Η γνωσιακή διαπερατότητα της παρατήρησης. 1. Το πρόβληµα της παρατήρησης στην ιστορία και τη φιλοσοφία της επιστήµης

Σχετικά έγγραφα
NORWOOD RUSSELL HANSON ( ) (Νόργουντ Ράσελ Χάνσον) Η ιδέα της θεωρητικής φόρτισης

LUDWIK FLECK ( ) (Λούντβικ Φλεκ) Ο Ludwik Fleck και η κατασκευή των επιστημονικών γεγονότων.

ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ: Φιλοσοφία της Επιστήμης. Τίτλος µαθήµατος: Ειδικά Θέµατα Σύγχρονης Φιλοσοφίας Ι: ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ.

ΤΟ ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ.

Επιστημολογική και Διδακτική Προσέγγιση της Έννοιας της «Ύλης»

Οπτική αντίληψη. Μετά?..

3. Περιγράμματα Μαθημάτων Προγράμματος Σπουδών

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑ ΡΟΜΗ ΣΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΙΑΚΗΣ ΙΑΠΕΡΑΤΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΛΗΨΗΣ

Η ανάπτυξη της Εποικοδομητικής Πρότασης για τη διδασκαλία και τη μάθηση του μαθήματος της Χημείας. Άννα Κουκά

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες. Θεματική Ενότητα 3: Σχολές σκέψης στην ψυχολογία: I

ΕΠΕΑΕΚ: ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ ΤΕΦΑΑ ΠΘ - ΑΥΤΕΠΙΣΤΑΣΙΑ ΠΕΤΟΣΦΑΙΡΙΣΗ ΚΜ: : 305 ΠΑΤΣΙΑΟΥΡΑΣ ΑΣΤΕΡΙΟΣ

Συνείδηση, αντίληψη και τυφλή όραση

Μηχανισµοί της όρασης. Βασική ανατοµία του µατιού

Φιλοσοφία της Γλώσσας

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ

ΓΝΩΣΙΑΚΗ ΔΙΑΠΕΡΑΤΟΤΗΤΑ, ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΤΗΣ ΑΝΤΙΛΗΨΗΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΣΗ

Αντίληψη. Αντίληψη είναι η γνωστική διεργασία που µας επιτρέπει να έχουµε µία εικόνα του εξωτερικού αλλά και του εσωτερικού περιβάλλοντος.

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

Θεωρίες μάθησης και μάθηση ενηλίκων

Γνωστική Ψυχολογία Ι (ΨΧ32)

ΕΠΙΣΗΜΟΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ. 1. Σι είναι επιστήμη 2. Η γέννηση της επιστημονικής γνώσης 3. Οριοθέτηση θεωριών αστικότητας

Κοινωνική Ψυχολογία. Διδάσκουσα: Δέσποινα - Δήμητρα Ρήγα. Πανεπιστημιακά Μαθήματα-Έρευνα-Ανάλυση Δεδομένων

2.2 Οργάνωση και ιοίκηση (Μάνατζµεντ -Management) Βασικές έννοιες Ιστορική εξέλιξη τον µάνατζµεντ.

Διδακτική των Φυσικών Επιστημών Ενότητα 2: Βασικό Εννοιολογικό Πλαίσιο

Έστω λοιπόν ότι το αντικείμενο ενδιαφέροντος είναι. Ας δούμε τι συνεπάγεται το κάθε. πριν από λίγο

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

Διδακτική των Φυσικών Επιστημών στην Προσχολική Εκπαίδευση

Η ΝΟΗΤΙΚΗ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑ: Η Σχετικότητα και ο Χρονισμός της Πληροφορίας Σελ. 1

Φιλοσοφία της Επιστήμης ΙΙ

Εποικοδομητική διδασκαλία μέσω γνωστικής σύγκρουσης. Εννοιολογική αλλαγή

Κοινότητες πρακτικής. Θανάσης Καραλής. πρακτικής.

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΟΡΩΝ

Φ Υ Σ Ι Κ Η Ι (Μ Η Χ Α Ν Ι Κ Η)

Θέματα Επιστημολογίας. Ρένια Γασπαράτου

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

THOMAS SAMUEL KUHN ( ) (Τόμας Σάμιουελ Κουν) Το Παράδειγμα και οι επιστημονικές επαναστάσεις.

