ΔΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ «Οικολογική Ποιότητα και Διαχείριση Υδάτων σε Επίπεδο Λεκάνης Απορροής» Τμημάτων Βιολογίας, Γεωλογίας & Πολιτικών Μηχανικών Οικολογική Ποιότητα των Λιμνών Μικρή και Μεγάλη Πρέσπα με βάση το ζωοπλαγκτό Ηράκλεια Γιαννοπούλου Βιολόγος Επιβλέπουσα: Ευαγγελία Μιχαλούδη, Επίκουρη Καθηγήτρια Θεσσαλονίκη 2016
IINTERDISCIPLINARY POSTGRADUATE STUDY PROGRAMME Ecological Water Quality and Management at a River Basin Level Water Quality of Lakes Mikri and Megali Prespa Based on Zooplankton Irakleia Giannopoulou Biologist Supervisor: Evangelia Michaloudi, Assistance Professor Thessaloniki 2016
Τριμελής Εξεταστική Επιτροπή: 1) Ευαγγελία Μιχαλούδη, Επίκουρη Καθηγήτρια-Επιβλέπουσα 2) Μαρία Μουστάκα-Γούνη, Καθηγήτρια-Μέλος 3) Αντώνιος Μαζάρης, Επίκουρος Καθηγητής-Μέλος
Πρόλογος Η παρούσα διπλωματική εργασία πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια του Διατμηματικού Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών «Οικολογική Ποιότητα και Διαχείριση Υδάτων σε Επίπεδο Λεκάνης Απορροής» των τμημάτων Βιολογίας, Γεωλογίας και Πολιτικών Μηχανικών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Επιπλέον, αποτελεί μέρος του διασυνοριακού προγράμματος PROLIFE για την παρακολούθηση των Πρεσπών : Η ποιότητα ζωής σαν προαπαιτούμενο για την πρόοδο και τη βιώσιμη ανάπτυξη στη διασυνοριακή περιοχή ( The quality of life prerequisite for progress and sustainable development in the cross border area ). Αρχικά, θα ήθελα να ευχαριστήσω την επιβλέπουσά μου Επίκουρη Καθηγήτρια Ευαγγελία Μιχαλούδη, για την εμπιστοσύνη της ως προς την ανάθεση του θέματος, για τον πολύτιμο χρόνο που αφιέρωσε καθ όλη τη διάρκεια εκπόνησης της παρούσας εργασίας, για τις εύστοχες παρατηρήσεις της και για τη συνεχή υποστήριξή της σε κάθε επίπεδο. Ακόμη, ευχαριστώ θερμά την Καθηγήτρια Μαρία Μουστάκα-Γούνη για τη συμμετοχή της στην τριμελή επιτροπή αλλά και για την πολύτιμη βοήθειά της και τις παρατηρήσεις της κατά τη διάρκεια υλοποίησης της εργασίας. Ευχαριστώ θερμά των Επίκουρο Καθηγητή Αντώνιο Μαζάρη για τη συμμετοχή του στην τριμελή επιτροπή αλλά και για τις πολύτιμες παρατηρήσεις. Θα ήθελα να ευχαριστήσω από καρδιάς τη Διδάκτορα Ματίνα Κατσιάπη, αρχικά για τη διάθεση των δεδομένων φυτοπλαγκτού, αλλά και για την συνεχή βοήθειά της και καθοδήγησή της, τόσο κατά την επεξεργασία των δεδομένων, αλλά κυρίως κατά τη διεξαγωγή των δειγματοληψιών. Επιπλέον, οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους τους φοιτητές στο εργαστηρίου ζωοπλαγκτού, τόσο για την ευχάριστη ατμόσφαιρα όσο και για την άψογη συνεργασία. Ιδιαίτερα θα ήθελα να ευχαριστήσω την υποψήφια Διδάκτορα Γωγώ Στάμου για την πολύτιμη και πάντα πρόθυμη βοήθειά της καθ όλη τη διάρκεια διεξαγωγής της παρούσας εργασίας, και την φοιτήτρια Κατερίνα Καραγιάννη για την βοήθειά της κατά την επεξεργασία των δεδομένων.
Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω και να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου και την αγάπη μου στην οικογένειά μου και τους φίλους μου, για την στήριξή τους και την βοήθειά τους με κάθε δυνατό τρόπο. Ιδιαίτερα, ένα μεγάλο ευχαριστώ από καρδιάς στον Κώστα για την συνεχή υποστήριξη και την ακούραστη συμμετοχή του σε κάθε δειγματοληψία.
Περίληψη Η παρούσα εργασία αφορά τη μελέτη του ζωοπλαγκτού στις λίμνες Μικρή και Μεγάλη Πρέσπα, καθώς και στο κανάλι επικοινωνίας των δύο λιμνών κατά τη περίοδο Σεπτέμβριος 2015 Αύγουστος 2016. Στη ζωοπλαγκτική κοινωνία και των τριών υδάτινων σωμάτων, ως προς τη σύνθεση των ειδών, επικράτησαν τα τροχοφόρα, πέντε από τα οποία καταγράφηκαν για πρώτη φορά σε εσωτερικά ύδατα της Ελλάδας: Eosphora anthadis, Lepadella glossa, Lecane spinulifera, Macrochaetus altamirai και Monommata arndti. Η σύνθεση των ειδών στη Μικρή και Μεγάλη Πρέσπα, ήταν αναμενόμενη με βάση τα είδη που έχουν καταγραφεί μέχρι σήμερα στις ελληνικές λίμνες όσον αφορά τα αποτελέσματα των δεικτών ταξινομικής διακριτότητας Δ + και Λ +. Πάνω από 80% των ειδών ήταν κοινά μεταξύ των τριών υδάτινων σωμάτων, ενώ ο δείκτης Sorensen ήταν σε κάθε περίπτωση μεγαλύτερος από 0,73 υποδηλώνοντας πως υπάρχει μεγάλη ομοιότητα μεταξύ τους. Ο αυξημένος βαθμός ομοιότητας πιθανότατα σχετίζεται με την επικοινωνία των δύο λιμνών μέσω του καναλιού επικοινωνίας, υποδηλώνοντας ταυτόχρονα την επιδείνωση της τροφικής κατάστασης της Μεγάλης Πρέσπας. Όσον αφορά την αφθονία (μέγιστη τιμή στη Μεγάλη Πρέσπα 118,33 άτομα/l, Μικρή Πρέσπα 391,85 άτομα/l και στο κανάλι επικοινωνίας 2.809 άτομα/l) στην Μικρή και Μεγάλη Πρέσπα κυριάρχησαν τα κωπήποδα και τα τροχοφόρα, και στο κανάλι επικοινωνίας κυριάρχησαν αποκλειστικά τα τροχοφόρα, ενώ στην βιομάζα (μέγιστη τιμή στη Μεγάλη Πρέσπα 130,57 μg/l, στην Μικρή Πρέσπα 180 μg/l και στο κανάλι επικοινωνίας 492 μg/l) επικράτησαν τα κωπήποδα και στο κανάλι επικοινωνίας τα τροχοφόρα. Από την εκτίμηση του δυναμικού βόσκησης φαίνεται πως στη Μεγάλη Πρέσπα η πίεση που δέχεται το φυτοπλαγκτό από την βόσκηση του ζωοπλαγκτού είναι μεγαλύτερη από αυτήν στη Μικρή Πρέσπα. Έτσι θα ήταν δυνατό στη Μεγάλη Πρέσπα το ζωοπλαγκτό να μπορεί να ασκήσει τέτοια πίεση στο φυτοπλαγκτό που να ελέγξει το πληθυσμιακό μέγεθος του φυτοπλαγκτού, όπως περιγράφεται στο PEG-model. Από την εφαρμογή των δεικτών τροφικής κατάστασης TSI με βάση το ζωοπλαγκτό φαίνεται πως οι περισσότεροι δείκτες υποεκτιμούν την τροφική κατάσταση των δυο λιμνών. Πιο συγκεκριμένα οι δείκτες TSIROT4, TSIROT6 και TSICR6 καθώς και τα όρια των δεικτών TSIROT και TSICR φαίνεται να χρειάζονται τροποποίηση τόσο για τις λίμνες της παρούσας έρευνας όσο και για τις ελληνικές
λίμνες γενικότερα. Σύμφωνα με τον δείκτη TSISD, που μπορεί να οδηγήσει σε αξιόπιστα αποτελέσματα η τροφική κατάσταση της Μεγάλης Πρέσπας εκτιμήθηκε μεσο-εύτροφη και της Μικρής Πρέσπας εύτροφη. Η εφαρμογή των ορίων του δείκτη TSISD στους δείκτες TSIROT TSICR βελτιώνει τα αποτελέσματα των δεικτών αυτών για τις λίμνες που μελετήθηκαν, ενώ από όλους τους δείκτες ο TSIROT3 που λαμβάνει υπόψη του την ποσοστιαία συμμετοχή των βακτηριοφάγων τροχοφόρων φαίνεται να έχει την καλύτερη εφαρμογή. Οι δείκτες εκτίμησης της οικολογικής ποιότητας των τριών υδάτινων σωμάτων εμφάνισαν χαμηλές τιμές χωρίς όμως να μπορούν να δώσουν ακριβή αποτελέσματα, λόγω έλλειψης ορίων. Αυτό οφείλεται στην χωρίς επιστημονική εξήγηση παράλειψη του ζωοπλαγκτού από την Οδηγία 2000/60/ΕΚ. Ωστόσο όπως φαίνεται και από τα αποτελέσματα της παρούσας έρευνας υπάρχει δυνατότητα σχεδιασμού ενός πολυμετρικού δείκτη για την εκτίμηση της οικολογικής ποιότητας με βάση το ζωοπλαγκτό στις ελληνικές λίμνες.
Abstract The aim of this research was the study of the zooplankton community in lakes Mikri and Megali Prespa and in their connecting channel, during the period September 2015 - August 2016. The zooplankton community of all three water bodies was dominated in terms of species composition by Rotifera, five of which are first records for the Greek fauna: Eosphora anthadis, Lepadella glossa, Lecane spinulifera, Macrochaetus altamirai and Monommata arndti. The species composition for the two lakes fell within the expected range of Greek lakes zooplankton diversity according to the taxonomic distinctness indices Δ + and Λ +. More than 80% of the recorded species were common among the three water bodies, and Sorensen s index was higher than 0.73 in all cases indicating an increased level of similarity between them. The high level of similarity is related to the connection of the two lakes through the man-made connecting channel, indicating at the same time the deterioration of the water quality of Lake Megali Prespa. In terms of abundance (highest value for Lake Megali Prespa 118.33 ind/l, Lake Mikri Prespa 391.85 ind/l and the man-made channel 2809 ind/l) Rotifera and copepods were the dominant groups in lakes Mikri and Megali Prespa, while in the man-made channel Rotifera dominated exclusively. In terms of biomass (highest value for Lake Megali Prespa 130,57 μg/l, Lake Mikri Prespa 180 μg/l and the man-made channel 492 μg/l) copepods dominated in lakes Mikri and Megali Prespa while in the man-made channel Rotifera were the dominant group. Estimating the Grazing Potential index revealed that the zooplankton community in Lake Megali Prespa exerts higher grazing pressure on the phytoplankton community compared to Lake Mikri Prespa, indicating that it could manage the phytoplankton community, as mentioned in the PEG-model. The trophic status indices TSI based on zooplankton data underestimated the trophic status of the two lakes. More specifically the indices TSIROT4. TSIROT6 and TSICR6 as well as the set boundaries of the indices TSIROT και TSICR need modification for the lakes of the present study as well as for the Greek lakes in general. According to the index TSISD, the trophic status of Lake Mikri Prespa was estimated as eutrophic and Lake Megali Prespa as meso-eutrophic. Applying the boundaries of the TSISD index on the TSIROT and TSICR indices improved the estimation of the trophic status of the two lakes. The TSIROT3 index, which is based on the percentage contribution of the
bacterivorous rotifers, made the best estimation of the trophic status of the lakes. The water quality indices took low values but due to the lack of set boundaries classifications are not reliable. This results from the exclusion of zooplankton as a biological element from the Directive 2000/60/EC. Nevertheless, according to the results of this research it seems that the development of a multimetric index for estimating water quality, based on zooplankton data for the Greek lakes is possible.
Περιεχόμενα Εισαγωγή... 1 Ζωοπλαγκτικοί οργανισμοί... 1 Δείκτες οικολογικής ποιότητας και τροφικής κατάστασης με βάση το ζωοπλαγκτό 3 Σκοπός... 5 Περιοχή Έρευνας... 6 Υλικά και Μεθόδοι... 8 Συλλογή δειγμάτων... 8 Μικροσκοπική ανάλυση... 9 Αναγνώριση, ταξινόμηση και μέτρηση των οργανισμών... 9 Υπολογισμός αφθονίας και βιομάζας... 11 Δείκτες ταξινομικής διακριτότητας... 11 Δείκτες τροφικής κατάστασης (TSI)... 14 Δείκτες οικολογικής ποιότητας... 16 Δείκτης Ομοιότητας... 18 Δυναμικό Βόσκησης (potential grazing)... 19 Αποτελέσματα... 20 Αβιοτικοί Παράγοντες... 20 Θερμοκρασία... 20 Βάθος Δίσκου Secchi... 21 Βιοτικοί Παράγοντες - Μελέτη Ζωοπλαγκτικών Κοινωνιών... 22 Μεγάλη Πρέσπα... 22 Σύνθεση Ειδών... 22 Αφθονία... 25 Βιομάζα... 31 Μικρή Πρέσπα... 33 Σύνθεση Ειδών... 33 Αφθονία... 36 Βιομάζα... 42 Κανάλι επικοινωνίας... 44 Σύνθεση Ειδών... 44 Αφθονία... 48 Βιομάζα... 54
Κλάσεις Μεγέθους... 56 Δείκτες... 61 Δείκτες Ταξινομικής Διακριτότητας... 61 Δείκτης Ομοιότητας... 65 Δείκτες Τροφικής Κατάστασης... 67 Δείκτες Οικολογικής Ποιότητας... 70 Δυναμικό Βόσκησης (potential grazing)... 72 Συζήτηση... 74 Σύνθεση Ειδών... 74 Αφθονία και Βιομάζα... 76 Δείκτες Τροφικής Κατάστασης (TSI) και Οικολογικής Ποιότητας... 79 Συμπεράσματα... 83 Βιβλιογραφία... 85 Παράρτημα Ι... 91 Παράρτημα ΙΙ... 95 Παραρτημα ΙΙ: Φωτογραφίες ζωοπλαγκτικών ειδών... 96
Εισαγωγή Ζωοπλαγκτικοί οργανισμοί Οι κύριες ταξινομικές ομάδες ζωοπλαγκτού που απαντώνται στα εσωτερικά νερά είναι τα τροχοφόρα, τα κλαδοκερωτά και τα κωπήποδα (DeMott, 1986). Τα τροχοφόρα και τα κλαδοκερωτά αναπαράγονται ως επί το πλείστων παρθενογενετικά, παράγουν διπλοειδή αυγά που αναπτύσσονται σε θηλυκά άτομα (Gilbert et al, 1983). Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την γρήγορη αύξηση του πληθυσμού, απουσία αρσενικών ατόμων. Έτσι, αρκεί η μεταφορά και εγκατάσταση ενός θηλυκού ατόμου σε ένα υδάτινο σύστημα για την ανάπτυξη ενός πληθυσμού (Havel & Shurin, 2014). Όταν οι συνθήκες είναι ευνοϊκές ή λίγο πριν γίνουν δυσμενείς, ακολουθούν την εγγενή αναπαραγωγή, όπου παράγονται μικτικά θηλυκά που παράγουν απλοειδή αυγά (Gilbert et al, 1983). Εάν τα απλοειδή αυγά δεν γονιμοποιηθούν εκκολάπτονται σε αρσενικά άτομα, που θα γονιμοποιήσουν μικτικά θηλυκά. Αυτά τα γονιμοποιημένα αυγά ονομάζονται διαπαυσιακά στην περίπτωση των τροχοφόρων και εφίππεια σε αυτήν των κλαδοκερωτών (Gilbert & Williamson, 1983). Αυτά τα γονιμοποιημένα αυγά (διαπαυσιακά και εφίππεια) αποτελούν ανθεκτικές μορφές αυγών και παράγονται όποτε οι συνθήκες είναι δυσμενείς και παραμένουν στον πυθμένα μέχρι οι συνθήκες να γίνουν πάλι ευνοϊκές και να εκκολαφθούν (Allan, 1976). Η αναπαραγωγή των κωπήποδων είναι διαφορετική, καθώς πραγματοποιείται αποκλειστικά εγγενώς (Gilbert & Williamson, 1983). Επιπλέον, στα κωπήποδα για την ανάπτυξη ενός ώριμου ατόμου μεσολαβούν δώδεκα αναπτυξιακά στάδια, έξι ως ναύπλιος και έξι ως κωπηποδίτης (Gilbert & Williamnson, 1983). Ωστόσο, και στη περίπτωση των κωπήποδων εμφανίζεται η διαδικασία της διάπαυσης. Έτσι, σε περιπτώσεις όπου οι συνθήκες δεν είναι ευνοϊκές (π.χ. θερμοκρασία) για την ανάπτυξη του κωπηποδίτη σε ενήλικο άτομο, εισέρχεται στη φάση της διάπαυσης (Gilbert & Williamson, 1983). Αυτές οι διαχειμάζοντες μορφές των κωπήποδων φαίνεται να επηρεάζουν την δυναμική και τη σύνθεση της ζωοπλαγκτικής κοινωνίας (Sommer et al, 2012). Αυτές οι ανθεκτικές μορφές και ο κύκλος ζωής των ζωοπλαγκτικών οργανισμών τους δίνουν την δυνατότητα να μεταφέρονται από ένα υδάτινο σώμα σε ένα άλλο και να εγκαθίστανται σε αυτό. Η μεταφορά αυτή μπορεί να επιτευχθεί μέσω του ανθρώπου, του αέρα, άλλων ζώων καθώς και μέσω επιφανειακών υδάτων (Havel & Shurin, 2014). 1
Στην πλειονότητά τους οι ζωοπλαγκτικοί οργανισμοί (τροχοφόρα και κλαδοκερωτά) είναι διηθηματοφάγοι και καταναλώνουν φυτοπλαγκτικούς οργανισμούς, ενώ αρκετά από τα κωπήποδα τρέφονται με αρπακτικό τρόπο είτε με φυτοπλαγκτικούς οργανισμούς είτε με άλλους ζωοπλαγκτικούς οργανισμούς. Δεδομένου αυτού η αύξηση του πληθυσμιακού μεγέθους του ζωοπλαγκτού έχει ως ακόλουθο την αύξηση της πίεσης βόσκησης του ζωοπλαγκτού στο φυτοπλαγκτό, με αποτέλεσμα την μείωση του πληθυσμιακού μεγέθους του φυτοπλαγκτού (DeMelo et al, 1992). Για το λόγο αυτό οι ζωοπλαγκτικοί οργανισμοί θεωρείται ότι μπορούν να ελέγξουν την αύξηση της φυτοπλαγκτικής κοινωνίας και έτσι να βελτιώσουν τη διαφάνεια του νερού και να περιορίσουν φαινόμενα ευτροφισμού (Carpenter et al, 1985). Ορισμένα είδη ζωοπλαγκτού, όπως είναι είδη του γένους Daphnia, έχουν χρησιμοποιηθεί πειραματικά για τον έλεγχο και τον περιορισμό του πληθυσμού του φυτοπλαγκτού (Post & McQueen, 1987) και θεωρούνται οργανισμοί «κλειδιά» για την αποκατάσταση λιμναίων συστημάτων, μέσω της βιοχειραγώγησης. Η πίεση που ασκείται από τα πλαγκτοφάγα ψάρια στο ζωοπλαγκτό έχει μεγάλο αντίκρισμα στη δομή της ζωοπλαγκτικής κοινωνίας (Brooks & Dodson, 1965). Γεγονός που στη συνέχεια επηρεάζει την φυτοπλαγκτική κοινωνία και έτσι την διαφάνεια του νερού (Jeppesen et al, 2004). Επηρεάζει το μέσο μέγεθος του σώματος των ζωοπλαγκτικών οργανισμών γενικότερα και των κλαδοκερωτών ειδικότερα (Brooks & Dodson, 1965). Στις ελληνικές λίμνες, λόγω της ιδιαιτερότητας του μεσογειακού κλίματος όπου η ηλιακή ακτινοβολία παραμένει σε υψηλά επίπεδα και κατά τους χειμερινούς μήνες, οι τροφικές σχέσεις και οι λειτουργίες του υδάτινου συστήματος διαφέρουν από αυτές που επικρατούν στις βορειότερες λίμνες. Οι λειτουργίες και οι τροφικές σχέσεις των λιμναίων οικοσυστημάτων περιεγράφηκαν αναλυτικά στο PEG-model (Sommer et al, 1986) το οποίο διαφοροποιήθηκε στο MediPEG-model που αφορά τα μεσογειακά οικοσυστήματα (Moustaka-Gouni et al, 2014). Στα μεσογειακά λιμναία συστήματα η απουσία βιολογικού χειμώνα έχει ως αποτέλεσμα η βιομάζα του φυτοπλαγκτού να αυξάνεται τους φθινοπωρινούς και χειμερινούς μήνες και να μειώνεται λίγο την άνοιξη, όχι όμως λόγω βόσκησης, αλλά πιθανότατα λόγω περιορισμού των θρεπτικών. Επιπλέον, οι διακυμάνσεις της βιομάζας του ζωοπλαγκτού δεν είναι έντονες, ενώ το μέγεθός του είναι πολύ μικρό. Στις μεσογειακές λίμνες ο έλεγχος από την κορυφή (topdown control) των ψαριών στο ζωοπλαγκτό είναι πολύ έντονος, με αποτέλεσμα η βιομάζα και το μέγεθος του ζωοπλαγκτού να εμφανίζουν χαμηλές τιμές, μικρότερες από αυτές που απαιτούνται για την δημιουργία της φάσης διαύγειας (Moustaka-Gouni 2
