ΕΙ ΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΩΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ / ΓΕΝΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΙΗΜΕΡΟ Τ.Ε.Ε. 20 & 21 Μαΐου 2004 «Θέµατα Πολεοδοµικών Εφαρµογών Σχολιασµός διατάξεων Ν. 3212/31-12-2003 ΦΕΚ 308 Α : Άδεια δόµησης, πολεοδοµικές και άλλες διατάξεις θεµάτων αρµοδιότητας Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε. ΕΙΣΗΓΗΣΗ Μαργαρίτας Χονδρού Καραβασίλη 1 µε θέµα: «Απλούστευση διαδικασιών για την αποτελεσµατική εφαρµογή της κείµενης πολεοδοµικής και περιβαλλοντικής νοµοθεσίας, µέσω των µηχανισµών ελέγχου και επιθεωρήσεων». 1 Αρχιτέκτων d.p.l.g. Πολεοδόµος, Γενική Επιθεωρήτρια στην Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος (Ε.Υ.Ε.Π.) - πρώην Σύµβουλος Περιβάλλοντος στην Μ.Ε.Α. της Ε.Ε.
1. Το περιβαλλοντικό γίγνεσθαι στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στην Ελλάδα Το περιβάλλον αποκτά όλο και µεγαλύτερη δυναµική στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ιδιαίτερα µετά το 2001, όπου υιοθετήθηκε στο Γκέτεµποργκ η Στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την Αειφόρο Ανάπτυξη και µε την έγκριση του 6 ου Προγράµµατος ράσης για το Περιβάλλον, ενώ εντείνονται οι προσπάθειες για την επίτευξη των στόχων της Λισσαβώνας, για οικονοµικά βιώσιµη ανάπτυξη, κοινωνική συνοχή µε παράλληλη προστασία του περιβάλλοντος. Επιταχύνονται οι διαδικασίες για την ολοκλήρωση της διαδικασίας Κάρντιφ, για την ενσωµάτωση περιβαλλοντικών απαιτήσεων σε όλες τις τοµεακές πολιτικές, ενώ η κοινοτική περιβαλλοντική νοµοθεσία διαρκώς αυξάνεται και βελτιώνεται, θέτοντας υψηλότερους στόχους για την αποτελεσµατική διασφάλιση της προστασίας του περιβάλλοντος και της ανθρώπινης υγείας. Αντίστοιχα διαµορφώνεται µια ευρωπαϊκή «κοινή γλώσσας» και σε θέµατα χωροταξίας, που επηρεάζει το ευρωπαϊκό κεκτηµένο και ενισχύει την προβληµατική της αειφορίας 2, ενώ τα ζητήµατα της πολεοδοµίας θεωρούνται λυµένα σε σηµαντικό βαθµό και δεν απασχολούν το Συµβούλιο της Ε.Ε. Παρ' όλ' αυτά στη χώρα µας εξακολουθούµε να "αγνοούµε" τις νέες περιβαλλοντικές απαιτήσεις, τη σύνδεσή τους µε την χωροθέτηση, κατασκευή και λειτουργία έργων, κτιρίων και δραστηριοτήτων, αλλά και να έχουµε σοβαρό έλλειµµα στην ενσωµάτωση της κοινοτικής περιβαλλοντικής νοµοθεσίας στο εθνικό δίκαιο, στην εφαρµογή της, στην τήρηση των περιβαλλοντικών όρων, που επιβάλλονται σε έργα και δραστηριότητες και στην εφαρµογή της χωροταξικής και πολεοδοµικής πολιτική, που φαίνεται να υποτιµάται ιδιαίτερα στην ελληνική πολιτική σκηνή και στην κοινή γνώµη, µε άµεσες επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής και στην υγεία των κατοίκων. 