ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 1.2.2017 COM(2017) 53 final ANNEX 2 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Οι πέντε διαστάσεις της Ενεργειακής Ένωσης: παρατηρήσεις σε θέματα πολιτικής σε επίπεδο κρατών μελών και ΕΕ στην ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ, ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ Δεύτερη έκθεση για την κατάσταση της Ενεργειακής Ένωσης EL EL
Οι κυριότερες παρατηρήσεις που μπορούν να συναχθούν από τις εθνικές εξελίξεις κατά τη διάρκεια του 2016 συνοψίζονται στις ακόλουθες παρατηρήσεις πολιτικής. Αποτελούν τη βάση για μια πιο εμπεριστατωμένη ανάλυση των πολιτικών των κρατών μελών, την οποία η Επιτροπή σκοπεύει να διενεργήσει κατά τη διάρκεια του 2017. Εθνικά σχέδια για την ενέργεια και το κλίμα Ένας μικρός αριθμός κρατών μελών έχουν ήδη σημειώσει πρόοδο όσον αφορά την εκπόνηση του ενοποιημένου εθνικού σχεδίου τους για την ενέργεια και το κλίμα για την περίοδο 2021 έως 2030, το οποίο πρέπει να περιλαμβάνει τις εθνικές συνεισφορές στους στόχους της Ενεργειακής Ένωσης και στους στόχους του 2030 για την ενέργεια και το κλίμα. Ωστόσο, τα περισσότερα κράτη μέλη δεν έχουν ξεκινήσει ακόμα αυτή τη διαδικασία ή πρέπει να προχωρήσουν ταχύτερα. Ενεργειακή ασφάλεια Σε 22 κράτη μέλη, η συνολική καθαρή εξάρτηση από εισαγωγές μειώθηκε μεταξύ του 2005 και του 2014, στοιχείο που αποτελεί ένδειξη βελτίωσης της ενεργειακής ασφάλειας. Οι εν λόγω θετικές τάσεις ενισχύθηκαν από την αυξημένη εγχώρια παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (π.χ. στην Αυστρία, την Εσθονία, την Ιρλανδία, την Ιταλία, τη Λετονία, την Πορτογαλία ή την Ισπανία) και τη μείωση της συνολικής ενεργειακής ζήτησης που οφείλεται, επίσης, σε βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης. Κατά την ίδια περίοδο, η συνολική καθαρή εξάρτηση από εισαγωγές αυξήθηκε σημαντικά σε ορισμένες χώρες, λόγω της μείωσης της παραγωγής των εγχώριων ορυκτών καυσίμων (Δανία, Πολωνία, Ηνωμένο Βασίλειο) ή του κλεισίματος των σταθμών παραγωγής πυρηνικής ενέργειας (Λιθουανία). Τα έργα προγραμματισμένων υποδομών θα μπορούσαν επίσης να έχουν αντίκτυπο στην ενεργειακή εξάρτηση πολλών κρατών μελών. Η Ευρωπαϊκή Ένωση εξακολουθεί να πραγματοποιεί εισαγωγές για να καλύψει πάνω από το ήμισυ των ενεργειακών αναγκών της, αλλά σημειώνει πρόοδο προς τη διαφοροποίηση των πηγών, των οδών εφοδιασμού και των προμηθευτών ενέργειας. Ωστόσο, ορισμένα κράτη μέλη εξακολουθούν να εξαρτώνται πλήρως ή ως επί το πλείστον από προμήθειες από μία συγκεκριμένη τρίτη χώρα, ιδίως η Βουλγαρία, η Εσθονία, η Φινλανδία, η Ουγγαρία, η Λιθουανία και η Σλοβακία, και συγκεκριμένα για φυσικό αέριο αλλά συχνά για πετρέλαιο και/ή γαιάνθρακα. Νέες διασυνδέσεις και τερματικοί σταθμοί υγροποιημένου φυσικού αερίου (ΥΦΑ) επέτρεψαν τη βελτίωση της ασφάλειας εφοδιασμού με φυσικό αέριο κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών. Οι βελτιώσεις αυτές δεν είχαν μόνο ευεργετικά αποτελέσματα για την εσωτερική αγορά φυσικού αερίου, αλλά αύξησαν τη δυνατότητα των κρατών μελών να αντικαταστήσουν τις κύριες/παραδοσιακές οδούς εφοδιασμού σε περίπτωση διακοπής εφοδιασμού. Σήμερα το αυξημένο ποσοστό ζήτησης φυσικού αερίου μπορεί να ικανοποιηθεί μέσω εναλλακτικών διαύλων, με την εξαίρεση μόνο δύο κρατών μελών, τα 2