Αποτίµηση εκπαιδευτικού έργου

ΕΙ ΙΚΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΧΑΡΤΗΣ ΧΡΗΣΗ ΗΜΙΟΥΡΓΙΑ. β. φιλιππακοπουλου 1

Δ19. Γνωστική Ψυχολογία- Ψυχολογία Μάθησης. επ. Κωνσταντίνος Π. Χρήστου

Οεαυτός και η κοινωνική γνώση. Η έννοια του εαυτού διαφέρει σηµαντικά από πολιτισµό σε πολιτισµό.

Σχολικός εγγραμματισμός στις Φυσικές Επιστήμες

Φωνολογική Ανάπτυξη και Διαταραχές

Θέµατα της παρουσίασης. Βάσεις σχεδιασµού αναλυτικών προγραµµάτων φυσικής αγωγής. Τι είναι το αναλυτικό

Εισαγωγή στην Ψυχολογία με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες

Θεωρία καί πρακτική τής διεπιστημονικής ερευνάς: Φιλοσοφία καί επιστήμη

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ Ι

Α/Α Τύπος Εκφώνηση Απαντήσεις Το λογισµικό Άτλαντας CENTENNIA µπορεί να χρησιµοποιηθεί 1. Α) Στην ιστορία. Σωστό το ) Σωστό το Γ)


ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες. Θεματική Ενότητα 5: Σχολές σκέψης στην ψυχολογία: III

Από Θεωρίες Μάθησης σε Περιβάλλοντα Μάθησης

Αναδυόμενος γραμματισμός (emergent literacy)

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Τίτλος: The nation, Europe and the world: Textbooks and Curricula in Transition

Σύµφωνα µε την Υ.Α /Γ2/ Εξισώσεις 2 ου Βαθµού. 3.2 Η Εξίσωση x = α. Κεφ.4 ο : Ανισώσεις 4.2 Ανισώσεις 2 ου Βαθµού

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία

Η σχέση Ιστορίας και Φιλοσοφίας των Επιστημών με την Εκπαίδευση στις Φυσικές Επιστήμες Κωνσταντίνα Στεφανίδου, PhD

Εισαγωγή στην Παιδαγωγική

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥ ΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΕΙ ΙΚΟ ΜΕΡΟΣ: ΚΛΑ ΟΣ ΠΕ02 (78 ώρες)

Μάθηση & Εξερεύνηση στο περιβάλλον του Μουσείου

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ με έμφαση στις γνωστικές λειτουργίες. Θεματική Ενότητα 8: Γνωστική επανάσταση/τομείς της ψυχολογίας

Ορισμός και φύση της σκέψης. Ορισμός και χαρακτηριστικά της σκέψης σε αντιδιαστολή προς άλλες γνωστικές λειτουργίες. Μεθοδολογικές ιδιαιτερότητες της

ΑΝΑΛΥΣΗ ΑΡΘΡΟΥ ΜΕ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΙΔΕΕΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ

Ο καθημερινός άνθρωπος ως «ψυχολόγος» της προσωπικότητάς του - Νικόλαος Γ. Βακόνδιος - Ψυχο

Εννοιολογική χαρτογράφηση. Τ. Α. Μικρόπουλος

Ανάλυση Πολιτικού Λόγου

Παιδαγωγική ή Εκπαίδευση ΙΙ

Ερωτήµατα. Πώς θα µπορούσε η προσέγγιση των εθνικών επετείων να αποτελέσει δηµιουργική διαδικασία µάθησης και να ενεργοποιήσει διαδικασίες σκέψης;

Εισαγωγή στην Αναλυτική Φιλοσοφία

, Ph.D. SYLLABUS

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ

1. Οι Τεχνολογίες της Πληροφορίας και των Επικοινωνιών στην εκπαιδευτική διαδικασία

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ

ιαπολιτισµική κοινωνική ψυχολογία Στόχος µαθήµατος: η κατάδειξη του ρόλου που παίζει ο πολιτισµός στις κοινονικο-ψυχολογικές διαδικασίες.

