ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΨΥΧΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΤΟΜΟΣ Β ΕΚΔΟΣΗ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ ΡΕΘΥΜΝΟ 2002
ΕΝΟΤΗΤΑ I: ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Θεσμοί προσχολικής εκπαίδευσης και κοινωνικής πρόνοιας και ξενόφωνοι πληθυσμοί στη μεταπολεμική Ελλάδα Κωστής Τσιούμης Είναι γνωστό ότι ο θεσμός του νηπιαγωγείου λειτούργησε ως βασικός μηχανισμός διάδοσης της ελληνικής γλώσσας και γλωσσικής και πολιτισμικής ομογενοποίησης κατά τη μεσοπολεμική περίοδο. Το νηπιαγωγείο προσέφερε σημαντικό έργο κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου στο μέτρο που κάτι τέτοιο ήταν δυνατό στο πλαίσιο της ακολουθούμενης πολιτικής και των παιδαγωγικών αντιλήψεων της εποχής 1. Οι γενικότερες αδυναμίες της ελληνικής εκπαιδευτικής πολιτικής, τα προβλήματα υποδομής και λειτουργίας της ελληνικής εκπαίδευσης, με τις γενικότερες δυσκολίες που αντιμετώπιζε η ελληνική κοινωνία χάραξαν τα όρια της αποτελεσματικότητας του θεσμού. Μεταπολεμικά η πολιτική της χρησιμοποίησης της εκπαίδευσης για τον ίδιο σκοπό συνέχισε να εφαρμόζεται και με τη δημιουργία ιδρυμάτων που συνδύαζαν προσχολική εκπαίδευση και κοινωνική πρόνοια. Ο βασικότερος τέτοιος θεσμός ήταν το Εθνικό Αγροτικό Νηπιοτροφείο. Τα Εθνικά αγροτικά Νηπιοτροφεία θεσμοθετήθηκαν με το Ν.Δ. 1316/ 1942*". II κατοχική κυβέρνηση στο πλαίσιο της προσπάθειας της να ναναχαιτίσει τις προπαγάνδες οι οποίες ασκούνταν στη Βόρεια κυρίως Ελλάδα και πυροδοτούσαν την ανακίνηση μειονοτικών ζητημάτων μεταξύ των αλλόγλωσσων πληθυσμών προχώρησε στην ίδρυση τους με στόχο να μεριμνήσει παράλληλα για την επιβίωση των νηπίων. Ο ιδρυτικός νόμος όριζε ότι για την περίθαλψη και τη διαπαιδαγώγηση των αγροτικών περιφερειών μπορούσαν να ιδρυθούν εθνικά Αγροτικά Νηπιοτροφεία τα οποία Οα υπάγονταν στην εποπτεία και στον έλεγχο του Υπουργείου Εθνικής Προνοίας. Ο αριθμός των ιδρυμάτων αυτών προσδιοριζόταν σε 50 για τη Μακεδονία, 15 για την Ήπειρο και 25 για την υπόλοιπη Ελλάδα. Στις πρώτες κοινότητες στις οποίες επρόκειτο να ιδρυθούν τέτοια ιδρύματα περιλαμβάνονταν πολλά χωριά με σημαντική συγκέντρωση σλαβόφωνου, βλαχόφωνου και αλβανόφωνου πληθυσμού. II περιουσία κάθε νηπιοτροφείου ήταν δημόσια, απαλλασσόταν από τη φορολογία και σε κάθε περίπτωση κατάργησης του περιερχόταν σε άλλο ανάλογο ίδρυμα. Βασικός σκοπός της λειτουργίας αυτών των ι- 1 Σχετικά με το ρόλο του νηπιαγωγείου ως θεσμού γλωσσικής και πολιτισμικής ομογενοποίησης βλέπε Χ.Χαρίτος, Το Ελληνικό Νηπιαγωγείο και οι Ρίζες του, Gutenberg, Λθήνα 1996, σσ.213-221, Τ.Κωστόπολος, // απαγορευμένη Γλάσσα. Κρατική Καταστολή των σλαβικών Διαλέκτων στην Ε/1ηνική Μακεδονία, Μαύρη Λίστα, Λθήνα 2000, σσ.115-120, Κ. Τσιούμης, «Ξενόφωνοι Πληθυσμοί και Μειονότητες στο ελληνικό Νηπιαγωγείο. Προσχολική Εκπαίδευση και Εθνική Πολιτική κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου, Πρακτικά KB 'Πανελλήνιου Ιστορικού Συνεδρίου (υπό δημοσίευση). 2 Χ.Χαρίτος, Το Ελληνικό Νηπιαγωγείο και οι ρίζες του, Gutenberg, Λθήνα 1996, σ.239.
