EUROPOL JOINT SUPERVISORY BODY Γνωμοδότηση της Κοινής Εποπτικής Αρχής της Ευρωπόλ (Γνωμοδότηση 09/32) σχετικά με το σχέδιο κανόνων του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπόλ για τη λήψη πληροφοριών από πηγές διαθέσιμες στο κοινό, ιδιώτες και ιδιωτικούς φορείς Η ΚΟΙΝΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΟΛ, Α. Εισαγωγικές παρατηρήσεις Η απόφαση του Συμβουλίου για την ίδρυση Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Ευρωπόλ) ( «απόφαση του Συμβουλίου»), η οποία αντικαθιστά τη Σύμβαση Ευρωπόλ, αρχίζει να ισχύει από την 1η Ιανουαρίου 2010 1. Σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 2 της απόφασης του Συμβουλίου, το διοικητικό συμβούλιο θεσπίζει τους κανόνες που διέπουν το περιεχόμενο και τη διαδικασία σύναψης μνημονίων συμφωνίας, όπως προβλέπεται στο άρθρο 25 παράγραφος 3 στοιχείο γ) σημείο ii). Πρόκειται για μνημόνια συμφωνίας με ιδιωτικούς φορείς που έχουν συσταθεί κατά το δίκαιο τρίτου κράτους με το οποίο η Ευρωπόλ δεν έχει συνάψει συμφωνία συνεργασίας. Σύμφωνα με το άρθρο 59 παράγραφος 1 της απόφασης του Συμβουλίου, η ΚΕΑ πρέπει επίσης να συμμετέχει στην εκπόνηση των νομικών μέσων που είναι απαραίτητα για την προετοιμασία της εφαρμογής της απόφασης του Συμβουλίου. Στις 18 Μαΐου 2009, το Διοικητικό Συμβούλιο διαβίβασε στην ΚΕΑ το σχέδιο κανόνων (Έγγρ. αριθ. 3550-85r4), ζητώντας τη γνωμοδότησή της επ αυτού. 1 ΕΕ L 121, 15.05.2009
Β. Γενικές παρατηρήσεις Στο προοίμιο του σχεδίου κανόνων, γίνεται παραπομπή στο άρθρο 26 παράγραφος 2 της απόφασης του Συμβουλίου. Το εν λόγω άρθρο αναφέρεται στους κανόνες του διοικητικού συμβουλίου που διέπουν το περιεχόμενο και τη διαδικασία σύναψης μνημονίων συμφωνίας. Ωστόσο, ο τίτλος των κανόνων αναφέρεται στη λήψη πληροφοριών από πηγές διαθέσιμες στο κοινό, ιδιώτες και ιδιωτικούς φορείς. Τα ζητήματα αυτά ρυθμίζονται στο άρθρο 25 της απόφασης του Συμβουλίου, και τα περισσότερα εξ αυτών δεν υπόκεινται στους κανόνες που πρόκειται να καταρτιστούν και να θεσπισθούν από το Διοικητικό Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 2. Το ίδιο ισχύει για τα Κεφάλαια I-V και VII. Το περιεχόμενο των εν λόγω κεφαλαίων επεξεργάζεται αποκλειστικά η απόφαση του Συμβουλίου, η οποία δεν προβλέπει υποχρέωση του διοικητικού συμβουλίου να αναπτύξει περαιτέρω κανόνες. Φυσικά, εναπόκειται στο διοικητικό συμβούλιο να αποφασίσει κατά πόσον προτίθεται να θεσπίσει εσωτερικούς κανόνες για τη θέσπιση διαδικασιών από την Ευρωπόλ με σκοπό τη λήψη πληροφοριών. Ωστόσο, δεδομένου ότι το παρόν κείμενο αναπαράγει σχεδόν κατά λέξη το κείμενο της απόφασης του Συμβουλίου, η ΚΕΑ εισηγείται να επανεξετασθεί ο τρόπος με τον οποίο γίνεται αυτό. Δεδομένου ότι το προοίμιο του σχεδίου κανόνων παραπέμπει στο άρθρο 25, στο άρθρο 26 παράγραφος 2 και στο άρθρο 25 παράγραφος 3 στοιχείο γ) σημείο ii) της απόφασης του Συμβουλίου, τα οποία ρυθμίζουν δύο σχετικά θέματα, το σχέδιο κανόνων πρέπει, επομένως, να ρυθμίζει σαφώς τόσο 1) τη λήψη και την επεξεργασία πληροφοριών από πηγές διαθέσιμες στο κοινό, ιδιώτες και ιδιωτικούς φορείς