Η ΧΗΜΕΙΟΠΡΟΦΥΛΑΞΗ ΣΤΗΝ ΚΑΘ ΗΜΕΡΑ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΠΡΑΞΗ ( Ηλίας Σαλλής, Χειρουργός ΜΑΦ, 3 ου Νοσοκομείου ΙΚΑ Αθηνών) Ποιό αντιβιοτικό, πότε, σε τι δοσολογία και σε τι διάρκεια θα χορηγήσουμε; Είναι το δυσκολότερο ερώτημα που προκύπτει στην καθ ημέρα κλινική πράξη. Ο κλινικός, ειδικός στα αντιβιοτικά θα συμβάλλει τα μέγιστα στην ορθή επιλογή της χημειοπροφύλαξης ή θεραπείας. Δρ. Γρηγόριος Θ. Λακιώτης Διευθυντής Χειρουργικής Κλινικής 3 ου Νοσοκομείου ΙΚΑ Αθηνών
ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΤΡΑΧΗΛΟΥ Χειρουργική ργ ήμαλακών μορίων Γενικά: Μετεγχειρητική λοίμωξη συμβαίνει σε ποσοστό 1-3%. Τα συχνότερα παθογόνα μικρόβια είναι σταφυλόκοκκοι, στρεπτόκοκκοι, κλεμπσιέλλα και αναερόβια της στοματικής κοιλότητος. Σε επεμβάσεις στην τραχεία, απαντώνται επιπρόσθετα εντερόκοκκοι,ψευδομονάδα, εσερίχια, εντεροβακτηριδιο. Αντιμικροβιακή χημειοπροφύλαξη: Δεν απαιτείται
ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΘΥΡΕΟΕΙΔΟΥΣ ΑΔΕΝΑ Γενικά: Η συχνότητα μετεγχειρητικών λοιμώξεων είναι 1% περίπου. Παθογόνα μικρόβια: Στρεπτόκοκκος, σταφυλόκοκκος και αναερόβια του στοματοφάρυγγα. Αντιμικροβιακή χημειοπροφύλαξη: Δεν απαιτείται. Παρατηρήσεις: Σε ασθενείς με εκτομή τραχήλου (τροποποιημένη ή ριζική), συνιστάται εφάπαξ ενδοφλέβια χορήγηση κεφαζολινης (2 g) ή κεφουροξιμης (1.5g), κατά την εισαγωγή γήστην αναισθησία.
ΧΕΙΡΟΥΓΙΚΗ ΜΑΣΤΟΥ Γενικά Το ποσοστό των μετεγχειρητικών λοιμώξεων κυμαίνεται μεταξύ 053% 0.5-3%. Παθογόνα μικρόβια: Σταφυλόκοκκοι. Αντιμικροβιακή χημειοπροφύλαξη: Δεν απαιτείται. Πρόσφατα όμως δεδομένα υποστηρίζουν την άποψη της εφάπαξ ενδοφλέβιας χορήγησης κεφαλοσπορίνης β' γενιάς, π.χ. κεφουροξίμη (3 g) ή κεφαμανδολη (2 g), κατά την εισαγωγή στην αναισθησία, εάν υπάρχουν 2 ή περισσότεροι παράγοντες κινδύνου. Παρατηρήσεις: Παράγοντες κινδύνου είναι: η παρουσία ανοσοκαταστολής, η προηγηθείσα ακτινοθεραπεία, η επέμβαση μετά από υποτροπή της νόσου, οι εκτεταμένες εκτομές, όπως π.χ. κατά Halstead, ń επιπρόσθετη αφαίρεση του θωρακικού τοιχώματος, η σύγχρονη εμφύτευση ξένου σώματος και το φλεγμονώδες καρκίνωμα (inflammatory carcinoma).
ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΟΙΣΟΦΑΓΟΥ Γενικά Το ποσοστό των μετεγχειρητικών λοιμώξεων είναι ιδιαίτερα υψηλό σε ασθενείς με καρκίνο οισοφάγου. Αντίθετα, οι ασθενείς με καλοήθη νόσο έχουν σχετικά χαμηλό ποσοστό λοιμώξεων. Παθογόνα μικρόβια Gram (-) βακτηρίδια: (εσερίχια, κλεμπσιέλλα, εντεροβακτηρίδιο), Gram (+)κόκκοι: (σταφυλόκοκκοι, στρεπτόκοκκοι, εντερόκοκκοι) και αναερόβια του στοματοφάρυγγα. Αντιμικροβιακή χημειοπροφύλαξη Συνιστάται εφ άπαξ ενδοφλέβια χορήγηση κεφαλοσπορίνης β' ή γ' γενιάς, π.χ. κεφουροξιμη (3 g) ή κεφαμανδολη (2 g) ή κεφτριαξόνη (2 g), κατά την εισαγωγή στην αναισθησία. Σε ασθενείς με αυξημένους παράγοντες κινδύνου, η χημειοπροφύλαξη πρέπει να παραταθεί επί 24-4848 ώρες.
ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΣΤΟΜΑΧΟΥ Γενικά: Η συχνότητα των μετεγχειρητικών λοιμώξεων είναι υψηλή (10-25%), εάν δεν δοθεί αντιβιοτική χημειοπροφύλαξη, ιδίως μετά από διάνοιξη του γαστρικού βλεννογόνου και σε ασθενείς με μειωμένη έκκριση υδροχλωρικού οξέος ή/ και μειωμένη κινητικότητα στομάχου. Είναι επίσης υψηλή σε ασθενείς με έλκος που προκαλεί απόφραξη ή καρκίνο στομάχου και σε ασθενείς που λαμβάνουν χρονίως Η2-αναστολείς. Παθογόνα μικρόβια: Gram (-) βακτηρίδια: (κυρίως εσερίχια, εντεροβακτηρίδιο, κλεμπσιέλλα), ) Gram (+) κόκκοι: (κυρίως στρεπτόκοκκοι) και αναερόβια (π.χ. βακτηριοειδές, πεπτοστρεπτόκοκκοι κλπ.).
ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΣΤΟΜΑΧΟΥ 2 Αντιμικροβιακή χημειοπροφύλαξη: Συνιστάται εφάπαξ ενδοφλέβια χορήγηση κεφαλοσπορίνης β' ή γ' γενιάς, κατά την εισαγωγή στην αναισθησία π.χ. κεφοξιτίνη (2 g) ή κεφαμανδόλη (2 g) ή κεφουροξίμη (1.5 g) ή κεφτριαξόνη (2 g). Ή χορηγούνται 3 δόσεις κεφαλοσπορίνης α γενιάς (ε. φ.), π.χ. κεφαζολίνη (1 g), κατά την εισαγωγή στην αναισθησία, 8 και 16 ώρες μετά. Παρατηρήσεις: Άλλοι παράγοντες κινδύνου είναι η μεγάλη ηλικία του ασθενούς (> 70 ετών), η παχυσαρκία και η επείγουσα χειρουργική επέμβαση (π.χ. λόγω μεγάλης αιμορραγίας). μρργ
ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΛΕΠΤΟΥ ΕΝΤΕΡΟΥ Γενικά Η συχνότητα των μετεγχειρητικών λοιμώξεων χωρίς αντιμικροβιακή χημειοπροφύλαξη είναι υψηλή (έως 25%). Αυξημένη συχνότητα λοιμώξεων εμφανίζεται σε ασθενείς μεγάλης ηλικίας (>70 ετών), παχύσαρκους, με έλκος δωδεκαδάκτυλου που προκαλεί απόφραξη, καθώς επίσης σε ασθενείς με καρκίνο και σε όσους υποβάλλονται σε χειρουργική επέμβαση λόγω μεγάλης αιμορραγίας. Παθογόνα μικρόβια: Gram (-) βακτηρίδια:(συχνότερα εσερίχια, κλεμπσιέλλα, εντεροβακτηρίδιο), Gram (+):κόκκοι και αναερόβια (π.χ. βακτηριοειδες, πεπτοστρεπτόκοκκοι ο οι κλπ.).
ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΛΕΠΤΟΥ ΕΝΤΕΡΟΥ 2 Αντιμικροβιακή χημειοπροφύλαξη: Συνιστάται εφάπαξ ενδοφλέβια χορήγηση κεφαλοσπορίνης β' γενιάς, π.χ. Κεφοξιτίνη (2 g), κατά την εισαγωγή στην αναισθησία. Παρατηρήσεις: Οι ασθενείς με ιστορικό χρόνιου έλκους δωδεκαδάκτυλου που δεν προκαλεί απόφραξη και φυσιολογική γαστρική λειτουργία έχουν χαμηλό (< 5%) κίνδυνο ανάπτυξης μετεγχειρητικής λοίμωξης. Μερικοί προτείνουν όι ότι στους ασθενείς αυτούς δεν απαιτείται αντιμικροβιακή χημειοπροφύλαξη.
ΣΚΩΛΗΚΟΕΙΔΕΚΤΟΜΗ Γενικά: Εάν δεν δοθεί αντιμικροβιακή χημειοπροφύλαξη, λοιμώξεις εμφανίζονται σε ποσοστό 6% περίπου. Παθογόνα: Gram (-) βακτηρίδια (συχνότερα ό εσερίχια και εντεροβακτηρίδιο) ) ή/και αναερόβια (π.χ.βακτηριοειδες Fragilis, πεπτοστρεπτόκοκκοι κλπ.). Αντιμικροβιακή χημειοπροφύλαξη: Συνιστάται ενδοφλέβια χορήγηση : κεφαλοσπορίνης β' γενιάς, π.χ. κεφοξιτινη (2 g) ή κεφουροξιμη (1.5 g) ή κεφαμανδολη (2 g), εφάπαξ, κατά την εισαγωγή στην αναισθησία. Εναλλακτικά, χορηγείται αμοξυκιλλινη - κλαβουλανικό οξύ (2.4 g, i.v.) ή κλινδαμυκινη (600 mg, i.v.), εφάπαξ, κατά την εισαγωγή γήστην αναισθησία.