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

Ατοµικές διαφορές και κινητικές ικανότητες. Ικανότητες: KM ιάλεξη 7

Γνωστική Ανάπτυξη Ενότητα 7: Ανάπτυξη Αντίληψης

Ησυνεισφορά των αισθήσεων στην καλύτερη απόδοση. KM ιάλεξη 4 ΠΗΓΕΣ ΑΙΣΘΗΤΗΡΙΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΠΕΡΙ ΦΥΣΗΣ ΚΑΙ ΜΑΘΗΣΗΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΕΝΝΟΙΩΝ. Μαρία Καλδρυμίδου

Βασικές αρχές της γνωσιακής συµπεριφοριστικής ψυχοθεραπείας 1ο Πανελλήνιο Συνέδριο Φοιτητών Ψυχολογίας Απριλίου 2008, Αθήνα Γ.

Θέματα Επιστημολογίας. Ρένια Γασπαράτου

Β.δ Επιλογή των κατάλληλων εμπειρικών ερευνητικών μεθόδων

Φιλοσοφία της παιδείας

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

Ασφάλεια του Σχεδιασμού της Οδικής Υποδομής

2η ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΕΠΟ 22. ΘΕΜΑ: Οι βασικοί σταθµοί του νεώτερου Εµπειρισµού από τον Locke µέχρι και τον Hume. ΣΧΕ ΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ Α.

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

Σειρά: Επεξεργασία Δεδομένων Εκδοση/Ημ.νία: #3.1/ Συγγραφέας: Μίχος Θεόδωρος, Φυσικός

Επιµέλεια Θοδωρής Πιερράτος

Βασικές έννοιες - Τύποι έρευνας ΜΕΘΟ ΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ. Η λειτουργία της επιστήµης. Η φύση της επιστήµης. Ιεράρχηση επιστηµονικών θέσεων

ΣΟΥΝ ΤΣΟΥ. Οι διακεκριμένοι καθηγητές Στρατηγικής Αθανάσιος Πλατιάς και Κωνσταντίνος. Δελτίο Τύπου. Εκδόσεις: Διαθέσιμο από:

Πλατφόρµα Επικοινωνίας Εκπαιδευτικών Εικαστικής Αγωγής: Μία Κοινότητα Πρακτικής και Επαγγελµατικής Μάθησης

Συγκριτική Εκπαίδευση (PED_229)

Εκπαιδευτικά Προγράμματα Εξοικείωσης με την Αναπηρία

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Μηχανική Μάθηση

ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ ΨΗΦΙΑ, ΑΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΔΙΑΔΟΣΗ ΣΦΑΛΜΑΤΩΝ. 1. Στρογγυλοποίηση Γενικά Κανόνες Στρογγυλοποίησης... 2

Παιδαγωγικά. Ενότητα A: Διασάφηση βασικών παιδαγωγικών εννοιών. Ζαχαρούλα Σμυρναίου Σχολή Φιλοσοφίας Τμήμα Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας

ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ

2.1 Συνολική Αποτίμηση

Transcript:

Η γνωσιακή διαπερατότητα της παρατήρησης Θόδωρος Αραµπατζής Τµήµα Μ.Ι.Θ.Ε. Πανεπιστήµιο Αθηνών Το κείµενο που ακολουθεί έχει δύο ενότητες: στην πρώτη εξετάζεται το πρόβληµα του θεωρητικού διαποτισµού της παρατήρησης, όπως έχει τεθεί στην ιστορία και τη φιλοσοφία της επιστήµης. Στη δεύτερη, θίγεται η συνάφεια αυτού του προβλήµατος µε τις θέσεις που υποστηρίζει ο κ. Ραφτόπουλος στο άρθρο "Η αισθητηριακή αντίληψη είναι γνωσιακά αδιαπέρατη" και τίθενται ορισµένα ερωτήµατα σχετικά µε τις φιλοσοφικές συνέπειες της βασικής θέσης του άρθρου. 1. Το πρόβληµα της παρατήρησης στην ιστορία και τη φιλοσοφία της επιστήµης Στη φιλοσοφία της επιστήµης το πρόβληµα του θεωρητικού διαποτισµού της παρατήρησης τέθηκε στις αρχές του 20 ου αιώνα από τον Pierre Duhem. Ο κόσµος του εργαστηρίου, σύµφωνα µε τον Duhem, γίνεται διαφορετικά αντιληπτός από έναν επιστήµονα και από έναν αδαή παρατηρητή. Επίσης, η περιγραφή των εργαστηριακών φαινοµένων προϋποθέτει ένα εκτεταµένο θεωρητικό υπόβαθρο και δεν µπορεί να γίνει κατανοητή από κάποιον που στερείται συστηµατικής επιστηµονικής παιδείας (Duhem 1954, σελ. 218). Αντίστοιχες απόψεις είχαν διατυπωθεί και από φιλοσόφους του κύκλου της Βιέννης, ιδιαίτερα από τον Otto Neurath, στη δεκαετία του 1920 και του 1930, στο πλαίσιο της περίφηµης διαµάχης για τις "προτάσεις πρωτοκόλλου" (Uebel 1992). Ωστόσο, µετά τον 2 ο Παγκόσµιο Πόλεµο και τη µετεγκατάσταση των πιο σηµαντικών µελών του κύκλου της Βιέννης στις Η.Π.Α., το πρόβληµα του θεωρητικού διαποτισµού της παρατήρησης τέθηκε στο περιθώριο και καθιερώθηκε η διάκριση µεταξύ παρατηρησιακών και θεωρητικών όρων. Οι µεν παρατηρησιακοί όροι αναφέρονται σε παρατηρήσιµες οντότητες, οι δε θεωρητικοί όροι σε µη παρατηρήσιµες οντότητες (Carnap 1966). Η διάκριση θεωρητικού και παρατηρησιακού έπαιξε σηµαντικό ρόλο στη µεταπολεµική εκδοχή της θετικιστικής φιλοσοφίας της επιστήµης. Οι "καθαρές" παρατηρησιακές αναφορές αποτελούσαν το στέρεο έδαφος επί του οποίου µπορούσαν να θεµελιωθούν οι επιστηµονικές πεποιθήσεις και να πραγµατοποιηθεί η συγκριτική αποτίµηση δύο αντιµαχόµενων επιστηµονικών θεωριών. 1

Στα τέλη της δεκαετίας του 1950, όπως είναι ευρέως γνωστό, παρατηρήθηκε µια στροφή ορισµένων φιλοσόφων της επιστήµης προς την ιστορία της επιστηµονικής πρακτικής. Ο Paul Feyerabend, o Norwood Russell Hanson, και ο Thomas Kuhn, µεταξύ άλλων, ανέδειξαν τη φιλοσοφική σηµασία της ιστορίας της επιστήµης, και υποστήριξαν ότι η ιστορική εξέλιξη των επιστηµών υπονοµεύει τη θετικιστική ερµηνεία της επιστήµης. Μεταξύ των ρηξικέλευθων θέσεων που διατύπωσαν οι ιστορικιστές φιλόσοφοι της επιστήµης ήταν και ο θεωρητικός διαποτισµός της παρατήρησης, υπερβαίνοντας τις αντίστοιχες θέσεις του Duhem και των φιλοσόφων του κύκλου της Βιέννης. Επικαλούµενοι τα πορίσµατα της ψυχολογίας gestalt και στοιχεία της φιλοσοφίας του ύστερου Wittgenstein, διεύρυναν την εµβέλεια της θεωρητικής φόρτισης της παρατήρησης. Στην ιστορικιστική εκδοχή της, η θέση αυτή δεν αφορούσε µόνο την παρατηρησιακή γλώσσα, αλλά και αυτή καθεαυτή την αντιληπτική διαδικασία: αυτό που βλέπει ένας παρατηρητής δεν εξαρτάται µόνο από το οπτικό ερέθισµα που δέχεται, αλλά και από το θεωρητικό του υπόβαθρο. ύο παρατηρητές µε διαφορετικές θεωρητικές αφετηρίες βλέπουν διαφορετικά πράγµατα όταν εκτίθενται στο ίδιο οπτικό ερέθισµα. Οι επιπτώσεις του θεωρητικού διαποτισµού της παρατήρησης φαίνονταν καταλυτικές. Η απουσία ενός ουδέτερου παρατηρησιακού εδάφους, κοινού για όλους τους παρατηρητές, θεωρήθηκε ότι στερεί τη δυνατότητα ορθολογικής αποτίµησης των επιστηµονικών πεποιθήσεων. Εάν, παραδείγµατος χάριν, οι υποστηρικτές της Πτολεµαϊκής αστρονοµίας και οι υπέρµαχοι του Κοπερνίκειου συστήµατος έβλεπαν διαφορετικά πράγµατα όταν παρατηρούσαν τις κινήσεις των ουράνιων σωµάτων, δεν θα µπορούσε να υπάρξει η δυνατότητα ορθολογικής επιλογής µεταξύ των δύο θεωριών. Έως τις αρχές της δεκαετίας του 1980, ο θεωρητικός διαποτισµός της παρατήρησης ήταν στο επίκεντρο των συζητήσεων στη φιλοσοφία της επιστήµης. Σταδιακά, όµως, το ενδιαφέρον των ιστορικών και φιλοσόφων της επιστήµης στράφηκε προς την πειραµατική διαδικασία στο εργαστήριο και αποµακρύνθηκε από τις παρατηρήσεις φαινοµένων στον φυσικό κόσµο. Φιλόσοφοι και ιστορικοί, όπως ο Dudley Shapere (1982), ο Ian Hacking (1983), και ο Peter Galison (1987), υποβάθµισαν την παρατήρηση, νοούµενη ως αντιληπτική διαδικασία, και τόνισαν το επιστηµολογικό ενδιαφέρον των µεθόδων που υιοθετούνται στην επιστηµονική πρακτική µε στόχο τη διασφάλιση της αξιοπιστίας των πειραµατικών αποτελεσµάτων. Τα λόγια του Hacking είναι χαρακτηριστικά: "Η παρατήρηση, ως 2