όσο και 2) το περιεχόμενο και τη διαδικασία σύναψης μνημονίων συμφωνίας. Καθώς δεν είναι σαφές για την ΚΕΑ κατά πόσον το διοικητικό συμβούλιο προτίθεται επίσης να ρυθμίσει περαιτέρω τη λήψη και την επεξεργασία των εν λόγω δεδομένων, τα σχόλια που διατυπώνονται στην παρούσα γνωμοδότηση καλύπτουν αμφότερα τα θέματα του σχεδίου κανόνων. Γ. Ειδικές παρατηρήσεις Άρθρο 1 Το άρθρο 1 του σχεδίου κανόνων προβλέπει μερικούς ορισμούς, οι οποίοι καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίον οι εν λόγω νομικοί ορισμοί πρέπει να γίνονται κατανοητοί, να ερμηνεύονται και εφαρμόζονται στην πράξη. Το άρθρο 25 παράγραφος 4 της απόφασης του Συμβουλίου και το σχέδιο κανόνων χρησιμοποιούν ορισμένες περιγραφές οι οποίες ενδέχεται να οδηγήσουν σε διαφορετικές ερμηνείες. Πρόκειται για τους όρους «εμπορικές πληροφορίες» και «πάροχοι εμπορικών πληροφοριών». Χάριν της ομοιόμορφης ερμηνείας και εφαρμογής ορισμένων ορισμών που χρησιμοποιούνται στο σχέδιο κανόνων, η ΚΕΑ ζητεί να συμπεριληφθεί στο σχέδιο ορισμός των «παρόχων εμπορικών πληροφοριών» και των «εμπορικών πληροφοριών». 2
Άρθρο 3 Το άρθρο 3 αναπαράγει τις διατάξεις του άρθρου 25 παράγραφος 4 της απόφασης του Συμβουλίου. Η ΚΕΑ σημειώνει ότι ούτε το άρθρο 25 παράγραφος 4 της απόφασης του Συμβουλίου ούτε το σχέδιο κανόνων προσδιορίζουν για ποιους σκοπούς δικαιούται η Ευρωπόλ να επεξεργασθεί τα δεδομένα που έχουν ανακτηθεί απευθείας από πηγές διαθέσιμες στο κοινό. Σημειώνεται επίσης ότι γίνεται σαφής σύνδεση μεταξύ της λήψης των εν λόγω πληροφοριών και της υποχρέωσης ενημέρωσης, όπως ορίζεται στο άρθρο 17 της απόφασης του Συμβουλίου για την Ευρωπόλ. Μολονότι η Ευρωπόλ δεν δύναται να επεξεργάζεται σε καμία περίπτωση δεδομένα, όταν η εν λόγω επεξεργασία δεν είναι αναγκαία για τα καθήκοντά της, όπως περιγράφονται στο άρθρο 5 της απόφασης του Συμβουλίου για την Ευρωπόλ, η συγκεκριμένη σύνδεση μεταξύ της λήψης πληροφοριών και της υποχρέωσης ενημέρωσης φαίνεται να υποδηλώνει ότι η Ευρωπόλ θεωρεί επίσης καθήκον της να συλλέγει πληροφορίες οι οποίες πρόκειται να διαβιβασθούν στα κράτη μέλη. Σε μια τέτοια περίπτωση, οι κανόνες εφαρμογής πρέπει να περιλαμβάνουν τις αναγκαίες διατάξεις για την εκτέλεση του συγκεκριμένου καθήκοντος και τις προϋποθέσεις και τους σκοπούς για τους οποίους η Ευρωπόλ δικαιούται να επεξεργασθεί τα εν λόγω δεδομένα. Η απλή αναπαραγωγή των διατάξεων της απόφασης του Συμβουλίου που αφορούν τη συγκεκριμένη μορφή επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα δεν πρέπει να θεωρείται επαρκής και απαιτείται λεπτομερέστερη ρύθμιση του συγκεκριμένου θέματος. Άρθρο 8 Το άρθρο 8 παράγραφος 1 επαναλαμβάνει τις δύο προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν για να μπορεί η Ευρωπόλ να λάβει δεδομένα από ιδιωτικό φορέα: ο φορέας πρέπει να περιλαμβάνεται στον κατάλογο (άρθρο 25 παράγραφος 3 στοιχείο γ) σημείο i)) και πρέπει να συναφθεί μνημόνιο συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπόλ και του ιδιωτικού φορέα (άρθρο 25 παράγραφος 3 στοιχείο γ) σημείο ii)). Ωστόσο, στο άρθρο 8 παράγραφος 