Εφαρμογή και αξιολόγηση του μοντέλου SATL στη διδασκαλία της οργανικής χημείας στο λύκειο

Σχετικά έγγραφα
Πρόταση για την εφαρμογή της συστημικής προσέγγισης στη διδασκαλία και αξιολόγηση των μαθητών στην Οργανική Χημεία

Εννοιολογική χαρτογράφηση. Τ. Α. Μικρόπουλος

Οι εννοιολογικοί χάρτες και οι εφαρμογές τους στη διδασκαλία με τη βοήθεια της τεχνολογίας

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ

Τα σχέδια μαθήματος 1 Εισαγωγή

Διερεύνηση κινήτρων μάθησης Χημείας και Φυσικής μεταξύ φοιτητών Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης

Η ΧΡΗΣΗ «ΕΡΓΑΛΕΙΩΝ» ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΩΝ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΑΠΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥΣ ΠΕ04 ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Εφαρμογή και Αξιολόγηση της Mεθόδου «Συστημική Προσέγγιση στη Διδασκαλία και Εκμάθηση (SATL)» στη Διδασκαλία της Οργανικής Χημείας

International Conference Quality and Equity in Education: Theories, Applications and Potentials

Η διδασκαλία του μαθήματος της Τεχνολογίας στο Λύκειο

Βλαχολιά Μαρία 1, Βοσνιάδου Στέλλα 2, Σάλτα Κατερίνα 3, Ρούσσος Πέτρος 4, Καζή Σμαράγδα 5, Σιγάλας Μιχάλης 6 και Τζουγκράκη Χρύσα 7

2o Πανελλήνιο Εκπαιδευτικό Συνέδριο Ημαθίας

ΜΙΑ ΜΕΛΕΤΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ: ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΩΝ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΕΝΟΣ ΛΥΚΕΙΟΥ ΑΠΟ ΤΟ 2000 ΩΣ ΤΟ 2013.

Αναλυτικό Πρόγραμμα Μαθηματικών

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ

Μαθηματικά και Πληροφορική. Διδακτική Αξιοποίηση του Διαδικτύου για τη Μελέτη και την Αυτο-αξιολόγηση των Μαθητών.

Η ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΔΥΝΑΜΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ. Λεωνίδας Κυριακίδης Τμήμα Επιστημών της Αγωγής, Πανεπιστήμιο Κύπρου

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΧΗΜΕΙΑΣ

Διαφοροποίηση στρατηγικών διδασκαλίας ανάλογα με το περιεχόμενο στα μαθήματα των φυσικών επιστημών

Μάθημα: Διδακτική της Πληροφορικής. Περιγραφή μαθήματος. Διδάσκων: Παλαιγεωργίου Γ. Διαλέξεις: Παρασκευή 17:00-20:00

ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 16 ΙΟΥΝΙΟΥ 2000 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ : ΧΗΜΕΙΑ

WINTER. Template. Χημεία Γενικού Λυκείου Διδακτέα ύλη και οδηγίες διδασκαλίας των μαθημάτων

Εργάστηκαν οι: Δαρειώτη Φωτεινή, Κανέλλη Ζωή-Ειρήνη, Έλενα Τσιάρλεστον,

5 Ψυχολόγοι Προτείνουν Τις 5 Πιο Αποτελεσματικές Τεχνικές Μάθησης

Η ανάπτυξη της Εποικοδομητικής Πρότασης για τη διδασκαλία και τη μάθηση του μαθήματος της Χημείας. Άννα Κουκά

2. ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ DQS DIN EN ISO 9001: ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ISO 9001:2015 & BS ISO 29990:2010

Αξιολόγηση του Προγράμματος Εισαγωγικής Επιμόρφωσης Μεντόρων - Νεοεισερχομένων

Διδακτική των Φυσικών Επιστημών Ενότητα 2: Βασικό Εννοιολογικό Πλαίσιο

Εννοιολογική χαρτογράφηση: Διδακτική αξιοποίηση- Αποτελέσματα για το μαθητή

Διδακτική Φυσικών Επιστημών

Διδακτική της Πληροφορικής

Η Εκπαίδευση στην εποχή των ΤΠΕ

Αναγκαιότητα - Χρησιμότητα

ΤΟ ΝΕΟ ΛΥΚΕΙΟ. Αξιολόγηση, Προαγωγή και Απόλυση Μαθητών Γενικού Λυκείου

Η ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΔΥΝΑΜΙΚΗΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΓΙΑ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ: ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

ΠΡΑΞΗ: «ΜΟ.ΔΙ.Π» (Μονάδα Διασφάλισης Ποιότητας) του Πανεπιστημίου Μακεδονίας» Κωδικός MIS ΥΠΟΕΡΓΟ:

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ ΤΟΥ ΟΡΙΟΥ ΣΥΝΑΡΤΗΣΗΣ

Σ.Ε.Π. (Σύνθετο Εργαστηριακό Περιβάλλον)

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

Διδακτικές Τεχνικές (Στρατηγικές)

Ανάλυση της επίδοσης μαθητών βιολογίας με θέμα ερώτηση πειραματικής μελέτης για την ολυμπιάδα φυσικών επιστημών Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUSO)

Π ε ρ ι ε χ ό μ ε ν α

Από τη σχολική συμβατική τάξη στο νέο υβριδικό μαθησιακό περιβάλλον: εκπαίδευση από απόσταση για συνεργασία και μάθηση

ΠΕΡΙ ΦΥΣΗΣ ΚΑΙ ΜΑΘΗΣΗΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΕΝΝΟΙΩΝ. Μαρία Καλδρυμίδου

Περιγραφή μαθήματος. Εαρινό εξάμηνο Διδάσκων: Παλαιγεωργίου Γ. Διαλέξεις: Δευτέρα 14:00-18:00

Έρευνες με χρήση φορητής μάθησης στα Μαθηματικά

3. Περιγράμματα Μαθημάτων Προγράμματος Σπουδών

2. ΔΙΑΠΙΣΤΕΥΣΕΙΣ: ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ Ε.ΚΕ.ΠΙΣ. ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ DQS DIN EN ISO 9001:2008 Πιστοποίηση Ε.ΚΕ.ΠΙΣ.

ΡΟΜΠΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Eκπαίδευση Εκπαιδευτών Ενηλίκων & Δία Βίου Μάθηση

ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ

ΣΥΓΚΡΙΤΙΚΗ ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΣΤΑΣΗΣ ΜΑΘΗΤΩΝ ΕΝΑΝΤΙ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΜΕ Η ΧΩΡΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΛΟΓΙΣΜΙΚΟ

Διαδικασία Ελέγχου Μηδενικών Υποθέσεων

Λίγα λόγια για τους συγγραφείς 16 Πρόλογος 17

2. ΔΙΑΠΙΣΤΕΥΣΕΙΣ: ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ Ε.ΚΕ.ΠΙΣ. ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ DQS DIN EN ISO 9001:2008

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΗΓΕΤΙΚΟΥ ΣΤΥΛ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑΣ ΣΤΙΣ ΕΠΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΤΩΝ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΣΧΟΛΕΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Διδακτικές μεθοδολογίες σε σύγχρονα τεχνολογικά περιβάλλοντα

ΔΙΔΑΚΤΙΚΉ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΏΝ

«Σύγχρονες προσεγγίσεις και πειράματα στη Διδασκαλία της Φυσικής και της Χημείας στη Δευτεροβάθμια και Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση».

Χημεία Β Λυκείου Γενικής Παιδείας: Όλα τα πειράματα σε προσομοίωση

Αξιολόγηση. Χαρίκλεια Τσαλαπάτα 3/10/2016

ΧΗΜΕΙΑ Α ΤΑΞΗ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΓΝΩΣΤΙΚΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ Δρ. Ζαφειριάδης Κυριάκος Οι ικανοί αναγνώστες χρησιμοποιούν πολλές στρατηγικές (συνδυάζουν την

Δρ. Μαρία Γραβάνη «Νέες προσεγγίσεις στην εκπαίδευση ενηλίκων», Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Κύπρου Σάββατο, 20 Μαΐου 2017

ΠΡΟΣ: ΚΟΙΝ. ΘΕΜΑ: Οδηγίες για τη διδασκαλία μαθημάτων του Γενικού και του Εσπερινού Γενικού Λυκείου

ΑΥΘΕΝΤΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ. Κατερίνα Κασιμάτη Επίκ. Καθηγήτρια, Γενικό Τμήμα Παιδαγωγικών Μαθημάτων Α.Σ.ΠΑΙ.Τ.Ε.

Ρετσινάς Σωτήριος ΠΕ 1703 Ηλεκτρολόγων ΑΣΕΤΕΜ

Οδηγίες για την Πιλοτική Εφαρμογή των μαθημάτων και των Βιωματικών Δράσεων στο Γυμνάσιο

Κέντρο Εκπαιδευτικής Έρευνας και Αξιολόγησης

ΣΧΕΔΙΟ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ 1. ΜΑΘΗΜΑ: ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΣΕ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΕΦ.

2. ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ DQS DIN EN ISO 9001: ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ISO 9001:2015 & BS ISO 29990:2010

Η διδασκαλία στο εργαστήριο. Kώστας Χαρίτος - ΔιΧηΝΕΤ

Δρ. Ράνια Πετροπούλου

Γεωργική Εκπαίδευση Ενότητα 12

Τo πρόγραμμα «Διάγραμμα Ροής» και η διδακτική του αξιοποίηση στην Διδασκαλία του προγραμματισμού

ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΣΤΟ ΝΕΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΤΟ ΝΕΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΣΤΟ ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΟ

ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ (Ο.Ε.Φ.Ε.) ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 2018 Β ΦΑΣΗ

Εισαγωγική Επιμόρφωση για την εκπαιδευτική αξιοποίηση ΤΠΕ (Επιμόρφωση Β1 Επιπέδου)

Διαμορφωτική Αξιολόγηση στο μάθημα της Οικιακής Οικονομίας. Σεμινάρια Σεπτέμβρη 2016

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β. ΑΙΓΑΙΟΥ / ΜΥΤΙΛΗΝΗ Ετήσιο Πρόγραμμα Παιδαγωγικής Κατάρτισης Ε.Π.ΠΑΙ.Κ.

Μοντέλο Μεικτής Μάθησης για τα Μαθηματικά της Γ Λυκείου

O μετασχηματισμός μιας «διαθεματικής» δραστηριότητας σε μαθηματική. Δέσποινα Πόταρη Πανεπιστήμιο Πατρών

Αθανάσιος Φ. Κατσούλης

Μαθησιακές δραστηριότητες με υπολογιστή

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ

ΕΙΔΗ ΕΡΕΥΝΑΣ I: ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ & ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΚΟΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΙ

ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ TIMSS

Λογισμικό Καθοδήγησης ή Διδασκαλίας

2. ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ DQS DIN EN ISO 9001: ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ISO 9001:2015 & BS ISO 29990:2010

Γεωργική Εκπαίδευση. Θεματική ενότητα 11 2/2. Όνομα καθηγητή: Αλέξανδρος Κουτσούρης Τμήμα: Αγροτικής Οικονομίας και Ανάπτυξης

Εξ αποστάσεως υποστήριξη του έργου των Εκπαιδευτικών μέσω των δικτύων και εργαλείων της Πληροφορικής

2. ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ DQS DIN EN ISO 9001: ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ISO 9001:2015 & BS ISO 29990:2010

8.2 Εννοιολογική χαρτογράφηση

Διδακτικές προσεγγίσεις στην Πληροφορική. Η εποικοδομιστική προσέγγιση για τη γνώση. ως ενεργητική και όχι παθητική διαδικασία

ΜΙΑ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΜΕΛΕΤΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑΣ ΤΩΝ ΥΟ ΦΥΛΩΝ ΣΤO ΠΛΑΙΣΙO THΣ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΕΝΟΣ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟΥ ΛΟΓΙΣΜΙΚΟΥ ΣΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΑ ΤΗΣ Β/ΒΑΘΜΙΑΣ ΕΚΠ/ΣΗΣ

Μια καινοτομική διδακτική πρόταση για την τριβή, δομημένη σε στοιχεία από την Ιστορία της τριβής

2. ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ DQS DIN EN ISO 9001: ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ISO 9001:2015 & BS ISO 29990:2010

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ. Μεταπτυχιακό πρόγραμμα ΑΣΚΗΣΗ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΚΟ ΕΝΤΥΠΟ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Τρόποι αναπαράστασης των επιστημονικών ιδεών στο διαδίκτυο και η επίδρασή τους στην τυπική εκπαίδευση

2. ΔΙΑΠΙΣΤΕΥΣΕΙΣ: ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ Ε.ΚΕ.ΠΙΣ. ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ DQS DIN EN ISO 9001:2008

Transcript:

Πανελλήνιο Συνέδριο Διδακτικής των Φυσικών Επιστημών και Νέων Τεχνολογιών στην Εκπαίδευση Εφαρμογή και αξιολόγηση του μοντέλου SATL στη διδασκαλία της οργανικής χημείας στο λύκειο Θοδωρής Βαχλιώτης, Κατερίνα Σάλτα, Χρύσα Τζουγκράκη Τμήμα Χημείας, Ε.Κ.Π.Α., teovaxla@yahoo.gr Τμήμα Χημείας, Ε.Κ.Π.Α., ksalta@chem.uoa.gr Τμήμα Χημείας, Ε.Κ.Π.Α., tzougraki@chem.uoa.gr Περίληψη Το διδακτικό μοντέλο «Συστημική Προσέγγιση στη Διδασκαλία και Εκμάθηση (SATL)» είναι μία διδακτικο-μαθησιακή προσέγγιση που βασίζεται στην ανάπτυξη και χρησιμοποίηση τεχνικών κυκλικής χαρτογράφησης των εννοιών, τόσο σε επίπεδο διδασκαλίας όσο και σε επίπεδο αξιολόγησης. Η εφαρμογή της μεθόδου SATL αποσκοπεί στην ανάπτυξη δεξιοτήτων συστημικής σκέψης των μαθητών, οι οποίες πιστεύεται ότι σχετίζονται με την ενίσχυση της κατανόησή τους για τις σχετικές επιστημονικές έννοιες. Στόχος της παρούσας μελέτης ήταν να διερευνηθεί η επίδραση της εφαρμογής της διδακτικής προσέγγισης SATL στην κατανόηση εννοιών οργανικής χημείας από μαθητές της Β λυκείου. Για το σκοπό αυτό, έγινε σύγκριση μιας πειραματικής ομάδας, η οποία διδάχθηκε με την προσέγγιση SATL, με μια ομάδα ελέγχου, η οποία διδάχθηκε με παραδοσιακό τρόπο, όσον αφορά στην κατανόηση από τους μαθητές θεμάτων οργανικής χημείας. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η κατανόηση των μαθητών της πειραματικής ομάδας ήταν σημαντικά μεγαλύτερη από αυτήν των μαθητών της ομάδας ελέγχου. Abstract The Systemic Approach to Teaching and Learning (SATL) model is a teaching-learning approach, which is based on the development and use of cyclic concept mapping techniques, for both, teaching and assessment purposes. The implementation of SATL method focus on the development of students systems thinking skills, which are believed to enhance their understanding of relative science concepts. The aim of this study was to investigate the effect from the implementation of the SATL teaching approach on 11th grade students meaningful understanding of organic chemistry concepts. For this purpose, an experimental group, which was taught by the SATL approach, was compared with a control group, which was taught by a traditional approach, regarding students understanding of organic chemistry topics. The results indicated that students understanding in the experimental group was significantly greater compared to that of students in the control group. Εισαγωγή Η συστημική προσέγγιση στη διδασκαλία και εκμάθηση (Systemic Approach to Teaching and Learning: SATL) είναι ένα διδακτικό μοντέλο το οποίο έχει αναπτυχθεί την τελευταία δεκαπενταετία (Fahmy & Lagowski 1999, 2003). Το μοντέλο SATL μπορεί να θεωρηθεί ως μια υβριδική διδακτικο-μαθησιακή προσέγγιση, η οποία συνδυάζει και χρησιμοποιεί ιδέες και στοιχεία της συστημικής (systemics) και του εποικοδομισμού (constructivism) προσαρμοσμένα σε διαδικασίες χαρτογράφησης εννοιών (concept mapping). Ως πρωταρχικός στόχος του συγκεκριμένου μοντέλου αναγνωρίζεται η επίτευξη της σε βάθος μάθησης ή μάθησης με κατανόηση (deap or meaningful learning) 15 από τους μαθητές και υποστηρίζεται ότι ο στόχος αυτός μπορεί να επιτευχθεί μέσα από την ανάπτυξη της συστημικής σκέψης (systems thinking), στο πλαίσιο εποικοδομητικών εκπαιδευτικών διαδικασιών και κατάλληλων, συστημικά προσανατολισμένων, μαθησιακών δραστηριοτήτων. Η μάθηση με κατανόηση αποτελεί την κεντρική ιδέα στη θεωρία μάθησης του Ausubel (1963, 1968). Είναι μια εποικοδομητική διαδικασία στην οποία ο μαθητής επιδιώκει να δημιουργήσει 15 Ο όρος meaningful learning αναφέρεται στην ελληνική βιβλιογραφία και ως «νοηματική μάθηση». - 212-