et al, 2014). Οι παράμετροι αυτοί πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στην διαχείριση και την αποκατάσταση των μεσογειακών λιμνών. Δείκτες οικολογικής ποιότητας και τροφικής κατάστασης με βάση το ζωοπλαγκτό Η υποβάθμιση και ο κατακερματισμός των υδάτινων συστημάτων συνδέεται άμεσα με τις ανθρώπινες δραστηριότητες, με αποτέλεσμα τα τελευταία χρόνια η υποβάθμιση αυτή να εντοπίζεται σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό. Για τον λόγο αυτό ήταν αναγκαία η θέσπιση νόμων και διατάξεων, που στόχο θα είχαν την προστασία των υδάτινων συστημάτων και τον περιορισμό της υποβάθμισής τους. Για την εκτίμηση της ποιότητας των επιφανειακών υδάτων χρησιμοποιούνται βιολογικά ποιότικά στοιχεία, καθώς και φυσικό-χημικά δεδομένα. Τα βιολογικά στοιχεία που έχουν προταθεί από την ευρωπαϊκή οδηγία για τα νερά 2000/60/ΕΚ είναι τα ψάρια, τα βενθικά μακροασπόνδυλα, το φυτοπλαγκτό και τα μακρόφυτα. Το ζωοπλαγκτό δεν συμπεριλήφθηκε στους οργανισμούς-δείκτες της ποιότητας των υδάτων, γεγονός που προκάλεσε έκπληξη την επιστημονική κοινότητα (Moss et al, 2003, Jeppesen et al, 2011). Η απουσία του από την Οδηγία 2000/60/ΕΚ θα δημιουργήσει ένα τεράστιο κενό γνώσης για τα οικοσυστήματα που παρακολουθούνται για τα υπόλοιπα βιολογικά στοιχεία καθώς το ζωοπλαγκτό αποτελεί τον ενδιάμεσο κρίκο μεταξύ των πρωτογενών παραγωγών, το φυτοπλαγκτό, και των ανώτερων καταναλωτών των λιμναίων συστημάτων, τα ψάρια (McQueen et al, 1986). Έχει αποδειχθεί πως το ζωοπλαγκτό είναι ένας σημαντικός δείκτης και την εκτίμηση της ποιότητας και της τροφικής κατάστασης των λιμναίων συστημάτων, και πως οι πληροφορίες από την έρευνα του ζωοπλαγκτού δεν μπορούν να εξαχθούν μόνο από τη έρευνα του φυτοπλαγκτού και των ψαριών (Jeppesen et al, 2011). Συγκεκριμένα, το ζωοπλαγκτό αποκρίνεται άμεσα στις ανθρωπογενείς πιέσεις, όπως ο ευτροφισμός (Jeppesen et al, 2011). Μπορεί και αντανακλά την επίδραση της κλιματικής αλλαγής. Για παράδειγμα τα μικρού μεγέθους παμφάγα ψάρια αναμένεται να αυξηθούν στις λίμνες λόγω της αύξησης της θερμοκρασίας, γεγονός που θα οδηγήσει σε μείωση της διαθέσιμης ζωοπλαγκτικής βιομάζας. Με βάση την επίδραση των ψαριών στο ζωοπλαγκτό (Brooks & Dodson, 1965) η ζωοπλαγκτική κοινωνία ανταποκρίνεται και 3
σε διαχειριστικές πρακτικές. Επιπλέον, η έρευνα που αφορά το ζωοπλαγκτό είναι πιο απλή, έχει χαμηλό κόστος, είναι λιγότερο χρονοβόρα σε σχέση με άλλα βιολογικά στοιχεία (Caroni & Irvine, 2010) και δίνει πληροφορίες για την πιθανή μη επίτευξη των περιβαλλοντικών μέτρων που έχουν τεθεί με στόχο την καλή οικολογική ποιότητα των λιμνών (Jeppesen et al, 2011). Η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα θεωρεί αναγκαία την προσθήκη του ζωοπλαγκτού στους οργανισμούς εκτίμησης της οικολογικής ποιότητας και της τροφικής κατάστασης των λιμνών και το σχεδιασμό ασκήσεων διαβαθμονόμησης μεταξύ των κρατών (Jeppesen et al, 2011). Προς αυτήν την κατεύθυνση γίνονται προσπάθειες για την ανάδειξη του ζωοπλαγκτού ως δείκτη οικολογικής ποιότητας με την εφαρμογή μετρικών του ζωοπλαγκτού σε ρηχές ευρωπαϊκές λίμνες (Moss et al, 2003), σε μεσογειακούς υγροβιότοπους (Boix et al, 2005), αλλά και σε άλλα υδάτινα συστήματα στην Αμερική (Lougheed & Chow-Fraser, 2002, Kane et al, 2004). 4
Σκοπός Ο σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας ήταν η εκτίμηση της οικολογικής ποιότητας των λιμνών Μεγάλης και Μικρής Πρέσπας, και της οικολογικής συνδεσιμότητας των δύο λιμνών, μέσω: προσδιορισμού της σύνθεσης της ζωοπλαγκτικής κοινωνίας, της αφθονίας και της βιομάζας τους για το χρονικό διάστημα Σεπτέμβριος 2015 με Αύγουστος 2016 εφαρμογής δεικτών εκτίμησης της τροφικής κατάστασης, της οικολογικής ποιότητας και της ταξινομικής διακριτότητας των τριών υδάτινων σωμάτων, και διερεύνησης της επίδρασης της συνδεσιμότητας των δύο λιμνών στην οικολογική ποιότητα, με τον προσδιορισμό της ομοιότητας μεταξύ των υδάτινων σωμάτων, με την εφαρμογή του δείκτη ομοιότητας Sorensen 5
Περιοχή Έρευνας Οι λίμνες Μικρή και Μεγάλη Πρέσπα είναι δύο διασυνοριακές λίμνες που εντοπίζονται στο ΒΔ τμήμα της Ελλάδας. Η Μεγάλη Πρέσπα βρίσκεται μεταξύ της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας (Π.Γ.Δ.Μ.), της Ελλάδας και της Αλβανίας, ενώ η Μικρή Πρέσπα μεταξύ της Αλβανίας και της Ελλάδας. Οι δύο λίμνες βρίσκονται σε υψόμετρο 853 m και η λεκάνη απορροής τους έχει έκταση 2.218 km 2 (Lӧffler et al, 1998). Η Μεγάλη Πρέσπα έχει έκταση περίπου 253 km 2 και μέγιστο βάθος στο ελληνικό τμήμα 54 m, ενώ η Μικρή Πρέσπα καταλαμβάνει έκταση περίπου 47 km 2 (Lӧffler et al, 1998), και έχει μέγιστο βάθος 8,4 m. Σύμφωνα με τους Katsiapi et al (2015) και Κατσιάπη (2012) η Μεγάλη Πρέσπα βρίσκεται στα όρια της καλής οικολογικής ποιότητας και θεωρείται μεσότροφη ως προς την τροφική της κατάσταση, ενώ η Μικρή Πρέσπα έχει μέτρια οικολογική ποιότητα και εύτροφη τροφική κατάσταση. Στη Μικρή Πρέσπα εντοπίζονται δύο νησιά, το Βιδρονήσι και ο Αγ. Αχίλλειος ο οποίος συνδέεται με το ηπειρωτικό τμήμα μέσω μίας πλωτής γέφυρας. Οι δύο λίμνες επικοινωνούν υπόγεια, αλλά και επιφανεικά μέσω ενός τεχνητού ενωτικού καναλιού το οποίο κατασκευάστηκε για την αποφυγή πλημμυρών στα δύο νησιά της Μικρής Πρέσπας. 6 Εικόνα 1. Χάρτης της περιοχής έρευνας των λιμνών Μικρή και Μεγάλη Πρέσπα. (από Hollis & Stevenson, 1977)
Το 1974 δημιουργήθηκε ο Εθνικός Δρυμός των Πρεσπών [ΦΕΚ : ΠΔ 46/1974 (19/ΤΑ/1975)] και το 2000 ανακηρύχθηκε σε διασυνοριακό πάρκο με κοινή διακήρυξη των πρωθυπουργών των τριών χωρών. Πρόκειται για την πρώτη διασυνοριακή προστατευόμενη περιοχή στα Βαλκάνια και το 2010 υπογράφηκε η διεθνής συμφωνία για την προστασία και την βιώσιμη ανάπτυξη της περιοχής. Η περιοχή των Πρεσπών έχει ιδιαίτερο οικολογικό ενδιαφέρον καθώς αποτελεί ενδιαίτημα για σπάνια είδη, όπως ο αργυροπελεκάνος Pelecanus crispus. Η ευρύτερη περιοχή των Πρεσπών προστατεύεται από διεθνείς νομοθεσίες, την Σύμβαση Ραμσάρ (http://www.spp.gr/) για την διατήρηση των υγροβιότοπων και το δίκτυο Natura 2000 με βάση την Οδηγία 92/43/ΕΟΚ, καθώς είναι μία περιοχή με ιδιαίτερο οικολογικό ενδιαφέρον χάρη στην χλωρίδα και τη πανίδα της (Hollis & Stevenson, 1997). Επιπλέον, η λίμνη Μικρή Πρέσπα αποτελεί Ζώνη Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) και Ειδική Ζώνη Διατήρησης (ΕΖΔ) σύμφωνα με την Οδηγία 92/43/ΕΟΚ για την διατήρηση των οικοτόπων και της άγριας πανίδας και χλωρίδας, και σύμφωνα με την Οδηγία για τα πουλιά 79/409/ΕΟΚ. Έχει συμπεριληφθεί στο εθνικό δίκτυο Natura 2000 με τον κωδικό GR1340001 (Οδηγία 92/43/ΕΟΚ). Πρόκειται για περιοχή με μεγάλη βιοποικιλότητα και ιδιαίτερο οικολογικό ενδιαφέρον (Trakolis, 2001). Οι λίμνες Μικρή και Μεγάλη Πρέσπα, η λίμνη Μάλικ και Οχρίδα κατά την Ιουρασική περίοδο αποτελούσαν τμήμα μία παλαιότερης λίμνης της Δασσαριτικής, η οποία επικοινωνούσε με την τότε Αδριατική θάλασσα (Hollis & Stevenson, 1997). Η στάθμη του νερού και στις δύο λίμνες ήταν κατά τη διάρκεια του Πλειόκαινου 80 μέτρα υψηλότερα από ότι στη σημερινή εποχή (Hollis & Stevenson, 1997). Με βάση την εκτιμώμενη ηλικία τους, 2-5 εκατομμύρια χρόνια, οι λίμνες Μικρή και Μεγάλη Πρέσπα, μαζί με την λίμνη Οχρίδα, θεωρούνται οι παλαιότερες λίμνες στην Ευρώπη (Albercht & Wilke, 2008). 7
Υλικά και Μεθόδοι Συλλογή δειγμάτων Οι δειγματοληψίες πραγματοποιήθηκαν την περίοδο Σεπτέμβριος 2015 Αύγουστος 2016, σε τρία σημεία, στη λίμνη Μικρή και Μεγάλη Πρέσπα, και στο κανάλι επικοινωνίας σε μηνιαία βάση 1. Για την συλλογή των δειγμάτων ζωοπλαγκτού χρησιμοποιήθηκε δειγματολήπτης χωρητικότητας 2 L (τύπου Niskin) και δίχτυα με άνοιγμα ματιού 50 και 100 μm. Η συλλογή των δειγμάτων στη Μεγάλη Πρέσπα πραγματοποιήθηκε με βάρκα, κοντά στο βαθύτερο σημείο της λίμνης στην Ελλάδα, με βάθος περίπου 30 m. Για την λήψη των ποσοτικών δειγμάτων λαμβανόταν με τον δειγματολήπτη νερό ανά 2 m βάθους της λίμνης, ώστε να συλλεχθεί νερό από όλη την στήλη του νερού. Στη Μικρή Πρέσπα η δειγματοληψία πραγματοποιήθηκε από την γέφυρα που συνδέει το νησάκι Άγιο Αχίλλειο με το ηπειρωτικό κομμάτι, σε σημείο βάθους 4 m περίπου. Για την λήψη του ποσοτικού δείγματος λαμβανόταν με τον δειγματολήπτη νερό ανά 1 m βάθους της λίμνης. Στο κανάλι επικοινωνίας των δύο λιμνών η δειγματοληψία του ποσοτικού δείγματος πραγματοποιούνταν με πλαστικό δοχείο χωρητικότητας 10 L. Σε κάθε δειγματοληψία πραγματοποιούνταν μέτρηση της θερμοκρασίας με ηλεκτρονικό θερμόμετρο ( ο C) και προσδιορισμός της διαφάνειας του νερού με τον δίσκο Secchi (m). Όσον αφορά τα ποσοτικά δείγματα, και στους τρεις σταθμούς δειγματοληψίας, ο συνολικός τελικός όγκος του νερού που συλλέχθηκε ήταν 30 L και διηθήθηκε μέσα από δίχτυ με άνοιγμα ματιού 50 μm. Για την συλλογή των ποιοτικών δειγμάτων, και στους τρεις σταθμούς δειγματοληψίας, χρησιμοποιήθηκαν δίχτυα με άνοιγμα ματιού 50 και 100 μm και πραγματοποιήθηκαν κατακόρυφες και οριζόντιες σύρσεις ως προς η στήλη του νερού. Για την συντήρηση των ποσοτικών δειγμάτων προστέθηκε επί τόπου διάλυμα φορμόλης συγκέντρωσης 40%. Ο όγκος της φορμόλης που προστέθηκε ήταν το 1/10 του όγκου του δείγματος, ώστε η τελική συγκέντρωση της φορμόλης στο δείγμα να είναι 4%. Τα ποιοτικά δείγματα διατηρήθηκαν στο εργαστήριο για 1 έως 2 1 Οι δειγματοληψίες πραγματοποιούνταν σε μηνιαία βάση, εφόσον ήταν εφικτό λόγω καιρικών συνθηκών 8
ημέρες σε χαμηλή θερμοκρασία, και παρατηρήθηκαν όσο οι ζωοπλαγκτικοί οργανισμοί ήταν ζωντανοί. Στη συνέχεια προστέθηκε διάλυμα φορμόλης 40%, όπως και στα ποσοτικά δείγματα, με τελική συγκέντρωση στο δείγμα 4%. Μικροσκοπική ανάλυση Για την μικροσκοπική ανάλυση του ζωοπλαγκτού χρησιμοποιήθηκε μικροσκόπιο φωτεινού πεδίου LAICA-LEITZLABORLUXS και στερεοσκόπιο OlympusSZ40. Τα δείγματα στα οποία πραγματοποιήθηκε η αναγνώριση και το μέτρημα των ζωοπλαγκτικών οργανισμών ήταν ποιοτικά και ποσοτικά δείγματα αντίστοιχα. Αναγνώριση, ταξινόμηση και μέτρηση των οργανισμών Για την αναγνώριση των οργανισμών χρησιμοποιήθηκε το ποιοτικό δείγμα, και ακολούθησε η ταξινομική κατάταξη των ζωοπλαγκτικών οργανισμών μέσω ταξινομικών συγγραμμάτων, στο κατώτερο δυνατό ταξινομικό επίπεδο. Τα συγγράμματα που χρησιμοποιήθηκαν ήταν των: Amoros (1984), Benzie (2005), Nogrady & Segers (2002), Koste (1978), Dussart & Defaye (2001). Για την ποσοτική ανάλυση των ζωοπλαγκτικών οργανισμών χρησιμοποιήθηκε θάλαμος τύπου Sedwick- Rafter. Όταν στα 100 ml δείγματος η πυκνότητα των ατόμων ήταν < 60 άτομα/1,5 ml ομογενοποιημένου δείγματος, γινόταν καταμέτρηση σε όλο το δείγμα. Όταν στα 100 ml δείγματος υπήρχαν > 60 άτομα/1,5 ml ομογενοποιημένου δείγματος, το μέτρημα των οργανισμών γινόταν σε 1,5 ml από το ομογενοποιημένο ποσοτικό δείγμα που τοποθετούνταν στο θάλαμο τύπου Sedwick-Rafter. Η διαδικασία αυτή επαναλαμβανόταν τόσες φορές, ώστε στο τέλος να έχουν καταμετρηθεί τουλάχιστον 300 άτομα σε κάθε δείγμα Bottrel et al. (1976), Downing & Rigler (1984) και Taggart (1984). Στα δείγματα που είχε παρατηρηθεί το κλαδοκερωτό Leptodora kindtii η καταμέτρησή του πραγματοποιούνταν σε ολόκληρο το δείγμα στο στερεοσκόπιο, ανεξάρτητα από την καταμέτρηση των υπόλοιπων ζωοπλαγκτικών οργανισμών, λόγω 9
μεγάλου μεγέθους. Ταυτόχρονα με το μέτρημα των οργανισμών καταγράφονταν και το μέγεθος του σώματος των κλαδοκερωτών, των ναύπλιων και των κωπηποδιτών, ώστε να ενταχθούν οι οργανισμοί σε κλάσεις μεγέθους ( Ι:300-500μm, II:500-700μm, III:700-900μm και IV:900=1100μm, V: 1100-1300μm, VI:1300-1500μm). Η μέτρηση του μεγέθους του σώματος κάθε οργανισμού πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με την Εικόνα 2. Εικόνα 2. Σχηματική απεικόνιση του υπολογισμού του μεγέθους του σώματος των κλαδοκερωτών. (από Michaloudi, 1997) 10
Υπολογισμός αφθονίας και βιομάζας Για τον υπολογισμό της αφθονίας του ζωοπλαγκτού χρησιμοποιήθηκε είτε ο μέσος όρος των ατόμων που μετρήθηκαν σε κάθε θάλαμο τύπου Sedwick-Rafter, είτε ο συνολικός αριθμός των ατόμων κάθε είδους που προέκυψε από το μέτρημα ολόκληρου του δείγματος. Ο αριθμός και η σύνθεση των ατόμων που καταμετρήθηκαν σε κάθε θάλαμο δεν έπρεπε να διαφέρει περισσότερο από 20%. Η αφθονία των οργανισμών εκφράστηκε σε άτομα/l. Στη συνέχεια για να υπολογιστεί η ξηρή βιομάζα του ζωοπλαγκτού, τα δεδομένα της αφθονίας πολλαπλασιάστηκαν με το αντίστοιχο ατομικό βάρος κάθε είδους, σύμφωνα με τους Michaloudi (2005) και Vranovsky (αδημοσίευτα). Τα αποτελέσματα της βιομάζας εκφράστηκαν σε μg/l. Στην παρούσα έρευνα ο όρος κυρίαρχα αναφέρεται σε είδη ή ταξινομικές ομάδες που εμφάνισαν ποσοστό συμμετοχής στην εκάστοτε περίπτωση μεγαλύτερο από 50% έστω σε μία δειγματοληψία. Δείκτες ταξινομικής διακριτότητας Στην παρούσα εργασία εφαρμόστηκαν οι δείκτες ταξινομικής διακριτότητας και για τους τρεις σταθμούς δειγματοληψίας. Οι δείκτες αυτοί βασίζονται στην φυλογενετική συσχέτιση των ειδών και έτσι δίνουν στοιχεία για την φυλογενετική ποικιλότητα μεταξύ των δειγμάτων (Clarke & Warwick, 1998). Πιο συγκεκριμένα εφαρμόστηκε ο δείκτης Μέσης Ταξινομικής Διακριτότητας Δ+ και ο δείκτης Διακύμανσης της Ταξινομικής Διακριτότητας Λ+. Ο δείκτης Δ+ μετρά το μέσο μήκος της ταξινομικής απόστασης δύο τυχαίων ατόμων, και ο δείκτης Λ+ δείχνει το βαθμό της ομοιόμορφης κατανομής για ένα ζεύγος ειδών στο ταξινομικό δέντρο (Clarke & Warwick, 1998). Οι δείκτες της ταξινομικής διακριτότητας Δ+ και Λ+ δεν εξαρτώνται από την δειγματοληπτική προσπάθεια και έτσι εφαρμόζονται σε δεδομένα που προέρχονται από διαφορετικές περιοχές και διαφορετικές χρονικές περιόδους (Clarke & Warwick, 11
1998). Οι δείκτες αυτοί εφαρμόζονται σε δεδομένα παρουσίας/απουσίας μιας λίμνης και υπολογίζονται με βάση τις παρακάτω εξισώσεις: Δ + = [ i<j ω ij] [ s(s 1) ] 2 και Λ + = [ (ω ij Δ + ) 2 i<j ] [ s(s 1) ] 2 όπου: το άθροισμα Σ υπολογίζεται για τα ζεύγη ειδών i και j s είναι ο αριθμός των ειδών του δείγματος ωij είναι η βαρύτητα ανάμεσα στα είδη i και j Στην παρούσα έρευνα οι δείκτες ταξινομικής διακριτότητας εφαρμόστηκαν σε δεδομένα παρουσίας/απουσίας από 26 λίμνες για το σύνολο της ζωοπλαγκτικής κοινωνίας, αλλά και για κάθε ταξινομική ομάδα χωριστά, δηλαδή για τα τροχοφόρα, τα κλαδοκερωτά, τα κωπήποδα, καθώς και τα καρκινοειδή (κλαδοκερωτά και κωπήποδα). Το δεδομένα αυτά περιλαμβάνονται στην κύρια λίστα ειδών που αποτελείται από τα είδη που έχουν καταγραφεί στις ελληνικές λίμνες μέχρι σήμερα. Ακόμη εφαρμόστηκε το τεστ τυχαιότητας, ένα στατιστικό πακέτο που πραγματοποιεί 1000 ανεξάρτητες προσομοιώσεις για κάθε μία από τις 26 λίμνες ως προς την κύρια λίστα ειδών 2. Τα αποτελέσματα του τεστ τυχαιότητας παρουσιάζονται με τη μορφή χοάνης εμπιστοσύνης 95% (confidence funnel) που απεικονίζει την θέση της παρατηρούμενης τιμής κάθε λίμνης ως προς τις αναμενόμενες τιμές, όπως προέκυψαν από την κύρια λίστα ειδών (Clarke & Warwick, 1998). Η απόκλιση από την αναμενόμενη τιμή πιθανόν να σχετίζεται με περιβαλλοντική υποβάθμιση του υδάτινου συστήματος, όπως για παράδειγμα λόγω ρύπανσης ή ανθρωπογενούς παρέμβασης (Marchant, 2007, Stamou et al, 2016). Τα αποτελέσματα των δεικτών ταξινομικής διακριτότητας είναι συγκρίσιμα μεταξύ τους καθώς δεν σχετίζονται με την 2 Τα δεδομένα της κύριας λίστας ειδών των λιμνών και τα δεδομένα παρουσίας/απουσίας παραχωρήθηκαν από την κ. Στάμου, και αφορούν τα δεδομένα της δημοσιευμένης εργασίας Stamou et al (2016) 12
