ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ Σημειώσεις Μαθήματος Ανθρωπογεωγραφίας-Ανάλυση Περιφερειακού Χώρου Ηλίας Μπεριάτος ΒΟΛΟΣ 2000
«Ανάλυση του Περιφερειακού Χώρου» 1. Γεωγραφική Γνώση και Περιφερειακή Ανάλυση ως Προϋπόθεση για το Σχεδιασμό και την Ανάπτυξη Η Γεωγραφία ξεκίνησε ως περιγραφική και «ιδιογραφική» επιστήμη προτού εξελιχθεί σε μια προσπάθεια ερμηνείας του χώρου και εξήγησης των χωρικών δομών και φαινομένων. Από την εξέταση του «τι» και «που» πέρασε στην έρευνα του «πως» και «γιατί» κάνοντας χρήση γενικών θεωριών και υποδειγμάτων πέρα από τη μελέτη των συγκεκριμένων περιπτώσεων. Η γεωγραφική γνώση είναι προϋπόθεση για κάθε δράση σχεδιασμού και προγραμματισμού και άρα η βάση για κάθε διαδικασία και πολιτική ανάπτυξης. Σε πλανητική και διεθνή κλίμακα η γεωγραφική γνώση είναι η βάση της γεωπολιτικής και γεωοικονομικής δράσης συγκεκριμένων παραγόντων και δυνάμεων (κρατών κ.λ.π.). Αλλά και αντιστρόφως κάθε «παρέμβαση» στο χώρο των παραγόντων αυτών συνιστά μια δράση που αποτελεί αντικείμενο εξέτασης της γεωγραφίας. Δηλαδή στοιχείο γεωγραφικής γνώσης. Σε εθνική και περιφερειακή κλίμακα η γεωγραφική γνώση αποτελεί ένα απαραίτητο εργαλείο για να σχεδιαστεί και να προγραμματιστεί η ανάπτυξη μιας χώρας ή μιας περιφέρειας. Η γεωγραφική γνώση που παράγεται από την (γεωγραφική ) ανάλυση του περιφερειακού χώρου αποτελεί την περιφερειακή ανάλυση, δηλαδή την αναγκαία προϋπόθεση του περιφερειακού σχεδιασμού, που με τη σειρά του είναι σήμερα προϋπόθεση της περιφερειακής ανάπτυξης. Η χωροταξία και ο χωροταξικός σχεδιασμός μιας περιοχής ή μιας περιφέρειας μπορεί να θεωρηθεί ως η γεωγραφική ανάλυση στην οποία προστίθενται στόχοι, κατευθύνσεις και επιδιώξεις που αφορούν τον προγραμματισμό των δραστηριοτήτων στο χώρο, στα πλαίσια μιας ευρύτερης οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής για τη συγκεκριμένη περιφέρεια καθώς και για τις υπόλοιπες περιφέρειες της ίδιας χώρας (περιφερειακή πολιτική). 2. Περιφερειακή Ανάλυση και Περιφέρεια Σύντομη Ιστορική Εξέλιξη Η περιφερειακή ανάλυση για ολόκληρες δεκαετίες (κυρίως στο πρώτο ήμισυ του 20 ου αιώνα) ήταν ο σκοπός κάθε γεωγραφικής έρευνας και μελέτης. Ήταν η αντιπροσωπευτικότερη μορφή της γεωγραφίας, η λεγόμενη Περιφερειακή Γεωγραφία.