Προφορικές Εργασίες συνδέσεις ανάμεσα σε αντιλήψεις, πληροφορίες και παρατηρήσεις της επιστήμης προκειμένου να επιτύχει την κατανόηση. Από την άλλη πλευρά, η επιφανειακή ή μηχανική μάθηση (rote learning) χαρακτηρίζεται από μια τάση μηχανικής αναπαραγωγής της ύλης που μελετάται. Η χαρτογράφηση εννοιών είναι μια τεχνική η οποία αναπτύχθηκε με βάση τη θεωρία του Ausubel για τη μάθηση με κατανόηση. Οι χάρτες εννοιών (concept maps) είναι ένα χρήσιμο εργαλείο αναπαράστασης της γνώσης, κυρίως όσον αφορά στην αναπαράσταση των σχέσεων μεταξύ των εννοιών. Τα αποτελέσματα σχετικών ερευνών έδειξαν ότι η χαρτογράφηση εννοιών έχει γενικά θετικές επιδράσεις στις επιδόσεις των μαθητών (Nesbit & Adesope 2006). Ο όρος «συστημική» αναφέρεται σε μια ποικιλία συστημικών προσεγγίσεων. Oι περισσότερες από αυτές τις προσεγγίσεις προσφέρουν μια θεωρία, μια μεθοδολογία, αλλά και ένα συγκεκριμένο τρόπο σκέψης, τη συστημική σκέψη. Yπάρχει γενικά διαφωνία μεταξύ των επιστημόνων σχετικά με το τι συνιστά τη συστημική σκέψη. Σύμφωνα με το μοντέλο DSRP (Distinction, System, Relationship, Perspective) (Cabrera, Colosi & Lobdell 2008), η συστημική σκέψη φαίνεται να είναι εγγενώς σχετιζόμενη με την ικανότητα ανάλυσης ενός συστήματος στα θεμελιώδη συστατικά του στοιχεία/υποσυστήματα και σύνθεσης αυτών των στοιχείων σε μία ολότητα που έχει νόημα, δηλαδή με την οργάνωση ενός συστήματος (System). Aυτές οι διαδικασίες επιτυγχάνονται εάν επαναλαμβανόμενα γίνονται διαχωρισμοί (Distinction) μεταξύ των συστατικών στοιχείων του συστήματος, υιοθετούνται πολλαπλές προοπτικές (Perspective) μέσα στο σύστημα, και αναγνωρίζονται οι σχέσεις (Relationship) ανάμεσα στα μέρη του συστήματος. Κεντρικό ρόλο στο μοντέλο SATL έχει η χωροταξική δισδιάστατη διευθέτηση και παρουσίαση των εννοιών που μελετώνται και των μεταξύ τους σχέσεων. Η προσέγγιση SATL έχει ως στόχο τη δημιουργία ενός δυναμικά εξελισσόμενου, κλειστού συστήματος εννοιών κυκλικής μορφής ( concept cluster ). Η οπτική αναπαράσταση ενός τέτοιου εννοιολογικού συστήματος ονομάζεται Συστημικό Διάγραμμα (ΣΔ) και αποτελεί το βασικό διδακτικό εργαλείο που προτείνεται στο πλαίσιο αυτού του μοντέλου (Fahmy & Lagowski 2003). Οι εμπνευστές του μοντέλου SATL προτείνουν ένα συγκεκριμένο τρόπο χρησιμοποίησης των συστημικών διαγραμμάτων στη διδασκαλία. Πιο συγκεκριμένα, οι μαθητές, ξεκινώντας από ένα αρχικό διάγραμμα που τους δίνεται και περιέχει προηγούμενες γνώσεις τους, ενθαρρύνονται να αναπτύξουν με διαδοχικά βήματα και σε συνεργασία με το διδάσκοντα ένα ολοκληρωμένο συστημικό διάγραμμα για τη διδακτική ενότητα που μελετάται, μέσω της προοδευτικήςσυστηματικής ενσωμάτωσης των νέων εννοιών και σχέσεων που διδάσκονται στο αναπτυσσόμενο διάγραμμα (Fahmy & Lagowski 2003). Η βασική διαφοροποίηση της μεθόδου SATL σε σχέση με μία παραδοσιακή διδακτική προσέγγιση είναι, αφενός, η ενσωμάτωση στη διδασκαλία τεχνικών χαρτογράφησης των εννοιών και, αφετέρου, η αναπαράσταση και μελέτη των εννοιών και των μεταξύ τους σχέσεων ως ένα «κλειστό» σύστημα. Ένα συστημικό διάγραμμα περιλαμβάνει ένα δίκτυο συνδέσεων μεταξύ των εννοιών που έχει κάποιο νόημα. Μία τέτοια εννοιολογική ολότητα συνίσταται από μικρότερα συσχετιζόμενα εννοιολογικά υποσυστήματα. Αυτή η συστημική προοπτική δίνει έμφαση στη διασύνδεση των εννοιών προκειμένου να οργανωθεί ένα εννοιολογικό σύστημα. Η μελέτη ενός τέτοιου «κλειστού» συστήματος προϋποθέτει την επιτέλεση διαδικασιών ανάλυσης και σύνθεσης μέσα στο οριζόμενο σύστημα, η οποία φαίνεται ότι μπορεί να οδηγήσει στην ανάπτυξη της συστημικής σκέψης και, τελικά, στην ενίσχυση της κατανόησης. Ένας εναλλακτικός τρόπος χρησιμοποίησης των συστημικών διαγραμμάτων που προτείνουμε είναι η «από το μηδέν» ανάπτυξη ενός συστημικού διαγράμματος με βάση κάποιες ερωτήσεις που θα υποβάλλει ο διδάσκων στους μαθητές, οι οποίες θα καθοδηγούν τη διδακτικο-μαθησιακή διαδικασία. Οι ερωτήσεις αυτές θα πρέπει να μπορούν να απαντηθούν με βάση την κοινή λογική και ίσως, σε περιπτώσεις που αυτό είναι δυνατό, με ανάκληση και χρησιμοποίηση προϋπάρχουσας γνώσης από τους μαθητές. Μια τέτοια προσέγγιση έχει το πλεονέκτημα ότι επιτρέπει στους μαθητές να συμμετέχουν πιο ενεργά στην ανάπτυξη ενός συστημικού διαγράμματος. Επίσης, εμπεριέχει στοιχεία καθοδηγούμενης διερεύνησης, αφού οι ερωτήσεις του διδάσκοντα ουσιαστικά καθοδηγούν τους μαθητές να διερευνήσουν νέες -213-