οποία δεν μπορούσαν να υποκαταστήσουν τη διακοπή της σημαντικότερης πηγής φυσικού αερίου που διαθέτουν 1 : της Βουλγαρίας και της Πορτογαλίας. Εξακολουθεί να υπάρχει η ανάγκη για περαιτέρω βελτίωση των διασυνδέσεων φυσικού αερίου μεταξύ κρατών μελών (π.χ. Κροατίας, Ουγγαρίας, Ρουμανίας, Βουλγαρίας και Ελλάδας Πορτογαλίας και Ισπανίας με τη Γαλλία) και για τη διασφάλιση ότι οι καταναλωτές και οι προμηθευτές σε όλα τα κράτη μέλη έχουν πρόσβαση σε κόμβους εμπορίας με επαρκή ποσότητα φυσικού αερίου και μπορούν να αξιοποιήσουν δυναμικότητες του υγροποιημένου φυσικού αερίου(υφα) και της διασύνδεσης που έχουν αναπτυχθεί ή έχουν τη δυνατότητα να αναπτυχθούν. Εσωτερική αγορά ενέργειας Υποδομές ηλεκτρικής ενέργειας Οι ηλεκτρικές γραμμές διασύνδεσης ενέργειας και η ενίσχυση των εσωτερικών γραμμών είναι αναγκαίες για την περαιτέρω ενοποίηση της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, π.χ. στην Νοτιοδυτική Ευρώπη και στη Βόρεια και Κεντρική-ανατολική Ευρώπη (π.χ. Γερμανία, Πολωνία και Τσεχική Δημοκρατία), ή για την πορεία προς τον συγχρονισμό των βαλτικών κρατών με το ευρωπαϊκό σύστημα ηλεκτρικής ενέργειας. 11 κράτη μέλη δεν έχουν ακόμα επιτύχει τον στόχο του 10 % για το 2020 όσον αφορά τη διασύνδεση της ηλεκτρικής ενέργειας (Βουλγαρία, Κύπρος, Γερμανία, Ισπανία, Γαλλία, Ιρλανδία, Ιταλία, Πολωνία, Πορτογαλία, Ρουμανία και Ηνωμένο Βασίλειο) και πρέπει να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους. Σε ορισμένα κράτη μέλη, η πρόσφατη αύξηση της εγκατεστημένης δυναμικότητας ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές επιτεύχθηκε ταχύτερα από ό,τι η αύξηση της ικανότητας διασύνδεσης, με αποτέλεσμα οι εν λόγω χώρες να μην υστερούν όσον αφορά τον στόχο διασύνδεσης. Η διαχείριση της συμφόρησης εξακολουθεί να αποτελεί πρόβλημα σε επτά κράτη μέλη (Αυστρία, Τσεχική Δημοκρατία, Δανία, Γερμανία, Ουγγαρία, Πολωνία και Σλοβακία). Προς τούτου θα πρέπει να βρεθεί λύση που θα διευκολύνει τις διασυνοριακές ροές ηλεκτρικής ενέργειας στην Κεντρική Ευρώπη και σε όλη την Ένωση με παράλληλη εγγύηση της ασφάλειας του συστήματος. Αγορές χονδρικής πώλησης Πολλά κράτη μέλη έχουν σημειώσει ικανοποιητική πρόοδο όσον αφορά το άνοιγμα των αγορών χονδρικής τους στον ανταγωνισμό και το γεγονός αυτό έχει σημαντικά οφέλη. Εντούτοις, υπάρχουν μεγάλες διαφορές μεταξύ κρατών μελών, και πολλά κράτη μέλη δεν έχουν ακόμη εφαρμόσει πλήρως τους αναγκαίους κανόνες που να καθιστούν δυνατή τη λειτουργία ανταγωνιστικών αγορών με μεγάλη ρευστότητα, ιδίως αγορών χονδρικής πώλησης αερίου. Επιπλέον, οι επιχειρήσεις εξακολουθούν να έχουν σημαντική ισχύ στην αγορά σε ορισμένα κράτη μέλη. Ως εκ τούτου, η επιβολή του ανταγωνισμού παραμένει βασικός παράγοντας για την εξασφάλιση ανοικτών και ανταγωνιστικών αγορών. Σε περιφερειακό επίπεδο, έως τα μέσα του 2015, οι περισσότερες από τις ευρωπαϊκές αγορές χονδρικής πώλησης ηλεκτρικής ενέργειας είναι συζευγμένες με μία ή 1 Ο λεγόμενος κανόνας Ν-1. 3