ΣΚΩΛΗΚΟΕΙΔΕΚΤΟΜΗ 2 Παρατηρήσεις: Σε διάτρηση της σκωληκοειδούς απόφυσης, το ποσοστό λοίμωξης είναι υψηλό (30-50%). Σ' αυτή την περίπτωση, η αντιμικροβιακή χημειοπροφύλαξη συνεχίζεται ως αντιμικροβιακή χημειοθεραπεία.
ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΠΡΩΚΤΟΥ Γενικά Χωρίς αντιμικροβιακή χημειοπροφύλαξη, το ποσοστό των μετεγχειρητικών λοιμώξεων κυμαίνεται μεταξύ 20-40%. Μετά από χορήγηση κατάλληλης αντιμικροβιακής χημειοπροφύλαξης, το ποσοστό αυτό ελαττώνεται σημαντικά (6%). Παθογόνα μικρόβια: Gram (-) βακτηρίδια (συχνότερα εσερίχια), αναερόβια (συχνότερα βακτηριοειδες) και εντερόκοκκοι (10%). Απαιτείται 1ον:προεγχειρητικός μηχανικός καθαρισμός του εντέρου με υποκλυσμό ή χορήγηση υπακτικών ή καθαρτικών από το στόμα και 2ον: αντιμικροβιακή χημειοπροφύλαξη, που πρέπει να στοχεύει τόσο στα Gram αρνητικά όσο και τα αναερόβια βακτηρίδια.
ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΠΡΩΚΤΟΥ 2 α) ) Προγραμματισμένη ργρμμ μ επέμβαση: Χορηγείται από το στόμα νεομυκίνη και μη απορροφώμενη ερυθρομυκίνη, καθεμιά από 1g, 18, 12 και 6 ώρες πριν από την επέμβαση. Αντί της βάσης ερυθρομυκίνης ρ μπορεί να χορηγηθεί, χρηγη, τις ίδιες ώρες, ρς, μετρονιδαζόλη (500mg, ρ.ο.). Τελευταία, προτιμάται ο συνδυασμός μςτης ρ.ο. χορήγησης χρήγηηςτων ανωτέρω αναφερόμενων αντιβιοτικών με ε.φ. μιας κεφαλοσπορίνης β' ή γ' γενιάς, π.χ. κεφουροξίμη (3 g) ή κεφοξιτίνη (2 g) ή κεφαμανδόλη (2 g) ή κεφοταξίμη (2 g) ή κεφτριαξόνη (2 g).
ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ ΚΑΙ ΠΡΩΚΤΟΥ 3 β) Επείγουσα επέμβαση: Χορηγείται ενδοφλεβίως μια κεφαλοσπορίνη β' ή γ' γενιάς, π.χ. κεφουροξίμη (3 g) ή κεφοξιτίνη (2 g) ή κεφαμανδόλη (2 g) ή κεφοταξίμη (2 g) ή κεφτριαξόνη (2 g), σε συνδυασμό με κλινδαμυκίνη (600 mg) ή μετρονιδαζόλη (500mg), κατά την εισαγωγή στην αναισθησία. Σε ασθενείς με αυξημένους παράγοντες κινδύνου, η χορήγηση επαναλαμβάνεται μετά από 6 και 12 ώρες, εκτός αν έχει χορηγηθεί κεφτριαξόνη, οπότε αρκεί η εφάπαξ χορήγηση. Σε στενωτικές εξεργασίες ή επείγουσες επεμβάσεις, δεν είναι δυνατή η από του στόματος χορήγηση καθαρτικών ουσιών ή αντιμικροβιακής χημειοθεραπείας. Στις περιπτώσεις αυτές, η αντιμικροβιακή χημειοπροφύλαξη χορηγείται χρηγ παρεντερικά.
ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΧΟΛΗΔΟΧΟΥ ΚΥΣΤΗΣ ΚΑΙ ΧΟΛΗΦΟΡΩΝ Γενικά: Σε απλή χολοκυστεκτομή λόγω λιθίασης, με λαπαροσκοπική ή ανοικτή τεχνική, δεν απαιτείται αντιμικροβιακή χημειοπροφύλαξη, εκτός αν ο ασθενής είναι υψηλού κινδύνου. Παθογόνα μικρόβια: Επικρατούν τα Gram (-) βακτηρίδια (κυρίως η εσερίχια), οι Gram ( + ) κόκκοι (κυρίως ρ ς στρεπτόκοκκος, εντερόκοκκος) και τα κλωστηρίδια.
ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΧΟΛΗΔΟΧΟΥ ΚΥΣΤΗΣ ΚΑΙ ΧΟΛΗΦΟΡΩΝ 2 Αντιμικροβιακή χημειοπροφύλαξη: Στην πλειονότητα των χειρουργικών κλινικών δεν χορηγείται αντιμικροβιακή χημειοπροφύλαξη σε επεμβάσεις χοληδόχου κύστης και χοληφόρων πόρων. Άλλες κλινικές συνιστούν εφάπαξ ενδοφλέβια χορήγηση μιας κεφαλοσπορίνης α' ή β' γενιάς, κατά την εισαγωγή γήστην αναισθησία,, π.χ. κεφαζολίνη (2 g) ή κεφαμανδόλη (2 g) ή κεφουροξίμη (1.5 g) ή κεφοξιτίνη (2 g). Εάν χρησιμοποιηθεί κεφαζολίνη, μερικοί συνιστούν επανάληψη της δόσης, 8 και 16 ώρες μετά την επέμβαση. Οι Κεφαλοσπορίνες όμως δεν καλύπτουν τον εντερόκοκκο. Για το λόγο αυτόν, οι Αγγλοσάξονες προτιμούν την εφάπαξ ενδοφλέβια χορήγηση αμοξυκιλλίνης- κλαβουλανικού οξέος (2.4 g) ή μιας ουρεϊδοπενικιλλίνης, π.χ. πιπερακιλλίνη (4 g).
ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΧΟΛΗΔΟΧΟΥ ΚΥΣΤΗΣ ΚΑΙ ΧΟΛΗΦΟΡΩΝ 3 Παρατηρήσεις: Προδιαθεσικοί παράγοντες θεωρούνται η παχυσαρκία, αρκία η μεγάλη εάληηλικία ηλικία (>70 εών) ετών), η απόφραξη του χοληδόχου πόρου από όγκο ή λίθους, η προσφάτως (εντός 4εβδ.) θεραπευθείσα οξεία χολοκυστίτιδα και η επείγουσα επέμβαση. Σε επεμβάσεις για οξεία χολοκυστίτιδα ή χολαγγειίτιδα, εμπύημα χοληδόχου κύστης ή απόστημα ήπατος απαιτείται αντιβιοτική θεραπεία και όχι αντιμικροβιακή χημειοπροφύλαξη.
ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ ΚΗΛΗΣ Γενικά: Το ποσοστό των μετεγχειρητικών λοιμώξεων είναι μικρότερο από 1% %. Παθογόνα μικρόβια: Σταφυλόκοκκος (χρυσίζων ή κοαγκουλάση-αρνητικός) ) και Gram (-) βακτηρίδια (π.χ. εσερίχια). Αντιμικροβιακή χημειοπροφύλαξη δεν απαιτείται. Παρατηρήσεις: Σε ασθενείς με αυξημένους παράγοντες κινδύνου (περισφιγμένη κήλη, συνθετικό μόσχευμα, ανοσοκαταστολή, σύγχρονη προστατεκτομή, παχυσαρκία, επανεγχείρηση), συνιστάται εφάπαξ ενδοφλέβια χορήγηση χρήγηηκεφαμανδολης (2g) ή κεφουροξιμης (1.5 g) ή αμοξυκιλλίνης-κλαβουλανικού οξέος (2.4g), κατά την εισαγωγή στην αναισθησία.
ΛΑΠΑΡΟΣΚΟΠΙΚΗ ΧΕΙΡΟΥΡΓΙΚΗ Γενικά: Δεν υπάρχουν αξιόπιστα μικροβιολογικά δεδομένα. Τα υπάρχοντα στοιχεία όμως αναφέρουν σχετικά χαμηλό ποσοστό μετεγχειρητικών λοιμώξεων. Παθογόνα μικρόβια: Τα ίδια που ανευρίσκονται σε επεμβάσεις στομάχου,, χοληφόρων, τη σκωληκοειδεκτομή ή τη χειρουργική κήλης. Αντιμικροβιακή χημειοπροφύλαξη: Δεν συνιστάται. Σε ασθενείς με αυξημένους παράγοντες κινδύνου: Συνιστάται εφάπαξ ενδοφλέβια χορήγηση κεφαλοσπορίνης β' γενιάς, π.χ. κεφαμανδόλη (2 g) ή κεφουροξίμη (1.5 g) ή κεφοξιτίνη (2 g), ή αμοξυκιλλίνης- κλαβουλανικού οξέος (2.4 g), κατά την εισαγωγή στην αναισθησία.
ΔΙΑΔΕΡΜΙΚΗ ΠΑΡΟΧΕΤΕΥΣΗ ΑΠΟΣΤΗΜΑΤΟΣ Γενικά: Το ποσοστό των μετεγχειρητικών λοιμώξεων είναι μικρότερο από 2%. Παθογόνα μικρόβια: Τα παθογόνα είναι ανάλογα με την προηγηθείσα επέμβαση ή την υποκείμενη νόσο. Αντιμικροβιακή χημειοπροφύλαξη: Σε ασθενείς με αυξημένους παράγοντες κινδύνου, συνιστάται εφάπαξ ενδοφλέβια χορήγηση κεφαλοσπορίνης β' γενιάς, π.χ. κεφαμανδόλη (2 g) ή κεφουροξίμη (1.5 g) ή κεφοξιτίνη (2 g), ή αμοξυκιλλίνης -κλαβουλανικού οξέος (2.4 g, ι.v.), 15-30 λεπτά πριν την παροχέτευση του αποστήματος.