Πανελλήνιο Συνέδριο Διδακτικής των Φυσικών Επιστημών και Νέων Τεχνολογιών στην Εκπαίδευση σχέσεις, ή την αναγκαιότητα δημιουργίας νέων σχέσεων, μεταξύ των εννοιών που μελετώνται. Με αυτόν τον τρόπο, η ανάπτυξη ενός συστημικού διαγράμματος δεν αποτελεί απλά μια συμπληρωματική δραστηριότητα που διαδέχεται μια κλασική μετωπική διδασκαλία, αλλά καθίσταται ουσιαστικά η βασική διδακτικο-μαθησιακή διαδικασία, αποτελώντας πλέον μια αυθύπαρκτη διδακτική προσέγγιση. 16 Η διδακτική προσέγγιση θεωρείται ως ένας από τους βασικούς παράγοντες που έχουν επίδραση στην επίτευξη της μάθησης με κατανόηση (Ausubel 1963, 1968). Από προηγούμενη έρευνα (Vachliotis, Salta & Tzougraki 2012) προέκυψαν ενδείξεις ότι η συστημική σκέψη στο πεδίο της οργανικής χημείας σχετίζεται με την κατανόηση των σχετικών επιστημονικών εννοιών. Θεωρώντας ότι το μοντέλο SATL συμβάλλει στην ανάπτυξη δεξιοτήτων συστημικής σκέψης από τους μαθητές, θα είχε ενδιαφέρον να μελετηθεί η επίδραση της διδακτικής προσέγγισης SATL στην κατανόηση εννοιών οργανικής χημείας από τους μαθητές. Με αυτό το σκεπτικό, στην παρούσα μελέτη έγινε προσπάθεια να απαντηθεί το ακόλουθο ερευνητικό ερώτημα: Ποια είναι η επίδραση της εφαρμογής της διδακτικής προσέγγισης SATL στην κατανόηση εννοιών οργανικής χημείας από μαθητές της Β λυκείου; Μεθοδολογία της έρευνας Ερευνητικός σχεδιασμός Η μελέτη αυτή πραγματοποιήθηκε με βάση έναν οιονεί πειραματικό σχεδιασμό. Συγκεκριμένα, ακολουθήθηκε μια επέκταση του σχεδιασμού της μη ισοδύναμης ομάδας ελέγχου με πριν και μετά μέτρηση. Για να εξουδετερώσουμε τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των ομάδων, που αποτελούν σημαντικό παράγοντα κινδύνου για την εσωτερική εγκυρότητα μιας τέτοιας έρευνας, αποφασίσαμε η πειραματική ομάδα να είναι από διαφορετικό σχολείο από αυτό της ομάδας ελέγχου. Αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με την ένταξη της έρευνάς μας στο πλαίσιο του τυπικού προγράμματος σπουδών της χημείας του λυκείου, οδήγησε στο να διδαχθούν οι δύο ομάδες από διαφορετικούς καθηγητές. Στην προσπάθειά μας να ελέγξουμεεξουδετερώσουμε τους κινδύνους για την εγκυρότητα της έρευνας, όπως είναι οι παράγοντες «καθηγητής», «δοκιμασίες» και «ωρίμανση των μαθητών», προσανατολιστήκαμε σε μια επέκταση του σχεδιασμού της μη ισοδύναμης ομάδας ελέγχου, χορηγώντας στους μαθητές των δύο ομάδων δύο προ-τεστ επίδοσης πριν την εφαρμογή της μεθόδου SATL στην πειραματική ομάδα. Ο σχεδιασμός που ακολουθήθηκε έδωσε, ως ένα βαθμό, τη δυνατότητα περιορισμού της επίδρασης του παράγοντα «δοκιμασίες», δεδομένου ότι τα τρία τεστ επίδοσης που χρησιμοποιήθηκαν (τα δύο προ-τεστ και το μετά-τεστ) είχαν διαφορετικό περιεχόμενο. Επίσης, η μορφή των ερωτήσεων του πρώτου προ-τεστ δεν ήταν ακριβώς ίδια με αυτήν των ερωτήσεων του δεύτερου προ-τεστ. Έτσι, στην παρούσα μελέτη, μία σημαντική διαφοροποίηση στις βαθμολογίες των δύο ομάδων μεταξύ των δύο προ-τεστ θα μπορούσε, με μεγάλη πιθανότητα, να οφείλεται είτε στο γεγονός ότι οι ομάδες διδάχθηκαν από διαφορετικούς καθηγητές είτε στη διαφορετική ωρίμανση των μαθητών των δύο ομάδων, καθώς και σε αλληλεπίδραση αυτών των δύο παραγόντων. Ο ερευνητικός σχεδιασμός που ακολουθήθηκε παρουσιάζεται διαγραμματικά στο Σχήμα 1. Τα τεστ επίδοσης στη χημεία Τα τρία τεστ περιείχαν διάφορες ερωτήσεις κλειστού τύπου (πολλαπλής επιλογής, συμπλήρωσης κενών, σωστού-λάθους, σύντομης απάντησης, αντιστοίχισης). Το πρώτο προτεστ δόθηκε στους μαθητές στην αρχή της χρονιάς με τη μορφή διαγνωστικού τεστ. Αυτό περιείχε ερωτήσεις που αξιολογούσαν έννοιες γενικής χημείας που είχαν διδαχθεί οι μαθητές στην Α λυκείου, όπως η ηλεκτρονική δομή των ατόμων και ο περιοδικός πίνακας, ο αριθμός οξείδωσης, οι χημικοί τύποι και η ονοματολογία των ανόργανων ενώσεων, οι χημικές αντιδράσεις, τα διαλύματα, η σχετική ατομική και μοριακή μάζα, το mol και ο γραμμομοριακός 16 Για περισσότερες λεπτομέρειες σχετικά με την προσέγγιση αυτή βλέπε Βαχλιώτης 2012. - 214-

Προφορικές Εργασίες όγκος. Το δεύτερο προ-τεστ και το μετά-τεστ αναφέρονταν σε ύλη της οργανικής χημείας και εντάχθηκαν στην τυπική αξιολόγηση των μαθητών στο πλαίσιο του μαθήματος της χημείας γενικής παιδείας της Β λυκείου. Το δύο αυτά τεστ είχαν παρόμοια δομή, δηλαδή οι ερωτήσεις τους ήταν του ίδιου τύπου και τελείως ανάλογης μορφής. Η μόνη διαφορά τους ήταν στο αντικείμενο της ύλης που αξιολογούσαν, δηλαδή στο περιεχόμενό τους. Πειραματική ομάδα: Τ 1 Π Τ 2 S T 3 Ομάδα ελέγχου: Τ 1 Π T 2 Π T 3 Τ 1,Τ 2: τα δύο προ-τεστ, Τ 3: το μετά-τεστ S: διδακτική προσέγγιση SATL, Π: παραδοσιακή διδασκαλία Σχήμα 1: Ο οιονεί πειραματικός σχεδιασμός που ακολουθήθηκε στην παρούσα μελέτη. Τόσο το δεύτερο προ-τεστ όσο και το μετά-τεστ περιείχαν μερικές ερωτήσεις που ζητούσαν μόνο ανάκληση γνώσης (ερωτήσεις «ανάκλησης») και μερικές ερωτήσεις υψηλότερων γνωστικών απαιτήσεων (ερωτήσεις «κατανόησης»). Οι ερωτήσεις αυτές αναπτύχθηκαν με βάση τα αποτελέσματα που προέκυψαν από την αξιολόγηση ανάλογων αντικειμενικών ερωτήσεων (Vachliotis et al. 2011). Οι ερωτήσεις «κατανόησης» ζητούσαν όχι μόνο ανάκληση γνώσης αλλά και γνωστικές δεξιότητες που σχετίζονται με την κατανόηση, όπως η άντληση χημικής πληροφορίας από μία συμβολική χημική αναπαράσταση, η κατασκευή μίας συμβολικής χημικής αναπαράστασης χρησιμοποιώντας χημική πληροφορία, καθώς και η σύνδεση χημικής πληροφορίας προκειμένου να γίνει κάποια κρίση ή να αναγνωριστούν κάποιες σχέσεις ή να εξαχθεί κάποιο συμπέρασμα. Στο Σχήμα 2 παρουσιάζονται ενδεικτικά δύο ερωτήσεις «ανάκλησης» και μία ερώτηση «κατανόησης» του μετά-τεστ. Όλες οι ερωτήσεις συμπλήρωσης κενών βαθμολογήθηκαν με μια μονάδα για κάθε σωστό στοιχείο που συμπληρώθηκε. Οι ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής, σωστού-λάθους και αντιστοίχισης βαθμολογήθηκαν επίσης με μια μονάδα για κάθε σωστή απάντηση. Στις ερωτήσεις που ζητήθηκε δικαιολόγηση, η απάντηση θεωρήθηκε σωστή μόνο όταν και η δικαιολόγηση ήταν σωστή. Δείγμα και διαδικασία της έρευνας Εκατόν εξηντατρείς μαθητές της Β λυκείου από οκτώ τμήματα δύο δημόσιων γενικών λυκείων της Αθήνας συμμετείχαν σε αυτήν την έρευνα. Οι 79 μαθητές (37 αγόρια, 42 κορίτσια) ήταν από τέσσερα τμήματα του ενός σχολείου και αποτέλεσαν την πειραματική ομάδα, ενώ οι υπόλοιποι 84 μαθητές (50 αγόρια, 34 κορίτσια) ήταν από τέσσερα τμήματα του άλλου σχολείου και αποτέλεσαν την ομάδα ελέγχου. Η έρευνα διήρκεσε έξι μήνες (Σεπτέμβριο έως Φεβρουάριο) και διεξήχθη σε τρία διαδοχικά στάδια. Στο πρώτο στάδιο, έγινε η διαγνωστική αξιολόγηση των μαθητών σε ύλη της χημείας που είχαν διδαχθεί στην Α λυκείου, με τη χορήγηση του πρώτου προ-τεστ. Στο δεύτερο στάδιο, οι μαθητές διδάχθηκαν ορισμένες βασικές έννοιες οργανικής χημείας, όπως τα διάφορα σχήματα ταξινόμησης, η κατά IUPAC ονοματολογία και η συντακτική ισομέρεια των οργανικών ενώσεων. Αυτή η ενότητα διδάχθηκε σε 12 διδακτικές ώρες από δύο έμπειρους καθηγητές χημείας με παραδοσιακή διδασκαλία (διαλέξεις με παρουσιάσεις και συζήτηση). Ο ένας καθηγητής δίδαξε την πειραματική ομάδα, ενώ ο άλλος την ομάδα ελέγχου. Οι δύο καθηγητές ακολούθησαν κατά τη διδασκαλία τους το ίδιο σχέδιο μαθήματος που είχε δημιουργηθεί για αυτόν το σκοπό. Κατά τη διάρκεια των μαθημάτων, δόθηκαν προς συμπλήρωση στους μαθητές και των δύο ομάδων τρία φύλλα εργασίας, που περιείχαν διάφορους τύπους αντικειμενικών ερωτήσεων. Ορισμένες από αυτές απαιτούσαν μόνο ανάκληση γνώσης, ενώ κάποιες άλλες απαιτούσαν υψηλότερου επιπέδου γνωστικές δεξιότητες. Οι μαθητές, καθοδηγούμενοι όταν χρειάστηκε από τον καθηγητή τους, συμπλήρωσαν τα φύλλα εργασίας. Επιπλέον, οι μαθητές και των δύο ομάδων ασχολήθηκαν με τις ίδιες προεπιλεγμένες -215-

