λογιστική. Χρηματοοικονομική Λογιστική Ελευθέριος Αγγελόπουλος 1-1


Μάθημα: Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα-Σχέδια

ΛΠ 12 Φόροι Εισοδήµατος. IAS 12 Income Taxes

Λογιστικές Πολιτικές, Αλλαγές στις Λογιστικές εκτιμήσεις και λάθη ΔΛΠ 8. Accounting Policies, Changes in Accounting Estimates and Errors IAS 8

ΛΠ 1 ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΑ ΙΕΘΝΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ. Copyright 2006 Dr. Stergios Athianos. All rights reserved. 38-2

ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ & ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟΥ ΠΑΡΚΟΥ ΚΡΗΤΗΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ. Τεχνολογικό Πάρκο Κρήτης Βασιλικά Βουτών

Ερώτηση 2 η : Ποια είναι η αξία του συνόλου των ιδίων κεφαλαίων (ή καθαρής θέσης της επιχείρησης ) ; Απάντηση :

ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ. Ελληνικά Λογιστικά Πρότυπα

ΓΕΝΙΚΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ (Ισολογισμός Αποτελέσματα Χρήσεως, Ταμειακές Ροές) ΕΒΔΟΜΑΔΙΑΙΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΙΛΥ Α ΑΕ. Ενδιάµεσες Οικονοµικές Καταστάσεις. σύµφωνα µε τα ιεθνή Λογιστικά Πρότυπα

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. (Οι αριθμοί παραπέμπουν στις σελίδες) ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α

Σηµαντικά σηµεία των Νέων Λογιστικών Προτύπων

Ενδιάµεσες Οικονοµικές Καταστάσεις. σύµφωνα µε τα ιεθνή Πρότυπα Χρηµατοοικονοµικής. Πληροφόρησης

Μάθημα: Χρηματοοικονομική Λογιστική ΙΙ

ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΙΜΗΝΟ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ ΣΤΙΣ 31 ΜΑΡΤΙΟΥ 2006

Οικονομικός Απολογισμός

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ (Οι αριθμοί παραπέμπουν στις σελίδες)

ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΑΚΙΝΗΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ Α.Ε.Ε.Α.Π. Ενδιάμεσες Συνοπτικές Ατομικές Οικονομικές Kαταστάσεις

ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΑΤΟΜΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΡΙΜΗΝΟ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ ΣΤΙΣ 31 ΜΑΡΤΙΟΥ 2006

ΔΟΥΡΟΣ - ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ & ΕΜΠΟΡΙΑ ΕΤΟΙΜΩΝ ΕΝΔΥΜΑΤΩΝ Α.Ε

ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ. (βάσει των διατάξεων του κωδικοπ. Ν.4308/2014, όπως ισχύει) ΤΗΣ ΝΤΑΝΑ ΒΙΛΛΑΣ A.E

Το έγγραφο αυτό συνιστά βοήθημα τεκμηρίωσης και δεν δεσμεύει τα κοινοτικά όργανα

BROKERS UNION ΜΕΣΙΤΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΩΝ Α.Ε.

οικονομικός απολογισμός 2014

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

ΜΠΛΑΝΟΣ ΑΘΛΗΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΨΥΧΑΓΩΓΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΜΕΣΟΓΑΙΑ Α.Ε Κατάσταση χρηµατοοικονοµικής θέσης (Ισολογισµός) της της

RASS ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΗΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΑΚΤΗ ΠΟΣΕΙΔΩΝΟΣ 10, 18531, ΠΕΙΡΑΙΑΣ ΑΡΙΘΜΟΣ Γ.Ε.ΜΗ.

Υπόδειγμα Β.2.1: Κατάστασης Αποτελεσμάτων κατά λειτουργία Ατομικές χρηματοοικονομικές καταστάσεις

-ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ «ΚΥΠΡΟΥ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΜΟΙΒΑΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ»

ΔΙΕΘΝΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ

Αθήνα Ωτο Τέχνικα Ελλάς Α.Ε. Χρηματοοικονομικές Καταστάσεις σύμφωνα με τις διατάξεις του (Ν. 4308/2014) (Ε.Λ.Π)

Παράγραφος Περιεχόμενο άρθρου 29 3 α) ΚΑΘΑΡΙΟΣ Α.Τ.Ε.Β.Ε.

ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΝΝΕΑΜΗΝΟ ΠΟΥ ΕΛΗΞΕ THN. 30 Σεπτεμβρίου 2006

Εισαγωγή στη Χρηματοοικονομική ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ Ι. 2. Αντικείμενο της μελέτης & Σκοπός του μαθήματος. Απαιτήσεις του μαθήματος ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ = 卷 卹 卼 厲 ΜΥΘΟΣ

2. ΑΚΟΛΟΥΘΟΥΜΕΝΕΣ ΒΑΣΙΚΕΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ Οι ακολουθούµενες λογιστικές αρχές που εφαρµόστηκαν κατά τη σύνταξη των οικονοµικών καταστάσεων της 31/12/2

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΠΙΣΤΗ ASSET MANAGEMENT ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΜΟΙΒΑΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ

ΕΤΗΣΙΕΣ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ PROFIL ΑΛΟΥΜΙΝΙΟΝ - ΕΞΑΡΤΗΜΑΤΑ Α.Β.Ε.Ε. ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ 2015

Συστήματα Χρηματοοικονομικής Διοίκησης

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. (Μη νομοθετικές πράξεις) ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

ΠΕΙΡΑΙΩΣ ASSET MANAGEMENT ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΑΜΟΙΒΑΙΩΝ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ. Βάσει των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης

DPG GROUP OF COMPANIES

REDS Ανώνυμη Εταιρεία Ανάπτυξης Ακινήτων & Υπηρεσιών. Ενδιάμεσες συνοπτικές Οικονομικές καταστάσεις για την 3μηνη περίοδο έως 31 Μαρτίου 2005.

ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΗΜΗΤΡΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΛΑΤΟΜΕΙΟΥ

Κανονισμός (ΕΕ) 2015/2343 της Επιτροπής της

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 Ο ΒΑΣΙΚΕΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΤΩΝ ΕΝΟΠΟΙΗΜΕΝΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΩΝ

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΧΡΗΣΕΩΣ 2017

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΧΡΗΣΕΩΣ 2016

Οικονοµικές καταστάσεις

Δ.ΣΑΚΑΡΕΛΗΣ ΑΕ Αρ.ΜΑΕ: 69034/41/B/09/05 Αρ.ΓΕΜΗ: ΑΦΜ:

ΔΗΜΟΣ ΑΘΗΝΑΙΩΝ ΑΝΩΝΥΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΜΗΧΑΝΟΓΡΑΦΗΣΗΣ & ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΩΝ ΜΟΝΑΔΩΝ Ο.Τ.Α. ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ 2015

εντατικής προώθησής τους, την δηµιουργία τουλάχιστον ενός νέου Αµοιβαίου Κεφαλαίου Ευρωπαϊκού προσανατολισµού, που θα ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις τ

Βελισαρίου 5, Δράμα Αριθμός Μητρώου ΓΕ.ΜΗ

Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα

Απευθύνεται: Σε όλα τα στελέχη και υπαλλήλους επιχειρήσεων που εφαρμόζουν ή πρόκειται να εφαρμόσουν τα IFRS

Σημ Ενσώματα πάγια Ακίνητα Μηχανολογικός εξοπλισμός Λοιπός εξοπλισμός

L 21/10 Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΕΚΘΕΣΗ ΤΟΥ ΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ «ΚΥΠΡΟΥ ASSET MANAGEMENT Α.Ε..Α.Κ»

Ενδιάμεσες Οικονομικές Καταστάσεις για την Εξαμηνιαία περίοδο από 1 Ιανουαρίου έως 30 Ιουνίου 2007

ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΧΡΗΣΕΩΣ 2016

ΑΝ ΡΟΜΑΧΗ A.E. Ετήσιες Οικονοµικές Καταστάσεις σύµφωνα µε τα ιεθνή Πρότυπα Χρηµατοοικονοµικής Πληροφόρησης για τη χρήση που έληξε 31 εκεµβρίου 2005

Κατόπιν των ανωτέρω, ο πρόεδρος προτείνει την έγκριση των Οικονοµικών Καταστάσεων της 31/12/2009 και των αποτελεσµάτων της χρήσης αυτής.

ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ ΤΗΣ ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Α. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Α.Ε ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΥΨΗΛΗΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΚΑΙ ΗΧΟΥ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 2017

ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΚΟΥΖΙΒΕΛΑΚΗΣ ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ. Λ. Αθηνών 181, Αθήνα ΑΡΙΘΜΟΣ Γ.Ε.ΜΗ

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΛΟΓΙΣΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ. Περίγραμμα Μαθήματος

Τμήμα Οργάνωσης & Διοίκησης Επιχειρήσεων ΛΟΓΙΣΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ. Διδάσκων. Δρ. Ναούμ Βασίλειος

Εννοιολογικό Πλαίσιο (Γενικά) Σκοπός (Παράγραφος 1) Πεδίο Εφαρμογής (Παράγραφος 5) Αξιολόγηση του Ε.Π της IASB

Ενδιάμεσες συνοπτικές, εταιρικές και ενοποιημένες, οικονομικές καταστάσεις για το τρίμηνο που έληξε την 31 Μαρτίου 2006

Για την εταιρεία «ALTIUS IT SOLUTIONS ΕΠΕ» παρουσιάζονται οι χρηματοοικονομικές της καταστάσεις για την περίοδο 2016

Κατόπιν των ανωτέρω, ο πρόεδρος προτείνει την έγκριση των Οικονοµικών Καταστάσεων της 31/12/2008 και των αποτελεσµάτων της χρήσης αυτής.

Ισολογισµός της 30 ης Σεπτεµβρίου 2007 Κατάσταση αποτελεσµάτων περιόδου 1 Ιανουαρίου 30 Σεπτεµβρίου 2007 Κατάσταση µεταβολών Ιδίων Κεφαλαίων 1 Ιανουαρ

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Δεν υπάρχουν τέτοιες περιπτώσεις

Βασικά σημεία διάλεξης. λογιστική. Χρηματοοικονομική λογιστική (ΧΛ) ιοικητική Λογιστική. Λογιστική και Χρηματοοικονομική (Π.Μ.Σ.)

FOUR LEAF CLOVER CONSULTANTS ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ. ΠΙΠΙΝΟΥ 86, Αθήνα Αρ.Μ.Α.Ε.46269/01/Β/00/362 ΑΡΙΘΜΟΣ Γ.Ε.ΜΗ

ΠΡΟΣΑΡΤΗΜΑ ΤΗΣ POSTSCRIPTUM ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΕΠΕ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ 2015 ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΟΠΟΥΛΟΥ 4 ΑΘΗΝΑ ΤΚ Αριθμός Μητρώου ΓΕ.ΜΗ.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. Ετήσιες βελτιώσεις στα ΔΠΧΑ Κύκλος

- - Λοιπά άυλα 0,01 0,01 Σύνολο 0,01 0,01

Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής. Ημερίδα για την Λογιστική Τυποποίηση 8/5/2019

H γνησιότητα του παρόντος μπορεί να επιβεβαιωθεί από το

ΕΝ ΙΑΜΕΣΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ

ΨΥΚΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ ΜΟΝ/ΠΗ ΕΠΕ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΕΔΡΑΣ:Β.ΠΑΥΛΟΥ 2 Α ΑΡΙΘΜΟΣ Γ.Ε.ΜΗ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ. χρήσεως 2017

6.5. Η πρώτη εφαρμογή των ΕΛΠ για τις προσωπικές εταιρείες - πολύ μικρές οντότητες (άρθρο 1 παρ. 2γ Ν 4308/2014) Σελ. 26

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ

ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΤΕΧΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΟΔΩΝ ΚΑΙ ΓΕΦΥΡΩΝ ΕΔΡΑ: ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ Ν. ΕΒΡΟΥ Σ. Οικονόμου ΑΡ. Μ.Α.Ε /65/Β/86/03 ΑΡ. ΓΕ.ΜΗ.

ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΑΚΙΝΗΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ Α.Ε.Ε.Α.Π. Ενδιάμεσες Συνοπτικές Ατομικές Οικονομικές Kαταστάσεις

Ιδιοπαραχθέντα πάγια στοιχεία. Αποτέλεσμα προ φόρων , ,26. ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΛΟΓ/ΜΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΧΡΗΣΗΣ 31ης ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2015 (1/1-31/12/2015)

Βεβαιώνεται ότι οι συνηµµένες Οικονοµικές Καταστάσεις είναι εκείνες που εγκρίθηκαν από το ιοικητικό Συµβούλιο της «ΑΙΘΕΡΑΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ

Γ Ε Ν Ι Κ Α Ι Ε Μ Π Ο Ρ Ι Κ Α Ι Ε Π Ι Χ Ε Ι Ρ Η Σ Ε Ι Σ Ε. Π. Ε. ΔΕΛΗΓΙΩΡΓΗ 2, ΒΟΛΟΣ/ Α.Φ.Μ Δ.Ο.Υ. ΒΟΛΟΥ / ΑΡ.Γ.Ε.ΜΗ.

ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ ΑΚΙΝΗΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ Α.Ε.Ε.Α.Π. Ενδιάμεσες Συνοπτικές Ατομικές Οικονομικές Πληροφορίες

ΑΡ.Μ.Α.Ε /06/Β/92/15 Ε ΡΑ: Α ΡΙΑΝΗ ΡΑΜΑΣ

ΠΛΑΙΣΙΟ COMPUTERS Α.Ε.Β.Ε. ΕΝΔΙΑΜΕΣΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ Της 30ης Ιουνίου 2005

Transcript:

[ΙΟΥΛΙΟΣ 2016] ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΤΥΠΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ-ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΜΕ ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ» ΕΚΠΟΝΗΤΗΣ: ΜΑΚΡΗΣ ΣΠΥΡΟΣ, ΑΜ 324 ΕΠΙΒΛΕΠΩΝ ΑΝΤΩΝΗΣ ΓΕΟΡΓΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΤΡΑ, ΙΟΥΛΙΟΣ 2016

Πίνακας περιεχομένων ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο... 3 ΠΕΡΙΛΗΨΗ... 3 ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 3 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο : «ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ»... 6 2.1. ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ... 6 2.1.1. ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ... 8 2.1.2. ΣΤΟΧΟΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΟΣ... 9 2.2. ΟΙ ΒΑΣΙΚΕΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ...11 2.3. ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗ... 14 2.3.1. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ... 14 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Ο : «ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΔΙΕΘΝΩΝ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΤΥΠΩΝ (ΔΛΠ)»... 17 3.1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 17 3.2. ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΠΡΟΤΥΠΩΝ... 19 3.3. ΤΑ ΔΙΕΘΝΗ... 21 3.3.1. ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΑ Δ.Λ.Π.... 21 3.3.2. ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ Δ.Λ.Π.... 23 3.3.3.ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΤΩΝ Δ.Λ.Π.... 65 3.4. ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΤΥΠΩΝ... 68 1

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 Ο : «ΕΛΛΗΝΙΚΑ (ΕΓΛΣ) ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΗ (ΔΛΠ)»... 71 4.1. ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ... 72 4.2. ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ ΓΙΑ ΔΙΕΘΝΗ... 77 4.3. ΣΥΓΚΡΙΝΟΝΤΑΣ ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΔΙΕΘΝΗ 80 4.4. ΥΙΟΘΕΤΩΝΤΑΣ ΤΑ ΔΙΕΘΝΗ... 95 4.4.1. ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ... 97 4.4.2. ΠΡΟΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΜΕΤΑΒΑΣΗΣ ΣΤΑ ΔΛΠ... 97 4.5. Ο ΝΟΜΟΣ 4308/2014: «Eλληνικά Λογιστικά Πρότυπα, συναφείς ρυθμίσεις και άλλες διατάξεις.»... 98 4.6. Δ.Λ.Π. ΔΠΧΠ για ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ... 108 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 Ο : «ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΤΥΠΩΝ - ΠΑΡΑΘΕΣΗ ΕΡΕΥΝΩΝ»...112 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 Ο : «ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ»... 123 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 Ο : «ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ»... 128 2

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Ο ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η παρούσα εργασία εκπονείται στα πλαίσια των υποχρεώσεων μου στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα σπουδών στο τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου Πατρών και αφορά τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα και την εφαρμογή αυτών στις ελληνικές επιχειρήσεις. Αφού πραγματοποιηθεί μια σύντομη αναφορά στις γενικές αρχές της λογιστικής στους στόχους και τους σκοπούς αυτής στη συνέχεια παρουσιάζονται τα διεθνή λογιστικά πρότυπα, η χρησιμότητά τους, τα όργανα κατάρτισης αλλά και η εφαρμογή τους. Στη συνέχεια αναφερόμαστε στα ελληνικά πρότυπα, τα συγκρίνουμε με τα διεθνή. Περιγράφουμε την μεταβατική περίοδο από τα ελληνικά στα διεθνή λογιστικά πρότυπα. Στη συνέχεια παρουσιάζουμε έρευνες που έχουν προηγηθεί και αφορούν τα αποτελέσματα από την εφαρμογή των ΔΛΠ. Η σπουδαιότητα αυτών σε κάθε περίπτωση είναι αδιαμφισβήτη αλλά η εφαρμογή τους όχι πάντα εύκολη. Η εργασία ολοκληρώνεται με τα συμπεράσματα αλλά και τις πηγές από όπου αντλήθηκαν οι πληροφορίες για την συγγραφή αυτής. ΕΙΣΑΓΩΓΗ εδοµένων των διαφορών των φορολογικών αρχών από χώρα σε χώρα, δηµιουργούνταν σοβαρές ανεπάρκειες ως προς τη συγκρισιµότητα των οικονοµικών καταστάσεων εταιρειών που ακολουθούν διαφορετικές φορολογικές αρχές. Έτσι, η Ευρωπαϊκή Ένωση στην προσπάθεια της να ενισχυθεί η αξιοπιστία και η συγκρισιµότητα των οικονοµικών καταστάσεων που δηµοσιεύουν κυρίως οι εταιρείες που είναι εισηγµένες σε διάφορα 3

ευρωπαϊκά χρηµατιστήρια, αποφάσισε τη θέσπιση των ιεθνών Λογιστικών Προτύπων και την υποχρεωτική υιοθέτηση αυτών από την 1/1/2005. Η νέα κατάσταση που επέβαλε η υποχρεωτική εφαρµογή των ιεθνών Λογιστικών Προτύπων από τις εισηγµένες στο χρηµατιστήριο εταιρείες, ανάγκασε την ελληνική πολιτεία να εναρµονιστεί µε τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης µε το ν. 2992/2002 και στη συνέχεια µε πλήθος άλλων νόµων. Μέσα από µια λεπτοµερή ανάλυση σχετικής βιβλιογραφίας, τίθεται το ερώτηµα εάν η υιοθέτηση των.λ.π. από τις ελληνικές επιχειρήσεις θα βοηθήσει ουσιαστικά στην ακριβέστερη πληροφόρηση των υποψηφίων επενδυτών. Οι σηµαντικές εξελίξεις στο σύγχρονο οικονοµικό περιβάλλον έχουν οδηγήσει τα τελευταία χρόνια στην αύξηση της αναγκαιότητας για τη χρήση κάποιων ευρέως αποδεκτών λογιστικών προτύπων. Αυτή η ανάγκη προκύπτει από το γεγονός ότι η λογιστική πληροφορία αποκτά συνεχώς µεγαλύτερη σηµασία. Απαραίτητη για την ανάπτυξη και αποτελεσµατική λειτουργία της κεφαλαιαγοράς σε τοπικό και διεθνές επίπεδο αποτελεί η τυποποίηση της λογιστικής πληροφορίας. Στη σηµερινή εποχή, πολύ περισσότερο απ ότι στο παρελθόν, είναι επιτακτική η ανάγκη για εφαρµογή αποδεκτών, κατανοητών και εφαρµόσιµων σε διεθνές επίπεδο λογιστικών προτύπων. Η έναρξη της τυποποίησης της λογιστικής πληροφορίας έγινε στις Ηνωµένες Πολιτείες της Αµερικής το 1934. Συγκεκριµένα το 1934 δόθηκαν αρµοδιότητες στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για την καθιέρωση αρχών και κανόνων λογιστικής, ώστε να εξασφαλίζονται η αξιοπιστία και η συγκρισιµότητα των οικονοµικών καταστάσεων. Έως και το 1972 οι αρµοδιότητες αυτές θα ανατεθούν στον ιδιωτικό τοµέα, ωστόσο στη συνέχεια ιδρύεται το FASB (Financial Accounting Standards Board), το οποίο παραµένει και σήµερα το κύριο όργανο λογιστικής τυποποίησης στις Η.Π.Α. Ενώ στις Η.Π.Α. υπήρχαν σταθερά από το 1934 όργανα υπεύθυνα για τη λογιστική τυποποίηση, στον υπόλοιπο κόσµο ίσχυαν κυρίως τα τοπικά πρότυπα. Ωστόσο η παγκοσµιοποίηση κατέστησε επιτακτική την ανάγκη δηµιουργίας προτύπων που θα έκαναν δυνατή την εύκολη σύγκριση χρηµατοοικονοµικών πληροφοριών από όλους τους επενδυτές ανεξαρτήτου εθνικότητας. Έτσι φθάσαµε στην ίδρυση της Επιτροπής ιεθνών 4

Λογιστικών Προτύπων (International Accounting Standards Committee I.A.S.C.), η οποία το 2001 µετονοµάστηκε σε Συµβούλιο ιεθνών Λογιστικών Προτύπων (International Accounting Standards Board I.A.S.B.). Η υιοθέτηση από την Ευρωπαϊκή Ενωση των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (ΔΛΠ) το 2005 αποτελεί για την Ελλάδα τη Λογιστική Επανάσταση του 21ου αιώνα, με δεδομένη τη διαφορά φιλοσοφίας μεταξύ των ΔΛΠ και των Ελληνικών Λογιστικών Κανόνων (ΕΓΛΣ). Η επιτυχία ενός τέτοιου μεγέθους και σημασίας εγχειρήματος απαιτεί καλό σχεδιασμό, συντονισμό ενεργειών και συνεργασία όλων των εμπλεκομένων (κράτος και εποπτικοί φορείς, ορκωτοί ελεγκτές και διοικήσεις των υποκείμενων επιχειρήσεων). 5