περισσότερες από τις γειτονικές τους αγορές. Οι τιμές χονδρικής της ηλεκτρικής ενέργειας μειώθηκαν στα περισσότερα κράτη μέλη μεταξύ του 2013 και του 2015, επηρεασμένες σε μεγάλο βαθμό από την πτώση των τιμών του άνθρακα και του φυσικού αερίου, τη σταδιακή διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας και την υποτονική ζήτηση. Οι περιφερειακές διαφορές παρέμειναν σημαντικές, με τις υψηλότερες τιμές στο Ηνωμένο Βασίλειο και τη Νότια Ευρώπη και τις χαμηλότερες τιμές στις σκανδιναβικές χώρες. Οι τιμές χονδρικής του φυσικού αερίου μειώθηκαν σε όλα τα κράτη μέλη μεταξύ 2013 και 2015, καθώς η ασθενής ζήτηση, η υπερπροσφορά στις κυριότερες περιφερειακές αγορές, οι χαμηλές τιμές του πετρελαίου και οι σταθερές εισαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου (ΥΦΑ) άσκησαν πίεση στις ευρωπαϊκές τιμές φυσικού αερίου. Σε αντίθεση με την ηλεκτρική ενέργεια, παρατηρείται σαφής σύγκλιση των εθνικών τιμών, που διευκολύνεται από τις χαμηλότερες τιμές του πετρελαίου, οι οποίες επέτρεψαν στις τιμές που είναι συνδεδεμένες με το πετρέλαιο να προσεγγίσουν τις τιμές των κόμβων εμπορίας φυσικού αερίου της βορειοδυτικής Ευρώπης. Αγορές λιανικής πώλησης και καταναλωτές Σε αντίθεση με τις τιμές χονδρικής, οι τιμές λιανικής πώλησης φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας εν γένει αυξήθηκαν κατά τα τελευταία 5 έτη. Στην περίπτωση της ηλεκτρικής ενέργειας, η αύξηση του μεριδίου των φόρων και εισφορών στην τιμή λιανικής συνέβαλε σε αυτήν την τάση. Οι αγορές λιανικής πώλησης τόσο για την ηλεκτρική ενέργεια όσο και για το φυσικό αέριο εξακολουθούν να είναι εθνικές (ή υποεθνικές). Χρειάζεται να καταβληθούν περαιτέρω προσπάθειες για την προώθηση της περιφερειακής ενοποίησης της αγοράς. Σε κάποιες περιπτώσεις ενδέχεται να απαιτείται επιβολή του ανταγωνισμού. Ενώ αρκετά άλλα κράτη μέλη έχουν πρόσφατα εγκαταλείψει τη ρύθμιση των τιμών για τους τελικούς χρήστες (Ιρλανδία, Λετονία), στα μισά περίπου κράτη μέλη συνεχίζεται, σε διαφορετικό βαθμό, η νομοθετική ρύθμιση των τιμών για τα νοικοκυριά, γεγονός το οποίο αποτελεί εμπόδιο για τη συμμετοχή από την πλευρά της ζήτησης και για τον ανταγωνισμό σε επίπεδο λιανικής. Η ενδυνάμωση των καταναλωτών μέσω της εμπορικής εξάπλωσης των έξυπνων συστημάτων μέτρησης έχει εφαρμοστεί αποτελεσματικά μόνο σε ορισμένα κράτη μέλη (κυρίως στη Φινλανδία, την Ιταλία, τη Σουηδία και τη Μάλτα). Στην Εσθονία, την Ισπανία και τη Δανία περίπου το ήμισυ των νοικοκυριών έχουν ήδη εξοπλιστεί με έξυπνους μετρητές ηλεκτρικής ενέργειας. Όσον αφορά τα ποσοστά διείσδυσης για έξυπνους μετρητές φυσικού αερίου, μόνο οι Κάτω Χώρες έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο, με σχεδόν το 30 % των νοικοκυριών να διαθέτουν έξυπνους μετρητές. Σε πολλά κράτη