Μ. Κελπανίδης Ομότιμος Καθηγητής Α.Π.Θ. Τιμώμενο πρόσωπο στο συμπόσιο «Εκπαίδευση και Κοινωνία» Κύριε Αναπληρωτή Πρόεδρε, Κύριε Διευθυντά, Αγαπητές και αγαπητοί συνάδελφοι, Αγαπητές φοιτήτριες και φοιτητές, Κυρίες και κύριοι, Ευχαριστώ θερμά τα μέλη του Τομέα Παιδαγωγικής, τους οργανωτές, τους ομιλητές για την πραγματοποίηση της ημερίδας και εσάς για την παρουσία και συμμετοχή σας. Πριν αναφερθώ στο κύριο θέμα, θα ήθελα να προτάξω κάποιες σκέψεις για το νόημα της σημερινής εκδήλωσης. Στις περισσότερες κοινωνίες η μετάβαση από την επαγγελματική ζωή στο status της τυπικής επαγγελματικής απενεργοποίησης, είναι θεσμοθετημένη με όριο κάποιο σημείο της βιολογικής ηλικίας, το οποίο ωστόσο διαφέρει από κοινωνία σε κοινωνία και μεταβάλλεται διαχρονικά, όπως συμβαίνει σήμερα. Σήμερα, η άνοδος του ορίου της συνταξιοδότησης και η εξίσωση των διαφορετικών ορίων που ισχύουν στις χώρες-μέλη είναι ιδιαίτερα επίμαχα θέματα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στα περισσότερα επαγγέλματα οι εργαζόμενοι περιμένουν «πώς και πώς» τη στιγμή της συνταξιοδότησης τους, και τα συνδικάτα έχουν πάντα ως σταθερό στόχο τους να μειώσουν το ηλικιακό όριο της συνταξιοδότησης. Αντίθετα, σε ένα υποσύνολο των επαγγελμάτων στα επιστημονικά, καλλιτεχνικά και πολιτικά επαγγέλματα τα άτομα τα απασχολεί το ακριβώς αντίθετο πρόβλημα: πώς να διατηρήσουν τις λειτουργίες που είχαν, ώστε να παραμείνουν ενεργά στους ρόλους τους. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει, ότι η ταύτιση του ατόμου με το επάγγελμα, που διαμορφώνεται σ αυτές τις δύο μεγάλες κατηγορίες των επαγγελμάτων είναι εντελώς διαφορετική. Στην πρώτη κατηγορία το επάγγελμα είναι μέσο προς βιοποριστικό σκοπό. Στην δεύτερη, το επάγγελμα γίνεται αυτοσκοπός. Η συνέπεια είναι, ότι σ αυτή τη δεύτερη κατηγορία των επαγγελμάτων η προσωπική ταυτότητα, η αυτοεκτίμηση και οι συναφείς διαστάσεις του εαυτού εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την επαγγελματική ταυτότητα. Στην ερώτηση: «Ποιος είμαι;» εμφανίζεται ανάμεσα στις πρώτες απαντήσεις η επαγγελματική ταυτότητα του ατόμου. H επαγγελματική ταυτότητα είναι συνεπώς μία κεντρική διάσταση του εαυτού. Στην κοινωνική φιλοσοφία του 19 ου αιώνα η εργασία ανήκε στη «σφαίρα της αναγκαιότητας» ή αλλιώς στο «βασίλειο της αναγκαιότητας» πέραν του οποίου θα άρχιζε η ελευθερία και η αυτοπραγμάτωση του ανθρώπου. Αυτό το «βασίλειο της ελευθερίας» το μετέθετε ο Μαρξ στη σοσιαλιστική κοινωνία του μέλλοντος (Das Kapital III: 828).