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο : «ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ» Στο παρόν εισαγωγικό κεφάλαιο θα αναφερθούμε στην έννοια της Λογιστικής, τις ρίζες αυτής αλλά και τους κλάδους στους οποίους υποδιαιρείται. Οι στόχοι και οι σκοποί της είναι επιμέρους ενότητα του εν λόγω κεφαλαίου. 2.1. ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ Ο όρος «λογιστική» προέρχεται από το ρήμα «λογίζω», καθώς αντικείμενό της είναι η τήρηση λογαριασμών μέσω των οποίων αντικατοπτρίζεται ο λογισμός, δηλαδή η καταγραφή - αποτύπωση, λογιστικών γεγονότων. Η Λογιστική, αποτελεί κλάδο της Οικονομικής Επιστήμης, δεδομένου ότι είναι ένα σύστημα καταγραφής και ελέγχου της κερδοφορίας οικονομικών δραστηριοτήτων. Μέσω αυτής γίνεται συστηματική καταγραφή της χρηματικής αξίας υλικών ή άϋλων αγαθών όπως επίσης και δραστηριοτήτων που διαφοροποιούν την χρηματική αξία υλικών ή άϋλων αντικειμένων. Διαφορετικά θα μπορούσαμε να ορίσουμε τη λογιστική ως τον επιστημονικό κλάδο που ασχολείται με την παροχή οικονομικών, κατά κανόνα, πληροφοριών οι οποίες αναφέρονται στις οικονομικές μονάδες και αποσκοπεί στο ναν υποβοηθήσει τους ενδιαφερόμενους για τις μονάδες αυτές να λάβουν ορθές οικονομικές αποφάσεις. (Ναούμ Χρ.) Από την άλλη με την λογιστική, ως μαθηματικό σύστημα οικονομικού κορμού, οικονομικές δραστηριότητες, χρηματικές πράξεις ή συναλλαγές, προσδιορίζονται και καταγράφονται συστηματικά και μεθοδικά έτσι ώστε να είναι εφικτός ο μελλοντικός έλεγχος. Το σύστημα αυτό χρησιμοποιείται για την καταγραφή και τον έλεγχο οικονομικών πράξεων ιδιωτικού ή και δημοσίου φορέα. (Εγκυκλοπαίδεια, «Επιστήμη & Ζωή» Έκδοσεις Χατζηιακώβου Α.Ε) 6

Το γεγονός ότι με την λογιστική καταγράφονται και λαμβάνουν χρηματική αξία, μεθοδικά, όλες οι οικονομικές δραστηριότητες ιστορικά, από την παραγωγή στην κατανάλωση, κάνει εφικτή την δυνατότητα ο άνθρωπος να προσδώσει με σαφήνεια χρηματική αξία σε όλα τα αγαθά, αναγνωρίζοντας καθαυτό τον τρόπο το κόστος κάθε ύλης, ακόμα και το κόστος του ανθρώπινου δυναμικού. Είναι μια μορφή οικονομικού λογαριασμού που έχει αντικείμενο την εγγραφή των πλευρών της αναπαραγωγής που εκφράζονται σε χρηματική μορφή και τις διάφορες πράξεις που δημιουργούν κίνηση υλικών και χρηματικών μέσων. Οι μέθοδοι και η τεχνική της Λογιστικής σημείωσαν στους αιώνες μια συνεχή βελτίωση. Επιπλέον, η λογιστική μπορεί να θεωρηθεί και κλάδος της Μαθηματικής επιστήμης, ως τέτοιος βασίζεται σε ένα σύστημα κατάταξης, δηλαδή ανάλογα με τον τύπο της συναλλαγής π.χ. παραγωγής, ανταλλαγής ή κατανάλωσης, δια της ακολουθούμενης στη συνέχεια ανάλυσης και σύνθεσης αυτών επιτυγχάνεται ο ακριβής προσδιορισμός της οικονομικής πραγματικότητας και της πορείας μιας συγκεκριμένης οικονομικής δραστηριότητας. Με την εξέλιξη των οικονομικών σχέσεων που συνεχώς γίνονται πιο περίπλοκοι και η λογιστική συνεχώς τελειοποιείται. Κύρια μέθοδος σήμερα της λογιστικής είναι η διπλογραφική σε αντίθεση της απλογραφικής που ακολουθούταν παλαιότερα. Η διπλογραφική μέθοδος δεν περιορίζεται μόνο στην απλή καταγραφή - καταχώρηση αλλά και στη συστηματική παρακολούθηση δια δεύτερου λογαριασμού όπου και κατοπτρίζεται ο αντίκτυπος που έχει ο πρώτος στη θέση της οικονομικής δραστηριότητας ακόμα και σε συγκεκριμένο χρόνο. Η Λογιστική συστηματικά καταγράφει και ποσοτικοποιεί όλα τα μεγέθη μίας επιχείρησης ή επιχειρηματικής μονάδας σε χρηματικές μονάδες. Η λογιστική επιστήμη χωρίζεται σε διάφορες κατηγορίες ανάλογα με το σκοπό και τις πληροφοριακές ανάγκες ποιών ομάδων ενδιαφερομένων εξυπηρετεί. Μια πρώτη διάκριση γίνεται με βασικό κριτήριο την εσωστρέφεια ή την εξωστρέφεια των πληροφοριών, σε: Χρηματοοικονομική Λογιστική: 7

εξυπηρετεί τις πληροφοριακές ανάγκες των τρίτων, έξω από την επιχείρηση Διοικητική Λογιστική: εξυπηρετεί τις πληροφοριακές ανάγκες μέσα στην επιχείρηση. Στον ευρύτερο κλάδο της Διοικητικής Λογιστικής υπάγεται και η Λογιστική Κόστους (ή Κοστολόγηση ή Αναλυτική Λογιστική). Η διάκριση που γίνεται στο Ελληνικό Γενικό Λογιστικό Σχέδιο (ΕΓΛΣ) είναι σε: Γενική Λογιστική (Ομάδες 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8), Αναλυτική Λογιστική (Ομάδα 9) και Λογαριασμοί Τάξεως (Ομάδα 0). Συγκεντρωτικά θα μπορούσαμε να αναφέρουμε πως λογιστική είναι εκείνος ο επιστημονικός κλάδος που ασχολείται με τις σχέσεις που δημιουργούνται μεταξύ των οικονομικών μονάδων. Οι συνέπειες αυτών των σχέσεων τόσο σε εξωτερικό όσο και σε εσωτερικό επίπεδο επιχείρησης είναι επίσης αντικείμενο μελέτης της Λογιστικής Επιστήμης. Η έννοια της οικονομικής αλλά και η έννοια της λογιστικής μονάδας αποτελούν επιμέρους έννοιες με τις οποίες ασχολείται η Λογιστική. 2.1.1. ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ Η Λογιστική δεν είναι μια πρόσφατη έννοια, αντίθετα, πρόκειται για μια έννοια που έχει τις ρίζες της στην αρχαιότητα μιας και λογιστικές σημειώσεις σχετικές με την είσπραξη φόρων και τη διαχείριση της περιουσίας των ναών και των βασιλιάδων συναντάμε ακόμη και στην αρχαιότητα. Η λογιστική από τα βάθη της προϊστορίας µέχρι και σήµερα, πορεύεται ανάλογα µε την εξέλιξη της οικονοµικής και πολιτιστικής ζωής του ανθρώπου. Είναι ιστορικά εξακριβωµένο ότι οι άνθρωποι των προϊστορικών πολιτισµών έκαναν λογιστικές εγγραφές χωρίς αριθµούς και χωρίς γράµµατα, γράφοντας διάφορα σύµβολα (γραµµές ή σηµεία ) πάνω σε δέντρα, πλάκες, πίνακες και ξύλα για να εκφράσουν λογιστικές πράξεις. Αργότερα, οι Ρωμαίοι έμποροι χρησιμοποιούσαν ένα βιβλίο ταμείου, που αποτελούσε τη βάση για τις φορολογικές τους υποχρεώσεις. Η Λογιστική αναπτύχθηκε ως αυτοτελής 8

γνωστικός κλάδος γύρω στα 1500 μ.χ. στη Βενετία. Συγκεκριμένα την εποχή εκείνη ο Ιταλός μοναχός Louca Paciolo δημοσίευσε το έργο του «Summa de Aritmetica, Geometria, Proportioni e Propotionalita» στο οποίο περιλαμβάνονται οι βασικοί λογιστικοί κανόνες. Τον 19ο αιώνα, με τη βιομηχανική επανάσταση η Λογιστική έγινε αναγκαία και άρχισε να διδάσκεται συστηματικά. Από τότε γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη γιατί εξυπηρέτησε τον κόσμο των οικονομικών μονάδων. Στις μέρες μας αποκτά ιδιαίτερη σημασία με δεδομένη τη χρήση των Η/Υ στις εργασίες της. 2.1.2. ΣΤΟΧΟΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΟΣ Οι στόχοι και οι σκοποί της Λογιστικής ποικίλουν ανάλογα με το είδος αυτής αλλά και από τα άτομα που τη χρησιμοποιούν. Οι κυριότεροι στόχοι και συνήθως κοινοί για όποιον ασχολείται με τη λογιστικοί είναι οι ακόλουθοι: Ο προσδιορισμός της οικονομικής κατάστασης (περιουσίας) της επιχείρησης σε κάθε χρονική στιγμή Η παρακολούθηση των μεταβολών των περιουσιακών στοιχείων Ο προσδιορισμός των οικονομικών αποτελεσμάτων (κερδών ή ζημιών) που προκύπτουν από τη δράση της επιχείρησης σε μια χρονική περίοδο. Η δυνατότητα να ασκηθούν έλεγχοι στη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων. Οι έλεγχοι μπορεί να είναι ουσιαστικοί, τυπικοί, προληπτικοί, κατασταλτικοί, νομιμότητας κτλ. Η συγκέντρωση στατιστικών δεδομένων που αφορούν στη μελέτη της εξέλιξης των οικονομικών μεγεθών της επιχείρησης. Η ιστορική απεικόνιση της περιουσιακής συγκρότησης ενός οικονομικού οργανισμού. Οι έλεγχοι που δημιουργούνται στα μεγέθη της περιουσιακής διάρθρωσης. Η σύνταξη οικονομικών καταστάσεων και η παροχή αριθμητικών δεδομένων τα οποία προσδιορίζουν εκτός των άλλων και τα οικονομικά αποτελέσματα. Ο τρόπος υλοποίησης αυτόν διαφοροποιείται από επιχείρηση σε επιχείρηση. 9

Η λογιστική τυποποίηση έχει αντίκτυπο τόσο στην εθνική οικονοµία όσο και στην κοινωνική, οικονοµική και δηµοσιονοµική πολιτική. Με την υλοποίηση της λογιστικής τυποποίησης σε εθνική κλίµακα επιτυγχάνεται: η παροχή αντικειµενικών, ορθών, και σαφώς καθορισµένων πληροφοριών στους λήπτες επιχειρηµατικών αποφάσεων προκειµένου να επιτευχθεί η ορθολογικότερη επένδυση των κεφαλαίων και η αύξηση της παραγωγικότητας. ο καθορισµός κοινής ορολογίας και κοινής «λογιστικής γλώσσας» στον οικονοµικό κόσµο. ο ακριβής, οµοιογενής, αντικειµενικός και ορθός υπολογισµός των στοιχείων σχετικά µε την οικονοµική κατάσταση και τα αποτελέσµατα των επιχειρηµατικών µονάδων. η διενέργεια διαχειριστικών, φορολογικών, αγορανοµικών και τραπεζικών ελέγχων. η διευκόλυνση της κατάρτισης οικονοµικών αναλύσεων και µελετών τόσο σε κλαδικό όσο και σε διακλαδικό επίπεδο ή επίπεδο γενικότερης σηµασίας σε άλλους κλάδους της οικονοµίας. Η ευεργετική επίδραση της λογιστικής τυποποίησης στην ιδιωτική οικονοµία συνοψίζεται ως ακολούθως: το λογιστικό σχέδιο αποτελεί τον επιτελικό χάρτη πάνω στον οποίο βασίζεται η ορθολογική και επιστηµονική διεύθυνση του λογιστηρίου. διευκολύνεται η εφαρµογή των εκσυγχρονισµένων µεθόδων διεξαγωγής της λογιστικής εργασίας µε σύγχρονα µηχανολογιστικά και ηλεκτρονικά συστήµατα, µε συνέπεια τη µείωση του λειτουργικού κόστους και τη παροχή πληροφοριών σε σύντοµο χρονικό διάστηµα. επιτυγχάνεται πλήρης και ορθή κοστολόγηση και προσδιορισµός των αναλυτικών αποτελεσµάτων της εταιρίας κατά τµήµα ή κατά δραστηριότητα. καθιερώνεται ενιαίος τύπος οικονοµικών καταστάσεων µε οµοιογενές περιεχόµενο που επιτρέπει: 10