δειγματοληπτική μέθοδο και τη δειγματοληπτική προσπάθεια (Clarke & Warwick 1998, Magguran 2004). Για τον προσδιορισμό των δεικτών ταξινομικής διακριτότητας χρησιμοποιήθηκε το στατιστικό πρόγραμμα PRIMER 6 software package (Plymouth Routines In Multivariate Ecological Research) και η ρουτίνα TAXDTEST (Clarke et al, 2006). 13
Δείκτες τροφικής κατάστασης (TSI) Οι δείκτες που εφαρμόστηκαν για την εκτίμηση της τροφικής κατάστασης των λιμνών με βάση το ζωοπλακγτό ήταν αυτοί που προτάθηκαν από τους Ejsmont-Karabin (2012) και Ejsmont-Karabin & Karabin (2013). Οι δείκτες αυτοί προέκυψαν από ανάλυση δεδομένων σύνθεσης, αφθονίας και βιομάζας της ζωοπλαγκτικής κοινωνίας. Για την εφαρμογή των δεικτών χρησιμοποιήθηκε ο μέσος όρος των δεδομένων της καλοκαιρινής περιόδου Ιούνιος-Αύγουστος για τα τροχοφόρα και τα καρκινοειδή (κλαδοκερωτά και κωπήποδα). Για τον υπολογισμό των δεικτών με βάση τα τροχοφόρα χρησιμοποιήθηκαν οι παρακάτω εξισώσεις (Ejsmont-Karabin, 2012): TSIROT1= 5,38 * Ln(N) + 19,28 όπου Ν η συνολική αφθονία των τροχοφόρων (άτομα/l), εκτός από το Asplanchna spp. TSIROT2= 5,63 * Ln(B) + 64.47 όπου Β η συνολική βιομάζα των τροχοφόρων (mg/l), εκτός από το Asplanchna spp. TSIROT3= 0,23 BAC + 44,30, όπου BAC το ποσοστό των βακτηριοφάγων τροχοφόρων ως προς τη συνολική αφθονία των τροχοφόρων TSIROT4= 3,85 * (B:N) -0,318, όπου B:N ο λόγος της υγρής βιομάζας προς την αφθονία των τροχοφόρων TSIROT5= 0,187 * TECTA + 50,38 όπου TECTA το ποσοστό της αφθονίας των ατόμων K. tecta στη συνολική αφθονία των ατόμων K. cochlearis και K. tecta TSIROT6= 0,203 * IHT + 40,0 όπου IHT το ποσοστό των ειδών που είναι δείκτες υψηλής τροφικής κατάστασης 14
Για τον υπολογισμό των δεικτών με βάση τα καρκινοειδή χρησιμοποιήθηκαν οι παρακάτω εξισώσεις (Ejsmont-Karabin & Karabin, 2013): TSICR1= 25,5 * N 0,142 όπου Ν η αφθονία των καρκινοειδών (άτομα/l) TSICR2= 57,6 + B 0,081 όπου B η νωπή βιομάζα των κυκλωποειδών προς τη συνολική υγρή βιομάζα των καρκινοειδών (mg/l) TSICR3= 40,9 * CB 0,097 όπου CB το ποσοστό της υγρής βιομάζας των κυκλωποειδών προς τη συνολική υγρή βιομάζα των καρκινοειδών TSICR4= 58,3 * (CY/CL) 0,071 όπου CY/CL ο λόγος της υγρής βιομάζας των κυκλωποειδών προς την συνολική υγρή βιομάζα των κλαδοκερωτών TSICR5= 5,08 * Ln(CY/CA) + 46,6 όπου CY/CA ο λόγος της αφθονίας των κυκλωποειδών προς την αφθονία των καλανοειδών TSICR6= 43,8e 0,004(IHT) όπου IHT το ποσοστό της αφθονίας των ειδών που είναι δείκτες υψηλής τροφικής κατάστασης προς το σύνολο της αφθονίας των τροχοφόρων Τα όρια των δεικτών για την εκτίμησης της τροφικής κατάστασης παρουσιάζονται στον Πίν. 1. Πίνακας 1. Τα όρια για την εκτίμηση της τροφικής κατάστασης όπως προτείνονται για τους δείκτες τροφικής κατάστασης από τους Ejsmont-Karabin (2012) και Ejsmont- Karabin & Karabin (2013). Τιμές δεικτών (TSIROT,TSICR) Τροφική κατάσταση <45 45-55 55-65 >65 μεσότροφη μεσο-εύτροφη εύτροφη υπερ-εύτροφη 15
Για την εκτίμηση της τροφικής κατάστασης με βάση τη διαφάνεια του νερού της λίμνης Μικρή και Μεγάλη Πρέσπα χρησιμοποιήθηκε ο δείκτης TSI του Carlson (1977). Για τον υπολογισμό του δείκτη χρησιμοποιούνται τα δεδομένα του βάθους (m) Secchi του νερού (SD) με βάση τη παρακάτω εξίσωση: TSISD = 10 * (6 log2 SD) Τα όρια για την εκτίμηση της τροφικής κατάστασης του νερού με βάση το δείκτη TSISD που προτείνονται από τον Carlson (1977), παρουσιάζονται στον Πιν.2. Πίνακας 2. Τα όρια για την εκτίμηση της τροφικής κατάστασης για τον δείκτη TSISD σύμφωνα με τον Carlson & Simpson (1996). Τιμή δείκτη <40 40-50 50-70 >70 TSISD Τροφική κατάσταση ολιγότροφη μεσότροφη εύτροφη υπερ-εύτροφη Δείκτες οικολογικής ποιότητας Για την εκτίμηση της οικολογικής ποιότητας, έχουν αναπτυχθεί δείκτες με βάση το ζωοπλαγκτό, όπως αυτοί του συστήματος ECOFRAME (Moss et al, 2003). Με βάση αυτό, χρησιμοποιούνται 28 βιολογικές και φυσικό-χημικές παράμετροι που οδηγούν στην εκτίμηση της οικολογικής ποιότητας ρηχών λιμνών. Σύμφωνα με τους Moss et al (2003) και Kane et al (2009) χρησιμοποιήθηκαν οι παρακάτω λόγοι: Ο λόγος της αφθονίας των μεγάλων κλαδοκερωτών προς το σύνολο της αφθονίας των κλαδοκερωτών (NLclad/NTclad). Ο λόγος αυτός υπολογίστηκε με δύο τρόπους με βάση το μήκος σώματος των κλαδοκερωτών. Στη μία περίπτωση ο λόγος περιελάβανε ως μεγάλα κλαδοκερωτά τα άτομα του 16
γένους Daphnia και Diaphanosoma, με μήκος σώματος μεγαλύτερο από 500 μm (NLclad1), όπως προτείνεται από τους Moss et al (2003) και στην άλλη περίπτωση ο λόγος περιλάμβανε τα ίδια γένη με μήκος σώματος μεγαλύτερο από 1000 μm (NLclad2). Για τον υπολογισμό αυτού του λόγου δεν υπολογίστηκε η αφθονία του Leptodora kindtii, καθώς πρόκειται για αρπακτικό είδος που τρέφεται με άλλα είδη ζωοπλαγκτού, και δεν θα επηρεάσει τη φυτοπλαγκτική κοινωνία (Browman et al, 1989). Ο λόγος της ξηρής βιομάζας των καρκινοειδών προς την ξηρή βιομάζα του φυτοπλαγκτού (BCr/BPh) (μg/μg) 3 Ο λόγος της ξηρής βιομάζας των καρκινοειδών προς την συγκέντρωση της χλωροφύλλη α (Chla) (ΒCr/Chla) (μg/μg) 4 Ο λόγος της ξηρής βιομάζας προς την αφθονία (μέσο βάρος) για κάθε ταξινομική ομάδα (τροχοφόρα, κλαδοκερωτά, κωπήποδα) και για το σύνολο της ζωοπλαγκτικής κοινωνίας (μg/άτομο) Ο λόγος της αφθονίας των καλανοειδών προς αυτή των κυκλωποειδών και των κλαδοκερωτών 3. Τα δεδομένα της βιομάζας του φυτοπλαγκτού παραχωρήθηκαν από την κ. Κατσιάπη, και πρόκειται για δεδομένα από ταυτόχρονες δειγματοληψίες φυτοπλαγκτού, στα πλαίσια του προγράμματος PROLIFE. 4 Τα δεδομένα της συγκέντρωσης της χλωροφύλλης α παραχωρήθηκαν από την κ. Κατσιάπη, και πρόκειται για δεδομένα από ταυτόχρονες δειγματοληψίες φυτοπλαγκτού, στα πλαίσια του προγράμματος PROLIFE. 17
Δείκτης Ομοιότητας Για τον προσδιορισμό του βαθμού ομοιότητας μεταξύ των τριών σταθμών δειγματοληψίας και μεταξύ των δειγματοληψιών χρησιμοποιήθηκε ο δείκτης ομοιότητας Sorensen. Ο δείκτης Sorensen εξετάζει την ομοιότητα και την ανομοιότητα μεταξύ δειγμάτων ή ειδών και εφαρμόζεται σε δεδομένα παρουσίας/απουσίας. Οι τιμές του δείκτη κυμαίνονται από 0 έως 1. Όσο η τιμή του δείκτη πλησιάζει στο 1 τόσο αυξάνεται η ομοιότητα μεταξύ των δειγμάτων ή των ειδών, ενώ όσο πλησιάζει στο 0 αυξάνεται η ανομοιότητά τους. Για δείγματα ή είδη που είναι απολύτως όμοια μεταξύ τους η τιμή του δείκτη είναι 1 και για εκείνα που δεν έχουν καμία ομοιότητα είναι 0. Ο δείκτης παίρνει τις αντίστροφες τιμές όταν μελετάει την ανομοιότητα δειγμάτων και ειδών (Jackson et al, 1988). Ο δείκτης Sorensen δίνει βαρύτητα στα όμοια στοιχεία μεταξύ των δύο ομάδων σύγκρισης και υπολογίζεται με βάση τον τύπο: Sorensen Dice = 2a 2a + b + c Όπου a: ο αριθμός των ειδών που είναι κοινά στα δύο δείγματα b: ο αριθμός των ειδών που απαντώνται μόνο στο πρώτο δείγμα c: ο αριθμός των ειδών που απαντώνται μόνο στο δεύτερο δείγμα Πέρα από την εξίσωση ο δείκτης Sorensen υπολογίστηκε και μέσω του στατιστικού προγράμματος PRIMER 6 software package. Ο δείκτης εφαρμόστηκε σε δεδομένα παρουσίας/απουσίας της συνολικής ζωοπλαγκτικής κοινωνίας και για τα τρία υδάτινα σώματα, για το σύνολο των δειγματοληψιών. Συγκεκριμένα, για την ομαδοποίηση με την μορφή δενδρογράμματος το αρχείο που δημιουργήθηκε περιλάμβανε την παρουσία/απουσία για συνολική λίστα ειδών των τριών υδάτινων σωμάτων, σε μηνιαία βάση. 18
Δυναμικό Βόσκησης (potential grazing) Το δυναμικό βόσκησης αποτελεί ένας καλό δείκτη για την εκτίμηση της πίεσης που δέχεται το φυτοπλαγκτό από τη βόσκηση του ζωοπλαγκτού. Για το προσδιορισμό του δυναμικού βόσκησης, και στα τρία υδάτινα σώματα, χρησιμοποιήθηκε το άθροισμα της ξηρής βιομάζας των τροχοφόρων, των κλαδοκερωτών και το 50% της συνολικής ξηρής βιομάζας των κωπήποδων. Από την συνολική ξηρή βιομάζα των κωπήποδων υπολογίστηκε μόνο το 50% λόγω της μικρότερης διηθητικής ικανότητας που εμφανίζουν σε σχέση με αυτήν των κλαδοκερωτών. Η νωπή βιομάζα του φυτοπλαγκτού μετατράπηκε σε ξηρή πολλαπλασιάζοντας x 0,45 (Jeppesen et al, 1997). Για τον υπολογισμό του φυτοπλαγκτού που μπορεί δυνητικά να καταναλωθεί από το ζωοπλαγκτό (βάση μεγέθους) η ξηρή βιομάζα κάθε φυτοπλαγκτικής ομάδας πολλαπλασιάστηκε με διαφορετικό συντελεστή. Συγκεκριμένα, ο συντελεστής αυτός ήταν 0,3 για τα κυανοβακτήρια, 0,5 για τα χλωροφύκη και τα χρυσοφύκη, 1 για τα πρυμνεσιοφύκη και κρυπτοφύκη, 0,7 για τα διάτομα και 0 για τα δινοφύκη. Το άθροισμά των επιμέρους ομάδων του φυτοπλαγκτού για κάθε μήνα αποτελεί τη συνολική βιομάζα του φυτοπλαγκτού που μπορεί δυνητικά να καταναλωθεί από το ζωοπλαγκτό (total edible biomass). Από το λόγο της ξηρής βιομάζας του ζωοπλαγκτού (κωπήποδα 50%) προς τη ξηρή βιομάζα του φυτοπλαγκτού (total edible biomass) υπολογίστηκε το δυναμικό βόσκησης (potential grazing-gp) που ασκείται από το ζωοπλαγκτό στο φυτοπλαγκτό. Η ξηρή βιομάζα του φυτοπλαγκτού και του ζωοπλαγκτού εκφράστηκαν σε mg/l. Η τιμές του δυναμικού βόσκησης τροποποιήθηκαν σύμφωνα με τους Arp et al (2010) και συγκεκριμένα σύμφωνα με την εξίσωση log(gp) e. 19
Θερμοκρασόα ( o C) Αποτελέσματα Αβιοτικοί Παράγοντες Θερμοκρασία Η θερμοκρασία στη Μικρή και την Μεγάλη Πρέσπα ακολούθησε εποχικό πρότυπο. Ωστόσο, η θερμοκρασία της Μεγάλης Πρέσπας σε σχέση με αυτή της Μικρής Πρέσπας ήταν υψηλότερη κατά τους χειμερινούς μήνες και χαμηλότερη τους καλοκαιρινούς. Στις δύο λίμνες η χαμηλότερη θερμοκρασία παρατηρήθηκε τον Ιανουάριο με 5,8 ο C στη Μεγάλη Πρέσπα και 3,1 ο C στη Μικρή Πρέσπα, ενώ η υψηλότερη τον Αύγουστο με 25,8 ο C και 28 ο C αντίστοιχα (Σχ. 1). 30 25 20 15 10 5 0 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Μεγάλη Πρέσπα Μικρή Πρέσπα Σχήμα 1. Διακύμανση της θερμοκρασίας στη Μικρή και Μεγάλη Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015-Αύγουστος 2016. 20
Βάθος Secchi (m) Βάθος Δίσκου Secchi Η διαφάνεια του νερού, ή αλλιώς το βάθος του δίσκου Secchi εμφάνισε εποχικές διακυμάνσεις και στις δύο λίμνες. Στη Μικρή Πρέσπα το βάθος του δίσκου Secchi κυμάνθηκε από 1 m τον Σεπτέμβριο έως 4 m τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο. Στη Μεγάλη Πρέσπα το βάθος του δίσκου Secchi εμφάνισε εύρος από 1,7 m τον Ιούνιο έως 4,2 m τον Ιανουάριο (Σχ.2). 4,5 4 3,5 3 2,5 2 1,5 1 0,5 0 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Μεγάλη Πρέσπα Μικρή Πρέσπα Σχήμα 2. Μεταβολή της διαφάνειας του νερού, μέσω του βάθους Secchi στη Μικρή και Μεγάλη Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015 - Αύγουστος 2016. 21
Αριθμός τάξα Ποσοστό συμμετοχής τάξα Βιοτικοί Παράγοντες - Μελέτη Ζωοπλαγκτικών Κοινωνιών Μεγάλη Πρέσπα Σύνθεση Ειδών Στη λίμνη Μεγάλη Πρέσπα κατά το χρονικό διάστημα της έρευνας (Σεπτέμβριος 2015-Αύγουστος 2016), αναγνωρίστηκαν συνολικά 38 ζωοπλαγκτικά τάξα (Πίν. 3), 29 τροχοφόρα, 5 κλαδοκερωτά, 3 κωπήποδα και μία προνύμφη διθύρου. Ο μεγαλύτερος αριθμός εμφανιζόμενων τάξα ανά δειγματοληψία παρατηρήθηκε τον Σεπτέμβριο με 25 τάξα, ενώ ο μικρότερος τους μήνες Δεκέμβριο, Ιανουάριο και Μάρτιο, με 7 τάξα. Τα τροχοφόρα επικράτησαν ως προς τη σύνθεση των δειγμάτων τους περισσότερους μήνες με ποσοστό μεγαλύτερο από 42,5%, με εξαίρεση τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο που επικράτησαν τα κλαδοκερωτά με ποσοστά 44,4% και 42,8% αντίστοιχα. Τα τροχοφόρα επικράτησαν και στο σύνολο του αριθμού των τάξα που αναγνωρίστηκαν, με ποσοστό 73,5%, ακολούθησαν τα κλαδοκερωτά με ποσοστό 14,7%, τα κωπήποδα με ποσοστό 8,8% και η προνύμφη διθύρου με ποσοστό 2,9% (Σχ. 3). 30 25 20 100% 80% 15 60% 10 40% 5 20% α 0 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Τροχοφόρα Κλαδοκερωτά Κωπήποδα Προνύμφη Διθύρου β 0% Σύνολο Σχήμα 3. α) Αριθμός των ζωοπλαγκτικών τάξα ανά δειγματοληψία και β) ποσοστιαία συμμετοχή του αριθμού των τάξα στο σύνολο των τάξα που αναγνωρίστηκαν στη Μεγάλη Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015-Αύγουστος 2016.. 22
Πίνακας 3. Κατάλογος των τάξα που καταγράφηκαν ανά δειγματοληψία στη Μεγάλη Πρέσπα κατά τη περίοδο Σεπτέμβριο 2015-Αύγουστος 2016 ( παρουσία/ απουσία). Είδη Μεγάλη Πρέσπα 2015 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ 2016 Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαι Ιουν Ιουλ Αυγ Τροχοφόρα (Rotifera) Anuraeopsis fissa (Gosse, 1851) Asplanchna priodonta Gosse, 1850 Brachionus diversicornis (Daday, 1883) Brachionus calyciflorus Pallas, 1766 Brachionus quadridentatus Hermann, 1783 Bdelloidea Hudson, 1884 Cephalodella gibba (Ehrenberg, 1830) Collotheca sp. (Harring, 1913) Euchlanis dilatata Ehrenberg, 1830 Filinia longiseta (Ehrenberg,1834) Gastropus stylifer Imhof, 1891 Hexarthra mira ( Hudson, 1871) Keratella cochlearis (Gosse, 1851) Keratella tecta (Gosse, 1851) Keratella quadrata (Müller, 1786) Lepadella patella (Müller, 1773) Lecane bulla (Gosse, 1851) Lecane elsa Hauer, 1931 Lecane lunaris (Ehrenberg, 1832) Lecane quadridentata (Ehrenberg, 1830) Notholca squamula (Müller, 1786) Polyarthra vulgaris Carlin, 1943 Pompholyx sulcata Hudson, 1885 Squatinella lamellaris (Ehrenberg, 1832) Synchaeta stylata Wierzejski, 1893 Trichocerca capucina (Wierzejski & Zacharias, 1893) 23
Είδη Μεγάλη Πρέσπα 2015 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ 2016 Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαι Ιουν Ιουλ Αυγ Trichocerca cylindrica (Ihmof, 1891) Trichocerca pusilla (Jennings, 1903) Trichocerca similis (Wierzejski, 1893) Προνύμφη διθύρου (Bivalve larvae) Κλαδοκερωτά (Cladocera) Bosmina longirostris (O. F. Müller, 1776) Chydorus ovalis Kurz, 1875 Daphnia cucullata (Sars, 1862) Diaphanosoma macedonicum (Korovchinsky & Petrovski, 2014) Leptodora kindtii (Focke, 1844) Κωπήποδα (Copepoda) Arctodiaptomus steindachneri (Richard, 1897) Mesocyclops leuckarti (Claus, 1857) Cyclops vicinus (Sars, 1863) 24
Αφθονία (άτομα/l) Αφθονία Η συνολική αφθονία στην λίμνη Μεγάλη Πρέσπα κυμάνθηκε από 9,14 άτομα/l τον Ιούλιο έως 118,3 άτομα/l τον Ιούνιο (Σχ. 4). Τα τροχοφόρα κυριάρχησαν ως προς την αφθονία, τους μήνες Σεπτέμβριο, Οκτώβριο, Απρίλιο και Ιούνιο, με το μεγαλύτερο ποσοστό συμμετοχής 99% τον Οκτώβριο. Τα κωπήποδα κυριάρχησαν τους υπόλοιπους μήνες και εμφάνισαν την μεγαλύτερη αφθονία τους τον μήνα Ιανουάριο με ποσοστό 99,3% (Σχ. 5). 140 120 100 80 60 40 20 0 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Σχήμα 4. Διακύμανση της αφθονίας στη λίμνη Μεγάλη Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015-Αύγουστος 2016. 25
Ποσοστιαία συμμετοχή 100% 80% 60% 40% 20% 0% Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Τροχοφόρα Κλαδοκερωτά Κωπήποδα Σχήμα 5. Ποσοστιαία συμμετοχή ανά δειγματοληψία των ζωοπλαγκτικών ταξινομικών ομάδων στη συνολική αφθονία στη λίμνη Μεγάλη Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015-Αύγουστος 2016. Η αφθονία των τροχοφόρων κυμάνθηκε από 0,07 άτομα/l τον Νοέμβριο έως 66,1 άτομα/l τον Ιούνιο (Σχ. 6). Τα κυρίαρχα είδη τροχοφόρων ήταν τα: Filinia longiseta, Keratella cochlearis, Polyarthra vulgaris, Synchaeta stylata και Trichocerca capucina. Το είδος Keratella cochlearis, που παρατηρήθηκε σε όλα τα δείγματα, κυριάρχησε στις περισσότερες δειγματοληψίες με ποσοστό του κυμάνθηκε από 5% τον Απρίλιο έως 100% τον Δεκέμβριο (Σχ. 7). 26