2 Η ιστορία δεν ακολούθησε ωστόσο την πορεία που προδιέγραψαν οι προγνώσεις του Μαρξ. Ένα αυτό. Δεύτερο, σε όλες τις ιστορικές κοινωνίες η εργασία δεν ήταν ποτέ μία δραστηριότητα που εξυπηρετούσε αποκλειστικά και μόνο την επιβίωση. Υπήρξαν πάντα εργασίες, σε κάθε κοινωνία πνευματικές, καλλιτεχνικές, γνωστικές που δεν ήταν άμεσα αναγκαίες για την επιβίωση. Είναι αλήθεια ότι πολύ μικρά ποσοστά ατόμων απασχολούνταν σ αυτές τις εργασίες στο παρελθόν. Σε αντιπαράθεση, η σημερινή μεταβιομηχανική κοινωνία της γνώσης διάνοιξε ευρεία πρόσβαση στα επιστημονικά, καλλιτεχνικά και συναφή επαγγέλματα, στα οποία η εργασία γίνεται αυτοσκοπός. Ότι γίνεται αυτοσκοπός, το αποδεικνύει, εκτός άλλων, η εθελοντική παράταση της εργασίας στον ελεύθερο χρόνο. Για τα άτομα σ αυτά τα επαγγέλματα, η εργασία είναι η πιο σημαντική δραστηριότητα τους σε σύγκριση με τα άλλα ενδιαφέροντα του ελεύθερου χρόνου. Ένας νομπελίστας που ερωτήθηκε σε συνέντευξη για τα ενδιαφέροντα και τα χόμπι του απάντησε χαρακτηριστικά: «My hobby? Is my job». Αυτό δεν ισχύει μόνο για τους λίγους νομπελίστες, αλλά και για πολλούς άλλους επιστήμονες. Η διαφορά αυτή, ότι ένα επάγγελμα υποκειμενικά μπορεί να αποτελεί αυτοσκοπό και όχι απλώς μέσο προς σκοπό αποδεικνύει ότι η εργασία δεν είναι ομοιογενής παράγοντας. Αφού αναφέρθηκα ως εδώ στην υποκειμενική διάσταση του επαγγέλματος, έρχομαι τώρα στην εξωτερική, τη θεσμική πλευρά. Η υποχρεωτική συνταξιοδότηση δεν υφίσταται για τους πανεπιστημιακούς στις ΗΠΑ. Μπορούν οι ίδιοι να επιλέξουν την χρονική στιγμή της μετάβασης τους στο στάδιο του ομότιμου. Το Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο των ΗΠΑ απέρριψε στο παρελθόν την υποχρεωτική συνταξιοδότηση με το επιχείρημα ότι αποτελούσε διάκριση εις βάρος των ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας, ώστε ήταν αντισυνταγματική. Ποιες όμως είναι οι λειτουργικές συνέπειες της απόφασης για το σύστημα της επιστήμης και τεχνολογίας; Είναι γεγονός ότι τα άτομα διαφέρουν, όπως και σε άλλες ιδιότητές τους, έτσι και όσον αφορά τη διατήρηση των πνευματικών ικανοτήτων τους σε μεγαλύτερη ηλικία. Σε ορισμένα άτομα μειώνεται με την ηλικία η δημιουργικότητα και αρχίζουν να επαναλαμβάνουν τις ιδέες και τις θεματικές που ανέπτυξαν στο παρελθόν. Αντίθετα, άλλα άτομα φθάνουν, σε μεγαλύτερη ηλικία, σε ένα υψηλότερο στάδιο θεωρητικής ωρίμανσης και είναι πιο παραγωγικά από ό,τι ήταν στις προηγούμενες φάσεις. Γι αυτή την κατηγορία των ερευνητών ισχύει η φιλοσοφική αλληγορία του Hegel ότι «η γλαύκα της Αθηνάς πετάει το δειλινό», που σημαίνει, ότι η γνώση και η «σοφία» έρχονται σε ύστερη φάση της ζωής. Έτσι, όσον αφορά εκείνα τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας που σε μεγαλύτερη ηλικία φθάνουν σε υψηλότερο επίπεδο κατανόησης των θεωρητικών
3 προβλημάτων της επιστήμης τους, η υποχρεωτική αποχώρησή τους αποτελεί απώλεια πολύτιμου επιστημονικού δυναμικού. Πώς όμως μπορεί να διαπιστωθεί ο βαθμός της διατήρησης των πνευματικών ικανοτήτων; Αυτό είναι θέμα των Πανεπιστημιακών Τμημάτων, τα οποία γνωρίζουν ποια καθήκοντα μπορούν να αναθέσουν στα μέλη τους, ανάλογα με το βαθμό της διατήρησης των πνευματικών δυνάμεών τους. Πιστεύω, ότι αυτή η ρύθμιση που ισχύει στις ΗΠΑ είναι περισσότερο λειτουργική από το καθεστώς της υποχρεωτικής αποχώρησης στις ευρωπαϊκές χώρες. Σ αυτή την περίπτωση, οι Αμερικανοί έχουν προφανώς κάνει την καλύτερη επιλογή. Έρχομαι τώρα στο κύριο θέμα. Όταν το 1985 επέστρεψα στην Ελλάδα από τη Γερμανία με την παρότρυνση του Παναγιώτη Ξωχέλλη, με τον οποίο είχαμε γνωριστεί στο πλαίσιο μιας έρευνας στη Γερμανία, εκλέχθηκα στη θέση του επίκουρου για το διπλό αντικείμενο της Κοινωνιολογίας της Εκπαίδευσης και της Μεθοδολογίας της Παιδαγωγικής Έρευνας. Θεώρησα εξ αρχής ότι η σύνδεση αυτή ήταν θετική, γιατί οι μελλοντικοί εκπαιδευτικοί θα έπρεπε να κατανοήσουν νωρίς την αναγκαιότητα του μεθοδικού ελέγχου των γνωστικών προτάσεων της Επιστήμης με βάση τα δεδομένα της πραγματικότητας. Συνεπώς, η θέση μου ήταν και παραμένει, ότι η Κοινωνιολογία δεν πρέπει να διδάσκεται, όπως συμβαίνει σε πολλά Παιδαγωγικά Τμήματα, ως Κοινωνική Φιλοσοφία, η οποία δεν ελέγχει συστηματικά την αλήθεια των ισχυρισμών της με τα δεδομένα της πραγματικότητας. Η εκτίμησή μου