τη µελέτη και σύγκριση της επιχείρησης διαχρονικά, κλαδικά και διακλαδικά. την παροχή στις τράπεζες ορθών στοιχείων για την εκτίµηση της πιστοληπτικής ικανότητας της επιχείρησης. την παροχή στις επαγγελµατικές οργανώσεις αντικειµενικών και οµοιογενών στοιχείων για τη σύναψη κλαδικών, συλλογικών συµβάσεων. διευκολύνεται ο φορολογικός έλεγχος της επιχείρησης αφού καθίσταται ευχερέστερος και αντικειµενικότερος εξαιτίας της γνώσης του φορολογικού ελεγκτή για το περιεχόµενο του κάθε λογαριασµού και αφού ο τυποποιηµένος λογαριασµός εκµετάλλευσης παρέχει στοιχεία για τον προσδιορισµό του φορολογητέου εισοδήµατος. 2.2. ΟΙ ΒΑΣΙΚΕΣ ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ Η ανάλυση, η καταχώρηση, η συγκέντρωση και η παρουσίαση των γεγονότων που επηρεάζουν την οικονομική κατάσταση μιας επιχείρησης στηρίζονται σε μια σειρά θεμελιωδών Λογιστικών αρχών. Ουσιαστικά οι λογιστικές αρχές είναι κανόνες και κατευθυντήριες οδηγίες που διέπουν τη συγκρότηση και τη λειτουργία του λογιστικού συστήματος. Οι πιο βασικές από αυτές τις αρχές είναι οι ακόλουθες: Η αρχή της λογιστικής μονάδας Κάθε επιχειρηματική, μονάδα θεωρείται ότι έχει τα δικά μέσα δράσης και δικές της υποχρεώσεις, τόσο έναντι τριών όσο και έναντι φορέων της, και ότι αποτελεί ξεχωριστή και αυτοτελή οντότητα. Υπάρχουν περιπτώσεις που θεωρείται λογιστική οντότητα για λόγους σκοπιμότητας ένας όμιλος επιχειρήσεων. Η αρχή του ιστορικού κόστους 11

Σύμφωνα με την αρχή του ιστορικού κόστους, το λογιστικό σύστημα πρέπει να παρέχει πληροφορίες σχετικά με το κόστος των πόρων της επιχείρησης, δηλαδή την τιμή στην οποία τους απέκτησε. Ιστορικό κόστος είναι το ποσό των χρημάτων που καταβλήθηκε για την απόκτηση στοιχείων του Ενεργητικού ή τα χρήματα που λήφθησαν κατά τη δημιουργία μιας υποχρέωσης (π.χ. λήψη δανείων). Η αρχή της συνέχειας Η λογιστική μονάδα συνεχίζει τη δραστηριότητά της για αόριστο χρονικό διάστημα (συνήθως μέχρι να υλοποιήσει το πρόγραμμά της και να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της). Η αρχή της περιοδικότητας Έχει επιβληθεί η συμβατική διαίρεση της ζωής των επιχειρηματικών μονάδων σε ίσα χρονικά διαστήματα, και ο περιοδικός προσδιορισμός των αποτελεσμάτων τους (συνήθως ως λογιστική περίοδος θεωρούνται τα ακόλουθα: τρίμηνο, εξάμηνο, έτος). Η αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων Το λογιστικό αποτέλεσμα της χρήσης προκύπτει ως διαφορά μεταξύ των εσόδων και των εξόδων με βάση την αρχή της συσχέτισης. Κατά αυτό τον τρόπο έσοδα ή έξοδα των προηγούμενων ή των επόμενων χρήσεων δεν θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη καθώς κάθε χρήση θεωρείται ανεξάρτητη. Η αρχή της αντικειμενικότητας Σύμφωνα με την αρχή της αντικειμενικότητας, κάθε λογιστική πληροφορία πρέπει να δίνει την πραγματική εικόνα της κατάστασης ή του γεγονότος στο οποίο αναφέρεται. Για να γίνει αυτό, θα πρέπει κάθε κατάσταση ή λογιστικό γεγονός να αποτυπώνεται σε λογιστικά έγγραφα. Η αρχή της συγκρισιμότητας Σύμφωνα με αυτή την αρχή ένας επενδυτής μπορεί να καθορίσει τις προτιμήσεις του μεταξύ όλων των εναλλακτικών ενδεχομένων. Παράδειγμα: Μπορεί να εκφράσει αν προτιμά μια επιλογή Α από μια επιλογή Β ή αν είναι αδιάφορος μεταξύ των Α και Β. Η αρχή της αναγνώρισης των εσόδων 12

Με βάση τη λογιστική αρχή της αναγνώρισης των εσόδων, τα έσοδα μίας επιχείρησης αναγνωρίζονται καθώς ένα προϊόν πωλείται ή μία υπηρεσία παρέχεται, ανεξαρτήτως του πότε πραγματικά εισπράττονται τα χρήματα. Σύμφωνα δηλαδή με αυτή τη βασική λογιστική αρχή, μία εταιρία μπορεί να κερδίσει και να αναγνωρίσει έσοδα 10.000 τον πρώτο μήνα λειτουργίας της, αλλά να εισπράξει 0 σε πραγματικά χρήματα το ίδιο χρονικό διάστημα. Παράδειγμα: Μία εταιρία Α παρέχει μία υπηρεσία με αξία 100. Η εταιρία πρέπει να αναγνωρίσει τα έσοδα των 100 μετά την παροχή της υπηρεσίας, ανεξαρτήτως του αν ο πελάτης πληρώσει αμέσως ή μετά από ένα μήνα. Η αρχή της συσχέτισης εσόδων - εξόδων Σύμφωνα με την λογιστική αρχή της συσχέτισης εσόδων - εξόδων, τα έξοδα απαιτείται να αναγνωρίζονται στο ίδιο χρονικό διάστημα που πραγματοποιήθηκαν και τα έσοδα που οφείλονται σε αυτά. Έτσι συσχετίζονται τα έσοδα με τα έξοδα και προσδιορίζεται αν η επιχείρηση είχε κέρδος ή ζημιά από μια συναλλαγή. Παράδειγμα: Τα έξοδα πωλήσεων πρέπει να αναγνωριστούν όταν γίνουν οι πωλήσεις (και όχι όταν πληρωθούν από την επιχείρηση). Οι μισθοί των υπαλλήλων αναγνωρίζονται σαν έξοδο την εβδομάδα που δούλεψαν κι όχι την εβδομάδα που πληρώθηκαν. Σε ορισμένες περιπτώσεις δεν ακολουθείται η αρχή της συσχέτισης εσόδων - εξόδων για λόγους συνέπειας. Παράδειγμα: Η διαφήμιση αναγνωρίζεται ως έξοδο στο έτος πραγματοποίησης, καθώς μπορεί να μετρηθεί το μελλοντικό οικονομικό όφελος και δεν είναι βέβαιο ότι θα φέρει έσοδα στο μέλλον. Η αρχή της αποκάλυψης / πλήρους γνωστοποίησης Σύμφωνα με την αρχή της αποκάλυψης ή αρχή της πλήρους γνωστοποίησης, οι επιχειρήσεις πρέπει να πληροφορούν τους τρίτους για κάθε γεγονός ή κατάσταση του οποίου η συμβολή στη λήψη ορθολογικών αποφάσεων είναι καθοριστική. 13

Υφίστανται πάντως μερικοί περιορισμοί για την προστασία της επιχείρησης. 2.3. ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗ Η λογιστική τυποποίηση έχει ως σκοπό την συγκέντρωση ομοιογενών και σωστών στοιχείων και πληροφοριών σχετικά με την περιουσιακή διάρθρωση, τη χρηματοοικονομική θέση και την παραγωγική και συναλλακτική δραστηριότητα όλων των οικονομικών μονάδων της χώρας, κατά κλάδους αλλά και συνολικά. Σύμφωνα με τον Νόμο 1041/1980, με τον οποίο καθιερώθηκε ο θεσμός του Ελληνικού Γενικού Λογιστικού Σχεδίου, άρθρο 48, παρ 1: «Το Γενικό Λογιστικό Σχέδιο αποτελεί σύστημα κανόνων ταξινομήσεως και λογιστικών μεθόδων, δια του οποίου σκοπείτε η τυποποίηση των υπό των οικονομικών μονάδων της χώρας τηρούμενων λογαριασμών, η καθ ενιαίο τρόπο λειτουργία και συλλειτουργία αυτών. Η βάση παραδεδεγμένων αρχών και μεθόδων αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων, η σύνταξη και δημοσίευση τυποποιημένων ισολογισμών, λογαριασμών αποτελεσμάτων και λοιπών οικονομικών καταστάσεων και ο εν γένει σχεδιασμός της λογιστικής εις εθνική κλίμακα». Η λογιστική τυποποίηση εδραιώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1980 με την εισαγωγή του Ελληνικού Γενικού Λογιστικού Σχεδίου (ΕΓΛΣ) και την υποχρεωτική εφαρμογή του για όλες τις εταιρείες. Πρόσφατα (το 2005) ενισχύθηκε με την νομοθετική καθιέρωση των Διεθνών Λογιστικών Προτύπων για τις εισηγμένες εταιρείες στο Χρηματιστήριο Αξίων Αθηνών (ΧΑΑ). 2.3.1. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΣΧΕΔΙΩΝ 14

Οι λογαριασμοί του ΕΓΛΣ ταξινομούνται σε 10 ομάδες. Οι ομάδες 1-8 αφορούν την Γενική Λογιστική. Η ομάδα 9 αφορά την Αναλυτική Λογιστική Εκμεταλλεύσεως και η ομάδα 10 (0) αφορά στους λογαριασμούς τάξεως. Ειδικότερα: Στις ομάδες 1-5 περιλαμβάνονται οι λογαριασμοί του Ισολογισμού, δηλαδή εκείνοι που στο τέλος της διαχειριστικής χρήσης δημιουργούν τον Ισολογισμό. Από 1-3 είναι οι λογαριασμοί του ενεργητικού ενώ 4-5 οι λογαριασμοί του παθητικού. Οι ομάδες 6-8 περιλαμβάνουν τους λογαριασμούς αποτελεσμάτων. Στην ομάδα 9 περιλαμβάνεται ο λογαριασμός αναλυτική λογιστική εκμεταλλεύσεως. Στην ομάδα 10(0) περιλαμβάνονται οι λογαριασμοί τάξεως οι οποίοι είναι ειδικής κατηγορίας λογαριασμοί, λειτουργούν πάντοτε αμοιβαία σε ένα αυτόνομο λογιστικό κύκλωμα. Η λογιστική τυποποίηση συμβάλει ευεργετικά στην εθνική οικονομία. Αναλυτικότερα, συμμετέχει έμμεσα στην άσκηση ορθολογικής πολιτικής καθώς και κοινωνικής πολιτικής, διότι παρέχει στις Στατιστικές υπηρεσίες τα απαραίτητα, ακριβή και αληθινά στοιχεία σχετικά με την οικονομική κατάσταση όλων των οικονομικών μονάδων. Τα στοιχεία αυτά είναι απαραίτητα για την κατάρτιση των εθνικών λογαριασμών, οι οποίοι και μας δίνουν το ύψος του εθνικού προϊόντος, του εθνικού εισοδήματος καθώς και της εθνικής δαπάνης. Η γνώση των μεγεθών αυτών βοηθάει στην άσκηση δημοσιονομικής πολιτικής του κράτους. Επιπλέον τα οικονομικά στοιχεία βοηθούν τις τράπεζες στην διάθεση των πιστώσεων καθώς και στην επένδυση των κεφαλαίων. Επιπλέον έτσι διευκολύνεται η εγκατάσταση ενός συστήματος εσωτερικού ελέγχου, αλλά και ο έλεγχος για τις ελεγκτικές αρχές. Με την καθιέρωση του ΓΛΣ δημιουργείται ένα ενιαίο περιβάλλον, κοινό για όλους τους ενδιαφερομένους, στο λογιστικό τρόπο χειρισμού των συναλλαγών και στην απεικόνιση της οικονομικής κατάστασης και της περιουσιακής διάρθρωσης. Ακολουθούνται ομοιόμορφοι κανόνες αποτίμησης των στοιχείων του Ισολογισμού καθώς και μέθοδοι απόσβεσης πάγιων στοιχείων με βάση τις παραδεκτές αρχές. Καθορίζονται ενιαίοι κανόνες κοστολόγησης, ενιαία ονοματολογία λογαριασμών και η συνδεσμολογία τους. Τέλος καθιερώνεται ένας ενιαίος τύπος για τις οικονομικές καταστάσεις που δημοσιεύονται(ισολογισμός, Αποτελέσματα Χρήσης, Πίνακας διάθεσης αποτελεσμάτων κ.τ.λ.). Έτσι οι άμεσα συναλλασσόμενοι με την οικονομική 15

μονάδα διευκολύνονται στην κατανόηση τους και την ακριβή εκτίμηση της πιστοληπτικής ικανότητας της μονάδας. 16

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Ο : «ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΔΙΕΘΝΩΝ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΤΥΠΩΝ (ΔΛΠ)» 3.1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Τα τελευταία χρόνια είναι συχνό φαινόμενο η συνεργασία επιχειρήσεων και πέραν τον συνόρων μιας χώρας. Αυτό οφείλεται στη διαρκή δημιουργία και ανάπτυξη των επιχειρήσεων και στους αυξημένους ρυθμούς ανταγωνιστικότητας. Εξαιτίας αυτής της διεθνούς συνεργασίας των επιχειρήσεων, κατέστη αναγκαίο η εφαρμογή προτύπων, που να είναι αποδεκτά, τόσο από το ευρωπαϊκό, όσο και από το παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον. Για το λόγο αυτό δημιουργήθηκαν τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα. Τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα ( ή I.F.R.S. International Financial Reporting Standards) ή Διεθνή Λογιστικά Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης όπως αποκαλούνται σήμερα αφορούν τις οικονομικές καταστάσεις που καταρτίζονται κατά τις διαχειριστικές χρήσεις. Η σημασία τους είναι ιδιαίτερα σημαντική λόγο της κατάργησης των οικονομικών συνόρων και της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας. Η ενιαία λογιστική έκφραση των οικονομικών μεγεθών απαιτεί την εφαρμογή των Λογιστικών Αρχών Κανόνων και Διεθνών Λογιστικών Προτύπων. Τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα είναι ένα συγκροτημένο σύνολο αρχών και κανόνων, που ενσωματώνουν παγκόσμια εμπειρία και γνώση με αντικειμενικό σκοπό την επιδίωξη να αποκαλύπτεται η πραγματική Χρηματοοικονομική θέση μιας επιχειρήσεως, η απόδοση αυτής αλλά και η περιουσιακή της διάρθρωση. Με διαφορετικά λόγια τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα είναι μια επιλεγμένη σειρά γενικά παραδεγμένων Λογιστικών Αρχών και Μεθόδων που αποβλέπουν στην κατάρτιση και παρουσίαση των Οικονομικών Καταστάσεων των εταιρειών με εισηγμένες κυρίως τις μετοχές τους στο Χρηματιστήριο, μετά από αποτίμηση των επιμέρους περιουσιακών στοιχείων και των υποχρεώσεων στην πραγματική αξία τους, ώστε οι παρεχόμενες με αυτές 17

χρηματοοικονομικές πληροφορίες να είναι ομοιόμορφες και αξιόπιστες σε Διεθνές επίπεδο. Τα Δ. Λ. Π. (International Accounting Standards) ξεκίνησαν τον Ιούνιο του 1973 από μία επιτροπή που ονομαζόταν «Επιτροπή Διεθνών Λογιστικών Προτύπων» International Accounting Standards Committee ( I.A.S.C ) ύστερα από συμφωνία των Λογιστικών Σωμάτων του Καναδά, της Γερμανίας, της Γαλλίας, της Αυστραλίας, της Ολλανδίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και Ιρλανδίας, του Μεξικού και των Η.Π.Α. Έπειτα τον Απρίλιο του 2001 μετονομάστηκε σε International Accounting Standards Board ( I.A.S.B ). Οι σκοποί της Επιτροπής αυτής, είναι οι εξής: α) να διαμορφώνει και να δημοσιεύει για το ευρύτερο κοινό Λογιστικά Πρότυπα και να προωθεί την παγκόσμια αποδοχή και τήρησή τους και β) να εργάζεται για τη βελτίωση και την εναρμόνιση των κανόνων, των λογιστικών προτύπων και των διαδικασιών, που είναι σχετικά με τη παρουσίαση των οικονομικών καταστάσεων. Κάνοντας μια μικρή ιστορική αναδρομή για να δούμε από πού ξεκίνησε η δημιουργία των Δ.Λ.Π. αξίζει να αναφέρουμε τα ακόλουθα: από τα μέσα της δεκαετίας του 1990, οι νομοθεσίες αρκετών κρατών-μελών, επέβαλαν την χρήση των Δ.Λ.Π.. Επίσης, ένα γεγονός που κατέστησε επιτακτική την ανάγκη για αξιόπιστα λογιστικά πρότυπα, ήταν η οικονομική κρίση που ξέσπασε στην ΝΑ Ασία το 1998. Το Μάρτιο του 2002, ψηφίστηκε στην Ελλάδα σχετικό άρθρο (Ν. 2992/2002 ΦΕΚ 54 Α /20-3-2002), το οποίο προβλέπει την υποχρεωτική εφαρμογή των Δ.Λ.Π. από 01-01- 2003 κατά την κατάρτιση των δημοσιευμένων οικονομικών καταστάσεων, από τις Ανώνυμες Εταιρίες, των οποίων οι μετοχές είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο Αξιών Αθηνών (Χ.Α.Α.). Αξίζει στο σημείο αυτό να σχολιάσουμε ότι λόγο της μακρόχρονης και διαρκής παρέμβασης που υφίσταται η ελληνική φορολογική νομοθεσία στα λογιστικά θέματα διαστρεβλώθηκαν ακόμη και οι βασικές λογιστικές αρχές και διαδικασίες, με αποτέλεσμα να πολλαπλασιάζονται τα προβλήματα προσαρμογής. Όσοι ασχολούνται με την εφαρμοσμένη λογιστική, δεν έχουν προλάβει να κατανοήσουν και να εμβαθύνουν 18

στις νέες αρχές και διαδικασίες που καθιερώνουν τα Δ.Λ.Π., γιατί δεν υπάρχει η κατάλληλη ενημέρωση και ο απαραίτητος χρόνος. Όπως είναι λογικό, προτού εφαρμοστούν τα Δ.Λ.Π. θα πρέπει να προηγηθεί μια προετοιμασία με τη λήψη κατάλληλων μέτρων. Παρ όλα αυτά όμως δεν έχει γίνει καμία ρύθμιση ούτε για τα κατάλληλα μέτρα που πρέπει να ληφθούν ούτε για τον καθορισμό των προσώπων που θα είναι αρμόδια και υπεύθυνα για την εκτίμηση των παγίων περιουσιακών στοιχείων.όλα αυτά είναι απολύτως απαραίτητα γιατί μπορεί να δημιουργηθούν λάθη από υποκειμενικούς χειρισμούς και υπάρχει κίνδυνος δημιουργίας λογιστικής αναρχίας.οι επιπτώσεις σε αυτή την περίπτωση θα είναι πολύ σοβαρές. Πρέπει να επισημανθεί ότι σε τέτοιου είδους περιπτώσεις μια επιχείρηση μπορεί ακόμα να φτάσει και στην πτώχευση.έτσι για να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος πτώχευσης θα πρέπει να υιοθετείται η αρχή του Ιστορικού Κόστους γιατί έχει το πλεονέκτημα της αντικειμενικότητας. Ενώ για την αποτίμηση ισχύει η αρχή της «εύλογης αξίας». Επίσης πριν τα Δ.Λ.Π εφαρμοστούν, η ελληνική οικονομία έπρεπε και αναμόρφωσε τα λογιστικά της πρότυπα σύμφωνα με τα λογιστικά πρότυπα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο στόχος των Ελληνικών Λογιστικών Προτύπων είναι η προστασία της βιωσιμότητας της επιχείρησης ως κύτταρο της κοινωνικής οικονομίας, ενώ τα Δ.Λ.Π έχουν ως σκοπό την πληροφόρηση των επενδυτών και την εξυπηρέτηση της λειτουργικότητας των χρηματιστηρίων αξιών. Οι ουσιαστικές διαφορές τους επικεντρώνονται στην εφαρμογή διαφορετικών κανόνων αποτίμησης ορισμένων επιμέρους περιουσιακών στοιχείων. 3.2. ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΤΩΝ ΔΙΕΘΝΩΝ ΠΡΟΤΥΠΩΝ Τα ιεθνή Λογιστικά Πρότυπα βασίζονται σε κάποιες γενικές παραδεκτά λογιστικές αρχές οι οποίες διασφαλίζουν την αντικειµενικότητα, εγκυρότητα και αξιοπιστία τους. Πιο αναλυτικά, οι αρχές αυτές παρουσιάζονται παρακάτω. Αρχή της ακριβοδίκαιης παρουσίασης Οι οικονοµικές καταστάσεις των εταιρειών που καταρτίζονται σύµφωνα µε τα ΛΠ θα πρέπει να συµµορφώνονται απαραίτητα σε όλες τις αρχές των προτύπων και να παρουσιάζουν ακριβοδίκαια την οικονοµική κατάσταση της επιχείρησης. η εφαρµογή 19