Ποσοστιαία συμμετοχή Αφθονία (άτομα/l) 70 60 50 40 30 20 10 0 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Σχήμα 6. Διακύμανση της συνολικής αφθονίας της ταξινομικής ομάδας των τροχοφόρων στη λίμνη Μεγάλη Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015-Αύγουστος 2016. 100% 80% 60% 40% 20% 0% Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Filinia longiseta Keratella cochlearis Polyarthra vulgaris Synchaeta stylata Trichocerca capucina other rotifers Σχήμα 7. Ποσοστιαία συμμετοχή των κυρίαρχων ειδών τροχοφόρων στη συνολική αφθονία των τροχοφόρων στη λίμνη Μεγάλη Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015-Αύγουστος 2016. Η αφθονία των κλαδοκερωτών κυμάνθηκε από 0,2 άτομα/l τον Σεπτέμβριο, Ιανουάριο και Απρίλιο μέχρι 10,9 άτομα/l τον Αύγουστο (Σχ. 8). Τα είδη που παρατηρήθηκαν στο σύνολο των δειγματοληψιών ήταν τα: Bosmina longirostris, 27
Αφθονία (άτομα/l) Diaphanosoma macedonicum, Daphnia cucullata και Leptodora kindtii, από τα οποία κυρίαρχα ήταν τα Bosmina longirostris και Diaphanosoma macedonicum. Το ποσοστό συμμετοχής του είδους Bosmina longirostris κυμάνθηκε από 11% τον Οκτώβριο έως 100% τον Σεπτέμβριο, ενώ το είδος απουσίαζε τον Ιούνιο. Το είδος Daphnia cucullata κυμάνθηκε από 13% τον Ιούλιο έως 33,3% τους μήνες Ιανουάριο, Μάρτιο, Απρίλιο και Ιούνιο. Για το είδος Diaphanosoma macedonicum το ποσοστό συμμετοχής κυμάνθηκε από 5% τον Δεκέμβριο έως 100% τον Αύγουστο, ενώ απουσίαζε από τα δείγματα του Ιανουαρίου και του Απριλίου (Σχ. 9). 12,00 10,00 8,00 6,00 4,00 2,00 0,00 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Σχήμα 8. Διακύμανση της συνολικής αφθονίας της ταξινομικής ομάδας των κλαδοκερωτών στη λίμνη Μεγάλη Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015-Αύγουστος 2016. 28
Ποσοστό συμμετοχής 100% 80% 60% 40% 20% 0% Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Daphnia cucullata Leptodora kindtii Bosmina longirostris Diaphanosoma macedonicum Σχήμα 9. Ποσοστιαία συμμετοχή των ειδών κλαδοκερωτών στη συνολική αφθονία τους στη λίμνη Μεγάλη Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015- Αύγουστος 2016. Όσον αφορά τα κωπήποδα, η συνολική αφθονία τους κυμάνθηκε από 6,07 άτομα/l τον Ιούλιο έως 53 άτομα/l τον Δεκέμβριο (Σχ. 10). Τα είδη που παρατηρήθηκαν ήταν το καλανοειδές Arctodiaptomus steindachneri και το κυκλωποειδές Mesocyclops leuckarti, μαζί με τα αναπτυξιακά τους στάδια (κωπηποδίτες και ναύπλιοι). Κυρίαρχα ως προς την συνολική αφθονία των κωπήποδων ήταν τα αναπτυξιακά στάδια με ποσοστό που κυμάνθηκε από 3,41% έως 99,6%. Μεταξύ των ειδών κυρίαρχο ήταν το καλανοειδές Arctodiaptomus steindachneri με ποσοστό που κυμάνθηκε από 2% τον Ιούλιο έως 47,8% το Δεκέμβριο (Σχ. 11). 29
Ποσοστιαία συμμετοχή Αφθονία (άτομα/l) 60,00 50,00 40,00 30,00 20,00 10,00 0,00 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Σχήμα 10. Διακύμανση της αφθονίας της ταξινομικής ομάδας των κωπήποδων στη λίμνη Μεγάλη Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015-Αύγουστος 2016.. 100% 80% 60% 40% 20% 0% Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Nauplius Copepodites (Calanoida) Copepodites (Cyclopoida) Arctodiaptomus steindachneri Mesocyclops leuckarti Σχήμα 11. Ποσοστιαία συμμετοχή της αφθονίας των ειδών των κωπήποδων και των αναπτυξιακών τους σταδίων στη συνολική τους αφθονία στη λίμνη Μεγάλη Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015-Αύγουστος 2016.. 30
Βιομάζα (μg/l) Βιομάζα Η συνολική βιομάζα στη λίμνη Μεγάλη Πρέσπα κυμάνθηκε από 5,4 μg/l τον Σεπτέμβριο μέχρι 149 μg/l τον Δεκέμβριο (Σχ. 12). Τα κωπήποδα κυριάρχησαν όλους τους μήνες με ποσοστό που κυμάνθηκε από 67,7% τον Σεπτέμβριο έως 99,3% τον Ιανουάριο. Η συμμετοχή των τροχοφόρων και των κλαδοκερωτών στη συνολική βιομάζα ήταν γενικά μικρή και κυμάνθηκε από 0,003% τον Δεκέμβριο έως 31,5% τον Σεπτέμβριο, και από 0,06% τον Απρίλιο έως 20,9% τον Αύγουστο αντίστοιχα (Σχ. 13). 140,00 120,00 100,00 80,00 60,00 40,00 20,00 0,00 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Σχήμα 12. Διακύμανση ανά δειγματοληψία της συνολικής βιομάζας του ζωοπλαγκτού στη λίμνη Μεγάλη Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015- Αύγουστος 2016. 31
Ποσοστίαια συμμετοχή 100% 80% 60% 40% 20% 0% Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Τροχοφόρα Κλαδοκερωτά Κωπήποδα Σχήμα 13. Ποσοστιαία συμμετοχή της βιομάζας των ταξινομικών ομάδων ζωοπλαγκτού στη συνολική βιομάζα στη λίμνη Μεγάλη Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015-Αύγουστος 2016. 32
Αριυμός τάξα Ποσοστιαία συμμετοχή Μικρή Πρέσπα Σύνθεση Ειδών Στη λίμνη Μικρή Πρέσπα κατά το χρονικό διάστημα της έρευνας Σεπτέμβριος 2015 - Αύγουστος 2016, αναγνωρίστηκαν συνολικά 45 ζωοπλαγκτικά τάξα (Πίν. 4), 36 τροχοφόρα, 6 κλαδοκερωτά, 2 κωπήποδα και μία προνύμφη διθύρου. Ο μεγαλύτερος αριθμός εμφανιζόμενων τάξα ανά δειγματοληψία παρατηρήθηκε τον μήνα Ιούλιο με 23 τάξα, ενώ ο μικρότερος τον μήνα Ιανουάριο με 7 τάξα. Τα τροχοφόρα επικράτησαν ως προς την σύνθεση των δειγμάτων όλους τους μήνες. Τα τροχοφόρα επικράτησαν και στο σύνολο του αριθμού των τάξα που αναγνωρίστηκαν, με ποσοστό 80%. Ακολούθησαν τα κλαδοκερωτά με ποσοστό 13,3%, τα κωπήποδα με ποσοστό 4,4% και η προνύμφη διθύρου με ποσοστό 2,2% (Σχ. 14). 25 100% 20 80% 15 60% 10 40% 5 20% α 0 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Τροχοφόρα Κλαδοκερωτά Κωπήποδα Προνύμφη Διθύρου β 0% Σχήμα 14. α) Αριθμός των ζωοπλαγκτικών τάξα ανά δειγματοληψία και β) Ποσοστιαία συμμετοχή του αριθμού των τάξα στο σύνολο των τάξα που αναγνωρίστηκαν στη Μικρή Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015-Αύγουστος 2016.. 33
Πίνακας 4. Κατάλογος των τάξα που καταγράφηκαν ανά δειγματοληψία στη Μικρή Πρέσπα κατά τη περίοδο Σεπτέμβριο-Αύγουστος 2015-2016 ( παρουσία/ απουσία). Είδη Μικρή Πρέσπα 2015 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ 2016 Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Ιουν Ιουλ Αυγ Τροχοφόρα (Rotifera) Anuraeopsis fissa (Gosse, 1851) Ascomorpha ecaudis Perty, 1850 Asplanchna priodonta Gosse, 1850 Brachionus angularis Gosse, 1851 Brachionus diversicornis (Daday, 1883) Brachionus urceolaris Müller, 1773 Bdelloidae Hudson, 1884 Cephalodella gibba (Ehrenberg, 1830) Collotheca sp. (Harring, 1913) Conochilus hippocrepis (Schrank, 1803) Euchlanis dilatata Ehrenberg, 1830 Filinia longiseta (Ehrenberg, 1834) Gastropus stylifer Imhof, 1891 Kellicottia longispina (Kellicott, 1879) Keratella cochlearis (Gosse, 1851) Keratella quadrata (Müller, 1786) Keratella tecta (Gosse, 1851) Lepadella ehrenbergi (Party, 1850) Lepadella patella (Müller, 1773) Lecane bulla (Gosse, 1851) Lecane elsa Hauer, 1931 Lecane luna (Müller, 1776) Lecane spinulifera Edmondson, 1935 Lecane ovalis (Jakubski, 1914) 34
Είδη Μικρή Πρέσπα 2015 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ 2016 Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Ιουν Ιουλ Αυγ Monommata arndti Remane, 1933 Notholca squamula, (Müller, 1786) Platyias quadricornis (Ehrenberg, 1832) Polyarthra vulgaris Carlin, 1943 Pompholyx sulcata Hüdson, 1885 Scaridium longicaudum (Müller, 1786) Squatinella lamellaris (Ehrenberg, 1832) Synchaeta stylata Wierzejski, 1893 Trichocerca capucina (Wierzejski & Zacharias, 1893) Trichocerca cylindrica (Ihmof, 1891) Trichocerca similis (Wierzejski, 1893) Trichocerca pusilla (Jennings, 1903) Προνυμφη διθύρου (Bivalve larvae) Κλαδοκερωτά (Cladocera) Bosmina longirostris (O. F. Müller, 1776) Ceriodaphnia pulchella Sars, 1862 Chydorus sphaericus (O. F. Müller, 1785) Coronatella rectangula (Sars, 1862) Daphnia cucullata (Sars, 1862) Diaphanosoma macedonicum (Korovchinsky & Petrovski, 2014) Leptrodora kindtii (Focke, 1844) Κωπήποδα (Copepoda) Arctodiaptomus steindachneri (Richard, 1776) Mesocyclops leuckarti (Claus, 1857) 35
Αφθονία (ind/l) Αφθονία Η συνολική αφθονία στη λίμνη Μικρή Πρέσπα κυμάνθηκε από 16,05 άτομα/l τον Ιανουάριο έως 391,85 άτομα/l τον Μάρτιο (Σχ. 15). Τα τροχοφόρα κυριάρχησαν τους περισσότερους μήνες (Σεπτέμβριο, Οκτώβριο, Νοέμβριο, Δεκέμβριο, Ιανουάριο, Μάρτιο, Απρίλιο, Ιούνιο και Αύγουστο) με ποσοστό που κυμάνθηκε από 59,8% τον Αύγουστο, έως 90,3% τον Απρίλιο. Τα κωπήποδα και τα κλαδοκερωτά εμφάνισαν μικρότερα ποσοστά συμμετοχής (Σχ. 16). 500 400 300 200 100 0 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρτ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Σχήμα 15. Διακύμανση της αφθονίας ανά δειγματοληψία στη Μικρή Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015-Αύγουστος 2016.. 36
Ποσοστό συμμετοχής 100% 80% 60% 40% 20% 0% Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρτ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ Τροχοφόρα Κλαδοκερωτά Κωπήποδα Σχήμα 16. Ποσοστιαία συμμετοχή ανά δειγματοληψία των ζωοπλαγκτικών ταξινομικών ομάδων στη συνολική αφθονία στη Μικρή Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015-Αύγουστος 2016. Η αφθονία των τροχοφόρων κυμάνθηκε από 4,77 άτομα/l τον Ιούλιο έως 247,41 άτομα/l τον Απρίλιο (Σχ. 17). Τα κυρίαρχα είδη τροχοφόρων ήταν τα: Filinia longiseta, Keratella cochlearis, Keratella tecta, Polyarthra vulgaris, Trichocerca similis, Trichocerca capucina και Conochilus hippocrepis. Το είδος Keratella cochlearis παρατηρήθηκε σε όλες τις δειγματοληψίες με ποσοστό κυριαρχίας που κυμάνθηκε από 61% τον Ιούνιο έως 98% τον Ιανουάριο (Σχ. 18). 37
Ποσοστιαία συμμετοχή Αφθονία (άτομα/l) 300 250 200 150 100 50 0 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρτ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Σχήμα 17. Διακύμανση της συνολικής αφθονίας της ταξινομικής ομάδας των τροχοφόρων στη Μικρή Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015- Αύγουστος 2016.. 100% 80% 60% 40% 20% 0% Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Conochilus hippocrepis Filinia longiseta Keratella cochlearis Notholca squamula Polyarthra vulgaris Synchaeta stylata Trichocerca capucina Trichocerca cylindrica Trichocerca similis other rotifers Σχήμα 18. Ποσοστιαία συμμετοχή των κυρίαρχων ειδών τροχοφόρων στη συνολική αφθονία των τροχοφόρων στη Μικρή Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015-Αύγουστος 2016.. 38
Αφθονία (άτομα/l) Η αφθονία των κλαδοκερωτών κυμάνθηκε από 0,25 άτομα/l τον Ιανουάριο μέχρι 26,67 άτομα/l τον Οκτώβριο (Σχ. 19). Τα είδη που παρατηρήθηκαν στο σύνολο το δειγματοληψιών ήταν τα: Bosmina longirostris, Ceriodaphnia pulchella, Chydorus sphaericus, Coronatella rectangula, Diaphanosoma macedonicum και Daphnia cucullata. Στη συνολική αφθονία των κλαδοκερωτών κυρίαρχα ήταν τα είδη Coronatella rectangula, Ceriodaphnia pulchella, Chydorus sphaericus και Daphnia cucullata. Το ποσοστό συμμετοχής του είδους Coronatella rectangula κυμάνθηκε από 40% τον Ιούνιο έως 75% τον Μάρτιο και τον Απρίλιο. Για το είδος Ceriodaphnia pulchella το ποσοστό κυμάνθηκε από 47,9% τον Οκτώβριο μέχρι 66,7% τον Δεκέμβριο. Για το είδος Chydorus sphaericus το ποσοστό κυμάνθηκε από 42,1% έως 90% τον Νοέμβριο και τον Φεβρουάριο αντίστοιχα. Τέλος, το ποσοστό συμμετοχής του είδους Daphnia cucullata κυμάνθηκε από 4,2% τον Οκτώβριο έως 80% τον Ιανουάριο (Σχ. 20). 30 25 20 15 10 5 0 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρτ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Σχήμα 19. Διακύμανση της συνολικής αφθονίας της ταξινομικής ομάδας των κλαδοκερωτών στη Μικρή Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015- Αύγουστος 2016.. 39
Ποσοστιαία στμμετοχή 100% 90% 80% 70% 60% 50% 40% 30% 20% 10% 0% Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Coronatella rectangula Bosmina longirostris Ceriodaphnia pulchella Chydorus sphaericus Diaphanosoma macedonicum Daphnia cucullata Σχήμα 20. Ποσοστιαία συμμετοχή των ειδών κλαδοκερωτών στη συνολική αφθονία τους στη Μικρή Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015-Αύγουστος 2016. Όσον αφορά τα κωπήποδα, η συνολική αφθονία τους κυμάνθηκε από 5,3 άτομα/l τον Ιανουάριο έως 151,11 άτομα/l τον Μάρτιο (Σχ. 21). Τα είδη που παρατηρήθηκαν ήταν το καλανοειδές Arctodiaptomus steindachneri και το κυκλωποειδές Mesocyclops leuckarti, μαζί με τα αναπτυξιακά του στάδια (κωπηποδίτες και ναύπλιοι). Κυρίαρχα ως προς την συνολική αφθονία των κωπήποδων ήταν τα αναπτυξιακά στάδια με ποσοστό που κυμάνθηκε από 30,3% τον Νοέμβριο έως 88,1% τον Αύγουστο. Μόνο τον μήνα Νοέμβριο κυριάρχησαν τα ενήλικα άτομα των ειδών Arctodiaptomus steindachneri και Mesocyclops leuckarti. Τους μήνες Νοέμβριο, Δεκέμβριο και Ιανουάριο κυριάρχησε το είδος Arctodiaptomus steindachneri, και το εύρος συμμετοχής του κυμάνθηκε από 2,9% τον Αύγουστο έως 42,4% τον Ιανουάριο. Το είδος Mesocyclops leuckarti εμφάνισε μικρότερα ποσοστά συμμετοχής, που κυμάνθηκαν από 2,1% τον Ιούλιο έως 28,8% τον Νοέμβριο (Σχ. 22). 40
Ποσοστό συμμετοχής Αφθονία (άτομα/l) 160 140 120 100 80 60 40 20 0 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρτ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Σχήμα 21. Διακύμανση της αφθονίας της ταξινομικής ομάδας των κωπήποδων στη Μικρή Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015-Αύγουστος 2016. 100% 80% 60% 40% 20% 0% Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Nauplius Copepodites (Calanoida) Copepodites (Cyclopoida) Arctodiaptomus steindachneri Mesocyclops leuckarti Σχήμα 22. Ποσοστιαία συμμετοχή της αφθονίας των ειδών των κωπήποδων και των αναπτυξιακών τους σταδίων στη συνολική τους αφθονία στη Μικρή Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015-Αύγουστος 2016. 41
Βιομάζα (μg/l) Βιομάζα Η συνολική βιομάζα στη λίμνη Μικρή Πρέσπα κυμάνθηκε από 11 μg/l τον Ιανουάριο μέχρι 180,5 μg/l τον Μάρτιο (Σχ. 23). Τα κωπήποδα κυριάρχησαν όλους τους μήνες, ως προς την βιομάζα με ποσοστό που κυμάνθηκε από 58,66% τον Απρίλιο, μέχρι 95,11% τον Ιούλιο. Η συμμετοχή στη συνολική βιομάζα των άλλων δυο ομάδων ήταν μικρότερη με ποσοστά που κυμάνθηκαν από 1,9% τον Φεβρουάριο έως 25% τον Απρίλιο και από 0,6% τον Ιανουάριο έως 16,2 τον Αύγουστο, για τα τροχοφόρα και τα κλαδοκερωτά αντίστοιχα (Σχ. 24). 200 180 160 140 120 100 80 60 40 20 0 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρτ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Σχήμα 23. Διακύμανση ανά δειγματοληψία της συνολικής βιομάζας του ζωοπλαγκτού στη Μικρή Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015-Αύγουστος 2016.. 42
Ποσοστιαία συμμετοχή 100% 80% 60% 40% 20% 0% Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρτ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Τροχοφόρα Κλαδοκερωτά Κωπήποδα Σχήμα 24. Ποσοστιαία συμμετοχή της βιομάζας των ταξινομικών ομάδων ζωοπλαγκτού στη συνολική βιομάζα στη Μικρή Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015-Αύγουστος 2016. 43
Αριθμός τάξα Ποσοστό συμμετοχής Κανάλι επικοινωνίας Σύνθεση Ειδών Στο κανάλι επικοινωνίας μεταξύ των δύο λιμνών, κατά το χρονικό διάστημα της έρευνας Σεπτέμβριος 2015 - Αύγουστο 2016, αναγνωρίστηκαν συνολικά 50 ζωοπλαγκτικά τάξα (Πίν. 5), 41 τροχοφόρα, 6 κλαδοκερωτά, 2 κωπήποδα και μία προνύμφη διθύρου. Ο μεγαλύτερος αριθμός εμφανιζόμενων τάξα ανά δειγματοληψία παρατηρήθηκε τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο με 28 και 36 τάξα αντίστοιχα, ενώ ο μικρότερος τον μήνα Απρίλιο με 12 τάξα. Τα τροχοφόρα επικράτησαν ως προς την σύνθεση των ειδών στα δείγματα όλους τους μήνες, καθώς και στο σύνολο του αριθμού των τάξα που αναγνωρίστηκαν, με ποσοστό 82%. Ακολούθησαν τα κλαδοκερωτά με ποσοστό 12%, τα κωπήποδα με ποσοστό 4% και η προνύμφη διθύρου με ποσοστό 2% (Σχ. 25). 40 35 30 100% 80% 25 60% 20 15 40% 10 5 20% α 0 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Τροχοφόρα Κλαδοκερωτά Κωπήποδα Προνύμφη Διθύρου β 0% Σύνολο Σχήμα 25. α) Αριθμός των ζωοπλαγκτικών τάξα ανά δειγματοληψία και β) Ποσοστιαία συμμετοχή του αριθμού των τάξα στο σύνολο των τάξα που αναγνωρίστηκαν στο κανάλι επικοινωνίας κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015- Αύγουστος 2016. 44