Πανελλήνιο Συνέδριο Διδακτικής των Φυσικών Επιστημών και Νέων Τεχνολογιών στην Εκπαίδευση ερωτήσεις του σχολικού βιβλίου. Γενικά, υπήρξε ιδιαίτερη φροντίδα σε αυτό το στάδιο της έρευνας ώστε οι μαθητές και των δύο ομάδων να εμπλακούν στις ίδιες διδακτικο-μαθησιακές διαδικασίες. Η αξιολόγηση των μαθητών για αυτήν τη διδακτική ενότητα έγινε με το δεύτερο προ-τεστ. Ερωτήσεις «ανάκλησης» 1. Επίλεξε τη σωστή απάντηση: Τα αλκάνια όταν καίγονται πλήρως δίνουν: i) C, CΟ και Η 2O ii) CO, CO 2 και Η 2Ο iii) CΟ και Η 2Ο iv) CΟ 2 και Η 2Ο 2. Συμπλήρωσε τα κενά: Βιοαέριο είναι το αέριο που παράγεται από τη σήψη της.. Το κύριο συστατικό του βιοαερίου είναι το. Ερώτηση «κατανόησης» Για δύο υδρογονάνθρακες Χ και Ψ γνωρίζουμε ότι: Και οι δυο αποχρωματίζουν διάλυμα Br 2 σε CCl 4. Ο υδρογονάνθρακας Χ αντιδρά με διάλυμα CuCl/ΝΗ 3 σχηματίζοντας καστανέρυθρο ίζημα. Ο υδρογονάνθρακας Ψ δεν αντιδρά με το νάτριο. Με βάση τα προηγούμενα, ποια από τις επόμενες προτάσεις είναι σωστή; i) Ο υδρογονάνθρακας Χ είναι το 2-βουτίνιο και ο υδρογονάνθρακας Ψ είναι το αιθένιο. ii) Ο υδρογονάνθρακας Χ είναι το προπίνιο και ο υδρογονάνθρακας Ψ είναι το προπένιο. iii) Ο υδρογονάνθρακας Χ είναι το 1-βουτίνιο και ο υδρογονάνθρακας Ψ είναι το προπάνιο. iv) Ο υδρογονάνθρακας Χ είναι το αιθίνιο και ο υδρογονάνθρακας Ψ είναι το προπίνιο. Εξήγησε σύντομα γιατί καθεμία από τις υπόλοιπες 3 προτάσεις είναι λανθασμένη. Σχήμα 2: Δύο ερωτήσεις «ανάκλησης» και μία ερώτηση «κατανόησης» του μετά-τεστ. Στο τρίτο στάδιο, οι μαθητές διδάχθηκαν την ενότητα νάφθα-πετροχημικά καθώς και βασικά στοιχεία των άκυκλων υδρογονανθράκων, με έμφαση στη χημεία τους. Αυτή η ενότητα διδάχθηκε και στις δύο ομάδες σε 12 διδακτικές ώρες. Στην πειραματική ομάδα εξακολούθησε να εφαρμόζεται η μετωπική διδασκαλία, ενώ στην ομάδα ελέγχου η διδασκαλία έγινε αυτήν τη φορά με εφαρμογή των τεχνικών SATL. Στη διδασκαλία της ενότητας νάφθα-πετροχημικά ακολουθήθηκε ο κλασικός τρόπος χρησιμοποίησης των συστημικών διαγραμμάτων που προτείνεται από τους εμπνευστές του μοντέλου SATL, ενώ στη διδασκαλία των υδρογονανθράκων εφαρμόστηκε ο εναλλακτικός, εμπλουτισμένος με στοιχεία διερεύνησης, τρόπος. Στους μαθητές δόθηκαν πάλι προς συμπλήρωση φύλλα εργασίας, που περιείχαν και για τις δύο ομάδες τις ίδιες κλασικές ερωτήσεις. Τα φύλλα εργασίας που δόθηκαν στην πειραματική ομάδα περιείχαν επίσης και μερικές συστημικές ερωτήσεις αξιολόγησης (ΣΕΑ). Οι ερωτήσεις αυτές αφορούν στη συμπλήρωση συστημικών διαγραμμάτων τα οποία είναι υποσυστήματα των διαγραμμάτων που αναπτύσσονται κατά τη διδασκαλία της εκάστοτε διδακτικής ενότητας. Αντ αυτού, η ομάδα ελέγχου ασχολήθηκε με κάποιες επιπρόσθετες κλασικού τύπου ερωτήσεις του σχολικού βιβλίου. Σε αυτό το στάδιο, έγινε προσπάθεια ώστε η μόνη διαφορά μεταξύ των δύο ομάδων να είναι οι διαφορετικές διδακτικο-μαθησιακές διαδικασίες στις οποίες εμπλέκονται. Το τελευταίο βήμα αυτού του σταδίου ήταν η χορήγηση του μετά-τεστ στους - 216-