Η περιφερειακή ανάλυση στηρίχθηκε φυσικά στην έννοια της περιφέρειας ως κύριας γεωγραφικής οντότητας από την αρχική φάση ανάπτυξης της γεωγραφίας ως σύγχρονης επιστήμης (στα μέσα του 18 ου αιώνα). Μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο η περιφέρεια, ως ξεχωριστή οντότητα, αποκαλύπτεται από τους οικονομολόγους και την οικονομικής επιστήμη η οποία με την παραδοσιακή της μορφή- είχε παραμελήσει την διάσταση του χώρου κα τα τη μελέτη των οικονομικών φαινομένων. Μέχρι τότε ο κρίσιμος παράγοντας για την οικονομική θεωρία και έρευνα ήταν ο χρόνος και όχι ο χώρος. Η περιφερειακή ανάλυση δεν περιορίζεται πλέον στην επεξεργασίας μερικών στατιστικών δεικτών, αλλά προχωρεί στην μελέτη των διαφόρων οικονομικών δομών και μοντέλων έχοντας ως τελικό στόχο την παρουσίαση μιας θεωρίας για την περιφερική ανάπτυξη. Για το σκοπό αυτό μελετά την καθοριστική επίδραση των χωρικών παραμέτρων στην οικονομική ανάπτυξη. Πρέπει να σημειωθεί ότι την ίδια περίοδο που οι οικονομολόγοι αντιλαμβάνονται τη σημασία του χώρου οι γεωγράφοι (κυρίως της γαλλικής σχολής) αρνούνταν την ύπαρξη της περιφέρειας τουλάχιστον ως γεωγραφική πραγματικότητας. Η περιφέρεια θεωρείται περισσότερο ως εννοιολογικό και μεθοδολογικό εργαλείο (concept) με περιορισμένες δυνατότητες. Αργότερα η επίδραση της οικονομικής χωρικής ανάλυσης στρέφει την προσοχή των γεωγραφικών ερευνών προς τις πολωμένες αρχικά περιφέρειες και στη συνέχεια σε άλλα είδη περιφερειών. Οι περιφερειακές μελέτες εγκαταλείπουν τη μέθοδο της εξαντλητικής ανάλυσης και προσανατολίζονται σε συγκεκριμένες επιλογές (επιλεκτική εξέταση ο ρισμένων γεωγραφικών γεγονότων ή φαινόμενων). Η περιφέρεια θεωρείται «πραγματικότητα» με την έννοια ότι εκφράζει την «ασυνέχεια» και την «διαφοροποίηση» του γεωγραφικού χώρου. Για την αγγλοσαξωνική σχολή εξακολουθεί να παραμένει ένα απλό «concept». Κατά τη διάρκεια των τελευταίων τριάντα χρόνων εμφανίζονται νέες μορφές περιφερειακών μελετών και ερευνών: Αφ ενός υπάρχει η τάση για μελέτες περιφερειακού σχεδιασμού (λόγω αυξανόμενων περιφερειακών ανισοτήτων) αφετέρου υπάρχει η τάση για μεθοδολογικές αναζητήσεις με στόχο τη θεμελίωση μιας θεωρίας της περιφέρειας. 3. Περιφέρεια και Περιφερειακός Χώρος Από πολλούς έχουν τεθεί κατά καιρούς διάφορα επιστημολογικά προβλήματα που σχετίζονται με την προαναφερόμενη «θεωρία της περιφέρειας» που είναι σχεδόν ταυτόσημα με εκείνα που αντιμετωπίζει η σύγχρονη γεωγραφική επιστήμη. Από αυτά διακρίνουμε τρία που θεωρούμε κυριότερα: Α) Το πρόβλημα της φύσης της περιφέρειας (πραγματικότητα ή concept) που ήδη θίξαμε κατά την ιστορική επισκόπηση της περιφερειακής ανάλυσης.
Β) Το πρόβλημα τη γεωγραφικής σύνθεσης του φυσικού περιβάλλοντος/χώρου με τις ανθρώπινες κοινωνίες δηλαδή της σύνδεσης, των φυσικών και κοινωνικών φαινομένων. Γ) Το πρόβλημα της μεθοδολογικής προσέγγισης της έρευνας σε σχέση με το υιοθετούμενο ερμηνευτικό σχήμα ή πρότυπο. Σε ό,τι αφορά το πρώτο πρόβλημα σχετικά με την «ύπαρξη» ή μη των περιφερειών, η σημερινή τάση οδηγεί προς την θέση ότι ο όρος περιφέρεια αποτελεί ένα εννοιολογικό εργαλείο που όμως δεν πρέπει να εγκαταλειφθεί παρ όλη την αδυναμία να οριστεί ικανοποιητικά. Εξ άλλου δεν είναι η μόνη έννοια της γεωγραφίας και των επιστημών του χώρου που δεν ορίζεται σαφώς. Στην προσπάθεια για μια πιο επιστημονική προσέγγιση των χωρικών φαινομένων, πρέπει να αποσαφηνίσουμε όσο μπορούμε τις υπάρχουσες έννοιες και όρους και να δημιουργήσουμε καινούργιους. Επιπλέον, κάθε έννοια πρέπει να είναι αποτελεσματική για την κατανόηση ενός μέρους της πραγματικότητας και να μην παραμένει ή να εκφυλίζεται σε μια απλή λογική «κατηγορία». Η αποτελεσματικότητα εξ άλλου είναι εκείνο που μας ενδιαφέρει σε τελευταία ανάλυση. Το δεύτερο σημείο αφορά τον προβληματισμό για τη φύση της γεωγραφικής σύνθεσης και κατά πόσο είναι αυτή εφικτή. Σήμερα, η περιφερειακή