2. Ο ρόλος των µηχανισµών ελέγχων Στην Ευρώπη αναπτύσσονται νέες µέθοδοι για την αξιολόγηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων, νέοι µηχανισµοί εκτίµησης της προόδου, που επιτυγχάνεται, και κυρίως αξιόπιστοι µηχανισµοί ελέγχου µε στόχο την αποτελεσµατική εφαρµογή της κοινοτικής περιβαλλοντικής νοµοθεσίας. Έχει διαπιστωθεί ότι η περιβαλλοντική επιθεώρηση συµβάλλει στη βελτίωση της συµµόρφωσης των ελεγχοµένων εγκαταστάσεων προς τις σχετικές περιβαλλοντικές απαιτήσεις του κοινοτικού ικαίου, όπως έχουν µεταφερθεί στην Εθνική Νοµοθεσία ή εφαρµόζονται στην εθνική έννοµη τάξη και στην παρακολούθηση των επιπτώσεων που έχουν οι ελεγχόµενες εγκαταστάσεις επί του περιβάλλοντος, ώστε να προσδιορίζεται κατά πόσον απαιτούνται περαιτέρω επιθεωρήσεις ή µέτρα 2 µε την έγκριση από την διυπουργική των Υπουργών Χωροταξίας (CEMAT) του Σχεδίου Ανάπτυξης του Κοινοτικού Χώρου (ΣΑΚΧ, 1999) δόθηκε ώθηση στα θέµατα χωροταξίας 2
επιβολής του νόµου, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η συµµόρφωση µε τις νοµικές απαιτήσεις της ΕΚ 3. Η εκτέλεση των εργασιών για τους προαναφερόµενους σκοπούς περιλαµβάνει επιτόπιες επισκέψεις, έλεγχο της επίτευξης των προτύπων περιβαλλοντικής ποιότητας, εξέταση εκθέσεων και δηλώσεων περιβαλλοντικού ελέγχου, εξέταση και έλεγχο των κατ ιδίαν εκτελουµένων επιθεωρήσεων από ή εξ ονόµατος των διοικήσεων των ελεγχοµένων εγκαταστάσεων, αξιολόγηση των δραστηριοτήτων και των εργασιών που εκτελούνται στην ελεγχόµενη εγκατάσταση, έλεγχο των χώρων και του σχετικού εξοπλισµού και της καταλληλότητας της επιτόπιας περιβαλλοντικής διαχείρισης και έλεγχο των σχετικών αρχείων που τηρούν οι διοικήσεις των ελεγχοµένων εγκαταστάσεων, κ.λ.π. Στην Ελλάδα, παρά το γεγονός ότι η ανάγκη ενίσχυσης των µηχανισµών ελέγχου για την εφαρµογή της περιβαλλοντικής νοµοθεσίας επισηµάνθηκε από το 1986, µε σχετική πρόβλεψη στο Ν. 1650/86 για την «Προστασία του Περιβάλλοντος» 4, και παρά τα σηµαντικά βήµατα που έχουν γίνει προς αυτή την κατεύθυνση σε κεντρικό, περιφερειακό και νοµαρχιακό επίπεδο, εξακολουθεί να υπάρχει σηµαντικό έλλειµµα στο έλεγχο της τήρησης των περιβαλλοντικών όρων σε έργα και δραστηριότητες, µε αποτέλεσµα την πληµµελή εφαρµογή των νόµων, ενώ το πρόβληµα είναι ακόµη µεγαλύτερο στο έλεγχο της πληθώρας των παραβάσεων που διαπράττονται καθηµερινά κατά την εκτέλεση οικοδοµικών εργασιών µε κορύφωση την αυθαίρετη δόµηση. Οι υφιστάµενες κεντρικές, περιφερειακές και νοµαρχιακές Υπηρεσίες, που σύµφωνα µε τις ισχύουσες διατάξεις