Πίνακας 5. Κατάλογος των τάξα που καταγράφηκαν ανά δειγματοληψία στο κανάλι επικοινωνίας κατά τη περίοδο Σεπτέμβριο-Αύγουστος 2015-2016 ( παρουσία/ απουσία). Είδη Κανάλι 2015 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ 2016 Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ Τροχοφόρα (Rotifera) Anuraeopsis fissa (Gosse, 1851) Ascomorpha ecaudis Perty, 1850 Asplanchna priodonta Gosse, 1850 Brachionus angularis Gosse, 1851 Brachionus calyciflorus Pallas, 1766 Brachionus diversicornis (Daday, 1883) Brachionus quadridentatus Hermann, 1783 Brachionus urceolaris Müller, 1773 Bdelloidae Hudson, 1884 Cephalodella gibba (Ehrenberg, 1830) Conochilus hippocrepis (Schrank, 1803) Euchlanis dilatata Ehrenberg, 1830 Eosphora anthadis Harring & Myers, 1922 Filinia longiseta (Ehrenberg, 1834) Gastropus stylifer Imhof, 1891 Hexarthra mira (Hudson, 1871) Kellicottia longispina (Kellicott, 1879) Keratella cochlearis (Gosse, 1851) Keratella quadrata (Müller, 1786) Keratella tecta (Gosse, 1851) Lecane bulla (Gosse, 1851) Lecane elsa Hauer, 1931 Lecane furcata (Murray, 1913) 45
Πίνακας 5. Κατάλογος των τάξα που καταγράφηκαν ανά δειγματοληψία στο κανάλι επικοινωνίας κατά τη περίοδο Σεπτέμβριο-Αύγουστος 2015-2016 ( παρουσία/ απουσία). Είδη Κανάλι Επικοινωνίας 46 2015 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ 2016 Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ Lecane luna (Müller, 1776) Lecane lunaris (Ehrenberg, 1832) Lecane quadridentata (Ehrenberg, 1830) Lepadella ehrenbergi (Perty, 1850) Lepadella glossa Wulfert, 1960 Lepadella patella (Müller, 1773) Macrochaetus altamirai (Arévalo, 1918) Monommata arndti Remane, 1933 Polyarthra vulgaris Carlin, 1943 Pompholyx sulcata Hudson, 1885 Scaridium longicaudum (Müller, 1786) Squatinella lamellaris (Ehrenberg, 1832) Synchaeta stylata Wierzejski, 1893 Trichocerca capucina (Wierzejski & Zacharias, 1893) Trichocerca cylindrica (Ihmof, 1891) Trichocerca pusilla (Jennings, 1903) Trichocerca similis (Wierzejski, 1893) Trichotria pocillum (Müller, 1776) Προνυμφη διθύρου (Bivalve larvae) Κλαδοκερωτά (Cladocera) Bosmina longirostris (O. F. Müller, 1785) Ceriodaphnia pulchella Sars, 1862 Chydorus sphaericus (O.F. Müller, 1785) Coronatella rectangula (Sars, 1862) Daphnia cucullata (Sars, 1862) Κωπήποδα (Copepoda)
Είδη Κανάλι Επικοινωνίας 2015 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ 2016 Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ Arctodiaptomus steindachneri (Richard, 1897) Mesocyclops leuckarti (Claus, 1857) 47
Αφθονία (άτομα/l) Αφθονία Η συνολική αφθονία της ζωοπλαγκτικής κοινωνίας στο κανάλι επικοινωνίας μεταξύ των δύο λιμνών κυμάνθηκε από 51,6 άτομα/l τον Ιούλιο έως 2.808,9 άτομα/l τον Σεπτέμβριο (Σχ. 26). Κυρίαρχα όλους τους μήνες ήταν τα τροχοφόρα με ποσοστά που κυμάνθηκαν από 94,16% τον Νοέμβριο έως 100% τον Μάρτιο. Τα κωπήποδα είχαν πολύ μικρή συμμετοχή, με συνολικό εύρος συμμετοχής από 2,05% τον Απρίλιο έως 4,55% τον Νοέμβριο. Τα κλαδοκερωτά συμμετείχαν με ποσοστά από 0,36% τον Οκτώβριο έως 4,85% τον Ιούλιο (Σχ. 27). 3000 2500 2000 1500 1000 500 0 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρτ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Σχήμα 26. Διακύμανση της αφθονίας ανά δειγματοληψία στο κανάλι επικοινωνίας κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015- Αύγουστος 2016. 48
Ποσοστό συμμετοχής 100% 80% 60% 40% 20% 0% Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρτ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Τροχοφόρα Κλαδοκερωτά Κωπήποδα Σχήμα 27. Ποσοστιαία συμμετοχή ανά δειγματοληψία των ζωοπλαγκτικών ταξινομικών ομάδων στη συνολική αφθονία στο κανάλι επικοινωνίας κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015- Αύγουστος 2016. Η αφθονία των τροχοφόρων κυμάνθηκε από 48,68 άτομα/l τον Ιούλιο έως 2.746,67 άτομα/l τον Σεπτέμβριο (Σχ. 28). Τα κυρίαρχα είδη τροχοφόρων ήταν τα Anuraeopsis fissa, Ascomorpha ecaudis, Asplanchna priodonta, Brachionus angularis, Brachionus calyciflorus, Filinia longiseta, Keratella cochlearis, Keratella tecta, Polyarthra vulgaris, Synchaeta stylata και Trichocerca similis. Το είδος Keratella cochlearis κυριάρχησε ως προς την αφθονία στις περισσότερες δειγματοληψίες και πιο συγκεκριμένα τους μήνες Σεπτέμβριο, Νοέμβριο, Δεκέμβριο, Απρίλιο και Ιούνιο. Το ποσοστό κυριαρχίας του κυμάνθηκε από 14,78% τον Αύγουστο έως 65,98% τον Νοέμβριο. Τον Οκτώβριο κυριάρχησε το τροχοφόρο Keratella tecta, με ποσοστό 34,89%, ενώ τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο το Polyarthra vulgaris με ποσοστό 62,36% και 29,52% αντίστοιχα (Σχ. 29). 49
Ποσοστιαία συμμετοχή Αφθονία (άτομα/l) 3000 2500 2000 1500 1000 500 0 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρτ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Σχήμα 28. Διακύμανση της συνολικής αφθονίας της ταξινομικής ομάδας των τροχοφόρων στο κανάλι επικοινωνίας κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015- Αύγουστος 2016. 100% 90% 80% 70% 60% 50% 40% 30% 20% 10% 0% Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Σχήμα 29. Ποσοστιαία συμμετοχή των κυρίαρχων ειδών τροχοφόρων στη συνολική αφθονία των τροχοφόρων στο κανάλι επικοινωνίας κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015- Αύγουστος 2016. 50 Anuraeopsis fissa Ascomorpha ecaudis Asplanchna priodonta Brachionus angularis Brachionus calyciflorus Filinia longiseta Keratella cochlearis Keratella tecta Polyarthra vulgaris Synchaeta stylata Trichocerca similis other rotifers
Αφθονία (άτομα/l) Η αφθονία των κλαδοκερωτών κυμάνθηκε από 0,6 άτομα/l τον Οκτώβριο μέχρι 6,7 άτομα/l τον Ιούνιο, ενώ τους μήνες Σεπτέμβριο και Μάρτιο τα κλαδοκερωτά απουσίαζαν από τα δείγματα (Σχ. 30). Τα είδη που παρατηρήθηκαν στο σύνολο το δειγματοληψιών ήταν τα Bosmina longirostris, Ceriodaphnia pulchella, Chydorus sphaericus, Coronatella rectangula, Diaphanosoma macedonicum, Daphnia cucullata, από τα οποία στην κοινωνία των κλαδοκερωτών κυριάρχησαν τα είδη Bosmina longirostris, Coronatella rectangula και Daphnia cucullata. Η ποσοστιαία συμμετοχή του Coronatella rectangula κυμάνθηκε από 16,7% τον Νοέμβριο έως 100% τον Φεβρουάριο, του Bosmina longirostris από 16,7% τον Νοέμβριο μέχρι 100% τον Απρίλιο. Τέλος το Daphnia cucullata καταγράφηκε μόνο στα δείγματα του Νοεμβρίου όπου κυριάρχησε με ποσοστό 66,7% (Σχ. 31). 7 6 5 4 3 2 1 0 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρτ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Σχήμα 30. Διακύμανση της συνολικής αφθονίας της ταξινομικής ομάδας των κλαδοκερωτών στο κανάλι επικοινωνίας κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015- Αύγουστος 2016. 51
Ποσοστό συμμετοχής 100% 80% 60% 40% 20% 0% Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Coronatella rectangula Bosmina longirostris Ceriodaphnia pulchella Chydorus sphaericus Daphnia cucullata Σχήμα 31. Ποσοστιαία συμμετοχή των ειδών κλαδοκερωτών στη συνολική αφθονία τους στο κανάλι επικοινωνίας κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015- Αύγουστος 2016. Όσον αφορά τα κωπήποδα, η συνολική αφθονία τους κυμάνθηκε από 0,42 άτομα/l τον Ιούλιο έως 62,2 άτομα/l τον Σεπτέμβριο (Σχ. 32). Τα είδη που καταγράφηκαν ήταν το κυκλωποειδές Mesocyclops leuckarti, και το καλανοειδές Arctodiaptomus steindachneri μαζί με τα αναπτυξιακά τους στάδια (κωπηποδίτες και ναύπλιοι). Τα αναπτυξιακά στάδια κυριάρχησαν ως προς την αφθονία όλους τους μήνες των δειγματοληψιών με ποσοστό που κυμάνθηκε από 5% τον Ιούλιο έως 100% τους μήνες Σεπτέμβριο, Απρίλιο και Ιούνιο, εκτός από τον Δεκέμβριο, που συν επικράτησαν με τα ενήλικα του Arctodiaptomus steindachneri, με ποσοστό 50% (Σχ.33). 52
Ποσοστιαία συμμετοχή Αφθονία (άτομα/l) 70 60 50 40 30 20 10 0 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρτ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Σχήμα 32. Διακύμανση της αφθονίας της ταξινομικής ομάδας των κωπήποδων στο κανάλι επικοινωνίας κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015- Αύγουστος 2016. 100% 80% 60% 40% 20% 0% Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρτ Απρ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Nauplius Copepodites (Calanoida) Copepodites (Cyclopoida) Copepodite (parasite) Arctodiaptomus steindachneri Mesocyclops leuckarti Σχήμα 33. Ποσοστιαία συμμετοχή της αφθονίας των ειδών των κωπήποδων και των αναπτυξιακών τους σταδίων στη συνολική τους αφθονία στο κανάλι επικοινωνίας κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015- Αύγουστος 2016. 53
Βιομάζα (μg/l) Βιομάζα Η συνολική βιομάζα στο κανάλι επικοινωνίας κυμάνθηκε από 6,55 μg/l τον Απρίλιο μέχρι 492,36 μg/l τον Σεπτέμβριο (Σχ. 34). Τα τροχοφόρα κυριάρχησαν όλους τους μήνες ως προς την βιομάζα, με ποσοστό που κυμάνθηκε από 43,19% τον Νοέμβριο έως 100% τον Μάρτιο, εκτός από τον Νοέμβριο και τον Ιούλιο που επικράτησαν και τα κωπήποδα (με ποσοστά 47,22% και 46,5% αντίστοιχα). Εκτός από αυτούς τους μήνες η συμμετοχή των κωπήποδων κυμάνθηκε από 1,36% τον Δεκέμβριο έως 47,22% τον Νοέμβριο. Πολύ μικρή ήταν η συμμετοχή των κλαδοκερωτών με ποσοστά από 0,43% τον Ιούνιο έως 9,59% τον Νοέμβριο (Σχ. 35). 600 500 400 300 200 100 0 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρτ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Σχήμα 34. Διακύμανση ανά δειγματοληψία της συνολικής βιομάζας του ζωοπλαγκτού στο κανάλι επικοινωνίας κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015- Αύγουστος 2016. 54
Ποσοστό συμμετοχής 100% 80% 60% 40% 20% 0% Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρτ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Τροχοφόρα Κλαδοκερωτά Κωπήποδα Σχήμα 35. Ποσοστιαία συμμετοχή της βιομάζας των ταξινομικών ομάδων ζωοπλαγκτού στη συνολική βιομάζα στο κανάλι επικοινωνίας κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015- Αύγουστος 2016. 55
Ποσοστό συμμετοχή Κλάσεις Μεγέθους Για την ανάλυση της σύνθεσης μεγέθους της ζωοπλαγκτικής κοινωνίας, ο όρος μικρόσωμο ζωοπλαγκτό αναφέρεται στα άτομα με μέγεθος σώματος έως 900 μm. Ο όρος μεγαλόσωμο ζωοπλαγκτό περιλαμβάνει τα άτομα με μέγεθος σώματος μεγαλύτερο από 900 μm. Στην ποσοστιαία σύνθεση μεγέθους στη ζωοπλαγκτική αφθονία στη Μεγάλη Πρέσπα, κυριάρχησαν τα μικρόσωμα άτομα με ποσοστό που κυμάνθηκε από 49% τον Δεκέμβριο έως 99,9% τον Σεπτέμβριο. Το μεγαλόσωμο ζωοπλαγκτό είχε αυξημένη συμμετοχή τους μήνες Νοέμβριο, Δεκέμβριο, Ιανουάριο και Ιούλιο με ποσοστά 28,1%, 50,6%, 41,8% και 29,3% αντίστοιχα. Τον Σεπτέμβριο επικράτησαν σχεδόν αποκλειστικά άτομα < 300 μm, δηλαδή κυρίως είδη τροχοφόρων (Σχ. 36). 100% 80% 60% 40% 20% 0% Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 100-300 μm 300-600 μm 600-900 μm 900-1100 μm 1100-1300 μm 1300-1500 μm Σχήμα 36. Ποσοστιαία συμμετοχή των κλάσεων των μεγεθών της ζωοπλαγκτικής κοινωνίας με βάση την αφθονία για την Μεγάλη Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015- Αύγουστος 2016. 56
Ποσοστό συμμετοχής Αντίθετα στα ποσοστά βιομάζας του ζωοπλαγκτού, τους περισσότερους μήνες επικράτησε το μεγαλόσωμο ζωοπλαγκτό. Το μικρόσωμο ζωοπλαγκτό παρουσίασε αύξηση τον Μάρτιο με ποσοστό 47,7%, ενώ την μεγαλύτερη συμμετοχή στη συνολική βιομάζα την εμφάνισε τον Σεπτέμβριο με ποσοστό συμμετοχής 96,2% (Σχ. 37). 100% 90% 80% 70% 60% 50% 40% 30% 20% 10% 0% Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 100-300 μm 300-600 μm 600-900 μm 900-1100 μm 1100-1300 μm 1300-1500 μm Σχήμα 37. Ποσοστιαία συμμετοχή των κλάσεων των μεγεθών της ζωοπλαγκτικής κοινωνίας με βάση τη βιομάζα για την Μεγάλη Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015- Αύγουστος 2016. Στη Μικρή Πρέσπα οι κλάσεις μεγέθους του ζωοπλαγκτού με βάση την αφθονία δεν εμφάνισαν έντονη εποχική διακύμανση. Το μικρόσωμο ζωοπλαγκτό παρέμεινε σε υψηλά επίπεδα καθ όλη τη διάρκεια των δειγματοληψιών και εμφάνισε μέγιστο τον Δεκέμβριο και τον Απρίλιο, με ποσοστά 95,3% και 98,3% αντίστοιχα. Το μεγαλόσωμο ζωοπλαγκτό εμφάνισε χαμηλά ποσοστά συμμετοχής, με μέγιστη τιμή τον Φεβρουάριο με ποσοστό 18,3% (Σχ. 38). 57
Ποσοστό συμμετοχής 100% 80% 60% 40% 20% 0% Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 0-300 μm 300-600 μm 600-900 μm 900-1100 μm 1100-1300 μm 1300-1600 μm Σχήμα 38. Ποσοστιαία συμμετοχή των κλάσεων των μεγεθών της ζωοπλαγκτικής κοινωνίας με βάση την αφθονία για την Μικρή Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015- Αύγουστος 2016. Στην βιομάζα του ζωοπλαγκτού το μικρόσωμο ζωοπλαγκτό παρουσίασε αύξηση μετά τον Φεβρουάριο, μέχρι τον Απρίλιο και στη συνέχεια μειώθηκε. Ακόμη, την μικρότερη συμμετοχή του την εμφάνισε τους χειμερινούς μήνες με ποσοστό μικρότερο από 20%. Γενικά, κυριάρχησε το ζωοπλαγκτό μεγάλου μεγέθους όλους τους μήνες των δειγματοληψιών, με μεγαλύτερη συμμετοχή τον μήνα Νοέμβριο και Ιανουάριο, με ποσοστλα 87,3% και 80% αντιστοιχα (Σχ. 39) 58
Ποσοστό συμμετοχής 100% 80% 60% 40% 20% 0% Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 100-300 μm 300-600 μm 600-900 μm 900-1100 μm 1100-1300 μm 1300-1500 μm Σχήμα 39. Ποσοστιαία συμμετοχή των κλάσεων των μεγεθών της ζωοπλαγκτικής κοινωνίας με βάση τη βιομάζα για την Μικρή Πρέσπα κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015- Αύγουστος 2016. Οι κλάσεις μεγέθους του ζωοπλαγκτού στο κανάλι επικοινωνίας εμφάνισαν μικρή διακύμανση, με το μικρόσωμο ζωοπλαγκτό να κυριαρχεί όλους του μήνες, τόσο στην αφθονία όσο και στη βιομάζα, με ποσοστό μεγαλύτερο από 99% και 75% αντίστοιχα (Σχ. 40,41). 59
Ποσοστό συμμετοχής Ποσοστό συμμετοχής 100% 90% 80% 70% 60% 50% 40% 30% 20% 10% 0% Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 100-300 μm 300-600 μm 600-900 μm 900-1100 μm 1100-1300 μm 1300-1500 μm Σχήμα 40. Ποσοστιαία συμμετοχή των κλάσεων των μεγεθών της ζωοπλαγκτικής κοινωνίας με βάση την αφθονία για το κανάλι επικοινωνίας κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015- Αύγουστος 2016.. 100% 90% 80% 70% 60% 50% 40% 30% 20% 10% 0% Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 100-300 μm 300-600 μm 600-900 μm 900-1100 μm 1100-1300 μm 1300-1500 μm Σχήμα 41. Ποσοστιαία συμμετοχή των κλάσεων των μεγεθών της ζωοπλαγκτικής κοινωνίας με βάση τη βιομάζα για το κανάλι επικοινωνίας κατά τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015- Αύγουστος 2016. 60
Δείκτες Δείκτες Ταξινομικής Διακριτότητας Οι δείκτες ταξινομικής διακριτότητας Δ + και Λ +, εφαρμόστηκαν σε δεδομένα παρουσίας/απουσίας για την Μικρή και την Μεγάλη Πρέσπα για την ταξινομική ομάδα των τροχοφόρων, των κλαδοκερωτών και των καρκινοειδών. Οι τιμές του δείκτη Δ + όσον αφορά την Μεγάλη Πρέσπα ήταν 87,9 για τα τροχοφόρα, 50,5 για τα κλαδοκερωτά και 62,2 για τα καρκινοειδή. Αντίστοιχα, στη Μικρή Πρέσπα ο δείκτης πήρε τις τιμές 109,1 για τα τροχοφόρα, 46 για τα κλαδοκερωτά και 58 για τα καρκινοειδή. Ο δείκτης Λ+ για την Μεγάλη Πρέσπα πήρε την τιμή 44 για την ταξινομική ομάδα των τροχοφόρων, 78 για την ταξινομική ομάδα των κλαδοκερωτών και 134,3 για την ταξινομική ομάδα των καρκινοειδών. Αντίστοιχα, στη Μικρή Πρέσπα ο δείκτη πήρε την τιμή 44,1 για τα τροχοφόρα, 126 για τα κλαδοκερωτά και 169 για τα καρκινοειδή. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα σε όλες τις περιπτώσεις οι δύο λίμνες τοποθετήθηκαν εντός των ορίων της χοάνης εμπιστοσύνης 95%. Οριακή είναι η θέση, ως προς τη χοάνη εμπιστοσύνης, της λίμνης Μεγάλη Πρέσπα για τον δείκτη Δ+ για την ομάδα των καρκινοειδών. Η λίμνη Μικρή Πρέσπα σε όλα τα τεστ τυχαιότητας τοποθετήθηκε πολύ κοντά στην μέση θεωρητικά αναμενόμενη τιμή (Σχ 42, 43, 44). 61