τους θα πρέπει να είναι πολύ προσεκτική ούτος ώστε να µην παραποιούνται τα οικονοµικά δεδοµένα των εταιρειών προς παραπληροφόρηση των χρηστών των καταστάσεων. Σε κάποιες περιπτώσεις η χρήση ενός προτύπου µπορεί να οδηγήσει σε στρεβλή πληροφόρηση. Αυτό µπορεί να αποφευχθεί κάτω από συγκεκριµένες προϋποθέσεις που παρουσιάζονται στις Επεξηγηµατικές Σηµειώσεις, όπου εκεί ερµηνεύονται και οι οικονοµικές επιπτώσεις που έχουν οι ενέργειες αυτές στην επιχείρηση. Έτσι κάθε παρέκκλιση από τα ιεθνή Λογιστικά Πρότυπα γίνεται µε την προϋπόθεση ότι θα εξηγείται ο λόγος που συµβαίνει αυτό. Αρχή της Συνεχιζόµενης ραστηριότητας Η Αρχή της Συνεχιζόµενης ραστηριότητας (going concern) τονίζει ότι η οικονοµική µονάδα θα πρέπει να παρουσιάζει συνεχιζόµενη δραστηριότητα, η οποία θα φαίνεται στις χρηµατοοικονοµικές καταστάσεις, εκτός εάν η διοίκηση προτίθεται να ρευστοποιήσει την επιχείρηση ή να παύσει τις εµπορικές συναλλαγές, οπότε το γεγονός αυτό γνωστοποιείται στις οικονοµικές καταστάσεις. Αρχή εδουλευµένων Εσόδων-Εξόδων Με βάση την Αρχή των εδουλευµένων Εσόδων και Εξόδων, τα έσοδα και τα έξοδα λογίζονται στη χρήση που αφορούν, ανεξάρτητα από το χρόνο είσπραξης ή πληρωµής τους. Έσοδα ή έξοδα προηγούµενων χρήσεων δεν πρέπει να λαµβάνονται υπόψη. Συνεπώς κάθε χρήση θεωρείται ανεξάρτητη από την άλλη. Αρχή της Αυτοτέλειας των χρήσεων Σύµφωνα µε την Αρχή των εδουλευµένων Εσόδων και Εξόδων κάθε χρήση θεωρείται ανεξάρτητη από τις άλλες. Γίνεται ειδική µνεία, στην παράγραφο 26: «Οι συναλλαγές απεικονίζονται στις οικονοµικές καταστάσεις όταν πραγµατοποιούνται και απεικονίζονται κατά τις χρήσεις που αυτές αφορούν». Οµοιοµορφία των Οικονοµικών Καταστάσεων Η εµφάνιση και ταξινόµηση των στοιχείων στις οικονοµικές καταστάσεις θα πρέπει να παραµένει η ίδια από χρήση σε χρήση, εκτός αν πραγµατοποιηθεί: µεταβολή στις επιχειρηµατικές δραστηριότητες της επιχειρηµατικής µονάδας. µεταβολή που απαιτείται από τα ΛΠ. Σπουδαιότητα και ολότητα 20

Κάθε σηµαντικό στοιχείο θα πρέπει να παρουσιάζεται ξεχωριστά στις οικονοµικές καταστάσεις ενώ τα επουσιώδη ποσά-στοιχεία θα πρέπει να συναθροίζονται µε ποσάστοιχεία όµοιας φύσης. Η παράλειψη σηµαντικών οικονοµικών δεδοµένων θεωρείται ατόπηµα και µπορεί να αποβεί µοιραίο για τις επενδυτικές αποφάσεις των χρηστών. Συµψηφισµοί εν επιτρέπεται ο συµψηφισµός στοιχείων ενεργητικού - παθητικού, εσόδων - εξόδων, ζηµιών - κερδών, περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων, εκτός από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 33, στο ΛΠ 1. Συγκριτική Πληροφόρηση Οι διαχρονικές καταστάσεις πρέπει να είναι διαχρονικά συγκρίσιµες έτσι ώστε οι χρήστες να εκτιµούν τις τάσεις και να προβαίνουν σε προβλέψεις για το µέλλον. Για να επιτευχθεί αυτός ο σκοπός, επιτρέπεται η παρουσίαση των οικονοµικών καταστάσεων σε δυο στήλες, ούτως ώστε να φαίνονται τα κονδύλια της τρέχουσας και της προηγούµενης περιόδου αναφοράς ή των προηγούµενων περιόδων και να υπάρχει χρονική, κλαδική και διακλαδική σύγκριση. Σε κάποιες περιπτώσεις µπορεί να συµβεί να υπάρξει παρέκκλιση από τη προηγούµενη περίοδο, αλλά αυτό θα συµβεί µόνο στην περίπτωση που επιτρέπονται από τα πρότυπα. 3.3. ΤΑ ΔΙΕΘΝΗ Τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα για τα οποία γίνεται πολύς λόγος από κάθε επιχείρηση που οφείλει να συμμορφωθεί και να λειτουργήσει βάσει αυτών παρουσιάζονται στις ακόλουθες ενότητες. Τι είναι στην πραγματικότητα τα συγκεκριμένα πρότυπα; Τι αφορούν; Ποιός ο σκοπός τους και πώς εφαρμόζονται; Είναι μερικά βασικά ερωτήματα που θα προσπαθήσουμε να απαντήσουμε παρακάτω. 3.3.1. ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΑ Δ.Λ.Π. Στην προσπάθεια µας να εξηγήσουµε µε απλοποιηµένο τρόπο τι είναι τα ιεθνή Λογιστικά Πρότυπα, θα λέγαµε ότι αποτελούν µια ενιαία δέσµη διεθνών λογιστικών 21

προτύπων υψηλής ποιότητας, τα οποία βοηθούν στην σύνταξη ενοποιηµένων χρηµατοοικονοµικών καταστάσεων, ως ακολούθως: Ισολογισµός, Κατάσταση Αποτελεσµάτων Χρήσης, Κατάσταση µεταβολών Χρηµατοοικονοµικής θέσης Κατάσταση Ταµειακών Ροών Επεξηγηµατικές Σηµειώσεις Τα ιεθνή Λογιστικά Πρότυπα (.Λ.Π., International Accounting Standards - I.A.S), τα οποία εξελίσσονται και αναθεωρούνται συνεχώς, αποτελούν ένα σύνολο κανόνων και λογιστικών αρχών, που σχετίζονται µε την κατάρτιση και παρουσίαση των οικονοµικών καταστάσεων (Καββαδίας, 2003). Πρόκειται, δηλαδή για λογιστικές πρακτικές υπό τη µορφή νόµων µε τους οποίους καλούνται να εναρµονιστούν υποχρεωτικά οι ελληνικές επιχειρήσεις, µετά από τη σχετική κοινοτική οδηγία (ΕΚ αριθ. 1606/2002) (http://www.wikipedia.gr). Εάν θέλαµε όµως να δώσουµε επίσηµο ορισµό θα βασιζόµαστε στο άρθρο 2 του κανονισµού αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου της 19ης Ιουλίου 2002 το οποίο αναφέρει: «Ως ιεθνή Λογιστικά Πρότυπα νοούνται τα ιεθνή Λογιστικά Πρότυπα ( ΛΠ), τα ιεθνή Πρότυπα χρηµατοοικονοµικής Πληροφόρησης ( ΠΧΠ) και οι συναφείς ερµηνείες (ερµηνείες της SIC- ΠΧΠ), οι µεταγενέστερες τροποποιήσεις των εν λόγω προτύπων και συναφών ερµηνειών καθώς και τα µελλοντικά πρότυπα και συναφείς ερµηνείες που θα εκδώσει ή θα δηµοσιεύσει στο µέλλον ο Οργανισµός ιεθνών Λογιστικών Προτύπων (Ο ΛΠ)». Ο βασικός σκοπός των ιεθνών Λογιστικών Προτύπων αναφέρεται στην παράγραφο 4 του κανονισµού 1606/2002: «Ο παρών κανονισµός ενισχύει την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων στην εσωτερική αγορά και βοηθά τις κοινοτικές εταιρείες να ανταγωνίζονται σε ισότιµη βάση για την εξεύρεση διαθέσιµων χρηµατοοικονοµικών πόρων τόσο στις κοινοτικές όσο και στις διεθνείς κεφαλαιαγορές». Αποτέλεσµα της εφαρµογής του κανονισµού είναι η οµαλή και εύρυθµη λειτουργία της κεφαλαιαγοράς, η προστασία του επενδυτικού κοινού και η δηµιουργία κλίµατος εµπιστοσύνης στις χρηµατοπιστωτικές αγορές. Συνοπτικά, θα λέγαµε ότι ένα υγιές 22

χρηµατοπιστωτικό σύστηµα αντικατοπτρίζεται από µια οµαλή και αποδοτική λειτουργία της κεφαλαιαγοράς, που χαίρει διεθνούς αποδοχής µέσα από τα γενικά αποδεκτά λογιστικά πρότυπα. Επιπλέον, πρέπει να επισηµανθεί ότι τα ιεθνή Λογιστικά Πρότυπα στοχεύουν στην περιφρούρηση της ανταγωνιστικότητας των κοινοτικών κεφαλαιαγορών. Η επίτευξη αυτού του στόχου απαιτεί την σύγκλιση των προτύπων που χρησιµοποιούνται στην Ευρώπη για την κατάρτιση των οικονοµικών καταστάσεων, µε διάφορα ιεθνή Λογιστικά Πρότυπα, που θα µπορούν να χρησιµοποιηθούν παγκοσµίως για τις διασυνοριακές συναλλαγές ή την εισαγωγή σε χρηµατιστηριακή αγορά οπουδήποτε στον κόσµο (Πέττας Κωνσταντίνος, «Μια πρόκληση και µια ευκαιρία για τους Έλληνες Λογιστές»). Εν κατακλείδι, θα µπορούσαµε να πούµε ότι η ουσία της αποστολής των ιεθνών Λογιστικών Προτύπων είναι η καθοριστική και ουσιαστική συµβολή τους σε µια πραγµατική και αµερόληπτη απεικόνιση της χρηµατοοικονοµικής κατάστασης και των αποτελεσµάτων µιας επιχείρησης κατά την εφαρµογή τους (Barth Mary, «International Accounting Standards and Accounting Quality», Stanford University). 3.3.2. ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ Δ.Λ.Π. Τα ισχύοντα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα μπορούμε να τα χωρίσουμε σε ομάδες ανάλογα με τον σκοπό και τη χρησιμότητα τους. Στις επόμενες σελίδες του παρόντος κεφαλαίου γίνεται αναφορά για το ποια είναι αυτά τα πρότυπα καθώς επίσης και λίγα σχόλια. Το.Λ.Π. 1 (Παρουσίαση των Οικονοµικών Καταστάσεων) ΕΤΟΣ ΕΚΔΟΣΗΣ: (Αναθεωρημένο το 1997) ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ: 1 Ιουλίου 1998 περιγράφει τη βάση παρουσίασης των οικονοµικών καταστάσεων γενικής χρήσης, ώστε να εξασφαλίζεται συγκρισιµότητα τόσο µε τις οικονοµικές καταστάσεις των προηγούµενων περιόδων της οικονοµικής οντότητας όσο και µε τις οικονοµικές καταστάσεις άλλων οικονοµικών οντοτήτων. Θέτει γενικές απαιτήσεις για την 23