έχουν στην αρµοδιότητά τους και τους περιβαλλοντικούς ελέγχους αντιµετωπίζουν πολλά οργανωτικά και άλλα προβλήµατα, µε αποτέλεσµα να µην είναι σε θέση να ανταποκριθούν επαρκώς στον σύνθετο ρόλο των περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων. Σε ελάχιστες περιπτώσεις έχουν δηµιουργηθεί τα προβλεπόµενα, από το Ν. 1650/86, Κλιµάκια Ελέγχου Περιβάλλοντος, ενώ οι αρµόδιες νοµαρχιακές υπηρεσίες περιβάλλοντος συχνά δεν είναι παρά Τµήµατα ή Γραφεία που λειτουργού µε 2-3 άτοµα, υπό την Πολεοδοµία, µε αποτέλεσµα να είναι ανενεργές. εν γνωρίζουµε τον συνολικό αριθµό των έργων, δραστηριοτήτων, κατασκευών της χώρας, ούτε το αριθµό των ελέγχων που διενεργούνται ετησίως και των αποτελεσµάτων αυτών. Η αποκέντρωση αρµοδιοτήτων Περιβάλλοντος και Χωροταξίας, παρά το γεγονός ότι αποτελούσε τον ακρογωνιαίο λίθο της εθνικής πολιτικής, δεν βοήθησε, αλλά οδήγησε σε ακόµη µεγαλύτερα προβλήµατα και ανεπάρκειες, µε αποτέλεσµα η Πολιτεία να είναι εντελώς αναξιόπιστη. Το 3 Τα παραπάνω υποδεικνύονται µε σαφήνεια από την 2001/331/ΕΚ Σύσταση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συµβουλίου, όπου τίθενται «ελάχιστες απαιτήσεις για τη διενέργεια περιβαλλοντικών επιθεωρήσεων», 4 (ΦΕΚ 160 Α 18.10.86). 3
δαιδαλώδες της νοµοθεσίας δεν βοηθά, όπως και η έλλειψη συγκροτηµένης επιτελικής πολιτικής, µέσω παροχής κατάλληλων οδηγιών και τεχνικής υποστήριξης στους ΟΤΑ και Περιφέρειες της χώρας, επεξεργασίας κριτηρίων για την κατανοµή πόρων (ΕΤΕΡΠΣ και ΕΠΠΕΡ), παρακολούθηση της εφαρµογής των σχεδίων, σταδιακή συµπλήρωση της νοµοθεσίας, κωδικοποίηση νοµοθεσίας, κλπ.. εν είναι τυχαίο ότι το µεγαλύτερο ποσοστό των παραβάσεων που γίνονται στη χώρα αφορούν στο περιβάλλον, µε έµφαση στην αυθαίρετη δόµηση, όπως προκύπτει και από πρόσφατες εκθέσεις του Συνηγόρου του Πολίτη (2002 και 2003), ενώ µεγάλο µέρος της ευθύνης για την µη εφαρµογή των νόµων και την τήρηση των περιβαλλοντικών όρων φαίνεται πως έχουν οι αρµόδιες υπηρεσίες, ιδιαίτερα σε επίπεδο νοµαρχιακής και τοπικής αυτοδιοίκησης. Με αρκετή καθυστέρηση δηµιουργήθηκε στη χώρα µας (σύµφωνα µε το άρθρο 9 του Ν. 2947/2001), σε εφαρµογή δεσµεύσεων που απορρέουν από την κοινοτική Νοµοθεσία η Ειδική Υπηρεσία Επιθεωρητών Περιβάλλοντος (ΕΥΕΠ), που υπάγεται απευθείας στην Υπουργό Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και ηµοσίων Έργων και λειτουργεί στα πρότυπα ανάλογων Υπηρεσιών (Environmental Inspectorate), που έχουν συσταθεί στα άλλα κράτη-µέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης µε βασική αρµοδιότητα την τήρηση των περιβαλλοντικών όρων για έργα και