γεωγραφία δεν θεωρείται πλέον ως σύνδεση της φυσικής και ανθρώπινης γεωγραφίας αλλά απλώς μια συσσώρευση και παράθεση στοιχείων και από τα δύο μέρη. Η απλή πρόθεσή τους δεν αποτελεί μια περιφέρεια όπως ένας σωρός πέτρες και κεραμίδια δεν αποτελούν ένα σπίτι. Χρειάζονται ακόμη και τα στοιχεία εκείνα που θα βάλουν σε «τάξη» τα ξεχωριστά κομμάτια. Χρειάζονται δηλαδή έννοιες σχετικά ακριβείς και σαφείς (concepts) που θα «χτίσουν» την απαραίτητη θεωρητική «κατασκευή». Αυτό το θεωρητικό υπόβαθρο είναι το ζητούμενο σήμερα. Το τρίτο πρόβλημα είναι η επιλογή συγκεκριμένης μεθοδολογίας για την έρευνα των προβλημάτων του χώρου σε σχέση με την επικρατούσα θεωρία. Όμως, επειδή ακριβώς αυτή η θεωρία δεν υπάρχει, η τάση σήμερα είναι να χρησιμοποιείται ως υποκατάστατο η «γενική θεωρία των συστημάτων» όπως ακριβώς συνέβη και συμβαίνει και σε άλλες επιστήμες που είχαν ή έχουν προβλήματα ανεπαρκούς θεωρητικής θεμελίωσης. Το πρόβλημα με την «συστημική» προσέγγιση είναι ότι στερείται ενός «περιεχομένου» που θα μπορούσε να δώσει μια πραγματική ερμηνευτική αξία στην μελέτη και ανάλυση του περιφερειακού χώρου και της περιφερειακής γεωγραφίας γενικότερα. Βρισκόμαστε επομένως σε μια φάση όπου υπάρχουν και χρησιμοποιούνται κάποια μεθοδολογικά εργαλεία χωρίς αντίστοιχη επιστημονική θεωρία του χώρου. 4. Προβλήματα Ορισμού Περιφέρειας
Όπως ήδη έγινε κατανοητό, η περιφέρεια αν και αμφιλεγόμενη ή αμφισβητούμενη- είναι έννοια κεντρική, έννοια «κλειδί» όχι μόνο για την περιφερειακή ανάλυση αλλά και γενικότερα για τη Γεωγραφία ως επιστήμη του χώρου. Μπορούμε να προσεγγίσουμε την περιφέρεια από διαφορετικές σκοπιές ανάλογα με το κριτήριο ή τη βάση αναφοράς που θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε. Για το λόγο αυτό υπάρχουν αρκετοί ορισμοί της έννοιας αυτής που έχουν δοθεί κατά καιρούς από τους γεωγράφους ή άλλους οικονομικούς ή κοινωνικούς επιστήμονες. Έτσι, η περιφέρεια μπορεί να οριστεί π.χ.: Ως ένας βιωμένος χώρος τόπος (espace veçu) Ως μια συνεχής έκταση της γήινης επιφάνειας κάποιου μεγέθους που έχει μια ιδιαιτερότητα ή μοναδικότητα και άρα ενότητα Ως μια εδαφική-διοικητική επικράτεια (territory, territoire) οποιουδήποτε μεγέθους και ιδιαίτερα εκείνου που βρίσκεται αμέσως κάτω από το εθνικό επίπεδο. Ως ένα τμήμα της γήινης επιφάνειας με φυσικά ή ανθρωπογενή χαρακτηριστικά που το καθιστούν διαφορετικό από τις περιοχές που βρίσκονται γύρω του. Ως ένα ανοικτό «σύστημα» (σύμφωνα με τη «θεωρία των συστημάτων»). Ως μια ενότητα που τα όριά της επηρεάζονται από τις μεταβολές των χαρακτηριστικών των χωρικών μονάδων από τις οποίες αποτελείται. Από τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι υπάρχει μια γενική (ευρεία) και μια ειδική (στενή) έννοια της περιφέρειας. Τα κύρια χαρακτηριστικά της περιφέρειας με την ειδική (στενή) της έννοια είναι τα ακόλουθα: Η χωρική τυπολογική συνέχεια των τμημάτων που την απαρτίζουν. Η κλίμακα ή το επίπεδο του χώρου στο οποίο αναφερόμαστε και οποίο είναι το αμέσως κατώτερο από το εθνικό επίπεδο αλλά με το μεγαλύτερο βαθμό αναπτυξιακής «ολοκλήρωσης» μέσα στα πλαίσια ενός κράτους. Η ενότητα και ιδιαιτερότητα μορφής, δομής και λειτουργίας Η ιδιότητά της ως «ανοικτού συστήματος» Κάθε ένα από αυτά αποτελεί μια αναγκαία συνθήκη και όλα μαζί την ικανή συνθήκη για την ύπαρξη της περιφέρειας. Θα μπορούσαμε επομένως να δώσουμε έναν ορισμό που περιλαμβάνει και τα τέσσερα αυτά γνωρίσματα. Έτσι: «Περιφέρεια είναι ένα ανοικτό χωρικό σύστημα μεγέθους αμέσως κατώτερο από εκείνο του Εθνικού Κράτους που αποτελείται από συνεχόμενες περιοχές (χωρική συνέχεια) και που διακρίνεται από μια ξεχωριστή ενότητα και ιδιαιτερότητα». 5. Τρόποι Ταξινόμησης και Τύπο Περιφεριεών Όπως ακριβώς ο ορισμός έτσι και η ταξινόμηση των διαφόρων περιφερειών γίνονται με βάση κάποια κριτήρια που επιλέγονται ανάλογα με το σκοπό που εξυπηρετούν.