Προφορικές Εργασίες μαθητές. Μετά τη συλλογή των δεδομένων, ακολούθησαν στατιστικές αναλύσεις με τη βοήθεια του λογισμικού SPSS 18.0. Αποτελέσματα και συζήτηση O συντελεστής a του Cronbach βρέθηκε 0,75 για το πρώτο προ-τεστ, 0,78 για το δεύτερο προτεστ και 0,81 για το μετά-τεστ. Στον Πίνακα 1 παρουσιάζονται τα περιγραφικά στατιστικά για τις δύο συγκρινόμενες ομάδες στα τρία τεστ επίδοσης. Είναι αξιοσημείωτο ότι δεν υπήρχε ουσιαστική διαφορά στις επιδόσεις των δύο ομάδων στο πρώτο προ-τεστ (Μ.Ο. = 39,9 και 40,0 για την πειραματική ομάδα και την ομάδα ελέγχου αντίστοιχα). Η μονοπαραγοντική ανάλυση διακύμανσης (ΑΝΟVA) που εφαρμόστηκε επιβεβαίωσε ότι δεν υπήρχε στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των ομάδων [F (1, 161) = 0,001, p = 0,981]. Δηλαδή οι δύο ομάδες μπορούσαν να θεωρηθούν εξαρχής ισοδύναμες, τουλάχιστον όσον αφορά στις επιδόσεις τους στο διαγνωστικό τεστ στη Χημεία. Πίνακας 1: Περιγραφικά στατιστικά για τις βαθμολογίες των μαθητών στα τρία τεστ επίδοσης στη χημεία. Τεστ 1 ο προ-τεστ Πειραματική Ελέγχου 2 ο προ-τεστ Πειραματική Ελέγχου Mετά-τεστ Mέσος όρος 39,9 40,0 49,9 50,7 Διάμεσος 39,3 39,3 46,4 46,4 Τυπική απόκλιση 22,2 26,6 21,0 25,4 Τυπικό σφάλμα 2,46 3,30 2,36 2,77 Πειραματική Ελέγχου 55,6 50,0 57,1 51,8 21,6 27,4 Πειραματική ομάδα: n = 79, Ομάδα ελέγχου: n = 84. 2,43 2,99 Ελάχιστη τιμή 3,6 0,0 10,7 14,3 10,7 3,6 Μέγιστη τιμή 89,3 96,4 96,4 96,4 100,0 100,0 Στη συνέχεια, πραγματοποιήθηκε μια μονοπαραγοντική ανάλυση διακύμανσης για τη σύγκριση των μέσων όρων των δύο ομάδων (πειραματικής και ελέγχου) στις διαφορές των βαθμολογιών των μαθητών μεταξύ των δύο προ-τεστ. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι δεν υπήρξε στατιστικά σημαντική διαφορά μεταξύ των ομάδων [F (1, 161) = 0,062, p = 0,804]. Οι μέσοι όροι στις διαφορές των βαθμολογιών ήταν +10,0 για την πειραματική ομάδα και +10,7 για την ομάδα ελέγχου αντίστοιχα. Η επίδραση δηλαδή των μεταβλητών «καθηγητής» και «ωρίμανση των μαθητών» στις επιδόσεις των δύο συγκρινόμενων ομάδων ήταν σχεδόν η ίδια, με τις δύο ομάδες να βελτιώνουν σημαντικά τις επιδόσεις τους στο δεύτερο προ-τεστ σε σχέση με το πρώτο προτεστ. Για την εκτίμηση της επίδρασης της διδακτικής παρέμβασης στην κατανόηση των μαθητών, εφαρμόστηκε πάλι μία ανάλυση διακύμανσης για να συγκριθούν οι μέσοι όροι στις διαφορές των βαθμολογιών των μαθητών των δύο ομάδων μεταξύ του μετά-τεστ και του δεύτερου προτεστ. Ως εξαρτημένες μεταβλητές χρησιμοποιήθηκαν αρχικά οι διαφορές των συνολικών βαθμολογιών στα δύο τεστ, εν συνεχεία οι διαφορές των βαθμολογιών στις ερωτήσεις «κατανόησης» και, τέλος, οι διαφορές των βαθμολογιών στις ερωτήσεις «ανάκλησης γνώσης». Τα αποτελέσματα (Πίνακας 2) έδειξαν μια στατιστικά σημαντική διαφορά ανάμεσα στις δύο συγκρινόμενες ομάδες, τόσο στις συνολικές βαθμολογίες [F (1, 161) = 5,85, p = 0,017, d = 0,38], -217-