είναι, ότι στο διάστημα που παρήλθε κάναμε κάποια πρόοδο προς την κατεύθυνση της προσγείωσης στην πραγματικότητα, τουλάχιστον σε σχέση με πολλά Παιδαγωγικά Τμήματα που δεν έχουν ούτε Μεθοδολογία, ούτε Στατιστική ούτε Κοινωνιολογία ως υποχρεωτικά μαθήματα στο πρόγραμμά τους. Θεωρώ ότι στο μεταπτυχιακό και στο διδακτορικό επίπεδο επετεύχθη μία διεύρυνση της κατανόησης των σχέσεων, εξαρτήσεων και αλληλεξαρτήσεων κοινωνίας και εκπαίδευσης. Εκπονήθηκαν μεταπτυχιακές και διδακτορικές διατριβές, που εστιάστηκαν στις σχέσεις κράτους πρόνοιας και εκπαίδευσης και σε συναφείς μακροκοινωνιολογικές θεματικές. Σε αρκετές διδακτορικές διατριβές λήφθηκαν μεγαλύτερα δείγματα μαθητών και εφαρμόστηκαν σχετικά απαιτητικές στατιστικές αναλύσεις. Ο ευρύτερος στόχος ήταν ωστόσο, να ενεργοποιηθεί το ενδιαφέρον και η συμμετοχή του μεγαλύτερου μέρους των μεταπτυχιακών φοιτητών για την ποσοτική έρευνα και όχι μόνο των λίγων υποψηφίων διδακτόρων. Έτσι, τις 4 τελευταίες χρονιές πραγματοποιήσαμε με συμμετοχή όλων των μεταπτυχιακών του πρώτου έτους 4 μεγαλύτερες έρευνες, από τις οποίες η τελευταία είναι σε εξέλιξη. Στη συνέχεια θα δώσω κάποιες συνοπτικές πληροφορίες για τις μεγαλύτερες από αυτές τις έρευνες.
4 1) Η έρευνα για τις καταλήψεις ήταν η μεγαλύτερη: Ο τίτλος της έρευνας ήταν «Καταλήψεις σχολείων από μαθητές και μαθήτριες ως συνέπεια αδύναμων πολιτικών και εκπαιδευτικών θεσμών». Λήφθηκε πανελλαδικό δείγμα 8.335 μαθητών/τριών από Λύκεια 15 νομών και την πληροφόρηση σχετικά με το δείγμα, η έρευνα παρουσιάστηκε στο Συνέδριο του ΠΤΔΕ Αθηνών και οι εισηγήσεις δημοσιεύθηκαν στα Πρακτικά του Συνεδρίου. [Βλ. Τριλιανός, Α. κ.α. (επιμ.). Η Ποιότητα στην Εκπαίδευση: Τάσεις και Προοπτικές. Πανελλήνιο Συνέδριο με Διεθνή Συμμετοχή, 11 έως 13 Μαΐου 2012, Πρακτικά Συνεδρίου, Α Τόμος: 1ο Συμπόσιο: Η κουλτούρα των καταλήψεων και το σχολείο: η δευτεροβάθμια εκπαίδευση σε διαρκή κρίση, Πρόεδρος Συμποσίου: Μιχάλης Κελπανίδης, σελ. 310-340] Η έρευνα αφορούσε τους παράγοντες που επηρεάζουν θετικά ή αρνητικά τη συμμετοχή των μαθητών/τριών στις καταλήψεις. Λόγω του περιορισμένου χρόνου θα αναφέρω μόνο τις σημαντικότερες 3 διαπιστώσεις: Πρώτο: Η στάσεις των σημαντικών προσώπων αναφοράς των μαθητών/τριών που είναι οι γονείς, οι καθηγητές και ο διευθυντής επηρεάζουν σαφώς, όπως προέκυψε από τη στατιστική ανάλυση, τις στάσεις και τη συμμετοχή των μαθητών στις καταλήψεις. Όταν αυτά τα πρόσωπα αναφοράς και κύρους κυρίως οι εκπαιδευτικοί και οι γονείς έχουν σθεναρή στάση εναντίον των καταλήψεων, τότε οι μαθητές συμμετέχουν λιγότερο στις καταλήψεις. Ωστόσο, μόνο το ένα τέταρτο των καθηγητών, οι μισοί από τους διευθυντές και το 14,4% των γονέων παίρνουν σαφώς αρνητική στάση απέναντι στις καταλήψεις. Οι υπόλοιποι τηρούν χλιαρή στάση ή και υποστηρίζουν σιωπηρά τις καταλήψεις. Δεύτερο: Οι μαθητές και μαθήτριες που συμμετέχουν στα όργανα εκπροσώπησης υποστηρίζουν τις καταλήψεις και συμμετέχουν σε μεγαλύτερο ποσοστό, από ό,τι οι άλλοι μαθητές. Τρίτο: Όσο υψηλότερο είναι το επίπεδο της πολιτικής πληροφόρησης, τόσο πιο αρνητική είναι η στάση των μαθητών/τριών απέναντι στις καταλήψεις και τόσο χαμηλότερο είναι το ποσοστό συμμετοχής στις καταλήψεις. 2) Η έρευνα για τις στάσεις των μαθητών/τριών απέναντι στα Αρχαία Ελληνικά και των απόψεων των καθηγητών για τη διδασκαλία του μαθήματος. Το ακαδημαϊκό έτος 2008/2009 είχαμε ετοιμάσει με την τότε ομάδα των πρωτοετών του μεταπτυχιακού μία έρευνα και τα αντίστοιχα γραπτά ερωτηματολόγιο για να ερευνήσουμε τις στάσεις των μαθητών του Λυκείου απέναντι στο μάθημα των Αρχαίων Ελληνικών και τις απόψεις των καθηγητών για τη διδασκαλία του μαθήματος. Το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο ωστόσο εμπόδισε τη διεξαγωγή της έρευνας στους μαθητές, ώστε πραγματοποιήθηκε μόνο η έρευνα με γραπτό ερωτηματολόγιο στους εκπαιδευτικούς. Η έρευνα δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ [Βλ. Κελπανίδης, Μ. με Ερευνητική Ομάδα Μεταπτυχιακών Φοιτητών και Φοιτητριών, Οι απόψεις των καθηγητών και των μαθητών για το μάθημα των Αρχαίων. Η έρευνα στους καθηγητές που έγινε, η έρευνα στους μαθητές, που δεν έγινε, και οι αιτίες του τορπιλισμού της από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ, τεύχος 131, σελ. 21-50.]