δρυμάτων ήταν η κοινωνική πρόνοια, γεγονός που προκύπτει και από το ότι τα νήπια που προβλεπόταν να εισάγονται Οα ήταν κατά προτεραιότητα ορφανά γονέων, ορφανά πατρός ή τέκνα προσώπων που ήταν ανίκανα για εργασία 3. Υπήρχε μάλιστα η δυνατότητα να εισάγονται και εσωτερικά νήπια. Η ύπαρξη των συγκεκριμένων ιδρυμάτων ήταν ένα μέσο ώστε να διασφαλιστεί η οικοδόμηση της ελληνικής εθνικής συνείδησης τους, για να μην γίνουν έρμαιο στα χέρια ξένης προπαγάνδας. Η κίνηση αυτή πάντως είναι εμφανές ότι δεν έγινε μόνο για το εγγύς, αλλά και για το απώτερο μέλλον, με άλλα λόγια έβαζε τις βάσεις για μια διαφορετική αντιμετώπιση του ζητήματος της προσχολικής εκπαίδευσης κυρίως των ξενόφωνων πληθυσμών Σύμφωνα με το άρθρο 9 του Ν.Δ.1316 τα νήπια Οα απασχολούνταν σύμφωνα με εγκεκριμένο πρόγραμμα των νηπιαγωγείων του κράτους και Οα υπήρχε και πρόγραμμα θερινής απασχόλησης τους. Το προσωπικό του νηπιοτροφείου οριζόταν ότι αποτελούνταν από τη Διευθύντρια, μια νηπιοκόμο με πτυχίο σχολής που προσδιοριζόταν στο άρθρο 15, μια μαγείρισσα και μια υπηρέτρια. Τα πρόσωπα αυτά έπρεπε μάλιστα να διαμένουν μόνιμα στο ίδρυμα. Τα συγκεκριμένα ιδρύματα Οα παρακολουθούνταν από γιατρό, ο οποίος ήταν δυνατό να είναι ο «αγροτικός» γιατρός ή κάποιος ειδικά διορισμένος γι' αυτό το σκοπό. Οι διευθύντριες Οα ήταν νηπιαγωγοί με πλήρη νηπιαγωγική μόρφωση, ενώ για την εκπαίδευση νηπιοκόμων ιδρύονταν δύο σχολές στα Ιωάννινα και στην Καστοριά. Στις σχολές αυτές επρόκειτο να εισαχθούν κοπέλες, οι οποίες είχαν τελειώσει το δημοτικό σχολείο και ήταν τρόφιμοι των Εθνικών Ορφανοτροφείων Θηλέων. Στο ίδιο νομοθέτημα προβλεπόταν μετεκπαίδευση του προσωπικού, ώστε να γίνουν νοσοκόμοι ή νηπιαγωγοί μετά από τριετή ευδόκιμη υπηρεσία στα νηπιοτροφεία. Αμέσως μετά ιδρύθηκαν με το Ν.Δ, 1976/10.10.1942 μονοετή τμήματα νηπιαγωγών με στόχο τη μόρφωση και την παιδαγωγική κατάρτιση Διευθυντριών Εθνικών Παιδικών Σταθμών και Εθνικών αγροτικών Νηπιοτροφείων στην Καστοριά και στα Ιωάννινα. Σ' αυτά προβλεπόταν να εισαχθούν 20 απόφοιτες γυμνασίου, οι οποίες δε Οα έπρεπε να είναι πάνω από 22 ετών. Οι πτυχιούχοι αυτών των τμημάτων υποχρεούνταν να υπηρετήσουν 3 χρόνια ως διευθύντριες ή παιδαγωγοί των Εθνικών Παιδικών Σταθμών πριν τοποθετηθούν σε άλλη θέση και δεν επιτρεπόταν μετακίνηση τους χωρίς εντολή του Υπουργείου Παιδείας 5. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου ιδρύθηκαν και πάλι μονοετή τμήματα νηπιαγωγών στην Ξάνθη και στα Ιωάννινα με το Ν.526/7.1.1948. Οι κυβερνήσεις της πρώτης μετεμφυλιακής περιόδου επιδίωκαν να συνδυάσουν τη φροντίδα για τους συγκεκριμένους πληθυσμούς με μια αφομοιωτική από παιδαγωγική άποψη διαδικασία. Γι' αυτόν το λόγο και στόχος ήταν η παραμονή των παιδιών στα Εθνικά Αγροτικά Νηπιοτροφεία καο' όλη τη διάρκεια 3 Για τις προβλέψεις σχετικά με το πλαίσιο λειτουργίας των Εθνικών Αγροτικών Νηπιοτροωείων βλέπε Ν.Δ. 1316/1942 άρθρα 1-8. _ Ν.Δ.1316/1942, άρθρα 10-17. 3 Σ.Μπουζάκης, Χ.Τζήκας, Κ.ΛνΟόπουλος. Η Κατάρτιση των Δασκά/.ων-Διδασκα).ισσών και των Νηπιαγωγών στην Ελλάδα, Τόμος Β', Η περίοδος των Παιδαγωγικών ακαδημιών και των σχολών Νηπιαγωγών, Gutenberg, Λθήνα 1998, σσ. 180-181.
της ημέρας, ώστε να έρχονται στη μικρότερη δυνατή επαφή με τη μητρική γλώσσα τους 6, η οποία θεωρούνταν φορέας εθνικών κινδύνων τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τους σλαβόφωνους και τους αλβανόφωνους. Δεν μπορεί επίσης να παραγνωριστεί ότι κατά τη διάρκεια της ψυχροπολεμικής περιόδου, η συνέχιση της χρήσης γλωσσών, οι οποίες χρησιμοποιούνταν σε γειτονικές κομμουνιστικές χώρες θεωρούνταν ως το μέσο επαφής των μελλοντικών γενεών με αυτές, ενδεχόμενο που αντιμετωπιζόταν ως εν δυνάμει απειλή για το μέλλον της χώρας. Από μια πρώτη ματιά στα χωριά όπου λειτουργούσαν τέτοια ιδρύματα προκύπτει μια ενδιαφέρουσα διαφοροποίηση σε ό,τι αφορά το ρόλο των Εθνικών Παιδικών Σταθμών και των Αγροτικών Νηπιοτροφείων. Οι Εθνικοί Παιδικοί Σταθμοί λειτουργούσαν κυρίως στα αστικά κέντρα, ενώ τα Εθνικά Αγροτικά Νηπιοτροφεία λειτουργούσαν, κατά κανόνα, σε αγροτικές περιοχές όπου ο πληθυσμός ήταν σε μεγάλο ποσοστό «ξενόφωνος». Τα χωριά αυτά ήταν κατά κύριο λόγο σλαβόφωνα, αλβανόφωνα, ή βλαχόφωνα. Τα ζητήματα που αφορούσαν τα συγκεκριμένα ιδρύματα ρυθμίστηκαν αργότερα με το Ν.Δ. 3045/1954 7 και τα νηπιοτροφεία συνέχισαν να λειτουργούν και κατά τις δεκαετίες του '60 και του '70 διατηρώντας τη σημασία τους για την κοινωνική και εθνική πολιτική του ελληνικού κράτους. Ο Τάσος Κωστόπουλος στη μελέτη του «II Απαγορευμένη Γλώσσα» θεωρεί το θεσμό των Αγροτικών Νηπιοτροφείων ως κατεξοχήν αφομοιωτικό και η αλήθεια είναι ότι τα υπάρχοντα στοιχεία δεν πείθουν για το αντίθετο 8. II ιδιομορφία του συγκεκριμένου θεσμού ήταν ότι ως θεσμός κοινωνικής πρόνοιας είχε πιο σύνθετους στόχους από αυτούς του δημόσιου νηπιαγωγείου. II αξιολόγηση του είναι αρκετά δύσκολη υπόθεση. Πιο αξιόπιστη Οα ήταν η κατά περίπτωση αποτίμηση των αποτελεσμάτων η οποία άλλωστε εξαρτήθηκε και