Δύο σειρές κριτηρίων είναι βασικά οι σπουδαιότερες: Τα κριτήρια για σκοπούς ανάλυσης και τα κριτήρια για σκοπούς πολιτικής. Κάθε ταξινόμηση, δηλαδή κατάταξη περιφερειών σε διάφορες κατηγορίες, ιεράρχησή τους, ή ακόμη και περιφερειακή «διαίρεση» ενός χώρου, είναι αδύνατον να ικανοποιεί ταυτόχρονα και τις δύο σειρές κριτηρίων. Η τάση που διαμορφώθηκε μεταπολεμικά κυρίως στη γεωγραφική ανάλυση του χώρου εγκατέλειψε την ιδέα των «φυσικών περιφερειών» (régions naturelles) και εισήγαγε νέους τρόπους, με χρήση μαθηματικών μοντέλων, προκειμένου να προχωρήσει στην περιφερειακή ανάλυση και την ανάλυση του χώρου γενικότερα. Έτσι, λοιπόν, από τη σκοπιά της χωρικής ανάλυσης και με βάση το κριτήριο της εσωτερικής δομικής διάρθρωσης του περιφερειακού χώρου διακρίνουμε τις περιφέρειες σε ομοιογενείς, πολικές ή πολωμένες και ανισοτροπικές περιφέρειες. Οι τρεις αυτοί τύποι περιφερειών ορίζονται ως εξής: α) Ομοιογενής Περιφέρεια είναι ένα σύνολο χωρικών μονάδων που μέσα στα όριά του ελαχιστοποιείται η απόκλιση από τα κοινά χαρακτηριστικά και έξω από αυτά μεγιστοποιείται. β) Πολική ή Πολωμένη Περιφέρεια είναι ένα σύνολο ετερογενών χωρικών μονάδων που είναι ιεραρχικά διαρθρωμένες, έχουν λειτουργική αλληλεξάρτηση και σχέση μεταξύ τους καθώς και με ένα κεντρικό «πόλο». γ) Ανισοτροπική Περιφέρεια είναι η χωρική ενότητα που δεν είναι ούτε ομοιογενής, ούτε πολωμένη και η οποία διαρθώνεται από την επίδραση ενός ή περισσοτέρων «αξόνων». Πρέπει να σημειωθεί ότι ο τύπος της πολωμένης και ανισοτροπικής περιφέρειας εξυπηρετεί σκοπούς ενδοπεριφερειακής ανάλυσης ενώ ο τύπος της ομοιογενούς περιφέρειας σκοπούς δια-περιφερειακής ανάλυσης. Υπάρχει επίσης μια άλλη ταξινόμηση με βάση κριτήρια που καθορίζουν το βαθμό ανάπτυξης. Έτσι μπορεί να έχουμε περιφέρειες «φθίνουσες», «στάσιμες», «αναπτυσσόμενες», «ανεπτυγμένες», «υπανάπτυκτες», «υπεραναπτυγμένες», «κορεσμένες» κλπ. Από το άλλο μέρος αν δεχτούμε και τα κριτήρια των αρχών μιας πολιτικής περιφερειακής ανάπτυξης, τότε έχουμε τον τύπο της περιφέρειας προγραμματισμού ή προγραμματικής περιφέρειας που ορίζεται ως εξής: «Προγραμματική Περιφέρεια είναι το τμήμα του χώρου που καθορίζεται για την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων στόχων μιας περιφερειακής πολιτικής (οικονομικής, κοινωνικής, πολιτιστικής κλπ).»