ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΑΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΖΑΝΑΣ όταν καταθέτετε χρήματα σε μια τράπεζα, η τράπεζα δεν τοποθετεί τα χρήματα σε ένα ασφαλές θησαυροφυλάκιο. Επενδύει τα χρήματά σας σε πολλές διαφορετικές μορφές πίστωσης-σε ομόλογα, γραμμάτια, υποθήκες και πολλά άλλα είδη δανείων. Franklin D. Roosevelt
Ζήτηση Χρήματος Η θεωρία ζήτησης χρήματος έχει σκοπό να προσδιορίσει τους παράγοντες εκείνους οι οποίοι επηρεάζουν τη συγκεκριμένη ποσότητα χρήματος την οποία τα άτομα και οι επιχειρήσεις μιας οικονομίας επιθυμούν να διακρατήσουν σε μορφή ρευστών διαθεσίμων. 1. Ποσοτική θεωρία του χρήματος (πρώτη θεωρία που ασχολήθηκε με το χρήμα-κλασική). 2. Κεϋνσιανή θεωρία ζήτησης χρήματος (ή θεωρία προτίμησης ρευστότητας). 3. Μετακεϋνσιανές προσεγγίσεις της θεωρίας ζήτησης χρήματος. 2
Ποσοτική Θεωρία του Χρήματος Παρουσιάζεται με τρεις βασικές μορφές. 1. Εξίσωση των συναλλαγών του Fisher (Transactions Equation) Η αξία των πωλήσεων πρέπει να είναι ίση με την ποσότητα των τελικών αγαθών και υπηρεσιών που ανταλλάσσονται μεταξύ των ατόμων μιας οικονομίας πολλαπλασιαζόμενη με το μέσο όρο των τιμών των αγαθών και υπηρεσιών τους. Η αξία των αγορών πρέπει να είναι ίση με την ποσότητα του χρήματος που κυκλοφορεί στην οικονομία, πολλαπλασιαζόμενη με την ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος. 3
Ποσοτική Θεωρία του Χρήματος 1. Εξίσωση των συναλλαγών του Fisher (Transactions Equation) M S V T = P T T Μ είναι η ποσότητα χρήματος, V η ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος, Ρ το γενικό επίπεδο των τιμών και Τ ο όγκος των συναλλαγών. Ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος: ταχύτητα με την οποία το χρήμα αλλάζει χέρια καθώς μετακινείται στην οικονομία. Κλασικοί οικονομολόγοι: βραχυχρονίως Τ και V σταθερά. Έτσι, η μεταβολή στην ποσότητα χρήματος επηρεάζει μόνο το γενικό επίπεδο των τιμών ανάλογα. 4
Ποσοτική Θεωρία του Χρήματος 2. Εξίσωση του εισοδήματος (παραλλαγή της εξίσωσης των συναλλαγών) M V = P Y Μ είναι η ποσότητα χρήματος, V η ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος, Ρ το γενικό επίπεδο των τιμών των νέων τελικών αγαθών και υπηρεσιών και Υ η ποσότητα των νέων τελικών αγαθών και υπηρεσιών. Υπάρχουν διαφορές με τη εξίσωση των συναλλαγών. Συγκεκριμένα, στην εξίσωση των συναλλαγών: Τ: περιλαμβάνει όχι μόνο νέα αγαθά αλλά και παλαιότερα, περιλαμβάνει συναλλαγές για ομόλογα-μετοχές, συναλλαγές μεταξύ επιχειρήσεων. 5