παρουσίαση των οικονοµικών καταστάσεων, κατευθυντήριες γραµµές για τη δοµή τους και τις ελάχιστες απαιτήσεις για το περιεχόµενό τους. Οι οικονοµικές οντότητες εφαρµόζουν αυτό το πρότυπο για την κατάρτιση και την παρουσίαση οικονοµικών καταστάσεων γενικής χρήσης σύµφωνα µε τα ιεθνή Πρότυπα Χρηµατοοικονοµικής Αναφοράς (.Π.Χ.Α.). Σε αυτό το σηµείο κρίνεται σκόπιµο να αναφερθεί ότι τα.π.χ.α. είναι πρότυπα και διερµηνείες, που έχουν υιοθετηθεί από το Συµβούλιο των ιεθνών Λογιστικών Προτύπων (Σ..Λ.Π) και περιλαµβάνουν.π.χ.α.,.λ.π. και διερµηνείες που δηµιουργήθηκαν από την Ε.E..Χ.Α. ή την πρώην Μόνιµη Επιτροπή ιερµηνειών (Μ.Ε.E). Όταν πρότυπο ή διερµηνεία εφαρµόζεται ειδικώς σε συναλλαγή ή άλλο γεγονός ή περίσταση, η λογιστική πολιτική ή οι λογιστικές πολιτικές που εφαρµόζονται στο στοιχείο αυτό θα προσδιορίζονται µε την εφαρµογή του προτύπου ή της διερµηνείας και την εξέταση κάθε σχετικής οδηγίας εφαρµογής εκδοθείσας από το Σ..Λ.Π. για το πρότυπο ή τη διερµηνεία. Τα.Π.Χ.Α. θέτουν λογιστικές πολιτικές, που το Σ..Λ.Π. έχει συµπεράνει ότι καταλήγουν στην κατάρτιση οικονοµικών καταστάσεων, που περιέχουν σχετική και αξιόπιστη πληροφόρηση για τις συναλλαγές, άλλα γεγονότα ή περιστάσεις στις οποίες εφαρµόζονται. Οι πολιτικές αυτές δεν είναι απαραίτητο να εφαρµόζονται όταν η επίδραση της εφαρµογής δεν είναι σηµαντική. Ωστόσο, δεν είναι ορθό να γίνονται ή να µη διορθώνονται επουσιώδεις παρεκκλίσεις από τα.π.χ.α., ώστε να επιτευχθεί ιδιαίτερη παρουσίαση της οικονοµικής θέσης, της χρηµατοοικονοµικής επίδοσης ή των ταµιακών ροών της οικονοµικής οντότητας (http://www.gus.gr/pages/δ.λ.π.). Άλλα.Π.Χ.Α. θέτουν τις απαιτήσεις αναγνώρισης, επιµέτρησης και γνωστοποίησης συγκεκριµένων συναλλαγών και άλλων γεγονότων. Το.Λ.Π. 1 δεν εφαρµόζεται στη δοµή και στο περιεχόµενο συνοπτικών ενδιάµεσων οικονοµικών καταστάσεων που καταρτίζονται σύµφωνα µε το.λ.π. 34 (Ενδιάµεση Χρηµατοοικονοµική Αναφορά). Εφαρµόζεται εξ ίσου σε όλες τις οικονοµικές οντότητες, συµπεριλαµβανοµένων εκείνων που παρουσιάζουν ενοποιηµένες οικονοµικές καταστάσεις και εκείνων που παρουσιάζουν ατοµικές οικονοµικές καταστάσεις καθώς ορίζεται στο.λ.π. 27 (Ενοποιηµένες και Ατοµικές Οικονοµικές Καταστάσεις). 24

Στο.Λ.Π. 1 χρησιµοποιείται ορολογία, κατάλληλη για µία οικονοµική οντότητα κερδοσκοπικού χαρακτήρα, συµπεριλαµβανοµένων των επιχειρήσεων του δηµόσιου τοµέα. Εάν οικονοµικές οντότητες µε µη κερδοσκοπικές δραστηριότητες του ιδιωτικού ή του δηµόσιου τοµέα εφαρµόζουν το εν λόγω πρότυπο, µπορεί να χρειάζεται να αλλάξουν τις περιγραφές που χρησιµοποιούνται για ορισµένα συγκεκριµένα κονδύλια των οικονοµικών καταστάσεων, αλλά και για τις ίδιες τις οικονοµικές καταστάσεις. Οµοίως, οικονοµικές οντότητες που δεν διαθέτουν ίδια κεφάλαια όπως ορίζονται στο.λ.π. 32 (Χρηµατοοικονοµικά Μέσα: Παρουσίαση) (π.χ., κάποια αµοιβαία κεφάλαια) και οικονοµικές οντότητες των οποίων το µετοχικό κεφάλαιο δεν αποτελείται από ίδια κεφάλαια (π.χ. κάποιες συλλογικές οικονοµικές οντότητες) µπορεί να χρειαστεί να προσαρµόσουν την παρουσίαση στις οικονοµικές καταστάσεις των συµµετοχών των µελών ή των µεριδιούχων (http://www.gus.gr/pages/δ.λ.π.). Το.Λ.Π. 2 (Αποθέµατα) ΕΤΟΣ ΕΚΔΟΣΗΣ: (Αναθεωρημένο το 1993) ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ: 1 Ιανουαρίου 1995 έχει ως σκοπό να προδιαγράψει το λογιστικό χειρισµό των αποθεµάτων. Ένα βασικό θέµα της λογιστικoποίησης των αποθεµάτων είναι το ποσό του κόστους, που αναγνωρίζεται ως περιουσιακό στοιχείο και µεταφέρεται σε νέο µέχρι να αναγνωριστούν τα σχετιζόµενα έσοδα. Το πρότυπο παρέχει οδηγίες για τον τρόπο προσδιορισµού του κόστους και την εν συνεχεία αναγνώρισή του ως έξοδο, συµπεριλαµβανοµένης οποιασδήποτε υποτίµησης της λογιστικής αξίας µέχρι την καθαρή ρευστοποιήσιµη αξία. Επίσης, παρέχει οδηγίες ως προς τους τύπους προσδιορισµού του κόστους, που χρησιµοποιούνται για την κοστολόγηση των αποθεµάτων. Το.Λ.Π. 2 εφαρµόζεται σε όλα τα αποθέµατα εκτός από: α) έργα υπό εκτέλεση που προκύπτουν σύµφωνα µε συµβάσεις κατασκευής, συµπεριλαµβάνοντας άµεσα συνδεόµενες συµβάσεις υπηρεσιών β) χρηµατοοικονοµικά µέσα γ) βιολογικά περιουσιακά στοιχεία που συνδέονται µε αγροτική δραστηριότητα και αγροτική παραγωγή κατά τη στιγµή της συγκοµιδής. Το.Λ.Π. 2 δεν εφαρµόζεται στην επιµέτρηση αποθεµάτων που κατέχονται από: 25

α) παραγωγούς αγροτικών και δασικών προϊόντων, αγροτικής παραγωγής µετά τη συγκοµιδή και ορυκτών προϊόντων, κατά την έκταση που επιµετρώνται στην καθαρή ρευστοποιήσιµη αξία, σύµφωνα µε τις γενικά καθιερωµένες πρακτικές στους κλάδους αυτούς. Όταν τέτοια αποθέµατα επιµετρώνται στην καθαρή ρευστοποιήσιµη αξία, οι µεταβολές στη λογιστική αξία αυτή αναγνωρίζονται ως κέρδος ή ζηµία κατά τη λογιστική περίοδο της µεταβολής β) διαπραγµατευτές-µεσολαβητές εµπορευµάτων που επιµετρούν τα αποθέµατά τους στην εύλογη αξία µειωµένη κατά το άµεσο κόστος της πώλησης. Όταν τέτοια αποθέµατα επιµετρώνται στην εύλογη αξία µείον το κόστος της πώλησης, οι µεταβολές στην εύλογη αξία αναγνωρίζονται ως κέρδος ή ζηµία κατά την περίοδο της µεταβολής. Η οικονοµική οντότητα εφαρµόζει το.λ.π. 2 για ετήσιες λογιστικές περιόδους που ξεκινούν την ή µετά την 1η Ιανουαρίου 2005. (http://www.gus.gr/pages/δ.λ.π.). Το Δ.Λ.Π. 3 (Ενοποιημένες Οικονομικές Καταστάσεις) αναφερόταν στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, εκδόθηκε το 1976 και τέθηκε σε ισχύ για τις οικονομικές καταστάσεις που καταρτίζονταν από την 1 Ιανουαρίου 1977 και εφεξής. Το Δ.Λ.Π. αυτό έχει ουσιαστικά καταργηθεί με τα νεότερα Δ.Λ.Π. 22, 27 και 28. To Δ.Λ.Π 4 (Πληροφορίες που πρέπει να γνωστοποιούνται με τις οικονομικές) εκδόθηκε το 1976 και άρχισε να ισχύει για τις οικονομικές καταστάσεις που κάλυπταν περιόδους, που άρχιζαν την ή μετά την 1 Ιανουαρίου 1977. Το Δ.Λ.Π. αυτό καταργήθηκε από τα Δ.Λ.Π. 16, 22 και 38. Το Δ.Λ.Π. 6 (Λογιστική αντιμετώπιση των μεταβολών των τιμών) εκδόθηκε το 1977 και άρχισε ισχύον για τις οικονομικές καταστάσεις που κάλυπταν τις περιόδους που άρχιζαν την ή μετά την 1 Ιανουαρίου 1978 Το Δ.Λ.Π. αυτό καταργήθηκε ουσιαστικά με τα νεώτερα Δ.Λ.Π. 15 και 29. Το.Λ.Π. 7 (Καταστάσεις ταµειακών ροών) έχει ως σκοπό να απαιτεί την παροχή πληροφοριών, σχετικά µε τις ιστορικές µεταβολές στα ταµιακά διαθέσιµα και τα ταµιακά ισοδύναµα µιας οικονοµικής οντότητας µέσω της κατάστασης ταµιακών ροών, η οποία κατατάσσει τις ταµιακές ροές της περιόδου σε ροές από λειτουργικές, επενδυτικές και χρηµατοδοτικές δραστηριότητες. 26