ΔΙΑΤΡΗΣΗ ΓΑΣΤΡΟ-ΔΩΔΕΚΑΔΑΚΤΥΛΙΚΟΥ ΕΛΚΟΥΣ 1 Γενικά: Διάτρηση παρουσιάζεται σε ποσοστό 2-5% ασθενών με έλκος στομάχου. Συμβαίνει συχνότερα σε έλκη που βρίσκονται κοντά στο γαστροδωδεκαδακτυλικό όριο. Είναι κατάσταση απειλητική για τη ζωή του ασθενούς. Παθογόνα μικρόβια: Γαστρεντερική μεικτή χλωρίδα (επικρατούν το κολοβακτηρίδιο και τα εντεροβακτηρίδια) και αναερόβια στοματικής κοιλότητας (σπάνια Bacteroides fragilis). Συχνό αίτιο έλκους είναι το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού(helicobacter pylori). Αντιμετώπιση: Σε πρόσφατη διάτρηση (λιγότερο από 12 ώρες) και σε ασθενείς χωρίς παράγοντες κινδύνου αρκεί η εφάπαξ χορήγηση κεφαλοσπορίνης β' ή γ' γενιάς κατά την εισαγωγή στην αναισθησία, π.χ. κεφουροξιμη (1,5 g, i.v.) ή κεφαμανδολη (2 g, i.v.) ή κεφτριαξόνη (2 g, i.v.).
ΔΙΑΤΡΗΣΗ ΓΑΣΤΡΟ-ΔΩΔΕΚΑΔΑΚΤΥΛΙΚΟΥ ΕΛΚΟΥΣ 2 Όταν ο χρόνος διάτρησης είναι μεγαλύτερος από 12 ώρες, καθώς και σε ασθενείς με αυξημένους παράγοντες κινδύνου (ηλικία >70ετών ετών, παχυσαρκία, στένωση πυλωρού, μεγάλη αιμορραγία), χορηγείται αντιμικροβιακή αγωγή, που συνεχίζεται επί 5-7 ημέρες μετά την επέμβαση ή έως ότου ελεγχθεί πλήρως η τυχόν αναπτυχθείσα σήψη. Συνιστάται: Ιμιπενέμη-σιλαστατίνη (1g x3, i.v.) ή μεροπενέμη (1g x3, i.v.) ή πιπερακιλλίνη- ταζομπακτάμη (4.5 g Χ 4, i.v.). Εναλλακτικά χορηγείται τριπλός συνδυασμός με αμινογλυκοσίδη, π.χ. νετιλμυκίνη (6.5mg/kg Σ.Β./ημ.) ή γενταμυκίνη (5 mg/kg Σ.Β./ημ.) ή τομπραμυκίνη (5 mg/kg Σ.Β./ημ.), ) εφάπαξ i.v., αμοξυκιλλίνηκλαβουλανικό οξύ (2.4 g Χ 3, i.v.) και κλινδαμυκίνη (600mg x4, i.v.).
ΔΙΑΤΡΗΣΗ ΓΑΣΤΡΟ-ΔΩΔΕΚΑΔΑΚΤΥΛΙΚΟΥ ΕΛΚΟΥΣ 3 Παρατηρήσεις: Πρέπει να γίνει αμέσως χειρουργική επέμβαση (συρραφή ή εκλεκτική βαγοτομή και πυλωροπλαστική κ.ά.). ) Αν αποδειχθεί η παρουσία ελικοβακτηριδίου πυλωρού, συνιστάται να χορηγηθεί ρ. ο. αμοξυκιλλίνη-κλαβουλανικό κλαβουλανικό οξύ ή κλαριθομυκίνη και ομεπραζολη.
ΔΙΑΤΡΗΣΗ ΛΕΠΤΟΥ ΕΝΤΕΡΟΥ Παθογόνα μικρόβια: Gram αρνητικά ρη βακτηρίδια,, αναερόβια,, εντερόκοκκοι. Αντιμετώπιση: Χορηγείται ιμιπενέμη - σιλαστατίνη (1 g Χ 3, i.v.) ή μεροπενέμη 1 g x3, i.v.) ή τριπλός συνδυασμός με μια αμινογλυκοσίδη, π.χ. νετιλμυκίνη (6.5 mg/kg Σ.Β. /ημ.) σε εφάπαξ i.v. δόση ή τομπραμυκίνη (5 mg/kg Σ.Β./ημ.) σε εφάπαξ, i.v. χορήγηση, κλινδαμυκίνη (600 mg Χ 4, i.v.) και αμοξυκιλλίνη (2g x 3, i.v.) επί 10ημέρες. Σε ελαφρές περιπτώσεις συνιστάται συνδυασμός αμοξυκιλλίνηςκλαβουλανικού οξέος (2.4g x 3, i.v.) με μετρονιδαζόλη (500mg x3, i.v.) επί 7-10 ημέρες.