Σχήμα 42. Το τεστ τυχαιότητας για τον δείκτη Μέσης Ταξινομικής Διακριτότητας Δ + και τον δείκτη Διακύμανσης της Ταξινομικής Διακριτότητας Λ + για την κοινωνία των τροχοφόρων σε δεδομένα παρουσίας/απουσίας 26 λιμνών. 62
Σχήμα 43. Το τεστ τυχαιότητας για τον δείκτη Μέσης Ταξινομικής Διακριτότητας Δ + και τον δείκτη Διακύμανσης της Ταξινομικής Διακριτότητας Λ + για την κοινωνία των κλαδοκερωτών σε δεδομένα παρουσίας/απουσίας 26 λιμνών. 63
Σχήμα 44. Το τεστ τυχαιότητας για τον δείκτη Μέσης Ταξινομικής Διακριτότητας Δ + και τον δείκτη Διακύμανσης της Ταξινομικής Διακριτότητας Λ + για την κοινωνία των καρκινοειδών σε δεδομένα παρουσίας/απουσίας 26 λιμνών. 64
Δείκτης Ομοιότητας Από την εφαρμογή του δείκτη ομοιότητας Sorensen, δημιουργούνται στο δενδρόγραμμα δύο κύριες ομάδες με βάση την πολύ-μεταβλητή ιεραρχική ομαδοποίηση. Η μία ομάδα περιλαμβάνει αποκλειστικά το κανάλι επικοινωνίας και η άλλη ομάδα περιλαμβάνει τις δύο λίμνες. Η ομοιότητα των δύο λιμνών σχετίζεται με τα κοινά είδη που απαντώνται σε αυτές και η περαιτέρω ομαδοποίησή τους εξαρτάται από την εποχικότητα. Ανεξάρτητα τοποθετούνται τα δείγματα από την Μικρή Πρέσπα για τον Μάρτιο και τον Φεβρουάριο, γεγονός που οφείλεται στη σύνθεση των δειγμάτων (Σχ. 45). Από τον υπολογισμό του δείκτη Sorensen, με βάση τα κοινά είδη μεταξύ δύο περιοχών και τα μοναδικά είδη στη κάθε μία, τη μεγαλύτερη ομοιότητα εμφάνισαν η Μικρή Πρέσπα με το κανάλι επικοινωνίας. Η Μεγάλη Πρέσπα εμφάνισε σχεδόν τον ίδιο βαθμό ομοιότητας με την Μικρή Πρέσπα και το κανάλι επικοινωνίας. Όσον αφορά το ποσοστό εμφάνισης κοινών ειδών στα τρία υδάτινα σώματα το μεγαλύτερο ποσοστό, 86%, παρατηρήθηκε για τις δύο λίμνες σε σχέση με το κανάλι επικοινωνίας. Μικρότερο ποσοστό, 81%, παρατηρήθηκε από τη σύγκριση της σύνθεσης των ειδών μεταξύ των δύο λιμνών (Πίν. 6). Σχήμα 45. Δενδρόγραμμα με βάση τον δείκτη ομοιότητας Sorensen σε δεδομένα παρουσίας/απουσίας για το χρονικό διάστημα Σεπτέμβριο 2015-Αύγουστος 2016 (όπου MKPR: Μικρή Πρέσπα, MGPR: Μεγάλη Πρέσπα και KANL:κανάλι επικοινωνίας). 65
Πίνακας 6. Ποσοστό (%) των κοινών ειδών μεταξύ των υδάτινων σωμάτων και η τιμή του δείκτη ομοιότητας Sorensen. Μεγάλη Πρέσπα-Μικρή Πρέσπα Μεγάλη Πρέσπα-Κανάλι επικοινωνίας Μικρή Πρέσπα-Κανάλι επικοινωνίας Δείκτης Sorensen 0,74 0,73 0,82 Ποσοστό Ομοιότητας (%) 81% 86% 86% 66
Δείκτες Τροφικής Κατάστασης Σύμφωνα με τους δείκτες TSIROT1, TSIROT2, TSIROT6, TSICR1 και TSICR5 η τροφική κατάσταση της λίμνης Μεγάλη Πρέσπα εκτιμήθηκε ως μεσότροφη, ενώ με τους δείκτες TSROT3, TSIROT4, TSIROT5, TSICR2, TSICR3, TSICR6, TSICR6* και TSISD ως μεσο-εύτροφη. Η τροφική κατάσταση της λίμνης εκτιμήθηκε ως υπερ-εύτροφη με βάση το δείκτη TSICR4 (Πίν. 7). Η λίμνη Μικρή Πρέσπα σύμφωνα με τους περισσότερους δείκτες εκτίμησης της τροφικής κατάστασης (TSIROT1, TSIROT2, TSIROT6, TSICR1, TSICR2 και TSICR5) χαρακτηρίστηκε ως μεσότροφη. Οι δείκτες αυτοί αφορούν την αφθονία και τη βιομάζα των τροχοφόρων και των καρκινοειδών (TSIROT1, TSIROT2,TSICR1, TSICR2), την συμμετοχή στην αφθονία ειδών δεικτών υψηλής τροφικής κατάστασης (TSIROT6) και τον λόγο των κυκλωποειδών προς τα καλανοειδή (TSICR5). Οι δείκτες TSROT3, TSIROT4, TSIROT5, TSICR3, TSICR6 και TSICR6* εκτίμησαν τη τροφική κατάσταση της Μικρής Πρέσπας ως μεσο-εύτροφη και ο δείκτης TSICR4 και TSISD ως εύτροφη (Πίν. 7). Στο κανάλι επικοινωνίας οι δείκτες εμφάνισαν μεγαλύτερες τιμές και η τροφική κατάσταση εκτιμήθηκε σχεδόν αποκλειστικά μεσο-εύτροφη με βάση του δείκτες TSI για τα τροχοφόρα και τον δείκτη TSICR6, ενώ εκτιμήθηκε μεσότροφη με βάση τους υπόλοιπους δείκτες των καρκινοειδών. Ο δείκτης εκτίμησης της τροφικής κατάστασης με βάση την διαφάνεια του νερού (TSISD) για την λίμνη Μικρή Πρέσπα, εμφάνισε υψηλότερες τιμές σε σχέση με αυτές της Μεγάλης Πρέσπας, στο σύνολο των δειγματοληψιών, εκτιμώντας ότι η τροφική κατάσταση της Μικρής Πρέσπας ήταν χειρότερη από αυτή της Μεγάλης Πρέσπας. Ωστόσο, του μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο και οι δύο λίμνες εμφάνισαν παρόμοιες τιμές, με τον δείκτη να παίρνει τις τιμές 40 και 39,2 για τη Μικρή και τη Μεγάλη Πρέσπα τον Ιανουάριο και 40 και 40,7 αντίστοιχα τον Φεβρουάριο. Η Μεγάλη Πρέσπα εμφάνισε την μεγαλύτερη τιμή του δείκτη το μήνα Ιούνιο και η Μικρή Πρέσπα το μήνα Σεπτέμβριο με τιμή του δείκτης και στις δύο περιπτώσεις 60 (Σχ. 46). 67
Πίνακας 7. Η μέση τιμή της καλοκαιρινής περιόδου των δεικτών εκτίμησης της τροφικής κατάστασης TSIROT, TSICR και TSISD για τα τρία υδάτινα σώματα. (όπου μεσότροφη, μεσο-εύτροφη, εύτροφη, υπερεύτροφη. Δείκτες Τροφικής Κατάστασης Μικρή Πρέσπα Κανάλι επικοινωνίας Μεγάλη Πρέσπα TSI ROT1 37,24 50,29 35,29 TSI ROT2 37,85 53,17 35,47 TSI ROT3 54,14 54,14 52,44 TSI ROT4 51,12 53,38 50,65 TSI ROT5 50,06 44,69 51,02 TSI ROT6 41,58 45,69 41 TSI CR1 40,14 35,37 40,22 TSI CR2 43,45 26,13 45,65 TSI CR3 52,14 33,79 53,02 TSI CR4 62,50 38,98 75,47 TSI CR5 44,47-39,69 TSI CR6 46,20 52,02 56,44 TSI CR6* 47,54 54,36 63,9 TSI SD 53,14-46,72 68
TSI SD 70 60 50 40 30 20 10 0 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 Μεγάλη Πρέσπα 2016 Μικρή Πρέσπα μεσότροφη μεσο-εύτροφη εύτροφη Σχήμα 46. Διακύμανση του δείκτη TSISD ανά δειγματοληψία για την Μικρή και την Μεγάλη Πρέσπα, για τη διάρκεια της έρευνας Σεπτέμβριος 2015 - Αύγουστος 2016 και τα αντίστοιχα όρια του δείκτη για την εκτίμηση της τροφικής κατάστασης. 69
Δείκτες Οικολογικής Ποιότητας Από την εφαρμογή των δεικτών εκτίμησης της οικολογικής ποιότητας δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε ακριβή εκτίμηση της οικολογικής κατάστασης των τριών υδατικών σωμάτων, καθώς το ζωοπλαγκτό δεν έχει ενταχθεί στη Οδηγία 2000/60/ΕΚ και δεν έχουν θεσπιστεί όρια. Σχεδόν για το σύνολο των δεικτών οι τιμές παρέμειναν σε χαμηλά επίπεδα (<1). Ωστόσο, για τους δείκτες που προτείνονται από το πρόγραμμα ECOFRAME έχουν προταθεί όρια μα βάση τον τύπο της κάθε λίμνης. Σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά των δύο λιμών, η Μεγάλη Πρέσπα εντάσσεται στις λίμνες τύπου 44 και η Μικρή Πρέσπα στις λίμνες τύπου 20 (Moss et la, 2003) (Παράρτημα ΙΙ, Πιν.11 και 12). Έτσι, ενδεικτικά προκύπτει πως η Μικρή Πρέσπα έχει κακή οικολογική ποιότητα και για τους τρεις λόγους του ζωοπλαγκτού, ενώ η Μεγάλη Πρέσπα έχει καλή οικολογική ποιότητα για τον λόγο NLclad1/NTclad και κακή με βάση τους υπόλοιπους λόγους του ζωοπλαγκτού. Οι δείκτες του μέσου βάρους των κλαδοκερωτών, των κωπήποδων και της συνολικής κοινωνίας του ζωοπλαγκτού εμφάνισαν μεγαλύτερες τιμές στη Μεγάλη Πρέσπα από ότι στη Μικρή. Τη μεγαλύτερη τιμή την εμφάνισε ο δείκτης του μεγέθους του σώματος για τα κωπήποδα στο ενωτικό κανάλι. Τιμές μεγαλύτερες του 1 εμφάνισε και ο δείκτης των καλανοειδών / κυκλωποειδή + κλαδοκερωτά και στα τρία υδάτινα σώματα, με μεγαλύτερη τιμή στη Μεγάλη Πρέσπα (Πίν. 8). 70
Πίνακας 8. Οι τιμές των λόγων για την εκτίμηση της οικολογικής ποιότητας των τριών υδάτινων σωμάτων σύμφωνα με τα όρια από τους Moss et al (2003). (Παράρτημα ΙΙ, Πίνακας 12) Δείκτες Οικολογικής Ποιότητας Μικρή Πρέσπα Κανάλι επικοινωνίας Μεγάλη Πρέσπα Τιμή δείκτη Οικολογική Ποιότητα Τιμή δείκτη Οικολογική Ποιότητα N Lclad1/N Tclad 0,06 Κακή - 0,51 Καλή N Lclad2/N Tclad - - 0,03 Κακή B Cr/B Ph 0,05 Κακή 0,02 0,07 Κακή B Cr/Chl a 0,04 Κακή 0,4 0,05 Κακή Μέσο μέγεθος τροχοφόρων (μg/ind) 0,03 0,21 0,03 Μέσο βάρος κλαδοκερωτών (μg/ind) 0,39 0,25 0,72 Μέσο βάρος κωπήποδων (μg/ind) 0.50 4.41 1.59 Συνολικό μέσο βάρος (μg/ind) 0.32 0.24 0.98 Καλανοειδή/κυκλωποειδή+κλαδοκερωτά (Cal/Cycl+Clad) 2.08 2.17 1,5 71
Δυναμικό Βόσκησης (potential grazing) Από την εφαρμογή του δείκτη για το δυναμικό βόσκησης φαίνεται πως στη Μεγάλη Πρέσπα το ζωοπλαγκτό έχει μεγαλύτερη δυνατότητα κατανάλωσης του φυτοπλαγκτού σε σχέση με την Μικρή Πρέσπα. Στη Μεγάλη Πρέσπα παρατηρήθηκε αύξηση του δυναμικού βόσκησης από το Νοέμβριο και έφτασε στη μέγιστη τιμή της το μήνα Μάρτιο. Συγκεκριμένα, το δυναμικό βόσκησης εμφάνισε εύρος από 0,0004 τον Σεπτέμβριο έως 8,4 τον Μάρτιο. Τον Απρίλιο εμφάνισε απότομη πτώση και παρέμεινε σε αυτό το επίπεδο και για τους καλοκαιρινούς μήνες. Στη Μικρή Πρέσπα οι τιμές του δυναμικού βόσκησης παρέμειναν σε πολύ χαμηλότερο επίπεδο με εύρος από 0,08 τον Ιούλιο έως 4,3 τον Μάρτιο, και εμφάνισε περισσότερες διακυμάνσεις. Παρατηρήθηκαν δύο αυξητικές τάσεις της πίεσης βόσκησης του ζωοπλαγκτού προς το φυτοπλαγκτό, μία το Νοέμβριο και μία δεύτερη μεγαλύτερη τον Μάρτιο. Τον Απρίλιο παρατηρήθηκε ελάττωση του δυναμικού βόσκησης που παρέμεινε σε χαμηλές τιμές την καλοκαιρινή περίοδο (Σχ. 47). 72
βιομάζα (mg/l) potential grazing (log transformed) βιομάζα (mg/l) potential grazing (log transformed) α 2 1,8 1,6 1,4 1,2 1 0,8 0,6 0,4 0,2 0 9 8 7 6 5 4 3 2 1 0 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Total biomass mg L-1 TOTAL edible BIOMASS mg L-1 potential grazing β 2 1,8 1,6 1,4 1,2 1 0,8 0,6 0,4 0,2 0 9 8 7 6 5 4 3 2 1 0 Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Ιαν Φεβ Μαρ Απρ Μαϊ Ιουν Ιουλ Αυγ 2015 2016 Total biomass mg L-1 TOTAL edible BIOMASS mg L-1 potential grazing Σχήμα 47. Διακύμανση του δυναμικού βόσκησης (potential grazing), της συνολικής ξηρής βιομάζας του φυτοπλαγκτού (total biomass) και της βιομάζας του φυτοπλαγκτού pου δυνητικά μπορεί να καταναλωθεί από το ζωοπλαγκτό (total edible biomass), (α) στη Μεγάλη Πρέσπα και (β) στη Μικρή Πρέσπα. β 73
Συζήτηση Σύνθεση Ειδών Από την παρατήρηση των δειγμάτων ζωοπλαγκτού για τις λίμνες Μεγάλη και Μικρή Πρέσπα, καθώς και για το κανάλι επικοινωνίας μεταξύ των δύο λιμνών, ως προς τη συνολική σύνθεση των ειδών επικράτησαν τα τροχοφόρα με ποσοστό συμμετοχής 74%, 80% και 82% αντίστοιχα. Ακολούθησαν τα κλαδοκερωτά και τα κωπήποδα με μικρότερα ποσοστά συμμετοχής στη λίστα ειδών της κάθε περιοχής. Η δομή αυτή της ζωοπλαγκτικής κοινωνίας με την αυξημένη συμμετοχή τάξα των τροχοφόρων, 3-10 τάξα κλαδοκερωτών και 1-5 τάξα κωπήποδων χαρακτηρίζει τα λιμναία υδάτινα σώματα σε παγκόσμιο επίπεδο (Morgan et al, 1980) και παρατηρείται και στις ελληνικές λίμνες, όπως για παράδειγμα στις λίμνες: Κορώνεια (Michaloudi et al, 2012), Πετρών (Βούρκα, 2011), Χειμαδίτιδα και Ζάζαρη (Σαλβαρίνα, 2003) και Ισμαρίδα (Μουστάκα κ.α., 2012). Όσον αφορά την σύνθεση των τροχοφόρων και τα κλαδοκερωτών στη Μικρή και Μεγάλη Πρέσπα δεν παρουσιάστηκαν ιδιαίτερες διαφοροποιήσεις σε σύγκριση με προηγούμενες έρευνες των Michaloudi et al (1997) και Guseska et al (2008, 2012). Ωστόσο, στη Μεγάλη Πρέσπα αναγνωρίστηκαν περισσότερα τροχοφόρα, 29 τάξα, σε σχέση με τα 10 τάξα που καταγράφηκαν στην έρευνα των Guseska et al (2012). Αντίστοιχα, στη Μικρή Πρέσπα στην έρευνα των Michaloudi et al (1997) καταγράφηκαν 28 τάξα τροχοφόρων, ενώ στην παρούσα έρευνα καταγράφηκαν 36 τροχοφόρα. Στην κοινωνία των τροχοφόρων πέντε είδη καταγράφηκαν για πρώτη φορά σε εσωτερικά ύδατα της Ελλάδας. Πρόκειται για τα είδη Eosphora anthadis, Lepadella glossa, Macrochaetus altamirai (στο κανάλι επικοινωνίας), Monommata arndti (στην Μικρή Πρέσπα και στο κανάλι επικοινωνίας) και Lecane spinulifera (και στα τρία υδάτινα σώματα). Τα τάξα των κλαδοκερωτών στη Μεγάλη Πρέσπα παρέμειναν ίδια ως προς τον αριθμό, ενώ στην παρούσα έρευνα δεν καταγράφηκε το είδος Daphnia galeata που είχε καταγραφεί σε προηγούμενη έρευνα (Guseska et al, 2012). Η σύνθεση της ταξινομικής ομάδας των κλαδοκερωτών στη Μικρή Πρέσπα ήταν αναμενόμενη, καθώς τα τάξα που καταγράφηκαν είχαν καταγραφεί και σε προηγούμενη έρευνα των Michaloudi et al (1997). Όσον αφορά τη σύνθεση των κωπήποδων και στα τρία υδάτινα σώματα παρατηρήθηκαν το κυκλωποειδές Mesocyclops leuckarti και το καλανοειδές 74
Arctodiaptomus steindachneri. Στη Μεγάλη Πρέσπα καταγράφηκε επίσης το είδος Cyclops vicinus τον Δεκέμβριο, όπως είχε συμβεί σε παλαιότερες έρευνες των Serafimova-Hadžišče (1954) και Popovska-Stankovic et al (2003). Όσον αφορά το A. steindachneri θεωρείται ενδημικό είδος των δυτικών Βαλκανίων (Kiefer, 1974), και μέχρι πρότινος είχε καταγραφεί αποκλειστικά στη Μεγάλη Πρέσπα (Katsiapi et al, 2012), στη Μικρή Πρέσπα (Michaloudi et al, 1997), στην Οχρίδα (Guseska et al, 2008) και στη Παμβώτιδα (Ζαρφτζιάν - αδημοσίευτα). Ωστόσο, πρόσφατες καταγραφές του στα ανατολικά Βαλκάνια, όπως στη λίμνη Κάρλα (Στάμου, 2016) και στη φραγμαλίμνη του Σμοκόβου (Καραπούλιος κ.α., 2016) καθιστούν αναγκαία την περαιτέρω μελέτη του είδους με τη γενετική και μορφολογική ταυτοποίησή του και τη καταγραφή της εξάπλωσής του. Η σύνθεση των ειδών όπως καταγράφηκε στα τρία υδάτινα σώματα σύμφωνα με τα αποτελέσματα των δεικτών ταξινομικής διακριτότητας Δ + και Λ + ήταν αναμενόμενα, με βάση την κύρια λίστα ειδών για τις ελληνικές λίμνες. Έτσι, και για τις τρεις ταξινομικές ομάδες οι δύο λίμνες τοποθετήθηκαν εντός της χοάνης εμπιστοσύνης. Οι τιμές του δείκτη Δ + ήταν μικρότερες για τη Μικρή Πρέσπα σε σχέση με αυτές της Μεγάλης Πρέσπας για όλες τις ταξινομικές ομάδες που εφαρμόστηκε ο δείκτης (τροχοφόρα, κλαδοκερωτά και καρκινοειδή). Από τα είδη που καταγράφηκαν, γενικά πάνω από το 80% των ειδών ήταν κοινά και στα τρία υδάτινα σώματα (21 τροχοφόρα, 2 κλαδοκερωτά και 2 κωπήποδα) (Παράρτημα I). Αυξημένες ήταν και οι τιμές του δείκτη ομοιότητας Sorensen μεταξύ των τριών συστημάτων. Ο δείκτης είχε σχεδόν την ίδια τιμή, δηλαδή τον ίδιο βαθμό ομοιότητας, για την Μικρή και την Μεγάλη Πρέσπα, και για την Μεγάλη Πρέσπα και το κανάλι επικοινωνίας, ενώ η μεγαλύτερη τιμή παρατηρείται μεταξύ της Μικρής Πρέσπας και του καναλιού επικοινωνίας. Η αυξημένη ομοιότητα στη σύνθεση ειδών μεταξύ των δύο λιμνών πιθανά σχετίζεται τόσο με την υπόγεια επικοινωνία τους αλλά όσο την επικοινωνία τους μέσω του καναλιού επικοινωνίας. Η μεταφορά ζωοπλαγκτικών ειδών είναι εφικτή μέσω της μεταφοράς τους από υπόγεια και επιφανειακά ύδατα, καθώς και με τον αέρα και τα πουλιά. Το γεγονός αυτό σχετίζεται με τα χαρακτηριστικά ζωής τους που περιλαμβάνουν στάδια με αυξημένη ανθεκτικότητα, όπως η διάπαυση, η εγκύστωση και η κρυπτοβίωση, που επιτρέπουν τη μεταφορά αυτή (Havel & Shurin, 2004). Ωστόσο, η μεταφορά των οργανισμών δεν είναι αρκετή για μια επιτυχή εγκατάσταση των οργανισμών σε νέα περιβάλλονταν. Για 75
την εγκαθίδρυση οργανισμών σε ένα υδάτινο σώμα, είναι απαραίτητο οι συνθήκες να είναι ευνοϊκές. Φαίνεται λοιπόν, πως πέρα από την μεταφορά οργανισμών από την Μικρή στη Μεγάλη Πρέσπα, οι οργανισμοί που εντοπίζονται στο εύτροφο οικοσύστημα της Μικρής Πρέσπας συναντούν κατάλληλες συνθήκες και μπορούν και διαβιούν και στη Μεγάλη Πρέσπα. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει την επιδείνωση της τροφικής κατάστασης της Μεγάλης Πρέσπας. Παρά την αυξημένη ομοιότητα μεταξύ των τριών υδάτινων σωμάτων με βάση τα αποτελέσματα της ιεραρχική ομαδοποίησης για τον δείκτη του Sorensen παρατηρείται ένας σαφής διαχωρισμός μεταξύ των δύο λιμνών και του καναλιού επικοινωνίας. Η σύνθεση της ζωοπλαγκτικής κοινωνίας στο κανάλι επικοινωνίας είναι αρκετά διαφορετική, με την επικράτηση κυρίως των τροχοφόρων. Αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι η ταξινομική ομάδα των τροχοφόρων περιλαμβάνει κατά το μεγαλύτερο ποσοστό της βενθοπαραλιακά είδη που σε συνδυασμό με την γρήγορη αναπαραγωγή τους και τον σύντομο κύκλο ζωής τους (Allan, 1976), κυριαρχούν σε τέτοιου τύπου συστήματα. Αφθονία και Βιομάζα Τα αποτελέσματα από την ανάλυση της διακύμανσης και κυριαρχίας της ζωοπλαγκτικής αφθονίας και βιομάζας είναι συγκρίσιμα με αυτά προηγούμενων ερευνών. Συγκεκριμένα στη λίμνη Μεγάλη Πρέσπα τη χειμερινή περίοδο και την αρχή της άνοιξης τη μεγαλύτερη συνεισφορά στη συνολική αφθονία είχε η ομάδα των κωπήποδων, και κυρίως τα αναπτυξιακά τους στάδια, όπως έχει παρατηρηθεί και σε προηγούμενες έρευνες Guseska et al (2012). Κατά το διάστημα της έρευνας η ταξινομική ομάδα των κλαδοκερωτών είχε την μικρότερη συμμετοχή στη σύνθεση, στην αφθονία και στη βιομάζα, όπως είχε παρατηρηθεί και παλαιότερα σε αντίστοιχες έρευνες (Serafimova-Hadžišče 1954, Popovska-Stankovic et al, 2003). Τέλος, όσον αφορά τα τροχοφόρα η συμμετοχή τους στη συνολική αφθονία ήταν μικτή κατά τους χειμερινούς μήνες, ενώ κυριάρχησαν το φθινόπωρο και την άνοιξη. Στη Μικρή Πρέσπα η συνολική αφθονία παρουσίασε μείωση κατά την φθινοπωρινή και χειμερινή περίοδο και αύξηση τη περίοδο της άνοιξης, όπως έχει παρατηρηθεί και στην έρευνα των Michaloudi et al (1997). Ωστόσο, οι τιμές αφθονίας που καταγράφηκαν (μέγιστο τον Μάρτιο με 391,85 άτομα/l), είναι αρκετά μικρότερη σε σχέση με τα 905 άτομα/l που έχει καταγραφεί σύμφωνα με τους Michaloudi et al 76