Η οικονοµική οντότητα θα καταρτίζει µια κατάσταση ταµιακών ροών σύµφωνα µε τις απαιτήσεις αυτού του προτύπου και θα την παρουσιάζει ως ένα αναπόσπαστο µέρος των οικονοµικών καταστάσεών της για κάθε περίοδο για την οποία παρουσιάζονται οικονοµικές καταστάσεις. Αυτό το πρότυπο αντικαθιστά το.λ.π. 7 Κατάσταση µεταβολών της χρηµατοοικονοµικής θέσεως, που είχε εγκριθεί τον Ιούλιο του 1977. Οι χρήστες των οικονοµικών καταστάσεων µιας οικονοµικής οντότητας ενδιαφέρονται για το πώς η οικονοµική οντότητα δηµιουργεί και χρησιµοποιεί τα ταµιακά διαθέσιµα και τα ταµιακά ισοδύναµα. Αυτό είναι άσχετο από τη φύση των δραστηριοτήτων της οικονοµικής οντότητας και ανεξάρτητο από το αν τα ταµιακά διαθέσιµα µπορεί να θεωρηθούν ως προϊόν της οικονοµικής οντότητας, όπως µπορεί να συµβαίνει στην περίπτωση ενός χρηµατοπιστωτικού ιδρύµατος. Οι οικονοµικές οντότητες χρειάζονται ταµιακά διαθέσιµα για τους ίδιους ουσιαστικά λόγους, παρά την οποιαδήποτε διαφορά που θα µπορούσε να υπάρχει στις κύριες δραστηριότητές τους, που δηµιουργούν έσοδα. Χρειάζονται ταµιακά διαθέσιµα για να διεξάγουν τις δραστηριότητες τους, να πληρώνουν τις δεσµεύσεις τους και να παρέχουν οφέλη στους επενδυτές τους. Συνεπώς, το πρότυπο επιβάλλει σε όλες τις επιχειρήσεις να παρουσιάζουν µια κατάσταση ταµιακών ροών. Το πρότυπο αυτό εφαρµόζεται για οικονοµικές καταστάσεις που καλύπτουν περιόδους, που αρχίζουν την ή µετά την 1η Ιανουαρίου 1994. Το.Λ.Π. 8 (Λογιστικές πολιτικές, µεταβολές των λογιστικών εκτιµήσεων και λάθη) έχει ως σκοπό να προδιαγράψει τα κριτήρια για την επιλογή και τη µεταβολή των λογιστικών πολιτικών, µαζί µε το λογιστικό χειρισµό και τη γνωστοποίηση των µεταβολών στις λογιστικές πολιτικές, τις λογιστικές εκτιµήσεις και τις διορθώσεις λαθών. Το πρότυπο επιδιώκει να ενισχύσει τη σχετικότητα και την αξιοπιστία των οικονοµικών καταστάσεων της οικονοµικής οντότητας και τη συγκρισιµότητα των οικονοµικών καταστάσεων αυτών σε βάθος χρόνου και µε τις οικονοµικές καταστάσεις άλλων οικονοµικών οντοτήτων. Το συγκεκριµένο πρότυπο εφαρµόζεται στην επιλογή και την εφαρµογή λογιστικών πολιτικών και τη λογιστικοποίηση των µεταβολών στις λογιστικές πολιτικές, τις λογιστικές εκτιµήσεις και τις διορθώσεις λαθών. Οι φορολογικές επιδράσεις των διορθώσεων λαθών προγενέστερων περιόδων και των 27

αναδροµικών προσαρµογών για την εφαρµογή µεταβολών στις λογιστικές πολιτικές, λογιστικοποιούνται και γνωστοποιούνται σύµφωνα µε το.λ.π 12 (Φόροι εισοδήµατος). Η οικονοµική οντότητα θα εφαρµόσει το πρότυπο αυτό για ετήσιες λογιστικές περιόδους που ξεκινούν την ή µετά την 1η Ιανουαρίου 2005. Στην περίπτωση που η οικονοµική οντότητα εφάρµοσε το πρότυπο για λογιστική περίοδο πριν την 1η Ιανουαρίου 2005, όφειλε να γνωστοποιήσει το γεγονός αυτό. Το παρόν πρότυπο αντικαθιστά το.λ.π. 8 Καθαρό κέρδος ή ζηµιά περιόδου, θεµελιώδη λάθη και µεταβολές στις λογιστικές πολιτικές, που αναθεωρήθηκε το 1993. Ακόµη, αντικαθιστά τις ακόλουθες διερµηνείες: α) Μ.Ε..-2 Αρχή της Συνέπειας Κεφαλαιοποίηση κόστους δανεισµού β) Μ.Ε..-18 Συνέπεια Εναλλακτικές µέθοδοι (http://www.gus.gr/pages/δ.λ.π.). Το Δ.Λ.Π. 9 (Δαπάνες Έρευνας και Ανάπτυξης) αναφερόταν στη λογιστική αντιμετώπιση των δαπανών Έρευνας και Ανάπτυξης. Εκδόθηκε το 1978 και αναθεωρήθηκε το 1993. Το αναθεωρημένο Πρότυπο άρχισε να ισχύει για τις οικονομικές καταστάσεις που άρχιζαν την ή μετά την 1 Ιανουαρίου 1995. Το Δ.Λ.Π. αυτό αντικαταστάθηκε με το Δ.Λ.Π. 38 «Άυλα περιουσιακά στοιχεία», το οποίο τέθηκε σε εφαρμογή για τις οικονομικές καταστάσεις των χρήσεων που αρχίζουν την ή μετά την 1 Ιουλίου 1999. Από την ημερομηνία αυτή συνεπώς έπαυσε ισχύον το Δ.Λ.Π. 9. Το.Λ.Π. 10 (Γεγονότα µετά την ηµεροµηνία του ισολογισµού) ΕΤΟΣ ΕΚΔΟΣΗΣ: (Αναθεωρημένο το 1993) ΕΝΑΡΞΗ ΙΣΧΥΟΣ: 1 Ιανουαρίου 2000 έχει ως σκοπό να προδιαγράψει: α) πότε µια οικονοµική οντότητα πρέπει να προσαρµόζει τις οικονοµικές καταστάσεις της για γεγονότα µετά την ηµεροµηνία του ισολογισµού και β) τις γνωστοποιήσεις που η οικονοµική οντότητα πρέπει να παρέχει σχετικά µε την ηµεροµηνία που οι οικονοµικές καταστάσεις εγκρίθηκαν για έκδοση και σχετικά µε γεγονότα µετά την ηµεροµηνία του ισολογισµού. Το πρότυπο επίσης απαιτεί ότι η οικονοµική οντότητα δεν πρέπει να καταρτίζει τις οικονοµικές καταστάσεις της µε βάση την συνεχιζόµενη δραστηριότητα (Going 28

Concern), αν γεγονότα µετά την ηµεροµηνία του ισολογισµού δείχνουν ότι η παραδοχή της συνεχιζόµενης δραστηριότητας δεν είναι ορθή. Το πρότυπο πρέπει να εφαρµόζεται για τη λογιστικοποίηση και γνωστοποίηση των γεγονότων µετά την ηµεροµηνία του ισολογισµού. Η οικονοµική οντότητα θα εφαρµόσει το πρότυπο αυτό για ετήσιες λογιστικές περιόδους που ξεκινούν την ή µετά την 1η Ιανουαρίου 2005. Αν η οικονοµική οντότητα εφάρµοσε το πρότυπο για λογιστική περίοδο πριν από την 1η Ιανουαρίου 2005, γνωστοποιούσε το γεγονός. Το πρότυπο αντικαθιστά το.λ.π. 10 Γεγονότα µετά την ηµεροµηνία του ισολογισµού (αναθεωρηµένο το 1999). Το.Λ.Π. 11 (Συµβάσεις κατασκευής) ως σκοπό να καθορίσει το λογιστικό χειρισµό του κόστους και των εσόδων, που σχετίζονται µε τις συµβάσεις κατασκευής. Λόγω της φύσης της δραστηριότητας που αναλαµβάνεται στις συµβάσεις κατασκευής, η ηµεροµηνία κατά την οποία η συµβατική δραστηριότητα αρχίζει και η ηµεροµηνία που η δραστηριότητα ολοκληρώνεται συνήθως εµπίπτουν σε διαφορετικές λογιστικές περιόδους. Συνεπώς, το βασικό θέµα για τη λογιστική παρακολούθηση των συµβάσεων κατασκευής είναι η κατανοµή των συµβατικών εσόδων και του κόστους στις λογιστικές περιόδους κατά τις οποίες εκτελείται το κατασκευαστικό έργο. Το πρότυπο χρησιµοποιεί τα κριτήρια αναγνώρισης που καθιερώνονται στο πλαίσιο για την κατάρτιση και παρουσίαση των οικονοµικών καταστάσεων, για να καθορίσει πότε τα συµβατικά έσοδα και το συµβατικό κόστος πρέπει να αναγνωρίζονται ως έσοδα και έξοδα στην κατάσταση λογαριασµού αποτελεσµάτων. Επίσης, παρέχει πρακτική καθοδήγηση για την εφαρµογή αυτών των κριτηρίων. Το.Λ.Π. 11 εφαρµόζεται για τη λογιστική αντιµετώπιση των συµβάσεων κατασκευής στις οικονοµικές καταστάσεις των εργοληπτών. Το παρόν πρότυπο αντικαθιστά το.λ.π. 11 Λογιστική των συµβάσεων κατασκευής έργων, που εγκρίθηκε το 1978. Εφαρµόζεται για οικονοµικές καταστάσεις που καλύπτουν περιόδους, που αρχίζουν την ή µετά την 1η Ιανουαρίου 1995. Το.Λ.Π. 12 (Φόροι Εισοδήµατος) έχει ως σκοπό να καθορίσει τον λογιστικό χειρισµό των φόρων εισοδήµατος. Το προέχον θέµα στη λογιστική των φόρων εισοδήµατος είναι 29

το πώς θα πρέπει να λογιστικοποιηθούν οι τρέχουσες και µελλοντικές φορολογικές συνέπειες από: α) τη µελλοντική ανάκτηση (τον µελλοντικό διακανονισµό) της λογιστικής αξίας περιουσιακών στοιχείων (υποχρεώσεων) που αναγνωρίζονται στον ισολογισµό µιας οικονοµικής οντότητας β) συναλλαγές και άλλα γεγονότα της τρέχουσας περιόδου που αναγνωρίζονται στις οικονοµικές καταστάσεις µιας οικονοµική οντότητας. Κατά την αναγνώριση ενός περιουσιακού στοιχείου ή υποχρέωσης εξυπακούεται ότι η αναφέρουσα οικονοµική οντότητα αναµένει να ανακτήσει ή να τακτοποιήσει τη λογιστική αξία αυτού του περιουσιακού στοιχείου ή της υποχρέωσης. Αν αναµένεται ότι η ανάκτηση ή η τακτοποίηση αυτής της λογιστικής αξίας θα καταστήσει τις µελλοντικές πληρωµές φόρων µεγαλύτερες (µικρότερες) από ό,τι αυτές θα ήταν αν η ανάκτηση ή ο διακανονισµός αυτός δεν είχε φορολογικές συνέπειες, αυτό το Πρότυπο απαιτεί από την οικονοµική οντότητα να αναγνωρίζει µία αναβαλλόµενη φορολογική υποχρέωση (αναβαλλόµενο φορολογικό περιουσιακό στοιχείο), µε ορισµένες περιορισµένες εξαιρέσεις. Το.Λ.Π. 12 απαιτεί από µια οικονοµική οντότητα να λογιστικοποιεί τις φορολογικές συνέπειες των συναλλαγών και άλλων γεγονότων µε τον ίδιο τρόπο που λογιστικοποιεί τις ίδιες τις συναλλαγές και άλλα γεγονότα. Έτσι, για συναλλαγές και άλλα γεγονότα που αναγνωρίζονται στο κέρδος ή στη ζηµιά, οποιεσδήποτε σχετικές φορολογικές επιπτώσεις αναγνωρίζονται επίσης στο κέρδος ή στη ζηµία. Για συναλλαγές και άλλα γεγονότα που αναγνωρίζονται απευθείας στα ίδια κεφάλαια, οποιεσδήποτε σχετικές φορολογικές επιπτώσεις αναγνωρίζονται επίσης κατευθείαν στα ίδια κεφάλαια. Οµοίως, σε µία συνένωση επιχειρήσεων η αναγνώριση, πέραν του κόστους της συνένωσης, αναβαλλόµενων φορολογικών περιουσιακών στοιχείων και υποχρεώσεων επηρεάζει το ποσό της υπεραξίας που προκύπτει από τη συνένωση επιχειρήσεων ή το ποσό οποιασδήποτε υπέρβασης της συµµετοχής του αποκτώντος στην καθαρή εύλογη αξία των αναγνωρίσιµων περιουσιακών στοιχείων, των υποχρεώσεων και των ενδεχόµενων υποχρεώσεων του αποκτώµενου. 30