δραστηριότητες του δηµόσιου, ευρύτερου δηµόσιου και ιδιωτικού τοµέα σε ολόκληρη τη χώρα, που υπάγονται στις διατάξεις περί προστασίας του περιβάλλοντος, µέσω ελέγχων και επιθεωρήσεων και µπορεί να εισηγείται την επιβολή κυρώσεων. Τούτο ισχύει ανεξάρτητα από τυχόν αρµοδιότητα άλλης αρχής να προβαίνει σε ανάλογο έλεγχο. Παράλληλα, έχει αρµοδιότητα τον έλεγχο κάθε δραστηριότητας που µπορεί να συνεπάγεται καταστροφές του δασικού πλούτου, του περιβάλλοντος εν γένει, καταπατήσεις δηµόσιων εκτάσεων, κ.λ.π. από την ανέγερση και συντήρηση αυθαίρετων κατασκευών οπουδήποτε και ιδιαίτερα σε προστατευόµενες περιοχές, ρέµατα, καθώς και στον αιγιαλό και την παραλία, ενώ συντονίζει τις ενέργειες των κεντρικών, περιφερειακών και νοµαρχιακών αρχών ελέγχου, εγγυάται την ελεύθερη πρόσβαση του κοινού στην περιβαλλοντική πληροφόρηση, και την συστηµατική και τακτική ενηµέρωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. 3. όµηση και Περιβάλλον Η εκτός σχεδίου δόµηση, που αποτελεί εθνική ιδιοµορφία, ήταν το «όχηµα» για την κατεξοχήν ανάπτυξη του φαινοµένου της αυθαίρετης κατάτµησης και δόµησης, την αιτία για την έλλειψη ενδιαφέροντος για την πολεοδόµηση, µε αποτέλεσµα την πλήρη αναποτελεσµατικότητα των πολεοδοµικών σχεδίων, την καταστροφή της γεωργικής γης, την υποβάθµιση της ζωής, την καταστροφή του περιβάλλοντος και του τοπίου. Για χρόνια επαναλαµβάνουµε την ανάγκη ανατροπής του κυρίαρχου µοντέλου αστικής ανάπτυξης, που στηρίζεται στην εκ των υστέρων επικύρωση διαµορφωµένων καταστάσεων (νοµιµοποίηση αυθαιρέτων, αποδοχή διαµορφωµένων χρήσεων γης), την ριζική αναθεώρηση της εκτός σχεδίου δόµησης, την θέσπιση Εθνικού Πλαισίου Χωρικής Αειφόρου Ανάπτυξης, ώστε να είναι αποτελεσµατική και η εφαρµογή των Περιφερειακών Σχεδίων και/ή Πλαισίων µε τη σύγκλιση τοµεακών πολιτικών και προγραµµάτων µε την χωρική πολιτική, την επικαιροποίηση των 4
Ρυθµιστικών Σχεδίων, που αν και πρωτοποριακά για την εποχή τους τείνουν να ανατραπούν πλήρως από τις αποσπασµατικές τροποποιήσεις, που έχουν δηµιουργήσει νέα δεδοµένα, χωρίς κανένα αποτέλεσµα. Η αυθαίρετη δόµηση συνεχίζει να δίνει λύση στο στεγαστικό πρόβληµα της χώρας, ελλείψει εθνικής στεγαστικής πολιτικής, προγραµµάτων ενίσχυσης της λαϊκής στέγης και αναπλάσεων, µε κίνητρα και σαφές θεσµικό πλαίσιο για την οργανωµένη δόµηση και τις αναπλάσεις. Παράλληλα, το µακροβιότερο σίριαλ µε τα περισσότερα επεισόδια, µετά τη µεταπολίτευση, εξακολουθεί να είναι το έργο «πάταξη της αυθαίρετης δόµησης» ή αλλιώς το «νοµιµοποίηση αυθαιρέτων». Το σύµπτωµα της αυθαιρεσίας, που όµοιό του δεν θα βρει κανείς σε ολόκληρη την