µια πρωταρχική πηγή δεδοµένων, ήταν πάντα ένα µέρος της φυσικής επιστήµης, αλλά δεν είναι και τόσο σηµαντική η παρατήρηση, όπως χρησιµοποιείται ο όρος στη φιλοσοφία της επιστήµης, παίζει έναν σχετικά µικρό ρόλο στην πειραµατική επιστήµη" (Hacking 1983, 167, 230). Πρόσφατα, ωστόσο, η παρατήρηση έχει επανέλθει στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των ιστορικών, φιλοσόφων, και κοινωνιολόγων της επιστήµης. Η εστίαση αυτών των νεότερων προσεγγίσεων είναι στον γνωσιακό (όχι στον θεωρητικό) διαποτισµό της παρατήρησης, και η αφετηρία τους είναι το έργο του Ludwik Fleck (1935) και του Michael Polanyi (1958). Ο Fleck, όπως και ο Polanyi, υποστήριξε ότι η παρατήρηση δεν είναι µια παθητική διαδικασία, αλλά µια διαδικασία στην οποία εµπλέκεται η ενεργός (αν και συνήθως µη συνειδητή) συµµετοχή του παρατηρητή. Η οπτική εµπειρία εξαρτάται από τις δεξιότητες του παρατητηρήτη, οι οποίες αποκτώνται και βελτιώνονται µε εξάσκηση. Στις επιστήµες οι δεξιότητες αυτές είναι προϊόν µακρόχρονης µάθησης, που επιφέρει τον ριζικό µετασχηµατισµό της παρατηρησιακής ικανότητας του εκπαιδευόµενου επιστήµονα. Ένας αρχάριος παρατηρητής, στο αρχικό στάδιο της επιστηµονικής εκπαίδευσης, έρχεται συχνά αντιµέτωπος µε ένα χαοτικό πεδίο. Σταδιακά, µέσω θεωρητικής και πρακτικής εξάσκησης υπό την καθοδήγηση ενός έµπειρου παρατηρητή, από το χάος αναδύεται µία τάξη όπου διακρίνονται συγκεκριµένα αντικείµενα. Αρκεί να συγκρίνουµε την παρατηρησιακή ικανότητα ενός πρωτοετούς φοιτητή ιατρικής και το εκπαιδευµένο µάτι ενός έµπειρου ακτινολόγου για να αντιληφθούµε το εύρος και το βάθος αυτής της διαδικασίας µάθησης. Ο Fleck έδινε έµφαση στον συλλογικό χαρακτήρα και την οµοιοµορφία της παρατήρησης στην επιστήµη. Οι επιστήµονες µαθαίνουν να βλέπουν µε τον ίδιο τρόπο και να διακρίνουν τα ίδια πράγµατα. (Fleck 1979, 84, 88, 94). Από τα παραπάνω προκύπτουν δύο συµπεράσµατα: πρώτον, η παρατηρησιακή ικανότητα εξαρτάται από τη συσσωρευµένη γνώση του παρατηρητή, και όχι απλώς από τις πεποιθήσεις του ή τις θεωρίες που αποδέχεται. εύτερον, η ιστορικότητα της γνώσης συνεπάγεται την ιστορικότητα της παρατήρησης, που παύει να αποτελεί ένα άχρονο θεµέλιο της επιστηµονικής γνώσης. Ο τρόπος µε τον οποίο παρατηρούµε τα φυσικά φαινόµενα και ταυτοποιούµε τα παρατηρούµενα αντικείµενα είναι ιστορικά διαµορφωµένος και µεταβαλλόµενος (Daston & Galison 2007, Daston 2008). 3