5 3) «Κοινωνικοποίηση στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση» Η κοινωνική σημασία της κοινωνικοποίησης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αυξήθηκε με τη διεύρυνση της πρόσβασης στο Πανεπιστήμιο και στα τριτοβάθμια ιδρύματα. Στο παρελθόν, και ως τη δεκαετία του 1960, φοιτούσε στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση ένα μόνο μικρό ποσοστό της ομάδας ηλικίας. Σήμερα διαγράφεται στις περισσότερες μεταβιομηχανικές κοινωνίες η γενίκευση της φοίτησης στο τριτοβάθμιο επίπεδο. Έτσι, οι κοινωνικοποιητικές επιπτώσεις της φοίτησης στην μαζική Τριτοβάθμια Εκπαίδευση επηρεάζουν σχεδόν το σύνολο της ομάδας ηλικίας. Έχουν συνεπώς πολύ ευρύτερες κοινωνικές επιπτώσεις σήμερα από ό,τι είχαν στο παρελθόν. Η έρευνα εστιάστηκε κυρίως στη διαμόρφωση των επιστημονικών, επαγγελματικών και πολιτικών ταυτοτήτων που συντελείται στη διάρκεια της φοίτησης στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Τα δεδομένα αξιοποιούνται στη μεταπτυχιακή εργασία της Γιούλης Βαϊοπούλου. 4) Η τέταρτη έρευνα που βρίσκεται σε εξέλιξη, αφορά τις στάσεις των φοιτητών/τριών απέναντι στον νεποτισμό, τις πελατειακές σχέσεις και στη διαφορά, φαινόμενα που είναι πολύ διαδεδομένα στην ελληνική κοινωνία. Κατασκευάστηκαν δύο ερωτηματολόγια, από τα οποία το ένα εστιάστηκε περισσότερο στις στάσεις απέναντι στους πολιτικούς θεσμούς και στη διάβρωσή τους από το νεποτισμό κλπ., ενώ το δεύτερο στις στάσεις απέναντι στους εκπαιδευτικούς θεσμούς, στην τήρηση της αξιοκρατίας, τα κριτήρια επίδοσης κλπ. Το κάθε ερωτηματολόγιο υποβλήθηκε σε περίπου 500 φοιτητές/τριες. ΒΙΒΛΙΟ Το θέμα ευρύτερης εμβέλειας που με απασχόλησε τα τελευταία χρόνια ήταν η ευρωπαϊκή ενσωμάτωση. Η ενασχόληση μου με το θέμα αυτό κατέληξε στο βιβλίο που κυκλοφορεί τις επόμενες εβδομάδες στη Γερμανία στον εκδοτικό οίκο «Nomos» με τίτλο: «Πολιτική Ένωση χωρίς έναν δήμο Ευρωπαίων πολιτών; Η απουσία της κοινότητας Ευρωπαίων πολιτών ως εμπόδιο της πολιτικής ενσωμάτωσης». [Politische Union ohne europäischen Demos? Die fehlende Gemeinschaft der Europäer als Hindernis der politischen Integration. (2013). Nomos, Baden-Baden] Το βιβλίο αυτό άρχισε από άλλη αφετηρία και κατέληξε σε εντελώς διαφορετικά συμπεράσματα από εκείνα στα οποία υπέθετα αρχικά ότι θα κατέληγε. Αφετηρία της έρευνας αποτέλεσε η αρχική αισιόδοξη πεποίθηση, ότι το μέλλον της Ευρώπης θα είναι η δημιουργία ενός Ομοσπονδιακού Ευρωπαϊκού Κράτους: οι Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης, όπως τις ονειρεύτηκε ο Victor Hugo τον 19 ο αιώνα. Στα μέσα της πρώτης δεκαετίας του 2000, με τις οικονομικές επιτυχίες της ΕΕ και με τη μεγάλη διεύρυνσή της προς τις Ανατολικές Χώρες, η ανάπτυξη της