1 σημείο ii), η δεύτερη αυτή προϋπόθεση αναφέρεται ως: «Εάν η Ευρωπόλ και ο οικείος ιδιωτικός φορέας έχουν συνάψει μνημόνιο συμφωνίας σχετικά με τη διαβίβαση πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα». Μέσω της εισαγωγής του «εάν», η διατύπωση αυτή αποκλίνει ελαφρώς από τις προϋποθέσεις που θεσπίζονται στην απόφαση του Συμβουλίου. Αυτό μπορεί να δημιουργήσει παρανόηση, δεδομένου ότι η απόφαση του Συμβουλίου απαιτεί να συντρέχουν και οι δύο προϋποθέσεις, ενώ οι παρόντες κανόνες ενδέχεται επίσης να ερμηνευθούν ως θεσπίζοντες εναλλακτικές προϋποθέσεις. Επομένως, προτείνεται η διαγραφή της λέξης «εάν» στο άρθρο 8 παράγραφος 1 σημείο ii). 3
Μια άλλη παρατήρηση αφορά την προϋπόθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 3 σημείο iv), σύμφωνα με την οποία τα δεδομένα που πρόκειται να καταχωρισθούν πρέπει να σχετίζονται με δεδομένα ήδη καταχωρισμένα στα συστήματα της Ευρωπόλ. Καθώς η προϋπόθεση αυτή εφαρμόζεται σε όλα τα συστήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 (σημεία i-iii), θα ήταν προτιμότερο να περιληφθεί στην πρώτη πρόταση της παραγράφου 3. Η ΚΕΑ σημειώνει ότι η υποχρέωση ενημέρωσης ενός κράτους μέλους, εάν τα διαβιβασθέντα δεδομένα θίγουν συμφέροντά του (τελευταίο εδάφιο του άρθρου 25 παράγραφος 3 της απόφασης του Συμβουλίου), είναι καταρχήν παρόμοια με την υποχρέωση ενημέρωσης (άρθρο 17 της απόφασης του Συμβουλίου). Επομένως, προτείνεται η περαιτέρω εναρμόνιση των διαδικασιών αυτών. Άρθρο 9 Το άρθρο 26 παράγραφος 2 προβλέπει την υποχρέωση του διοικητικού συμβουλίου να θεσπίσει τους κανόνες που διέπουν το περιεχόμενο και τη διαδικασία σύναψης μνημονίων συμφωνίας. Το άρθρο 9 περιγράφει τι θα μπορούσε να θεωρηθεί περιεχόμενο του μνημονίου συμφωνίας. Παρότι η απόφαση του Συμβουλίου δεν προσδιορίζει τι πρέπει να ρυθμίζεται σε αυτούς τους κανόνες του Διοικητικού Συμβουλίου, οι εν λόγω κανόνες θα πρέπει να χρησιμοποιούνται για τη θέσπιση των κριτηρίων τα οποία θα πρέπει να πληρούνται όταν ενδέχεται να συναφθεί μνημόνιο συμφωνίας και όταν πραγματοποιείται διαβίβαση δεδομένων. Η ΚΕΑ εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι τα σημαντικά αυτά θέματα δεν αντικατοπτρίζονται και δεν ρυθμίζονται κατάλληλα στο παρόν κείμενο. Συναφώς, η ΚΕΑ παρατηρεί ότι, σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 1, το μνημόνιο συμφωνίας προσδιορίζει ότι ο ιδιωτικός φορέας μπορεί να διαβιβάζει στην Ευρωπόλ μόνον δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα τα οποία συλλέχθηκαν και διαβιβάσθηκαν σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία στο κράτος στο οποίο είναι εγκαταστημένος ο ιδιωτικός φορέας. Ωστόσο, η απόφαση του Συμβουλίου χρησιμοποιεί σχετικά τη λέξη «βεβαιώνει» αντί της λέξης «προσδιορίζει», η οποία χρησιμοποιείται στο σχέδιο κανόνων. Ενόψει της υποχρέωσης ανάπτυξης κανόνων σχετικά με το περιεχόμενο και τη διαδικασία σύναψης μνημονίων συμφωνίας, θα πρέπει να αξιολογηθεί κατά πόσον η ανάγκη επιβεβαίωσης της νομιμότητας της συλλογής και της διαβίβασης των δεδομένων από ιδιωτικό φορέα αφορά μόνον την εξασφάλιση διαβεβαίωσης εκ μέρους του συγκεκριμένου ιδιωτικού φορέα. Σε σύγκριση με όλα τα άλλα άρθρα του Κεφαλαίου IV της απόφασης του Συμβουλίου που αφορούν τις σχέσεις με εταίρους, το άρθρο 25 παράγραφος 3 στοιχείο γ) στερείται σαφούς αξιολόγησης του επιπέδου προστασίας των δεδομένων του εταίρου της Ευρωπόλ ή/και αξιολόγησης από κεντρικό σημείο του κατά πόσον η διαβίβαση στην Ευρωπόλ είναι σύμφωνη προς το εθνικό δίκαιο. Ενόψει των προαναφερθέντων, η προϋπόθεση επιβεβαίωσης της νομιμότητας της συλλογής και της διαβίβασης πρέπει να θεωρείται ότι υπερβαίνει τον απλό προσδιορισμό της υποχρέωσης συμμόρφωσης του ιδιωτικού φορέα προς την εν λόγω προϋπόθεση. Η επιβεβαίωση 4
πρέπει σε αυτό το πλαίσιο να ερμηνεύεται επίσης ως επαλήθευση της νομιμότητας καθώς και ως ρήτρα διασφάλισης για το άτομο. Ενόψει των προαναφερθέντων, το σχέδιο κανόνων πρέπει να προβλέπει ότι η Ευρωπόλ δικαιούται να συνάπτει μνημόνια συμφωνίας μόνον όταν έχει επαληθεύσει ότι ο ενδιαφερόμενος ιδιωτικός φορέας ενεργεί σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. Η ΚΕΑ κατανοεί ότι αυτό δεν είναι πάντοτε εφικτό, αλλά πρέπει να είναι σαφές ότι όταν υπάρχουν εύλογες αμφιβολίες σχετικά με τη νομιμότητα της συλλογής ή της διαβίβασης, αυτό πρέπει να έχει συνέπειες στη σύναψη του μνημονίου συμφωνίας. Το άρθρο 9 παράγραφος 1 θεσπίζει επίσης την προϋπόθεση ότι η συλλογή και η διαβίβαση πρέπει να πραγματοποιούνται σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία στο κράτος στο οποίο είναι εγκαταστημένος ο ιδιωτικός φορέας. Η απόφαση του Συμβουλίου αναφέρεται, στο άρθρο 25 παράγραφος 3 σημείο ii), μόνον στη νομιμότητα της συλλογής και της διαβίβασης χωρίς καμία αναφορά στην εφαρμοστέα νομική βάση. Ανάλογα με το είδος του ιδιωτικού φορέα (π.χ. πολυεθνική ή τοπική εταιρεία) και λαμβανομένου υπόψη ότι τα δεδομένα δεν υποβάλλονται πάντοτε σε επεξεργασία μόνον στο κράτος στο οποίο είναι εγκαταστημένος ο ιδιωτικός φορέας, οι κανόνες του διοικητικού συμβουλίου δεν πρέπει να ορίζουν ως μοναδικό εφαρμοστέο δίκαιο το δίκαιο του κράτους εγκατάστασης του ιδιωτικού φορέα. Στο πλαίσιο αυτό, μπορεί να γίνει παραπομπή στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο γ) της οδηγίας 95/46/ΕΚ για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών 2. Σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο, το εθνικό δίκαιο ενός κράτους της Ευρωπαϊκής Ένωσης εφαρμόζεται όταν ο υπεύθυνος της επεξεργασίας δεν είναι εγκατεστημένος στο έδαφος της Κοινότητας αλλά για τους σκοπούς της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προσφεύγει σε μέσα ευρισκόμενα στο έδαφος του εν λόγω κράτους μέλους. Ενόψει των προαναφερθέντων, η ΚΕΑ προτείνει να διαγραφεί η αναφορά στο δίκαιο του κράτους στο οποίο είναι εγκαταστημένος ο ιδιωτικός φορέας. Η ΚΕΑ προτείνει επίσης να εξετασθεί κατά πόσον πρέπει να πληρούνται άλλες προϋποθέσεις οι οποίες πρέπει να προσδιορίζονται στο μνημόνιο συμφωνίας. Δεδομένου του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 25 της απόφασης του Συμβουλίου το οποία αφορά τη λήψη πληροφοριών, πρέπει να καθίσταται σαφές ότι ένα μνημόνιο συμφωνίας μεταξύ της Ευρωπόλ και ενός ιδιωτικού φορέα δεν μπορεί να συνεπάγεται τη διαβίβαση δεδομένων από την Ευρωπόλ στον συγκεκριμένο ιδιωτικό φορέα, παρά μόνον στην περίπτωση που περιγράφεται στο άρθρο 9 παράγραφος 3 του σχεδίου κανόνων. 2 ΕΕ L 281, 23.11.1995 5