ΔΙΑΤΡΗΣΗ ΛΕΠΤΟΥ ΕΝΤΕΡΟΥ 2 Παρατηρήσεις: Σε ασθενείς με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια που υποβάλλονται σε περιτοναϊκή κάθαρση και έχουν ρη περιτοναϊκού υγρού μικρότερο από 6.8 συνιστάται πιπερακιλλίνη ταζομπακτάμη ή ιμιπενέμη - σιλαστατίνη σε δόση ανάλογη με την κάθαρση της κρεατινίνης ή κεφτριαξόνη (1 g Χ 1, i.v.) επί 7-10 ημέρες.
ΔΙΑΤΡΗΣΗ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ Γενικά: Αίτια διάτρησης είναι ο τραυματισμός ή το ιστορικό ελκώδους, ισχαιμικής ή νεοπλασματικής εξεργασίας. Παθογόνα μικρόβια: Μεικτή χλωρίδα του παχέος εντέρου με Gram αρνητικά βακτηρίδια (συνήθως κολοβακτηρί-διο), εντεροκόκκους και εντερικά αναερόβια (κυρίως ί Bacteroides fragilis).
ΔΙΑΤΡΗΣΗ ΠΑΧΕΟΣ ΕΝΤΕΡΟΥ 2 Αντιμετώπιση: Χορηγείται εμπειρικά έως τη λήψη των αποτελεσμάτων των καλλιεργειών ιμιπενέμη -σιλαστατίνη (1 g Χ 3, i.v.) ή μεροπενέμη (1 g Χ 3, i.v.) ή πιπερακιλλίνηταζομπακτάμη (4.5 g Χ 4, i.v.). Εναλλακτικά: χορηγείται τριπλός συνδυασμός με μια αμινογλυκοσίδη, π.χ. νετιλμυκίνη η( (6.5 mg/kg g Σ.Β./ημ.) γενταμυκίνη (5 mg/kg Σ.Β./ημ.) ή τομπραμυκίνη μ η( (5 mg/kg g Σ.Β./ημ.), εφάπαξ, i.v., αμοξυκιλλίνη-κλαβουλανικό οξύ (2.4 g Χ 3, i.v.) και κλινδαμυκίνη η( (600 mg x4, i.v.). Η αγωγή γήσυνεχίζεται χζ 5-7 ημέρες μετά την επέμβαση.
ΟΞΕΙΑ ΣΚΩΛΗΚΟΕΙΔΙΤΙΔΑ Γενικά: Η σκωληκοειδεκτομή είναι η θεραπεία εκλογής. Τα αντιβιοτικά είναι απαραίτητα μόνο σε γαγγραινώδη ή διατιτραίνουσα σκωληκοειδίτιδα. Σε νέους ασθενείς, χωρίς παράγοντες κινδύνου και με σκωληκοειδίτιδα μέτριας βαρύτητας, δεν ενδείκνυται αντιμικροβιακή χημειοθεραπεία. Παθογόνα μικρόβια: Cram αρνητικά βακτηρίδια (κυρίως κολοβακτηρίδιο) και αναερόβια μικρόβια (Bacteroides Fragilis). Αντιμετώπιση: Σε γαγγραινώδη και διατιτραίνουσα σκωληκοειδίτιδα, χορηγείται ιμιπενέμη-σιλαστατίνη (1 g Χ 3, i.v.) ή μεροπενέμη (1 g Χ 3, i.v.) κατά τις πρώτες 5 μετεγχειρητικές ημέρες ή μέχρις ότου ελεγχθεί πλήρως το σηπτικό σύνδρομο που τυχόν αναπτύχθηκε. χη
ΟΞΕΙΑ ΣΚΩΛΗΚΟΕΙΔΙΤΙΔΑ 1 Εναλλακτικά: Χορηγείται τριπλός συνδυασμός με μια αμινογλυκοσίδη, π.χ. νετιλμυκίνη (6.5mg/kg Σ.Β./ημ.) ή γενταμυκίνη (5 mg/kg Σ.Β./ημ.) ) ή τομπραμυκίνη μ (5 mg/kg g Σ.Β./ημ.) ) σε εφάπαξ i.v. χορήγηση, αμοξυκιλλίνη- κλαβουλανικό οξύ (625 mg x4, i.v.) και κλινδαμυκίνη (600 mg x 4, i.v.) ή μετρονιδαζόλη (500 mg x 3, i.v.) επί 5-7 ημέρες ή μέχρις ότου ελεγχθεί πλήρως η τυχόν συνυπάρχουσα σήψη.