6 ευρωπαϊκής ταυτότητας στους πολίτες των ευρωπαϊκών χωρών εμφανιζόταν ως ιστορικά αναγκαία και αναπόφευκτη σε όσους πίστευαν στην μελλοντική Ενωμένη Ευρώπη. Στο πνεύμα αυτό της αισιοδοξίας σχεδιάσαμε από κοινού με τον πρώην διδάκτορά μου Γιώργο Δοδοντσάκη, που υπηρετούσε στο Ευρωπαϊκό Σχολείο του Λουξεμβούργο ως καθηγητής της Δευτεροβάθμιας, την έρευνα για την ευρωπαϊκή ταυτότητα των μαθητών των Ευρωπαϊκών Σχολείων, που πραγματοποιήθηκε στο Σχολείο του Λουξεμβούργου στο οποίο φοιτούσαν παιδιά όχι μόνο από όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, αλλά από συνολικά 150 χώρες του κόσμου. Δεν υπάρχει χρόνος για να παρουσιάσω το ερωτηματολόγιο και να αναπτύξω τη Μεθοδολογία. Αυτά περιέχονται στο βιβλίο. Υποβλήθηκε γραπτό ερωτηματολόγιο στο σύνολο των 1.700 μαθητών των 6 τάξεων της Δευτεροβάθμιας στις τρεις κύριες γλώσσες της ΕΕ, Αγγλικά, Γαλλικά και Γερμανικά. Η γενική υπόθεση ήταν, ότι οι μαθητές από τις 6 ιδρυτικές χώρες της ΕΟΚ θα είχαν θετικότερες στάσεις προς την ευρωπαϊκή ενοποίηση από ό,τι οι μαθητές των άλλων χωρών. Σε γενικές γραμμές η υπόθεση επιβεβαιώθηκε, μολονότι η αποτύπωση της ευρωπαϊκής ταυτότητας δεν εμφανίστηκε ως ισχυρή. Ως περισσότερο «Ευρωπαίοι» αποδείχθηκαν σαφώς οι Γερμανοί μαθητές ακολουθούμενοι από τους μαθητές των άλλων πέντε χωρών από τις πρώτες 6 ιδρυτικές χώρες. Ως οι σαφώς λιγότερο «Ευρωπαίοι» αποδείχθηκαν οι Έλληνες, οι Φιλανδοί και οι Ιρλανδοί. Ασθενείς ευρωπαϊκές στάσεις εμφάνισαν γενικά οι μαθητές από τις χώρες της βόρειας και της νότιας περιφέρειας της Ευρώπης. Το κύριο μέρος του βιβλίου, όπως είχε σχεδιαστεί αρχικά, θα κατελάμβανε η έρευνα. Οι τρέχουσες εξελίξεις ανέτρεψαν ωστόσο το αρχικό σχέδιο. Η αποτυχία της Νομισματικής Ένωσης και η κρίση του Ευρώ οδήγησαν στην ανάγκη της αναθεώρησης των προηγούμενων παραδοχών που αποδείχθηκαν ως εσφαλμένες. Έτσι η δόμηση του βιβλίου πήρε εντελώς άλλη τροπή και η έρευνα αποτέλεσε το ένα από τα 5 κεφάλαια του βιβλίου. Μετά το εισαγωγικό κεφάλαιο, στο οποίο σκιαγραφείται η συνολική θεματική του βιβλίου, ακολουθεί το δεύτερο κεφάλαιο που αναφέρεται στις μεταπολεμικές εξελίξεις σχετικά με τους παράγοντες που οδήγησαν στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου στη ίδρυση της ΕΟΚ. Από αυτή την ανάλυση προέκυψε ότι σε καμία φάση δεν υπήρξε ένα μαζικό κίνημα πολιτών για την ευρωπαϊκή ενοποίηση. Η ΕΟΚ και η μετέπειτα ΕΕ ήταν και παρέμειναν «κατασκευάσματα» των πολιτικών ελίτ χωρίς καμία υποστήριξη από τη βάση των πολιτών σε καμία χώρα-μέλος. Η ιστορία δείχνει ωστόσο ότι σε κάθε περίπτωση επιτυχούς δημιουργίας εθνικού κράτους υπήρξαν πέραν από άλλους παράγοντες ισχυρά μαζικά κινήματα πολιτών για την εθνική ενοποίηση. Αυτή η βασική θέση αναλύεται και τεκμηριώνεται με ιστορικά δεδομένα στο τρίτο κεφάλαιο που αναφέρεται στη δημιουργία των εθνών, των εθνικών κρατών και των εθνικών ταυτοτήτων τον 19 ο αιώνα στην Ευρώπη. Ως κεντρική αναδύθηκε η θέση ότι τα έθνη και οι εθνικές ταυτότητες δεν επιβλήθηκαν με εξωτερικό καταναγκασμό που άσκησαν πολιτικές ηγεσίες, αλλά