Ποσοτική Θεωρία του Χρήματος Ρ Τ : συμβολίζει τη μέση ποσότητα του χρήματος που ανταλλάσσεται σε κάθε συναλλαγή. Επομένως περιλαμβάνει: o Αγοραπωλησίες αγαθών, πληρωμές μισθών, συναλλαγές μετοχών-ομολόγων o Απέχει πολύ από το να εκφράζει το γενικό επίπεδο τιμών. o Στην εξίσωση εισοδήματος το Ρ περιλαμβάνει μόνο τις συναλλαγές για τελικά αγαθά. Η εξίσωση του εισοδήματος είναι προτιμότερη γιατί περιλαμβάνεται μόνο η καθαρή προστιθέμενη αξία των νέων αγαθών και υπηρεσιών. Αποφεύγει το διπλό υπολογισμό. 6
Ποσοτική Θεωρία του Χρήματος 3. Εξίσωση των ρευστών διαθεσίμων (εξίσωση του Cambridge) Οι οικονομολόγοι του Cambridge (Marshall και Pigou) μελέτησαν τη ζήτηση χρήματος από μικροοικονομική σκοπιά, σε αντίθεση με τον Fisher, ο οποίος τη μελέτησε από μακροοικονομική σκοπιά. Fisher: ποιοι παράγοντες προσδιορίζουν την ποσότητα του χρήματος, η οποία χρειάζεται σε μια οικονομία, για τη διεξαγωγή ενός δεδομένου όγκου συναλλαγών. Cambridge: ποιοι παράγοντες προσδιορίζουν την ποσότητα του χρήματος που θα επιθυμούσαν τα μεμονωμένα άτομα μιας οικονομίας να παρακρατήσουν υπό τη μορφή ρευστών διαθεσίμων. 7
Ποσοτική Θεωρία του Χρήματος Παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν τις αποφάσεις των ατόμων σύμφωνα με τους οικονομολόγους του Cambridge: o συναλλαγές, απρόβλεπτες δαπάνες, συνολικός πλούτος ατόμων, εισόδημα από άλλες εναλλακτικές τοποθετήσεις του συνολικού πλούτου, κόστος ευκαιρίας διακράτησης μετρητών, προσδοκίες για μελλοντική πορεία οικονομίας, αναμενόμενες μεταβολές στο επίπεδο τιμών. Αν οι άλλοι παράγοντες παραμένουν σταθεροί, η ζήτηση χρήματος σε ονομαστικούς όρους θα είναι ανάλογη με το ονομαστικό επίπεδο του εισοδήματος για κάθε άτομο και, συνεπώς, για το σύνολο της οικονομίας. 8
Ποσοτική Θεωρία του Χρήματος Έτσι διατύπωσαν την εξίσωση ζήτησης χρήματος ως εξής: M d = k P Y Όταν υπάρχει κατάσταση ισορροπίας στην αγορά χρήματος, η ζήτηση χρήματος είναι ίση με την προσφορά (M d =M s ) M s = k P Y Μ s : η ποσότητα χρήματος k: το ποσοστό του εισοδήματος που τα άτομα αποφασίζουν να παρακρατήσουν σε μορφή ρευστών διαθεσίμων Ρ: το γενικό επίπεδο των τιμών των νέων τελικών αγαθών και υπηρεσιών Υ: η ποσότητα των νέων τελικών αγαθών και υπηρεσιών σε σταθερές τιμές. 9
Ποσοτική Θεωρία του Χρήματος Η εξίσωση του Cambridge είναι μια παραλλαγή της εξίσωσης του εισοδήματος: 1 M V = P Y M = P Y M = k P Y V Δηλαδή το k είναι το αντίστροφο της ταχύτητας κυκλοφορίας του χρήματος. Η προσέγγιση του Cambridge δίνει έμφαση στην παρακράτηση ρευστών διαθεσίμων από τα άτομα της κοινωνίας παρά στη νομισματική κυκλοφορία του χρήματος. Δίνει μεγαλύτερες δυνατότητες στην οικονομική ανάλυση και αποτέλεσε τη βάση πάνω στην οποία στηρίχθηκε η θεωρία του Keynes. 10