2. Η γνωσιακή ενθυλάκωση της αντίληψης και οι φιλοσοφικές της συνέπειες Η προηγειθείσα σχηµατική ανασκόπηση της ιστορίας του προβλήµατος της παρατήρησης στην ιστορία και τη φιλοσοφία της επιστήµης παρέχει το πλαίσιο για ορισµένες παρατηρήσεις και ερωτήµατα σχετικά µε τις θέσεις που υποστηρίζει ο κ. Ραφτόπουλος. εν είµαι σε θέση να κρίνω την ερµηνεία των πορισµάτων της νευροεπιστήµης και της γνωσιακής ψυχολογίας που αποτελεί τη βάση της επιχειρηµατολογίας του κ. Ραφτόπουλου. Χάριν του επιχειρήµατος, θα δεχθώ τη βασική διάκριση που κάνει µεταξύ της γνωσιακά ενθυλακωµένης αντίληψης και της γνωσιακά διαπερατής παρατήρησης και θα εστιάσω στις επιπτώσεις της για το "πρόβληµα της παρατήρησης" στην ιστορία και τη φιλοσοφία της επιστήµης. Κατ' αρχάς, θεωρώ πολύ σηµαντικό τον νατουραλιστικό χαρακτήρα της προσέγγισης του κ. Ραφτόπουλου. Ο θεωρητικός διαποτισµός της παρατήρησης είναι µεν µια φιλοσοφική θέση, οφείλει δε να αναµετρηθεί µε τα πορίσµατα των εµπειρικών επιστηµών. Βρίσκω επίσης πολύ γόνιµη την έµφαση του άρθρου στη "γνωσιακή", εν αντιθέσει µε τη "θεωρητική", διαµόρφωση της παρατήρησης. Για πολλούς φιλοσόφους, µεταξύ των οποίων και ο Fodor, ο γνωσιακός διαποτισµός της παρατήρησης συνεπάγεται τη δυνατότητα "να αλλάξεις τις παρατηρησιακές σου ικανότητες αλλάζοντας τις θεωρίες που αποδέχεσαι" (Fodor 1984, 28). Αυτή η υποτιθέµενη συνέπεια του γνωσιακού διαποτισµού της παρατήρησης οδηγεί, µε εις άτοπον απαγωγή, στην αποδοχή του γνωσιακά ουδέτερου χαρακτήρα της παρατήρησης. Ωστόσο, σύµφωνα µε όσα προαναφέραµε, αυτό που όντως έπεται από τον γνωσιακό διαποτισµό της παρατήρησης είναι ότι οι παρατηρησιακές µας ικανότητες αλλάζουν όταν αποκτούµε νέες γνώσεις, όχι απαραίτητα θεωρητικές, και δεξιότητες. Αυτό ήταν σαφές στον Kuhn, ήδη από την περίοδο της οµής των Επιστηµονικών Επαναστάσεων: "Αυτό που βλέπει ένας άνθρωπος εξαρτάται και από το τι κοιτάει και επίσης από αυτό που η πρότερη οπτική-εννοιολογική εµπειρία τον έχει διδάξει να βλέπει" (1970, 113). Ο Kuhn αναφέρεται στην πρότερη "εµπειρία" και όχι αποκλειστικά στις θεωρητικές πεποιθήσεις του παρατηρητή. Ένα σηµαντικό τµήµα αυτής της εµπειρίας αφορά και τη "γνώση συγκεκριµένων αντικειµένων", η οποία προϋποτίθεται στην αναγνώριση και ταυτοποίηση ενός αντικειµένου (Ραφτόπουλος, σελ. 3). Αυτή η γνώση δεν προκύπτει απλώς µέσω της εκµάθησης και αποδοχής επιστηµονικών θεωριών, αλλά είναι προϊόν πρακτικής εξάσκησης και συσσώρευσης εµπειρίας. 4