7 συγκροτήθηκαν από την κοινωνική επικοινωνία πληθυσμιακών ομάδων με κοινά πολιτισμικά χαρακτηριστικά: γλώσσα, θρησκεία, επίπεδο τεχνολογικής και κοινωνικής εξέλιξης και άλλα. Από την κοινωνική επικοινωνία διαμορφώθηκε η κοινωνική συνοχή, η κοινή ταυτότητα και η κοινωνική αλληλεγγύη. Μετά από αυτό το ιστορικό κεφάλαιο, ακολουθεί η παρουσίαση της έρευνας στο Ευρωπαϊκό Σχολείο του Λουξεμβούργου. Η έρευνα «έδεσε» θεματικά με το προηγούμενο ιστορικό κεφάλαιο. Πώς; Στην ανάλυση των δεδομένων των ερωτήσεων σχετικά με την επιλογή των φίλων που αφορούσαν την κοινωνική επικοινωνία των μαθητών έγινε σαφές ότι στις επιλογές των φίλων ισχύει η ίδια αρχή, ότι δηλαδή η κοινωνική επικοινωνία καθορίζεται από τα κοινά πολιτισμικά χαρακτηριστικά, όπως συνέβη ιστορικά. Με τη μεγαλύτερη συχνότητα επιλέγονται φίλοι/ες από την ίδια εθνική ομάδα. Προέκυψαν ωστόσο μεγάλες διαφορές ανάμεσα στις εθνικές ομάδες των μαθητών, όσον αφορά την επιλογή των φίλων από την ίδια εθνική ομάδα ή από άλλες εθνικές ομάδες. Οι διαφορές αυτές εκφράζουν αντίστοιχα την «ανοιχτότητα» ή «κλειστότητα» μιας εθνικής ομάδας. Στο άκρο των «κλειστών» ομάδων που επιλέγουν τους φίλους/ες τους σε ποσοστό πάνω από 70% από τη δική τους εθνική ομάδα βρίσκονται οι μαθητές από τις χώρες της νότιας και της βόρειας περιφέρειας: Έλληνες, Ισπανοί, Πορτογάλοι, Ιταλοί και Σκανδιναβοί. Στο αντίθετο άκρο των «ανοιχτών» ομάδων βρίσκονται οι Λουξεμβούργιοι, οι οποίοι επιλέγουν τους φίλους/ες τους κατά μόνο 21,7% από τη δική τους ομάδα. Στις «ανοιχτές» εθνικές ομάδες ανήκουν οι Γερμανοί και οι Ολλανδοί, οι οποίοι επιλέγουν τους φίλους/ες τους σε ποσοστό μόνο 51 και 50% αντίστοιχα από τη δική τους ομάδα. Η πρώτη διαπίστωση είναι συνεπώς ότι ο βαθμός της «ανοιχτότητας» είναι πολύ διαφορετικός ανάμεσα στους μαθητές διαφορετικών εθνικοτήτων. Πως εξηγείται αυτό; Η εξήγηση της μεγαλύτερης συχνότητας επικοινωνίας μέσα στην εθνική ομάδα είναι, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, η ύπαρξη των κοινών γλωσσικών και πολιτισμικών χαρακτηριστικών της εθνικής ομάδας. Η αρχή αυτή ισχύει και σε αντίθετες περιπτώσεις, όταν δηλαδή οι επιλογές γίνονται εκτός των ορίων της εθνικής ομάδας. Πώς; Όταν οι επιλογές γίνονται εκτός των ορίων της εθνικής ομάδας, τότε καθορίζονται από τις γλωσσικές και πολιτισμικές συγγένειες εθνοτικών ομάδων που είχαν ενταχθεί πολιτικά για ιστορικούς λόγους σε διαφορετικά κράτη-έθνη. Αυτό γίνεται εμφανές από η συμπεριφορά τριών εθνικών ομάδων: Οι Άγγλοι επιλέγουν τους φίλους/φίλες τους κατά 45% από την δική τους ομάδα. Η δεύτερη σε συχνότητα επιλογή τους είναι οι Ιρλανδοί (11,4%). Το ανάλογο ισχύει και για τους Γάλλους οι οποίοι επιλέγουν σε ποσοστό 48,2% Γάλλους, με δεύτερη επιλογή (12,4%) τους Βαλλόνους (γαλλόφωνους Βέλγους). Η τρίτη ακριβώς αντίστοιχη περίπτωση είναι οι Ολλανδοί, οι οποίοι επιλέγουν σε ποσοστό 50% Ολλανδούς με δεύτερη επιλογή (14%) τους Φλαμανδούς (= ολλανδόφωνους Βέλγους).