Κεϋνσιανή θεωρία ζήτησης χρήματος Κλασικοί: Το χρήμα είτε δαπανάται για καταναλωτικούς σκοπούς είτε αποταμιεύεται. Αν αποταμιευθεί, θα κατευθυνθεί για επενδύσεις και δεν θα διατηρηθεί σε ρευστά τα οποία δεν αποφέρουν κανένα εισόδημα (όφελος). Κύριο κίνητρο για παρακράτηση ρευστών διαθεσίμων είναι η διεκπεραίωση των συναλλαγών. Ένα λογικό άτομο δεν θα επιλέξει να παρακρατήσει χρήμα σε ομαλές συνθήκες λειτουργίας της αγοράς. 11
Κεϋνσιανή θεωρία ζήτησης χρήματος Keynes: Το χρήμα καθίσταται πολύ περισσότερο από ένα μέσο συναλλαγών. Τα άτομα παρακρατούν χρήμα σε μορφή ρευστών διαθεσίμων και για λόγους ασφαλείας έναντι απρόβλεπτων αναγκών καθώς και για λόγους κερδοσκοπίας. Επομένως η συνολική ζήτηση χρήματος είναι το άθροισμα της: i. Ζήτησης χρήματος για συναλλακτικούς σκοπούς. ii. Ζήτησης χρήματος για λόγους προφύλαξης (πρόνοιας). iii. Ζήτησης χρήματος για κερδοσκοπικούς σκοπούς. 12
Κεϋνσιανή θεωρία ζήτησης χρήματος i. Ζήτηση χρήματος για συναλλακτικούς σκοπούς Κάθε άτομο χρειάζεται να διακρατεί κάποιο ποσό χρήματος υπό μορφή ρευστών για να διεξάγει τις καθημερινές συναλλαγές του. Το μέσο ποσό ρευστών διαθεσίμων, που ένα άτομο ή μια επιχείρηση βρίσκει αναγκαίο να παρακρατήσει για την πραγματοποίηση των συναλλαγών του, μειώνεται καθώς η συχνότητα είσπραξης των εσόδων του αυξάνει, και αντιστρόφως. Επίσης, αυτό το ποσό αυξάνεται (ή μειώνεται) αναλογικά με την αύξηση (ή μείωση) της χρηματικής αξίας των συναλλαγών του. 13
Κεϋνσιανή θεωρία ζήτησης χρήματος Μια αύξηση του ΑΕΠ συνοδεύεται πάντα με μια αύξηση του συνολικού όγκου των συναλλαγών. Να σημειωθεί ότι η αξία του συνολικού όγκου των συναλλαγών υπερβαίνει κατά πολύ το συνολικό ΑΕΠ (καθώς έχουμε συναλλαγές για ενδιάμεσα προϊόντα, χρεόγραφα, για αγαθά που έχουν παραχθεί σε προηγούμενες περιόδους). Μπορούμε να υποθέσουμε ότι η αναλογία του ΑΕΠ ως προς την αξία του συνολικού όγκου των συναλλαγών παραμένει σταθερή. Άρα, το ποσό ρευστών διαθεσίμων που επιθυμεί να διακρατεί το κοινό για συναλλαγές εξαρτάται άμεσα από το ΑΕΠ. 14
Κεϋνσιανή θεωρία ζήτησης χρήματος Κύριος προσδιοριστικός παράγοντας της ζήτησης χρήματος για συναλλακτικούς σκοπούς είναι η μεταβολή του ΑΕΠ. tr M d = k Y Δεδομένου ότι υπάρχει μια σταθερή αναλογία μεταξύ συναλλαγών και ΑΕΠ καθώς βραχυχρονίως οι παρακάτω παράγοντες δεν μεταβάλλονται: o Βαθμός συγχρονισμού εισπράξεων-πληρωμών o Ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος o Βαθμός ολοκλήρωσης της βιομηχανίας 15
