Μ. ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ Η ΑΠΟΚΡΙΑ
Ο ΠΟΙΗΤΗΣ Ανήκει στην 1η μεταπολεμική γενιά. Βιώνει έντονα τα δραματικά γεγονότα της εποχής του και τα μετουσιώνει σε ποιητικές φόρμες. Διακρίνεται για το αντιλυρικό ύφος και την υπαρξιακή αγωνία των στίχων του. Η ποίησή του έχει νεοϋπερρεαλιστικά στοιχεία. Το παράλογο αποτελεί άλλο ένα συνθετικό υλικό, μέσα από το οποίο απελευθερώνει τα απωθημένα βιώματα της Ελλάδας του εμφυλίου. Κυρίαρχα χρώματα το λευκό, το κόκκινο και το μαύρο.
ΠΟΙΗΤΙΚΕΣ ΣΤΑΘΕΡΕΣ ΤΟΥ ΣΑΧΤΟΥΡΗ Ο ευδιάκριτος ποιητικός μύθος. Η διάρθρωση του ποιητικού μύθου στη βάση των αλλεπάλληλων σκηνών. Η εικόνα ως δομικό και ιδεολογικό στοιχείο του ποιήματος.
Η ΣΥΛΛΟΓΗ ΜΕ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΣΤΟΝ ΤΟΙΧΟ (1952): ΕΝΑΣ ΚΟΣΜΟΣ ΞΕΝΟΣ ΚΑΙ ΚΛΕΙΣΤΟΣ ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
Η ΑΠΟΚΡΙΑ Είναι πιθανό ότι μια αληθινή αποκριά στάθηκε αφορμή γι αυτό το παράλογο αλλά βαθύτατα υπαρξιακό κολλάζ εικόνων. Οι εικόνες-εφιάλτες του εμφυλίου συνενώνονται μεταξύ τους με τη βοήθεια του υπερρεαλισμού: ο παράλογος κόσμος αντανακλάται στον αυτοματισμό του κόσμου του υπερβατικού λόγου.
Ο ΤΙΤΛΟΣ Η πραγματική αποκριά. Δηλώνεται από την πρώτη ανάγνωση, σε κυριολεκτικό επίπεδο. Η «μαγική» αποκριά. Διακρίνεται στη δεύτερη ανάγνωση, σε μεταφορικό επίπεδο. Η επιλογή του θέματος της αποκριάς είναι και το κλειδί μιας πρώτης ερμηνείας: Η αποκριά ως φανταστική ανακατασκευή του κόσμου συνδέεται με το παράλογο της εποχής.
Η ΔΟΜΗ Δύο ενότητες: 1-13, 14-20. Κυριαρχούν έξι εικόνες ως δομικό υλικό των ενοτήτων: Στ. 3: το γαϊδουράκι Στ. 5-7: τα πεθαμένα παιδιά Στ. 8-9: ο γυάλινος χαρτοπόλεμος Στ. 10-11: η γονατισμένη γυναίκα Στ. 12-13: οι στρατιωτικές φάλαγγες Στ. 14-18: το φεγγάρι Κυκλική η ανάπτυξη με τους επαναλαμβανόμενους στίχους να αποτελούν εισαγωγικό και επιλογικό σχόλιο.
ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΜΥΘΟΥ Τα πεθαμένα παιδιά Η γονατισμένη γυναίκα Οι στρατιώτες Αυτοί που έδεσαν και πέταξαν το φεγγάρι μαχαιρωμένο στη θάλασσα (οι αντιμαχόμενες εμφυιακές ομάδες).
Η Ελλάδα Ο ποιητικός χώρος-χρόνος Χρόνια του εμφυλίου πολέμου Η στρατιωτική θητεία του ποιητή «Εδώ ο ιστορικός χρόνος μεταποιήθηκε. Αρχίζει να γίνεται ποιητικός, κρατώντας τα καθημερινά σημεία αναφοράς του. Τα θέματα κυμαίνονται ανάμεσα στις εμπειρίες του και τα ποιητικά είδωλά του. Ένας διασκελισμός, που αποτελεί και μια πρώτη εισαγωγή στην εντύπωση του παράλογου: ο χρόνος της εμπειρίας αποξενώνεται ως την αφαίρεση, ενώ ο χώρος της συγκεκριμενοποιείται ως την τέλεια απλοποίηση, που αποτελεί και αυτή μια αφαίρεση.