μέλη, η διοικητική επιβάρυνση λειτουργεί ως φραγμός για τους καταναλωτές που επιθυμούν να στραφούν προς νέους προμηθευτές και καλύτερους συμβατικούς όρους. Η ενεργειακή φτώχεια αποτελεί πρόβλημα για πολλά κράτη μέλη. Κατά μέσο όρο, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος δαπάνησαν το 8,6 % των δαπανών τους για σκοπούς που σχετίζονται με την ενέργεια. Επιπλέον, το μερίδιο αυτό αυξήθηκε για τα περισσότερα κράτη μέλη από το 2005. Επιπλέον, ένα ολοένα και μεγαλύτερο ποσοστό αυτών των νοικοκυριών (23 % το 2015) δεν διαθέτουν επαρκή οικονομικά μέσα για να θερμάνουν τα σπίτια τους σε επαρκώς ζεστό επίπεδο. Χρειάζονται πιο εστιασμένα μέτρα από τα κράτη μέλη για να μπορέσουν οι ευάλωτοι 4
καταναλωτές να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την ενεργειακή φτώχεια και τη φτώχεια που αφορά τα καύσιμα. Ενεργειακή απόδοση Έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος όσον αφορά την ενεργειακή απόδοση. Το 2014, η κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας 2 της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν μόνο κατά 1,6 % υψηλότερη από τον στόχο κατανάλωσης πρωτογενούς ενέργειας για το 2020 και η κατανάλωση τελικής ενέργειας 3 το 2014 ήταν ήδη χαμηλότερη από το στόχο που συμφωνήθηκε για το 2020. Ακόμη και αν η κατανάλωση πρωτογενούς και τελικής ενέργειας αναμένεται να έχουν αυξηθεί περίπου κατά 1,5 % και κατά 2 %, αντίστοιχα, το 2015 σε σύγκριση με το 2014, οι στόχοι για το 2020 μπορούν να επιτευχθούν, υπό την προϋπόθεση ότι θα τεθούν σε εφαρμογή τα αναγκαία μέτρα. Οι πολιτικές για την ενεργειακή απόδοση συμβάλλουν σημαντικά στη μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης και στην απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές και μπορεί, επίσης, να συμβάλουν στη βελτίωση της ποιότητας του αέρα. Χρειάζονται αυξημένες προσπάθειες για να ανακαινιστούν τα υφιστάμενα κτίρια με σκοπό τη μείωση της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας και των λογαριασμών ενέργειας των καταναλωτών και για να καταστεί το κτιριακό δυναμικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης πιο έξυπνο και πιο βιώσιμο. Από την άποψη αυτή, οι όροι χρηματοδότησης των επενδύσεων στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης πρέπει να βελτιωθούν περαιτέρω στα κράτη μέλη, μεταξύ άλλων με παγίωση των συνεργιών μεταξύ των φορέων υλοποίησης των έργων και των χρηματοδοτών καθώς και με την προώθηση της ομαδοποίησης έργων. Οι νέες δεξιότητες και τεχνολογίες των πληροφοριών και των επικοινωνιών (ΤΠΕ) έχουν μεγάλες δυνατότητες να συμβάλουν στη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης. Στα περισσότερα κράτη μέλη είναι απαραίτητες περαιτέρω βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης στον τομέα των μεταφορών με σκοπό την αξιοποίηση των δυνατοτήτων που παραμένουν αναξιοποίητες. Απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές 27 κράτη μέλη έχουν εκπομπές χαμηλότερες από τα ετήσια όρια το 2013 και το 2014 στο πλαίσιο