ii. Κεϋνσιανή θεωρία ζήτησης χρήματος Ζήτηση χρήματος για σκοπούς προφύλαξης Κάθε άτομο χρειάζεται να διακρατεί κάποιο ποσό χρήματος υπό μορφή ρευστών για την αντιμετώπιση απρόβλεπτων δαπανών. Κατά την άποψη του Keynes ο σπουδαιότερος παράγοντας που επηρεάζει το πραγματικό ποσό ρευστών διαθεσίμων που παρακρατείται για λόγους πρόνοιας είναι το επίπεδο εισοδήματος. Κύριος προσδιοριστικός παράγοντας της ζήτησης χρήματος για σκοπούς προφύλαξης είναι η μεταβολή του ΑΕΠ. 16
Κεϋνσιανή θεωρία ζήτησης χρήματος iii. Ζήτηση χρήματος για κερδοσκοπικούς σκοπούς Ο Keynes επεσήμανε ότι τα άτομα προτιμούν να διακρατούν ρευστά διαθέσιμα για να κερδοσκοπήσουν από την αγοραπωλησία ομολογιών. Σχέση τιμής ομολόγου και επιτοκίου αγοράς Έστω ένα άτομο που έχει στη διάθεσή του 1.000 ευρώ. Το άτομο έχει δύο εναλλακτικές επιλογές. a) Μπορεί είτε να καταθέσει τα χρήματά του στην τράπεζα με επιτόκιο 5% και να εισπράξει τόκο 50 ευρώ b) Μπορεί να αγοράσει μία ομολογία ονομαστικής αξίας 1.000 ευρώ με απόδοση 5% (θα εισπράξει τόκο 50 ευρώ). Το άτομο είναι αδιάφορο. 17
Κεϋνσιανή θεωρία ζήτησης χρήματος Έστω ότι το επιτόκιο της αγοράς μειώνεται σε 2%. Το άτομο έχει κίνητρο να αποσύρει τα χρήματά του από την τράπεζα και να αγοράσει ομολογίες καθώς η απόδοση από την τράπεζα μειώνεται σε 20 ευρώ. Επειδή όλα τα άτομα θα συμπεριφερθούν με τον ίδιο τρόπο θα αυξηθεί η ζήτηση για ομολογίες με αποτέλεσμα την αύξηση της τιμής των ομολογιών. Η διαδικασία αυτή θα συνεχιστεί μέχρι τα άτομα να είναι και πάλι αδιάφορα μεταξύ κατάθεσης στην τράπεζα και αγοράς ομολογιών. Δηλ., η τιμή της ομολογίας θα αυξηθεί όσο χρειάζεται προκειμένου να μην υπάρχει κίνητρο για κανένα άτομο να αποσύρει το κεφάλαιό του από την τράπεζα και να αγοράσει ομολογίες. Τα αντίστροφα ισχύουν σε αύξηση του επιτοκίου αγοράς. 18
Κεϋνσιανή θεωρία ζήτησης χρήματος Επομένως, υπάρχει αρνητική σχέση μεταξύ επιτοκίου αγοράς και τιμής ομολογίας. Ατομική ζήτηση χρήματος για κερδοσκοπία Κάθε άτομο θεωρεί μία τιμή του επιτοκίου (αναμενόμενη απόδοση) και τη συγκρίνει με το επιτόκιο της αγοράς (i). Το ύψος της αναμενόμενης απόδοσης διαφέρει από άτομο σε άτομο, π.χ., λόγω πληροφόρησης. Εάν, τώρα, η αναμενόμενη απόδοση είναι μεγαλύτερη από το αγοραίο επιτόκιο (i) τότε το άτομο θεωρεί ότι το επιτόκιο θα αυξηθεί και επομένως αναμένει ότι η τιμή των ομολογιών θα μειωθεί. 19