Ευρώπη, διαπερνά το σηµερινό πολιτικό σκηνικό, έχει γίνει µέθοδος του πολιτεύεσθαι και του κυβερνάν. Είναι το κύκλωµα µέσω του οποίου «ξεπλένεται» ο µεγαλύτερος όγκος ψήφων στην µεταπολιτευτική Ελλάδα. Τα αυθαίρετα κτίσµατα στην Ελλάδα αγγίζουν το 1.000.000! Το πρόβληµα αφορά, κυρίως, 7-10 νοµούς, όπου και βρίσκεται η συντριπτική τους πλειοψηφία. Η διαδικασία εξέτασης της νοµιµότητάς τους και η έκδοση τελεσίδικων αποφάσεων για την κατεδάφισή τους, ως γνωστόν, αργεί πάρα πολύ. Εν τoύτοις, οι τελεσίδικες αποφάσεις είναι ήδη πολλές χιλιάδες, έστω κι αν συστηµατικά αποκρύπτεται ο πραγµατικός τους αριθµός. Πριν από δέκα χρόνια, µόνο στην Α. Αττική, οι τελεσίδικες αποφάσεις για γκρέµισµα αυθαιρέτων έφταναν τις 8-10.000 (από τα περίπου 100.000 αυθαίρετα που επισήµως- υπήρχαν τότε)! Για την ίδια περιοχή, οι κοινοποιήσεις παρόµοιων αποφάσεων, από την Κτηµατική Εταιρεία του ηµοσίου προς την Περιφέρεια Αττικής, προκειµένου αυτή να προχωρήσει στις κατεδαφίσεις, ήταν µόλις µερικές δεκάδες! Και από αυτές έχουν εκτελεστεί ακόµη λιγότερες. Αν υπολογίσουµε ότι, κατά µέσο όρο, το κάθε αυθαίρετο χρησιµοποιεί 1-1,5 στρέµµα γης, τότε η ενδεχόµενη νοµιµοποίηση όλων των αυθαιρέτων θα θυσίαζε περίπου 1.500.000 στρέµµατα και άλλα τόσα που διεκδικούν οι οικοδοµικοί συνεταιρισµοί, µας κάνουν 3 εκ. στρέµµατα. Με το νοµοσχέδιο για τον αποχαρακτηρισµό των δασών αποχαρακτηρίζονται περίπου 40-50 εκ στρέµµατα. Αυτό που δεν υπολογίζεται είναι οι επιπτώσεις στο περιβάλλον, που είναι πολλαπλασιαστικές, τόσο στα δάση, όσο και στα άλλα οικοσυστήµατα στα οποία βρίσκονται ή επηρεάζουν. Η διακοπή της συνέχειας των φυσικών οικοσυστηµάτων µπορεί να επηρεάσει τη συνολική τους υπόσταση και λειτουργία, να προκαλέσει φαινόµενα ερηµοποίησης, ιδιαίτερα σε περιοχές µε κάποιες κλίσεις, κλπ. Από την άλλη, τα δάση που κατοικούνται από «επισκέπτες»-παραθεριστές και όχι από κατοίκους που ζουν από αυτά, πολλαπλασιάζουν τους κινδύνους για τα δάση. Αυξάνουν την κινητικότητα στα δάση (δρόµοι, επισκέπτες, συναλλασσόµενοι, τροφοδοσία, δίκτυα κλπ), και του κινδύνους τυχαίας πυρκαγιάς σε αυτά ακριβώς τα δάση που κατοικούνται. Ασφαλώς, ένας που κατάφερε να κτίσει σπίτι σε ένα δάσος έχει κάθε λόγο να θέλει το δάσος γύρω του, αλλά αγνοεί τις συνθήκες ζωής σ αυτό και αδυνατεί να το προστατέψει και από τους άλλους, τους έµµεσους κινδύνους που προκαλούνται από τα διάσπαρτα κτίρια στα δάση. 5