Η γνωσιακή διαµόρφωση της παρατήρησης έπεται από το γεγονός ότι "οι πληροφορίες που καταγράφονται στον αµφιβληστροειδή" υποκαθορίζουν την οπτική εµπειρία (Ραφτόπουλος, σελ. 13). Αν και οι πληροφορίες αυτές παραµένουν αµετάβλητες κατά τη διάρκεια της εξοικείωσης ενός παρατηρητή µε ένα φαινόµενο ή αντικείµενο, η εµπειρία του µεταβάλλεται στο πλαίσιο µιας διαδικασίας µάθησης. Η µάθηση αυτή µπορεί να είναι εξωγενής, όπως στην περίπτωση ενός εκπαιδευόµενου επιστήµονα, ή ενδογενής, όπως στην περίπτωση ενός ερευνητή που χαρτογραφεί µια νέα περιοχή φαινοµένων. Πολλοί ψυχολόγοι και φιλόσοφοι, µεταξύ των οποίων και ο Fodor, θεωρούν ότι οι "αρχές" που γεφυρώνουν το χάσµα µεταξύ του οπτικού ερεθίσµατος και της οπτικής εµπειρίας είναι έµφυτες και, συνεπώς, ότι όλοι οι παρατηρητές αντιλαµβάνονται τον κόσµο µε τον ίδιο τρόπο. Σε πολλές περιπτώσεις, όµως, αυτό δεν ισχύει. Παραδείγµατος χάριν, οι µετεωρολόγοι παρατηρούν πρότυπα και κανονικότητες στα σύννεφα που δεν γίνονται αντιληπτές από τον αδαή παρατηρητή. Στην ιστορία της µετεωρολογίας οι επιστήµονες έµαθαν "να βλέπουν τον ουρανό µε τον ίδιο τρόπο, να διαιρούν το συνεχές των µορφών που σχηµατίζουν τα σύννεφα στα ίδια σηµεία, να συνδέουν τις ίδιες λέξεις µε τα ίδια πράγµατα. Η προσοχή τους έπρεπε να οξυνθεί όσον αφορά τη σηµαντική λεπτοµέρεια και να αµβλυνθεί όσον αφορά την ιδιοσυγκρασιακή λεπτοµέρεια." (Daston 2008, 104). Σε όλα τα επιστηµονικά πεδία, οι παρατηρητές µαθαίνουν να διακρίνουν κανονικότητες και µορφές σε ένα, συχνά, άµορφο και άτακτο τοπίο. Η γνώση που διαµορφώνει την οπτική εµπειρία δεν είναι απαραίτητο να είναι "έκδηλη", δηλαδή να µπορεί να διατυπωθεί ρητά από τον παρατηρητή. Συχνά είναι άδηλη, και δεν είναι δυνατόν να εκφραστεί γλωσσικά. Η διάκριση έκδηλης και άδηλης γνώσης, που εισήχθη από τον Polanyi (1958) και υιοθετείται από τον Ραφτόπουλο (σελ. 17), έχει τεράστια σηµασία, διότι µετατοπίζει το επίκεντρο της διαµάχης σχετικά µε τη γνωσιακή διαπερατότητα της παρατήρησης. Το ερώτηµα δεν είναι, όπως πιστεύει ο Fodor, εάν η παρατήρηση επηρεάζεται από τις ρητά εκφρασµένες πεποιθήσεις του παρατηρητή. Το καίριο ερώτηµα είναι εάν το σύνολο της γνώσης, έκδηλης και άδηλης, που έχει συσσωρεύσει ένας παρατηρητής διαµορφώνει το περιεχόµενο της οπτικής του εµπειρίας. 1 Και έρχοµαι στις φιλοσοφικές προεκτάσεις της βασικής θέσης του κ. Ραφτόπουλου. Εάν η αντίληψη, το πρώιµο στάδιο της όρασης, δεν είναι γνωσιακά 1 Πβ. Churchland 1988. 5