Κεϋνσιανή θεωρία ζήτησης χρήματος Έτσι, θα πουλήσει τις ομολογίες του ώστε να κρατήσει τα μετρητά και να αγοράσει σε χαμηλότερη τιμή στο μέλλον. Αυτό σημαίνει ότι η ζήτηση χρήματος για κερδοσκοπικούς σκοπούς αυξάνεται. Εάν, τώρα, η αναμενόμενη απόδοση είναι μικρότερη από το αγοραίο επιτόκιο (i) τότε το άτομο θεωρεί ότι το επιτόκιο θα μειωθεί και επομένως αναμένει ότι η τιμή των ομολογιών θα αυξηθεί. Έτσι, θα αγοράσει ομολογίες ώστε να τις πουλήσει στο μέλλον που η τιμή τους θα έχει αυξηθεί. Αυτό σημαίνει ότι η ζήτηση χρήματος για κερδοσκοπικούς σκοπούς μειώνεται. 20
Κεϋνσιανή θεωρία ζήτησης χρήματος Επομένως, υπάρχει αρνητική σχέση μεταξύ ζήτησης χρήματος για κερδοσκοπικούς σκοπούς και επιτοκίου. Εάν το επιτόκιο της αγοράς (i) είναι στο μέγιστο επίπεδο, τα άτομα θεωρούν ότι το επιτόκιο δε μπορεί να αυξηθεί. Η ζήτηση χρήματος για κερδοσκοπικούς σκοπούς είναι ίση με το μηδέν. Γιατί;;; Εάν το επιτόκιο της αγοράς (i) είναι στο ελάχιστο επίπεδο, τα άτομα θεωρούν ότι το επιτόκιο δε μπορεί να μειωθεί άλλο καθώς αυτό είναι το ελάχιστο επιτόκιο. Οπότε, όλα τα άτομα πουλάνε ομολογίες (ρευστοποιούν) και το χαρτοφυλάκιό τους αποτελείται μόνο από μετρητά. Η ζήτηση χρήματος για κερδοσκοπικούς σκοπούς είναι πάρα πολύ μεγάλη (θεωρητικά τείνει στο άπειρο). Παγίδα ρευστότητας (liquidity trap). 21
Κεϋνσιανή θεωρία ζήτησης χρήματος Η συνολική ζήτηση χρήματος είναι το άθροισμα της ζήτησης χρήματος για συναλλακτικούς σκοπούς, για σκοπούς προφυλάξεως και για κερδοσκοπικούς σκοπούς. Η ζήτηση χρήματος για συναλλακτικούς σκοπούς και για σκοπούς προφυλάξεως εξαρτάται θετικά από το πραγματικό ΑΕΠ (Υ). Η ζήτηση χρήματος για κερδοσκοπικούς σκοπούς εξαρτάται αρνητικά από το ονομαστικό επιτόκιο. 22
i max i min Καμπύλη ζήτησης ρευστών διαθεσίμων + - M d = f Y,i χρηματικά διαθέσιμα (M) Ceteris paribus, η ζήτηση για ρευστά διαθέσιμα θα είναι μικρότερη όταν το κόστος ευκαιρίας (επιτόκιο) είναι σχετικά υψηλό. Η θέση της καμπύλης εξαρτάται από το πραγματικό εισόδημα (Y) και το επίπεδο των τιμών (P) που είναι σταθερό. Όταν το επιτόκιο φτάσει στο χαμηλότερο επίπεδο (i min ) η ζήτηση για ρευστά διαθέσιμα γίνεται απείρως ελαστική (παγίδα ρευστότητας). 23
Μετακεϋνσιανές προσεγγίσεις Διάφοροι μετακεϋνσιανοί οικονομολόγοι διατύπωσαν διαφορετικές απόψεις από εκείνη του Keynes για τη ζήτηση χρήματος. Ζήτηση χρήματος για συναλλακτικούς σκοπούς: είναι θετική συνάρτηση του εισοδήματος και αρνητική συνάρτηση του επιτοκίου (π.χ., Baumol, Tobin). Ζήτηση χρήματος για λόγους πρόνοιας: εξαρτάται αντίστροφα και από το επιτόκιο. Ζήτηση χρήματος για κερδοσκοπία: ένα άτομο δεν κάνει επιλογή του ποσού, που έχει για κερδοσκοπία, μεταξύ της τοποθέτησης όλο σε ρευστό ή όλο σε ομολογίες όπως υποστήριξε ο Keynes. Επιλέγει να τοποθετήσει ένα μέρος σε ρευστά διαθέσιμα και ένα σε ομολογίες, μετοχές κλπ. (ανάλυση χαρτοφυλακίου, Tobin). 24