4. Οι νέες ρυθµίσεις του Ν. 3212/31-12-2003 «Άδεια δόµησης, πολεοδοµικές και άλλες διατάξεις θεµάτων αρµοδιότητας Υ.ΠΕ.ΧΩ..Ε.» Οι ρυθµίσεις, που εισάγονται µε τον νέο σχετικό νόµο του ΥΠΕΧΩ Ε, στοχεύουν - κατά τον νοµοθέτη - στην απλούστευση των διαδικασιών έκδοσης της οικοδοµικής άδειας, στη διενέργεια ελέγχων, σε όλα τα στάδια και κυρίως στην φάση της κατασκευής, στον καθορισµό κατάλληλων πολεοδοµικών µεγεθών, που θα ελέγχονται από την Πολεοδοµία, στην υπεύθυνη συµµετοχή του επιστηµονικού δυναµικού της χώρας στη δηµιουργία του δοµηµένου περιβάλλοντος, στη συµπλήρωση του θεσµικού πλαισίου για την αυθαίρετη δόµηση, µε την επιβολή προστίµων και τον έλεγχο σε αυθαίρετα κτίσµατα και κατασκευές και στη δόµηση σε γήπεδα εκτός σχεδίου. Στόχοι, για τους οποίους κανείς δεν µπορεί να είναι αντίθετος. Το όλο εγχείρηµα, δύσκολο και φιλόδοξο, οδεύει προς την ορθή κατεύθυνση. Ωστόσο, οι επιµέρους διατάξεις δεν πείθουν ότι µπορεί να επιλύσουν τα καίρια ζωτικά προβλήµατα, που ταλανίζουν χρόνια το πολεοδοµικό γίγνεσθαι της χώρας. Αφενός, τα µέτρα εξακολουθούν να είναι αποσπασµατικά, που δεν συνδέονται µε το γενικότερο πλαίσιο πολιτικής, όπως αναπτύχθηκε συνοπτικά παραπάνω, αφετέρου παραµένουν πολλά κενά και ασάφειες, που επιτρέπουν τον κατακερµατισµό της άσκησης ελέγχου και τελικά δυναµιτίζουν τις καλές προθέσεις. Η απλούστευση της διαδικασίας για την έκδοση της άδειας δόµησης µπορεί να λειτουργήσει σε βάρος της ποιότητας των µελετών, της κατασκευής και της αρχιτεκτονικής των κτιρίων, ενώ στις απαιτούµενες µελέτες δεν συµπεριλαµβάνεται η βιοκλιµατική-ενεργειακή µελέτη, το ελτίο Ενεργειακής Ταυτότητας κ.λ.π στοιχεία, που απαιτούνται πλέον για την αποδοτικότητα των κτιρίων, σύµφωνα µε την κείµενη ευρωπαϊκή νοµοθεσία και σχετικές επεξεργασίες του ΥΠΕΧΩ Ε. εν αρκούν οι σηµαντικές και καινοτόµες ρυθµίσεις για το Σ.Ε.Ε..., τις ποινικές και διοικητικές κυρώσεις και την ασφάλιση µελετών και ιδιωτικών έργων για να περιορισθεί η αυθαιρεσία. Απαιτείται και ριζική αλλαγή στον τρόπο λειτουργίας, οργάνωσης και στελέχωσης των πολεοδοµικών υπηρεσιών των ΟΤΑ α' και β' βαθµού, που είναι αρµόδιες για την έκδοση της άδειας δόµησης, αλλά και επιβολή αυστηρών κυρώσεων, ώστε να εξασφαλισθεί διαφάνεια, αυτονοµία από τη διοίκηση, υπεύθυνη άσκηση των καθηκόντων των υπαλλήλων. εν είναι αποτελεσµατικές οι ρυθµίσεις "περί αυθαιρέτων", που περιορίζονται σε σποραδικές, ασύνδετες, πολεοδοµικά άστοχες και κοινωνικά «λαϊκιστικές» εξαγγελίες για την αντιµετώπιση των αυθαιρέτων, αναπαράγουν τη λογική της αυθαιρεσίας και ανέχονται ή επιβραβεύουν τους παλιούς αυθαιρετούχους. Τα υπαρκτά προβλήµατα που έχουν δηµιουργηθεί από την µακρόχρονη ολιγωρία της πολιτείας να διαχειριστεί σωστά και µε συνέπεια το φυσικό χώρο της χώρας (και ως προς τις χρήσεις γης και ως προς το ιδιοκτησιακό) έχει δηµιουργήσει παράλογες προσδοκίες, αλλά, κυρίως, και πολλούς αδικηµένους, που ανοίγουν τους ασκούς του Αιόλου για την ελληνική φύση. Αυτά τα προβλήµατα θα πρέπει να είναι στο κέντρο των ρυθµίσεων. 6