από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε περίπτωσης. Για εκείνους, οι οποίοι γνωρίζουν τα ιστορικά χαρακτηριστικά των επίμαχων περιοχών είναι σαφές ότι δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί αξιολόγηση με έναν ομοιόμορφο τρόπο. Και εάν ακόμη δεχτούμε ότι τα Εθνικά Αγροτικά Νηπιοτροφεία στόχευαν αποκλειστικά στην εξάλειψη της «ξενοφωνίας» και όχι στην υποστήριξη των αγροτικών οικογενειών, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι το κλίμα ήταν διαφορετικό από χωριό σε χωριό, καθώς δεν υπήρξε ιστορικά όμοια η στάση των κατοίκων του Μετσόβου με αυτήν του ιμαργαριτίου και με την αντίστοιχη της Μελίτης και της Κέλλης της Φλώρινας. Η τοποθέτηση τους απέναντι στην ελληνική πολιτεία και στη στάση της συναρτήθηκε με τις ιστορικές τους αναφορές, αλλά και με την αντίληψη τους σε σχέση }.ιε την ύπαρξη ή μη άτυπων διακρίσεων σε βάρος τους. Η τοποθέτηση πάνω σε αυτό το ζήτημα σχετίζεται επίσης με τη σχέση γηγενών και προσφύγων στην ευρύτερη περιοχή και με τη διαχείριση της από τα πολιτικά κόμματα, αλλά και με τη διαχείριση αυτής της σχέσης από τους φορείς της τοπικής και της κυβερνητικής εξουσίας. " Τ.Κωστόπουλος, ό.π., σ.233 ' Χ. Χαρίτος, Το Ε/Ιηνικό Νηπιαγωγείο και οι Ρίζες του, Gutenberg 1996,σ.239. s Τ. Κωστόπουλος, ό.π., σσ.232-233.
41 θεσμό* προσχολικής εκπαίδευσης και ξενόφωνοι πληθυσμοί στη μεταπολεμική Ελλάδα 917^ Δεν είναι τυχαίο ότι ο θεσμός αυτός επανήλθε στην επικαιρότηταν κατά τα τέλη της δεκαετίας του '50. Το θέμα απασχόλησε την επιτροπή παιδείας που συγκροτήθηκε το 1958 και το 1959 μετά από αλλεπάλληλες συσκέψεις αποφασίστηκε η ενίσχυση του. Στα τέλη του 1960 ή στις αρχές του 1961 ο Έλληνας πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής ενέκρινε τη σύσταση νηπιοτροφείων σε όλα τα σλαβόφωνα χωριά όπου υπήρχαν πάνω από 30 νήπια 9. Το μέτρο έγινε τότε δεκτό με ενθουσιασμό από τον τοπικό τύπο. Η Ρίκη Βαν Μπουσχότεν θεώρησε πρόσφατα το μέτρο αυτό ως ένα από τα πιο επιτυχημένα μέτρα αφομοίωσης, καθώς με αυτόν τον τρόπο αυξήθηκε η ευγλωττία στα ελληνικά και περιορίστηκε η χρήση του τοπικού σλαβικού ιδιώματος στο οικογενειακό επίπεδο 10. Η ίδια πολιτική ακολουθήθηκε από τις κυβερνήσεις της δικτατορίας των συνταγματαρχών οι οποίες προχώρησαν σε επιδότηση των νηπιοτρόφων με άλλες 500 δραχμές. Σύμφωνα με τη λογική του καθεστώτος, οι νηπιοτρόφοι δε Οα έ πρεπε να προέρχονται από το ντόπιο στοιχείο και όφειλαν να γνωρίζουν την αποστολή τους. Στο νομό Φλώρινας