(1997). Ωστόσο, για το χρονικό διάστημα 1990-1992 που πραγματοποιήθηκε η έρευνα των Michaloudi et al (1997) οι μεγαλύτερες τιμές αφθονίας παρατηρήθηκαν τους μήνες Απρίλιο και Μάιο, ενώ στη παρούσα έρευνα η δειγματοληψία του Μαΐου δεν πραγματοποιήθηκε λόγω καιρικών συνθηκών. Έτσι, ίσως να μην έχει καταγραφεί η μέγιστη τιμή αφθονίας για το διάστημα Σεπτέμβριο 2015-Αύγουστος 2016. Παρά την μικρότερη μέγιστη τιμή αφθονίας του ζωοπλαγκτού η διακύμανσή της εμφανίζει περισσότερες ομοιότητες με την αντίστοιχη διακύμανση του διαστήματος Σεπτέμβριο 1990-Αύγουστος 1991 (Michaloudi et al, 1997). Όσον αφορά στο κανάλι επικοινωνίας δεν υπάρχουν προηγούμενες έρευνες να συγκρίνουμε τα αποτελέσματα. Η επικράτηση των τροχοφόρων στο κανάλι επικοινωνίας σχετίζεται με τα χαρακτηριστικά του ενδιαιτήματος με την εκτεταμένη κάλυψη από καλάμια και βενθικά μακρόφυτα, που αποτελούν κατάλληλες οικοθέσεις. Τα τροχοφόρα αποτελούν ένα φύλο περισσότερων από 2.000 ειδών από τα οποία τα ¾ είναι βενθοπαραλιακά (Segers, 2008). Επιπλέον, τον υψηλό αναπαραγωγικό ρυθμό και τον μικρό κύκλο ζωής που χαρακτηρίζει το συγκεκριμένο φύλο (Allan, 1976) δίνει την δυνατότητα στους οργανισμούς αυτούς σε κατάλληλα περιβάλλοντα να αναπτύξουν μεγάλους πληθυσμούς, όπως τον Σεπτέμβριο που σημειώθηκε μέγιστη αφθονία με 2.809 άτομα/l. Οι διακυμάνσεις του ζωοπλαγκτού στις λίμνες Μικρή και Μεγάλη Πρέσπα φαίνεται να ακολουθούν τις διακυμάνσεις που περιγράφονται στο PEG-model (Sommer et al, 1986) για τις εύτροφες λίμνες. Ωστόσο, στις ελληνικές λίμνες, και γενικότερα στις λίμνες του Μεσογειακού κλίματος, έχει παρατηρηθεί πως το ζωοπλαγκτό δεν είναι ικανό να ελέγξει το πληθυσμιακό μέγεθος του φυτοπλαγκτού (Moustaka-Gouni et al, 2014) και κατ επέκταση να περιορίσει φαινόμενα ανθίσεων του νερού και να οδηγήσει στη φάση διαυγείας (clear water phase)., Προκειμένου να εκτιμηθεί η πίεση που ασκείται στο ζωοπλαγκτό από τα ψάρια στα πλαίσια της παρούσας έρευνας χρησιμοποιήθηκε ο δείκτης του δυναμικού βόσκησης. Από τα αποτελέσματα παρατηρήθηκε πως η βόσκηση του φυτοπλαγκτού από το ζωοπλαγκτό στη Μεγάλη Πρέσπα είναι πιο έντονη από ότι στη Μικρή Πρέσπα. Οι τιμές του potential grazing στη Μεγάλη Πρέσπα δεν σχετίζονται τόσο με τιμές μεσογειακών λιμνών αλλά πλησιάζουν τιμές βορειότερων ευρωπαϊκών λιμνών. Φαίνεται λοιπόν πως το πληθυσμιακό μέγεθος του ζωοπλαγκτού στη Μεγάλη Πρέσπα κατά τους μήνες Δεκέμβριο - Απρίλιο θα μπορούσε να ασκήσει πίεση στο φυτοπλαγκτό, σε βαθμό που 77
να περιορίσει τον πληθυσμό του. Αυτό πιθανόν να οφείλεται στο γεγονός πως η πίεση που δέχεται το ζωοπλαγκτό στη Μεγάλη Πρέσπα από τα ψάρια είναι μικρότερη, ενώ στη Μικρή Πρέσπα μεγαλύτερη. Σε αυτό πιθανά να συμβάλει το βάθος των λιμνών, κ έτσι στη Μεγάλη Πρέσπα το ζωοπλαγκτό μέσω κατακόρυφων νυχθημερήσιων μεταναστεύσεων στη στήλη του νερού να μπορεί να προστατεύεται πιο αποτελεσματικά από την θηρευτική πίεση των ψαριών (Lampert, 1989). Αυτό αντανακλά και στη σύνθεση των κλάσεων μεγαλόσωμων ζωοπλαγκτικών οργανισμών στη λίμνη μεγάλη Πρέσπα σε σχέση με τη Μικρή Πρέσπα. 78
Δείκτες Τροφικής Κατάστασης (TSI) και Οικολογικής Ποιότητας Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των δεικτών τροφικής κατάστασης με βάση το ζωοπλαγκτό και τα τρία υδάτινα σώματα εκτιμήθηκαν μεσο-εύτροφα, για την πλειονότητα των δεικτών TSI, ενώ πολλοί από αυτούς τους δείκτες εκτίμησαν την τροφική τους κατάσταση ως μεσότροφη. Ωστόσο, η Μεγάλη Πρέσπα είναι μεσότροφη και η Μικρή Πρέσπα εύτροφη (Κατσιάπη, 2012). Λαμβάνοντας υπόψη αντίστοιχα αποτελέσματα άλλων ελληνικών λιμνών (Στάμου, 2016) φαίνεται πως οι δείκτες υποεκτιμούν την τροφική κατάσταση των ελληνικών λιμνών. Το γεγονός αυτό πιθανά σχετίζεται με το ότι οι δείκτες αυτοί και τα αντίστοιχα όρια δημιουργήθηκαν για λίμνες της Πολωνίας που βρίσκεται σε διαφορετική κλιματική ζώνη από ότι οι μεσογειακές λίμνες. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που εμφανίζουν οι ελληνικές λίμνες (Alvarez Cobelas et al 2005, Moustaka-Gouni et al 2014), πιθανόν να δημιουργούν την ανάγκη για επαναπροσδιορισμό των εξισώσεων ή και των ορίων, λόγω της διαφορετικής κλιματικής ζώνης (Ejsmont-Karabin, 2012). Επιπλέον, οι δείκτες που στηρίζονται στα τροχοφόρα και αυτοί των καρκινοειδών δεν ταυτίζονται πάντα ως προς την εκτίμηση της τροφικής κατάστασης. Αυτό πιθανόν να οφείλεται στην εντονότερη θηρευτική πίεση που δέχονται τα κωπήποδα από τα ψάρια, σε σχέση με αυτή που δέχονται τα τροχοφόρα (Ejsmont-Karabin & Karabin, 2013). Από το σύνολο των δεικτών, ο δείκτης TSIROT3 φαίνεται να έχει την καλύτερη εφαρμογή με τα υπάρχοντα όρια. Ο δείκτης TSIROT3 αναφέρεται στη ποσοστιαία συμμετοχή των βακτηριοφάγων ζωοπλαγκτικών ειδών στην συνολική αφθονία των τροχοφόρων. Από τους υπόλοιπους δείκτες που εκτίμησαν την τροφική κατάσταση των λιμνών ως μεσο-εύτροφη, ο δείκτης TSIROT4 αναφέρεται στη ποσοστιαία συμμετοχή του Keratella tecta στο άθροισμα των Keratella cochlearis και Keratella tecta, με βάση την άποψη ότι το K. tecta είναι μορφή του K. cochlearis (Karabin, 1985). Ωστόσο, το K. tecta έχει αναβαθμιστεί ταξινομικά και είναι διαφορετικό είδος από το K. cochlearis (Gopko & Telesh, 2013). Έτσι, ο συγκεκριμένος δείκτης ανεξάρτητα από την εκτίμηση που κάνει για την τροφική κατάσταση των λιμνών χρειάζεται να επανεξεταστεί, κυρίως ως προς την λογική του σχεδιασμού του και της ερμηνείας των αποτελεσμάτων του. Αντίστοιχα, οι δείκτης TSIROT6 και TSICR6 που αναφέρονται στην ποσοστιαία συμμετοχή ειδών δεικτών υψηλής τροφικής κατάστασης φαίνεται να χρειάζονται επίσης τροποποίηση, καθώς δεν περιλαμβάνουν είδη που στις ελληνικές τουλάχιστον λίμνες έχουν καταγραφεί και σε εύτροφα συστήματα. Ένα παράδειγμα είναι η περίπτωση του γένους Trichocerca, που 79
με βάση παλαιότερες έρευνες θεωρείται πως απαντά αποκλειστικά σε ολιγότροφα συστήματα (Sládecèk, 1983), ενώ πρόσφατες έρευνες δείχνουν πως τα είδη του γένους Trichocerca δεν είναι οργανισμοί δείκτες ολιγότροφων συνθηκών (Duggan et al, 2001). Επιπλέον τα είδη Trichocerca capucina, Trichocerca cylindrica, Trichocerca similis και Trichocerca pusilla έχουν καταγραφεί σε εύτροφες λίμνες της Ελλάδας (Στάμου, 2016) όπως και στην παρούσα εργασία. Έτσι, τουλάχιστον τα άτομα του γένους Trichocerca θα έπρεπε να προστεθούν στο δείκτη TSIROT6. Παρόμοια περίπτωση αποτελεί το Arctodiaptomus steindachneri, που απαντάται και σε εύτροφα συστήματα, και έτσι στην παρούσα έρευνα συμπεριλήφθηκε στην αφθονία των ειδών δεικτών υψηλής τροφικής κατάστασης και προστέθηκε ως δείκτης TSICR6*. Οι τιμές του δείκτη TSICR6* είναι υψηλότερες από αυτές του δείκτη TSIROT6, χωρίς όμως στις συγκεκριμένες λίμνες να εκτιμά διαφορετικά την τροφική κατάσταση. Φαίνεται λοιπόν να είναι απαραίτητη η τροποποίηση των δεικτών και ο επανακαθορισμός των ορίων για τις ελληνικές λίμνες. Σύμφωνα με το δείκτη TSI με βάση το βάθος του δίσκου Secchi (TSISD), η τροφική κατάσταση της Μεγάλης Πρέσπας εκτιμήθηκε ως μεσότροφη για όλους τους μήνες των δειγματοληψιών, εκτός από τον Ιανουάριο που χαρακτηρίστηκε οριακά ολιγότροφη και τον Ιούνιο εύτροφη. Η τροφική κατάσταση της Μικρής Πρέσπας εκτιμήθηκε εύτροφη για όλους τους μήνες που πραγματοποιήθηκαν οι δειγματοληψίες. Πρόσφατα αποτελέσματα έχουν δείξει πως ο δείκτης τροφικής κατάστασης TSISD μπορεί να οδηγήσει σε αξιόπιστα αποτελέσματα για την τροφική κατάσταση λιμνών στην Ελλάδα (Katsiapi et al, 2015). Πρόκειται για έναν εύχρηστο δείκτη, καθώς η μέτρηση του βάθους Secchi είναι εύκολη, οικονομική και έτσι μπορεί να πραγματοποιείται ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Τα αποτελέσματα του δείκτη TSISD για την τροφική κατάσταση, σε συνδυασμό με τα δεδομένα από τις δειγματοληψίες του φυτοπλαγκτού και τα αποτελέσματα του δείκτη PhyCol, για την οικολογική ποιότητα, θα οδηγήσουν στην πιο αξιόπιστη και ολοκληρωμένη εκτίμηση της τροφικής κατάστασης και της οικολογικής ποιότητας των λιμνών (Katsiapi et al, 2015). Το γεγονός αυτό εντείνει την άποψη πως οι υπόλοιποι δείκτες TSI για τα τροχοφόρα και τα κλαδοκερωτά υποεκτιμούν την τροφική κατάσταση των ελληνικών λιμνών. Ο δείκτης αυτός ταυτίζεται ως προς την εκτίμηση της τροφικής κατάστασης στη Μικρή Πρέσπα με τον δείκτη TSICR4, γεγονός που μπορεί να υποδηλώνει πως ο δείκτης αυτός έχει καλή εφαρμογή σε αντίστοιχα συστήματα στην Ελλάδα. Δεδομένης της καλής 80
εφαρμογής του δείκτη TSISD στις ελληνικές λίμνες, εφαρμόστηκαν τα όρια του δείκτη στα δεδομένα των δεικτών TSIROT και TSICR (Πιν. 9). Από την εφαρμογή των ορίων σύμφωνα με τον Carlson & Simpson (1996) φαίνεται πως οι δείκτες εκτιμούν καλύτερα την τροφική κατάσταση των τριών υδάτινων σωμάτων, κάτι που μπορεί να είναι ενδεικτικό για την καλή εφαρμογή των ορίων γενικότερα στις ελληνικές λίμνες. Πίνακας 9. Η μέση τιμή της καλοκαιρινής περιόδου των δεικτών εκτίμησης της τροφικής κατάστασης TSIROT, TSICR και TSISD για τα τρία υδάτινα σώματα με βάση τα όρια που προτείνονται από τον Carlson & Simpson (1996) για τον δείκτη TSISD (όπου ολιγότροφη, μεσότροφη, εύτροφη, υπερεύτροφη. Δείκτες Τροφικής Κατάστασης Μικρή Πρέσπα Κανάλι επικοινωνίας Μεγάλη Πρέσπα TSI ROT1 37,24 50,29 35,29 TSI ROT2 37,85 53,17 35,47 TSI ROT3 54,14 54,14 52,44 TSI ROT4 51,12 53,38 50,65 TSI ROT5 50,06 44,69 51,02 TSI ROT6 41,58 45,69 41 TSI CR1 40,14 35,37 40,22 TSI CR2 43,45 26,13 45,65 TSI CR3 52,14 33,79 53,02 TSI CR4 62,50 38,98 75,47 TSI CR5 44,47-39,69 TSI CR6 46,20 52,02 56,44 TSI CR6* 47,54 54,36 63,9 TSI SD 53,14-46,72 81
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των δεικτών για την εκτίμηση της οικολογικής ποιότητας των τριών συστημάτων της παρούσας εργασίας, οι δείκτες εμφάνισαν αρκετά χαμηλές τιμές, χωρίς ωστόσο να μπορούν να οδηγήσουν σε τελική εκτίμηση της ποιότητας, λόγω έλλειψης ορίων. Προσεγγιστικά, σύμφωνα με του δείκτες που χρησιμοποιήθηκαν από το πρόγραμμα ECOFRAME η Μικρή Πρέσπα βρίσκεται σε κακή οικολογική κατάσταση για όλους του δείκτες του ζωοπλαγκτού, ενώ σύμφωνα με τον δείκτη PhyCol η οικολογική ποιότητα της Μικρής Πρέσπας εκτιμήθηκε μέτρια (Κατσιάπη κ.α., 2016). Το ίδιο συμβαίνει και με την Μεγάλη Πρέσπα, εκτός από τον λόγο των μεγαλόσωμων κλαδοκερωτών, με μέγεθος σώματος >500 μm που την χαρακτηρίζει με καλή οικολογική ποιότητα, γεγονός που συμφωνεί με τα αποτελέσματα από τον δείκτη PhyCol για τα ταυτόχρονα δεδομένα φυτοπλαγκτού (Κατσιαπη κ.α., 2016). Ωστόσο, αυτές είναι μόνο κάποιες μετρικές από αυτές του πολυμετρικού δείκτη του ECOFRAME, που για να οδηγήσει σε αξιόπιστα αποτέλεσμα πρέπει οι μετρικές να συμφωνούν σε ποσοστό μεγαλύτερο από 75%. Έτσι, αυτή η εκτίμηση στη παρούσα έρευνα δεν μπορεί να είναι αξιόπιστη χωρίς τις υπόλοιπες μετρικές, αλλά είναι μία προσέγγιση για την εκτίμησης της οικολογικής ποιότητας των δύο λιμνών. Ο δείκτης του λόγου της αφθονίας των μεγαλόσωμων κλαδοκερωτών προς το σύνολο της αφθονίας των κλαδοκερωτών, και του μέσο βάρος του σώματος των εκάστοτε ταξινομικών ομάδων και της συνολικής ζωοπλαγκτικής κοινωνίας, αντικατοπτρίζουν τη πίεση που ασκείται από τα ψάρια. Όσο μικρότερο είναι το μέσο βάρος των ζωοπλαγκτικών οργανισμών τόσο μεγαλύτερη είναι η πίεση από το αμέσως ανώτερο τροφικό επίπεδο, δηλαδή τα ψάρια, κάτι που σχετίζεται με επιδείνωση της τροφικής κατάστασης (Jepessen et al, 2000, Ejsmont-Karabin, 2012). Με βάση όλα αυτά φαίνεται πως είναι αναγκαίος αλλά και εφικτός ο σχεδιασμός ενός πολυμετρικού δείκτη για την εκτίμηση της οικολογικής ποιότητας στις ελληνικές λίμνες, με βάση το ζωοπλαγκτό. 82
Συμπεράσματα Καταγραφή πέντε ειδών τροχοφόρων (Eosphora anthadis, Lepadella glossa, Macrochaetus altamirai Monommata arndti και Lecane spinulifera), που αποτέλεσαν καινούργιες καταγραφές στην Ελλάδα. Επέκταση των ορίων εξάπλωσης του είδους Arctodiaptomus steindachneri Μεγαλύτερη συμμετοχή της ταξινομικής ομάδας των τροχοφόρων, ως προς την σύνθεση. Ως προς την αφθονία, στη Μεγάλη Πρέσπα κυριαρχία των κωπήποδων και στη Μικρή Πρέσπα και στο κανάλι επικοινωνίας των τροχοφόρων. Ως προς τη βιομάζα, στη Μικρή και Μεγάλη Πρέσπα κυριαρχία κωπήποδων και στο κανάλι επικοινωνίας των τροχοφόρων. Σύμφωνα με τον δείκτη Sorensen υπάρχει μεγάλη ομοιότητα μεταξύ των τριών υδάτινων σωμάτων της παρούσας έρευνας, γεγονός που υποδηλώνει την επιτυχή μεταφορά και εγκατάσταση ανεπιθύμητων ζωοπλαγκτικών οργανισμών από την Μικρή στη Μεγάλη Πρέσπα, κάτι που οδηγεί στην επιδείνωση της τροφική κατάσταση της Μεγάλης Πρέσπας. Τα αποτελέσματα από την εφαρμογή του δείκτη Μέσης Ταξινομικής Διακριτότητας (Δ+) και του δείκτη Διακύμανσης της Ταξινομικής Διακριτότητας (Λ+) σε δεδομένα παρουσίας/απουσίας σε σχέση με την κύρια λίστα ειδών, για την ταξινομική ομάδα των τροχοφόρων, των κλαδοκερωτών και των καρκινοειδών, ήταν αναμενόμενα, καθώς σε κάθε περίπτωση οι δύο λίμνες τοποθετήθηκαν εντός της χοάνης εμπιστοσύνης 95%. Σύμφωνα με το δυναμικό βόσκησης φαίνεται πως το πληθυσμιακό μέγεθος του ζωοπλαγκτού στη Μεγάλη Πρέσπα, τους μήνες Δεκέμβριο-Απρίλιο, θα μπορούσε να ασκήσει πίεση στο φυτοπλαγκτό και να περιορίσει το πληθυσμιακό του μέγεθος, σε αντίθεση με τις περισσότερες ελληνικές λίμνες που αυτό δεν είναι εφικτό. Επιπλέον, είναι αναγκαία και η τροποποίηση των ορίων των δεικτών TSI για τα τροχοφόρα και τα καρκινοειδή, καθώς κάνουν υποεκτίμηση της τροφικής κατάστασης των ελληνικών λιμνών. Ωστόσο, η εφαρμογή των ορίων του δείκτη TSISD (Carlson & Simpson, 1996) φαίνεται να είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση καθώς οδήγησαν σε καλύτερη εκτίμηση της κατάστασης. 83
Δημιουργία πολυμετρικού δείκτη για την εκτίμηση της οικολογικής ποιότητας στις ελληνικές λίμνες, με βάση το ζωοπλαγκτό, λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των μεσογειακών λιμνών. 84