Μένει να απαντηθεί το ερώτημα, γιατί ορισμένες ομάδες χαρακτηρίζονται γενικά από μεγαλύτερη ανοιχτότητα από ό,τι άλλες; Η υπόθεση εδώ είναι, ότι οι περισσότερο «ανοιχτές» ομάδες αναπτύσσουν ένα ευρύτερο πολιτισμικό και γλωσσικό ρεπερτόριο (δηλαδή διευρυμένους κώδικές επικοινωνίας) που τις επιτρέπει να επικοινωνούν και να επιλέγουν φίλους/ες από άλλες εθνικές ομάδες. Αυτή η θεωρητική αρχή, ότι πολιτισμικές και κοινωνικές συγγένειας καθορίζουν την επικοινωνία και ότι η επικοινωνία οδηγεί σε κοινωνική συνοχή, αλληλεγγύη και κοινή ταυτότητα είναι μεγάλης εμβέλειας. Αυτή η αρχή καθόρισε, ιστορικά την κοινωνική επικοινωνία των πληθυσμιακών ομάδων το 16 ο και 17 ο αιώνα στην Ευρώπη και μέσω της επικοινωνίας τη διαμόρφωση συλλογικών ταυτοτήτων. Στο μωσαϊκό των διάσπαρτων γλωσσικών και εθνοτικών ομάδων του ευρωπαϊκού χώρου άρχισαν σταδιακά οι γλωσσικά και πολιτισμικά συγγενείς ομάδες να επικοινωνούν μεταξύ τους, να αναγνωρίζουν τα κοινά πολιτισμικά χαρακτηριστικά τους και να αναπτύσσουν κοινωνική αλληλεγγύη και συνοχή. Με ποιο τρόπο; Διαβάζοντας τα ίδια κείμενα, ειδήσεις κλπ. που άρχισαν να κυκλοφορούν με την εφεύρεση της τυπογραφίας, και επικοινωνώντας μέσω του εμπορίου και μέσα στον αστικό χώρο των αναπτυσσόμενων πόλεων κατά μήκος των μεγάλων εμπορικών αρτηριών. Από τη θεωρητική αρχή, ότι οι εθνικές ταυτότητες συγκροτήθηκαν μέσω της κοινωνικής επικοινωνίας στην οποία οδήγησαν οι πολιτισμικές συγγένειες προκύπτει το επόμενο ερώτημα: Με βάση ποιες υπαρκτές συγγένειες και ομοιότητες θα μπορέσει κατά την υπόθεση να συγκροτηθεί στο μέλλον η ευρωπαϊκή κοινωνία; Και το δεύτερο ερώτημα: Ανάμεσα σε ποιες ευρωπαϊκές κοινωνίες υπάρχουν οι ισχυρότερες συγγένειες; Αυτά είναι τα ερωτήματα του δεύτερου μέρους του βιβλίου, στο οποίο γίνεται με δεδομένα του EUROSTAT και άλλων ευρωπαϊκών πηγών η σύγκριση της ομοιογένειας ή ετερογένειας των κοινωνιών των κρατών-μελών σε 4 καίρια υποσυστήματα: 1) της οικονομίας, 2) της επιστήμης και τεχνολογίας, 3) της κοινωνίας των πολιτών: τήρηση των θεσμών ή νεποτισμός και διαφθορά και 4) της εξωτερικής πολιτικής: υπάρχει συναίνεση ή διαφωνία ανάμεσα στις εξωτερικές πολιτικές των χωρών-μελών ή όχι; Αυτά τα υποσυστήματα βρίσκονται σε στενή αλληλεξάρτηση μεταξύ τους. Τα επόμενα 2 γραφήματα δίνουν μια εικόνα της ομοιότητας των κοινωνιών και της αλληλεξάρτησης των υποσυστημάτων τους παρουσιάζοντας τις συσχετίσεις ορισμένων βασικών οικονομικών, τεχνολογικών και κοινωνικών μεγεθών. 8
9 Γράφημα 1: «Αριθμός πατεντών υψηλής τεχνολογίας ανά εκατ. κατοίκων» σε συνάρτηση με τις «Δαπάνες για Έρευνα και Ανάπτυξη ως % του ΑΕΠ». Το πρώτο Γράφημα δείχνει τη σχέση: «Αριθμός πατεντών υψηλής τεχνολογίας ανά εκατ. κατοίκων» σε συνάρτηση με τις «Δαπάνες για Έρευνα και Ανάπτυξη ως % του ΑΕΠ». Ο αριθμός πατεντών υψηλής τεχνολογίας είναι δείκτης του δυναμικού της τεχνολογικής ανανέωσης, που σχετίζεται στενά με το επίπεδο της επιστημονικής και της τεχνολογικής ανάπτυξης. Το Γράφημα εκφράζει τη σχέση ότι «όσο υψηλότερες είναι οι δαπάνες για Έρευνα και Ανάπτυξη, τόσο πιο ανεπτυγμένο είναι το δυναμικό τεχνολογικής ανανέωσης», με τις Σκανδιναβικές χώρες στην κορυφή. Η συσχέτιση είναι εξαιρετικά ισχυρή, που σημαίνει ότι οι χώρες-μέλη διαφέρουν πολύ μεταξύ τους και στη μία κα στην άλλη διάσταση. Στο επόμενο Γράφημα χρειάζονται μερικές επεξηγήσεις. Στο δείκτη της διαφθοράς (Corruption Index), λόγω της κωδικοποίησης, οι υψηλότερες τιμές του δείκτη δηλώνουν χαμηλότερο επίπεδο διαφθοράς. Ο δείκτης «αριθμός των πατεντών υψηλής τεχνολογίας» εκφράζει το δυναμικό της τεχνολογικής ανανέωσης (innovation) και σχετίζεται στενά προς το επίπεδο του επιστημονικού ορθολογισμού μιας κοινωνίας. Αν κάνουμε ένα βήμα παραπέρα και θεωρήσουμε το επίπεδο του επιστημονικού ορθολογισμού γενικότερα ως διάσταση της ορθολογικής οργάνωσης μιας κοινωνίας, τότε μπορούμε να διατυπώσουμε τη σχέση που εκφράζει το δεύτερο