λειτούργησαν πολλά Εθνικά Αγροτικά Νηπιοτροφεία και η λειτουργία τους επεκτάθηκε κατά το σχολικό έτος 1971-72 σε όλα τα σλαβόφωνα χωριά. Πολλά από αυτά λειτουργούσαν ως παιδικοί σταθμοί και στα τέλη της δεκαετίας του '80. Ανάλογη πολιτική για την προσχολική εκπαίδευση εφαρμόστηκε και στα πομακοχώρια. Ο Πέτρος Θεοχαρίδης στο βιβλίο του «Πομάκοι. Οι μουσουλμάνοι της Ροδόπης» αναφέρεται εκτενώς στη λειτουργία των «Σπιτιών του Παιδιού» στις συγκεκριμένες περιοχές. Τα Σπίτια του Παιδιού ιδρύθηκαν κατά τη δεκαετία του '50 με σκοπό κοινωνικό, μορφωτικό και εκπολιτιστικό. Σ' αυτά προσφερόταν γεωργική και τεχνική κατάρτιση, συμπλήρωση της γενικής μόρφωσης των ενηλίκων, καταπολέμηση του αναλφαβητισμού, ανάπτυξη του αθλητισμού κ.ά. Σε κάθε «Σπίτι του Παιδιού» η αρχηγός συγκέντρωνε κάθε πρωί όλα τα παιδιά προσχολικής ηλικίας στο προαύλιο ή στην αίθουσα συγκεντρώσεων του «Σπιτιού». Εκεί τα παιδιά περνούσαν αρκετές ώρες παίζοντας, συνηθίζοντας στην κοινή ζωή, στην καθαριότητα, μάθαιναν ελληνικά και είχαν συσσίτιο. Στον ίδιο χώρο οι γυναίκες έπαιρναν συμβουλές και μάθαιναν οικιακή οικονομία ενώ οι άνδρες μπορούσαν να μάθουν ορισμένα επαγγέλματα και να πάρουν συμβουλές για την καλλιέργεια 11. Στις πομακικές περιοχές η πολιτική προσχολικής εκπαίδευσης και κοινωνικής πρόνοιας εμφανίζεται να έχει μια διαφορετική σκοπιμότητα. Δε σχετίζεται με την εξάλειψη της σλαβοφωνίας, αλλά εξυπηρετεί τη μη ένταξη των Πομάκων στο κυρίαρχο στη μειονότητα τουρκόφωνο στοιχείο. Όμως ο στόχος αυτός δεν υπηρετήθηκε με συνέπεια, ώστε να αποδώσει τα αποτελέσματα που ανέμεναν οι σχεδιαστές του. Η έλλειψη σταθερότητας και σαφήνειας των στόχων της ασκούμενης πολιτικής 9 ΒΊΊολιτική ΔιεύΟυνσις, Υπουργείον Εξωτερικών, Κ. Χειμαριός «Περί Σλαβόφωνων Δυτικής Μακεδονίας» σε Τ.Τίλιος, «Η μετπολεμική πολιτική του εξελληνισμού των Μακεδόνων. (Μια έκθεση για την περίοδο 1958-1963),3opa, 6. 1/1995,σ./7. 10 Τ. Κωστόπουλος, ό.π., σ.234. 11 Π. Θεοχαρίδης, Πομάκοι. Οι Μουσουλμάνοι της Ροδόπης, ΠΑ.ΚΕ.ΘΡΑ., Ξάνθη 1995, σσ. J 65-J 68.
918 Κωστής Τσιούμης και σαφήνειας των στόχων της ασκούμενης πολιτικής από το ελληνικό κράτος και κυρίως η έλλειψη έμπρακτου ενδιαφέροντος για τα προβλήματα των τοπικών κοινωνιών έκανε τους Πομάκους να στραφούν προς την τουρκική πολιτική 12. Οι θεσμοί των Εθνικών Αγροτικών Νηπιοτροφείων και των «Σπιτιών του Παιδιού» υπήρξαν επιτυχημένοι θεσμοί κοινωνικής πρόνοιας διότι κάλυψαν πρακτικές ανάγκες των οικογενειών τους και βοήθησαν στην στην εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας από τα «ξενόφωνα» νήπια, αλλά και στην επαφή τους με τον ελληνικό πολιτισμό. Ο δεύτερος θεσμός προσχολικής εκπαίδευσης υπήρξε το ελληνικό δημόσιο νηπιαγωγείο. Το ελληνικό νηπιαγωγείο είχε διαδραματίσει σημαντικό ρόλο κατά την πρώτη πεντηκονταετία του 20ου αιώνα στην εξάπλωση της ελληνικής γλώσσας μεταξύ των αλλόγλωσσων αγροτικών πληθυσμών. Η προσπάθεια αυτή όμως δεν υπήρξε ιδιαίτερα επιτυχημένη εξαιτίας των αδυναμιών της εκπαιδευτικής και της γενικότερης κρατικής πολιτικής. Όπως επισημαίνεται χαρακτηριστικά σε εκθέσεις από τις εκπαιδευτικές περιφέρειες όλης της Βόρειας Ελλάδας (Λαγκαδάς, Θεσσαλονίκη, Έδεσσα, Δράμα, Φλώρινα κ.ά.), υπήρχε σαφής ανάγκη λειτουργίας νηπιαγωγείων στους «ξενόφωνους» συνοικισμούς ακόμη και κοντά στη Θεσσαλονίκη. Σ' αυτήν την κατεύθυνση προσανατολίστηκαν οι προσπάθειες των διοικητικών οργάνων της εκπαίδευσης λειτουργώντας παράλληλα με το μηχανισμό της κοινωνικής πρόνοιας. Το νηπιαγωγείο ανέλαβε τον παραδοσιακό εκπαιδευτικό ρόλο του ή μάλλον συνέχισε το έργο του σε σχέση με τις «ξενόφωνες» γλωσσικές ομάδες. Το κατά πόσο οι αρχές του ελληνικού κράτους θεωρούσαν απαραίτητη τη λειτουργία νηπιαγωγείων φαίνεται και από την ανάλυση της σημασίας των αγροτικών νηπιοτροφείων για την εθνική πολιτική του ελληνικού κράτους κατά την περίοδο του ψυχρού πολέμου. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και στις α ναφορές των διπλωματικών παραγόντων της δεκαετίας του 1960 νηπιαγωγεία και νηπιοτροφεία δε διαχωρίζονται, αλλά θεωρούνται ως καθοριστικοί παράγοντες στην προσπάθεια για την αφομοίωση-ενσωμάτωση των αλλόγλωσσων 13. Είναι πάντως απολύτως σαφές ότι στα πλαίσια της αλματώδους αύξησης του αριθμού των νηπιαγωγείων κατά τις δεκαετίες του 50 του 60 και του 70 14 αυξήθηκαν και τα νηπιαγωγεία στα «ξενόφωνα» χωριά. Αυτό τεκμαίρεται και από την παράλληλη λειτουργία νηπιαγωγείων και νηπιοτροφείων στο ίδιο αλλόγλο^σσο χωριό. Βεβαίως το νηπιαγωγείο ως ο κατεξοχήν θεσμός της προσχολικής εκπαίδευσης είχε, θεωρητικά τουλάχιστον τη δυνατότητα να αφομοιώνει ευκολότερα τις σύγχρονες τάσεις γύρω από την προσχολική αγωγή. Αυτό όμως ήταν σε μεγά- 12 Σχετικά Κ.Τσιούμης, Οι Πομάκοι στο Ελληνικό Κρότος (1920-1950). Ιστορική Προσέγγιση, Προμηθεύς, Θεσσαλονίκη 1997, σσ.113-115. : "' Τ.Κωστόπουλος. ό.π., σ.233. ϊ ια την αύξηση του αριθμού των νηπιαγοητον κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου βλ.χ.χαρίτος, ό.π., σσ.246-247.