Βιβλιογραφία Allan J. D., 1976. Life history patterns in zooplankton. The American naturalist, 110: 165-180. Alvarez Cobelas M., Rojo C. & Angeler D. G., 2005. Mediterranean limnology: current status, gaps and the future. Journal of Limnology, 64: 13-29. Amoros C., 1984. Crustacés Cladocères. Bulletin Mensuel de la Société Linnéenne, Lyon. Arp W., Kasten J. & Maier G. (2010) Untersuchungen des Phyto- und Zooplanktons schleswig-holsteinischer Seen 2009. Bericht für das Landesamt für Landwirtschaft, Umwelt und ländliche Räume, Schleswig-Holstein. Benzie J. A. H., 2005. The Genus Daphnia (Including Daphniopsis). In: Dumont H. J. F. (ed), Guides to the Identification of the Microinvertebrates of the Continental Waters of the World 21. Kenobi Productions, Ghent, Belgium and Backhuys Publishers, Leiden, The Netherlands. Boix, D., Gascón, S., Sala, J., Martinoy, M., Gifre, J., & Quintana, X. D., 2005. A new index of water quality assessment in Mediterranean wetlands based on crustacean and insect assemblages: the case of Catalunya (NE Iberian peninsula). Aquatic conservation: marine and freshwater ecosystems, 15, 635-651. Brodersen K. P., Whiteside, M. C., & Lindegaard, C., 1998. Reconstruction of trophic state in Danish lakes using subfossil chydorid (Cladocera) assemblages. Canadian Journal of Fisheries and Aquatic Sciences, 55, 1093-1103. Browman H. I., Kruse S. & O' Brien W. J., 1989. Foraging behavior of the predaceous cladoceran, Leptodora kindtii, and escape responses of their prey. Journal of Plankton Research, 11: 057-1088. Carlson, R.E., 1977. A trophic state index for lakes. Limnol. Oceanogr. 22, 361 369. Diaz, R.J., Solan, M., Valente, R.M., 2004. A review of approaches for classifying benthic habitats and evaluating habitat quality. J. Environ. Manag. 73, 165 181. Carlson R. E., & Simpson J. 1996. A coordinator s guide to volunteer lake monitoring methods. North American Lake Management Society, 96, 305. Caroni R. & Irvine K., 2010. The potential of zooplankton communities for ecological assessment of lakes: redundant concept or political oversight? Biology and Environment: Proceedings of the Royal Irish Academy, 110B:35-53. Carpenter S.R., Kitchell J.F. & Hodgson J.R., 1985. Cascading trophic interactions and lake productivity. BioScience, 35: 634-639. 85
Carpenter S. R., Caraco N. F., Correll D. L., Howarth R. W., Sharpley A. N. & Smith V. H., 1998. Nonpoint pollution of surface waters with phospohorus and nitrogen. Ecological Applications, 8: 559-568. Clarke K. R. & Warwick R. M., 1998. A taxonomic distinctness index and its statistical properties. Journal of Applied Ecology, 35: 523-531. Clarke K.R. & Warwick R.M., 2001. A further biodiversity index applicable to species lists: variation in taxonomic distinctness. Marine Ecology Progress Series, 216:265-278. Clarke, K. R. & R. N. Gorley, 2006. Primer v6: User Manual/Tutorial. PRIMER-E, Plymouth DeMelo R., France R., & McQueen D. J., 1992. Biomanipulation: Hit or myth?. Limnology and Oceanography, 37, 192-207. DeMott W. R., 1986. The role of taste in food selection by freshwater zooplankton. Oecologia, 69, 334-340. Downing J. A., & Rigler F. H., 1984. A manual on methods for the assessment of secondary productivity. Fresh Waters, 2. Duggan I. C., Green J. D. & Shiel R. J., 2001. Distribution of rotifers in North Island, New Zealand, and their potential use as bioindicators of lake trophic state. Hydrobiologia 446/447: 155-164. Dussart B. H. & Defaye D., 2001. Introduction to the Copepoda. In: Dumont, H. J. F. (ed), Guides to the Identification of the Macroinvertebrates of the Continental Waters of the World 16. Backhuys Publishers, Leiden, The Netherlands. Ejsmont - Karabin J., 2012. The usefulness of zooplankton as lake ecosystem indicators: rotifer trophic state index. Polish Journal of Ecology, 60: 339-350. Ejsmont - Karabin J. & Karabin A., 2013. The suitability of zooplankton as lake ecosystem indicators: crustacean trophic state index. Polish Journal of Ecology, 61: 561-573. Gilbert J. J. & Williamson C. E., 1983 Sexual dimorphism in zooplankton (copepoda, cladocera, and rotifera). Annual Review of Ecology, Evolution, and Systematics, 14: 1-33. Gliwicz Z. M., 1969. Studies of the feeding of pelagic zooplankton in lakes with varying trophy. PaĹ stwowe Wydawnictwo Naukowe. OddziaĹ. Gopko M. & Telesh I. V., 2013. Estuarine trophic state assessment: New plankton index based on morphology of Keratella rotifers. Estuarine, Coastal and Shelf Science, 130: 220-230. 86
Guseska D., Kostoski G., & Tasevska O., (2008). Seasonal succesions of zooplankton in the pelagic zone of Lake Prespa during 2004-2006. (unpublished) Guseska D., Tasevsk, O., & Kostoski G., 2012. Zooplankton dynamic of Lake Prespa (Macedonia). Biologia, 67, 939-944. Havel J. E. & Shurin J. B., 2004. Mechanisms, effects, and scales of dispersal in freshwater zooplankton. Limnology and Oceanography, 49: 1229-1238. Hollis G. E., & Stevenson A. C., 1997. The physical basis of the Lake Mikri Prespa systems: geology, climate, hydrology and water quality. In Lake Prespa, Northwestern Greece (pp. 1-19). Springer Netherlands. Jeppesen E., Jensen J. P., Søndergaard M., Lauridsen T., Pedersen L. J., & Jensen L., 1997. Top-down control in freshwater lakes: the role of nutrient state, submerged macrophytes and water depth. In Shallow Lakes 95 (pp. 151-164). Springer Netherlands. Jeppesen E., Jensen J. P., Søndergaard M., Lauridsen T. & Landkildehus F., 2000. Trophic structure, species richness and biodiversity in Danish lakes: changes along a phosphorus gradient. Freshwater Biology, 45:201-218. Jeppesen E., Jensen J. P., Søndergaard M., Fenger Grøn M., Bramm M. E., Sandby K., & Rasmussen H. U., 2004. Impact of fish predation on cladoceran body weight distribution and zooplankton grazing in lakes during winter. Freshwater Biology, 49, 432-447. Jeppesen E., Nõges P., Davidson T. A., Haberman J., Nõges T., Blank K., Lauridsen T. L., Søndergaard M., Sayer C., Laugaste R., Johansson 105 L. S., Bjerring R. & Amsinck S. L., 2011. Zooplankton as indicators in lakes: a scientific-based plea for including zooplankton in the ecological quality assessment of lakes according to the European Water Framework Directive (WFD), Hydrobiologia, 676: 279-297. Kane D. D., Gordon S. I., Munawar M., Charlton M. N. & Culver D. A., 2009. The Planktonic Index of Biotic Integrity (P-IBI): An approach for assessing lake ecosystem health. Ecological Indicators, 9: 1234 1247 Karabin A., 1985. Pelagic zooplankton (Rotatoria + Crustacea) variation in the process of lake eutrophication. I. Structural and quantitative features. Ekologia Polska 33: 567 616. Katsiapi M., Michaloudi E., Moustaka-Gouni M. & Pahissa López J., 2012. First ecological evaluation of the ancient Balkan Lake Megali Prespa based on plankton. Journal of Biological Research-Thessaloniki,17:51-56. Katsiapi M., Moustaka-Gouni M.& Sommer U., 2015. Assessing ecological water quality of freshwaters: PhyCoI - a new phytoplankton community Index. Ecological Informatics, 31: 22-29. Kiefer F., 1974. Knowledge of morphology and systematics of some species of Arctodiaptomus Kiefer (Crustacea, Copepoda). Zoologica Scripta, 3: 11-22. 87
Koste W. 1978. Rotatoria, die Rãdertiere Mitteleuropas. Gebrüder Borntraeger, Berlin, Stuggart. Lampert, W. (1989) The adaptive significance of diel vertical migration of zooplankton. Functional Ecology. 3: 21 27. Leonard D. R. P., Clarke K. R., Somerfield P. J. & Warwick R. M., 2006. The application of an indicator based on taxonomic distinctness for UK marine biodiversity assessments. Journal of Environmental Management 78: 52-62. Löffler H., Schiller E., Kusel E., & Kraill H., 1998. Lake Prespa, a European natural monument, endangered by irrigation and eutrophication?. Hydrobiologia, 384, 69-74. McQueen D. J., Post J. R. & Mills E. L., 1986. Trophic relationships in freshwdter pelagic ecosystems. Canadian Journal of Fisheries and Aquatic Sciences, 43: 1571-1581. Magurran A. E., 2004. Measuring biological diversity. Blackwell Publishing, UK. Marchant R., 2007. The use of taxonomic distinctness to assess environmental disturbance of insect communities from running water. Freshwater Biology, 52: 1634-1645. Michaloudi E., Zarfdhian M. & Economidis P. S., 1997. The zooplankton of Lake Mikri Prespa. Hydrobiologia, 351: 77-94. Michaloudi E., Moustaka-Gouni M., Pantelidakis K., Katsiapi M. & Genitsaris S., 2012. Plankton succession in the temporary lake Koronia after intermittent dryout. International Review of Hydrobiology, 97: 1-15. Michaloudi E., 2005. Dry weights of the zooplankton of Lake Mikri Prespa (Macedonia,, Greece). Belgian Journal of Zoology, 135: 223-227. Moss B., Stephen D., Alvarez C., Becares E., van de Bund W., Collings S. E., van Donk E., de Eyto E., Feldmann T., Fernández-Aláez C., Fernández-Aláez M., Franken R. J. M., García-Criado F., Gross E., Gyllstrom M., Hansson L. A., Irvine K., Järvalt A., Jenssen J. P., Jeppesen E., Kairesalo T., Kornijow R., Krause T., Künnap H., Laas A., Lill E., Lorens B., Luup H., Miracle M. A., Nõges P., Nõges T., Nykänen M., Ott I., Peczula W., Peeters E. T. H. M., Phillips G., Romo S., Russell V., Salujõe J., Scheffer M., Siewertsen K., Smal H., Tesch C., Timm H., Tuvikene L., Tonno I., Virro T., Vicente E. & Wilson D., 2003. The determination of ecological quality in shallow lakes - a tested expert system (ECOFRAME) for implementation of the European Water Framework Directive. Aquatic Conservation: Marine and Freshwater Ecosystems, 13: 507-550. 88
Moustaka-Gouni M., Michaloudi E. & Sommer U., 2014. Modifying the PEG model for the Mediterranean - no biological winter and strong fish predation. Freshwater Biology, 59: 1136-1144. Nogrady T. & Segers H., 2002. Rotifera 6. The Asplanchnidae, Gastropodidae, Lindiidae, Microcodinidae, Synchaetidae, Trochosphaeridae and Filinia. In: Dumont H. J. F. (ed), Guides to the Identification of the Microinvertebrates of the Continental Waters of the World 18. Backhuys Publishers, Leiden, The Netherlands. Pejler B., 1983. Zooplanktic indicators of trophy and their food. Hydrobiologia, 101: 111-114. Post J. R. & McQueen D. J., 1987. The impact of planktivorous flsh on the structure of a plankton community. Freshwater Biology, 17, 79-89. Popovska-Stankovic O., Kostoski G., Guseska D., & Tasevska O., 2003. Temporal successions of most important zooplankton populations of Lake Prespa. In The 32 th Annual Conference of the Yugoslav Water Pollution Control Society Water 2003, Conference Proceedings, Zlatibor, Yugoslavia (pp. 201-206). Segers, H., 2008. Global diversity of rotifers (Rotifera) in freshwater. Hydrobiologia 595: 49 59. Serafimova-Hadžišče J., 1954. Particularités du zooplancton du lac de prespa et apecu de la composition du zooplancton des grands lacs de la péninsule des balkans. Hidribiološki zavod. Sládeček V., 1983. Rotifes as indicators of water quality. Hydrobiologia, 100: 169-201. Stamou G., Polyzou C., Karagianni A., & Michaloudi E., 2016. Taxonomic distinctness indices for discriminating patterns in freshwater rotifer assemblages. Hydrobiologia, 1-13. Sommer U., Gliwicz Z.M., Lampert W. & Duncan A., 1986. The Peg-model of seasonal succession of planktonic events in fresh waters. Archiv für Hydrobiologie, 106: 4:433-471. Sommer U., Andrian R., De Senerpont Domis L. N., Elser J. J., Gaedke U., Ibelings B. W., Jeppesen E., Lurling M., Molinero J. C., Mooij W. M., Van Donk E. & Winder M., 2012. Beyond the Plankton Ecology 111 Group (PEG) Model: Mechanisms Driving Plankton Succession. Annual Review of Ecology Evolution and Systematics, 43: 429-448. Taggart C. T., 1984. Hypolimnetic aeration and zooplankton distribution: a possible limitation to the restoration of cold-water fish production. Canadian Journal of Fisheries and Aquatic Sciences, 41(1), 191-198. 89
Trakolis D., 2001. Local people s perceptions of planning and management issues in Prespes Lakes National Park, Greece. Journal of Environmental Management, 61, 227-241. Vranovsky M., 1972. The average weights of planktonic protozoans, rotatorians, cladocerans, and copepods used for the estimation of the Danube zooplankton biomass. (unpublished data) Βούρκα, Α., 2011. Εκτίμηση της οικολογικής ποιότητα της Λίμνης Πετρών με βάση το φυτοπλαγκτό και το ζωοπλαγκτό. Μεταπτυχιακή εργασία. ΔΠΜΣ Τμημάτων Βιολογίας, Γεωλογίας και Πολιτικών Μηχανικών ΑΠΘ Καραπούλιος Ε., Στάμου Γ., Καραγιάννη Α., Μιχαλούδη Ε. «Η Ζωοπλαγκτική κοινωνία στη φραγμαλίμνη Σμοκόβου». Πρακτικά 38 ου Επιστημονικού Συνεδρίου της Ελληνικής Εταιρείας Βιολογικών Επιστημών, Καβάλα 26-28 Μαΐου 2016 (σελ 88-89). Κατσιάπη Μ., Γιαννοπούλου Η., Αλμοανίδου Β., Μαζάρης Α., Μιχαλούδη Ε., Μουστάκα-Γούνη Μ., 2016. «Οικολογική ποιότητα και συνδεσιμότητα των λιμνών Μικρής και Μεγάλης Πρέσπα», Πρακτικά 8 ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Οικολογίας, Θεσσαλονίκη 20-23 Οκτωβρίου 2016 (σελ 192) Μουστάκα Μ., Μιχαλούδη Ε., Κατσιάπη Μ., Γενίτσαρης Σ., Χαραλάμπους Ε. & Βούρκα Κ., 2011. Παρακολούθηση της Λίμνης Ισμαρίδας και διερεύνηση στοιχείων του τροφικού πλέγματος στο πλαίσιο των δράσεων αποκατάστασης της λίμνης. Τελική έκθεση. Θεσσαλονίκη. Σαλβαρίνα Ι., 2003. Οι ζωοπλαγκτικές κοινωνίες στις λίμνες Χειμαδίτιδα και Ζάζαρη. Πρακτική Άσκηση. Τμήμα Βιολογίας ΑΠΘ. Στάμου Γ., 2016. Η εφαρμογή δεικτών στη ζωοπλαγκτική κοινωνία για την εκτίμηση της οικολογικής ποιότητας υδάτινων συστημάτων. Μεταπτυχιακή εργασία. ΠΜΣ Τμήματος Βιολογίας 90
Παράρτημα Ι Πίνακας 10. Συνολικός κατάλογος των τάξα στη Μικρή και Μεγάλη Πρέσπα, καθώς και στο κανάλι επικοινωνίας κατά τη περίοδο Σεπτέμβριος 2015- Αύγουστος 2016. παρουσία/ απουσία Λίστα Ειδών Μεγάλη Πρέσπα Μικρή Πρέσπα Κανάλι Επικοινωνίας Anuraeopsis fissa Ascomorpha ecaudis Asplanchna priodonta Brachionus angularis Brachionus calyciflorus Brachionus diversicornis Brachionus quadridentatus Brachionus urceolaris Bdelloidae Cephalodella gibba Collotheca sp. Conochilus hippocrepis Euchlanis dilatata Eosphora anthadis Filinia longiseta 91
Gastropus stylifer Hexarthra mira Kellicottia longispina Keratella cochlearis Keratella quadrata Keratella tecta Lecane bulla Lecane elsa Lecane furcata Lecane luna Lecane lunaris Lecane quadridentata Lecane spinulifera Lepadella ehrenbergi Lepadella glossa Lepadella patella Macrochaetus altamirai Monomnata arndti Notholca squamula Platyias quadricornis 92
Polyarthra vulgaris Pompholyx sulcata Scaridium longicaudum Squatinella lamellaris Synchaeta stylata Trichocerca capucina Trichocerca cylindrica Trichocerca pusilla Trichocerca similis Trichotria pocillum ROTIFERA Προνυμφη διθύρου (Bivalve larvae) Bosmina longirostris Ceriodaphnia pulchella Coranatella rectangula Chydorus ovalis Chydorus sphaericus Daphnia cucullata Diaphanosoma macedonicum Leptrodora kindtii 93
CLADOCERA Arctodiaptomus steindachneri Mesocyclops leuckarti Cyclops vicinus (Sars, 1863) COPEPODA 94
Παράρτημα ΙΙ Πίνακας 11. Κατηγοριοποίηση των λιμνών με βάση τα χαρακτηριστικά τους Τύπος Λίμνης Υψηλότερη θερμοκρασία Κάλυψη με πάγο (μήνες) Έκταση (Km 2 ) Αγωγιμότητα (μs/cm 2 ) 20 >25 <2 <100 101-800 44 >25 <2 >100 101-800 (από Moss et al, 2003) Πίνακας 12. Όρια εκτίμησης της οικολογικής ποιότητας σύμφωνα με το πρόγραμμα ECOFRAME για τύπο λίμνης 20 και 44. (Moss et al, 2003) Οικολογική Ποιότητα NLclad1/NTclad BCr/BPh BCr/Chla υψηλή >0,3 >50 >50 καλή >0,3 >50 >50 μέτρια 0,1-0,3 20-50 20-50 ελλιπής <0,1 <20 <20 κακή <0,1 <20 <20 95
Παραρτημα ΙΙ: Φωτογραφίες ζωοπλαγκτικών ειδών Τροχοφόρα Anuraeopsis fissa 100μm Asplanchna priodonta 100μm 1 2 1) Brachionus angularis 2) Brachionus calyciflorus 100μm 100μm 96
Brachionus diversicornis 100μm Cephalodella gibba 100μm Euchlanis dilatata 100μm 97
Filinia longiseta 100μm 1 2 1) Keratella cochlearis 2) Keratella tecta 100μm 100μm 98
Polyarthra vulgaris 100μm Synchaeta stylata 100μm Trichocerca cylindrica Trichocerca pusilla Trichocerca similis 100μm 100μm 100μm 99
Trichotria pocillum 100μm Αποικία του είδους Conochilus hippocrepis 100
Κλαδοκερωτά Bosmina longirostris 100μm Ceriodaphnia pulchella 100μm 101
Coronatella rectangular 100μm Daphnia cucullata 100μm 102
Diaphanosoma macedonicum 103
Κωπήποδα 10μm Arctodiaptomus steindachneri 100μm 104