διαπερατή, µπορεί να παίξει τον ρόλο που στην παραδεδοµένη φιλοσοφία της επιστήµης αποδιδόταν στην παρατήρηση; Μπορεί να αποτελέσει το στέρεο θεµέλιο των επιστηµονικών πεποιθήσεων και το κοινό έδαφος επί του οποίου µπορούν να αναµετρηθούν δύο αντιµαχόµενες θεωρίες; Οι εξελίξεις στη µετα-θετικιστική φιλοσοφία της επιστήµης συνηγορούν υπέρ µιας αρνητικής απάντησης. Είναι πλέον κοινός τόπος ότι ένας εµπειρισµός φαινοµεναλιστικού τύπου δεν είναι βιώσιµος. Όπως αναγνωρίζει ο Ραφτόπουλος, η οπτική εµπειρία είναι εµπειρία αντικειµένων και όχι αισθητηριακών δεδοµένων (sense data). Εάν, όµως, η αναγνώριση αντικειµένων εξαρτάται από το γνωσιακό υπόβαθρο του παρατηρητή, τότε τι φιλοσοφική σηµασία έχει η γνωσιακή αδιαπερατότητα της αντίληψης; Όσον αφορά το πρόβληµα της επιλογής θεωριών, δεν είναι σαφές ότι η ύπαρξη ενός κοινού αντιληπτικού πυρήνα στις οπτικές εµπειρίες ανθρώπων µε διαφορετικό γνωσιακό υπόβαθρο συνεπάγεται ένα κοινό έδαφος επί του οποίου µπορούν να αποτιµηθούν αντιµαχόµενες θεωρίες. Στην παλαιότερη συζήτηση για τον θεωρητικό διαποτισµό της παρατήρησης εθεωρείτο δεδοµένο από όλες τις πλευρές ότι η εικόνα ενός αντικειµένου που σχηµατίζεται στους αµφιβληστροειδείς διαφορετικών παρατηρητών είναι η ίδια (Hanson 1969). Αν ισχύει η γνωσιακή ενθυλάκωση της αντίληψης, ο κοινός αυτός πυρήνας δεν περιορίζεται στις εικόνες που σχηµατίζονται στους αµφιβληστροειδείς των παρατηρητών, αλλά προχωρά βαθύτερα. Επαρκεί όµως για να διαµορφώσουµε και να δικαιολογήσουµε πεποιθήσεις απαλλαγµένες από θεωρητικές παραδοχές; Είναι δυνατόν να περιγραφεί το περιεχόµενο της αντίληψης µε έννοιες και προτάσεις που δεν φέρουν κανένα θεωρητικό φορτίο; Και αν αυτό ισχύει θα έχουν αυτές οι προτάσεις επαρκές πληροφοριακό περιεχόµενο ώστε να µπορούν να αντιπαρατεθούν µε τις προβλέψεις των επιστηµονικών θεωριών; 6

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Carnap, R. (1966), An Introduction to the Philosophy of Science, edited by Martin Gardner, New York: Basic Books. Churchland, P. M. (1988), "Perceptual Plasticity and Theoretical Neutrality: A Reply to Jerry Fodor," Philosophy of Science 55: 167-187. Daston, L. (2008), "On Scientific Observation," Isis 99: 97-110. Daston, L. and P. Galison (2007), Objectivity, New York: Zone Books. Duhem, P. (1954), The Aim and Structure of Physical Theory, trans. from the 1914 edition, Princeton: Princeton University Press. Fleck, L. (1979), Genesis and Development of a Scientific Fact, trans. from the 1935 edition, Chicago: University of Chicago Press. Fodor, J. (1984), "Observation Reconsidered," Philosophy of Science 51: 23-43. Galison, P. (1987), How Experiments End, Chicago: University of Chicago Press. Hacking, I. (1983), Representing and Intervening, Cambridge: Cambridge University Press. Hanson, N. R. (1969), "Seeing and Seeing As," in Hanson, Perception and Discovery, San Francisco: Freeman, σελ. 91-110. Kuhn, T. S. (1970), The Structure of Scientific Revolutions, 2nd ed., Chicago: University of Chicago Press. Polanyi, M. (1962), Personal Knowledge: Towards a Post-Critical Philosophy, 1 η έκδοση 1958, Chicago: University of Chicago Press. Shapere, D. (1982), "The Concept of Observation in Science and Philosophy," Philosophy of Science 49: 485 525. Uebel, T. E. (1992), Overcoming Logical Positivism from Within: The Emergence of Neurath's Naturalism in the Vienna Circle's Protocol Sentence Debate, Amsterdam: Rodopi. 7