της απόφασης επιμερισμού των προσπαθειών 4. Μόνο η Μάλτα ξεπέρασε το όριο εκπομπών για τα εν λόγω δύο έτη. Σύμφωνα με τις προβλέψεις τους, με βάση τις πολιτικές που εφαρμόζονται ήδη, τα περισσότερα κράτη μέλη αναμένεται να επιτύχουν τους στόχους τους στο πλαίσιο της απόφασης επιμερισμού των προσπαθειών το 2020. Λίγα κράτη μέλη δεν έχουν ακόμη 2 «κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας»: η ακαθάριστη εσωτερική κατανάλωση, εξαιρουμένων των μη ενεργειακών χρήσεων Άρθρο 3 παράγραφος 2 της οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση. 3 «κατανάλωση τελικής ενέργειας» (τελική κατανάλωση ενέργειας): όλη η ενέργεια που παρέχεται στη βιομηχανία, τις μεταφορές, τα νοικοκυριά, τις υπηρεσίες και τη γεωργία. Εξαιρούνται οι παραδόσεις στον τομέα της μετατροπής της ενέργειας και οι ίδιες οι βιομηχανίες ενεργειακών δραστηριοτήτων Άρθρο 3 παράγραφος 3 της οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση. 4 Σύμφωνα με την απόφαση επιμερισμού των προσπαθειών, τα κράτη μέλη πρέπει να τηρήσουν τα δεσμευτικά ετήσια όρια εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου για την περίοδο 2013-2020 σε τομείς που δεν καλύπτονται από το σύστημα εμπορίας εκπομπών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ETS), όπως τα κτίρια, οι μεταφορές, τα απόβλητα και η γεωργία. 5
θέσει σε εφαρμογή πρόσθετα μέτρα ούτε έχουν κάνει χρήση των δυνατοτήτων ευελιξίας το 2020. Αυτό ισχύει ιδίως για την Ιρλανδία, το Λουξεμβούργο και το Βέλγιο. Μια σημαντική συμβολή σε δράσεις της Ενεργειακής Ένωσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση προέρχεται από έσοδα που παράγουν τα κράτη μέλη από πλειστηριασμούς δικαιωμάτων εκπομπών στο πλαίσιο του συστήματος εμπορίας εκπομπών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ETS). Κατά την περίοδο 2013-2015 οι εν λόγω δημοπρασίες απέφεραν σχεδόν 11,8 δισ. EUR. Τα κράτη μέλη έχουν χρησιμοποιήσει ή σκοπεύουν να χρησιμοποιήσουν το 80 % περίπου των εσόδων αυτών για σκοπούς που αφορούν το κλίμα και την ενέργεια. Τα κράτη μέλη διαθέτουν το μεγαλύτερο μέρος των εν λόγω εσόδων στην εγχώρια αγορά για την ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές (2,89 δισ. EUR), την ενεργειακή απόδοση (1,96 δισ. EUR) και τις βιώσιμες μεταφορές (730 εκατ. EUR). Όλα τα κράτη μέλη εκτός από ένα (Κάτω Χώρες) παρουσίασαν για το 2013/2014 μερίδια ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές που ήταν κατά μέσο όρο ίσα ή υψηλότερα από την αντίστοιχη ενδεικτική πορεία τους σύμφωνα με την οδηγία για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Σύμφωνα με εκτιμήσεις 5, το 2015, 25 κράτη μέλη υπερέβησαν ήδη τις ενδεικτικές πορείες τους για το 2015/2016. Τρία κράτη μέλη (η Γαλλία, οι Κάτω Χώρες και το Λουξεμβούργο) παρουσίασαν για το 2015 εκτιμώμενα μερίδια ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές κάτω από την ενδεικτική πορεία τους για το 2015/2016. Ωστόσο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να συνεχίσουν, και αρκετά κράτη μέλη να ενισχύσουν τις προσπάθειες για την επίτευξη των δεσμευτικών στόχων τους για το 2020, καθώς η πορεία καθίσταται πιο απότομη όσο πλησιάζει το 2020. Η ανάπτυξη υποδομών εναλλακτικών καυσίμων στις μεταφορές είναι βασικός κινητήριος μοχλός για την κινητικότητα χαμηλών εκπομπών. Σύμφωνα με την οδηγία για τα εναλλακτικά καύσιμα 6, τα κράτη μέλη οφείλουν να υποβάλλουν εθνικά πλαίσια πολιτικής για τις υποδομές εναλλακτικών καυσίμων έως τα τέλη Νοεμβρίου 2016. Η πλειονότητα των κρατών μελών δεν έχει ακόμα εκπληρώσει την υποχρέωση αυτή. Έρευνα, καινοτομία και ανταγωνιστικότητα Η ευρωπαϊκή βιομηχανία, τα ερευνητικά ιδρύματα και οι ακαδημαϊκοί φορείς καινοτομίας βρίσκονται γενικά σε καλή θέση στο παγκόσμιο ενεργειακό τοπίο. Με το 30 % των παγκόσμιων ευρεσιτεχνιών στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι πρωτοπόρος στην καινοτομία βασικών τεχνολογιών χαμηλών ανθρακούχων εκπομπών. Ωστόσο, απαιτούνται περισσότερες ενέργειες για τη γρήγορη και επιτυχή μεταφορά αυτών των καινοτομιών στην αγορά και για τη μετατροπή τους σε ευκαιρίες για ανάπτυξη και απασχόληση με την αντιμετώπιση των εσωτερικών και των εξαγωγικών αγορών. Τα πιο πρόσφατα στοιχεία για το 2014 δείχνουν ότι οι συνολικές επενδύσεις στην έρευνα και την καινοτομία (δημόσιες και ιδιωτικές) στην ΕΕ των 28 αυξήθηκαν κατά 22 % από το 2010 στις προτεραιότητες έρευνας και καινοτομίας στην Ενεργειακή Ένωση. Ο ιδιωτικός τομέας είναι υπεύθυνος για την αύξηση αυτή, με τον τομέα των βιώσιμων 5 Βλ. την έκθεση προόδου στον τομέα της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (COM(2017) 57) καθώς και την έκθεση με τις προβλέψεις του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος (http://www.eea.europa.eu/publications/trends-and-projections-in-europe). 6 Οδηγία 2014/94/ΕΕ για την ανάπτυξη υποδομών εναλλακτικών καυσίμων 6
μεταφορών να αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο μερίδιο του συνόλου των ιδιωτικών επενδύσεων με 43 %. Οι δημόσιες εθνικές επενδύσεις έχουν μειωθεί ελαφρά κατά την περίοδο αυτή, με εξαίρεση τον τομέα του έξυπνου ενεργειακού συστήματος, τόσο σε απόλυτες τιμές όσο και ως μερίδια του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ). Οι δημόσιες επενδύσεις σήμερα αντιπροσωπεύουν μόλις το 15 % του συνόλου των γενικότερων επενδύσεων. Σε σύγκριση με τους κύριους οικονομικούς εταίρους της, η ευρωπαϊκή μεταποιητική βιομηχανία είχε το 2014 το δεύτερο χαμηλότερο πραγματικό μοναδιαίο κόστος ενέργειας 7 ως ποσοστό της προστιθέμενης αξίας, αμέσως μετά τις ΗΠΑ. Η Κίνα, η Ρωσία, η Ιαπωνία και η Αυστραλία παρουσιάζουν σημαντικά υψηλότερες τιμές από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι καλές επιδόσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης οφείλονται κυρίως στα χαμηλά επίπεδα ενεργειακής έντασης του τομέα της μεταποίησης, ο οποίος συνέβαλε στην αντιστάθμιση των υψηλότερων πραγματικών τιμών ενέργειας. 7 Βλέπε την έκθεση με τους βασικούς δείκτες (SWD(2017) 32) για περισσότερες λεπτομέρειες. 7