919 λο βαθμό θεωρητικό καθώς έστω και εάν οι νηπιαγωγοί είχαν έλθει σε επαφή με το μοντεσοριανό σύστημα δεν υπήρχε η δυνατότητα πρακτικής υλοποίησης του λόγω της έλλειψης του απαιτούμενου υλικού και της απαραίτητης υποδομής. Το σχέδιο διατάγματος της 11-12-1954 με το οποίο καθιερώθηκε αναλυτικό πρόγραμμα για το νηπιαγωγείο, το οποίο θεσμοθετήθηκε οριστικά με το Β.Δ.494/15-7-1962 υπήρχε διάταξη για τη διδασκαλία σε ξενόφωνα νήπια 15. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι στο τελικό κείμενο του Β.Δ.494 δεν υπήρχαν τόσο εκτενείς αναφορές 16. Στο άρθρο 2 όμως υπήρχε η υπόμνηση σε διθέσια νηπιαγωγεία και τα δύο τμήματα να περιλαμβάνουν νήπια και 4 και 5 ετών έτσι ώστε η ζωή και οι παιδαγωγικές απασχολήσεις να προσλαμβάνουν φυσικότερο χαρακτήρα. Το ενδιαφέρον πάντως είναι ότι η προετοιμασία των εκπαιδευτικών για τη διδασκαλία σε ξενόφωνους περιλαμβάνεται στα προγράμματα των Σχολών Νηπιαγωγών ως το 1969. Στο πρόγραμμα των μονοετών σχολών νηπιαγωγών και συγκεκριμένα στον τομέα της Ειδικής Διδακτικής περιλαμβανόταν το 1967 (Υπ.Απόφαση 138685/8-11-1967) ενότητα για τη γλωσσική διδασκαλία σε «ξενόγλωσσους». Ανάλογη πρόβλεψη υπήρχε και στο πρόγραμμα των σχολών νηπιαγωγών, το οποίο θεσμοθετήθηκε το 1969 με το Β.Δ.774/7-11-1969. Στην ενότητα της Ειδικής Διδακτικής και πάλι υπήρχε ειδική ενότητα για τη γλωσσική αγωγή των «ξενόφωνων» 17. Προφανώς το θέμα αυτό, παρά τις πληθυσμιακές μετακινήσεις της δεκαετίας του '40 και το ρεύμα της μετανάστευσης των «ξενόφωνων» πολιτών από τη δεκαετία του '50 και έπειτα εξακολουθούσε να θεωρείται σημαντικό 18. Δε Οα πρέπει βεβαίως να παραγνωρισθεί το γεγονός ότι ο χρόνος της εκπαίδευσης των νηπιαγωγών μειώθηκε και τα περιθώρια για μια συστηματική προσέγγιση αυτού του θέματος υπήρξαν περιορισμένα. Μπορεί κανείς ακόμη να εικάσει ότι οι μετεμφυλιακές ελληνικές κυβερνήσεις απέβλεψαν στην αστικοποίηση ως μέθοδο αντιμετώπισης της χρήσης γλωσσών διαφορετικών από την ελληνική. Είναι α λήθεια ότι η αστικοποίηση έπαιξε έναν τέτοιο ρόλο καθώς αφαίρεσε από τους χρήστες άλλων γλωσσών πεδία χρήσης της μητρικής γλώσσας τους. Επιπρόσθετα η υπερπόντια μετανάστευση κυρίως προς την Αυστραλία μείωσε ακόμη πεi ρισσότερο τον αριθμό των «αλλόγλωσσων» 1;. Μετά τη μεταπολίτευση το ζήτημα της προσχολικής εκπαίδευσης των «ξενόφωνων» φαίνεται πως υποβαθμίστηκε εξαιτίας προφανώς της εκτίμησης ότι η διάδοση της ελληνικής γλώσσας }.ιεταξύ τους είχε επιτευχθεί σε ικανοποιητικό βαθμό. Από τις αρχές της δεκαετίας του '80 το ενδιαφέρον της ελληνικής εκπαίδευσης μετατοπίστηκε στο ζήτημα της εκπαίδευσης των παλιννοστούντων ομογενών. Ρεύ- 15 Χ.Χαρίτος, ό.π., σσ.234-235.,6 Β.Δ.494/15-7-1962, άρθρο 1. 17 Για τα δύο παραπάνω κείμενα, βλ. Σ.Μπουζάκης, χ.τζήκας, Κ. ΑνΟόπουλος, ό.π.,. 18 Για τις πληθυσμιακές μετακινήσεις αυτής της περιόδου Ι.Κολιόπουλος, Η Ιστορία της Ελλάδος από το 1800, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2000, σσ.200-202. 19 Χ. Μαναδατζής, «Μετανάστευση και Ταυτότητα. Η περίπτωση των Μακεδόνων Ελλήνων Μεταναστών» σε Β. Γούναρης, Γ. Αγγελόπουλος, Ι.Μιχαηλίδης, Ταυτότητες στη Μακεδονία. Παπαζήσης, Αθήνα 1997, σς.222-223.