Πανελλήνιο Συνέδριο Διδακτικής των Φυσικών Επιστημών και Νέων Τεχνολογιών στην Εκπαίδευση όσο και στις βαθμολογίες των ερωτήσεων «κατανόησης» [F (1, 161) = 4,62, p = 0,033, d = 0,34]. Το μέγεθος επίδρασης που βρέθηκε θεωρείται μικρό προς τυπικό (Cohen, 1988). Οι μέσοι όροι των διαφορών των βαθμολογιών για την πειραματική ομάδα και την ομάδα ελέγχου αντίστοιχα ήταν +5,7 και -0,8 για τις συνολικές βαθμολογίες, +9,7 και +3,5 για τις ερωτήσεις «κατανόησης» και -0,6 και -7,4 για τις ερωτήσεις «ανάκλησης». Δηλαδή, η πειραματική ομάδα είχε και στις τρεις περιπτώσεις καλύτερες επιδόσεις κατά μέσο όρο σε σχέση με την ομάδα ελέγχου. Παρά το γεγονός ότι οι επιδόσεις της πειραματικής ομάδας ήταν καλύτερες και στις ερωτήσεις «ανάκλησης», η διαφορά των δύο ομάδων στις βαθμολογίες των ερωτήσεων αυτών δεν ήταν στατιστικά σημαντική. Τα αποτελέσματα αυτά υποστηρίζουν την υπόθεση ότι η εφαρμογή της μεθόδου SATL, σε συνδυασμό με προσεγγίσεις καθοδηγούμενης διερεύνησης, μπορεί να βελτιώσει σημαντικά τις επιδόσεις των μαθητών στην οργανική χημεία και να ενισχύσει την κατανόηση των αντίστοιχων επιστημονικών εννοιών σε σχέση με μια παραδοσιακή διδακτική προσέγγιση. Πίνακας 2: Αναλύσεις διακύμανσης για τις διαφορές των βαθμολογιών των μαθητών των δύο ομάδων μεταξύ του 2 ου προ-τεστ και του μετά-τεστ. Μεταβλητή Διαφορές συνολικών βαθμολογιών Μεταξύ των ομάδων Μέσα στις ομάδες Σύνολο Διαφορές βαθμολογιών στις ερωτήσεις «κατανόησης» Μεταξύ των ομάδων Μέσα στις ομάδες Σύνολο Διαφορές βαθμολογιών στις ερωτήσεις «ανάκλησης» Μεταξύ των ομάδων Μέσα στις ομάδες Σύνολο Άθροισμα τετραγώνων 1676,06 46165,28 47841,34 1554,08 54197,72 55751,80 1873,62 104763,3 106636,9 Βαθμοί ελευθερίας 1 161 162 1 161 162 1 161 162 Πειραματική ομάδα: n = 79, Ομάδα ελέγχου: n = 84. F p 5,85 0,017 4,62 0,033 2,88 0,092 Συμπεράσματα Τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης έδειξαν ότι οι συστημικά προσανατολισμένες διδακτικο-μαθησιακές διαδικασίες που εφαρμόστηκαν είχαν μία σημαντική επίδραση στην κατανόηση των μαθητών της πειραματικής ομάδας, σε σχέση με την ομάδα ελέγχου που διδάχθηκε με παραδοσιακό τρόπο. Το μοντέλο SATL χρησιμοποιεί τεχνικές που είναι δομημένες στη βάση συστημικών αναπαραστάσεων εννοιών, οι οποίες φαίνεται ότι προάγουν την ανάπτυξη της συστημικής σκέψης. Στην παρούσα μελέτη έγινε προσπάθεια, όπου αυτό ήταν εφικτό, να συνδυαστούν οι τεχνικές αυτές με διδακτικές προσεγγίσεις εμπλουτισμένες με στοιχεία διερεύνησης. Αυτή η «υβριδική» διδακτική προσέγγιση που ακολουθήθηκε, εφαρμοζόμενη στο πλαίσιο ενός κλασικού προγράμματος σπουδών οργανικής χημείας του λυκείου, οδήγησε σε ενθαρρυντικά αποτελέσματα όσον αφορά στη βελτίωση της κατανόησης των επιστημονικών εννοιών των μαθητών. Φάνηκε, δηλαδή, ότι μια τέτοια διδακτική - 218-

Προφορικές Εργασίες προσέγγιση μπορεί να ενισχύσει και να συμπληρώσει ένα κλασικό πρόγραμμα σπουδών, προσδίδοντας σε αυτό μια πιο ενδιαφέρουσα και αποτελεσματική μαθησιακή προοπτική. Τα αποτελέσματα που προέκυψαν ανοίγουν διάφορες προοπτικές για μελλοντική έρευνα. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να διερευνηθεί η εφαρμογή της προσέγγισης SATL εμπλουτισμένης με ακόμα περισσότερα στοιχεία διερεύνησης. Επίσης, μπορεί να αξιολογηθεί το διδακτικό αυτό μοντέλο και στο πλαίσιο άλλων διδακτικών στρατηγικών και προσεγγίσεων, όπως στη βάση μιας ομαδοσυνεργατικής διδασκαλίας ή μιας ερευνητικής εργασίας (project). Η εφαρμογή και αξιολόγηση του μοντέλου SATL σε άλλες θεματικές ενότητες της χημείας ή και σε άλλες εκπαιδευτικές βαθμίδες (π.χ. τριτοβάθμια εκπαίδευση) θα είχε επίσης ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Αναγκαία, επίσης, είναι η προσπάθεια βελτίωσης του προτεινόμενου πλαισίου αξιολόγησης της μάθησης με κατανόηση καθώς και η ανάπτυξη νέων, έγκυρων και αξιόπιστων σχημάτων αξιολόγησής της. Βιβλιογραφία Βαχλιώτης, Θ. (2012). Εφαρμογή και αξιολόγηση της μεθόδου «Συστημική Προσέγγιση στη Διδασκαλία και Εκμάθηση (SATL)» στη διδασκαλία της οργανικής χημείας. Διδακτορική Διατριβή, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Χημείας. Ausubel, D.P. (1963). The psychology of meaningful verbal learning. Grune & Stratton: New York. Ausubel, D.P. (1968). Educational psychology: A cognitive view. New York: Holt, Reinhard and Winston. Cabrera, D., Colosi, L. & Lobdell, C. (2008). Systems thinking. Evaluation and Program Planning, 31, 299-310. Cohen, J. (1988). Statistical Power and Analysis for the Behavioral Sciences, 2nd ed., Hillsdale. NJ: Lawrence Erlbaum Associates. Fahmy, A.F.M. & Lagowski, J.J. (1999). The use of a systemic approach in teaching and learning chemistry for the 21st century. Pure and Applied Chemistry, 71(5), 859-863. Fahmy, A.F.M & Lagowski, J.J. (2003). Systemic reform in chemical education: An international perspective. Journal of Chemical Education, 80(9), 1078-1083. Nesbit, J.C. & Adesope, O.O. (2006). Learning with concept and knowledge maps: A metaanalysis. Review of Educational Research, 76(3), 413-448. Vachliotis, T., Salta, K. & Tzougraki, C. (2012). Evaluating the SAQ scheme for assessing meaningful understanding and systems thinking in the organic chemistry domain, Paper presented at the 22nd ICCE and the 11th ECRICE, July 15-20, Rome, Italy. Vachliotis, T., Salta, K., Vasiliou, P. & Tzougraki, C. (2011). Exploring novel tools for assessing high school students meaningful understanding of organic reactions. Journal of Chemical Education, 88(3), 337-345. -219-