ΟΞΕΙΑ ΣΚΩΛΗΚΟΕΙΔΙΤΙΔΑ 2 Παρατηρήσεις: Σε περιπτώσεις που δεν είναι αμέσως εφικτή η σκωληκοειδεκτομή (π.χ. επιβάτες πλοίου ή υπερατλαντικά ταξίδια με πλοίο), εκτός από την παραμονή στο κρεβάτι, την αποφυγή διατροφής και την τοπική εφαρμογή κρύων επιθεμάτων,, ενδείκνυται η ημερήσια χορήγηση δισκίων κοτριμοξαζόλης (800 mg σουλφαμεθοξαζόλης και 160mg τριμεθοπρίμης x3) ή ιμιπενέμη-σιλαστατίνη (1g x3, i.v.) και μια αμινογλυκοσίδη, π.χ. νετιλμυκίνη (6.5mg/kg Σ.Β./ημ, εφάπαξ, i.v.) ή πιπερακιλλίνη -ταζομπακτάμη (5.2g x4, i.v.), έως την υποχώρηση των σημείων της λοίμωξης.
ΕΚΚΟΛΠΩΜΑΤΙΤΙΔΑ Γενικά: Εμφανίζεται σχεδόν πάντοτε σε εκκολπώματα του σιγμοειδούς και του κατιόντος κόλου. Παθογόνα μικρόβια: Μεικτή χλωρίδα παχέος εντέρου, κυρίως Gram αρνητικά βακτηρίδια (κολοβακτηρίδιο) και αναερόβια μικρόβια (Bacteroides fragilis). Αντιμετώπιση: Αρχικά χορηγείται μια αμινογλυκοσίδη, π.χ. νετιλμυκίνη (6.5 mg/kg Σ.Β./ημ.) ) ή γενταμυκίνη (5 mg/kg Σ.Β./ημ.) ) ή τομπραμυκίνη (5 mg/kg Σ.Β./ημ.) εφάπαξ ενδοφλεβίως για λίγες ημέρες. Εάν η λοίμωξη επιμένει, χορηγείται ιμιπενέμη-σιλαστατίνη (1g x3, i.v.) ή μεροπενέμη (1gΧ3, i.v.) ή πιπερακιλλίνη-ταζομπακτάμη (4.5g 5gx3, i.v.).
ΕΚΚΟΛΠΩΜΑΤΙΤΙΔΑ 2 Εναλλακτικά: Χορηγείται τριπλός συνδυασμός με μια αμινογλυκοσίδη π.χ. νετιλμυκίνη (6.5 mg/kg Σ.Β./ημ.) ή γενταμικίνη (5 mg/kg Σ.Β./ημ.) ή τομπραμυκίνη (5 mg/kg Σ.Β./ημ.) εφάπαξ i.v., αμοξυκιλλίνη - κλαβουλανικό οξύ (2.4g x3, i.v.) και κλινδαμυκινη (600mg x 4, i.v.) ή μετρονιδαζόλη (500 mg Χ 3, i.v.), έως την υποχώρηση ητης λοίμωξης. Παρατηρήσεις: Σε διάτρηση, ενδείκνυται επιπροσθέτως εκτομή του σιγμοειδούς ή του κατιόντος κόλου.
ΟΞΕΙΑ ΧΟΛΟΚΥΣΤΙΤΙΔΑ Γενικά: Αναπτύσσεται κυρίως σε χολολιθίαση, ή καρκινώματα που προκαλούν στάση της χολής εντός των χοληφόρων πόρων. Παθογόνα μικρόβια: Εντεροβακτηρίδιο, εντερόκοκκος, στελέχη Bacteroides, κλωστηρίδια. Αντιμετώπιση: Χορηγείται εμπειρικά πιπερακιλλίνη- ταζομπακτάμη (4.5 g Χ 4, i.v.) ή ιμιπενέμη -σιλαστατίνη (1 g Χ 3, i.v.) ή μεροπενέμη (1gΧ 3, i.v.) επί 7-10 ημέρες.
ΟΞΕΙΑ ΧΟΛΟΚΥΣΤΙΤΙΔΑ 2 Παρατηρήσεις: Σε ύπαρξη λίθων στη χοληδόχο κύστη, ενδείκνυται να γίνει χολοκυστεκτομή εντός 24 ωρών. Σε χοληδόχο κύστη χωρίς λίθους, συνιστάται να γίνει χολοκυστοστομία (διαδερμική;). Η ύπαρξη λίθου στον χοληδόχο πόρο είναι αποφασιστικής σημασίας και αποτελεί ένδειξη χειρουργικής ή ενδοσκοπικής αφαίρεσης του.
ΜΕΤΕΓΧΕΙΡΗΤΙΚΟ ΕΝΔΟΚΟΙΛΙΑΚΟ ΑΠΟΣΤΗΜΑ Γενικά: Ενδοκοιλιακά αποστήματα αναπτύσσονται σε ποσοστό 0.5-3% μετά από ενδοκοιλιακές επεμβάσεις. Είναι συχνότερα μετά από επεμβάσεις στο κατώτερο γαστρεντερικό σύστημα. Πυρετός, ευαισθησία και κοιλιακό άλγος είναι τα σημαντικότερα ευρήματα. Η ακριβής εντόπιση μπορεί να γίνει με υπερηχογράφημα ή αξονική τομογραφία. Τις περισσότερες φορές, αρκεί η εκλεκτική διαδερμική δ παροχέτευση του αποστήματος α οςμε τη βοήθεια υπερήχων ή αξονικής τομογραφίας.