Άρθρο 12 Παρότι εισηγήθηκε ήδη να επανεξετασθεί κατά πόσον το παρόν κεφάλαιο έχει οποιαδήποτε προστιθέμενη αξία για το σχέδιο κανόνων που αναφέρονται στο άρθρο 26 παράγραφος 2 της απόφασης του Συμβουλίου, η ΚΕΑ επιθυμεί να αναδείξει ένα ζήτημα το οποίο θα μπορούσε να οδηγήσει σε παρανοήσεις στο μέλλον. Η διατύπωση της πρώτης πρότασης του άρθρου 12 παράγραφος 2 («Η Ευρωπόλ μπορεί να λαμβάνει απευθείας...») φαίνεται να θεσπίζει αρμοδιότητα της Ευρωπόλ να λαμβάνει απευθείας πληροφορίες από ιδιώτες που κατοικούν σε τρίτα κράτη με τα οποία η Ευρωπόλ δεν έχει συνάψει συμφωνία συνεργασίας. Σε περίπτωση λήψης τέτοιων πληροφοριών, η δεύτερη πρόταση της δεύτερης παραγράφου περιορίζει τη διαβίβαση των εν λόγω πληροφοριών. Η ΚΕΑ τονίζει ότι δεν υφίσταται τέτοια αρμοδιότητα. Η δεύτερη πρόταση του άρθρου 25 παράγραφος 5 της απόφασης του Συμβουλίου, η οποία αποτελεί τη σχετική βάση, περιγράφει μόνον τι επιτρέπεται να πράξει η Ευρωπόλ εάν η Ευρωπόλ λάβει τέτοιες πληροφορίες. Προβλέπει τις περιστάσεις στις οποίες ιδιώτες αποστέλλουν με δική τους πρωτοβουλία δεδομένα στην Ευρωπόλ. Η ΚΕΑ προτείνει στην περίπτωση που το διοικητικό συμβούλιο αποφασίσει να διατηρήσει το συγκεκριμένο άρθρο στους κανόνες την εναρμόνιση της πρώτης πρότασης του άρθρου 12 παράγραφος 2 με το κείμενο της δεύτερης πρότασης του άρθρου 25 παράγραφος 5 της απόφασης του Συμβουλίου. Ένα άλλο ζήτημα το οποίο χρήζει προσοχής είναι η ευθύνη για τα δεδομένα που έχουν υποβληθεί σε επεξεργασία. Το άρθρο 12 παράγραφος 4 του σχεδίου κανόνων αναφέρεται μόνον στην ευθύνη των κρατών μελών σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 1 στοιχείο α) της απόφασης του Συμβουλίου. Ωστόσο, δεν φαίνεται να υπάρχει λόγος περιορισμού του άρθρου 12 παράγραφος 4 στην κατάσταση στην οποία η Ευρωπόλ λαμβάνει πληροφορίες από ένα κράτος μέλος. Θα ήταν λογικό να προστεθεί επίσης αναφορά στις ευθύνες της Ευρωπόλ όπως καθορίζονται στη δεύτερη πρόταση του άρθρου 25 παράγραφος 6 της απόφασης του Συμβουλίου. Στο πλαίσιο αυτό, η ΚΕΑ σημειώνει ότι δεν λαμβάνεται ομοίως υπόψη η επεξεργασία πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 25 παράγραφος 5 της απόφασης του Συμβουλίου. Δεδομένου ότι οι κανόνες εφαρμογής δεν επιτρέπεται να αποκλίνουν από την απονομή των ευθυνών, όπως καθορίζεται στο άρθρο 29 της απόφασης του Συμβουλίου, πρέπει να είναι πλήρεις όσον αφορά τις παραπομπές τους. Η ΚΕΑ ζητεί από το διοικητικό συμβούλιο να τροποποιήσει το προτεινόμενο σχέδιο κανόνων λαμβάνοντας υπόψη τις εισηγήσεις και τις παρατηρήσεις που διατυπώνονται στην παρούσα γνωμοδότηση. Η ΚΕΑ επαναβεβαιώνει επίσης ότι είναι διατεθειμένη να συμβάλει στην επακόλουθη συζήτηση με εποικοδομητικό τρόπο. Βρυξέλλες 12 Οκτωβρίου 2009 David Smith Πρόεδρος 6