μα παλιννόστησης, ορθότερα μετανάστευσης, προς την Ελλάδα υπήρχε βέβαια και κατά τις προηγούμενες δεκαετίες ωστόσο η άφιξη ομογενών από την Τουρκία, την Αίγυπτο, την Αμερική, την Κύπρο κ.ά. δεν προσέλκυσε την προσοχή του ελληνικού κράτους", προφανώς επειδή κρίθηκε ότι δεν υπήρχε σχετική ανάγκη. Το ενδιαφέρον του ελληνικού κράτους έγινε εντονότερο από τη στιγμή που επέστρεψε στην Ελλάδα ένας σημαντικός αριθμός Ελλήνων της Γερμανίας. Α πόρροια των νέων αναγκών που προέκυψαν υπήρξε η θεσμοθέτηση των τάξεων υποδοχής (Ν.1404/83) 2. Ερευνητική εργασία αναλήφθηκε πλέον από το ΥΠΕΠΘ αλλά και από διάφορα πανεπιστημιακά τμήματα, από ανθρώπους που είχαν ασχοληθεί στο παρελθόν με τα προβλήματα εκπαίδευσης των ελληνοπαίδων στη Γερμανία και σε άλλες χώρες. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με το ιδιαίτερο ενδιαφέρον της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εκπαίδευση των μεταναστών και των άλλων μειονοτικών ομάδων οδήγησε όπως φαίνεται στην ευαισθητοποίηση σε ό,τι αφορά την προσέγγιση του διαφορετικού πολιτισμού. Έτσι στο Αναλυτικό πρόγραμμα του Νηπιαγωγείου (Π.Δ. 486/1989, ΦΕΚ 208 Α') υπάρχουν αναφορές για τα συγκεκριμένα ζητήματα. Συγκεκριμένα στο κεφάλαιο Ψυχοκινητικότητα και Δημιουργικότητα του νηπίου προβλέπονται δραστηριότητες με στόχο την ανάπτυξη πνεύματος φιλίας και συνεογασίας με τα παιδιά της χώοας μας και άλλων χωρών της γης καθώς και δραστηριότητες με στόχο την υιοθέτηση θετικής στάσης απέναντι στα παιδιά των μειονοτήτων"" έτσι ώστε μέσα σε πνεύμα αποδοχής και συνεργασίας να βοηθηθούν τα παιδιά αυτά να ενταχθούν ομαλά στην ομάδα. Συμπερασματικά μπορεί κανείς να παρατηρήσει ότι οι θεσμοί προσχολικής εκπαίδευσης σε συνδυασμό με την κοινωνική πρόνοια υπήρξαν ως το 1974 προσανατολισμένοι στη γλωσσική και πολιτισμική ομογενοποίηση του πληθυσμού. Ο συνδυασμός προσχολικής εκπαίδευσης και κοινωνικής πρόνοιας επιτάχυνε αυτήν τη διαδικασία. Γενικότερα όμως η γλωσσική και πολιτισμική διαφορετικότητα δεν υπήρξε αποδεκτή για λόγους κυρίως εθνικούς. Από τη μεταπολίτευση και έπειτα η χρήση τους για την επίτευξη αυτού του στόχου πέρασε σε δεύτερη μοίρα και το κέντρο βάρους μετατοπίστηκε στη χρησιμοποίηση της προσχολικής εκπαίδευσης ως θεσμού υποβοήθησης της ένταξης πληθυσμών που προέρχονται από διαφορετικό πολιτισμικό περιβάλλον χωρίς όμως το αναλυτικό πρόγραμμα να αποκτήσει πολυπολιτισμικά χαρακτηριστικά. Η ερευνητική δραστηριότητα γύρω από το ζήτημα της παρουσίας των μαθητών αυτής της κατηγορίας αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια δεν παρατηρήθηκε όμως αντίστοιχη κινητικότητα στο επίπεδο των παιδαγωγικών παρεμβάσεων και των θεσμών. ^ Γ.Μάρκου. Εισαγωγή στη Διαπολιτισμική Εκπαίδευση, Αθήνα 1997, σσ.36-37. Μ.Δαμανάκης, Η Εκπαίδευση των Παλιννοστούντων και των Αλλοδαπών Μαθητών στην Ελλάδα. Διαπολιτισμική Ποοσέγγιση. Gutenberg, Αθήνα 1998,σσ.57-58. Υπ.Ε.Π.Θ., Λνα/,υτικό και Ημερήσιο Πρόγραμμα για το Νηπιαγωγείο, Οργανισμός Εκδόσεως Διδακτικών Βιβλίων, Λθήνα 1990, σ.7.