ΜΕΤΕΓΧΕΙΡΗΤΙΚΟ ΕΝΔΟΚΟΙΛΙΑΚΟ ΑΠΟΣΤΗΜΑ 2 Παθογόνα μικρόβια: Οι παθογόνοι μικροοργανισμοί ργ μ προέρχονται ρχ κυρίως από τη χλωρίδα του παχέος εντέρου και είναι Gram αρνητικά βακτηρίδια, εντερόκοκκοι, αναερόβια και, σπανίως, κλωστηρίδια. Π ή Η ό όβ ί Προσοχή: Η απομόνωση των αναερόβιων είναι σπάνια. Για τον λόγο αυτό, συνιστάται η κάλυψή τους, έστω και αν η καλλιέργεια είναι αρνητική.
ΜΕΤΕΓΧΕΙΡΗΤΙΚΟ ΕΝΔΟΚΟΙΛΙΑΚΟ ΑΠΟΣΤΗΜΑ 3 Αντιμετώπιση: Η εμπειρική αντιμικροβιακή χημειοθεραπεία στρέφεται αρχικώς στα προαναφερθέντα παθογόνα μικρόβια. Πρέπει να χορηγείται αγωγή ευρέως φάσματος. Συνήθως, χορηγείται ιμιπενέμη-σιλαστατίνη (1g Χ 3, i.v.), έως ότου ληφθεί το αντιβιόγραμμα.
ΜΕΤΕΓΧΕΙΡΗΤΙΚΟ ΕΝΔΟΚΟΙΛΙΑΚΟ ΑΠΟΣΤΗΜΑ 3 Εναλλακτικά: Χορηγείται συνδυασμός 3 αντιβιοτικών, με μια αμινογλυκοσίδη, π.χ. νετιλμυκίνη (6.5 mg/kg Σ.Β./ημ.) ή γενταμυκίνη (5 mg/kg Σ.Β./ημ.) ή τομπραμυκίνη (5 mg/kg Σ.Β./ημ.) σε εφάπαξ i.v. χορήγηση, αμοξυκιλλίνη-κλαβουλανικό οξύ (2.4 g Χ 3, i.v.) και κλινδαμυκινη (600 mg X4, i.v.). Παρατηρήσεις: Εάν μετά την παροχέτευση υπάρχει συρίγγιο που επιμένει, σκεφθείτε τη νόσο του Crohn.
ΑΠΟΣΤΗΜΑ ΠΑΓΚΡΕΑΤΟΣ Γενικά: Κυρίως κατά ή μετά από αιμορραγική - νεκρωτική παγκρεατίτιδα. Παθογόνα μικρόβια: Εντεροβακτηρίδια, εντερόκοκκοι, στελέχη Bacteroides, πεπτοστρεπτόκοκκοι και ατρακτοειδή ήμικρόβια. Αντιμετώπιση: Συνήθως δεν χορηγείται αντιμικροβιακή ικροβιακή χημειοθεραπεία. εία Όταν όμως υπάρχει συστηματική λοίμωξη, ενδείκνυται μια αμινογλυκοσίδη, π.χ. νετιλμυκινη (6.5 mg/kg Σ.Β./ημ.) ) ή γενταμυκίνη (5 mg/kg Σ.Β./ημ.) ή τομπραμυκίνη (5 mg/kg Σ.Β./ημ.) ) σε εφάπαξ i.v. χορήγηση, σε συνδυασμό με πιπερακιλλίνη -ταζομπακτάμη (4.5 g Χ 4)
Είσφρυση όνυχος άκρου ποδός Γενικά: Τοποθέτηση του άκρου σε υψηλότερη θέση, ακινητοποίηση και πλύσεις μέσα σε ζεστό χαμομήλι επί 10-20 λεπτά, 3-6 φορές ημερησίως. Αν δεν παρουσιασθεί βελτίωση, συνιστάται σφηνοειδής εκτομή του εισφρύσαντος τμήματος του όνυχος. Παθογόνα μικρόβια: Σταφυλόκοκκοι, αναερόβια και, σπανιότερα, εντεροβακτηρίδια. Αντιμετώπιση: Στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν ενδείκνυται η χορήγηση αντιβιοτικών. Παρατηρήσεις: Σε λεμφαγγειίτιδα και λεμφαδενίτιδα χορηγείται κλινδαμυκινη (600 mg Χ 4, i.v.) και κεφαζολίνη (1 g Χ 3, i.v.), μέχρι να υποχωρήσουν τα συμπτώματα. Με τακτική εφαρμογή κάτω από το εισφρύσαν τμήμα του όνυχος ενός βαμβακοφόρου στειλεού εμποτισμένου σε διάλυμα σαλικυλικού οξέος μπορεί να προληφθεί η εισρόφυση όνυχος ή η υποτροπή της.