[...] Τα θέματα, πάντως, δεν είναι επινοημένα - όπως λ.χ. «οι διαρρήχτες του ήλιου», «ο βαρκάρης των κεραυνών» και άλλα παρεμφερή και αόριστα στις Παραλογές. Είναι πραγματικά συγκεκριμένες ψυχικές καταστάσεις ή υπονοούμενες περιστάσεις της ζωής και της εποχής (του στρατιωτικού του ή γενικά του μεταπολέμου). Η καταγραφή τους λοιπόν μπορεί να είναι, και είναι, ελλειπτική, αφού σπονδυλώνεται - και αντισταθμίζεται - από τα ίδια τα πράγματα και την υλική ιστορία τους. Και παρά την απόκρυψη του εσωτερικού του ποιήματος, ο τίτλος συχνά δηλώνει ή υπαινίσσεται τη συμπλήρωση. [...] Αλλά και η φάση αυτή δε θα του χρησιμεύσει παρά σαν προβαθμίδα. Τα πράγματα είναι ακόμη απλώς βιωμένα, στην κατάσταση των αισθητικών ζυμώσεων ή του βρασμού τους. Ο άνθρωπος πίσω απ' τον ποιητή παρεμβαίνει με τις φοβίες του και δεν τ' αφήνει στην αυτόνομη ποιητική τους ανάπτυξη και ανάδειξη!...» (Γιάννης Δάλλας).
Ο ΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ΤΡΟΠΟΣ Το αντιλυρικό στοιχείο: «το δέσαν και το πέταξαν στη θάλασσα» Το υπερρεαλιστικό στοιχείο (υπερρεαλιστικές εικόνες): «πεθαμένα παιδιά ανέβαινα ολοένα στον ουρανό», «έπεφτε χιόνι γυάλινος χαρτοπόλεμος» Οι εικόνες: «μια γυναίκα γονατισμένη» Η απουσία ομοιοκαταληξίας Η παρομοίωση: «σα νεκρή» Οι μεταφορές: «το φεγγάρι μαχαιρωμένο» Τα χρώματα: λευκό της παγωνιάς και του θανάτου «έπεφτε χιόνι γυάλινος χαρτοπόλεμος», το κόκκινο του αίματος «μάτωνε τις καρδιές», το μαύρο του μίσους και του θανάτου «το βράδυ βγήκε το φεγγάρι» Η γραμματική των χρόνων: (το οριστικό και αμετάκλητο «γίνηκε», ακολουθείται από το επαναληπτικό των παρατατικών «ανέβαιναν», «κατέβαιναν» κ.ο.κ. ) δημιουργεί ένα κλειστό κύκλωμα επαναλαμβανόμενης δραματικής έντασης.
Ο Σαχτούρης γνωρίζει πολύ καλά να στήνει το σκηνικό των λέξεων του και των εικόνων του, που είναι «αιμάσσουσες», μακριά από λυρικές εξάρσεις, με ελεύθερο ανισοσύλλαβο στίχο, που ταιριάζει στον παραλογισμό του αδελφοκτόνου σπαραγμού" και αυτό γιατί ο λόγος του στηρίζεται στα βαθιά βιώματα και τις τραυματικές του εμπειρίες, ένας λόγος επιγραμματικός, εξιστορητικός, αποκαλυπτικός, αφαιρετικός, σημασιολογικός, «αποκριάτικος», σαρκαστικός, με ψυχολογικούς συνειρμούς που συνδέουν το λογικό με το παράλογο. Και η μόνη «λύτρωση» του ποιητή είναι το βασικό μοτίβο του ποιήματος-ο πρώτος και ο τελευταίος-, με τον οποίο αρνείται ότι συνέβησαν τα τραγικά αυτά γεγονότα στον τόπο μας και δηλώνει ότι έγιναν «σ' έν' άλλο κόσμο», γιατί αρνείται να συμβιβαστεί με τη «λογική του παράλογου» αυτού εμφύλιου πολέμου.
ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ Οι υπαρξιακές αγωνίες του ποιητή: ο φόβος του θανάτου και η θλίψη από το εμφύλιο μίσος. Ο πόνος και ο θάνατος (όχι μόνο ως υπαρξιακή αγωνία αλλά και ως ποσοτικό μέγεθος στην Ελλάδα του εμφυλίου). Ο παραλογισμός του εμφύλιου πολέμου. Οι τραγικές επιπτώσεις του στις επόμενες γενιές Το ποίημα ως σύνολο και σαν εξπρεσιονιστικός πίνακας διαμαρτυρίας ενάντια στη βία και την καταστροφή. Με μεταφορικές λέξεις γίνεται ο συνδυασμός πραγματικότητας και της υπέρβασής της (υπερρεαλισμού), λέξεις απέριττες καρφώνουν σα σφαίρες την καρδιά του αναγνώστη, για να προσλάβει το αντιπολεμικό μήνυμα του ποιητή χωρίς όμως καμία «ελπιδοφόρα πίστη».