Απαιτείται η θέσπιση ορισµένων βασικών, σταθερών αρχών που θα συνοδεύονται από σαφείς αρµοδιότητες, όπως: (α) η πρόβλεψη - παράλληλα µε τις αυστηρές κυρώσεις - της άµεσης κατεδάφισης ορισµένων κατηγοριών αυθαιρέτων (κτίσµατα σε δάση, προστατευόµενες περιοχές, αρχαιολογικούς χώρους, ακτές, ρέµατα κλπ), (β) η καταβολή υψηλού κόστους για την νοµιµοποίηση ενός αυθαιρέτου όταν γίνεται- που θα κοστίζει περισσότερο τουλάχιστον το διπλάσιο- από την αντίστοιχη νόµιµη κατασκευή (σήµερα εξαγγέλλονται γενναίες εκπτώσεις ή καταβολή µε δεκάδες δόσεις του τέλους νοµιµοποίησης αυθαιρέτων), (γ) η κατάργηση της εκτός σχεδίου νόµιµης δόµησης (µε βάση την στρεµµατική αρτιότητα) και των ειδικών ρυθµίσεων για την «παρόδια δόµηση» κ.λ.π.), ενώ η δόµηση θα επιτρέπεται µόνον σε σαφώς καθορισµένες «εντός σχεδίου» περιοχές. Έξω από αυτές µόνον µε ειδικές αποφάσεις και µε σαφώς προσδιορισµένα κριτήρια επιτρέπεται η οποιαδήποτε οικοδοµική δραστηριότητα. (δ) η κατάργηση του αµαρτωλού θεσµού των «οικοδοµικών συνεταιρισµών»., ώστε µόνον σε εκτάσεις που έχουν πολεοδοµική επάρκεια εντός σχεδίου- να είναι δυνατή η συνεταιριστική πολεοδοµική παρέµβαση σε µια περιοχή και διάλυση όλων των υπαρχόντων «οικοδοµικών συνεταιρισµών» που δεν έχουν στην ιδιοκτησία τους έκταση η οποία νοµίµως µπορεί να οικοδοµηθεί. (ε) η θέσπιση προσωποποιηµένης ευθύνης σε δηµόσιους λειτουργούς που είναι υπεύθυνοι για την κατεδάφιση των αυθαιρέτων, µε έκπτωση από το αξίωµα των αιρετών δηµοτικών ή νοµαρχιακών αρχών, όταν παραλείπουν να εκτελέσουν αµετάκλητες αποφάσεις κατεδάφισης αυθαιρέτων. (στ) η επιτάχυνση της έγκρισης εθνικών, αλλά και ειδικών πλαισίων χρήσεων γης, όρων και περιορισµών δόµησης για κρίσιµες θεµατικές ενότητες, όπως για τον παράκτιο, τον ορεινό χώρο, τις γεωργικές περιοχές, και τις προστατευόµενες περιοχές (π.χ. ΖΟΕ, Ειδικά ιατάγµατα παραδοσιακών οικισµών, προστατευόµενων περιοχών, κ.λ.π.) θα αποσαφήνιζε τα ζητήµατα και δεν θα επέτρεπε παρερµηνείες και θα περιόριζε τις καταστρατηγήσεις, (ζ) η εξυγίανση του ΕΤΕΡΠΣ µε την εισαγωγή αντικειµενικών κριτηρίων, διαφανούς και κατόπιν προγραµµατισµού διαδικασίας χρηµατοδοτήσεων, µε στροφή προς την οικονοµική ενίσχυση έργων αποκατάστασης της περιβαλλοντικής ζηµιάς, απαλλοτριώσεων για την δηµιουργία των προβλεπόµενων από τα σχέδια ελεύθερων χώρων, κ.λ.π., θα οδηγούσε σε θεαµατικά αποτελέσµατα. 7
8