10 Γράφημα ως εξής: «Όσο υψηλότερο είναι το επίπεδο του ορθολογισμού μιας κοινωνίας, τόσο χαμηλότερη είναι η διαφθορά». Γράφημα 2: «Διαφθορά» κατά «Επίπεδο τεχνολογικής ανανέωσης» (=Αριθμός πατεντών υψηλής τεχνολογίας ανά εκατ. κατοίκων) Το γενικό συμπέρασμα είναι ότι, όσον αφορά τα υποσυστήματα (οικονομία, τεχνολογία, κοινωνία των πολιτών), οι διαφορές των χωρών-μελών είναι συνολικά πολύ μεγάλες. H εξωτερική πολιτική χαρακτηρίζεται από έλλειψη συναίνεσης των χωρώνμελών, ακόμα και των υψηλά ανεπτυγμένων, οι οποίες στην οικονομική, τεχνολογική και θεσμική διάσταση είναι ομοιογενείς. Αυτός είναι και ο βασικός λόγος της ως τώρα αποτυχίας της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ. Τα τελικά συμπεράσματα: Δεν υπάρχουν στο παρόν ρεαλιστικές προοπτικές της δημιουργίας μιας Πολιτικής Ένωσης που θα έσωζε την ΕΕ από την αποτυχία του Ευρώ, διότι δεν υπάρχει μαζική αποδοχή της Πολιτικής Ένωσης σε καμία χώραμέλος. Από την άλλη πλευρά, είναι σαφές ότι μία Νομισματική Ένωση χωρών με άνισα ανεπτυγμένες οικονομίες δεν μπορεί να λειτουργήσει παρά μόνο κάτω από την πολιτική εξουσία ενός ενιαίου κράτους. Στην προκειμένη περίπτωση της ΟΝΕ, η οικονομική ετερογένεια των χωρών-μελών είναι πολύ μεγάλη και διευρύνθηκε ακόμη περισσότερο με την εισαγωγή του Ευρώ. Ο βασικός λόγος είναι ότι οι χώρες-μέλη της ΟΝΕ έκαναν εντελώς αντίθετη χρήση των ευκαιριών που διάνοιξε το Ευρώ. Οι οικονομικά αδύνατες χώρες χρεώθηκαν περισσότερο διευρύνοντας την κατανάλωσή
11 τους εκμεταλλευόμενες τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού στις χρηματαγορές Οι οικονομικά ισχυρές χώρες, αντίθετα, έκαναν παραγωγική χρήση και διεύρυναν τις εξαγωγές τους καθώς με το Ευρώ λύθηκε το πρόβλημα των προηγουμένως ασταθών νομισματικών ισοτιμιών. Πέραν των οικονομικών συνεπειών, η κύρια αρνητική πολιτική συνέπεια είναι η αύξηση των αμφίπλευρων αντιπαθειών των πολιτών των χωρών βορά και νότου. Διότι οι μεν πολίτες των βόρειων χωρών δυσφορούν ότι πληρώνουν, χωρίς να φταίνε αυτοί, τα «σπασμένα» της οικονομικής κακοδιαχείρισης και της αταξίας των υπερχρεωμένων χωρών. Οι πολίτες των υπερχρεωμένων χωρών, από την άλλη, διαμαρτύρονται για τα προγράμματα λιτότητας που τους επιβάλλονται ως όροι, για να τους δοθούν τα δάνεια. Απόδειξη της αυξανόμενης πολιτικής δυσφορίας στο βορά είναι το γεγονός ότι ιδρύθηκαν πρόσφατα στη Γερμανία και στην Αυστρία νέα κόμματα ενάντια στο Ευρώ και στη Νομισματική Ένωση. Αυξήθηκε έτσι ο διχασμός του πολιτικού χώρου των χωρών αυτών απέναντι στο Ευρώ. Οι επιλογές που προτείνονται είναι εκ διαμέτρου αντίθετες: οι ηγεσίες των παραδοσιακών κομμάτων στηρίζουν ακόμα το καθεστώς των μεταβιβάσεων ανάμεσα στον βορά και νότο (transfer union), ενώ τα νέα κόμματα έχουν θέσει στόχο τη ριζική αναδιάρθρωσή ή και διάλυση της Νομισματικής Ένωσης με αποχώρηση των υπερχρεωμένων χωρών ή της Γερμανίας ή με κάποια ενδιάμεση λύση. Όλα τα δεδομένα συγκλίνουν σήμερα στη διαπίστωση, ότι κινούμαστε προς ένα εξαιρετικά αβέβαιο μέλλον. Μια επιστημονική εργασία απαντά συνήθως τα αρχικά ερωτήματα του ερευνητή και οδηγεί σε νέα ερωτήματα. Η προσπάθεια της κατανόησης της πραγματικότητας δεν τελειώνει ποτέ. Διότι, όπως τα προηγούμενα ερωτήματα πίεζαν για απάντηση, έτσι και τα νέα που αναδύονται, πιέζουν τον ερευνητή, ανεξάρτητα από το status του, ανεξάρτητα δηλαδή από το αν είναι μαθητευόμενος, πανεπιστημιακός δάσκαλος, ή ομότιμος, να βρει απαντήσεις. Δεν μπορεί να απωθήσει τα ερωτήματα, ούτε να κλείσει τα μάτια του μπροστά τους παρά μόνο, όταν κλείσει τα μάτια του για πάντα. Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας!